Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 104/2018

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός:     104    /2018

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Ναυτικό Τμήμα

Αποτελούμενο από το Δικαστή Αναστάσιο Αναστασίου, Εφέτη, ο οποίος ορίσθηκε από το Διευθύνοντα το Εφετείο Πειραιώς και από τη Γραμματέα Γ.Λ..

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 524 §§ 1 και 2 και 528 ΚΠολΔ, όπως αντιστοίχως τροποποιήθηκαν από τις διατάξεις των §§ 1 και 2 του άρθρου 44 του Ν. 3994/2010 «Εξορθολογισμός και βελτίωση στην απονομή της πολιτικής δικαιοσύνης και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α 165/25.7.2011), ισχύουν δε και μετά το Ν. 4335/2015 «Επείγοντα μέτρα εφαρμογής του Ν. 4334/2015» (ΦΕΚ Α 87/23.7.2015) και εφαρμόζονται στην κρινόμενη έφεση, που ασκήθηκε μετά την 1η.1.2016, προκύπτει ότι η προφορική συζήτηση ενώπιον του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου είναι υποχρεωτική μόνον όταν η έφεση κατά της πρωτόδικης απόφασης ασκήθηκε από το διάδικο που στον πρώτο βαθμό δικάστηκε ερήμην, οπότε με την τυπική παραδοχή της εφέσεως εξαφανίζεται η εκκαλούμενη απόφαση, μέσα στα όρια του μεταβιβαστικού αποτελέσματος, χωρίς να απαιτείται η προηγούμενη ευδοκίμηση κάποιου λόγου εφέσεως (ΑΠ 2150/2014, πρώτη δημοσίευση σε Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών [ΤΝΠ] ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 280/2012, ΝοΒ 2013/132, ΤριμΕφΠειρ. 195/2016, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) και αναδικάζεται η υπόθεση από το εφετείο, η ενώπιον του οποίου συζήτηση γίνεται πλέον προφορικώς. Στην περίπτωση αυτή, εφόσον είναι υποχρεωτική η προφορική συζήτηση, δεν έχει εφαρμογή η διάταξη του άρθρου 242 § 2 ΚΠολΔ και δεν είναι επιτρεπτή η παράσταση κατά τη συζήτηση της εφέσεως με κοινή δήλωση των διαδίκων, που υπογράφεται από τους πληρεξουσίους δικηγόρους τους ή με μονομερή δήλωση αυτών ότι δεν θα παραστούν κατά την εκφώνηση (ΑΠ 476/2017, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 11/2016, Ε7 2016/855, ΑΠ 1040/2013, ΧρΙΔ 2014/128). Η ως άνω απαγόρευση της παραστάσεως με δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου του ισχύει όχι μόνο για το διάδικο που δικάστηκε στον πρώτο βαθμό ερήμην αλλά και για τον αντίδικό του, ο οποίος είχε παραστεί κανονικά, αφού διαφορετικά δε νοείται προφορική συζήτηση (ΑΠ 93/2013, ΑΠ 652/2011, ΑΠ 251/2009, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Τούτο άλλωστε επιβάλλεται από την αρχή της δίκαιης δίκης, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 6 της ΕΣΔΑ και για την ισότητα των όπλων (ΑΠ 1858/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 280/2012, ο.