Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 6/2020

Αριθμός     6/2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Ευαγγελία Πανταζή, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  Γ.Λ..

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 Κατά τη διάταξη του άρθρου 699 ΚΠολΔ οι αποφάσεις, που δέχονται ή απορρίπτουν αιτήσεις ασφαλιστικών μέτρων δεν προσβάλλονται με κανένα ένδικο μέσο, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά, όπως συμβαίνει σε κάθε είδους υποθέσεις νομής ή κατοχής, για τις οποίες επιτρέπεται έφεση κατά της απόφασης του αρμόδιου καθ’ύλην ειρηνοδικείου, κατά το άρθρο 733 ΚΠολΔ (άρθρ.734 παρ.3 ΚΠολΔ). Το ασφαλιστικό μέτρο της προσωρινής ρύθμισης κατάστασης εισάγεται στο καθ’ύλην αρμόδιο μονομελές πρωτοδικείο (άρθρ.683παρ.1 ΚΠολΔ), οπότε κατά της απόφασής του, είτε δέχεται είτε απορρίπτει σχετική αίτηση, δεν επιτρέπεται έφεση και η τυχόν ασκηθείσα απορρίπτεται, ως απαράδεκτη.

Στην προκειμένη περίπτωση, ο εκκαλών, με την από 16-11-2016 αίτησή του προς το πρωτοβάθμιο δικαστήριο ισχυρίστηκε τα εξής: Ότι είχε έλθει σε διαπραγματεύσεις με την εφεσίβλητη τράπεζα για την αγορά απ’αυτήν ενός ακινήτου, κατά τις οποίες η εφεσίβλητη ανακοίνωσε ότι δέχεται σφραγισμένες προσφορές και ο εκκαλών κατέθεσε τέτοια προσφορά με τίμημα 400.000 ευρώ, η οποία έγινε εγγράφως δεκτή από την εφεσίβλητη, ενώ αυτός αγνοούσε την ύπαρξη των κατωτέρω ατελειών. ‘Οτι το ακίνητο αυτό είχε αποκτηθεί από την εφεσίβλητη με άκυρο και παράνομο τρόπο και ότι εκκρεμούσαν διαδικασίες νομιμοποίησης πολεοδομικών παραβάσεων, οι οποίες έπρεπε να νομιμοποιηθούν και περαιτέρω να γίνει ανακατασκευή του κτιρίου με έκδοση νέας οικοδομικής άδειας. Ότι λόγω της καθυστέρησης, για αντικειμενικούς λόγους, της μεταβίβασης σ’αυτόν της κυριότητας, νομής και κατοχής του ακινήτου, αναγκαίου για τις επιχειρήσεις του, προκλήθηκε σ’αυτόν οικονομική βλάβη. Ότι κάλεσε εγγράφως την εφεσίβλητη να συναινέσει στη λήψη ασφαλιστικών μέτρων προσωρινής ρύθμισης της κατάστασης της νομής, κατοχής και χρήσης του ακινήτου, κατά το άρθρο 731επ. ΚΠολΔ και να προβεί(αυτή) στην υποβολή σχετικής αίτησης. Ότι η εφεσίβλητη επέλεξε μονομερώς συμβολαιογράφο για τη σύνταξη του πωλητηρίου συμβολαίου. Ότι πρέπει να προηγηθεί η ολοκλήρωση των νομικών διαδικασιών και των κατασκευαστικών εργασιών, η καθυστέρηση των οποίων καθώς και η παράνομη και αυθαίρετη στέρηση της χρήσης του ακινήτου προκαλεί σ’αυτόν περαιτέρω βλάβη. Ότι συντρέχει ακόμη περίπτωση κατεπείγουσας λήψης ασφαλιστικών μέτρων προς ρύθμιση της νομής, κατοχής και χρήσης του ακινήτου, ώστε να επιτραπεί σ’αυτόν να το νέμεται και κατέχει μέχρι την οριστική μεταβίβαση της κυριότητας. Περαιτέρω, ο εκκαλών, με την από 4- 12-2016 συμπληρωματική αίτησή του προς το πρωτοβάθμιο δικαστήριο ισχυρίστηκε ότι μετά την ενημέρωσή του από την συμβολαιογράφο ότι έλαβε εντολή να συντάξει το σχετικό συμβόλαιο, ζήτησε από την εφεσίβλητη να περιληφθεί όρος στο συμβόλαιο ότι το τίμημα θα καταβληθεί μετά την αποκατάσταση των ατελειών του ακινήτου, το οποίο, όμως πρέπει να παραδοθεί σ’αυτόν με σύνταξη προσυμφώνου πωλήσεως. Ότι η εφεσίβλητη τον κάλεσε εγγράφως να υπογράψει το συμβόλαιο αγοραπωλησίας σε συγκεκριμένη ημέρα, μετά την πάροδο άπρακτη της οποίας θα ματαιωνόταν οριστικά η πώληση. Ζήτησε δε, λόγω κατεπείγουσας περίπτωσης: α)Να απαγορευθεί προσωρινά η πληρωμή απ’αυτόν του πιο πάνω τιμήματος, β)να υποχρεωθεί προσωρινό η εφεσίβλητη να του καταβάλει το ποσό των 500.000 ευρώ για τα διαφυγόντα κέρδη της επιχείρησής του και άλλες 500.000 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης από την προσβολή της προσωπικότητάς του και όλα αυτά ως προσωρινή ρύθμιση κατάστασης κατά το άρθρο 739 ΚΠολΔ.

Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την εκκαλούμενη απόφασή του, απέρριψε την αίτηση (αρχική και συμπληρωματική) ως μη νόμιμη. Βάσει όσων προαναφέρθησαν, η κρινόμενη έφεση είναι απαράδεκτη, καθ’όσον από τα ιστορούμενα στην αίτηση του εκκαλούντος δεν πρόκειται για απόρριψη αίτησης με αίτημα την προσωρινή ρύθμιση κατάστασης νομής ή κατοχής, η οποία θα δικαιολογούσε την άσκηση εφέσεως, αν είχε εισαχθεί στο αρμόδιο καθ’ύλην ειρηνοδικείο (άρθρο 783 ΚΠολΔ), αλλά απόρριψη αιτήσεως, η οποία αναφέρεται σε ενοχικές διαφορές από ευθύνη λόγω διαπραγματεύσεων και από προσβολή της προσωπικότητας, για τις οποίες ζητήθηκε η προσωρινή δικαστική προστασία από το μονομελές πρωτοδικείο, του οποίου η απόφαση είναι ανέκκλητη. Επομένως, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη έφεση και να επιβληθούν στον εκκαλούντα, λόγω της ήττας του, τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό (άρθρ.176 και 183 ΚΠολΔ)

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ με παρόντες τους διαδίκους.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ως απαράδεκτη την κρινόμενη έφεση κατά της υπ’αριθμ. 398/2017 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος του εκκαλούντος τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης, τα οποία ορίζει σε πεντακόσια (500) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις  2 Ιανουαρίου 2020, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