Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 24/2020

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός απόφασης     24       /2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή Αγγελική Δέτση, Εφέτη, που ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς, και τη γραμματέα Γ.Λ..

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

            Η υπό κρίση έφεση  του ηττηθέντος στον πρώτο βαθμό εναγομένου κατά της υπ’ αρ. 4770/2017 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε  αντιμωλία των διαδίκων με την τακτική διαδικασία επί της από 30-6-2016 (αρ. κατάθ. ………../2016) αγωγής του ενάγοντος και ήδη εφεσίβλητου έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, με κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του εκδόντος την προσβαλλόμενη απόφαση δικαστηρίου στις 1-3-2018, ήτοι εντός προθεσμίας τριάντα ημερών από την επίδοση της εκκαλουμένης,  που έλαβε χώρα στις 8-2-2018 (βλ. με αρ. …../8-2-2018 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή Πρωτοδικείου Πειραιώς ………..), αρμοδίως δε φέρεται για να δικαστεί από το παρόν Δικαστήριο (άρθρα 19, 495 § 1, 498, 500, 511, 513, 516, 517, 518 § 1 ΚΠολΔ). Πρέπει, επομένως,  η έφεση, δεδομένου ότι για το παραδεκτό της άσκησής της έχει κατατεθεί από τον εκκαλούντα το απαιτούμενο παράβολο του δημοσίου, να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της, κατά το μέρος που μεταβιβάζεται στο παρόν Δικαστήριο (άρθρα 522, 533 ΚΠολΔ).

               Με την ένδικη αγωγή του, που άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, ο ενάγων, ήδη εφεσίβλητος, εξέθετε ότι  μαζί με τον εναγόμενο, ήδη εκκαλούντα, είναι συγκύριοι κατά ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου

ο καθένας ενός οικοπέδου, που βρίσκεται στην κτηματική περιφέρεια του Δήμου Περάματος, όπως  το περιέγραφε αναλυτικά κατά θέση, όρια και έκταση. Ότι  αποφάσισαν, από κοινού με τον εναγόμενο, και με κοινές δαπάνες, να ανεγείρουν επ’ αυτού πολυόροφη οικοδομή, την οποία, δυνάμει της υπ’ αρ. …../2009 πράξης σύστασης οριζοντίου ιδιοκτησίας της συμβολαιογράφου Πειραιώς …….., νόμιμα καταχωρηθείσας στα βιβλία του κτηματολογικού γραφείου Πειραιώς, υπήγαγαν στις διατάξεις του Ν. 3741/1929, του Ν. 1025/1971 και των άρθρων 1002 και 1117 ΑΚ και διένειμαν μεταξύ τους τις συσταθείσες οριζόντιες ιδιοκτησίες κατά τα αναφερόμενα στην αγωγή. Ότι  για την ανέγερση της οικοδομής έλαβε από την τράπεζα ……….. BANK δάνειο ποσού 95.000 ευρώ, το οποίο πιστώθηκε σε λογαριασμό κοινό του ιδίου, του εναγομένου και της συζύγου του, καθόσον ο εναγόμενος ανέλαβε, χωρίς αμοιβή, την επίβλεψη της ανέγερσης της οικοδομής, λόγω της απουσίας του ίδιου στο εξωτερικό. Ότι τον Απρίλιο του 2010 επισκέφτηκε την οικοδομή, η οποία ήταν ημιτελής, και διαπίστωσε ότι σ’ αυτήν είχαν γίνει υπερβάσεις της οικοδομικής άδειας και οι πολεοδομικές αυθαιρεσίες, που περιέγραφε στην αγωγή, συνεπεία των οποίων αλλά και λόγω οικονομικών διαφορών οι σχέσεις του με τον εναγόμενο διερράγησαν. Ότι τον Αύγουστο του 2015 επισκέφτηκε την οικοδομή ο πατέρας του, ………., που είχε αναλάβει ως πληρεξούσιος του τη φροντίδα αποπερατώσεως των ανηκόντων στον ίδιο οριζόντιων ιδιοκτησιών, ωστόσο βρήκε την κεντρική θύρα εισόδου της κλειδωμένη και, όταν ζήτησε από τον εναγόμενο, ο οποίος ήδη είχε αποπερατώσει και εγκατασταθεί στον τρίτο όροφο της οικοδομής, να του παραδώσει τα κλειδιά, αυτός αρνήθηκε απαιτώντας να εξοφληθούν πρώτα τα χρηματικά ποσά, για τα οποία είχε ήδη ασκήσει αγωγή στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς. Ότι με τον τρόπο αυτό ο εναγόμενος τον απέβαλε παράνομα και αυθαίρετα από τη νομή τόσο των οριζόντιων ιδιοκτησιών του όσο και των κοινόχρηστων χώρων της οικοδομής, την οποία ασκούσε  μέχρι και τον ανωτέρω χρόνο με τις υλικές πράξεις, που περιέγραφε στην αγωγή. Ζητούσε δε 1) ν’ αναγνωριστεί νομέας των αναφερόμενων στην αγωγή οριζόντιων ιδιοκτησιών, συννομέας κατά ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου των κοινόχρηστων και κοινόκτητων μερών της οικοδομής, 2) να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να του αποδώσει τη νομή και συννομή αυτών αντίστοιχα, 3) να κηρυχθεί η απόφαση προσωρινά εκτελεστή και τέλος να καταδικαστεί  ο αντίδικος στη δικαστική του δαπάνη. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφασή του, αφού έκρινε την αγωγή ορισμένη και νόμιμη, την έκανε δεκτή και ως ουσιαστικά βάσιμη και ακολούθως αναγνώρισε  τον ενάγοντα νομέα των αιτούμενων οριζόντιων ιδιοκτησιών, συννομέα  κατά ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου των κοινόχρηστων και κοινόκτητων μερών της οικοδομής και υποχρέωσε τον εναγόμενο να του αποδώσει τη νομή και συννομή αυτών αντίστοιχα. Επίσης, κήρυξε την καταψηφιστική διάταξη προσωρινά εκτελεστή και επέβαλε σε βάρος του εναγομένου τα δικαστικά έξοδα του ενάγοντος, τα οποία όρισε στο ποσό των 5.700 ευρώ. Κατά της απόφασης αυτής και κατά το μέρος, που μεταβιβάζεται στο παρόν δικαστήριο, παραπονείται ήδη ο εναγόμενος με τους παρακάτω λόγους της κρινόμενης έφεσής του και ζητεί να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη, ώστε στη συνέχεια να απορριφθεί η αγωγή.