π., ΑΠ 1368/2008, Δνη 2011/454, ΑΠ 866/2008, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Η υποβολή τέτοιας δήλωσης από πληρεξούσιο δικηγόρο διαδίκου, που έχει μεν καταθέσει προτάσεις, δεν παρίσταται όμως στο ακροατήριο κατά την εκφώνηση της υποθέσεως, για την οποία είναι υποχρεωτική η προφορική συζήτηση, συνιστά μη προσήκουσα παράσταση, συνεπαγόμενη την ερημοδικία του διαδίκου (ΤριμΕφΠειρ. 27/2016, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠατρ. 295/2011, ΑχΝομ 2012/464, ΕφΑθ. 3173/2009, Δνη 2009/1520, ΕφΑθ. 3287/2008, Δνη 2008/1514, ΕφΑθ. 2195/2006, Δνη 2006/1516, Ε. Μπαλογιάννη, σε Χ. Απαλαγάκη, Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, Ερμηνεία κατ’ άρθρο, 2016, άρθρο 524, αρ. 4, σελ. 1317). Ως εκ τούτου, οι προτάσεις του και οι περιεχόμενοι σ’ αυτές ισχυρισμοί του, όπως και τα επικαλούμενα και προσκομιζόμενα αποδεικτικά μέσα δεν λαμβάνονται υπόψη, ιδρυομένων σε αντίθετη περίπτωση αναιρετικών λόγων από τις διατάξεις των αρ. 11 περ. β και 8 περ. α του άρθρου 559 ΚΠολΔ (ΑΠ 2150/2014, ο.π., ΑΠ 93/2013, ο.π.). Τα ανωτέρω ισχύουν και στις ειδικές διαδικασίες κατ’ άρθρο 591 § 1 εδαφ. α του ιδίου Κώδικα (ΤριμΕφΑθ. 2646/2011, ΕφΑΔ 2011/1066, ΕφΘεσ. 603/2009, ΕφΑΔ 2009/834, ΕφΑθ. 5584/2008, Δνη 2010/523, ΕφΑθ. 1350/2007, ΝοΒ 2007/1120, ΕφΑθ. 5838/2005, Δνη 2006/904, ΜονΕφΠειρ. 402/2015, ΜονΕφΠειρ. 792/2014, αμφότερες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Β. Βαθρακοκοίλης, Η Έφεση, 2015, αρ. 1784, σελ. 445). Εάν ο μη προσηκόντως παριστάμενος και γι’ αυτό ερήμην δικαζόμενος διάδικος είναι ο εκκαλών, τότε η έφεσή του απορρίπτεται, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρων 524 § 3 ΚΠολΔ (ΑΠ 11/2016, Ε7 2016/855, ΤριμΕφΠειρ. 123/2016, ΤριμΕφΠειρ. 325/2015, αμφότερες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), ενώ αν είναι ο εφεσίβλητος η διαδικασία προχωρεί σαν να ήταν και αυτός παρών, σύμφωνα τη διάταξη του άρθρου 524 § 4 εδαφ. α του ιδίου Κώδικα (ΤριμΕφΔωδ. 39/2015, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Από την τελευταία αυτή διάταξη συνάγεται ότι η ερημοδικία του εφεσιβλήτου δε σημαίνει ομολογία του βασίμου των προβαλλομένων λόγων έφεσης, καθώς δεν ισχύει σχετικό τεκμήριο  και το δευτεροβάθμιο δικαστήριο καλείται να κρίνει την ορθότητα της εκκαλουμένης αποφάσεως λαμβάνοντας υπόψη τους ισχυρισμούς αμφοτέρων των αντιδίκων και με βάση το υλικό που νόμιμα προσκομίστηκε στον πρώτο βαθμό, άνευ των οποίων στερείται τη δυνατότητα ορθής διαγνώσεως επί της διαφοράς (ΤριμΕφΠειρ. 170/2016, ΤριμΕφΠειρ. 368/2014, αμφότερες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΤριμΕφΛαρ. 139/2012, Δικογραφία 2012/319, ΜονΕφΠειρ. 