Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 17/2020

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Προσβολή της νομής. Οι αξιώσεις από την αποβολή και διατάραξη της νομής παραγράφονται μετά ένα έτος από την αποβολή ή τη διατάραξη. Αφετήριος χρόνος της ενιαύσιας παραγραφής των αξιώσεων του νομέα από την αποβολή ή διατάραξη, είναι το γεγονός της αποβολής ή της διατάραξης, αντιστοίχως, ανεξαρτήτως της γνώσεως του νομέα ως προς το γεγονός της αποβολής ή της διατάραξης. Η αναγνωριστική αγωγή, με την οποία δεν ασκείται αξίωση, δεν υπόκειται αυτή καθεαυτή σε παραγραφή, πλην όμως δεν υφίσταται έννομο συμφέρον προς έγερσή της, και για το λόγο αυτόν καθίσταται απορριπτέα, εάν η αντίστοιχη καταψηφιστική αγωγή, εφόσον υφίσταται τέτοια, υπέπεσε σε παραγραφή.

 

Αριθμός       17/2020         

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

——————-

Αποτελούμενο από το Δικαστή Ιωάννη Αποστολόπουλο Εφέτη, τον οποίο όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Δικαστηρίου τούτου, και από τη Γραμματέα Γ.Λ.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η κρινόμενη έφεση, η οποία στρέφεται κατά της υπ’ αριθ. 1740/2017 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε, κατά την τακτική διαδικασία, αντιμωλία των διαδίκων, επί της από 28-3-2015 (υπ’ αριθ. καταθ. …………/2016) αγωγής των εναγόντων και ήδη εφεσίβλητων κατά του εναγομένου και ήδη εκκαλούντος, έχει ασκηθεί εμπροθέσμως, ενόψει του ότι η εκκαλούμενη απόφαση επιδόθηκε στον εκκαλούντα στις 25-4-2017 (βλ. τη με την ίδια ημερομηνία σχετική σημείωση επί του αντιγράφου της εκκαλούμενης αποφάσεως του δικαστικού επιμελητή Σ. Βασιλόπουλου) και η έφεση κατατέθηκε στις 19-5-2017 (βλ. την υπ’. αριθ. καταθ. ……../19-5-2017 έκθεση κατάθεσης ενδίκου μέσου της γραμματέως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς), και κατά τις νόμιμες διατυπώσεις, ενόψει του ότι καταβλήθηκε το ανάλογο παράβολο (άρθρα 19, 495 παρ. 1 και 4, 511, 513 παρ 1 περ. β, 516 παρ. 1, 517 και 518 παρ. 1 του ΚΠολΔ). Επομένως, πρέπει η υπό κρίση έφεση να γίνει τυπικώς δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της, κατά την ίδια ως άνω διαδικασία, που εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση (άρθρο 533 του ΚΠολΔ). Σημειωτέον ότι όσον αφορά α)στην τέταρτη ενάγουσα-εφεσίβλητη ……….., η οποία, απεβίωσε στις 24-2-2017 (δηλαδή μετά την πρωτόδικη συζήτηση της ένδικης αγωγής, βλ. το από 26-02-2017 απόσπασμα ληξιαρχικής πράξης θανάτου του Δήμου Εορδαίας Κοζάνης), συνεχίζουν την προκείμενη δίκη για λογαριασμό της, ως εξ αδιαθέτου κληρονόμοι της, τα τέκνα της …….. και …….. (βλ. το υπ’ αρ. πρωτ. …./2-03-2017 πιστοποιητικό πλησιεστέρων συγγενών του Δήμου Εορδαίας Κοζάνης) και β)στην πέμπτη ενάγουσα – εφεσίβλητη …….. και φυσικού τέκνου . .., η οποία, απεβίωσε στις 8-6-2017 (δηλαδή μετά την άσκηση της  ένδικης εφέσεως, βλ. την υπ’ αριθ. πρτ. …./12-6-2017 ληξιαρχική πράξη θανάτου του Δήμου Εορδαίας Κοζάνης), συνεχίζει την προκείμενη δίκη για λογαριασμό της, ως εκ διαθήκης κληρονόμος της, το τέκνο της ……….. (βλ. το υπ’ αρ. πρωτ. …./13-06-2017 πιστοποιητικό πλησιεστέρων συγγενών του Δήμου Εορδαίας Κοζάνης και την υπ’ αριθ. …/20-9-2017 πράξη αποδοχής κληρονομίας του συμβολαιογράφου Εορδαίας ………), κατόπιν σχετικής δηλώσεως του πληρεξουσίου δικηγόρου τους, που καταχωρήθηκε στα πρακτικά της συνεδρίασης του Δικαστηρίου αυτού (άρθρα 286 εδ. α και 290 του ΚΠολΔ, βλ. ΟλΑΠ 22/2000 ΕλλΔνη 2001 56, ΑΠ 619/2012 ΝοΒ 2012 2390, ΑΠ 1978/2008 Δίκη 2008 810).

