Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 282/2018

Αριθμός   282/2018

ΤΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Αικατερίνη Νομικού, Πρόεδρο Εφετών,  Χρυσούλα Πλατιά, Εφέτη και Σοφία Καλούδη, Εφέτη-Εισηγήτρια,   και από τη Γραμματέα  Κ.Δ.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

  1. Η υπό κρίση έφεση κατά της με αριθμό 1543/2014 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά τη τακτική διαδικασία ερήμην της εναγομένης, παραδεκτά φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 του ΚΠολΔ) και έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, με την κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 2-5-2014, δηλαδή εντός της από το άρθρο 518 παρ.2 του ΚΠολΔ οριζόμενης προθεσμίας από την δημοσίευση της εκκαλουμένης απόφασης στις 26-3-2014, καθόσον οι διάδικοι δεν επικαλούνται ούτε άλλωστε προκύπτει από τα επικαλούμενα και προσκομιζόμενα έγγραφα επίδοση της προσβαλλόμενης απόφασης (άρθρα 495 παρ.1 και 2, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ. 1 ΚΠολΔ). Επιπλέον, κατατέθηκε το νόμιμο παράβολο, συνολικού ποσού 204,80 ευρώ, κατ’άρθρο 495 παρ. 4 του ΚΠολΔ (βλ. τα υπ’αριθμ ……/2014 διπλότυπο είσπραξης Γ ΔΥΟ Πειραιά). Πρέπει, επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά την ίδια διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ), καθόσον ασκήθηκε από τον ενάγοντα, που είχε παρασταθεί κανονικά στον πρώτο βαθμό ,και όχι την ερημοδικασθείσα εναγομένη, ώστε να έχει εφαρμογή η διάταξη του άρθρου 528 του Κ.Πολ.Δ.
  2. Ο ενάγων με την από 24-3-2011 και αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……/2011 αγωγή του ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, εξέθετε ότι στις 16-2-2009 κατέβαλε στην εναγομένη το ποσό των 200.000 ευρώ. ως τίμημα για την προφορικώς συμφωνηθείσα μεταξύ τους σύμβαση πώλησης και μεταβίβασης κατά κυριότητα ενός ειδικότερα περιγραφόμενου ακινήτου της τελευταίας (ισόγεια κατοικία), στην οποία ωστόσο μεταβίβαση αυτή μέχρι σήμερα αρνείται να συμπράξει, παρά τις αλλεπάλληλες και συνεχείς οχλήσεις του, ιδιοποιούμενη κατά τον τρόπο αυτό το ληφθέν ως άνω χρηματικό ποσό του τιμήματος. Ζητούσε δε να υποχρεωθεί η εναγόμενη να του καταβάλει το ποσό των 200.000 ευρώ κατά το οποίο ζημιώθηκε στην περιουσία του από την ως άνω αδικοπρακτική της σε βάρος του συμπεριφορά καθώς και ποσό 40.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση της ηθικής του βλάβης, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής, και να απαγγελθεί σε βάρος της προσωπική κράτηση ως μέσο αναγκαστικής εκτέλεσης της απόφασης που θα εκδοθεί. Το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφαση του απέρριψε την αγωγή ως μη νόμιμη. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται ο ενάγων με την υπό κρίση έφεση του και ζητεί, για τους λόγους που εκθέτει σ’ αυτή, και αφορούν στην εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου την εξαφάνιση της ,ώστε να γίνει δέκτη καθ’ολοκληρία η αγωγή του.

III. Σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 914 και 932 ΑΚ, δικαίωμα αποζημίωσης ή χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης έχει εκείνος που ζημιώθηκε άμεσα ή που έχει υποστεί ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη εξαιτίας προσβολής έννομου συμφέροντος του, το οποίο προστατεύεται από κανόνες δικαίου, και όχι κάθε άλλος, στον οποίο αντανακλούν οι υλικές ή ηθικές συνέπειες του αδικήματος. Εξάλλου, η παραβίαση ενοχικής συμβάσεως εκ μέρους κάποιου από τους συμβαλλομένους και όταν αυτή γίνεται με υπαίτια πράξη ή παράλειψη αυτού ή των προσώπων που χρησιμοποιούνται για την εκπλήρωση των από τη σύμβαση υποχρεώσεων του, δεν συνιστά, αυτή καθ’ εαυτή, αδικοπραξία με την έννοια των άρθρων 914 επ. ΑΚ και δεν γεννά, πέρα από τις αξιώσεις που απορρέουν από τη σύμβαση, και αξίωση αποζημίωσης αυτού κατά τις άνω διατάξεις, εκτός εάν η υπαίτια πράξη ή παράλειψη, με την οποία παραβιάσθηκε η ενοχική σύμβαση, λαμβάνουσα χώρα και χωρίς τη συμβατική σχέση, θα ήταν παράνομη ως αντικείμενη στο υπό του δικαίου και δη υπό των άνω άρθρων επιβαλλόμενο γενικό καθήκον του να μη ζημιώνει κανείς άλλον υπαίτια (ΑΠ 295/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 375 παρ. 1 ΠΚ, «όποιος ιδιοποιείται παρανόμως ξένο (ολικά ή εν μέρει) κινητό πράγμα, που περιήλθε στην κατοχή του με οποιονδήποτε τρόπο, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών και αν το αντικείμενο της υπεξαίρεσης είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους». Από τη διάταξη αυτήν προκύπτει ότι για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της υπεξαίρεσης απαιτούνται τα εξής: α) ξένο κινητό πράγμα (ολικά ή εν μέρει), ως τέτοιο δε, θεωρείται το ευρισκόμενο σε ξένη σε σχέση με τον δράστη κυριότητα, όπως αυτή διαπλάσσεται κατά το αστικό δίκαιο, β) το πράγμα αυτό να περιήλθε με οποιονδήποτε τρόπο στο δράστη και να ήταν κατά τον χρόνο της πράξης στην κατοχή του, γ) ο δράστης να ιδιοποιήθηκε αυτό παράνομα, δηλαδή χωρίς τη συναίνεση του ιδιοκτήτη ή άλλο δικαίωμα που παρέχεται σ’ αυτόν από το νόμο και δ) δολία προαίρεση του δράστη, που καταδηλώνεται με οποιαδήποτε ενέργεια αυτού, που εμφανίζει εξωτερίκευση της θέλησης του για να ενσωματώσει στην περιουσία του το ευρισκόμενο στην κατοχή του ξένο κινητό πράγμα χωρίς νόμιμο δικαιολογητικό λόγο (ΑΠ 186/2008 δημ. στη Νόμος, ΑΠ 816/2006 ΠοινΛογ 2006762, ΑΠ 623/1995 ΠοινΧρον ME’ 943, ΑΠ 1302/95 ΠοινΧρον ΜΣΠ252, ΑΠ 125/1994 ΠοινΧρον ΜΔ’ 336). Όμως, αν οι συμβαλλόμενοι στην πώληση συμφωνήσουν μεταβίβαση της κυριότητας των χρημάτων της προκαταβολής υπό την αναβλητική αίρεση της πώλησης, και αυτή ατονήσει, τότε ο πωλητής που κατέχει το χρηματικό ποσό της προκαταβολής χάνει κάθε προσδοκία να αποκτήσει κυριότητα επ’ αυτού, και έτσι ο υπό αίρεση δικαιούχος πωλητής, αρνούμενος την απόδοση αυτού στον αγοραστή, διαπράττει υπεξαίρεση (βλ. ΑΠ 518/1984 ΠοινΧρ ΑΔ, σελ. 933, ΕφΑΘ 2829/2000 ΕλλΔνη 2001, σελ. 229, ΔιατΕισΕφΑΘ 405/2005 ΠοινΧρ ΝΖ, σελ. 548). Σημειώνεται ότι η εν λόγω αναβλητική αίρεση μπορεί όχι μόνο να συμφωνηθεί ρητώς αλλά ακόμη και να συναχθεί (βλ. Βαθρακοκοίλη, Αστικός Κώδικας, άρ. 201 παρ. 3).