65/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Ν. Νίκας, Πολιτική Δικονομία, ΙΙΙ, Ένδικα Μέσα, 2007, § 114, αρ. 23, σελ. 232, Κ. Παναγόπουλος, σε Κ. Οικονόμου, Η έφεση – άρθρο 524, αρ. 36, σελ. 232, Α. Μήτσου, σε Π. Κολοτούρου, Ένδικα Μέσα και Βοηθήματα κατά τον ΚΠολΔ, 2013, [2], αρ. 365, σελ. 178, ως προς δε την εφαρμογή των ανάλογων διατάξεων των άρθρων 531 § 2 και 279 § 3 ΚΠολΔ, όπως ίσχυαν πριν από την κατάργησή τους από τα άρθρα 16 § 5 και 13 § 2 του Ν. 2915/2001 αντιστοίχως και την επαναφορά των ρυθμίσεων που θέσπιζαν με το άρθρο 44 § 1 του Ν. 3994/2011 βλ. ΑΠ 122/2003, Δνη 2003/1326, ΑΠ 862/2000, Δνη 2001/158, ΕφΔωδ. 161/2006, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ. 242/2001, Δνη 2002/818, ΕφΠειρ. 39/2000, ΠειρΝ 2000/174). Για το λόγο αυτό στη διάταξη του εδαφ. γ της § 4 του ιδίου άρθρου 524 ΚΠολΔ, όπως ισχύει, ορίζεται ότι «ο παριστάμενος διάδικος υποχρεούται μέσα σε πέντε ημέρες από τη συζήτηση να προσκομίσει αντίγραφα του εισαγωγικού δικογράφου και των προτάσεων του αντιδίκου του που κατατέθηκαν στην πρωτοβάθμια δίκη, καθώς και τα πρακτικά και τις εκθέσεις που λήφθηκαν κατ’ αυτήν. Διαφορετικά κηρύσσεται απαράδεκτη η συζήτηση». Η αυτεπάγγελτη κήρυξη αυτού του προσωρινού απαραδέκτου επιβάλλεται από το νόμο προεχόντως προς κατοχύρωση των θεμελιωδών δικονομικών δικαιωμάτων της ακροάσεως και της υπερασπίσεως (άρθρο 110 § 2 ΚΠολΔ) και από την παράλειψή της ιδρύεται λόγος αναιρέσεως από το άρθρο 559 αρ. 14 ΚΠολΔ (ΟλΑΠ 12/2000, Δνη 2000/949 = ΕΕΝ 2000/360 = ΝοΒ 2000/1249). Η υποχρέωση αυτή του παρισταμένου εκκαλούντος ισχύει είτε ο αντίδικός του εφεσίβλητος δεν εμφανίζεται ούτε εκπροσωπείται στην έκκλητη δίκη είτε η συμμετοχή του σ’ αυτήν δεν είναι προσήκουσα, επειδή λ.χ. δεν υπέβαλε προτάσεις ή η υποβολή τους υπήρξε εκπρόθεσμη ή επειδή δεν συμμετείχε στην υποχρεωτική προφορική συζήτηση της υπόθεσης και δεν αναιρείται ακόμα και αν, όπως συμβαίνει στην τελευταία περίπτωση, ο πληρεξούσιος δικηγόρος του απολιπομένου αντιδίκου του έχει καταθέσει προτάσεις, στις οποίες επισύναψε τα ανωτέρω αναγκαία για την ουσιαστική έρευνα της διαφοράς δικόγραφα, αφού αυτά, όπως προαναφέρθηκε, δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη κάθε περίπτωση, πολύ δε περισσότερο αν ο παριστάμενος εκκαλών δεν τα επικαλεστεί ο ίδιος (ΤριμΕφΠειρ. 371/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Και υπό την εκδοχή ότι το δευτεροβάθμιο δικαστήριο οφείλει θάλποντας την αρχή της οικονομίας της δίκης να λάβει υπόψη τις προτάσεις του απόντος κατά την εκφώνηση της υποθέσεως εφεσιβλήτου, αν έχουν προκατατεθεί, επειδή ανήκουν στο υλικό της δικογραφίας και μπορούν να ερευνηθούν, δεδομένου ότι ο απολιπόμενος διάδικος θεωρείται ωσεί παρών και η απουσία του εκλαμβάνεται ως παρουσία (περί της οποίας βλ. ΕφΘεσ. 1190/2009, Αρμ. 2010/1388, Ν. Νίκα, ο.