Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 121/2018

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 121/2018

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΑΠΟΤΕΛΟΥΜΕΝΟ από τους Δικαστές Αμαλία Μήλιου, Πρόεδρο Εφετών, Αικατερίνη Κοκόλη και Ελένη Σκριβάνου-Εισηγήτρια, Εφέτες, και από τη  Γραμματέα Γ.Λ.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η κρινόμενη έφεση της εκκαλούσας– εναγομένης, κατά της υπ΄ αρ. 1555/2016 οριστικής αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, το οποίο δίκασε επί αγωγής της ενάγουσας ήδη εφεσίβλητης κατ΄αυτής, κατά την τακτική διαδικασία, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, δεδομένου ότι οι διάδικοι δεν επικαλούνται ούτε προκύπτει ότι έγινε επίδοση της εκκαλουμένης πριν την άσκηση της έφεσης, έχει δε κατατεθεί από την εκκαλούσα το κατ΄άρθρον 495 παρ.3ΚΠολΔ, παράβολο υπέρ του Δημοσίου, όπως προκύπτει από τη σχετική σημείωση της Γραμματέα του Πρωτοβάθμιου δικαστηρίου κάτωθεν της εκθέσεως καταθέσεως αυτής (έφεσης). Πρέπει, επομένως, η κρινόμενη έφεση, να εξετασθεί περαιτέρω, από το Δικαστήριο τούτο, που είναι καθ΄ ύλη  και κατά τόπο αρμόδιο, κατά την ίδια διαδικασία με την οποία εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της και μέσα στα όρια, που καθορίζονται από αυτούς (άρθρα 19, 533 παρ.1,2, 522 ΚΠολΔ) .

