Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 77/2020

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός απόφασης  77/2020

ΤΡΙΜΕΛΕΣ  ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Σπυριδούλα Μακρή, Πρόεδρο Εφετών, Χρυσούλα Πλατιά Εφέτη και Ηλία Σταυρόπουλο Εφέτη – Εισηγητή και τη Γραμματέα Τ.Λ..

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Με τη διάταξη του άρθρου 51 παρ. 1 και 6 του Ν. 2172/1993 συστήθηκαν στο Πρωτοδικείο Πειραιά και στο Εφετείο Πειραιά ειδικά τμήματα (Τμήματα Ναυτικών Διαφορών), στα οποία αποκλειστικά δικάζονται υποθέσεις ναυτικών διαφορών καθώς και οι εφέσεις κατά των αποφάσεων επ’ αυτών των διαφορών. Κατά την παράγραφο 3Α του ίδιου άρθρου, ναυτικές διαφορές, είναι οι ιδιωτικές διαφορές, που πηγάζουν από πράξεις θαλασσίου εμπορίου και από τη χρησιμοποίηση, λειτουργία ή ναυσιπλοΐα του πλοίου ή την παροχή εργασίας σ` αυτό, παρατιθεμένων ενδεικτικά, όχι αποκλειστικά, στην παράγραφο 3Β (στοιχ. α`-ιζ`) του ιδίου άρθρου περιπτώσεων, που θεωρούνται ναυτικές διαφορές. Κατά τις παραγράφους 1α, 2 και 6α  του πιο πάνω άρθρου, για την εκδίκαση των ναυτικών διαφορών, δικαιοδοσία έχουν τα Δικαστήρια του Πειραιά. Κατά την παράγραφο 5α διαφορές και υποθέσεις που υπάγονται στο Τμήμα Ναυτικών Διαφορών του Πρωτοδικείου και του Εφετείου Πειραιά και εισάγονται σε άλλο τμήμα του ίδιου Δικαστηρίου, παραπέμπονται στο τμήμα ναυτικών διαφορών και κατά τα λοιπά εφαρμόζεται η διάταξη του άρθρου 46 ΚΠολΔ. Ο νόμος για να διευκολύνει την κρίση υπαγωγής ή μη μιας διαφοράς στη λειτουργική αρμοδιότητα του τμήματος ναυτικών διαφορών απαριθμεί ενδεικτικά τις αιτίες από τις οποίες μπορεί να προκύψουν ναυτικές διαφορές, (51 παρ. 3 εδ. Β περ. α – ιζ, ν. 2172/1993). Στον κατάλογο αυτόν καθορίζονται ενδεικτικά ναυτικές διαφορές που έχουν αιτία συγκεκριμένο νομικό γεγονός που συνδέεται κατά  πρόσφορο αιτιώδη σύνδεσμο με την επίδικη ναυτική διαφορά, ανεξαρτήτως του συμβατικού ή αδικοπρακτικού χαρακτήρα της. Εξάλλου, η διατύπωση στην παράγραφο 3Α του άρθρου 51 είναι ευρύτατη. Αναφέρεται σε όλες τις ιδιωτικές διαφορές οι οποίες πηγάζουν από πράξεις του θαλασσίου εμπορίου, κλπ. Ο όρος «πηγάζουν» παραπέμπει στις ανωτέρω πράξεις ως συμβάντα του κοινωνικού βίου από τα οποία πηγάζουν άμεσα ή έμμεσα ναυτικές διαφορές. Δεν έχει σημασία ποια είναι η νομική βάση της αξίωσης της οποίας ζητείται δικαστική προστασία, αρκεί για τη δικαστική εκτίμηση της διαφοράς ότι πρέπει να κριθούν και ζητήματα τα οποία συνδέονται με τις ανωτέρω πράξεις και απαιτούν εξειδίκευση στις ιδιαιτερότητες του θαλασσίου εμπορίου, του πλοίου και της ναυτιλίας και μπορεί να προέρχονται από σύμβαση, εταιρική σχέση, αδίκημα ή εκ του νόμου. Ακόμη και οι αδικοπραξίες αποτελούν την παθολογία μιας κατονομαζόμενης ναυτικής διαφοράς και τελούνται στο πλαίσιο αυτής. Ναυτικές είναι και οι διαφορές που έχουν αιτία συγκεκριμένο νομικό γεγονός, δηλαδή γεγονός που έχει έννομες συνέπειες, αδιακρίτως του συμβατικού