  1. Εν προκειμένω από την επισκόπηση του δικογράφου της αγωγής προκύπτει ότι ο ενάγων προς στοιχειοθέτηση της επικαλούμενης σε βάρος του αδικοπραξίας εκ μέρους της εναγόμενης και την συνακόλουθη πρόκληση περιουσιακής ζημίας και ηθικής βλάβης του, αναφέρει μόνον το γεγονός ότι αυτή ενεργώντας κατά παράβαση των μεταξύ τους συμφωνηθέντων δεν του έχει μεταβιβάσει μέχρι σήμερα το πωληθέν σε αυτόν ακίνητο της, δίχως να εκθέτει και άλλα πραγματικά περιστατικά, που αυτοτελώς θεωρούμενα, δηλαδή εκτός του πλαισίου της μεταξύ των διαδίκων συμφωνίας, να συνιστούν αδικοπραξία εκ μέρους της τελευταίας. Επιπλέον, αυτή η συμπεριφορά της εναγόμενης δεν στοιχειοθετεί και το αδίκημα της υπεξαίρεσης διότι τα χρήματα του τιμήματος της πώλησης που εισέπραξε από τον ενάγοντα δεν αποτελούν ξένο για αυτήν πράγμα, καθόσον της μεταβιβάστηκαν ανεπιφύλακτα από αυτόν κατά κυριότητα, δίχως δηλαδή την αναβλητική αίρεση της πώλησης και μεταβίβασης της κυριότητας του ακινήτου. Τα όσα δε αναφέρονται σχετικά στην αγωγή, τα οποία αυτούσια παραθέτει ο εκκαλών και συγκεκριμένα (σελ. 2 αγωγής) «:έχω καταβάλει στην αντίδικο και έχω εξοφλήσει ολοσχερώς το συμφωνηθέν μεταξύ μας τίμημα για την παραπάνω αγοραπωλησία με την ειδικότερη συμφωνία ότι θα υπογράφαμε το συμβόλαιο της αγοραπωλησίας του παραπάνω ακινήτου του όταν εγώ θα σας (ενν. την εναγόμενη) ειδοποιούσα σχετικά, και ειδικότερα την 16-2-2009 κατέβαλα στην αντίδικο το ποσό των 200.000 ευρώ ως συμφωνηθέν τίμημα για την παραπάνω αγοραπωλησία» αφορούν αποκλειστικά στη συμφωνία των διαδίκων ως προς τον χρόνο κατάρτισης του συμβολαίου πώλησης, που οι συμβαλλόμενοι όρισαν να έπεται της καταβολής του τιμήματος, και δεν έχουν την έννοια ότι η μεταβίβαση της κυριότητας των χρημάτων του τιμήματος τελούσε υπό την αναβλητική αίρεση της πώλησης, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται ο ενάγων και ήδη εκκαλών με τον μοναδικό λόγο της έφεσης του. Εξάλλου, η νομική βασιμότητα της αγωγής κρίνεται από το ίδιο το περιεχόμενο του δικογράφου και όχι από άλλα έγγραφα που προσκομίζονται στη δίκη, όπως εν προκειμένω η από 16-2-2009 υπεύθυνη δήλωση της εναγόμενης, η από 9-3-2011 εξώδικη δήλωση του ενάγοντος και το από …/19-10-2012 πιστοποιητικό της Εισαγγελίας Πλημμελειοδικών Πειραιώς για την άσκηση ποινικής δίωξης σε βάρος της εναγόμενης, όπως ομοίως αβάσιμα ισχυρίζεται ο εκκαλών. Συνεπώς, η αγωγή τυγχάνει μη νόμιμη και ορθώς απορρίφθηκε ως τέτοια από το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, και ο μοναδικός λόγος της έφεσης με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, όπως και η έφεση στο σύνολό της. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του εκκαλούντος λόγω της ήττας του (άρθρ. 176, 183 , 191 παρ. 2 ΚΠολΔ) σύμφωνα με το διατακτικό, ενώ ως προς το παράβολο, που αυτός προκατέβαλε κατά την κατάθεση της έφεσης, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή του στο Δημόσιο Ταμείο (άρθρο 495 παρ. 4 εδ. δ ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ με παρόντες τους διαδίκους την έφεση κατά της με αριθμό 1543/2014 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ αυτήν στην ουσία της.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του κατατεθέντος με το με αριθμό ……./2014 διπλότυπο είσπραξης Γ ΔΟΥ Πειραιά παραβόλου.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον εκκαλούντα στα δικαστικά έξοδα της εφεσιβλήτου, του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας ποσού εξακοσίων (600) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά την  1η Μαρτίου 2018  και δημοσιεύθηκε στις 3 Μαΐου 2018 σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξούσιους αυτών δικηγόρους.

    Η  ΠΡΟΕΔΡΟΣ                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