Από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 974, 984 § 1 και 987 ΑΚ προκύπτει ότι, όποιος απέκτησε τη φυσική εξουσία πάνω στο πράγμα (κατοχή) είναι νομέας του, αν ασκεί την εξουσία αυτή με διάνοια κυρίου. Η νομή προσβάλλεται και με την αποβολή του νομέα, εφόσον αυτή γίνεται παράνομα και χωρίς τη θέλησή του. Ο νομέας, που αποβλήθηκε παράνομα από τη νομή, έχει δικαίωμα να αξιώσει την απόδοσή της απ’ αυτόν που νέμεται επιλήψιμα απέναντί του. Από τις αμέσως πιο πάνω διατάξεις σε συνδυασμό και με εκείνη του άρθρου 216 § 1 στοιχ. α’ ΚΠολΔ, προκύπτει ότι, αναγκαία στοιχεία της αγωγής περί αποβολής από τη νομή ακινήτου, δηλαδή της καθολικής προσβολής της νομής, αφού εξαιτίας αυτής στερείται ο νομέας ολοκληρωτικά της φυσικής εξουσίας σε όλο ή μέρος του ακινήτου, είναι η νομή του ενάγοντος κατά τον χρόνο της αποβολής, δηλαδή η φυσική εξουσία του τελευταίου με τη θέληση να είναι κύριος του ακινήτου, η περιγραφή του εν λόγω ακινήτου, η παράνομη και χωρίς τη θέληση του νομέα αποβολή του από τη νομή και το αίτημα της αγωγής, συνιστάμενο στην απόδοση της νομής (ΑΠ 1621/2009 ΕΔικΠολ 2010.424).  Εξάλλου, η  κτήση της νομής ακινήτου και η άσκησή της επ’ αυτού μπορεί να γίνει με οποιαδήποτε ενέργεια, που μαρτυρεί, κατά τις αντιλήψεις που υπάρχουν στις συναλλαγές, φυσική και με διάνοια κυρίου εξουσίαση αυτού. Αλλά η νομή, που άπαξ έχει κτηθεί, εξακολουθεί να διατηρείται από τον νομέα και χωρίς τη διαρκή ενεργό παρουσία των κτητικών όρων αυτής, χωρίς δηλαδή να είναι ανάγκη ο νομέας να διατελεί διαρκώς σε σωματική επαφή προς το πράγμα, ούτε να είναι σε συνεχή εγρήγορση και να έχει αδιάκοπα κατευθυνόμενη τη διάνοια κυρίου προς αυτό, αρκεί να έχει όμως την εποπτεία του και τη δυνατότητα άσκησης φυσικής εξουσίας κάθε στιγμή (ΑΠ 1195/2011 ΝΟΜΟΣ). Η απώλεια δε της νομής επέρχεται, όταν παύσει η φυσική εξουσία επί του πράγματος ή εκδηλωθεί αντίθετη διάνοια του νομέα (άρθρο 981 ΑΚ). Εάν όμως το ακίνητο πράγμα καταλήφθηκε από άλλον, εν αγνοία του νομέα, η νομή επ’ αυτού δεν χάνεται πριν ο νομέας πληροφορηθεί την κατάληψη και εφησυχάσει ή επιχειρήσει την ανάκτηση αυτοδυνάμως ή δικαστικώς και αποτύχει (ΑΠ 388/2010 ΝΟΜΟΣ). Ακόμη, κατά τη διάταξη του άρθρου 992 ΑΚ, οι αξιώσεις από την αποβολή και διατάραξη της νομής παραγράφονται μετά ένα έτος από την αποβολή ή τη διατάραξη. Από τη διάταξη αυτή και τον συνδυασμό της προς τις αντίστοιχες των άρθρων  984 § 1, 987, 989 ΑΚ προκύπτει ότι, αφετήριος χρόνος της ενιαύσιας παραγραφής των αξιώσεων του νομέα από την αποβολή ή διατάραξη είναι η αποβολή ή η διατάραξη, αντίστοιχα. Αρχίζει δε, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 241 § 1, 242, 243 § 3 ΑΚ, από την επόμενη ημέρα κατά την οποία συμπληρώθηκε η αποβολή ή από την επόμενη ημέρα κατά την οποία έλαβε χώρα η διατάραξη, αντίστοιχα, και λήγει, κάθε μία από αυτές, όταν παρέλθει η τελευταία ημέρα, ήτοι η αντίστοιχη προς την ημέρα έναρξης ημέρα του έτους και ανεξαρτήτως γνώσης ή άγνοιας του νομέα. Μόνο δε στην περίπτωση αντιποίησης της νομής ακινήτου,  η διάταξη του άρθρου 982 ΑΚ εξαρτά την απώλειά της από τη γνώση του νομέα, αν η αντιποίηση γίνεται από τον κάτοχο, όταν, δηλαδή, εκείνος εξωτερικεύσει τη θέλησή του να έχει εφεξής το πράγμα, όχι για τον νομέα, αλλά για τον εαυτό του ή για κάποιον τρίτο (ΑΠ 647/2016 ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, κατά της αγωγής αποβολής από τη νομή ο εναγόμενος μπορεί να προβάλει, κατ’ ένσταση, το δικαίωμα επίσχεσης, με βάση τις γενικές διατάξεις των άρθρων 325-326 ΑΚ ή τις ειδικότερες διατάξεις των άρθρων 1106, 1233 ΑΚ (ΑΠ 295/2015 ΝΟΜΟΣ).  Από το συνδυασμό δε των διατάξεων των άρθρων 352, 326,  327,  450  και 1106  ΑΚ σαφώς συνάγεται ότι, αν ο οφειλέτης έχει κατά του δανειστή ληξιπρόθεσμη  αξίωση  συναφή  με  την  οφειλή  του,  έχει  δικαίωμα  να προβάλλει  την  ένσταση  επίσχεσης,  ν’ αρνηθεί, δηλαδή, την εκπλήρωση της   παροχής, ωσότου ο δανειστής εκπληρώσει την υποχρέωση που τον βαρύνει. Συναφής με την οφειλή αξίωση έχει, όχι μόνο ο υπόχρεος ν’ αποδώσει ένα πράγμα για δαπάνες, που έκαμε πάνω σ’ αυτό ή για  ζημία  που  έπαθε απ’ αυτό,  αλλά και όταν ο υπόχρεος έχει οποιαδήποτε άλλη αξίωση κατά του δανειστή, που κατά τους κανόνες της συναλλακτικής καλής πίστης έχει κάποια συνάφεια ή σχέση με το πράγμα, που  πρέπει  να  παραδώσει.  Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο  327 ΑΚ, δικαίωμα επίσχεσης δεν υπάρχει κατά αξιώσεων κατά των οποίων δεν αντιτάσσεται συμψηφισμός. Κατά δε το άρθρο 450 § 1 ΑΚ, δεν επιτρέπεται συμψηφισμός κατά απαίτησης, η οποία προέρχεται από αδίκημα που διαπράχθηκε από δόλο. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, απαγορεύεται συμψηφισμός, αν η ενέργεια του υποχρέου σε αποζημίωση από αδίκημα είναι δόλια, χωρίς και να είναι απαραίτητο η αδικοπραξία αυτού (υποχρέου) να συνιστά ποινικό αδίκημα (ΑΠ 838/2008 ΝΟΜΟΣ). Έτσι, στην αγωγή αποβολής από τη νομή, δεν  δίδεται  δικαίωμα  επίσχεσης  σε  καμιά  περίπτωση, όταν ο εναγόμενος οφειλέτης απέκτησε την κατοχή του  πράγματος με παράνομη πράξη που έγινε με πρόθεση  (ΑΠ 720/1988 ΕλΔνη 1989.1165, Κ. Παπαδόπουλος, Αγωγές ΕμπΔ, εκδ. 1989, σελ. 173).