Η ενάγουσα –ήδη εφεσίβλητη εταιρεία, που είχε ως αντικείμενο την εμπορία γεωργικών προϊόντων και φαρμάκων, εξέθετε στην από 29-1-1999 και με αρ. κατάθεσης …./1999 αγωγή της, κατ΄ορθή εκτίμηση του δικογράφου της, ότι το Φεβρουάριο του 1996 συνήψε με την εναγομένη γερμανική εταιρία, μέσω της αποκλειστικής αντιπροσώπου αυτής στην Ελλάδα ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία ΄. ….΄΄, νόμιμα εκπροσωπούμενης, προφορικά δια του τηλεφώνου και στη Θεσσαλονίκη, σύμβαση πωλήσεως 16.000 κιλών εντομοκτόνου μεθυλπαραθείου technical 80%, την καλή ποιότητα του οποίου εγγυήθηκε εγγράφως ,αντί συνολικού τιμήματος 52.480 δολαρίων ΗΠΑ και συμφωνημένο τόπο παράδοσης τη Θεσσαλονίκη, όπου ήταν η έδρα της ενάγουσας. Ότι το προϊόν αυτό μεταφέρθηκε πρώτα στον Πειραιά στο εργοστάσιο της εταιρείας ΄΄……….’’,  για λογαριασμό της ενάγουσας, για να υποβληθεί στη διαδικασία φορμουλαρίσματος –τυποποίησης, ήτοι της αραίωσης της πρώτης ύλης σε αναμικτήριο με διάλυσή της σε διαλύτη (ξυλόλη) και με την προσθήκη γαλακτωματοποιητών, ώστε να παραχθεί το τελικό προϊόν μεθυλπαραθείο 40%E.C. Ότι, μετά την ολοκλήρωση της αραίωσης, απεστάλη στην ενάγουσα εταιρεία στη Θεσ/κη σε βαρέλια, από τα οποία μεταφέρθηκε σε φιάλες της τελευταίας, οπότε και διαπιστώθηκε από αυτήν η ύπαρξη στο τελικό προϊόν σωματιδίων, ήτοι στερεών υπολειμμάτων υπό τη μορφή λεπιών, που καθιστούσαν αδύνατη τη διάθεση του φυτοφαρμάκου (εντομοκτόνου) αυτού στην αγορά. Ότι το εν λόγω  εμπόρευμα, ήδη πριν από την παράδοσή του σ’ αυτήν (ενάγουσα) και πιο συγκεκριμένα από τότε που φορτώθηκε από την εναγομένη στη Γερμανία, είχε το ως άνω πραγματικό ελάττωμα, γεγονός που η εναγομένη γνώριζε και της το απέκρυψε με δόλο. Ότι εξαιτίας του πραγματικού ελαττώματος του εμπορεύματος που της παραδόθηκε,η ενάγουσα υπέστη συνολική ζημία 37.585.656 δραχμών, η οποία συνίσταται α) στο τίμημα της πώλησης, το οποίο εξόφλησε ολοσχερώς με τραπεζικό έμβασμα και ανήλθε, μαζί με τη διαφορά συναλλάγματος για τη μετατροπή δραχμών σε δολάρια ΗΠΑ και τα τραπεζικά δικαιώματα και έξοδα, σε 13.006.117 δραχμές, β) στη δαπάνη μεταφοράς του εμπορεύματος από το λιμάνι του Πειραιά σε εργοστάσιο της Δραπετσώνας και από εκεί στη Θεσσαλονίκη, ύψους 337.661 δραχμών, καθώς και γ) στα διαφυγόντα κέρδη συνολικού ύψους 24.241.378 δραχμών, ποσό που αποτελεί τα καθαρά κέρδη, που, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, θα αποκόμιζε από τη μεταπώληση του εν λόγω εμπορεύματος. Ζητούσε δε, ακολούθως, να υποχρεωθεί η εναγοµένη να της καταβάλει το ποσό αυτό των 37.585.656 δραχμών ( 110.302,73 ευρώ) µε το νόµιµο τόκο από την επίδοση της αγωγής και µε απόφαση που θα κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή,ως αποζημίωση με βάση τη μεταξύ των διαδίκων σύμβαση πώλησης, άλλως με βάση την εγγυητική σύμβαση, που κατά τους ισχυρισμούς της συνήφθη μεταξύ τους, άλλως με βάση τις διατάξεις περί αδικοπραξίας, λόγω της παράνομης και υπαίτιας συμπεριφοράς της εναγομένης κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην αγωγή.

Επί της ως άνω αγωγής εκδόθηκε αρχικά η υπ’ αρ. 34211//2001 μη οριστική

(προδικαστική) απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, ενώπιον του οποίου είχε ασκηθεί, μετην οποία, αφού κρίθηκε παραδεκτή και νόμιμη η αγωγή,όπως ειδικότερα αναφέρεται σε αυτήν, διατάχθηκε η προσκόμιση εγγράφου του Ελληνικού Ινστιτούτου Διεθνούς και Αλλοδαπού Δικαίου σχετικά με το εφαρμοστέο γερμανικό δίκαιο, καθώς και η διενέργεια των αναφερόμενων επίσης σε αυτήν αποδείξεων, μετά την διεξαγωγή των οποίων, εκδόθηκε η υπ‘αρ. 3412/2010 τελεσίδικη απόφαση του ίδιου δικαστηρίου, με την οποία κηρύχθηκε αυτό αναρμόδιο και παρέπεμψε προς εκδίκαση την ως άνω αγωγή ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς ως αρμοδίου δικαστηρίου.  Το τελευταίο, εξέδωσε επ΄ αυτής την εκκαλουμένη (υπ’αρ. 1555/2016) απόφασή του, με την οποία έκανε δεκτή την αγωγή ως ουσιαστικά βάσιμη κατά την κύρια βάση της, κηρύσσοντας αυτήν (απόφαση) προσωρινώς εκτελεστή για το ποσό των 50.000 ευρώ.

