Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 131/2018

Αριθμός   131/2018

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή  Σοφία Καλούδη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα   Κ.Δ.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι.Η υπό κρίση έφεση κατά της με αριθμό 4120/2015 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά τη  τακτική διαδικασία, παραδεκτά φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19  του ΚΠολΔ) και έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, με την κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 24-12-2015, δηλαδή  εντός της από το άρθρο 518 παρ.1 του ΚΠολΔ οριζόμενης προθεσμίας από την επίδοση της εκκαλουμένης  απόφασης στις 27-11-2015 (βλ. την σχετική επισημείωση επίδοσης του δικαστικού  επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών, Η. Νικολόπουλου επι του επιδοθέντος αντιγράφου της εκκαλουμένης) (άρθρα 495 παρ.1 και 2, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ. 1 ΚΠολΔ). Επιπλέον, κατατέθηκε  το νόμιμο παράβολο,   συνολικού ποσού 200 ευρώ, κατ΄άρθρο 495 παρ. 4 του ΚΠολΔ (βλ. τα υπ’αριθμ.   ……..  παράβολα ΤΑΧΔΙΚ και  ……….. σειράς Α παράβολα Δημοσίου). Πρέπει, επομένως,  να γίνει τυπικά δεκτή  και να ερευνηθεί  περαιτέρω, κατά την ίδια διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ).  ΙΙ. Με απόφαση του το πτωχευτικό δικαστήριο, μπορεί, κατ’ άρθρο 100 παρ. 1 σε συνδυασμό με το άρθρο 10 παρ. 1 του ΠτΚ. να διατάξει οποιοδήποτε εξασφαλιστικό μέτρο κρίνει αναγκαίο, για να αποτραπεί κάθε επιζήμια για τους πιστωτές μεταβολή της περιουσίας του οφειλέτη ή μείωση της αξίας της και ιδίως α) να απαγορεύσει οποιαδήποτε διάθεση περιουσιακού στοιχείου από τον οφειλέτη ή προς αυτόν β) να ορίσει μεσεγγυούχο και γ) να διατάξει την αναστολή των ατομικών διώξεων των πιστωτών, η οποία ταυτίζεται με την προβλεπόμενη στο άρθρο 25 ν.9588/2007 αναστολή των ατομικών καταδιωκτικών μέτρων κατά του πτωχού. Περαιτέρω κατά τη διάταξη του άρθρου 25 ν.3588/2007 “1. Με επιφύλαξη της διάταξης του άρθρου 26, από την κήρυξη της πτώχευσης αναστέλλονται αυτοδικαίως όλα τα ατομικά καταδιωκτικά μέτρα των πιστωτών κατά του οφειλέτη προς ικανοποίηση ή εκπλήρωση πτωχευτικών απαιτήσεων τους. Ιδίως απαγορεύεται η έναρξη ή συνέχιση της αναγκαστικής εκτέλεσης, η άσκηση αναγνωριστικών ή καταψηφιστικών αγωγών, η συνέχιση των δικών επ’ αυτών, η άσκηση ή εκδίκαση ένδικων μέσων, η έκδοση πράξεων διοικητικής ή φορολογικής φύσεως, ή η εκτέλεση τους σε στοιχεία της πτωχευτικής περιουσίας. 2. Πράξεις κατά παράβαση της κατά την παράγραφο 1 αναστολής είναι απολύτως άκυρες”. Κατ’ ακολουθίαν αυτών θα πρέπει να γίνει δεκτό ότι, η κήρυξη της πτώχευσης αλλά και η ένταξη του οφειλέτου στη διαδικασία συνδιαλλαγής, συνεπάγονται τις ακόλουθες έννομες συνέπειες: Η συζήτηση κάθε είδους ασκηθεισών, αναγνωριστικού ή καταψηφιστικού περιεχομένου, αγωγών των πιστωτών κηρύσσεται απαράδεκτη. Η συνέχιση εκκρεμών δικών επί αγωγών αντίστοιχου χαρακτήρα αναστέλλεται αυτοδικαίως. Η έναρξη διαδικασιών αναγκαστικής εκτέλεσης με την επίδοση επιταγής προς πληρωμή θεωρείται άκυρη. Η διενέργεια πράξεων συντηρητικής η αναγκαστικής εκτέλεσης και η συνέχιση αντίστοιχων διαδικασιών κατά της περιουσίας του πτωχού ή του τεθέντος στη διαδικασία της συνδιαλλαγής οφειλέτη ,ακόμη κι αν έχει εκδοθεί αμετάκλητη δικαστική απόφαση, αναστέλλονται. Η άσκηση και η εκδίκαση, ενδίκων μέσων εκ μέρους των πιστωτών επί εγερθεισών αξιώσεών τους απαγορεύεται. Γίνεται όμως δεκτό ότι η κατά τα άνω αναστολή των ατομικών διώξεων των πιστωτών κατά του πτωχεύσαντος ή του τεθέντος στη διαδικασία της συνδιαλλαγής οφειλέτου δεν εμποδίζει την έκδοση διαταγής πληρωμής, ούτε την άσκηση διαπλαστικών δικαιωμάτων (καταγγελία, υπαναχώρηση επίσχεση) ούτε τέλος τη διεξαγωγή δικών επί υποθέσεων εκδικαζομένων κατά τη διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας.(ΑΠ 294/2017).             ΙΙΙ. Με την από 17-2-2012  και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …../2012 ανακοπή της  η εκκαλούσα  ζητεί, για τους ειδικότερα αναφερόμενους λόγους, να ακυρωθεί η με αριθμό ……./2012 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς ,που εκδόθηκε σε βάρος αυτής ως πρωτοφειλέτιδος και των συνοφειλετών της ……… και ……….  ως εγγυητών, καθώς και η κάτωθεν του αντιγράφου του πρώτου εκτελεστού απογράφου της  από 10-2-2012 επιταγή προς πληρωμή για το ποσό των 348.492,41 ευρώ, για απαίτηση απορρέουσα από την μεταξύ αυτής και της καθής η ανακοπή τράπεζας καταρτισθείσα δανειακή σύμβαση. Επι της ανωτέρω ανακοπής  το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο  εξέδωσε  την εκκαλουμένη απόφαση του, με την οποία απέρριψε τους λόγους της ανακοπής ,που αφορούν  στην εκκαλούσα ως μη νόμιμους. Κατά της απόφασης αυτής   παραπονείται  η ως άνω ανακόπτουσα με την ένδικη έφεση της  επικαλούμενη  εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, και ζητεί  να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη, με σκοπό   να γίνει δεκτή  η ανακοπή της.

