Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 138/2018

Αριθμός  138/2018

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή  Αικατερίνη Κοκόλη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα   Δ.Π

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

     Η κρινόμενη από 5-7-2016 (αρ. καταθ. …../2016) έφεση του ηττηθέντος ανακόπτοντος κατά της υπ΄ αρ. 1226/2016 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 643 παρ. 2, 649 και 650 του ΚΠολΔ, αντιμωλία των διαδίκων, αρμοδίως και παραδεκτώς φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού (άρθρο 19 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 4 παρ. 2 του Ν. 3994/25-7-2011), και έχει ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως, εφόσον από κανένα στοιχείο δεν προκύπτει εκπρόθεσμη άσκησή της ή άλλος λόγος απαραδέκτου της, δεν έχει δε παρέλθει διετία από τη δημοσίευση της εκκαλουμένης αποφάσεως στις 11-5-2016, μέχρι την άσκησή της στις 7-7-2016 (άρθρα 495 παρ. 1, 496 παρ. 1, 498 παρ. 1, 499, 511, 513 παρ. 1 στ. β΄, 516 παρ. 1, 517 εδ. α΄, 518 παρ. 2 και 520 παρ. 1 του ΚΠολΔ), όπως το άρθρο 495 ισχύει μετά την τροποποίησή του με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015 (ΦΕΚ Α 87/23-7-2015) και εφαρμόζεται εν προκειμένω σύμφωνα με το άρθρο ένατο παρ. 2 του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015, καθόσον η ένδικη έφεση ασκήθηκε, όπως προαναφέρθηκε, την 7-7-2016, ήτοι μετά την 1-1-2016]. Επομένως, είναι παραδεκτή και πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά την ίδια διαδικασία, κατά την οποία εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 του ΚΠολΔ), εφόσον για το παραδεκτό αυτής (έφεσης) κατατέθηκε από τον εκκαλούντα παράβολο, συνολικού ποσού διακοσίων (200) ευρώ (βλ. τα υπ΄ αρ. ……….. παράβολα ΤΑΧΔΙΚ και τα υπ΄ αρ. ………….. παράβολα ΔΗΜΟΣΙΟΥ), που προβλέπεται από την παράγραφο 3 του άρθρου 495 του ΚΠολΔ.

Με την από 19-5-2014 (αρ. καταθ. ……/2014) ανακοπή του, που άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς και συζητήθηκε στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο την 6-11-2014, ο ανακόπτων, ήδη εκκαλών, [αφού ενσωμάτωσε σ΄ αυτήν (ένδικη ανακοπή) την από 14-5-2014 αγωγή του κατά της ήδη καθ΄ ης η ανακοπή-εφεσίβλητης ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών με την οποία, για τους αναφερόμενους σ΄ αυτή (αγωγή) λόγους, ζητεί, με απόφαση προσωρινά εκτελεστή, ως προς την καταψηφιστική της διάταξη, α) να αναπροσαρμοσθεί (κατ΄ άρθρο 388 του ΑΚ και επικουρικά κατ΄ άρθρο 288 του ΑΚ) η εκάστοτε μηνιαία δόση του από το ποσό των 369,60 ευρώ στο ποσό των 250 ευρώ με ανάλογη επιμήκυνση της διάρκειας της δανειακής σύμβασης, β) να απαγορευτεί η επανάληψη της προσβολής της προσωπικότητάς του στο μέλλον και γ) να υποχρεωθεί η εναγομένη να του καταβάλει το ποσό των 30.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση για την ικανοποίηση της ηθικής βλάβης που υπέστη από την επικαλούμενη παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά της (εναγομένης) με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και έως την πλήρη εξόφληση], ζήτησε (με την ένδικη ανακοπή), για τον αναφερόμενο σ΄ αυτήν (ανακοπή) μοναδικό λόγο, την ακύρωση  της υπ΄ αρ. ……/2014 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την οποία, υποχρεώθηκε αυτός, ως οφειλέτης, να καταβάλει στην καθ΄ ης η ανακοπή, ήδη εφεσίβλητη, (η οποία αιτήθηκε την έκδοση της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής) τα αναφερόμενα στην επιταγή προς πληρωμή ποσά, για απαίτηση προερχόμενη από την αναφερόμενη δανειακή σύμβαση. Επίσης, ο ανακόπτων ζήτησε να καταδικασθεί η καθ΄ ης η ανακοπή στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλουμένη υπ΄ αρ. 1226/2016 οριστική απόφασή του, που εκδόθηκε, όπως προαναφέρθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, απέρριψε το μοναδικό λόγο της ανακοπής ως μη νόμιμο, καθώς και την κρινόμενη ανακοπή ως αβάσιμη καθ΄ ολοκληρίαν και επικύρωσε την προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονείται με την προαναφερόμενη έφεση ο ηττηθείς ανακόπτων, ήδη εκκαλών, και με τους διαλαμβανόμενους σ΄ αυτή (έφεση) λόγους, οι οποίοι ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, ζητεί να γίνει δεκτή η έφεση, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη και να γίνει δεκτή η ανακοπή του.

