Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 224/2018

 Αριθμός  224/2018

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή  Ευαγγελία Πανταζή , Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  Γ.Λ.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η υπό κρίση από 25-5-2015 (αριθμ. έκθ. κατάθ. ……/4-6-2015 ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου) έφεση της ενάγουσας, που ηττήθηκε στην πρωτοβάθμια δίκη, κατά της υπ’ αριθμ. 4824/2014 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών (άρθρ. 664 επ. ΚΠολΔ), ασκήθηκε εμπρόθεσμα, εφόσον δεν προκύπτει, ουδέ οι διάδικοι επικαλούνται επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης και, σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις (άρθρ. 495 επ., 511 επ. ΚΠολΔ). Συνεπώς, κρίνεται τυπικά δεκτή και θα ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρ. 532, 533 παρ. 1 ΚπολΔ), κατά την ίδια ως άνω διαδικασία.

Η ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη στην από 18-10-2013 αγωγή της, που άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (αριθμ. έκθ. κατάθ……/21-10-2013) ιστορούσε ότι προσλήφθηκε την 3-11-1997 από την εναγόμενη και ήδη, εκκαλούσα ναυτιλιακή εταιρεία, η οποία ειδικεύεται στη μεταφορά εμπορευματοκιβωτίων και είναι μέλος της Διεθνούς Ναυτικής ΄Ενωσης, με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, για να απασχοληθεί ως ταμίας, με βάση το πενθήμερο καθεστώς εργασίας από Δευτέρα έως Παρασκευή επί 8ωρο ημερησίως, έναντι μηνιαίων αποδοχών, οι οποίες προσδιορίζονταν βάσει της «Κλαδικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας για τους όρους αμοιβής και εργασίας των εργαζομένων στις πρακτορειακές επιχειρήσεις όλης της χώρας που είναι μέλη της Διεθνούς Ναυτικής ΄Ενωσης». Ότι παρότι είχε γνωστοποιήσει με την προσκομιδή των βιβλιαρίων ενσήμων της και υπεύθυνης δήλωσης, στην εναγόμενη-εργοδότριά της, την δεκατετράχρονη προϋπηρεσία της σε προηγούμενους εργοδότες, με ομοειδές αντικείμενο, η εναγόμενη δεν της κατέβαλε τις νόμιμες αποδοχές της, καθόσον της αναγνώρισε μόνον τρία χρόνια προϋπηρεσίας, χωρίς να την κατατάξει στο σωστό μισθολογικό κλιμάκιο. Ότι η εναγόμενη κατήγγειλε τη σύμβαση εργασίας της, στις 30-3-2012, χωρίς να της καταβάλει την προσήκουσα αποζημίωση απόλυσης. Με βάση το ιστορικό αυτό ζητούσε να υποχρεωθεί η εναγόμενη να της καταβάλει το ποσό των 39.605,04 ευρώ, ως διαφορές μεταξύ των νομίμων αποδοχών της, από 1-1-2007 έως 31-3-2012, καθώς και το ποσό των 2.594,99 ευρώ, ως διαφορά της προσήκουσας και της καταβληθείσας αποζημίωσης απόλυσης,  με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής, μέχρι την εξόφληση.

Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, με την εκκαλουμένη απόφασή του, απέρριψε την αγωγή, δεχόμενο ότι η ενάγουσα δεν απέδειξε, ως όφειλε, ότι είχε γνωστοποιήσει στην εναγόμενη εργοδότριά της, την ύπαρξη προϋπηρεσίας στο πρόσωπό της και ότι, για το λόγο αυτό, το Δικαστήριο δεν σχημάτισε πλήρη και ασφαλή δικανική πεποίθηση για την ουσιαστική βιωσιμότητα των αγωγικών αξιώσεων, οι οποίες βασίζονται στην επικαλούμενη προϋπηρεσία της ενάγουσας.

Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται ήδη η ενάγουσα με την υπό κρίση έφεση και, για τους εκτιθέμενους σ’ αυτή λόγους, που ανάγονται σε εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, ζητά την εξαφάνισή της και την παραδοχή της αγωγής της.