Με την ανωτέρω αγωγή, οι ενάγοντες και ήδη εφεσίβλητοι εξέθεσαν ότι είναι συγκύριοι, συννομείς και συγκάτοχοι του αναλυτικώς περιγραφόμενου, κατά θέση, έκταση και όρια, ακινήτου οικοπέδου, κείμενου στη θέση «…….» στην Ύδρα, εκτάσεως 440 τ.μ., δυνάμει της υπ’ αριθ. …/2015 πράξης αποδοχής κληρονομιάς της συμβολαιογράφου Πειραιώς ………, νομίμως μεταγραφείσας στα οικεία βιβλία του Υποθηκοφυλακείου Ύδρας, και ειδικότερα ο πρώτος, ο δεύτερος και η τρίτη εξ αυτών σε ποσοστό 1/3 εξ αδιαιρέτου, και οι λοιπές (4η και 5η) σε ποσοστό 3/9 εξ αδιαιρέτου, εκάστη, αντιστοίχως. Επίσης, ότι από την 14-2-2014, που απεβίωσε η δικαιοπάροχός τους ………, νέμονται από κοινού, κατά το ως άνω ποσοστό έκαστος, αντιστοίχως, το εν λόγω ακίνητο, συνεχώς και αδιαλείπτως με πράξεις προσιδιάζουσες στη φύση του, προσμετρώντας στο χρόνο νομής τους και εκείνον των δικαιοπαρόχων τους. Ακόμη, εξέθεσαν ότι, στις 30-4-2015, διαπίστωσαν ότι ο εναγόμενος τους απέβαλε από τη νομής τους σε κάποια τμήματα του ακινήτου τους αυτού, διαταράσσοντας τη νομή τους στο υπόλοιπο τμήμα του ίδιου ακινήτου, και ειδικότερα, ότι: α)κατασκεύασε στο οικόπεδο τους πρόχειρο παράπηγμα από ασβεστόλιθους, ξύλα και λαμαρίνες, επιφανείας 10-15 τ.μ., εντός του οποίου είχε τοποθετήσει το άλογο του, β)περιέφραξε άλλο τμήμα του οικοπέδου τους επιφανείας 20-25 τ.μ. με πλαστικό πλέγμα, γ) περιέφραξε άλλο τμήμα του οικοπέδου τους εντός του οποίου είχε φυτέψει κηπευτικά και δ) σε άλλα σημεία του οικοπέδου τους είχε εναποθέσει διάφορα αντικείμενα. Μάλιστα, ανέφεραν ότι, κατά την ανωτέρω ημεροχρονολογία, ο εναγόμενος δήλωσε προς αυτούς ότι έχει αποκτήσει το εν λόγω ακίνητο με νόμιμο κληρονομικό δικαίωμα από την μητέρα του. Επιπλέον, εξέθεσαν ότι λόγω της ανωτέρω προσβολής της άσκησης της νομής τους στο ακίνητο αυτό, δηλαδή από την ως άνω παράνομη συμπεριφορά του εναγόμενου, έχουν υποστεί ηθική βλάβη, διότι ο εναγόμενος δεν τους επιτρέπει να ασκήσουν τα νόμιμα δικαιώματα τους και, ειδικότερα να προβούν στην πώληση του ακινήτου τους αυτού, την οποία επιθυμούν. Περαιτέρω, βάσει της ανωτέρω αγωγής, οι ενάγοντες ζήτησαν να αναγνωριστούν συννομείς του εν λόγω  ακινήτου κατά τα ως άνω ποσοστά έκαστος, αντιστοίχως, να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να τους αποδώσει την νομή των επιμέρους καταληφθέντων τμημάτων του ακινήτου τους, από τα οποία τους έχει αποβάλει και να εγκατασταθούν αυτοί, να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να απομακρύνει από το ακίνητο αυτό όλα τα αντικείμενα που έχει τοποθετήσει σε αυτό, άλλως, σε περίπτωση μη συμμόρφωσης του, να τους επιτραπεί, με δαπάνες του εναγόμενου, να πραγματοποιήσουν οι ίδιοι τις ενέργειες απομάκρυνσης τους, και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να παραλείπει κάθε μελλοντική  πράξη διατάραξης της νομής τους, με απειλή χρηματικής ποινής ποσού 6.000 ευρώ και προσωπική κράτηση διάρκειας 6 μηνών, για κάθε παράβαση της παρούσας απόφασης, καθώς και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να καταβάλει σε έκαστο εκ των εναγόντων το συνολικό ποσό των 6.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που προκάλεσε η σχετική συμπεριφορά του, τέλος, επικουρικώς, ζήτησαν να τους αποδοθεί η νομή των εδαφικών τμημάτων από τα οποία έχουν αποβληθεί, σύμφωνα με τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού, γιατί, κατά τους ισχυρισμούς τους, ο εναγόμενος πλουτίζει νεμόμενος παρανόμως τα εδαφικά τμήματα αυτά. Με την εκκαλούμενη απόφαση η προαναφερθείσα αγωγή  έγινε δεκτή κατά ένα μέρος, ως ουσιαστικώς βάσιμη, και αναγνωρίσθηκαν οι ενάγοντες  –  εφεσίβλητοι ως συννομείς του εν λόγω ακινήτου, κατά τα ως άνω ποσοστά, αντιστοίχως, (ενώ απορρίφθηκε αυτή ως αόριστη όσον αφορά στο μέρος της περί διατάραξης της σχετικής νομής και στο συναφές αίτημα περί επιδίκασης χρηματικής ικανοποίησης, καθώς και ως μη νόμιμη ως προς την επικουρική βάση της περί του αδικαιολόγητου πλουτισμού). Κατά της ως άνω αποφάσεως παραπονείται ο εκκαλών με την κρινόμενη έφεση του, για λόγους που στο σύνολο τους ανάγονται σε μη ορθή εφαρμογή του νόμου και εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί να εξαφανιστεί, άλλως να μεταρρυθμισθεί, η προσβαλλόμενη απόφαση, ώστε η ως άνω αγωγή να απορριφθεί στο σύνολό της, κατά ειδικότερα εκτιθέμενα στην έφεση.

Σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 984 παρ. 1 του ΑΚ, η νομή προσβάλλεται είτε με διατάραξη είτε με αποβολή του νομέα, εφόσον αυτές γίνονται παράνομα και χωρίς τη θέληση του. Προσβολή της νομής αποτελεί κάθε θετική πράξη ή παράλειψη του προσβολέα που συνεπάγεται είτε αποβολή του νομέα από τη νομή είτε διατάραξη του νομέα στην άσκηση της νομής του. Επίσης, σε περίπτωση απλής αμφισβήτησης της νομής, η οποία δεν συνιστά διατάραξη αυτής, ο νομέας είναι δυνατόν να ασκή­σει, κατά του προσβάλλοντος το σχετικό δικαίωμά του, αγωγή αναγνωριστική της νομής του. Η αναγνωριστική αυτή αγωγή, που κατα­τείνει στην έμμεση προστασία της νομής είναι αυτοτελής και ανεξάρτητη των υπολοίπων αγωγών για την προστασία της νομής (περί αποβολής και διατάραξης αυ­τής) εκ των άρθρων 987 και 989 του ΑΚ και προϋποθέτει μόνον την ύπαρξη εννόμου συμφέροντος του ενάγοντος για την άρση της υπάρχουσας αβεβαιότητας σχετικώς με την ύπαρξη της νομής. Πάντως, η διατάραξη της νομής δεν ταυτίζεται με την απλή αμφισβήτηση αυτής (νομής), καθόσον η πρώτη απαιτεί υλική επενέργεια επί του πράγματος (βλ. ΑΠ 585/2016 ΝΟΜΟΣ, ΕφΛαρ (Μον) 62/2014 Δικογραφία 2014 822, ΕφΠατρ 810/2006 ΑχαΝομ 2007 463). Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 992 του ΑΚ, οι αξιώσεις από την αποβολή και διατάραξη της νομής παραγράφονται μετά ένα έτος από την αποβολή ή τη διατάραξη. Από τη διάταξη αυτή, σε συνδυασμό με αυτές των άρθρων 984 παρ. 1, 987, 989 του ΑΚ, προκύπτει ότι, κατά την κρατούσα άποψη, αφετήριος χρόνος της ανωτέρω ενιαύσιας παραγραφής των αξιώσεων του νομέα από την αποβολή ή διατάραξη, είναι το γεγονός της αποβολής ή της διατάραξης, αντιστοίχως. Ειδικότερα, η παραγραφή αυτή αρχίζει, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 241 παρ. 1, 242, 243 παρ. 3 του ΑΚ, από την επόμενη ημέρα κατά την οποία διενεργήθηκε η αποβολή ή από την επόμενη ημέρα κατά την οποία έλαβε χώρα η διατάραξη, και λήγει, καθεμία από αυτές, όταν παρέλθει η τελευταία ημέρα, δηλαδή η αντίστοιχη προς την ημέρα έναρξης ημέρα του έτους, ανεξαρτήτως της γνώσεως του νομέα ως προς το γεγονός της αποβολής ή της διατάραξης, με εξαίρεση μόνο στην περίπτωσης της αντιποίησης της νομής ακινήτου (άρθρο 982 ΑΚ) και από το βοηθό νομής (βλ. ΟλΑΠ 1/2011 ΕλλΔνη 2011 676, ΑΠ 95/2019 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 861/2007 ΝΟΜΟΣ, ΕφΔωδ (Μον) 2/2015 ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 5650/2011 ΕλλΔνη 2012 526, ΕφΑθ 2639/2004 ΕλλΔνη 2005 579). Η ανωτέρω σύντομη παραγραφή συνάδει προς τη λειτουργία της νομής ως συστήματος προσωρινής ρύθμισης και διατήρησης της σχέσης του προσώπου προς το πράγμα. Ειδικότερα, μετά την παρέλευση του ανωτέρου χρονικού διαστήματος (ενός έτους) θεωρείται ότι παγιώθηκε μια νέα κατάσταση νομής, η οποία στο πλαίσιο του συστήματος της προσωρινής ρύθμισης των εμπραγμάτων σχέσεων πρέπει να είναι απρόσβλητη, έστω και αν κάποτε δημιουργήθηκε παρανόμως. Μάλιστα, η μακρόχρονη δυνατότητα ανατροπής της σχετικής κατάστασης δεν συνυφαίνεται με την προσωρινότητα που χαρακτηρίζει την εν λόγω σχέση, ενώ προσκρούει και στην ανάγκη προστασίας της σχέσης του νέου νομέα με το πράγμα. Εξάλλου, μετά τη συμπλήρωση του εν λόγω έτους, από το γεγονός της διατάραξης ή της αποβολής, ο προσβληθείς διατηρεί τα δικαιώματα του από τα άλλα σχετικά εμπράγματα δικαιώματα (κυριότητα, επικαρπία κλπ, βλ. Α. Γεωργιάδη εις ΑΚ Γεωργιάδη – Σταθόπουλου τ. V  αρθρ. 992 αρ. 1 σελ. 289, Β. Βαθρακοκοίλη ΕΡΝΟΜΑΚ τ. Δ αρθρ. 992 αρ. 2 σελ. 251, Κουμάνη εις ΣΕΑΚ Α. Γεωργιάδη τ. ΙΙ αρθρ. 992 αρ. 1 σελ. 97). Εξάλλου, κατά το άρθρο 247 του ΑΚ σε παραγραφή υπόκειται η αξίωση, δηλαδή το δικαίωμα να απαιτήσει κάποιος από άλλον μια πράξη ή μια παράλειψη. Επομένως, η αναγνωριστική αγωγή, με την οποία δεν ασκείται αξίωση, δεν υπόκειται αυτή καθεαυτή σε παραγραφή, πλην όμως δεν υφίσταται έννομο συμφέρον προς έγερσή της, κατά το άρθρο 70 του ΚΠολΔ, και για το λόγο αυτόν καθίσταται απορριπτέα αυτή (αναγνωριστική αγωγή), εάν η αντίστοιχη καταψηφιστική αγωγή, εφόσον υφίσταται τέτοια, υπέπεσε σε παραγραφή (βλ. ΑΠ 192/2008 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 324/2003 ΕλλΔνη 2003 184, ΕφΛαρ (Μον) 62/2014 ο.π., ΕφΠατρ 810/2006 ο.π.).