Κατά τη διάταξη του άρθρου 281 του ΑΚ, η άσκηση του δικαιώματος, όπως αυτό της καταγγελίας της σύμβασης, απαγορεύεται αν υπερβαίνει προφανώς  τα  όρια  που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος, όµως µόνο το γεγονός ότι η άσκηση του δικαιώµατος στη συγκεκριµένη περίπτωση επιφέρει βλάβη, έστω και µεγάλη, στον οφειλέτη, δεν αρκεί για να χαρακτηρίσει ως καταχρηστική την άσκησή του, αλλά πρέπει να συνδυάζεται και µε άλλες περιστάσεις, όπως συµβαίνει όταν ο δανειστής δεν έχει στην πραγµατικότητα συµφέρον από την άσκηση του δικαιώµατός του. Στο πλαίσιο αυτό ο δανειστής, ο οποίος ασκώντας συµβατικό δικαίωµά του επιδιώκει την είσπραξη της απαίτησής του, ενεργεί ασφαλώς προς ικανοποίηση θεµιτού συµφέροντός του, συνυφασµένου µε τη διαχείριση της περιουσίας του, τον τρόπο της οποίας αυτός ελεύθερα κατ’ αρχήν αποφασίζει, εκτός και πάλι αν στη συγκεκριµένη περίπτωση υπάρχει υπέρβαση και µάλιστα προφανής των αρχών της καλής πίστης, των χρηστών ηθών και του κοινωνικοοικονοµικού σκοπού του δικαιώµατος (ΑΠ 1352/2011, ΑΠ 1472/2004, ΕφΔυτΜακ 73/2015). Αυτό συμβαίνει και όταν η συμπεριφορά του δανειστή που προηγήθηκε της άσκησης του δικαιώματος του, σε συνδυασμό με την πραγματική κατάσταση που διαμορφώθηκε στο μεσοδιάστημα, δημιούργησαν στον οφειλέτη την εύλογη πεποίθηση ότι ο δανειστής δεν θα ασκούσε το δικαίωμά του στο χρόνο που το άσκησε, με αποτέλεσμα η πρόωρη άσκησή του να προκαλεί επαχθείς συνέπειες στον οφειλέτη και να εμφανίζεται έτσι αδικαιολόγητη και καταχρηστική (ΑΠ 1352/2011). Το ζήτημα, δε, αν οι συνέπειες που συνεπάγεται η άσκηση του δικαιώματος είναι επαχθείς για τον υπόχρεο, πρέπει να αντιμετωπίζεται και σε συνάρτηση με τις αντίστοιχες συνέπειες που μπορεί να επέλθουν σε βάρος του δικαιούχου από την παρακώλυση της ικανοποίησης του δικαιώματος του (ΑΠ 385/2010, ΑΠ 381/2009, ΕφΛαμ 159/2011). Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την ένδικη ανακοπή κατά της υπ΄ αρ. …./2014 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με το μοναδικό λόγο αυτής, ο ανακόπτων ισχυρίσθηκε ότι η αναφερόμενη συμπεριφορά της καθ΄ ης η ανακοπή συνιστά συμπεριφορά αντίθετη στην καλή πίστη και στα χρηστά ήθη και συνεπώς καταχρηστική με αποτέλεσμα να πάσχει ακυρότητα η καταγγελία της σύµβασης δανείου και η έκδοση της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής. Ειδικότερα, κατ΄ εκτίμηση του λόγου αυτού, ισχυρίσθηκε ότι µε την καθ΄ ης η ανακοπή, δανείστρια Τράπεζα, τον Ιανουάριο του έτους 2011 προέβησαν στη συνένωση των ήδη υπαρχουσών, µεταξύ τους καταρτισµένων τραπεζικών συµβάσεων, ήτοι τεσσάρων πιστωτικών καρτών και ενός προσωπικού δανείου, µε τα αναφερόμενα σ΄ αυτή (ανακοπή) αντίστοιχα χρεωστικά