Σύμφωνα με το άρθρο 2 περιπτ. ε’ της από 20.06.2006 Εθνικής Κλαδικής ΣΣΕ για τους όρους αμοιβής και εργασίας των εργαζομένων στις πρακτορειακές επιχειρήσεις όλης της χώρας που είναι μέλη της Διεθνούς Ναυτικής Ένωσης «ο καθορισμός του βασικού μισθού των μισθωτών σε σχέση με τα έτη υπηρεσίας τους  γίνεται βάσει της υπηρεσίας και προϋπηρεσίας στην επιχείρηση που εργάζονται προσαυξανόμενος και κατά την πραγματική προϋπηρεσία σε ομότιμα καθήκοντα σε άλλη ιδιωτική επιχείρηση ή δημόσια υπηρεσία η ΝΠΔΔ. […] Η προϋπηρεσία των νεοπροσλαμβανομένων μισθωτών αποδεικνύεται με υπεύθυνη δήλωση του Ν. 1599/86 που κατατίθεται στον εργοδότη κατά την πρόσληψή του με την υποχρέωση μέσα σε ένα μήνα από της προσλήψεως να καταθέσουν τα απαραίτητα πιστοποιητικά. Αν με τα πιστοποιητικά αυτά αποδεικνύεται προϋπηρεσία μεγαλύτερη από αυτή που δηλώθηκε αρχικά ή υποβληθούν πιστοποιητικά χωρίς προηγούμενη υπεύθυνη δήλωση, το δικαίωμα για την απόληψη υψηλότερων αποδοχών βάση της προϋπηρεσίας αυτής γεννάται από τη στιγμή της κατάθεσης των πιστοποιητικών αυτών. Τα πιστοποιητικά προϋπηρεσίας λυομένης της Σύμβασης επιστρέφονται από τον εργοδότη στον μισθωτό». Από τις λεπτομερείς αυτές διατάξεις, που επαναλαμβάνονται παγίως σε όλες τις Σ.Σ.Ε. του κλάδου αυτού που επακολούθησαν έκτοτε μέχρι σήμερα, προκύπτει ότι ο εργοδότης δεν είναι υποχρεωμένος να αναγνωρίσει την προϋπηρεσία του εργαζομένου τον οποίο έχει προσλάβει και να καθορίσει τις αποδοχές του ανάλογα με την προϋπηρεσία του αυτή αν δεν έχει προηγηθεί η κατάθεση των οικείων πιστοποιητικών ή η απόδειξη της με κάθε αποδεικτικό μέσο και ότι επομένως δεν αρκεί απλή προς τον νέο εργοδότη ανακοίνωση ή γνωστοποίηση προϋπηρεσίας (Α.Π. 306/1987, ΔΕΝ 1988, τόμος 44, τεύχος 1060, σελ. 20επ.). Εάν, επομένως, δεν πρόκειται για προϋπηρεσία στον ίδιο εργοδότη, οπότε ο τελευταίος οφείλει οίκοθεν να καταβάλει το νόμιμο μισθό της αντίστοιχης μισθολογικής κλίμακας, η υποχρέωση καταβολής του νόμιμου μισθού του κλιμακίου με βάση την προϋπηρεσία αρχίζει από την κατά τα παραπάνω παράδοση της υπεύθυνης δηλώσεως και των πιστοποιητικών προϋπηρεσίας (Α.Π. 199/2004, Α’ Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ). Πάντως ο μισθωτός, ο οποίος δεν γνωστοποίησε την προϋπηρεσία του κατά την πρόσληψη του, δεν στερείται το δικαίωμα να γνωστοποιήσει αυτήν αργότερα πλην όμως, στην περίπτωση αυτή, υποχρέωση για καταβολή των υψηλότερων αποδοχών, που διαμορφώνονται από την εν λόγω προϋπηρεσία αρχίζει από τη γνωστοποίηση, για την οποία δεν υφίσταται κάποια ανατρεπτική προθεσμία.