Ήδη κατά της ως άνω οριστικής απόφασης παραπονείται η εναγομένη και ήδη εκκαλούσα με την κρινόμενη έφεσή της για τους λόγους, που εκθέτει σ΄ αυτήν και ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και  κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητεί δε την εξαφάνισή της, ώστε να απορριφθεί η αγωγή της αντιδίκου της.

Το Εφετείο δεν κωλύεται, εφόσον στο νόμο δεν ορίζεται το αντίθετο για την, κατά την κρίση του, ολοκλήρωση της έρευνάς του σε σχέση με τη βασιμότητα των λόγων της έφεσης και την καλύτερη διάγνωση της διαφοράς, να διατάξει, χωρίς την προβολή ειδικού προς τούτο λόγο έφεσης (ΑΠ 527/1985) και χωρίς να εξαφανίσει την εκκαλουμένη απόφαση, νέες συμπληρωματικές αποδείξεις με τα αποδεικτικά μέσα που αναφέρονται στο άρθρο 339 ΚΠολΔ, μεταξύ των οποίων και η πραγματογνωμοσύνη. Έτσι, μετά τη συνεκτίμηση των αποδείξεων αυτών, που θα διεξαχθούν και εκείνων, που η εκκαλουμένη εκτίμησε, το Εφετείο θα δύναται να κρίνει, αν είναι εσφαλμένη η απόφαση, που προσβλήθηκε με την έφεση και, σε καταφατική περίπτωση, να αποφανθεί για τη βασιμότητα του λόγου έφεσης και, κατά την επιταγή πλέον του νόμου (άρθρο 535 παρ.1 ΚΠολΔ), να εξαφανίσει την απόφαση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, καθόσον, κατά την ορθή έννοια της διάταξης αυτής, προϋπόθεση της εξαφάνισης είναι η προηγούμενη διάγνωση από το Εφετείο της βασιμότητας του λόγου της έφεσης, πράγμα το οποίο επιτυγχάνεται κυριαρχικώς από το Δικαστήριο αυτό, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα (Ολ.ΑΠ 285/1982, ΑΠ 3/2016, ΑΠ 2/2006, ΑΠ 477/2004, δημοσιευμένες όλες στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Στην προκειμένη περίπτωση,η εναγόμενη –εκκαλούσα υποστηρίζει τόσο με τις πρωτόδικες προτάσεις της όσο και με την ένδικη έφεσή της και τις προτάσεις ενώπιον του παρόντος δικαστηρίου, ότι το εν λόγω ελάττωμα στο τελικό προϊόν (μεθυλπαραθείο 40%), όπως αναφέρθηκε παραπάνω, δεν υπήρχε στην πρώτη ύλη (μεθυλπαραθείο 80%), που πώλησε στην ενάγουσα, συνοδευόμενο με όλα τα απαραίτητα παραστατικά και πιστοποιητικά ανάλυσης του προϊόντος, αλλά δημιουργήθηκε κατά τη διαδικασία τυποποίησης αυτού δηλ. του φορμουλαρίσματος της πρώτης ύλης στο εργοστάσιο της ανώνυμης εταιρείας ΄΄…………….΄΄ για την παραγωγή του τελικού προϊόντος (φυτοφαρμάκου), είτε λόγω της μη ενδεδειγμένης χρήσης γαλακτωματοποιητών ή διαλυτών (μικρότερης ποσότητας ή και κακής ποιότητας) είτε εξαιτίας των μη προσηκουσών συνθηκών αποθήκευσης του προϊόντος (μη συντηρημένα στέγαστρα στους χώρους αποθήκευσης, υψηλές θερμοκρασίες κλπ) στις εγκαταστάσεις του ως άνω εργοστασίου, στο οποίο παρέμεινε αποθηκευμένο το αρχικό εμπόρευμα  για περισσότερο από 5 μήνες, από την παράδοσή του στις 10-3-1996, έως το φορμουλάρισμα), καθώς και των εγκαταστάσεων, στις οποίες διενεργήθηκε αυτό (σκουριασμένες σωληνώσεις, δεξαμενές, αναδευτήρες), δεδομένου μάλιστα ότι οι εγκαταστάσεις της ως άνω εταιρείας, -η οποία βρισκόταν ήδη σε εκκαθάριση από το 1993 και σταμάτησε οριστικά τη λειτουργία τηςκατά το τέλος του έτους 1997 με αρχές του έτους 1998 – ήταν σε πολύ άσχημη κατάσταση.

