Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 701/2018

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός απόφασης

701 /2018

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

(Ειδική Διαδικασία Περιουσιακών Διαφορών)

——————————————-

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Εμμανουηλία-Αλεξάνδρα Κεχαγιά, Εφέτη, την οποία όρισε ο Διευθύνων το Εφετείο Πρόεδρος Εφετών, και τη Γραμματέα Γ.Λ..

ΑΦΟΥ   ΜΕΛΕΤΗΣΕ   ΤΗ  ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ  ΣΥΜΦΩΝΑ  ΜΕ  ΤΟ  ΝΟΜΟ

Αρμόδια φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρο 19 του ΚΠολΔ), η κρινόμενη από 12-7-2017 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ………..) έφεση των εκ των εναγόντων, …………….. και …………….., που ηττήθηκαν ολικώς στην πρωτοβάθμια δίκη, κατά της υπ’ αριθ. 2932/2017 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των μισθωτικών και ήδη περιουσιακών διαφορών (άρθρο 647 και ήδη 614 αρ.1 του ΚΠολΔ), απορρίπτοντας εξ ολοκλήρου την από 12-5-2015 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ. …………….) αγωγή τους κατά του εναγομένου. Έχει δε ασκηθεί νομότυπα (άρθρο 495 § 1, 499, 500, 511, 513 § 1 εδαφ.β΄, 516 § 1, 517 και 520 § 1 του ΚΠολΔ) και εμπρόθεσμα (άρθρο 518 § 2 του ΚΠολΔ, όπως ήδη ισχύει, μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του ν.4335/2015 (ΦΕΚ Α.87/23-7-2015), που εφαρμόζεται για τις εφέσεις  που ασκούνται μετά την 1-1-2016 (άρθρο ένατο παρ.2 αυτού), αφού το εμπρόθεσμο της έφεσης κρίνεται από τον νόμο που ίσχυε κατά τον χρόνο έκδοσης της εκκαλουμένης (άρθρο 24 § 1 εδ.α΄ του ΕισΝΚΠολΔ), δηλαδή πριν την παρέλευση διετίας από τη δημοσίευσή της, εφόσον δεν γίνεται επίκληση ούτε προκύπτει επίδοσή της ούτε άλλος λόγος απαραδέκτου, και για το παραδεκτό της κατατέθηκε κατά την άσκησή της το προβλεπόμενο παράβολο (σχετ. το  e παράβολο με κωδικό πληρωμής ………….. και η βεβαίωση πληρωμής του της Γ.Γ.Π.Σ). Συνεπώς, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της, εντός των ορίων που καθορίζονται με αυτούς (άρθρα 522, 533 § 1 του ΚΠολΔ), κατά την αυτή διαδικασία, που εκδόθηκε η εκκαλουμένη.

