Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 163/2018

Αριθμός  163/2018

ΤΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΝΑΥΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Δήμητρα Τσουτσάνη, Πρόεδρο Εφετών,  Αθανάσιο Θεοφάνη, Εφέτη και Χαρίκλεια Σαραμαντή, Εφέτη-Εισηγήτρια και από τη Γραμματέα Δ.Π

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 Η από 19-7-2017 κρινόμενη έφεση  με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……../19-7-2017 κατά της με αριθμό 2147/2016  οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία και με την οποία απορρίφθηκε η αγωγή της εκκαλούσας, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα  (άρθρα 495επ., 511, 513 παρ.1 εδ.β, 516 παρ.1, 517, 518 παρ. 2 ΚΠολΔ), καθόσον από κανένα στοιχείο δεν προκύπτει εκπρόθεσμη άσκησή της ή άλλος λόγος απαραδέκτου αυτής, ούτε η εφεσίβλητη ισχυρίζεται το αντίθετο, ενώ δεν έχει παρέλθει η διετία από τη δημοσίευση της εκκαλουμένης απόφασης, κατά την 28-3-2017. Επομένως και δεδομένου ότι αρμόδια φέρεται προς εκδίκαση ενώπιον του παρόντος Εφετείου  (άρθρο 19 ΚΠολΔ), λαμβανομένου υπόψη ότι η εναγόμενη εταιρία δεν ενάγεται για ενέργεια που  αφορά την άσκηση από μέρους της διοίκησης και διαχείρισης του λιμένα Πειραιώς,  έχει δε κατατεθεί το προβλεπόμενο από το άρθρο 495 παρ.3 ΚΠολΔ παράβολο για την άσκησή της, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να  ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της, μέσα στα όρια που καθορίζονται με αυτούς (άρθρο 522 και 533  ΚΠολΔ).

Η εκκαλούσα « ……….» με την από 28-6-2016 και αριθμ. έκθ. κατάθ. …./2016 αγωγή της  ισχυρίστηκε ότι η εναγόμενη ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία «Οργανισμός Λιμένος Πειραιώς»,  προέβη, σύμφωνα με το ν. 2881/2001 και με την ιδιότητα της εντολοδόχου της εταιρίας «……..», στην εκποίηση του ε/γ-ο/γ  πλοίου «Μ» που ανήκε στην  εναγομένη συμψήφισε το σύνολο του επιτευχθέντος πλειστηριάσματος με απαιτήσεις της σε βάρος της πλοιοκτήτριας εταιρίας, ενώ όφειλε, μετά την αφαίρεση των δαπανών της, να παρακαταθέσει το απομένον ποσό στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων. Με βάση το ιστορικό αυτό ζήτησε να υποχρεωθεί η εναγόμενη να συστήσει υπέρ της άνω  ναυτικής εταιρίας, γραμμάτιο παρακατάθεσης στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, ποσού 1.031.575,65 ευρώ, με τον όρο να αποδοθεί αυτό με εντολή ενός εκ των υπαλλήλων του πλειστηριασμού που είχαν οριστεί από τους κατασχόντες το πλοίο δανειστές και να το παραδώσει στον υπάλληλο πλειστηριασμού προκειμένου να το διανείμει με βάση τις διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.  Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλούμενη απόφασή του απέρριψε την  αγωγή λόγω αοριστίας κρίνοντας ότι είναι πλαγιαστική και ελλείπουν από το δικόγραφό της τα απαιτούμενα για το ορισμένο αυτής  στοιχεία και συγκεκριμένα  η αναφορά του εννόμου συμφέροντος της πλαγιαστικά ενάγουσας καθώς και της αδράνειας της δικαιούχου εταιρίας.

Η ενάγουσα  παραπονείται κατά της εκκαλουμένης  με την κρινόμενη  έφεσή της και το  λόγο αυτής που ανάγεται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου που οδήγησε το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο στο εσφαλμένο συμπέρασμα περί του είδους της αγωγής της, επιδιώκει δε την εξαφάνισή της  προς το σκοπό να γίνει  αυτή δεκτή.