Από την επανεκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξης, ……… και …….., οι οποίες περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλούμενη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, από τις με αριθμούς .., .. και …/27.11.2013 ένορκες βεβαιώσεις των ……., που με επιμέλεια της εναγόμενης δόθηκαν ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών … και του Ειρηνοδίκη Πειραιώς, αντίστοιχα, κατόπιν νόμιμης κλήτευσης της ενάγουσας κατά το άρθρο 671 παρ. 1δ ΚΠολΔ (σχετ. η υπ’ αρ. …./25.11.2013 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Πειραιά ………), από την με αριθμό …/18.12.2013 ένορκη βεβαίωση του ……….., που με επιμέλεια της εναγομένης δόθηκε ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιώς κατόπιν νόμιμης κλήτευσης της ενάγουσας κατά το άρθρο 671 παρ. 1δ ΚΠολΔ (σχετ. η υπ’ αρ. …./16.12.2013 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών ………), καθώς και από όλα ανεξαιρέτως, έστω και μη ειδικώς, κατωτέρω, μνημονευόμενα έγγραφα, που νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, χρήσιμα είτε προς άμεση απόδειξη, είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:

Η εναγόμενη ανώνυμη εταιρεία εδρεύει στον Πειραιά, επί της ακτής ……….., και δραστηριοποιείται στην πρακτόρευση και αντιπροσώπευση πλοίων τακτικών γραμμών μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων (container). Η ενάγουσα προσελήφθη την 3η Νοεμβρίου 1997 από την εναγομένη με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου για να απασχοληθεί ως ταμίας με βάση το πενθήμερο καθεστώς εργασίας από Δευτέρα έως Παρασκευή, επί 8 ώρες ημερησίως, έναντι αμοιβής σύμφωνα με την «Κλαδική Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας για τους όρους αμοιβής και εργασίας των εργαζομένων στις πρακτορειακές επιχειρήσεις όλης της χώρας που είναι μέλη της Διεθνούς Ναυτικής Ένωσης» του έτους 2006, 2008 και 2011. Η επίδικη εργασιακή σχέση λειτούργησε ομαλά και δίχως οιοδήποτε πρόβλημα για εξαιρετικά μεγάλο χρονικό διάστημα και δη πέραν των δεκατεσσάρων ετών, από το έτος 1997 έως τέλη Μαρτίου του έτους 2012, οπότε και η σύμβαση εργασίας της ενάγουσας καταγγέλθηκε λόγω επικείμενης συνταξιοδότησής της. Η ενάγουσα ισχυρίζεται ότι η εναγομένη δεν της αναγνώρισε τα 14 χρόνια προϋπηρεσίας που είχε προτού προσληφθεί από αυτήν, αλλά μόνο τρία έτη, παρότι της προσκόμισε υπεύθυνη δήλωση του Ν. 1599/1986 καθώς και φωτοτυπικά αντίγραφα των βιβλιαρίων ενσήμων της που είχε σε εργοδότες με ομοειδές αντικείμενο. Αποτέλεσμα αυτού, ήταν να μην υπαχθεί στο ορθό μισθολογικό κλιμάκιο και να μην λαμβάνει τις αποδοχές που εδικαιούτο, καθόλο το χρονικό διάστημα της εργασίας της, αιτείται, δε, το ποσό των 39.605,04 ευρώ, ως διαφορές των νομίμων δεδουλευμένων αποδοχών της, τις οποίες θα εδικαιούτο να λάβει αν της είχε αναγνωριστεί η προϋπηρεσία της, για το διάστημα από 01.01.2007 έως