Με βάση τους παραπάνω αντικρουόμενους ισχυρισμούς, αφενός μεν της ενάγουσας (όπως αναφέρθηκαν στην ως άνω αγωγή της και τις προτάσεις της ενώπιον του πρωτοβάθμιου, αλλά και του δικαστηρίου τούτου), αφετέρου δε της εναγομένης, κατά τα προεκτεθέντα, οι οποίοι ενισχύονται, αντίστοιχα, απόαντικρουόμενα αποδεικτικά μέσα και ειδικότεραπροσκομίζεται από την ενάγουσα, η από 6-1-2014 τεχνική έκθεση του ………, καθηγητή ενόργανης αναλυτικής χημείας (την οποία προσκόμισε και πρωτοδίκως), όπου αναφέρεται ότι ΄΄…κατά την τυποποίηση ή φορμουλάρισμα (ανάμιξη πρώτων υλών) του φυτοπροστατευτικού προϊόντος Παραθείον-Μεθυλ.40%, δεν περιλαμβάνει χημικές αντιδράσεις και δεν παράγονται νέα ορατά ξένα υλικά ή και πρόσθετοι τροποποιητικοί παράγοντες, γι αυτό οι προσμίξεις που είναι δυνατόν να είναι παρούσες στο φυτοπροστατευτικό προϊών Παραθείον-Μεθυλ. 40% EC, είναι μόνο αυτές που ενυπάρχουν στο τεχνικό υλικό της δραστικής ουσίας Παραθείον-Μεθυλ. 40%…΄΄ και συμπερασματικά ‘’Η αστάθεια του αιωρήµατος µπορεί να οφείλεται: α) στην κακή ποιότητα του Τεχνικού Υλικού Παραθείον-Μεθύλ. 80%, το οποίο : α) έχει υποστεί διάσπαση λόγω οξείδωσης, ή υδρόλυσής του, µε αποτέλεσµα να περιέχει τη στερεή, σκουρόχρωµη χηµική ουσία παρα-νιτροφαινόλη, ή β)  έχει υποστεί διάσπαση λόγω αναγωγής του, µε αποτέλεσµα να περιέχει τη στερεή, σκουρόχρωµη χηµική ουσία ο, o-dimethyl 0-4-aminophenyl thiophosphate (αµινική παραλλαγή του Παραθείον-Μεθύλ). Η εν λόγω µη επιτρεπτή Πρόσµιξη είναι ένα ορατό στερεό ξένο υλικό και πρόσθετος τροποποιητικός παράγοντας, που εµποδίζει το σχηµατισµό του προϊόντος σε διαυγές οµογενοποιηµένο αιώρηµα, µε συνέπεια τον πλήρη διαχωρισµό του υγρού όγκου (γαλακτωµατοποιητής, διαλύτης), που επιπλέει στο πάνω µέρος και του στερεού όγκου (τεχνικό υλικό), που καθιζάνει ως παχύρευστη µάζα στο κάτω µέρος. Η εν λόγω βλάβη είναι οριστική και µη αντιστρέψιµη και το φυτοπροστατευτικό προϊόν Παραθείον-Μεθύλ.40% EC θεωρείται κατεστραµµένο και δεν διαθέτει τις φυσικο-χηµικές ιδιότητες και την εντοµοκτόνο δράση του Παραθείον-Μεθύλ. Ενώ, επίσης, μπορεί να οφείλεται γ) στην ελλιπή ποσότητα γαλακτωµατοποιητή ή διαλύτη, ή δ) στη χρήση µη συµβατού γαλακτωµατοποιητή ή διαλύτη, µε συνέπεια το µερικό διαχωρισµό του υγρού όγκου (γαλακτωµατοποιητής, διαλύτης), που επιπλέει στο πάνω µέρος, και του στερεού όγκου (τεχνικό υλικό) που καθιζάνει ως λεπτόρευστη µάζα στο κάτω µέρος αλλά η εν λόγω βλάβη δεν είναι οριστική και είναι αντιστρέψιµη, εάν προστεθεί ανάλογη ποσότητα γαλακτοµατοποιητή ή διαλύτη ‘’.