Οι εκκαλούντες ισχυρίστηκαν με την αγωγή τους, ότι τυγχάνουν συγκύριοι των ειδικότερα περιγραφόμενων αυτοτελών οριζοντίων ιδιοκτησιών (διαμερισμάτων) της κειμένης στη ……….. και στη συμβολή των οδών ………… πολυκατοικίας, η οποία έχει υπαχθεί στις διατάξεις του ν.3741/1929, δυνάμει της υπ’αριθμ. ………… πράξης σύστασης οριζοντίου ιδιοκτησίας-κανονισμού πολυκατοικίας του συμβολαιογράφου Πειραιώς, Αναστασίου Αθανασόπουλου, που έχει νόμιμα μεταγραφεί στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Πειραιώς. Ότι ο εναγόμενος, ιδιοκτήτης και αυτός οριζοντίων ιδιοκτησιών του υπογείου της ίδιας πολυκατατοικίας (θέσεων στάθμευσης και αποθήκης), κατά παράβαση του παραπάνω Κανονισμού, που προβλέπει ότι καθένας από τους συνιδιοκτήτες δικαιούται σε ακώλυτη χρησιμοποίηση των κοινόκτητων και κοινόχρηστων χώρων, πραγμάτων και εγκαταστάσεων, σύμφωνα με τον προορισμό τους εις τρόπον ώστε να μην παρεμποδίζει ή αποκλείει την με τον ίδιο τρόπο χρήση αυτών από τους λοιπούς συνιδιοκτήτες, έχει αποκλείσει τον περιγραφόμενο χώρο του υπογείου, εμποδίζοντας την ελεύθερη χρήση και επίσκεψή του και καθιστώντας ανέφικτο τον έλεγχο και την επισκευή, αν αυτό απαιτηθεί, των εκεί ευρισκομένων κοινόχρηστων και κοινόκτητων εγκαταστάσεων, ύδρευσης, αποχέτευσης και θέρμανσης, ενώ δεν είναι δυνατόν να διαπιστωθούν τυχόν μεταβολές και αυθαίρετη χρήση του ελεύθερου αυτού χώρου από τον εναγόμενο. Ακολούθως, ζητούσαν να απαγορευθεί στον εναγόμενο ο αποκλεισμός του ελεύθερου χώρου του υπογείου, που είναι συνεχόμενος της κοινόχρηστης ράμπας, να επιτραπεί η είσοδος των συνιδιοκτητών ή του διαχειριστή σε αυτό, να παύσει κάθε τωρινή ή μελλοντική ενέργεια αποκλεισμού, που παραβλάπτει τα δικαιώματά τους, να διαταχθεί ο εναγόμενος να διατηρεί ανοικτές τις εισόδους του υπογείου χώρου της εν λόγω οικοδομής, αποτελούμενου από την με αριθμ. 1 αποθήκη, την με αριθμ. 1 θέση στάθμευσης και τη με αριθμ. 2 θέση στάθμευσης και τον ελεύθερο χώρο που ειδικότερα περιγράφεται, με την ελεύθερη και ακώλυτη πρόσβασή τους από την εκεί ευρισκόμενη κοινόχρηστη ράμπα, να απειληθεί σε βάρος του χρηματική ποινή ποσού 10.000 ευρώ και προσωπική κράτηση 3 μηνών για κάθε μελλοντική παράβαση της εκδοθησομένης απόφασης και να επιβληθούν σε βάρος του τα δικαστικά τους έξοδα.

Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφασή του, απέρριψε την αγωγή στο σύνολό της. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονούνται οι ως άνω ενάγοντες, με τους λόγους της έφεσής τους, που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητούν την εξαφάνισή της, και την εν όλω αποδοχή της αγωγής.