Με τον πρώτο λόγο της ένδικης έφεσης ο εκκαλών ισχυρίζεται ότι εσφαλμένα το πρωτοβάθμιο δικαστήριο δεν απέρριψε την παραπάνω αγωγή λόγω αοριστίας, αφού δεν αναφέρονταν σε αυτήν οι πράξεις νομής, που άσκησε ο ενάγων, ούτε ότι άσκησε πράξεις νομής μέσω αντιπροσώπου, ο οποίος και αποβλήθηκε από τη νομή. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, καθόσον στην κρινόμενο αγωγή εκτίθενται αναλυτικά οι πράξεις νομής, που άσκησε ο ενάγων επί του επίδικου ακινήτου (ανέγερση της οικοδομής, επίσκεψη τόσο του ίδιου όσο και του πατέρα του ενεργούντος για λογαριασμό του, πληρωμή φόρων, ανάθεση σε μηχανικό της εκτέλεσης των σχεδίων και των κατόψεων για τη νομιμοποίηση των αυθαιρεσιών), με αναφορά ότι αυτές ασκούνταν από τον ίδιο αλλά και μέσω άλλου προσώπου, που ήταν αρχικά ο εναγόμενος (ο οποίος ανέλαβε κατ’ εντολή και για λογαριασμό του ενάγοντος την ανέγερση της οικοδομής) και αργότερα ο πατέρας του, οι οποίοι ενεργούσαν τις πράξεις νομής και συννομής για λογαριασμό του.