ή αδικοπρακτικού χαρακτήρα του. Ο όρος νομικό γεγονός δεν αναφέρεται στη νομική αιτία, δηλαδή στη νομική βάση της αξίωσης, η οποία αποτελεί το αντικείμενο της διαφοράς, αλλά το νομικό γεγονός που αποτελεί την αφορμή γένεσης της διαφοράς που συνδέεται με την ιδιαιτερότητα του πλοίου και του θαλασσίου εμπορίου ανεξάρτητα από νομικό λόγο ή βάση της διαφοράς. Συνεπώς, οποιαδήποτε και αν είναι η νομική βάση της διαφοράς, εφόσον η διαφορά αυτή πηγάζει υπό την ευρύτατη έννοια, η οποία εκτέθηκε ανωτέρω, ή έχει ως αιτία ένα από τα νομικά γεγονότα που απαριθμούνται στην παράγραφο 3Β του άρθρου 51 ν. 2172/1993, η διαφορά αυτή αποκτά χαρακτήρα ναυτικής διαφοράς και υπάγεται στην αρμοδιότητα των ναυτικών τμημάτων των Δικαστηρίων του Πειραιά και πρέπει να εκδικασθεί από αυτά ώστε να κριθεί από Δικαστή με αντίληψη των ιδιαιτεροτήτων των εν λόγω διαφορών και δυνατότητα να κρίνει και τις υπόλοιπες διαστάσεις της διαφοράς, (βλ. ΕφΠειρ 253/2016 δημ ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, από το συνδυασμό των ως άνω άρθρων με το άρθρο 3 εδ. 1 του βδ 1835 «περί αρμοδιότητος των εμποροδικείων» κάθε ναύλωση του πλοίου συνιστά αντικειμενικώς εμπορική πράξη και δη του θαλασσίου εμπορίου και επομένως ιδιωτική ναυτική διαφορά, υπαγόμενη στα ναυτικά Δικαστήρια.            Στην προκειμένη περίπτωση, φέρονται ενώπιον του Δικαστηρίου οι κρινόμενες με αρ. κατ. …./2019 και …./2019 αντίθετες εφέσεις κατά της υπ’ αρ. 5041/2017 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, το οποίο εκδίκασε κατά την τακτική διαδικασία αντιμωλία των διαδίκων, την με αρ. κατ. …./2015 αγωγή, κάνοντας αυτήν εν μέρει δεκτή. Με την ως άνω αγωγή του ο ενάγων κυβερνήτης επαγγελματικού επιβατηγού – τουριστικού σκάφους ζήτησε να υποχρεωθεί ο εναγόμενος, επίσης κυβερνήτης όμοιου σκάφους, να του καταβάλει το χρηματικό ποσό 134.805,86 ευρώ ως αποζημίωση και χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης εξ αδικοπραξίας (χειροδικία με σωματικές βλάβες), που ο τελευταίος τέλεσε σε βάρος του στο σκάφος του εξαιτίας μεταξύ τους διενέξεων, που προέκυψαν κατά την πρόσδεση των σκαφών τους στην προβλήτα του λιμανιού της Ύδρας, προκειμένου να επιβιβάσουν και αποβιβάσουν επιβάτες. Στην επιζητούμενη χρηματική αποζημίωση περιλαμβάνονταν και χρηματικές απαιτήσεις από την εκμετάλλευση – λειτουργία του πλοίου (ναυλώσεις – συμβάσεις μεταφοράς προσώπων), που απώλεσε εξαιτίας της ανικανότητας να εργαστεί συνεπεία των σωματικών του βλαβών. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο εκδίκασε την αγωγή και έκανε αυτή εν μέρει δεκτή. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται οι αντίδικοι για κακή εκτίμηση των αποδείξεων και εσφαλμένη ερμηνεία του νόμου και ζητούν, ο μεν ενάγων, να μεταρρυθμισθεί ως προς τα απορριφθέντα, εν όλω ή εν μέρει, κεφάλαια και να γίνει αυτή πλήρως δεκτή, ο δε εναγόμενος, να εξαφανιστεί και να απορριφθεί η αγωγή. Από το περιεχόμενο της ως άνω αγωγής προκύπτει ότι οι ένδικες απαιτήσεις του ενάγοντος προέρχονται από τη λειτουργία – εκμετάλλευση του πλοίου, το βιοτικό συμβάν (αδικοπραξία – χειροδικία με σωματικές βλάβες) έγινε πάνω στο ελληνικής σημαίας πλοίο (επαγγελματικό Ε/Γ – Τ/Ρ σκάφος) του ενάγοντος, καθώς εκείνος προσπαθούσε να προσεγγίσει την προβλήτα του λιμανιού της Ύδρας για να προσδεθεί, η πράξη (βιαιοπραγία) τελέστηκε σε βάρος του ενάγοντος κυβερνήτη από τον εναγόμενο (επίσης ναυτικό κυβερνήτη άλλου επαγγελματικού Ε/Γ – Τ/Ρ σκάφους), που επιβιβάστηκε στο σκάφος του ενάγοντος (214 παρ. 2 ΚΔΝΔ). Οι αιτίες αυτές αποτελούν ναυτικές διαφορές προερχόμενες από τη λειτουργία του πλοίου, σύμφωνα και με όσα προαναφέρθηκαν στην ανωτέρω νομική σκέψη, τα ζητήματα δε που προκύπτουν και συνδέονται με τις ανωτέρω πράξεις, απαιτούν την εξειδίκευση στις ιδιαιτερότητες της ναυτικής αυτής διαφοράς, οι δε περιγραφόμενες στις ανωτέρω αγωγές αδικοπραξίες, τελέστηκαν στα πλαίσια αυτής της ναυτικής διαφοράς και, ως εκ τούτου, για την εκδίκαση της ένδικης αγωγής αρμόδιο είναι το Τμήμα Ναυτικών Διαφορών του Εφετείου Πειραιώς. Κατά συνέπεια, η προκείμενη ένδικη υπόθεση αναρμοδίως εισήχθη προς εκδίκαση ενώπιον του παρόντος τμήματος του Δικαστηρίου τούτου, το οποίο δεν είναι, κατά τη σχετική και νομίμως δημοσιευθείσα υπ’ αρ. 2/1994 απόφαση της Ολομελείας του, εκείνο των «Ναυτικών Διαφορών», γι αυτό και πρέπει, σύμφωνα με τα άρθρα 46 ΚΠολΔ και 51 παρ. 5-6 του Ν 2172/, όπου η καθ’ ύλην (λειτουργική) αρμοδιότητα κρίνεται και αυτεπαγγέλτως στο στάδιο τούτο της δίκης, καθώς το σχετικό ζήτημα ανάγεται στη δημόσια τάξη, (ΑΠ 1602/2012, 51/2004 βλ. δημ. ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), να κηρυχθεί το τμήμα αυτό αναρμόδιο προς εκδίκαση τής, με την υπό κρίση έφεση, εισαγομένης σ` αυτό ένδικης ναυτικής υπόθεσης και να παραπεμφθεί  η τελευταία στο αρμόδιο «Τμήμα Ναυτικών  Διαφορών» του Εφετείου  τούτου, χωρίς όμως να επιβληθούν δικαστικά έξοδα, διότι η παρούσα απόφαση δεν είναι οριστική, με την έννοια του άρθρου 309 ΚΠολΔ, καθόσον δεν αποφαίνεται για την καθ` ύλην αναρμοδιότητα ολόκληρου του Δικαστηρίου τούτου, αλλά μόνον του Τμήματος τούτου, που δεν αποτελεί οργανικώς αυτοτελές Δικαστήριο και κατ’ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 46 ΚΠολΔ (για όλα τα ανωτέρω πρβλ. ΕφΠειρ 425/2018, 445/2016, 413/2015, 300/2014, 442/2014, 555/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων.

Κηρύσσει αναρμόδιο αυτό το Τμήμα του Εφετείου Πειραιώς προς εκδίκαση της έφεσης.

Παραπέμπει την υπόθεση προς εκδίκαση  στο αρμόδιο «Τμήμα Ναυτικών  Διαφορών» του Εφετείου  Πειραιώς.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά την  9η Ιανουαρίου 2020  και δημοσιεύθηκε στις 23 Ιανουαρίου 2020 σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξουσίους τους δικηγόρους.            

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                                       Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