Από την επανεκτίμηση όλων ανεξαιρέτως των εγγράφων, που οι διάδικοι νομίμως προσκομίζουν και επικαλούνται είτε για να ληφθούν υπόψη ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, είτε ως δικαστικά τεκμήρια, των υπ’ αριθ. …/12-7-2016 και …./12-7-2016 ενόρκων βεβαιώσεων, οι οποίες συντάχθηκαν, με την επιμέλεια των εναγόντων, ενώπιον της συμβολαιογράφου Εορδαίας Κοζάνης ……… και της συμβολαιογράφου Καλλιθέας Αττικής …….., αντιστοίχως, κατόπιν νομίμου κλητεύσεως του εναγομένου (βλ. την υπ’ αριθ. …./5-7-2016 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών με έδρα στο Πρωτοδικείο Αθηνών . ….), των υπ’ αριθ. ../14-7-2016 και …./14-7-2016 ενόρκων βεβαιώσεων, οι οποίες συντάχθηκαν, με την επιμέλεια του εναγομένου, ενώπιον της συμβολαιογράφου Ύδρας ……., κατόπιν νομίμου κλητεύσεως των εναγόντων (βλ. την υπ’ αριθ. …/1-7-2016 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Πειραιώς με έδρα στο Πρωτοδικείο Πειραιώς …….), καθώς και  των υπ’ αριθ. ………../14-11-2018 ενόρκων βεβαιώσεων, οι οποίες συντάχθηκαν, με την επιμέλεια του εναγομένου, ενώπιον του συμβολαιογράφου Ύδρας .. ., κατόπιν νομίμου κλητεύσεως των εναγόντων (βλ. την υπ’ αριθ. …/8-11-2018 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών με έδρα στο Πρωτοδικείο Αθηνών ………) και οι οποίες προσκομίζονται για πρώτη φορά στην προκείμενη  κατ’ έφεση δίκη, καθόσον δεν προέκυψε ότι αυτές δεν είχαν προσκομισθεί στην πρωτόδικη δίκη από πρόθεση στρεψοδικίας ή λόγω βαριάς αμέλειας (άρθρο 529 ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει της υπ’ αριθ. …/2015 πράξης αποδοχής κληρονομιάς της συμβολαιογράφου Πειραιώς ………., νομίμως μεταγραφείσας στα οικεία βιβλία του Υποθηκοφυλακείου Ύδρας (τομ. .., α.α. …), οι ενάγοντες κατέστησαν συγκύριοι, ο πρώτος, ο δεύτερος και η τρίτη εξ αυτών σε ποσοστό 1/9 εξ αδιαιρέτου, έκαστος, η τέταρτη και η πέμπτη εξ αυτών σε ποσοστό 3/9 εξ αδιαιρέτου, εκάστη, του ακολούθως περιγραφομένου οικοπέδου, εκτάσεως 440 τμ., που βρίσκεται στη θέση «……..» του δήμου Ύδρας, εντός ορίου οικισμού Ύδρας. Ειδικότερα, το ανωτέρω ακίνητο εμφαίνεται στο από Μαΐου 1988 τοπογραφικό διάγραμμα του υπομηχανικού …….., με τα κεφαλαία αλφαβητικά γράμματα ΚΛΜΝΞΟΚ, νομίμως προσαρτημένου στην προαναφερθείσα πράξη αποδοχής κληρονομίας, και συνορεύει βορειοδυτικά σε πλευρά ΛΜ μήκους 27,40 μ. με ιδιοκτησία κληρονόμων ……, βορειοανατολικά σε πρόσωπο ΚΛ μήκους 12,20 μ. με οδό και πέραν αυτής με ιδιοκτησία ……….., νοτιοανατολικά σε πρόσωπο ΞΟ μήκους 22,30 μ. εν μέρει με κοινόχρηστο δημοτικό χώρο και εν μέρει με οδό και πέραν αυτής με ιδιοκτησία πρώην ……… και ΟΚ μήκους 6,30 μ. με οδό και πέραν αυτής με ιδιοκτησία πρώην ………. και νοτιοδυτικά σε τεθλασμένη πλευρά ΜΝ μήκους 5,10 μ. και ΝΞ μήκους 15,70 μ. με κοινόχρηστο δημοτικό χώρο. Οι ενάγοντες απέκτησαν την κυριότητα του ανωτέρω κινητού, κατά το ως άνω ποσοστό έκαστος, ως εξ αδιαθέτου κληρονόμοι της …….., θείας του πρώτου, του δεύτερου και της τρίτης των εναγόντων και αδελφής της