Με την διάταξη του άρθρου 72 ΚΠολΔ η οποία ορίζει ότι  «Οι δανειστές έχουν δικαίωμα να ζητήσουν δικαστική προστασία, ασκώντας τα δικαιώματα του οφειλέτη τους, εφόσον εκείνος δεν τα ασκεί, εκτός αν συνδέονται στενά με το πρόσωπό του», ρυθμίζεται αυτοτελώς η πλαγιαστική αγωγή, κύριο χαρακτηριστικό γνώρισμα της οποίας είναι ότι  διασφαλίζεται με αυτήν εμμέσως η απαίτηση του ασκούντος την εν λόγω αγωγή  δανειστή με την προάσπιση της περιουσίας του οφειλέτη, ο οποίος αδρανεί (ΑΠ 369/2011 δημοσ στη ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω από την ίδια ως άνω  διάταξη  συνάγεται, ότι προϋπόθεση για την άσκηση πλαγιαστικής αγωγής, είναι ο ενάγων να είναι δανειστής του φορέα (οφειλέτη) του ασκούμενου υπέρ αυτού δικαιώματος, να έχει δηλαδή συγκεκριμένη απαίτηση κατ’ αυτού, ο δε τελευταίος (οφειλέτης) να έχει κατά του τρίτου (εναγόμενου με την πλαγιαστική αγωγή) κάποιο δικαίωμα, το δικαίωμα να έχει περιουσιακή αξία και να μην είναι προσωποπαγές και, τέλος, η αδράνεια του οφειλέτη, συνιστάμενη στην παράλειψη (αμέλεια και αδιαφορία) αυτού να προβεί στην καταδίωξη του δικού του οφειλέτη, η οποία και δικαιολογεί το έννομο συμφέρον του ενάγοντος δανειστή προς άσκηση της αγωγής του οφειλέτη του κατά του τρίτου. Η ύπαρξη των παραπάνω προϋποθέσεων εξετάζεται από το δικαστήριο και αυτεπαγγέλτως, σε κάθε στάση της δίκης (άρθρο 73 ΚΠολΔ). (ΑΠ 106/2014,  798/2012 δημοσ στη ΝΟΜΟΣ, ΕΠ 664/2015, 100/2014, 76/2014 δημοσ  στη ΝΟΜΟΣ).

Στην προκειμένη περίπτωση η ενάγουσα τραπεζική εταιρία είχε χορηγήσει στην πλοιοκτήτρια εταιρία «………» (ναυτιλιακά) δάνεια και για την εξασφάλιση των  απαιτήσεών της από τις οικείες (δανειακές) συμβάσεις  ενέγραψε στο πλοίο της οφειλέτριάς της πρώτη, δεύτερη και τρίτη προτιμώμενη υποθήκη. Η εναγόμενη εταιρία προέβη, με την ιδιότητα της εντολοδόχου της άνω πλοιοκτήτριας εταιρίας, στη εκποίηση του πλοίου της τελευταίας, ε/γ-ο/γ «Μ», σύμφωνα με την προβλεπόμενη στο ν. 2881/2001 διαδικασία απομάκρυνσης επικίνδυνου για την ναυσιπλοΐα πλοίου που βρίσκεται στη θαλάσσια περιοχή της αρμοδιότητάς της. Από το επιτευχθέν τίμημα πώλησης του πλοίου  η εναγομένη μετά την αφαίρεση των δαπανών εκποίησης πλέον ποσοστού 10%, παρακράτησε όλο το υπόλοιπο ποσό συμψηφίζοντας αυτό με αξιώσεις της σε βάρος της πλοιοκτήτριας εταιρίας, η οποία εξακολουθεί, μέχρι την καταχώριση της περίληψης της κατακυρωτικής έκθεσης στο αρμόδιο νηολόγιο, να έχει την ιδιότητα του κυρίου του πλοίου και να είναι δικαιούχος του επιτευχθέντος τιμήματος από την εκποίηση του πλοίου, αφού η εναγόμενη εταιρία ενεργεί καθ όλη την διαδικασία εκποίησης ως εντολοδόχος της. Η ενάγουσα  θεωρώντας ότι η εναγομένη δεν είχε δικαίωμα να παρακρατήσει το σύνολο του πλειστηριάσματος, ασκεί την κρινόμενη αγωγή επιδιώκοντας την παρακατάθεση του πλειστηριάσματος, ασκώντας δικαίωμα που ανήκει στην οφειλέτριά της εταιρία, αφού αυτό στηρίζεται στη σχέση εντολής που συνδέει  την τελευταία και με βάση το ν. 2881/2001, με την εναγομένη, χωρίς να εκθέτει στο ένδικο δικόγραφο την αναγκαία για την νομιμοποίησή της προς άσκηση της κρινόμενης αγωγής, σύμφωνα με την αμέσως προηγουμένως μνημονευόμενη σκέψη,  αδράνεια της πλοιοκτήτριας, ως προς την προάσπιση της περιουσίας της και ειδικότερα, ως προς την άσκηση του δικαιώματός της να ζητήσει την παρακατάθεση του πλειστηριάσματος, το οποίο, έως το χρόνο καταβολής του στους δανειστές, ανήκει στην περιουσία της, υπό τον περιορισμό ότι στερείται της εξουσίας διαθέσεώς του, σύμφωνα με το άρθρο 1004 ΚΠολΔ που ισχύει και στην προκειμένη διαδικασία εκποίησης.   Εξάλλου νομιμοποιούνται σε άσκηση αγωγής για την καταβολή του ποσού για το οποίο τυχόν κατετάγησαν, οι αναγγελθέντες δανειστές.