Περαιτέρω, από την επανεκτίμηση των προσκομιζόμενων αποδεικτικών στοιχείων και συγκεκριμένα από όλα ανεξαιρέτως  τα νομίμως μετ’ επικλήσεως προσκομιζόμενα από τους διαδίκους έγγραφα, για μερικά από τα οποία γίνεται ειδική μνεία παρακάτω, χωρίς, ωστόσο, να παραληφθεί κάποιο για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς, από την με αρ. ……./2016 ένορκη βεβαίωση του μάρτυρα ……… ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιώς, η οποία λήφθηκε με επιμέλεια του ενάγοντος κατόπιν προηγούμενης νομότυπης κλήτευσης του εναγομένου (βλ. με αρ. ../2-11-2016 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή Εφετείου Αθηνών ……….) καθώς και από την με αρ. …/2016 ένορκη βεβαίωση του μάρτυρα …….. ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών . …., η οποία λήφθηκε με επιμέλεια του εναγομένου κατόπιν προηγούμενης νομότυπης κλήτευσης του ενάγοντος (βλ. με αρ. …/26-10-2016 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας Εφετείου Αθηνών …………) αποδείχθηκαν τα παρακάτω πραγματικά περιστατικά : Οι διάδικοι είναι συγκύριοι κατά ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου ο καθένας ενός οικοπέδου, που βρίσκεται στο Πέραμα Αττικής, επί των οδών ………. και ….., όπως αυτό αποτυπώνεται με τον αριθμό (2) του τετραγώνου 170 στο εγκριθέν με την υπ’ αρ. Ε (43695) 66 (ΦΕΚ 57Δ) απόφαση του Υπουργείου Δημοσίων Έργων κτηματολογικό διάγραμμα και με τα στοιχεία Α-Β-Γ-Δ-Ε-Ζ-Α στο από Απριλίου 2009 τοπογραφικό διάγραμμα του πολιτικού μηχανικού ………., που είναι προσαρτημένο στην υπ’ αρ. …/2009 πράξη της συμβολαιογράφου Πειραιώς …. ., εκτάσεως κατά δε το ως άνω τοπογραφικό διάγραμμα 248,52 τμ. κατά δε το απόσπασμα του κτηματολογικού διαγράμματος 250 τμ. Η συννομή του ανωτέρω οικοπέδου περιήλθε στον ενάγοντα κατά ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου  ως εξής : α) κατά 2/6 εξ αδιαιρέτου με μεταβίβαση της συννομής λόγω γονικής παροχής από τη μητέρα του ………., δυνάμει του υπ’ αρ. …./2008 συμβολαίου της συμβολαιογράφου Πειραιώς ………., νόμιμα καταχωρηθέντος  στα βιβλία του κτηματολογικού  γραφείου Πειραιώς, β) κατά 1/6 εξ αδιαιρέτου  με μεταβίβαση της συννομής  λόγω δωρεάς από την θεία του, ………., δυνάμει του υπ’ αρ. …./2008 συμβολαίου της ίδιας ως άνω συμβολαιογράφου, νομίμως καταχωρηθέντος στα βιβλία του κτηματολογικού γραφείου Πειραιώς. Στον δε εναγόμενο η συννομή του ανωτέρω ακινήτου κατά ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου είχε περιέλθει  ως εξής α) κατά 2/6 εξ αδιαιρέτου με μεταβίβαση της συννομής λόγω δωρεάς από την ……….., δυνάμει του υπ’ αρ. …/1993 συμβολαίου της συμβολαιογράφου Πειραιώς ………., νόμιμα μεταγεγραμμένου στα βιβλία μεταγραφών του Δήμου Πειραιώς, β) κατά 1/6 εξ αδιαιρέτου με μεταβίβαση της συννομής λόγω δωρεάς από την …………., δυνάμει του υπ’ αρ. …./2008 συμβολαίου της συμβολαιογράφου Πειραιώς …………, νομίμως καταχωρηθέντος στα βιβλία του κτηματολογικού γραφείου Πειραιώς. Το έτος 2009 οι διάδικοι αποφάσισαν να ανεγείρουν επί του ανωτέρω οικοπέδου, με κοινές δαπάνες, πολυόροφη οικοδομή. Προς τούτο εκδόθηκε η με αρ. …/2009 άδεια ανεγέρσεως της Διεύθυνσης Πολεοδομίας Πειραιώς και ακολούθως, δυνάμει της υπ’ αρ. …../2009 πράξης σύστασης οριζοντίου ιδιοκτησίας της συμβολαιογράφου Πειραιώς …………., νομίμως καταχωρηθείσας στα βιβλία του κτηματολογικού γραφείου Πειραιώς, το εν λόγω ακίνητο υπήχθη στις διατάξεις του Ν. 3741/1929, του ΝΔ 1025/1971 και των άρθρων 1002 και 1117 ΑΚ και συστήθηκαν οι εξής οριζόντιες ιδιοκτησίες: 1) ισόγειο, συνολικής επιφάνειας 68,63 τμ., το οποίο περιλαμβάνει τους κοινόχρηστους και κοινόκτητους χώρους της εισόδου, του ανελκυστήρα, του μηχανοστασίου και του αναβατορίου οχημάτων, την υπό στοιχεία Ρ-1 θέση στάθμευσης επιφάνειας 12,15 τμ., ανήκουσα κατ’ αποκλειστική χρήση στο υπό στοιχεία Δ-1 διαμέρισμα και την υπό στοιχεία Ρ-2 θέση στάθμευσης επιφάνειας 12,15 τμ., ανήκουσα κατ’ αποκλειστική χρήση στο υπό στοιχείο Γ-1 διαμέρισμα,  2) πρώτος υπέρ το ισόγειο όροφος, ο οποίος περιλαμβάνει τους κοινόκτητους και κοινόχρηστους χώρους του κλιμακοστασίου, του φρεατίου του ανελκυστήρα, του λεβητοστασίου, της αποθήκης καυσίμων, το αναβατόριο του ανελκυστήρα καθώς και δύο αυτοτελείς ανεξάρτητες ιδιοκτησίες, ήτοι α) την υπό στοιχείο Ρ-3 κλειστή θέση στάθμευσης επιφάνειας 12,15 τμ. με ποσοστό συνιδιοκτησίας στο όλο οικόπεδο 10/1000 εξ αδιαιρέτου και β) την υπό στοιχεία Ρ-4 κλειστή θέση στάθμευσης επιφάνειας 12,15 τμ. με ποσοστό συνιδιοκτησίας στο όλο οικόπεδο 10/1000 εξ αδιαιρέτου, 3)δεύτερος υπέρ το ισόγειο όροφος, που περιλαμβάνει τους κοινόκτητους και κοινόχρηστους χώρους του κλιμακοστασίου, του φρεατίου του ανελκυστήρα, του πλατύσκαλου, τρεις ημιυπαίθριους χώρους καθώς και τις εξής οριζόντιες ιδιοκτησίες α) την υπό στοιχείο Απ-1 αποθήκη επιφάνειας 30,90 τμ. με ποσοστό συνιδιοκτησίας στο όλο οικόπεδο 20/1000 εξ αδιαιρέτου και β) την υπό στοιχείο Απ-2 αποθήκη επιφάνειας 31,70 τμ. με ποσοστό συνιδιοκτησίας στο όλο οικόπεδο 20/1000 εξ αδιαιρέτου, 4) τρίτος υπέρ το ισόγειο όροφος, ο οποίος περιλαμβάνει τους κοινόκτητους και κοινόχρηστους χώρους του κλιμακοστασίου, του φρεατίου του ανελκυστήρα, του πλατύσκαλου και το υπό στοιχείο (Γ) διαμέρισμα, επιφάνειας 129,31 τμ., με ποσοστό συνιδιοκτησίας στο όλο οικόπεδο 270/1000 εξ αδιαιρέτου, στο οποίο ανήκει κατ’ αποκλειστική χρήση η υπό στοιχεία Ρ-2 θέση στάθμευσης του ισογείου, 5) τέταρτος υπέρ το ισόγειο όροφος, που περιλαμβάνει τους κοινόκτητους και κοινόχρηστους χώρους του κλιμακοστασίου, του φρεατίου του ανελκυστήρα, του πλατύσκαλου και το υπό στοιχείο (Δ) διαμέρισμα, επιφάνειας 129,31 τμ., με ποσοστό συνιδιοκτησίας στο όλο οικόπεδο 270/2000 εξ αδιαιρέτου, στο οποίο ανήκει κατ’ αποκλειστική χρήση η υπό στοιχείο Ρ-1 θέση στάθμευσης του ισογείου, 6) δώμα, το οποίο περιλαμβάνει τους κοινόκτητους και κοινόχρηστους χώρους της απολήξεως του κλιμακοστασίου, του πλατύσκαλου και του φρεατίου του ανελκυστήρα και ελεύθερο χώρο του δώματος και 7) το δικαίωμα του υψούν με ποσοστό συνιδιοκτησίας στο όλο οικόπεδο 400/1000 εξ αδιαιρέτου. Με την ίδια πράξη κατανεμήθηκαν οι οριζόντιες ιδιοκτησίες μεταξύ των διαδίκων και στον μεν ενάγοντα  περιήλθαν το υπό στοιχείο (Γ) διαμέρισμα του τρίτου ορόφου με την αποκλειστική χρήση της υπό στοιχείο Ρ-2 θέσης στάθμευσης του ισογείου, η υπό στοιχεία Ρ-4 κλειστή θέση στάθμευσης του πρώτου ορόφου, η υπό στοιχεία Απ-1 αποθήκη του δευτέρου ορόφου και το 1/2 εξ αδιαιρέτου δικαίωμα του υψούν, ενώ στον εναγόμενο περιήλθαν το υπό στοιχεία (Δ) διαμέρισμα του τέταρτου ορόφου  με την αποκλειστική χρήση της υπό στοιχείο Ρ-1 θέσης στάθμευσης του ισογείου, η υπό στοιχεία Ρ-3 κλειστή θέση στάθμευσης του  πρώτου ορόφου, η υπό στοιχεία Απ-2 αποθήκη του δευτέρου ορόφου και το 1/2 εξ αδιαιρέτου δικαίωμα του υψούν. Για την ανέγερση της οικοδομής οι διάδικοι έλαβαν στις 17-12-2009 τραπεζικό δάνειο ποσού 95.000 ευρώ έκαστος από την τράπεζα  ……..  BANK, το οποίο κατετέθη για τον μεν ενάγοντα στον  με αριθμό ……. κοινό λογαριασμό, για δε τον εναγόμενο στον με αρ. ….. κοινό λογαριασμό στην ίδια τράπεζα, τους οποίους λογαριασμούς άνοιξαν επί τούτου με συνδικαιούχους στον μεν λογαριασμό του ενάγοντα τον εναγόμενο και τη σύζυγο του τελευταίου και στον λογαριασμό του εναγομένου τη σύζυγο αυτού και τον ενάγοντα. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο ενάγων, ο οποίος στις 28-11-2009 ναυτολογήθηκε ως ηλεκτρολόγος σε κρουαζιερόπλοιο, που εκτελούσε πλόες στη Βόρεια Θάλασσα, λόγω της πολύμηνης απουσίας του στο εξωτερικό, ανέθεσε στον εναγόμενο (που ήταν θείος του) και τη σύζυγό του να διαχειριστούν τα χρήματα του ανωτέρω δανείου και να καταβάλλουν τις δαπάνες, που του αναλογούσαν, ώστε να γίνουν όλες οι απαραίτητες εργασίες για την ανέγερση της οικοδομής, η οποία, όταν αυτός αναχώρησε για το εξωτερικό, βρισκόταν στο στάδιο της εκσκαφής των θεμελίων. Έκτοτε ο εναγόμενος ανέλαβε, χωρίς αμοιβή, την επίβλεψη και πληρωμή των οικοδομικών εργασιών και για λογαριασμό του ενάγοντος. Στις 14-4-2010 ο ενάγων επέστρεψε στην Ελλάδα και μετέβη στον χώρο της οικοδομής προκειμένου να διαπιστώσει το στάδιο, στο οποίο ευρίσκοντο οι οικοδομικές εργασίες. Εκεί διαπληκτίστηκε έντονα με τον εναγόμενο, επειδή, κατά την άποψή του, υπήρχαν πολλές πολεοδομικές αυθαιρεσίες και οι δικές του ιδιοκτησίες, σε αντίθεση με τις ιδιοκτησίες του εναγομένου, δεν είχαν προχωρήσει, με συνέπεια να διαταραχθούν οι μεταξύ τους σχέσεις και να μην είναι δυνατή έκτοτε η συνέχιση των εργασιών στην οικοδομή. Επί αιτήσεως του εναγομένου ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την οποία ζητούσε να ρυθμιστεί προσωρινά η κατάσταση στη νεοανεγειρόμενη οικοδομή και να ορισθεί προσωρινός διαχειριστής του κοινού έργου, εκδόθηκε η με αρ. 5228/2011 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, με την οποία διορίστηκε προσωρινός διαχειριστής της εν λόγω οικοδομής ο κοινής αποδοχής πολιτικός μηχανικός ………, προκειμένου αυτός να συνεχίσει τις εργασίες αποπεράτωσης των κοινόχρηστων χώρων και πραγμάτων αυτής, ήτοι επιχρίσματα, βάψιμο κεντρικού κλιμακοστασίου και λοιπών κοινόχρηστων χώρων και πραγμάτων, τοποθέτηση ανελκυστήρα, τοποθέτηση μαρμάρων στις σκάλες του κλιμακοστασίου, τοποθέτηση κεντρικής πόρτας εισόδου και ολοκλήρωση των όψεων και του περιβάλλοντος χώρου, εργασίες επαναφοράς των υπερβάσεων του δευτέρου ορόφου στην προτέρα κατάσταση, κατασκευή αποθηκών του δευτέρου ορόφου, με κοινές δαπάνες 50% για κάθε διάδικο. Εν τω μεταξύ ο ενάγων με το υπ’ αρ. …./22-9-2011 ειδικό πληρεξούσιο της συμβολαιογράφου Πειραιώς ………  διόρισε ως ειδικό πληρεξούσιο και αντιπρόσωπό του  τον πατέρα του ………., προκειμένου αυτός πλέον να επιβλέπει και να επιμελείται την εκτέλεση των οικοδομικών εργασιών για την αποπεράτωση τόσο των κοινόχρηστων μερών της οικοδομής όσο και των ανηκόντων στον ίδιο οριζόντιων ιδιοκτησιών. Ωστόσο, η συνεργασία με τον ………. δεν ευοδώθηκε, καθόσον υπήρχαν συνεχώς ανάμεσα σε αυτόν και στον πατέρα του ενάγοντος, ενεργούντος  υπό την παραπάνω ιδιότητά του, διαφωνίες για τις εκτελούμενες οικοδομικές εργασίες αλλά και για το κόστος αυτών. Κατόπιν τούτου ο ……….. με τις από 14-6-2013 και 18-7-2013 αιτήσεις του προς την Διεύθυνση Υπηρεσίας Δόμησης και Γενικού Σχεδιασμού Πόλης/Τμήμα Κατασκευών Δήμου Πειραιά κατήγγειλε τις πολεοδομικές αυθαιρεσίες, που είχαν γίνει στην κοινή οικοδομή. Περί τα μέσα Σεπτεμβρίου 2013, μετά το πέρας του μεγαλύτερου μέρους των εργασιών, καθόσον υπολείπονταν οι εξής εργασίες, α) η τοποθέτηση του ανελκυστήρα οχημάτων πρώτου ορόφου, β) η τοποθέτηση ενός εκ των δύο ηλεκτροκινητήρων εξωτερικής θύρας οχημάτων και γ) η τοποθέτηση στεγάστρων στους φωταγωγούς, – εργασίες που έγιναν μέχρι τον Δεκέμβριο του 2013, εκτός του ανελκυστήρα οχημάτων- ο ως άνω προσωρινός διαχειριστής κάλεσε τους διαδίκους για την παραλαβή των κοινόχρηστων χώρων της οικοδομής μαζί με τα οριστικά κλειδιά των εξωθύρων, στην οποία προχώρησε μόνο ο εναγόμενος, όχι όμως και ο ενάγων, καθόσον  η παραλαβή εκ μέρους του τού έργου συνδέθηκε με την αναγνώριση από αυτόν και του λογαριασμού δαπανών για την εκτέλεση των εργασιών στα κοινόκτητα μέρη της οικοδομής. Στις 11-9-2013, ωστόσο, διενεργήθηκε, στα πλαίσια της προαναφερόμενης καταγγελίας, αυτοψία από υπαλλήλους της Διεύθυνσης Υπηρεσίας Δόμησης και Γενικού Σχεδιασμού Πόλης Δήμου Πειραιά,  κατά την οποία αυτοί διαπίστωσαν τις αυθαιρεσίες, που περιέγραφαν στο υπ’ αρ. πρωτ. …/.. από 22-11-2013 έγγραφο τους «διακοπή εργασιών-προθεσμία τεσσάρων μηνών» και κατόπιν τούτου διατάχθηκε η διακοπή των οικοδομικών εργασιών. Κατά την ανωτέρω ημερομηνία (της αυτοψίας) το ισόγειο, ο πρώτος όροφος, ο τέταρτος όροφος και το δώμα βρέθηκαν περατωμένοι, όσον αφορά τον δεύτερο όροφο, ήταν περατωμένο το αριστερά προς την οδό ……… διαμέρισμα χωρίς είδη υγιεινής, ενώ το δεξιό διαμέρισμα ήταν χωρίς δάπεδα και χρωματισμούς, και στον τρίτο όροφο ήταν περατωμένα τα επιχρίσματα, χωρίς όμως να υπάρχουν δάπεδα, κουφώματα και χρωματισμοί. Κατόπιν τούτου, με την υπ’ αρ. ../26-2-2013 δήλωση για ένταξη στο Ν. 4014/2011 και την υπ’ αρ. …/24-1-2014 δήλωση για ένταξη στον Ν. 4178/2013 νομιμοποιήθηκαν οι αυθαιρεσίες των κοινόχρηστων χώρων της οικοδομής. Επίσης, ο ενάγων με την υπ’ αρ. …. από 7-10-2013 δήλωση  για ένταξη στον Ν. 4178/2013 προχώρησε σε νομιμοποίηση των αυθαίρετων κατασκευών στο τρίτο όροφο της οικοδομής, ενώ με την υπ’ αρ. … από 22-11-2014 βεβαίωση περαίωσης της διαδικασίας υπαγωγής στον Ν. 4178/2013 και την αποπληρωμή των επιβληθέντων προστίμων στις 6-3-2015 νομιμοποίησε τις αυθαιρεσίες και στην υπό στοιχείο Απ-1 αποθήκη του δευτέρου ορόφου (βλ. και με αρ. πρωτ. ../…/14-5-2015 και …/…/31-7-2015 έγγραφα της Διεύθυνσης Υπηρεσίας Δόμησης και Γενικού Σχεδιασμού Πόλης του Δήμου Πειραιά).  Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο εναγόμενος άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 30-9-2014 με αρ. κατάθ. ../…./2014 αγωγή του, με την οποία ζητούσε να υποχρεωθεί ο εδώ ενάγων να καταβάλλει σε αυτόν το ποσό των 32.792,17 ευρώ, ως το ποσό, που αναλογούσε στο μερίδιο του για τις εκτελεσθείσες εργασίες στα κοινόκτητα μέρη της οικοδομής και που είχε ήδη ο ίδιος (ο εναγόμενος) καταβάλλει. Επί της αγωγής αυτής, μετά από παραπομπή της να δικαστεί κατά την προσήκουσα διαδικασία, εκδόθηκε η με αρ. 4402/25-9-2018   απόφαση του ως άνω δικαστηρίου, που την έκανε εν μέρει δεκτή ως ουσία βάσιμη και υποχρέωσε τον εδώ ενάγοντα να καταβάλλει στον εναγόμενο το ποσό των 22.440,84 ευρώ. Κατά της απόφασης αυτής έχει ήδη ασκηθεί η από 16-10-2018 και αρ. κατάθ. ………./2018 έφεση του ενάγοντος, που εκκρεμεί ακόμη να συζητηθεί. Επίσης, αποδείχθηκε ότι αρχές καλοκαιριού του 2015 ο εναγόμενος εγκαταστάθηκε στο διαμέρισμα του τετάρτου ορόφου της ανωτέρω οικοδομής με την οικογένεια του. Ο πατέρας του ενάγοντος,  του οποίου η κατοικία βρισκόταν πλησίον της ανωτέρω οικοδομής και ο οποίος είχε, βάσει του προαναφερόμενου ειδικού πληρεξουσίου, αναλάβει την επίβλεψη των εργασιών στις ιδιοκτησίες του ενάγοντος, επισκέφτηκε τον Αύγουστο του 2015 την οικοδομή και βρήκε την κεντρική θύρα εισόδου της κλειστή, όταν δε κάλεσε τον εναγόμενο να του επιτρέψει την είσοδο παραδίδοντας του τα κλειδιά της θύρας εισόδου, αυτός αρνήθηκε, απαιτώντας να του εξοφλήσει πρώτα τα ποσά, που ζητούσε με την προαναφερθείσα αγωγή του, ενώ εκκρεμούσε ακόμη κατά τον χρόνο εκείνο η έκδοση της δικαστικής απόφασης. Έτσι ο εναγόμενος τον Αύγουστο του 2015 απέβαλε τον ενάγοντα παράνομα και αυθαίρετα από τη νομή των οριζόντιων ιδιοκτησιών και τη συννομή  του στους κοινόχρηστους χώρους της οικοδομής, τις οποίες (νομή και συννομή) ασκούσε για λογαριασμό του κατά τον χρόνο εκείνο ο πατέρας του, . ….. Μετά από αυτά ο ενάγων απέστειλε στον εναγόμενο την από 11-11-2015 εξώδικη δήλωση του, που επιδόθηκε στον τελευταίο στις 19-11-2015, με την οποία διαμαρτυρήθηκε για την ανωτέρω συμπεριφορά του, καλώντας τον να του παραδώσει τα κλειδιά των εξωτερικών θυρών της οικοδομής, ώστε να έχει δυνατότητα εισέλευσης στις ιδιοκτησίες του, χωρίς ωστόσο αποτέλεσμα. Ο ενάγων επανεγκαταστάθηκε στη νομή των ιδιοκτησιών του και τη συννομή των κοινόχρηστων χώρων της οικοδομής μόλις στις 13-1-2017, μετά την έκδοση της υπ’ αρ. 75/2016 απόφασης του Ειρηνοδικείου Πειραιά, που έκανε δεκτή την από 24-6-2016 αίτηση  του ασφαλιστικών μέτρων  κατά του εναγομένου ζητώντας να αναγνωριστεί προσωρινά νομέας και συννομέας των ανωτέρω χώρων, προς το διατακτικό της οποίας απόφασης συμμορφώθηκε ο εναγόμενος (βλ. από 13-1-2017 πρωτόκολλο παράδοσης και παραλαβής νομής ακινήτων υπογεγραμμένο  από τους πληρεξούσιους δικηγόρους των διαδίκων).