τέταρτης και της πέμπτης των εναγόντων, η οποία απεβίωσε στις 14-2-2014. Η προαναφερθείσα κληρονομουμένη είχε αποκτήσει την κυριότητα του εν λόγω ακινήτου ως εκ διαθήκης κληρονόμος του συζύγου της …….., ο οποίος απεβίωσε στις 15-2-1974, δυνάμει της υπ’ αριθ. …/1974 δημόσιας διαθήκης του τελευταίου, συνταχθείσας ενώπιον του συμβολαιογράφου Αθηνών …….., νομίμως δημοσιευθείσας με τα υπ’ αριθ. 616/1974 πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών. Μάλιστα, δυνάμει της υπ’ αριθ. 2548/1974 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών πιστοποιήθηκε ότι η ……….. ήταν η μόνη εκ διαθήκης κληρονόμος του αποβιώσαντος συζύγου της σε όλα τα κατά το χρόνο του θανάτου του περιουσιακά στοιχεία της κληρονομιάς, εκδοθέντος σχετικώς του υπ’ αριθ. 959/1974 πιστοποιητικού κληρονομητηρίου. Επίσης, στο …………. το ανωτέρω ακίνητο είχε περιέλθει από κληρονομιά του, κατά την 28-12-1941, αποβιώσαντος άνευ διαθήκης πατρός του ………, ο οποίος κληρονομήθηκε από τη σύζυγο του ……. κατά ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου και από τα τέκνα του …….και …. κατά ποσοστό 1/4 εξ αδιαιρέτου από τον καθένα τους. Ειδικότερα, μετά τον επισυμβάντα, στις 22-5-1963, θάνατο της ……., το εξ αδιαιρέτου μερίδιο της περιήλθε κατ ισομοιρία στους εξ αδιαθέτου κληρονόμους της …. και …….. και, στη συνέχεια, μετά το θάνατο της τελευταίας, στις 22-8-1966, στον προαναφερθέντα αδελφό της. Ακόμη, μετά το θάνατο του τελευταίου, η …….. …… αποδέχθηκε τη σχετική κληρονομία με την υπ’ αριθ. …/1974 πράξη του προαναφερθέντος συμβολαιογράφου, νομίμως μεταγραφείσας στα οικεία βιβλία του Υποθηκοφυλακείου Ύδρας (τομ. …, α.α. ….), δηλαδή τόσο την κληρονομία του συζύγου της όσο και την επαχθείσα σε αυτόν κληρονομία της μητέρας του .. και της αδελφής του …. Σημειωτέον ότι οι προαναφερθέντες δικαιοπάροχοι των εναγόντων (άμεση και απώτεροι) ασκούσαν επί του εν λόγω ακινήτου διάφορες πράξεις νομής, οι οποίες προσιδιάζουν στη φύση του, όπως εν γένει εποπτεία με τακτικές επισκέψεις σ’ αυτό, καλλιέργεια φυτών, καθαρισμό του χώρου αυτού, συντήρηση της περίφραξης του. Μάλιστα, στις 9-9-1975, η δικαιοπάροχος των εναγόντων ………. προέβη σε συμβιβασμό με τον αρμόδιο οικονομικό έφορο σχετικώς με την ανωτέρω κληρονομιαία ακίνητη περιουσία, στην οποία περιλαμβανόταν και το εν λόγω ακίνητο, και κατέβαλε τον ανάλογο φόρο κληρονομιάς, ενώ στις 15-6-1982 προέβη σε δήλωση φόρου ακίνητης περιουσίας, στην οποία περιέλαβε και το ακίνητο αυτό. Εξάλλου, από την 14-2-2014 που απεβίωσε η προαναφερθείσα δικαιοπάροχος των εναγόντων, η ως άνω νομή της επί του εν λόγω ακινήτου μεταβιβάστηκε στους τελευταίους και έκτοτε αυτοί ασκούν, διανοία κυρίου, όλες τις προσιδιάζουσες στη φύση αυτού σχετικές πράξεις, όπως την εν γένει εποπτεία με επισκέψεις σ’ αυτό, μάλιστα, οι ενάγοντες έχουν απευθυνθεί σε μεσίτη στην Ύδρα, με σκοπό να του αναθέσουν την πώληση του, επιπλέον, αυτοί περιλαμβάνουν το εν λόγω ακίνητο σε σχετικές δηλώσεις τους προς την αρμόδια Δ.Ο.Υ. .

Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι, κατά το Σεπτέμβριο του έτους 1998, ο εναγόμενος είχε καταλάβει τμήμα του εν λόγω ακινήτου, εμβαδού 11,84 τ.μ., επί του οποίου κατασκεύασε παράπηγμα (παράγκα) από ασβεστόλιθους, διαστάσεων 3,20 μ. επί 3,70 μ., και είχε ασφαλίσει (με λουκέτο) τη θύρα εισόδου της σχετικής περίφραξης. Για τις ενέργειες αυτές του εναγομένου, η προαναφερθείσα δικαιοπάροχος των εναγόντων (………) προέβη σε σχετική αναφορά προς τη Διεύθυνση Πολεοδομίας και Περιβάλλοντος της Νομαρχίας Πειραιώς, και στη συνεχεία, επιβλήθηκε πρόστιμο και διατάχθηκε η κατεδάφιση του ανωτέρω κατασκευάσματος (παράγκας), η οποία, όμως ουδέποτε πραγματοποιήθηκε. Ακόμη, ο εναγόμενος αμφισβήτησε την κυριότητα της δικαιοπαρόχου των εναγόντων επί του εν λόγω ακινήτου, ισχυριζόμενος ότι αυτό ανήκει στην μητέρα του ………., η οποία με μεταγενέστερη δήλωση της προς την προαναφερθείσα υπηρεσία ανέφερε ότι είναι κυρία του οικοπέδου, δυνάμει της υπ’ αριθ. ../1998 πράξης αποδοχής κληρονομιάς της συμβολαιογράφου Πειραιώς ……, νομίμως μεταγραφείσας στα οικεία βιβλία του Υποθηκοφυλακείου Ύδρας (τομ. .., α.α. ..). Κατόπιν, η δικαιοπάροχος των εναγόντων (…) άσκησε την από 22-10-2002 (υπ’ αριθ. κατάθεσης …/2002) αγωγή της κατά του εναγόμενου, με την οποία ζήτησε να αναγνωριστεί ως κυρία του εν λόγω ακινήτου και να της αποδώσει ο εναγόμενος αυτό, το οποίο είχε ως άνω καταλάβει, κατά το Σεπτέμβριο του έτους 1998. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 1561/2007 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την οποία έγινε δεκτή αυτή (αγωγή), μάλιστα, στη συνέχεια, εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 442/2008 απόφαση του Εφετείου Πειραιώς, με την οποία απορρίφθηκε η έφεση που είχε ασκήσει ο εναγόμενος κατά της ανωτέρω πρωτόδικης αποφάσεως.  Επιπλέον, προς εκτέλεση της ανωτέρω δικαστικής αποφάσεως (υπ’ αριθ. 1561/2007) συντάχθηκε η υπ’ αριθ. ../23-10-2009 έκθεση βιαίας αποβολής και εγκατάστασης του δικαστικού επιμελητή ……, βάσει της οποίας αποβλήθηκε ο εναγόμενος από το εν λόγω ακίνητο και εγκαταστάθηκε σ’ αυτό η ………. Ωστόσο, μετά τις ανωτέρω δικαστικές ενέργειες, ο εναγόμενος εξακολούθησε να προβαίνει σε αντίστοιχες με τις προαναφερθείσες πράξεις, με τις οποίες προσέβαλε το δικαίωμα κυριότητας και νομής στο εν λόγω ακίνητο της δικαιοπαρόχου των εναγόντων και, μετά το θάνατο αυτής, των ίδιων των εναγόντων. Έτσι, στις 30-4-2015, κατά τη διάρκεια επίσκεψης των εναγόντων στο εν λόγω ακίνητο, αυτοί διαπίστωσαν ότι ο εναγόμενος, ενεργώντας αυθαιρέτως, είχε τοποθετήσει στο ανωτέρω παράπηγμα (παράγκα) το άλογό του και είχε περιφράξει κάποια τμήματα του ακινήτου, στα οποία αυτός (εναγόμενος) είχε φυτέψει διάφορα είδη κηπευτικών, καθώς και σε κάποια σημεία αυτού (ακινήτου) είχε τοποθετήσει διάφορά αντικείμενα (βαρέλια, τενεκέδες, καφάσια). Οι προαναφερθείσες ενέργειες του εναγομένου επί του εν λόγω ακινήτου, οι οποίες διατάραξαν τη σχετική νομή των εναγόντων, δεν πραγματοποιήθηκαν κατά το χρόνο της ανωτέρω επίσκεψης των εναγόντων στο χώρο του ακινήτου αυτού (30-4-2015), αλλά, όπως προαναφέρθηκε, διενεργούντο από τότε που το εν λόγω ακίνητο ανήκε στη δικαιοπάροχο των εναγόντων (……..)  και εξακολούθησαν και μετά το θάνατό της (στις 14-2-2014). Ειδικότερα, όπως προαναφέρθηκε, το ανωτέρω κατασκεύασμα (παράγκα) υφίστατο, ήδη, από το Σεπτέμβριο του έτους 1998, ενώ η χρήση αυτού, ως στάβλου, καθώς και άλλων τμημάτων του εν λόγω ακινήτου, ως χώρου καλλιέργειας ειδών κηπευτικών, από τον εναγόμενο εξακολούθησε και μετά τον Οκτώβριο του έτους 2009, που συντάχθηκε η προαναφερθείσα υπ’ αριθ. …./23-10-2009 έκθεση βιαίας αποβολής και εγκατάστασης. Το τελευταίο γεγονός περί της εξακολούθησης, καθ’ όλο το ανωτέρω χρονικό διάστημα, από τον εναγόμενο των προαναφερθεισών πράξεων που διαταράσσουν τη νομή των εναγόντων (και προηγουμένως της δικαιοπαρόχου τους) επί του εν λόγω ακινήτου συνάγεται, ιδίως, από τις ανωτέρω υπ’ αριθ. …….. ένορκες βεβαιώσεις των ……….., αντιστοίχως, οι οποίοι, έχοντας ιδία αντίληψη ως μόνιμοι κάτοικοι της Ύδρας, αναφέρουν ότι το ανωτέρω παράπηγμα (παράγκα) χρησιμοποιείται από τον εναγόμενο ως στάβλος, επί συνεχές χρονικό διάστημα 40 ετών περίπου μέχρι τώρα, και ότι, κατά το ίδιο χρονικό διάστημα, ο εναγόμενος επιμελείται των φυτών που υπάρχουν στο ακίνητο αυτό και συλλέγει τους καρπούς τους. Επίσης, στην ανωτέρω υπ’ αριθ. …./12-7-2016 ένορκη βεβαίωση (που συντάχθηκε με επιμέλεια των εναγόντων) η ………. αναφέρει