Αντίθετα η εναγομένη, προσκομίζει παραδεκτά το πρώτον ενώπιον του δικαστηρίου τούτου (άρθρο 529 παρ.1 ΚΠολΔ), την από 3-10-2017  τεχνική έκθεση  (η οποία έλαβε χώρα μετά την έκδοση της εκκαλουμένης) του …….., καθηγητή του Γεωπονικού Παν/μίου Αθηνών (Τμήμα Φυτικής Παραγωγής) δ/ντή του εργαστηρίου Γεωργικής Φαρμακολογίας, ο οποίος διαφοροποιείται εντελώς με τα συμπεράσματα της ως άνω τεχνικής έκθεσης του ….. και αναφέρει ότι ΄΄…θεωρεί ότι οι πιθανές αιτίες των σκουρόχρωμων ιζημάτων που εντοπίστηκαν στο τελικό προϊόν μεθυλπαραθείο 40% είναι α) η χρήση μικρότερης της ενδεδειγμένης ποσότητας γαλακτωματοποιητών ή κακής ποιότητας αυτών, β) η κακή τυποποίηση (φορμουλάρισμα) του προϊόντος μεθυλπαραθείου 40%, η  οποία ενδεχομένως, έγινε σε θερμοκρασίες υψηλότερες των ενδεδειγμένων, με αποτέλεσμα το προϊόν να «καεί» και να διαχωριστεί σε δύο φάσεις, γ) η κακή αποθήκευση της πρώτης ύλης, ηοποία είναι ευαίσθητη σε υψηλές θερμοκρασίες. Το ως άνω δε πρόβλημα, ήτοι η εμφάνιση σκουρόχρωμων σωματιδίων, μπορεί να οφείλεται ακόμη και σε συνδυασμό των ως άνω αιτιών (α, β, γ). Καταλήγει δε ότι με βάση τα ως άνω λεχθέντα, την πολυετή εμπειρία του στο χώρο των εντομοκτόνων και φυτοφαρμάκων και την εκτενή βιβλιογραφία και αρθρογραφία που επισυνάπτει στην ως άνω έκθεσή, του μπορεί να συνάγει με σχετική ασφάλεια το συμπέρασμα ότι δεν μπορεί να αποδοθεί στην αρχική πρώτη ύλη μεθυλπαραθείο 80%, η δημιουργία των ιζημάτων που παρουσιάστηκαν στο τελικό προϊόν μεθυλπαραθείο 40%’’. Στο σημείο αυτό πρέπει να αναφερθεί ότι δεν έχει κρατηθεί δείγμα του προϊόντες (ούτε στην αρχική του μορφή ούτε στην τελική του από κανέναν από τους αντιδίκους, για να είναι δυνατή η ανάλυσή του από τους πραγματογνώμονες.