Ο εναγόμενος ισχυρίζεται ότι ο ενάγων ουδέποτε παρέλαβε τα κλειδιά της οικοδομής από τον διορισθέντα  προσωρινό διαχειριστή, ο οποίος τον κάλεσε προς τούτο και άρα δεν παρέλαβε την κατοχή και νομή των κοινόχρηστων χώρων, με αποτέλεσμα να στρέφεται κακώς με την ένδικη αγωγή κατά του ιδίου και να υφίσταται έλλειψη παθητικής νομιμοποίησής του. Ο ισχυρισμός αυτός, που επαναφέρεται με τον δεύτερο λόγο της κρινόμενης έφεσης, είναι αβάσιμος διότι, ανεξαρτήτως εάν παρέλαβε ο ενάγων τα κλειδιά των κοινοχρήστων χώρων από τον διορισθέντα προσωρινό διαχειριστή, αποδείχθηκε ότι, κατά τον κρίσιμο χρόνο,  ήτοι τον  Αύγουστο του 2015, ο ενάγων είχε τη νομή των οριζόντιων ιδιοκτησιών του αλλά και τη συννομή των κοινόχρηστων χώρων της οικοδομής. Συγκεκριμένα, αυτός ασκούσε τη φυσική εξουσία των ιδιοκτησιών του και των κοινόχρηστων χώρων με διάνοια κυρίου και συγκυρίου αντίστοιχα τόσο μέσω του πατέρα του, ………….., -αντιπρόσωπος νομής (άρθρο 980 § 1 ΑΚ)-, ο οποίος καθ’ όλο το διάστημα μέχρι την παράδοση των κοινόχρηστων χώρων από τον προσωρινό διαχειριστή επέβλεπε τις εργασίες, που γίνονταν στην οικοδομή, χρησιμοποιούσε το κλειδί «πασπαρτού», που υπήρχε στον οπίσθιο χώρο της οικοδομής για να εισέρχεται σε αυτή, είτε μόνος είτε με συνεργεία για να εκτελεί εργασίες στις ιδιοκτησίες του υιού του, όσο και αυτοπροσώπως,  αναθέτοντας στον πολιτικό μηχανικό ………… τη σύνταξη τεχνικής έκθεσης μετά των συνοδευόντων διαγραμμάτων  για να νομιμοποιηθούν οι αυθαίρετες κατασκευές  και υποβάλλοντας τις προαναφερόμενες δηλώσεις ένταξης στον Ν. 4178/2013. Τη νομή  και συννομή ο ενάγων από την κτήση της διατήρησε μέχρι και τον Αύγουστο του 2015, οπότε για πρώτη φορά ο εναγόμενος εκδήλωσε την πρόθεση του να τον αποβάλλει από αυτήν. Το γεγονός ότι ο ενάγων δεν είχε παραλάβει τα κλειδιά της κεντρικής εισόδου της οικοδομής από τον προσωρινό διαχειριστή και έτσι δεν μπορούσε να ασκεί, πραγματικά, τη φυσική εξουσία επί των οριζόντιων ιδιοκτησιών του και των κοινόχρηστων χώρων μετά τον Σεπτέμβριο του 2013, δεν ασκεί καμία επιρροή, αφού, αφενός μεν αποδείχθηκε ότι ο πατέρας του είχε τη δυνατότητα να εισέρχεται στην οικοδομή χρησιμοποιώντας τα κλειδιά «πασπαρτού» και να έχει την εποπτεία των οριζόντιων ιδιοκτησιών και των κοινόχρηστων χώρων. Αφετέρου, ακόμη και αν γίνει δεκτό ότι μετά τον Σεπτέμβριο του 2013 ούτε ο ενάγων ούτε ο πατέρας του επισκέφτηκαν την οικοδομή, για τη διατήρηση της νομής, όπως αναφέρθηκε στην μείζονα σκέψη της παρούσας,  δεν είναι απαραίτητο να βρίσκεται ο νομέας σε διαρκή σωματική επαφή με το πράγμα, ούτε σε διαρκή εγρήγορση έχοντας τη διάνοια κυρίου αδιάκοπα στραμμένη προς το πράγμα, και άρα ο ενάγων, έχοντας αποκτήσει τη νομή και τη συννομή αντίστοιχα ως περιγράφηκε ανωτέρω (με όλες τις προαναφερόμενες εμφανείς υλικές πράξεις  έχοντας και τη διάνοια κυρίου και συγκυρίου αντίστοιχα), διατήρησε αυτή μέχρι τον Αύγουστο του 2015, οπότε για πρώτη φορά ο εναγόμενος εκδήλωσε την πρόθεση του στον πατέρα του ενάγοντος να αποβάλλει τον τελευταίο από αυτές. Εξάλλου, η απώλεια της νομής, όταν το ακίνητο πράγμα καταλήφθηκε από άλλον εν αγνοία του νομέα δεν επέρχεται πριν ο νομέας πληροφορηθεί την κατάληψη και εφησυχάσει ή επιχειρήσει την ανάκτηση αυτοδυνάμως ή δικαστικώς και αποτύχει, στην προκειμένη δε περίπτωση, που ο εναγόμενος απαγόρευσε για πρώτη φορά την είσοδο στην οικοδομή τον Αύγουστο του 2015, εκδηλώνοντας την πρόθεσή του να αποβάλλει τον ενάγοντα από τη νομή και συννομή των παραπάνω ιδιοκτησιών, δεν επήλθε απώλεια τους για τον ενάγοντα, ο οποίος αμέσως αντέδρασε τόσο με το προαναφερόμενο εξώδικο όσο και με την άσκηση της ένδικης αγωγής. Επίσης, ο ισχυρισμός του εναγομένου ότι, μέχρι τον Ιούλιο του 2015 είχαν διακοπεί όλες οι οικοδομικές εργασίες διότι εκκρεμούσε η συζήτηση της προσφυγής του ενάγοντος επί της προαναφερόμενης από 18-7-2013 καταγγελίας του στην πολεοδομία, πέραν του ότι προβάλλεται αλυσιτελώς, είναι και αναπόδεικτος, καθόσον προέκυψε ότι το Συμβούλιο Πολεοδομικών Θεμάτων και Αμφισβητήσεων (ΣΥ.ΠΟ.Θ.Α) της Περιφερειακής Ενότητας Πειραιά ασχολήθηκε με την αίτηση θεραπείας του ενάγοντος κατά της από 2-9-2014 απόφασης του ιδίου Συμβουλίου, που είχε απορρίψει για τυπικό λόγο την προσφυγή  του κατά της δήλωσης του εναγομένου περί υπαγωγής στον Ν. 4014/2011 των αυθαίρετων κατασκευών στους κοινόχρηστους χώρους της οικοδομής και δεν αφορούσε την από 18-7-2013 καταγγελία του ενάγοντος. Εξάλλου, τον Μάρτιο του 2015 είχε ήδη νομιμοποιηθεί η αλλαγή χρήσης της αποθήκης Απ-1 του δευτέρου ορόφου καθώς είχε μετατραπεί σε διαμέρισμα με ηλεκτρικές και υδραυλικές εγκαταστάσεις, ενώ τον Μάιο του 2015 είχαν υπαχθεί οριστικά στις διατάξεις του Ν. 4178/2013  και οι αυθαίρετες κατασκευές στον τρίτο όροφο ιδιοκτησίας του ενάγοντος και ως εκ τούτου δεν υπήρχε εμπόδιο έκτοτε για να συνεχίσει αυτός τις οικοδομικές εργασίες στις ιδιοκτησίες του (βλ. με αρ. πρωτ. ………./14-5-2015 έγγραφο της Διεύθυνσης Υπηρεσίας Δόμησης και Γενικού Σχεδιασμού Πόλης του Δήμου Πειραιά). Ενόψει των παραπάνω ο δεύτερος λόγος έφεσης πρέπει να απορριφθεί ως ουσία αβάσιμος.