ότι, και μετά το έτος 2009, η … .. είχε διαπιστώσει ότι ο εναγόμενος εξακολουθούσε να κάνει χρήση του χώρου του εν λόγω ακινήτου και να τοποθετεί εκεί το άλογό του. Ακόμη, από την επισκόπηση των σχετικών φωτογραφιών, που προσκομίζουν οι διάδικοι προκύπτει ότι τα φυτά που υπάρχουν στο εν λόγω ακίνητο, τα οποία, ως άνω καλλιεργούνται εκεί από τον εναγόμενο, είναι σε καλή κατάσταση και έχουν ιδιαίτερη ανάπτυξη, δηλαδή συνάγεται η διαρκής φροντίδα τους στο χώρο αυτό, για σημαντικό χρονικό διάστημα, αφού σε διαφορετική περίπτωση δεν θα δικαιολογείτο η ανωτέρω κατάστασή τους. Επιπλέον, από τις ίδιες φωτογραφίες προκύπτει ότι τα περισσότερα από τα μεταλλικά στηρίγματα (πάσσαλοι) της περίφραξης, η οποία ως άνω τοποθετήθηκε εκεί από τον εναγόμενο, είναι σε κατάσταση ιδιαίτερης οξείδωσης (σκουριασμένα), δηλαδή από την κατάστασή τους αυτή συνάγεται ότι βρίσκονται στο χώρο αυτό για σημαντικό χρονικό διάστημα. Εξάλλου, η ανωτέρω κρίση περί του χρόνου διενέργειας των ως άνω πράξεων του εναγομένου, που προσβάλουν τη νομή των εναγόντων στο εν λόγω ακίνητο, ενισχύεται και από το ότι οι ίδιοι οι ενάγοντες – εφεσίβλητοι, με τις προτάσεις που κατέθεσαν ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, δεν ισχυρίζονται ότι οι ως άνω επικληθείσες από αυτούς (στην ένδικη αγωγή) ενέργειες του εναγομένου επί του εν λόγω ακινήτου πραγματοποιήθηκαν, κατά την 30η Απριλίου 2015, που επισκέφθηκαν το ακίνητο αυτό, αλλά μόνον ότι τότε διαπίστωσαν τις ενέργειες αυτές. Έτσι, κατά το χρόνο που η ένδικη αγωγή κατατέθηκε (15-4-2016) και, στη συνέχεια, επιδόθηκε στον εναγόμενο, δηλαδή στις 20-4-2016 (βλ. την υπ’ αριθ. …/20-4-2016 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών με έδρα στο Πρωτοδικείο Αθηνών . …..), είχε παρέλθει χρονικό διάστημα μεγαλύτερο του ενός έτους από τις προαναφερθείσες ενέργειες του εναγομένου, οι οποίες, όπως επικαλούνται οι ενάγοντες, διατάραξαν τη νομή τους επί του εν λόγω ακινήτου, δοθέντος ότι οι πράξεις αυτές είχαν διενεργηθεί, τουλάχιστον, κατά τα τέλη του έτους 2009, όπως προεκτέθηκε. Επομένως, κατά τη σχετική βάσιμη ένσταση του εναγομένου, η οποία είχε προβληθεί πρωτοδίκως (με τις πρωτόδικες προτάσεις του) και επαναφέρεται, νομίμως, με τον πρώτο λόγο της έφεσής του, έχει συμπληρωθεί ο χρόνος παραγραφής της σχετικής αξίωσης περί προστασίας της επικληθείσας νομής των εναγόντων επί του εν λόγω ακινήτου, κατ’ άρθρον 992 του ΑΚ, δοθέντος ότι, όπως προεκτέθηκε, η έναρξη του χρόνου της παραγραφής αυτής δεν συνδέεται με τη σχετική γνώση του δικαιούχου. Σημειωτέον ότι η ανωτέρω ένσταση είναι ορισμένη (άρθρο 262 ΚΠολΔ) γιατί περιέχονται σ’ αυτήν, επαρκώς,  τα γεγονότα που τη θεμελιώνουν, δηλαδή οι εκτιθέμενες πράξεις του εναγομένου επί του εν λόγω ακινήτου (χρήση της παράγκας ως στάβλου, περίφραξης του χώρου με τα κηπευτικά κλπ), συνεχώς επί 30 έτη, τουλάχιστον, καθώς και ο χρόνος που διέδραμε από τη διενέργεια των ως άνω πράξεων του εναγομένου επί του εν λόγω ακινήτου μέχρι την άσκηση της αγωγής, χωρίς να είναι αναγκαίο να αναφέρεται και ο χρόνος που χρειαζόταν για τη συμπλήρωση της παραγραφής (ενός έτους), κάτι άλλωστε που προκύπτει από τη σχετικώς επικληθείσα διάταξη (992 ΑΚ), επιπλέον περιλαμβάνεται σ’ αυτήν αίτημα παραδοχής αυτής (ένστασης) και απόρριψης της αγωγής ως απαράδεκτης (βλ. ΑΠ 874/2008 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1118/2003 ΝΟΜΟΣ). Ως εκ τούτου, σύμφωνα με τις προεκτεθείσες σκέψεις, η ένδικη αγωγή περί αναγνωρίσεως των εναγόντων ως συννομέων του ακινήτου αυτού είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη, λόγω ελλείψεως εννόμου συμφέροντος, ενόψει του ότι η αγωγή αυτή συνδέεται με την αντίστοιχη καταψηφιστική περί προστασίας της ανωτέρω νομής (περί αποβολής και διατάραξης), η οποία, μάλιστα, έχει σωρευθεί στο δικόγραφο της ίδιας ένδικης αγωγής (που απορρίφθηκε πρωτοδίκως κατά το αντίστοιχο μέρος της ως αόριστη). Ειδικότερα, η ανωτέρω αναγνωριστική αγωγή, κατά τα εκτιθέμενα σ’ αυτήν, δεν είναι αυτοτελής καθόσον δεν αφορά σε απλή αμφισβήτηση του επικληθέντος δικαιώματος της νομής των εναγόντων επί του εν λόγω ακινήτου, αλλά συνδέεται με τις ως άνω επικληθείσες υλικές πράξεις του εναγομένου σχετικώς με τη διατάραξη της νομής αυτής. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο το οποίο με την εκκαλούμενη απόφασή του, απορρίπτοντας την ανωτέρω ένσταση του εναγομένου, δέχθηκε, κατά τα ως άνω, μερικώς, την ένδικη αγωγή έσφαλε, κατά το σχετικό βάσιμο λόγο (πρώτο) της εφέσεως.