υπόλοιπα, και στην αντικατάσταση αυτών από µία νέα σύµβαση δανείου, ποσού 25.000 ευρώ, που συμφωνήθηκε να αποπληρωθεί σε 120 δόσεις, ποσού 555,54 ευρώ η πρώτη από αυτές, η οποία ήταν καταβλητέα την 1-3-2011, και ποσού 369,60 ευρώ καθεµία από τις υπόλοιπες 119 δόσεις. Ότι το έτος 2013, το ακαθάριστο ετήσιο εισόδηµά του από την παροχή της εργασίας του, ως αποθηκάριου, στην ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «………..» που διατηρεί την αλυσίδα σούπερ μάρκετ «……….»), µειώθηκε στο ποσό των 26.394 ευρώ, από αυτό των 35.448,95 ευρώ, στο οποίο ανερχόταν το έτος 2010. Ακολούθως, ισχυρίστηκε ότι έχει τελέσει γάμο και η οικογένειά του αποτελείται από την άνεργη (εν διαστάσει) σύζυγό του, καθώς και από τους δύο υιούς του, από τους οποίους ο ένας είναι φοιτητής, χωρίς δικά του εισοδήµατα, πάσχει από σακχαρώδη διαβήτη τύπου Α’ και είναι εξαρτώµενος από ινσουλίνη, τα δε ιατροφαρµακευτικά του έξοδα καλύπτονται από αυτόν (ανακόπτοντα), ο έτερος δε είναι τελειόφοιτος λυκείου, επίσης άνεργος. Ότι λόγω της µείωσης του ετήσιου εισοδήµατός του, της επιβάρυνσης των οικονοµικών του από το ειδικό τέλος ακινήτων και την εισφορά αλληλεγγύης, καθώς και της αύξησης των δαπανών για την ιατροφαρµακευτική περίθαλψη του προαναφερθέντος ασθενή, υιού του, το µήνα Μάρτιο έτους 2013 και ενώ µέχρι τότε ήταν απολύτως συνεπής στην καταβολή των µηνιαίων δόσεων εξόφλησης του προπεριγραφέντος (ενιαίου) δανείου, δήλωσε προφορικώς στους υπαλλήλους της καθ΄ ης, που εργάζονταν στο κατάστηµα της λεωφόρου Συγγρού, όπου είχε συνάψει την ένδικη σύμβαση, ότι αδυνατούσε πλέον να καταβάλλει το ως άνω συµφωνηθέν ποσό ως µηνιαία δόση και ζήτησε να υποβάλει νέο αίτηµα για την αναδιάρθρωση αυτού (δανείου), ήτοι να επιµηκυνθεί ο χρόνος αποπληρωµής του, ώστε η µηνιαία δόση να ανέρχεται πλέον στο ποσό των 250 ευρώ. Επιπροσθέτως, ισχυρίστηκε ότι οι υπάλληλοι της καθ΄ ης τον προέτρεψαν να μην υποβάλει γραπτό αίτημα, αλλά να αναμείνει τη δική τους θετική εισήγηση, για το προφορικό αίτημά του, στη διοίκηση αυτής (καθ΄ ης) και, αφού τούτο γινόταν δεκτό απ΄ αυτή (καθ΄ ης), τότε να υποβάλει γραπτό αίτημα για να υπογραφεί νέα σύµβαση. Ότι από το µήνα Απρίλιο έτους 2013 και µετά κατέβαλλε ως µηνιαία δόση το ποσό των 250 ευρώ. Ότι, αντί απάντησης από την καθ΄ ης στο ως άνω προφορικό του αίτηµα, έλαβε απ΄ αυτή, τους µήνες Σεπτέµβριο και Νοέµβριο έτους 2013, δύο επιστολές µε τις οποίες του γινόταν υπόµνηση ότι είχε καταστεί υπερήµερος για µέρος των µέχρι τότε δόσεων. Ότι παρά τις καθησυχαστικές παραινέσεις των προστηθέντων οργάνων της καθ΄ ης να αναµένουν την απάντησή της στο σχετικό ερώτημά τους, αυτή (καθ΄ ης), στις 18-12-2013, κατήγγειλε την προαναφερθείσα δανειακή