Με τον τρίτο λόγο της έφεσής του ο εκκαλών επαναφέρει την πρωτοδίκως προταθείσα ένσταση ενιαύσιας παραγραφής της αγωγής αποβολής από τη νομή, την οποία, κατά τους ισχυρισμούς του, εσφαλμένα απέρριψε το πρωτοβάθμιο δικαστήριο ως μη νόμιμη. Συγκεκριμένα, ο εναγόμενος προς θεμελίωση της ένστασης αυτής ισχυρίστηκε με τις προτάσεις του, που κατέθεσε στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο, ότι ο εναγόμενος από το 2013, που ο διορισθείς προσωρινό διαχειριστής, …………., τους κάλεσε για να παραλάβουν τους κοινόχρηστους χώρους της οικοδομής και ο ενάγων δεν προσήλθε,  δεν ασχολήθηκε με την οικοδομή ούτε και έκανε επισκευές ή εργασίες, αφού μάλιστα μετά την καταγγελία, που υπέβαλε στην πολεοδομία για τις αυθαιρεσίες επιβλήθηκε από αυτήν διακοπή των εργασιών και η υπόθεση περατώθηκε με απόρριψη της προσφυγής τον Ιούλιο του 2015. Η ένσταση αυτή είναι, σύμφωνα με όσα αναπτύχθηκαν και στη μείζονα σκέψη της παρούσας, μη νόμιμη, αφού ο εναγόμενος δεν επικαλείται τον χρόνο αποβολής από τη νομή, παρά μόνο ότι ο ενάγων έπαυσε να ασκεί πράξεις νομής από το 2013. Σε κάθε περίπτωση πάντως είναι απορριπτέα ως ουσία αβάσιμη, διότι σύμφωνα με τα περιστατικά που αποδείχθηκαν και αναφέρονται παραπάνω, ο ενάγων, ευρισκόμενος στη νομή και συννομή αντίστοιχα των επίδικων ιδιοκτησιών, αποβλήθηκε από αυτές τον Αύγουστο του 2015, άσκησε δε την ένδικη αγωγή (με επίδοση στον εναγόμενο) στις 1-7-2016 και συνεπώς μέχρι τον χρόνο αυτόν δεν είχε συμπληρωθεί η ενιαύσια παραγραφή. Συνακόλουθα, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που απέρριψε την ένσταση παραγραφής ως μη νόμιμη, ορθώς ερμήνευσε και εφάρμοσε τον νόμο και ο λόγος αυτός έφεσης πρέπει να απορριφθεί ως ουσία αβάσιμος.