Κατ’ ακολουθίαν των προεκτεθέντων, η ένδικη έφεση, πρέπει να γίνει δεκτή ως κατ’ ουσίαν βάσιμη, και να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση , αφού δε η εν λόγω υπόθεση κρατηθεί προς εκδίκαση κατ’ ουσίαν στο Δικαστήριο αυτό, πρέπει η προαναφερθείσα αγωγή να απορριφθεί ως απαράδεκτη (λόγω ελλείψεως εννόμου συμφέροντος). Εξάλλου, η δικαστική δαπάνη, και των βαθμών δικαιοδοσίας, πρέπει να συμψηφισθεί στο σύνολό της μεταξύ των διαδίκων, λόγω του ότι η ερμηνεία των κανόνων δικαίου που εφαρμόσθηκαν ήταν ιδιαιτέρως δυσχερής (άρθρα 179 και 183 του ΚΠολΔ). Τέλος, πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή του παραβόλου που κατατέθηκε για την άσκηση της εφέσεως στον εκκαλούντα (άρθρο 495 παρ. 4 του ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται τυπικώς και κατ’ ουσίαν την έφεση.

Εξαφανίζει την εκκαλούμενη υπ’ αριθ. 1740/2017 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

Κρατεί και δικάζει επί της ουσίας την υπόθεση, η οποία αφορά στην αναφερθείσα στο σκεπτικό από 28-3-2015 (υπ’ αριθ. καταθ. ………./2016) αγωγή.

Απορρίπτει την ανωτέρω αγωγή.

Συμψηφίζει τη δικαστική δαπάνη των διαδίκων και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας.

Διατάσσει την επιστροφή στον εκκαλούντα του παραβόλου (υπ’ αριθ. κωδ. ….. . ./2017, ποσού 100 ευρώ), που κατατέθηκε για την άσκηση της εφέσεως.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά στις  9-1-2020 σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους.

    Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                             Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