Ενόψει δε ότι τα συμπεράσματα των ως άνω επιστημόνων, στους οποίους απευθύνθηκαν οι διάδικοι αντίστοιχα, για να εκφέρουν την άποψή τους σχετικά με το επίμαχο και κρίσιμο για τη διάγνωση της υπόθεσης ζήτημα, σε τι οφείλεται η ύπαρξη των ως άνω σωματιδίων μέσα στο τελικό προϊόν (φυτοφαρμάκου), που παρήχθη, αν δηλ. αυτά υπήρχανστην πρώτη ύλη που προμήθευσε η εναγομένη εταιρεία στην ενάγουσα εταιρεία (τεχνικό υλικό μεθυλπαραθείο 80%), όπως υποστηρίζει η τελευταία ή δημιουργήθηκαν κατά τη διαδικασία τυποποίησής του, όπως ισχυρίζεται η εναγομένη, είναι, όπως προαναφέρθηκε, εντελώς αντικρουόμενα και επειδή το Δικαστήριο δεν μπορεί να σχηματίσει ασφαλή δικανική πεποίθηση περί της αιτίας προκλήσεως του ως άνω ελαττώματος στο τελικό προϊόν, καθώς και αν αυτό υπήρχε στο αρχικό τεχνικό υλικό, που πώλησε η εναγομένη –εκκαλούσα στην ενάγουσα-εφεσίβλητη, πράγμα που γνώριζε η πρώτη, ή δημιουργήθηκε από την αποθήκευση αυτού στις εγκαταστάσεις της εταιρείας  ΄΄……………………΄΄ή κατά τη διαδικασία φορμουλαρίσματος του προϊόντος σε αυτήν με χρήση διαλυτών και γαλακτωματοποιητών, καθώς επίσης αν το πρόβλημα αυτό ήταν αναστρέψιμο με συμφέρον κόστος, για το λόγο αυτό, εφόσον πρόκειται για ζήτημα για την  αντίληψη του οποίου απαιτούνται, κατά την κρίση του Δικαστηρίου τούτου, ειδικές γνώσεις επιστήμης και τέχνης και δεν μπορεί να διακριβωθεί με βεβαιότητα από τις επίσης αντικρουόμενες μαρτυρικές αποδείξεις που διεξήχθησαν, ούτε από τα άλλα αποδεικτικά στοιχεία, πρέπει να διαταχθεί πραγματογνωμοσύνη, η οποία θα διεξαχθεί από έναν πραγματογνώμονα χημικό μηχανικό, που θα ορίσει το Δικαστήριο, ο οποίος, λαμβάνοντας υπόψη  όλα τα έγγραφα της δικογραφίας και κάθε άλλο χρήσιμο στοιχείο για την υπόθεση, που θα του παραδώσουν οι διάδικοι κι αφού ζητήσει οποιαδήποτε πληροφορία και διευκρίνιση κρίνει αναγκαία, θα αποφανθεί για τα θέματα τούτα, κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό.

Η διεξαγωγή δε της εν λόγω πραγματογνωμοσύνης,θα γίνει χωρίς την εξαφάνιση της εκκαλουμένης απόφασης, όπως προεκτέθηκε στη μείζονα σκέψη, ενώ επιφυλάσσεται το Δικαστήριο τούτο να εκδώσει την οριστική απόφασή του, συνεκτιμώντας και τις λοιπές νόμιμα επικαλούμενες και προσκομιζόμενες από τους διαδίκους αποδείξεις, στην μετά την πραγματογνωμοσύνη συζήτηση.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει, κατ΄αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά την έφεση.

Αναβάλλει την έκδοση της οριστικής απόφασης επί της ουσίας της  έφεσης.

Διατάσσει τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης, που θα διεξαχθεί με μέριμνα του επιμελέστερου των διάδικων.