σύµβαση. Ότι στη συνέχεια και παρά το γραπτό αίτηµά του προς την καθ΄ ης για τη µείωση της µηνιαίας δόσης στο ποσό των 200 ευρώ, αυτή προέβη στην έκδοση της επίδικης διαταγής πληρωµής, αντίγραφο από το πρώτο απόγραφο εκτελεστό της οποίας, µε επιταγή προς πληρωµή, του επέδωσε στις 30-4-2014. Ότι από το έτος 2011, οι µηνιαίες αποδοχές του µειώθηκαν παρά πολύ και ήδη ο καθαρός µηνιαίος µισθός του κυµαίνεται µεταξύ των 1.350 έως 1.400 ευρώ. Ότι στην εργασία του που βρίσκεται στη Μάνδρα Αττικής, μεταβαίνει με δικό του μεταφορικό μέσο, καταναλώνοντας μηνιαίως βενζίνη ποσού 180 ευρώ, καθόσον η εταιρεία που εργάζεται δεν διαθέτει μεταφορικό μέσο για τους εργάτες-υπαλλήλους της και πρέπει να βρίσκεται στον τόπο παροχής της εργασίας του το αργότερο έως τις 06:30 το πρωί. Ότι επιπλέον, δαπανά  µηνιαίως το ποσό των 600 ευρώ για έξοδα διαβίωσης της οικογένειάς του, συµπεριλαµβανοµένης της άνεργης συζύγου του µε την οποία βρίσκονται σε διάσταση, καθώς και το ποσό των 150 ευρώ για τη συµµετοχή του στη δαπάνη της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης του σακχαροδιαβητικού υιού του, ήτοι έχει πάγιες µηνιαίες δαπάνες συνολικού ποσού 930 (= 180 + 600 + 150) ευρώ, µε συνέπεια να του αποµένει µηνιαίως το ποσό των 470 ευρώ, από το οποίο, εάν όντως εξακολουθούσε να καταβάλλει κάθε µήνα τη συµφωνηθείσα δόση, ποσού 369,60 ευρώ, αντ’ αυτής, ποσού 250 ευρώ, που µέχρι σήµερα αδιαλείπτως καταβάλλει στην καθ΄ ης, τότε θα του απέµενε για την προσωπική του διαβίωση το ποσό των 101 ευρώ. Ότι και να επιθυμούσε να εξεύρει δεύτερη εργασία, αν και δεν θα μπορούσε λόγω ηλικίας (είναι 60 ετών) και υπερβολικής κούρασης από την εργασία που ήδη έχει, δεν μπορεί να εξεύρει. Ότι η καθ΄ ης καταχρηστικώς προέβη στην καταγγελία της σύµβασης δανείου και την έκδοση της προσβαλλόµενης διαταγής πληρωµής, καθόσον υπερέβη τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη, τα χρηστά ήθη και ο κοινωνικός και οικονοµικός σκοπός του δικαιώµατός της, κατά παράβαση, δηλαδή, της διάταξης του άρθρου 281 του ΑΚ, ενώ εάν είχε λάβει υπόψη της ότι τα περιστατικά στα οποία κυρίως, ενόψει της καλής πίστης και των συναλλακτικών ηθών, είχαν στηρίξει τη σύναψη της ως άνω συμβάσεως δανείου, μεταβλήθηκαν ύστερα, από λόγους που ήταν έκτακτοι και δεν μπορούσαν να προβλεφθούν, κινούμενη εντός του πλαισίου της από τη διάταξη του άρθρου 281 του ΑΚ γενικής αρχής, έπρεπε να αποδεχθεί το αίτημά του και να μην ασκήσει καταχρηστικά το δικαίωμά της. Ο μοναδικός αυτός λόγος της ένδικης ανακοπής είναι απορριπτέος ως μη νόμιμος, καθόσον τα επικαλούμενα, για τη θεμελίωσή του (ως άνω λόγου), πραγματικά περιστατικά και αληθή υποτιθέμενα δεν συνιστούν κατάχρηση δικαιώματος σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη νομική σκέψη της παρούσας. Ειδικότερα, η καθ΄ ης η ανακοπή επιδιώκοντας την είσπραξη της απαίτησής της ενήργησε προς ικανοποίηση θεμιτού συμφέροντός της, συνυφασμένου με τη διαχείριση της περιουσίας της, τον τρόπο της οποίας αυτή αποφασίζει κατ΄ αρχήν ελεύθερα, εκτός και πάλι αν στη συγκεκριμένη περίπτωση υπάρχει υπέρβαση και μάλιστα προφανής των αρχών της καλής πίστης, των χρηστών ηθών και του κοινωνικοοικονομικού σκοπού του δικαιώματος, στοιχείο που δεν προκύπτει εν προκειμένω από τα ιστορούμενα από τον ανακόπτοντα στην ένδικη ανακοπή του. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφασή του, έκρινε όμοια, έστω και με διάφορη αιτιολογία (και απέρριψε την ένδικη ανακοπή), ορθά κατ΄ αποτέλεσμα ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο και δεν έσφαλε. Συνεπώς, αφού αντικατασταθεί η διάφορη αιτιολογία της εκκαλουμένης με αυτή της παρούσας απόφασης (άρθρο 534 του ΚΠολΔ), πρέπει να απορριφθούν ως κατ΄ ουσίαν αβάσιμα τα αντιθέτως υποστηριζόμενα με τους σχετικούς λόγους της έφεσης. Κατ΄ ακολουθίαν των ανωτέρω και εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος εφέσεως προς έρευνα, πρέπει και η ένδικη έφεση να απορριφθεί στο σύνολό της. Επίσης, λόγω της ήττας του εκκαλούντος πρέπει να διαταχθεί, η εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου, συνολικού ποσού 200 ευρώ, που κατατέθηκε για το παραδεκτό της εφέσεως, με τα υπ΄ αρ. ………. παράβολα ΤΑΧΔΙΚ και τα υπ΄ αρ. …………παράβολα ΔΗΜΟΣΙΟΥ. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας πρέπει να συμψηφισθούν στο σύνολό τους, μεταξύ των διαδίκων, λόγω του δυσχερούς της ερμηνείας του εφαρμοσθέντος κανόνα δικαίου, που αφορά και την υπαγωγή σε αυτόν των επικαλούμενων με την ένδικη ανακοπή περιστατικών (άρθρο 179 και 183 του ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα αναφέρεται στο διατακτικό της παρούσας.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει κατ΄ αντιμωλίαν των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ΄ ουσίαν την από 5-7-2016 (αρ. καταθ. …../2016) έφεση κατά της υπ΄ αρ. 1226/2016 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (ειδική διαδικασία των άρθρων 643 παρ. 2, 649 και 650 του ΚΠολΔ).

Διατάσσει την εισαγωγή του παραβόλου, συνολικού ποσού διακοσίων (200) ευρώ, που κατατέθηκε με τα υπ΄ αρ. …….. παράβολα ΤΑΧΔΙΚ και τα υπ΄ αρ.  …… παράβολα ΔΗΜΟΣΙΟΥ, στο Δημόσιο Ταμείο.

Συμψηφίζει στο σύνολό τους, μεταξύ των διαδίκων, τα δικαστικά έξοδα του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις  23 Φεβρουαρίου  2018, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων Δικηγόρων αυτών.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