            Με τον τέταρτο λόγο έφεσης ο εκκαλών επαναφέρει την πρωτοδίκως υποβληθείσα ένσταση επίσχεσης, βάσει της οποίας αρνείται να παραδώσει τη συννομή των επίδικων κοινόχρηστων χώρων μέχρι καταβολής από τον ενάγοντα των δαπανών, στις οποίες αυτός προέβη  για λογαριασμό του (ενάγοντος), ανερχόμενες στο ποσό των 32.792,17 ευρώ, για την οποία αξίωσή του έχει ασκήσει την προαναφερόμενη από 30-9-2014 (αρ. κατάθ. ………./2014) αγωγή του. Η ένσταση αυτή είναι απορριπτέα ως ουσία αβάσιμη,  διότι  ο εναγόμενος, όπως αποδείχθηκε, απέβαλε τον ενάγοντα από τη συννομή των κοινόχρηστων χώρων ενεργώντας δόλια και αυθαίρετα και συνεπώς, σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στην παραπάνω μείζονα σκέψη, δεν μπορεί να την προβάλει  κατά του ενάγοντος. Απαιτώντας, δηλαδή, ο εναγόμενος από τον ενάγοντα, προκειμένου να του παραδώσει τα κλειδιά της κεντρικής θύρας εισόδου της οικοδομής, την αποδοχή εκ μέρους του των δαπανών, που έκανε, προέβη σε από πρόθεση αυτοδύναμη ικανοποίηση της αξίωσής του και κατά παράλειψη της δικαστικής οδού  (άρθρο 331 ΠΚ), πράξη η οποία συνιστά και αδικοπραξία. Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που απέρριψε την εν λόγω ένσταση με την ίδια αιτιολογία, ορθώς ερμήνευσε και εφάρμοσε τον νόμο και σωστά εκτίμησε τις αποδείξεις και πρέπει ο περί αντιθέτου τέταρτος λόγος έφεσης να απορριφθεί ως ουσία αβάσιμος.

Με τον πέμπτο λόγο της ένδικης έφεσης ο εκκαλών επαναφέροντας την πρωτοδίκως προταθείσα ένσταση καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος παραπονείται ότι το πρωτόδικο δικαστήριο εσφαλμένα την απέρριψε. Προς θεμελίωση της έντασης αυτής ο εκκαλών πρωτοδίκως είχε ισχυριστεί ότι ο ενάγων, καίτοι αδιαφόρησε για την οικοδομή, καθυστέρησε την πρόοδο των εργασιών, δεν παρέλαβε τους κοινόχρηστους χώρους από τον μηχανικό και δεν κατέβαλε τις δαπάνες αποπεράτωσης των κοινόχρηστων χώρων, παρά ταύτα επιχειρεί με την αγωγή του να έλθει στην χρήση αυτών. Τα ως άνω όμως επικαλούμενα από  τον εναγόμενο πραγματικά περιστατικά δεν επαρκούν για να θεωρηθεί καταχρηστική η άσκηση της αγωγής από τον ενάγοντα και η ένσταση είναι απορριπτέα ως νόμω αβάσιμη. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που απέρριψε τον εν λόγω ισχυρισμό με την ίδια αιτιολογία, ορθώς ερμήνευσε και εφάρμοσε τη σχετική διάταξη και άρα ο ανωτέρω λόγος έφεσης πρέπει να απορριφθεί ως ουσία αβάσιμος.