και 31.03.2012 καθώς και τη διαφορά ποσού 2.594,99 ευρώ, που αφορά την αποζημίωση απόλυσης η οποία υπολογίστηκε εσφαλμένα, κατά τους ισχυρισμούς της, από την εναγομένη, καθώς, όπως προαναφέρεται, η τελευταία κατέβαλε στην ενάγουσα μικρότερες αποδοχές. Ωστόσο οι εν λόγω ισχυρισμοί της δεν αποδεικνύονται από κανένα αποδεικτικό στοιχείο της δικογραφίας ως βάσιμοι στην ουσία τους, η μόνη, δε, εισφορά της προς απόδειξη των ισχυρισμών της αποτελεί η κατάθεση του μάρτυρα απόδειξης ………, από την οποία ωστόσο, το παρόν Δικαστήριο δεν μπορεί να οδηγηθεί σε ασφαλές δικανικό συμπέρασμα περί της γνωστοποίησης της προϋπηρεσίας της ενάγουσας στην εναγομένη, αφού ο εν λόγω μάρτυρας ανέφερε ότι δεν υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας στην πρόσληψή της και ότι η ίδια η ενάγουσα του είπε ότι δήλωσε την προϋπηρεσία της και ότι δεν είχε λόγο να μην πάει την προϋπηρεσία της. Αντιθέτως, πέντε συνάδελφοι της ενάγουσας οι οποίοι συνεργάστηκαν μαζί της σε διάφορα χρονικά διαστήματα κατέθεσαν ότι η ενάγουσα δεν είχε γνωστοποιήσει την ύπαρξη προϋπηρεσία της σε άλλες επιχειρήσεις με ομοειδές αντικείμενο προς την εναγομένη και άπαντες αναφέρουν ότι η εναγομένη υπήρξε ως εργοδότρια καθ’ όλα τυπική στις υποχρεώσεις της και πραγματικά γενναιόδωρη, αναγνώριζε δε σε όλους τους υπαλλήλους που εργάζονταν σε αυτή τυχόν προϋπηρεσία τους, εφόσον αυτοί της το γνωστοποιούσαν, και τους ενέτασσε στο ορθό κλιμάκιο. Ειδικότερα, ο ενόρκως βεβαιών …… ο οποίος εργαζόταν στην εναγομένη, ως βοηθός λογιστή, ήδη, από 4-8-1997, ήτοι, κατά το χρόνο πρόσληψης της ενάγουσας (3-11-1997), κατέθεσε ότι η ενάγουσα «ανέλαβε καθήκοντα ταμία, αφού εκπαιδεύθηκε για κάποιους μήνες από τις παλαιότερες υπαλλήλους …. και …..» και ότι «η κυρία ………. έφερε την τρέχουσα καρτέλα ενσήμων της, ώστε να κολλάμε κάθε μήνα τα ένσημα του ΙΚΑ. Από την καρτέλα αυτή, όπως και από κάθε καρτέλα του ΙΚΑ, δεν προκύπτουν τα καθήκοντα που ασκεί ο υπάλληλος στον κάθε εργοδότη και έτσι δεν προέκυπτε αν είχε απασχοληθεί στο παρελθόν ως ταμίας. Από το γεγονός ότι εκπαιδεύτηκε στα καθήκοντα του ταμία στο γραφείο μας συνάγω ότι δεν είχε ξανααπασχοληθεί σε τέτοια θέση». Επίσης, η ενόρκως βεβαιούσα ……, η οποία εργάστηκε ως υπάλληλος, στο λογιστήριο της εναγομένης από το έτος 1992 έως και τον Ιανουάριο του 2010, κατέθεσε ότι η ενάγουσα δεν υπέβαλε δήλωση προς την εταιρεία ότι είχε κάποια προϋπηρεσία σε άλλη επιχείρηση σε ομοειδές αντικείμενο ή ομότιμα καθήκοντα, ούτε προσκόμισε πιστοποιητικά προς απόδειξη τέτοιας προϋπηρεσίας, ενώ ανέφερε επίσης ότι η εναγομένη ουδέποτε έχει απολύσει υπάλληλο επειδή ζήτησε να λάβει τα νόμιμα και δεν έχει καμία αμφιβολία ότι αν η ενάγουσα είχε ζητήσει την αναγνώριση της προϋπηρεσίας της αυτή θα της είχε αναγνωριστεί. Επίσης, ο ενόρκως βεβαιών ……., ο οποίος εργάστηκε ως βοηθός λογιστή της εναγομένης, από το έτος 2002 έως και 2007 και από