π., σελ. 233, Β. Βαθρακοκοίλη, ΚΠολΔ, Ερμηνευτική – Νομολογιακή Ανάλυση κατ’ άρθρο, συμπληρωματικός τόμος, 2001, άρθρο 270, αρ. 9, σελ. 310, Κ. Μακρίδου, σε Κ. Κεραμέως/Δ. Κονδύλη/Ν. Νίκα, Συμπλήρωμα στην ΕρμΚΠολΔ, 2003, άρθρο 270, αρ. 6, σελ. 46, Μ. Μαργαρίτη, Ερμηνεία Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, τόμος Ι, 2012, άρθρο 524, αρ. 38, σελ. 940, Δ. Δημητρίου, Η πρωτοβάθμια διαδικασία στα πολιτικά δικαστήρια μετά το ν. 2915/2001, σε ΧρΙΔ 2001/778 επομ. [782], contra Χ. Απαλαγάκη, σε Π. Γέσιου – Φάλτση/Χ. Απαλαγάκη/Π. Αρβανιτάκη, Η νέα διαδικασία του ΚΠολΔ στον πρώτο και δεύτερο βαθμό μετά τους ν. 2915/2001 και 3043/2002,2004, 2004, § 2, αρ. 20 – 21, σελ. 51 επομ.), τούτο μπορεί να συμβεί μόνον εάν ο πληρεξούσιος δικηγόρος που υπογράφει τις προτάσεις αυτές αποδεικνύει την πληρεξουσιότητά του με την επισύναψη σ’ αυτές συμβολαιογραφικού πληρεξουσιοδοτικού εγγράφου, σύμφωνα με το άρθρο 104 ΚΠολΔ (Δ. Κονδύλης, σε Κ. Κεραμέως/Δ. Κονδύλη/Ν. Νίκα, Συμπλήρωμα στην ΕρμΚΠολΔ, 2003, εισαγ., σελ. 4 – 5, Ν. Νίκας, Πολιτική Δικονομία, Ι, 2003, § 70, αρ. 4).

Στην προκειμένη περίπτωση, από τα διαδικαστικά έγγραφα της υπόθεσης προκύπτουν τα ακόλουθα: Επί της από 30.7.2015 αγωγής (αριθμός εκθέσεως καταθέσεως ……/3.8.2015) του εφεσιβλήτου, που στράφηκε εναντίον των εκκαλούντων, καθώς και έτερης – μη πλέον διαδίκου – αλλοδαπής εταιρίας και εκδικάστηκε κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών των άρθρων 82 ΚΙΝΔ και 663 επομ. ΚΠολΔ, ερήμην απάντων των τότε εναγομένων, οι οποίοι θεωρήθηκαν σαν να είναι παρόντες, εκδόθηκε η με αριθμό 97/2017 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την οποία η αγωγή έγινε εν μέρει δεκτή και ως προς τους εκκαλούντες. Κατά της αποφάσεως αυτής οι τελευταίοι, που ηττήθηκαν πρωτοδίκως, άσκησαν την υπό κρίση από 16.2.2017 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ενδίκου μέσου του Πρωτοδικείου Πειραιώς …./16.2.2017 και αριθμό εκθέσεως προσδιορισμού δικογράφου του Εφετείου Πειραιώς …../5.10.2017 έφεση, η συζήτηση της οποίας ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ορίστηκε για την αναφερόμενη στην αρχή της απόφασης δικάσιμο. Κατά την εκφώνηση της υποθέσεως στη δικάσιμο αυτή, από τη σειρά του οικείου πινακίου, οι εκκαλούντες εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο, που κατέθεσε προτάσεις, ενώ ο πληρεξούσιος δικηγόρος του εφεσίβλητου ……. (Α.Μ. Δ.Σ.