Διορίζει πραγματογνώμονα τον ………., χημικό μηχανικό Α.Π.Θ., κάτοικο … Αττικής, οδός ….., τηλ. ….. ., ο οποίος θα δώσει το νόμιμο όρκο εντός είκοσι (20) ημερών από την επίδοση της απόφασης αυτής, ενώπιον της εισηγήτριας- δικαστή του δικαστηρίου τούτου και σε περίπτωση κωλύματός της στο νόμιμο αναπληρωτή, σε ημέρα και ώρα που η ίδια θα ορίσει. Εν συνεχεία, αφού λάβει γνώση όλων των εγγράφων της δικογραφίας και κάθε άλλου χρήσιμου στοιχείου για την υπόθεση, που θα του παραδώσουν οι διάδικοι και, αφού ζητήσει οποιαδήποτε πληροφορία και διευκρίνιση κρίνει αναγκαία, ώστε να αποφανθεί βάσει των επιστημονικών του γνώσεων και εμπειρίας αλλά και της διεθνούς πρακτικής και βιβλιογραφίας  σχετικά με τις αιτίες, οι οποίες μπορεί να προκάλεσαν την ύπαρξη του πραγματικού ελαττώματος (σκουρόχρωμων στερεών σωματιδίων) στο τελικό προϊόν του εμπορεύματος, που πώλησε η ενάγουσα στην εναγομένη, κατά τα αναλυτικά προαναφερθέντα στο σκεπτικό. Ακολούθως, με έγγραφη αιτιολογημένη έκθεσή του, που θα καταθέσει στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου, μέσα σε προθεσμία δύο (2) μηνών από την όρκισή του, θα γνωμοδοτήσει. Που μπορεί να οφείλονται (ποια η πιθανή  προέλευσή τους ή πώς μπορεί να δημιουργήθηκαν)τα σκουρόχρωμα στερεά σωματίδια –υπολείμματα υπό τη μορφή λεπιών (flakes) που παρατηρήθηκαν στο τελικό προϊόν που προέκυψε από το φορμουλάρισμα του πωληθέντος από την ενάγουσα εταιρεία στην εναγομένη αρχικού τεχνικού υλικού (και συγκεκριμένα τι θεωρεί πιθανότερο, σε τι ποσοστό και για ποιους λόγους). Α) στην κακή ποιότητα του αρχικά πωληθέντος τεχνικού υλικού (μεθυλπαραθείο 80%), λόγω π.χ οξείδωσης κλπ καθώς επίσης αν η ύπαρξη φαινολών στο αρχικό προιόν είναι φυσιολογική και σε τι ποσοστό κι αν μπορεί να συνέτεινε στη δημιουργία του εν λόγω προβλήματος. Ακόμη, σε περίπτωση που θεωρεί πιθανότερο ότι αυτά ενυπήρχαν στην πωληθείσα πρώτη ύλη, να αποφανθεί, αν ήταν δυνατόν να διαπιστωθούν από την πωλήτρια και με ποιο τρόπο (με ανάλυση ή δια γυμνού οφθαλμού) ή Β) στο μη ενδεδειγμένο φορμουλάρισμα -τυποποίηση δηλ. είτε στη χρησιμοποίηση κακής ποιότητας ή μη επαρκούς ποσότητας γαλακτωματοποιητών –διαλυτών κατά την ανάμιξή τους με το αρχικό προϊόν (μεθυλπαραθείο 80%) για τη δημιουργία του τελικού προϊόντος (φυτοπροστατευτικού φαρμάκου –εντομοκτόνου) μεθυλπαραθείου 40%, είτε στις μη συντηρημένες εγκαταστάσεις, όπου διενεργήθηκε το φορμουλάρισμα (π.χ σκουριασμένες σωληνώσεις, αναδευτήρες κλπ), καθώς επίσης στην κακή αποθήκευση του αρχικού υλικού στο εργοστάσιο της εταιρείας ΄΄… ……..΄΄ (π.χ υψηλές θερμοκρασίες κλπ), αν το ελάττωμα ήταν αναστρέψιμο, σε ποια περίπτωση και με ποιό τρόπο κι αν αυτός ήταν συμφέρων οικονομικά.

ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίσθηκε σε μυστική διάσκεψη στον Πειραιά, στις 11 Ιανουαρίου 2018 και ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του, στον Πειραιά  στις 15 Φεβρουαρίου 2018, απόντων των διαδίκων  και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.

Η ΠPOEΔPOΣ                                                              Η ΓPAMMATEAΣ