Με τον τελευταίο, έκτο, λόγο της ένδικης έφεσης, ο εκκαλών παραπονείται  για την επιβολή τη δικαστικής δαπάνης σε βάρος του, ισχυριζόμενος αφενός ότι τύγχανε εφαρμογής η διάταξη του άρθρου 179 ΚΠολΔ, την οποία το πρωτόδικο δικαστήριο δεν εφάρμοσε, αφετέρου σε καμία περίπτωση το ύψος της δεν ανερχόταν σε 5.700 ευρώ. Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 176 ΚΠολΔ, ο διάδικος που νικήθηκε καταδικάζεται να πληρώσει τα έξοδα, ενώ η διάταξη του άρθρου 179 ΚΠολΔ προβλέπει δυνητική ευχέρεια του δικαστηρίου να συμψηφίσει τα δικαστικά έξοδα όταν πρόκειται για διαφορές ανάμεσα σε συζύγους ή σε συγγενείς εξ αίματος έως και τον δεύτερο βαθμό ή όταν η ερμηνεία  του κανόνα που εφαρμόστηκε ήταν ιδιαίτερα δυσχερής.  Εν προκειμένω, λοιπόν, εφόσον ο εναγόμενος ηττήθηκε στη δίκη, ορθώς το πρωτοβάθμιο δικαστήριο εφαρμόζοντας την διάταξη του άρθρου 176 ΑΚ του επέβαλε τα δικαστικά έξοδα του ενάγοντος, ενώ ο συμψηφισμός των δικαστικών εξόδων, κατά τη διάταξη του άρθρου 179 περίπτ. β’ ΚΠολΔ, εναπόκειτο στη διακριτική του ευχέρεια και δεν ήταν υποχρεωτικός. Άρα, είναι απορριπτέος ο παραπάνω λόγος έφεσης κατά το πρώτο σκέλος του. Περαιτέρω, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 63 του Κώδικα Δικηγόρων (Ν. 4194/2013), « 1.Η αμοιβή, σε περίπτωση μη ύπαρξης έγγραφης συμφωνίας, καθορίζεται με βάση την αξία του αντικειμένου της δίκης ως εξής: i. Η αμοιβή για τη σύνταξη κύριας αγωγής ορίζεται με βάση την αξία του αντικειμένου της αγωγής όπως παρακάτω: α) 2% όταν η αξία του αντικειμένου της αγωγής ανέρχεται μέχρι το ποσό των 200.000 ευρώ…. ii. Εάν το αίτημα της αγωγής δεν συνίσταται σε ορισμένη χρηματική απαίτηση, όπως αναγνωριστικές, νομής, κυριότητος, δουλειών, διανομής, ακυρότητας, διάλυσης εταιρείας η αμοιβή καθορίζεται σύμφωνα με τα παραπάνω με βάση την πραγματική αξία του αντικειμένου της αγωγής». Κατά δε τη διάταξη του άρθρου 68 του ιδίου ως άνω Κώδικα, «1. Για τη σύνταξη προτάσεων κατά την πρώτη συζήτηση της υπόθεσης, η αμοιβή του δικηγόρου του εναγόμενου είναι ίση με την αμοιβή της παραγράφου 1 του άρθρου 63 του Κώδικα και του δικηγόρου του ενάγοντος ορίζεται στο μισό της αμοιβής αυτής. 2. Για τη σύνταξη προτάσεων σε κάθε επόμενη συζήτηση της υπόθεσης ενώπιον των ίδιων δικαστηρίων, η αμοιβή των δικηγόρων όλων των διαδίκων είναι ίση με την αμοιβή του δικηγόρου του ενάγοντος που ορίζεται στην προηγούμενη παράγραφο…». Επίσης, κατά τη διάταξη του άρθρου 11 αρ.1 ΚΠολΔ, «Η αξία του αντικειμένου της διαφοράς προσδιορίζεται 1) για τη νομή και την κυριότητα από την αξία του πράγματος ….». Εν προκειμένω, η αξία του αντικειμένου της ερευνώμενης διαφοράς (νομής-συννομής) προσδιορίζεται σε 143.000 ευρώ και άρα η δικαστική δαπάνη του ενάγοντος υπολογίζεται ως εξής : Α) η αμοιβή για τη σύνταξη της αγωγής ανέρχεται σε 2% επί της αξίας του αντικειμένου της, ήτοι σε 143.000 Χ 2% = 2.860 ευρώ, β) η αμοιβή για τη σύνταξη προτάσεων για τη συζήτηση της αγωγής (η οποία υπολογίζεται στο ήμισυ της αμοιβής για τη σύνταξη προτάσεων του εναγομένου) ανέρχεται σε 1% επί της αξίας του αντικειμένου της αγωγής, ήτοι σε 143.000 Χ 1%= 1.430 ευρώ, γ) το τέλος δικαστικού ενσήμου ανέρχεται σε 1.405,75 ευρώ (βλ. με αρ. …./21-11-2016 διπλότυπο είσπραξης της Γ’ ΔΟΥ Πειραιά), ήτοι σύνολο 5.695,75 ευρώ. Αν δε επιπλέον συνυπολογιστούν η αμοιβή του δικαστικού επιμελητή για την επίδοση της αγωγής, η δαπάνη για την εγγραφή αυτής στα οικεία κτηματολογικά φύλλα και για τα αντίγραφα της αγωγής, των προτάσεων και λοιπών εγγράφων, η δικαστική δαπάνη των 5.700 ευρώ, που επιδίκασε το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, ουδόλως υπερβαίνει τα υπό του νόμου καθορισθέντα όρια. Συνεπώς, ο παραπάνω λόγος έφεσης και κατά το δεύτερο σκέλος του πρέπει να απορριφθεί ως ουσία αβάσιμος.

Ενόψει όλων των παραπάνω, αφού ουδείς λόγος έφεσης κρίθηκε βάσιμος, πρέπει και η έφεση να απορριφθεί ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του εκκαλούντος λόγω της ήττας του (άρθρα 176, 183, 191 § 2 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό, και να διαταχθεί η εισαγωγή του κατατεθέντος παραβόλου έφεσης στο δημόσιο ταμείο (άρθρο 495 § 3 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ κατ’ αντιμωλία των διαδίκων την από 21-2-2018 (αρ. κατάθ. ………./2018) έφεση κατά της υπ’ αρ. 4770/2017 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

ΔΕΧΕΤΑΙ την έφεση τυπικά και

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ αυτή κατ’ ουσίαν.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου σε βάρος του εκκαλούντος, τα οποία ορίζει σε εξακόσια (600) ευρώ.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή του παραβόλου έφεσης στο δημόσιο ταμείο.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, στις  9-1-2020.

 

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                            Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Και αντ’ αυτής λόγω μεταθέσεως και

αναχωρήσεως της, ο Πρόεδρος του

Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης

του Εφετείου Πειραιώς

 

Αντώνιος Πλακίδας

Πρόεδρος Εφετών