Π. …….) την παραμονή της δικασίμου (10.1.2018) προκατέθεσε προτάσεις και με την από ομοίως 10.1.2018 έγγραφη δήλωσή του δήλωσε κατά το άρθρο 242 § 2 ΚΠολΔ ότι συμφωνεί να συζητηθεί η υπόθεση χωρίς να παραστεί κατά την εκφώνησή της. Η δια δηλώσεως του πληρεξουσίου του δικηγόρου, όμως, παράσταση αυτή του εφεσίβλητου δεν είναι νόμιμη, σύμφωνα με τα εκτεθέντα στη νομική σκέψη της παρούσας, γιατί η συζήτηση της υπόθεσης ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου έπρεπε υποχρεωτικά, μιας και οι εκ των εναγομένων – εκκαλούντες δικάσθηκαν ερήμην στον πρώτο βαθμό, να διεξαχθεί προφορικά, αφού η εκκαλουμένη απόφαση, η οποία πλήττεται για εσφαλμένη εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού, θα εξαφανισθεί άνευ άλλου τινός μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση, με αποτέλεσμα να μην επιτρέπεται η παράσταση των διαδίκων με δήλωση κατά το άρθρο 242 § 2 ΚΠολΔ. Συνεπώς, ο εφεσίβλητος, εφόσον δεν μετείχε κανονικά στη συζήτηση της έφεσης, πρέπει να δικαστεί ερήμην. Η δικονομική αυτή εξέλιξη, που έχει ως συνέπεια να μη δύνανται να ληφθούν υπόψη οι προκατατεθείσες προτάσεις του και οι περιεχόμενοι σ’ αυτές ισχυρισμοί του ούτε τα επικαλούμενα και προσκομιζόμενα αποδεικτικά έγγραφα, ενεργοποίησε ταυτόχρονα το δικονομικό βάρος των εκκαλούντων να προσκομίσουν επικυρωμένο αντίγραφο των προτάσεων που είχε καταθέσει ο αντίδικός τους στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, καθώς και τα πρακτικά της συνεδρίασης του Δικαστηρίου εκείνου, που τηρήθηκαν επί της εν λόγω υποθέσεως, στο οποίο, όμως, δεν ανταποκρίθηκαν, αφού παρέλειψαν την προσκομιδή τους εντός της τασσόμενης από το νόμο προθεσμίας. Επομένως, σύμφωνα με τις προεκτεθείσες σκέψεις, πρέπει να κηρυχθεί απαράδεκτη η συζήτηση της ένδικης εφέσεως. Το δικονομικό αυτό αποτέλεσμα δεν μεταβάλλεται από το γεγονός ότι τα δικόγραφα αυτά περιλαμβάνονται μεταξύ εκείνων που ο, σε κάθε περίπτωση μη αποδεικνύων την πληρεξουσιότητά του, δικηγόρος του εφεσιβλήτου επισύναψε στις προκατατεθείσες προτάσεις του, αφού ούτε αυτές ούτε εκείνα μπορούν να ληφθούν υπόψη, δεδομένου ότι επίκλησή τους δεν έγινε από κανέναν διάδικο στο ακροατήριο κατά την υποχρεωτικώς προφορική συζήτηση της εφέσεως. Τέλος, ενόψει του ότι η παρούσα απόφαση δεν είναι οριστική (ΑΠ 300/2010, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΘεσ. 337/2010, ΕΠολΔ 2010/851) και δεν υπόκειται σε ανακοπή ερημοδικίας (ΑΠ 1782/2002, ΧρΙΔ 2003/243, ΤριμΕφΠειρ. 111/2016, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) δεν  απαιτείται να ορισθεί σχετικό παράβολο.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση της από 16.2.2017 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως …./16.2.2017 έφεσης.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 8 Φεβρουαρίου 2018, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και του πληρεξουσίου δικηγόρου της εκκαλούσας.

 

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                               Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