το έτος 2008 έως το 2009, στο, δε, ενδιάμεσο διάστημα υπηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία, αναφέρει χαρακτηριστικά ότι καθ’ όλο το διάστημα της εργασίας του στην εναγομένη η ενάγουσα δεν υπέβαλε δήλωση προς την τελευταία ότι είχε κάποια προϋπηρεσία σε άλλη επιχείρηση σε ομοειδές αντικείμενο ή ομότιμα καθήκοντα, ούτε προσκόμισε πιστοποιητικά προς απόδειξη τέτοιας προϋπηρεσίας, ενώ επίσης κατέθεσε ότι δεν έχει καμία αμφιβολία περί του ότι εάν είχε ζητήσει η ενάγουσα την αναγνώριση της προϋπηρεσίας της η εναγομένη θα την είχε αναγνωρίσει καθόσον και στον ίδιο μόλις επέστρεψε από την στρατιωτική του θητεία, η εναγομένη, άμεσα, αναγνώρισε το χρονικό διάστημα αυτής και του κατέβαλε, άμεσα, επίσης, τα προβλεπόμενα επιδόματα όταν έλαβε το πτυχίο του και το μεταπτυχιακό δίπλωμά του. Ο μάρτυρας εργάσθηκε ως βοηθός λογιστή της εναγόμενης, σε χρόνους μεταγενέστερους της πρόσληψης της ενάγουσας και για τους χρόνους αυτούς καταθέτει ότι η ενάγουσα δεν προσκόμισε δήλωση και αποδεικτικά προϋπηρεσίας και όχι για τον χρόνο της πρόσληψής  της. Η κατάθεση και αυτού του μάρτυρα είναι πρόσφορη προς ανταπόδειξη στην παρούσα υπόθεση δεδομένου ότι ο εργαζόμενος έχει το δικαίωμα και τη δυνατότητα να προσκομίσει τα εν λόγω αποδεικτικά προϋπηρεσίας σε οποιοδήποτε μεταγενέστερο της πρόσληψης χρόνο. Κατά συνέπεια, έχει αποδεικτική αξία η κατάθεση του ……. ότι η  ενάγουσα  κατά την εξαετία κατά την οποία απασχολήθηκε στην εναγόμενη (19/2/2002-12/2/2007 και 12/2/2008-27/2/2009). Εξ άλλου, η μαρτυρία του συγκεκριμένου μάρτυρα είναι χρήσιμη εμμέσως και ως προς τον χρόνο πρόσληψης της ενάγουσας, αλλά και για κάθε άλλον χρόνο ενωρίτερο της πρόσληψης του ίδιου στην εναγόμενη. Διότι, αν η αντίδικος είχε καταθέσει δήλωση προϋπηρεσίας της, ο μάρτυρας θα είχε αναμφιβόλως λάβει γνώση αυτής, εργαζόμενος στο λογιστήριο της εταιρίας όπου ετοιμάζεται η μισθοδοσία των υπαλλήλων και τηρούνται τα σχετικά έγγραφα και στοιχεία. Επ’ αυτού, πάντως, πλήρης και άμεση απόδειξη παρέχεται από την μαρτυρία του σημερινού λογιστή της εναγόμενης εταιρίας,  ……., ο οποίος βεβαιώνει ότι ερεύνησε το αρχείο της εταιρίας και ουδεμία δήλωση της ενάγουσας περί προϋπηρεσίας της ή έγγραφα αποδεικτικά οποιασδήποτε προϋπηρεσίας έχουν κατατεθεί. Σχετικά, πάντως με την αναγνώριση ως προϋπηρεσίας του χρόνου στρατιωτικής θητείας του μάρτυρος και την καταβολή των επιδομάτων πτυχίου και μεταπτυχιακών σπουδών, ο ……. δεν αναφέρθηκε σε εξ ελευθεριότητος παροχές της εναγόμενης, αλλά σε εκ μέρους της τήρηση των νομίμων υποχρεώσεων απέναντι του (όπως εν προκειμένω η άμεση αναγνώριση της προϋπηρεσίας και η άμεση καταβολή των επιδομάτων), σε τρόπο ώστε να μη της καταλείπεται αμφιβολία και να είναι, αντιθέτως, βέβαιος ότι θα είχε ομοίως τηρήσει τυχόν νόμιμη υποχρέωσή της να αναγνωρίσει προϋπηρεσία της  ενάγουσας, εφ’ όσον συνέτρεχαν οι νόμιμες προϋποθέσει