Στην προκειμένη περίπτωση η κρινόμενη αγωγή σύμφωνα με όσα εκτίθενται παραπάνω δεν εισάγει προς κρίση δικαίωμα της ίδιας της ενάγουσας η οποία δεν έχει αναγγελθεί στην εκποίηση του πλοίου, αλλά συνιστά πλαγιαστική άσκηση του δικαιώματος της δικαιούχου του πλειστηριάσματος  και οφειλέτριας της, σε βάρος της εναγομένης να ζητήσει την παρακατάθεση αυτού. Και ουσιώδης προϋπόθεση προς τούτο, όπως ήδη εκτέθηκε, είναι η αναφορά της αδράνειας της οφειλέτριας περί της οποίας ουδέν διαλαμβάνει στην αγωγή της η ενάγουσα, η οποία κατά συνέπεια είναι αόριστη και συνακόλουθα απορριπτέα όπως ορθά το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έκρινε ερμηνεύοντας και εφαρμόζοντας ορθά το νόμο, με αιτιολογία η οποία συμπληρώνεται από την παρούσα και όσα αντίθετα υποστηρίζει με την έφεσή της η εκκαλούσα – ενάγουσα είναι απορριπτέα ως ουσιαστικά αβάσιμα.

Ενόψει αυτών και μη υπάρχοντος άλλου λόγου προς έρευνα θα πρέπει η κρινόμενη έφεση να απορριφθεί ως αβάσιμη κατ’ ουσίαν, τα δικαστικά έξοδα της εναγομένης  και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, κατόπιν σχετικού αιτήματός της,  να επιβληθούν, σε βάρος της ενάγουσας, όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό και τέλος  να διαταχθεί η εισαγωγή του παραβόλου που κατέθεσε η εκκαλούσα για την άσκησή της στο δημόσιο ταμείο (άρθρα 191, 183 και 495 παρ.3 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει  την από 19-7-2017 κρινόμενη έφεση  με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……./19-7-2017 κατά της με αριθμό 2147/2016  οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία .

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ ουσίαν την έφεση.

Καταδικάζει την ενάγουσα στα  δικαστικά έξοδα της εναγόμενης για αμφότερους τους βαθμούς δικαιοδοσίας και τα ορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ.

Διατάσσει την εισαγωγή του ηλεκτρονικού παραβόλου με αριθμό ………… στο δημόσιο ταμείο.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά την 15η Φεβρουαρίου 2018  και δημοσιεύθηκε στις  2 Μαρτίου  2018 σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξούσιους αυτών δικηγόρους.

    Η  ΠΡΟΕΔΡΟΣ                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