ΙV. Με τον πρώτο λόγο της ανακοπής της, που παραδεκτά επαναφέρεται με τον μοναδικό λόγο έφεσης, η ανακόπτουσα, διατείνεται ότι η προσβαλλόμενη με αυτήν διαταγή πληρωμής τυγχάνει άκυρη, επειδή εκδόθηκε, αφού είχε εκδοθεί η με αριθμό 5073/2011 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την οποία έγινε δεκτή  αίτηση της και διατάχθηκε το άνοιγμα της διαδικασίας συνδιαλλαγής, διορίστηκε δε προς τούτο μεσολαβητής, ενώ διατάχθηκε και η αναστολή των σε βάρος της καταδιωκτικών μέτρων μέχρι την έκδοση απόφασης του Δικαστηρίου που θα επικυρώνει ή μη τη συμφωνία μεταξύ αυτής και των πιστωτών της κατ’άρθρο 103 παρ.4 του ιδίου Κώδικα ή σε περίπτωση μη επίτευξης συμφωνίας, μέχρι την έκδοση απόφασης από το Δικαστήριο, που θα κήρυσσε τη λύση της διαδικασίας συνδιαλλαγής κατ’άρθρο 101 παρ.3 ΠτΚ.   Αυτός, όμως,  τυγχάνει μη νόμιμος και απορριπτέος, διότι, όπως προεκτέθηκε και στην αρχή της απόφασης αυτής, η αναστολή των ατομικών διώξεων των πιστωτών κατά του πτωχεύσαντος ή του τεθέντος στη διαδικασία της συνδιαλλαγής οφειλέτου δεν εμποδίζει την έκδοση διαταγής πληρωμής,  η οποία δεν συνιστά επιθετική πράξη, όπως  η έγερση της αγωγής,  αλλά απλά αποσκοπεί στην κτήση εκτελεστού τίτλου, ενώ η επίδοση αυτής, που μπορεί υπό προϋποθέσεις να οδηγήσει στη δημιουργία δεδικασμένου (633 παρ. 2 ΚΠολΔ), που προσιδιάζει σε δικαστική απόφαση, που εκδίδεται μετά από άσκηση αγωγής, αφορά στα αποτελέσματα από την έκδοση της και όχι σε αυτή καθεαυτή την έκδοση της, και πρέπει να βάλλεται συγκεκριμένα. Ας σημειωθεί, εξάλλου, ότι η εφεσίβλητη με εξώδικη δήλωση της, που επιδόθηκε νόμιμα στη  εκκαλούσα παραιτήθηκε από την από 10-2-2011 επιταγή προς πληρωμή, που της είχε κοινοποιήσει  στις 5-3-2012, το δε πρωτοβάθμιο Δικαστήριο  μετά την ως άνω παραίτηση έκρινε ότι η ασκηθείσα ανακοπή κατά το μέρος που στρέφεται κατά αυτής έχει καταστεί άνευ αντικειμένου, της εκκαλούσας μη προβάλλουσας  με τη ένδικη έφεση της ειδικό παράπονο ως προς αυτό. Επομένως, και το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που με την εκκαλουμένη απόφασή του, έκρινε κατά τον ίδιο τρόπο και απέρριψε τον λόγο της ανακοπής, ορθώς ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο, όσα δε αντίθετα ισχυρίζεται η εκκαλούσα  με την έφεσή της  κρίνονται απορριπτέα, όπως και η έφεση, που για το λόγο αυτό πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη κατ΄ ουσίαν. Τέλος,  τα δικαστικά έξοδα της εφεσιβλήτου του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθούν σε βάρος της εκκαλούσας, λόγω της ήττας της (άρθρα 178,183 και 191 παρ.2 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό,  ενώ για το  παράβολο, ποσού 200,00 ευρώ, που η εκκαλούσα προκατέβαλε κατά την κατάθεση της εφέσεως της, πρέπει να διαταχθεί η  εισαγωγή του στο Δημόσιο Ταμείο (άρθρο 495 παρ. 4 εδ. δ ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ την έφεση  με παρόντες τους διαδίκους.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά την έφεση και ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ  αυτή κατ’ουσίαν.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο των παραβόλων με αριθμούς  …….. ΤΑΧΔΙΚ και ……………………. Δημοσίου, συνολικού ποσού διακοσίων (200) ευρώ.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας  σε βάρος της εκκαλούσας, και τα ορίζει στο ποσό των τετρακοσίων (400) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 21 Φεβρουαρίου 2018, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η  ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                          Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