Από τις ως άνω μαρτυρικές καταθέσεις προκύπτει ότι η ενάγουσα δεν προσκόμισε υπεύθυνη δήλωση ούτε και οιοδήποτε πιστοποιητικό απόδειξης της προϋπηρεσίας της, παρά μόνο την τρέχουσα καρτέλα των ενσήμων της προκειμένου να της επικολλούνται κάθε μήνα τα ένσημά της. Σε κάθε περίπτωση, οι καρτέλες ενσήμων ΙΚΑ δεν συνιστούν πρόσφορα μέσα για να αποδείξουν κατά πόσο η ενάγουσα εργάσθηκε πριν την πρόσληψή της ως ταμίας ή σε ομότιμα καθήκοντα, καθόσον αυτές δεν αναφέρουν τη θέση, ειδικότητα και τα καθήκοντα του εργαζομένου στον εκάστοτε εργοδότη του, ώστε να μπορεί ο επόμενος εργοδότης από την ανάγνωσή τους να αντιληφθεί κατά πόσο ο εργαζόμενος είχε απασχοληθεί προγενέστερα σε καθήκοντα ομότιμα με αυτά για τα οποία προσλήφθηκε. Αντιθέτως, οι ενόρκως βεβαιούντες ……. και ……. όσο και η μάρτυρας ανταπόδειξης ……., κατέθεσαν ότι η ενάγουσα προτού αναλάβει καθήκοντα εκπαιδεύτηκε για κάποιους μήνες από παλαιότερες υπαλλήλους, γεγονός που καταδεικνύει ότι η εναγομένη ασφαλώς και δεν είχε υπόψη της ότι η ενάγουσα είχε προϋπηρεσία σε ομοειδές αντικείμενο αφού αν συνέβαινε αυτό δε θα χρειαζόταν, σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας (άρθρ.336 περ.δ΄ ΚΠολΔ), να λάβει χώρα εκπαίδευση αυτής για χρονικό διάστημα μηνών. Η κρίση του Δικαστηρίου, εξάλλου, ότι  η ενάγουσα δεν είχε γνωστοποιήσει την προϋπηρεσία της στην εναγομένη ενισχύεται και από το ότι αυτή εργάστηκε στην τελευταία επί 14 συνεχόμενα έτη, χωρίς να υπάρξει οποιαδήποτε διαμαρτυρία εκ μέρους της, πρώτη, δε, φορά ήγειρε αξιώσεις το έτος 2012, ήτοι λίγο καιρό πριν τη συνταξιοδότησή της, ένεκα της οποίας έλαβε χώρα και η καταγγελία της σύμβασής της. Εξάλλου, η αναγνώριση της ύπαρξης τριετούς προϋπηρεσίας στο πρόσωπο της, κατά την ημερομηνία πρόσληψής της ουδόλως επιρρωνύει τους ισχυρισμούς της περί γνωστοποιήσεως από αυτή της προϋπηρεσίας της, καθόσον ο ενόρκως βεβαιών …… καταθέτει ότι η προϋπηρεσία αυτή της αναγνωρίσθηκε από την εταιρεία από ελευθεριότητα ώστε να ξεκινήσει η εξέλιξη των αποδοχών της από υψηλότερη αφετηρία καθώς ήταν ήδη 36 ετών και είχε οικογενειακές υποχρεώσεις, γεγονός που συνάδει με την όλη στάση της εναγομένης απέναντι στους υπαλλήλους της, η οποία υπήρξε όπως οι ίδιοι κατέθεσαν σε όλα τα χρόνια που ήταν υπό την εργοδοσία της γενναιόδωρη και σωστή. Εάν πρόθεση της εναγόμενης ήταν να μην αναγνωρίσει προϋπηρεσία της ενάγουσας, δεν θα είχε αναγνωρίσει, σύμφωνα με τους κανόνες της λογικής, οποιαδήποτε προϋπηρεσία της, δηλαδή, δεν θα είχε προβεί ούτε στην αναγνώριση τριετούς προϋπηρεσίας. Άλλωστε, όπως προκύπτει από την κατάθεση του ….. η εναγομένη προκειμένου να βοηθήσει τους υπαλλήλους της είχε αναγνωρίσει και σε άλλους προϋπηρεσία παρότι δεν είχαν και ειδικότερα στον … ., ο οποίος δεν είχε προϋπηρεσία όταν προσλήφθηκε, αναγνωρίστηκε σαν προϋπηρεσία ο χρόνος της στρατιωτικής του θητείας και εντάχθηκε σε ανώτερο μισθολογικό κλιμάκιο. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι από τους πέντε υπαλλήλους που υπήρξαν υπό την εργοδοσία της εναγομένης οι τέσσερις από αυτούς δεν εργάζονται εδώ και πολλά έτη στην τελευταία (συγκεκριμένα η …….. εργάστηκε έως το 1998 και σήμερα εργάζεται στην …….., ο ……… εργάστηκε έως το 2009, ο …….. έως το έτος 2001 και η …. έως το έτος 2010), πλην όμως προσήλθαν άπαντες να καταθέσουν όχι μόνο για όσα γνώριζαν αναφορικά με τα ιστορικά γεγονότα που εκτίθενται στην υπό κρίση αγωγή αλλά και για το γεγονός ότι η εναγομένη υπήρξε απέναντι τους μια σωστή και συνεπής εργοδότρια, εκκινούμενοι προφανώς από την πολύ καλή συμπεριφορά που είχε αυτή προς τους εργαζομένους της. Η ενάγουσα ισχυρίζεται ότι δεν διεκδίκησε την αναγνώριση προϋπηρεσίας στη διάρκεια της δεκατετραετούς εργασιακής σχέσης διότι θα την απέλυε, αναφέρεται, δε, στη δυσμενή «παρούσα» οικονομική και εργασιακή συγκυρία της χώρας, κατά την οποία πράγματι υπάρχει υψηλότατη ανεργία και μια θέση εργασίας είναι πολυτιμότερη από οποτεδήποτε άλλοτε, ώστε να προκαλεί πραγματικό φόβο το ενδεχόμενο απολύσεως. Πλην όμως, η ενάγουσα απασχολήθηκε στην εναγόμενη από το έτος 1997 έως το 2012 δηλαδή, με την εξαίρεση των τριών τελευταίων, σε χρόνια οικονομικής ευμάρειας κατά τα οποία ευχερώς θα μπορούσε να βρει εργασία στην υποθετική περίπτωση που θα την απέλυε και, ως εκ τούτου, δεν είχε λόγο να φοβάται, ιδιαίτερα, τυχόν απόλυσή της. Αντίθετα, η εναγόμενη θα είχε αντικίνητρο απόλυσής της, δεδομένου ότι δεν θα ήταν ευχερής η αντικατάστασή της, αφού, όπως είναι γνωστό, οι υπάλληλοι γραφείου με πραγματικά προσόντα σε οικονομικά καθήκοντα είχαν γενικά απασχόληση κατά τα έτη εκείνα και δεν ήταν διαθέσιμοι στην αγορά εργασίας. ΄Ετσι, στις τότε συνθήκες προσφοράς και ζήτησης εργασίας, των ετών 1997 έως 2008, η ενάγουσα δεν είχε λόγο όχι μόνο να μη διεκδικήσει την αναγνώριση τυχόν προϋπηρεσίας της, αλλά ακόμη και να παραιτηθεί από την εργασία της, αν δεν ήταν ικανοποιημένη από τις αποδοχές που της κατέβαλε η εναγόμενη, να ανεύρει, δε, άλλη εργασία και να διεκδικήσει δικαστικώς ό,τι θεωρούσε ότι εδικαιούτο. Η παραμονή της στην εταιρία μας για το ως άνω πολυετές διάστημα μαρτυρεί ικανοποίησή της από τις απολαβές και τις εν γένει συνθήκες εργασίας, πράγμα που συνάδει απολύτως με τα κατατεθέντα από τους πέντε προαναφερόμενους μάρτυρες της ενάγουσας περί γενναιόδωρης και σωστής εργοδότριας. Σύμφωνα, άλλωστε με τις ένορκες βεβαιώσεις των ………, ουδείς ποτέ απολύθηκε από την εναγόμενη επειδή προέβαλε νόμιμες αξιώσεις του.

Από όλα τα προεκτεθέντα, προκύπτει, ότι η ενάγουσα δεν απέδειξε ως όφειλε, ότι είχε γνωστοποιήσει στην εναγομένη εργοδότριά της την ύπαρξη προϋπηρεσίας στο πρόσωπο της και συνεπώς το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που δέχθηκε τα ίδια ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις, απορριπτομένων ως αβάσιμων κατ’ουσίαν, των περί του αντιθέτου έξι λόγων έφεσης και της έφεσης στο σύνολό της, ως κατ’ουσίαν αβάσιμων. Πρέπει, επίσης, λόγω της ήττας της εκκαλούσας, να της επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας(άρθρ.183 και 176ΚΠολΔ), κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό,

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά την έφεση κατά της υπ’αριθμ.4824/2014 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς και

Απορρίπτει την έφεση, κατ’ουσίαν.

Επιβάλλει σε βάρος της εκκαλούσας τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των πεντακοσίων ευρώ [500€]

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις  29 Μαρτίου 2018, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η   ΔΙΚΑΣΤΗΣ                            Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