Από τις διατάξεις των άρθρων 1, 2 παρ 1, 3 παρ 1, 9 παρ 1 εδ α, 1, 8 και 13 του Ν 3741/1929 «περί ιδιοκτησίας κατ΄ορόφους…» που διατηρήθηκε σε ισχύ και μετά την εισαγωγή του Αστικού Κώδικα, με το άρθρο 54 του Εισαγωγικού νόμου αυτού, και 1117 του ΑΚ συνάγεται ότι επί οριζόντιας ιδιοκτησίας ιδρύεται κυρίως μεν χωριστή κυριότητα σε όροφο οικοδομής ή διαμέρισμα ορόφου, παρεπομένως δε και αναγκαστική συγκυριότητα, που αποκτάται αυτοδικαίως, κατ’ανάλογη μερίδα, στα μέρη του όλου ακινήτου, που χρησιμεύουν σε κοινή απ’ όλους τους ιδιοκτήτες χρήση. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται, κατά την ενδεικτική στις διατάξεις αυτές απαρίθμηση, το έδαφος, οι αυλές, τα θεμέλια, οι πρωτότοιχοι, η στέγη, οι καπνοδόχοι, οι αυλές, τα φρεάτια των ανελκυστήρων, οι εγκαταστάσεις κεντρικής θέρμανσης, το ηλιακό δώμα κ.λπ (ΑΠ 969/2017, ΑΠ 92/2017, ΑΠ 1300/2014, ΑΠ 319/2013 αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»). Εξάλλου, με βάση το άρθρο 2 παρ.2 τελευταία παράγραφος του ίδιου νόμου, η οποία ορίζει ότι αδιαίρετος είναι η ιδιοκτησία και παντός άλλου πράγματος χρησιμεύοντος προς κοινή χρήση των ιδιοκτητών, προσδιορίζονται κριτήρια υπαγωγής στην ομάδα των κοινοκτήτων και κοινοχρήστων μερών της οικοδομής, που δεν αναφέρονται ρητά στη συμφωνία ή στον νόμο (ΑΠ 969/2017, ΑΠ 92/2017, ΑΠ 319/2013 ό.π). Έτσι, ο προσδιορισμός της κοινής χρήσεως των μερών, η οποία συνεπάγεται και την αυτοδίκαιη συγκυριότητα των οροφοκτητών πάνω σ΄αυτά γίνεται είτε με τη συστατική πράξη της οροφοκτησίας είτε με ιδιαίτερες συμφωνίες μεταξύ όλων των οροφοκτητών, κατά τα άρθρα 4 παρ.1, 5 και 13 του ν.3741/1929, δηλαδή με σύμφωνη απόφασή τους, που θα περιβληθεί τον τύπο του συμβολαιογράφου και θα μεταγραφεί (ΑΠ 969/2017, ΑΠ 92/2017, ΑΠ 1300/2014, ΑΠ 319/2013 ό.π).  Αν τούτο δεν γίνει, αν δηλαδή δεν ορίζεται τίποτα στην ως άνω δικαιοπραξία, ούτε  με ιδιαίτερες συμφωνίες, τότε ισχύει ο προσδιορισμός που προβλέπεται από τις παραπάνω-αναγκαστικού- δικαίου διατάξεις (ΑΠ 969/2017, ΑΠ 92/2017, ΑΠ 1300/2014 ό.π, ΑΠ 562/2014 αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»). Στην τελευταία αυτή περίπτωση, κριτήριο για τον χαρακτηρισμό πράγματος ως κοινόκτητου και κοινόχρηστου, είναι ο κατά τη φύση του προορισμός για την εξυπηρέτηση των συνιδιοκτητών με την κοινή από αυτούς χρήση του.  Δεδομένου δε ότι η θεσπιζόμενη με τα άρθρα 1002 του ΑΚ και 1 επ. του ν.3741/1929 αποκλειστική (χωριστή) κυριότητα επί ορόφου ή τμήματος ορόφου αποτελεί την εξαίρεση του κανόνα superficies solo cedit, που έχει περιληφθεί στο άρθρο 1001 εδ. α΄του ΑΚ, οποιοδήποτε μέρος του όλου ακινήτου που δεν ορίστηκε ή δεν ορίστηκε έγκυρα, με το συστατικό της οροφοκτησίας τίτλο ότι αποτελεί αντικείμενο της αποκλειστικής κυριότητας κάποιου συνιδιοκτήτη, υπάγεται αυτοδικαίως από τον νόμο, στα αντικείμενα της αναγκαστικής συγκυριότητας και θεωρείται κοινόκτητο και κοινόχρηστο μέρος (ΑΠ 969/2017, ΑΠ 92/2017, ΑΠ 319/2013 ό.π.). Λόγω δε του ενδοτικού χαρακτήρα της προαναφερθείσας διάταξης του άρθρου 2 του ν.3741/1929 (ΑΠ 92/2017, ΑΠ 319/2019 ο.π) με τις ίδιες συμφωνίες μπορεί να τίθενται εγκύρως περιορισμοί και απαγορεύσεις ως προς τη χρήση των κοινών μερών. Έτσι, είτε με την αρχική της οροφοκτησίας σύσταση που μπορεί να στηρίζεται σε μονομερή δικαιοπραξία του μοναδικού ιδιοκτήτη του όλου ακινήτου είτε σε μεταγενέστερη συμφωνία όλων των συνιδιοκτητών που γίνεται με νομίμως μεταγραφόμενο συμβολαιογραφικό έγγραφο, δύναται εγκύρως κατά τα άρθρα 4 και 13 του Ν. 3741/1929 να παραχωρηθεί η χρήση των χώρων αυτών ως τοιούτων αποκλειστικά σε έναν ή ορισμένους ιδιοκτήτες ορόφου ή διαμερίσματος, αλλά μόνο της οικοδομής στην οποία υπάρχουν αυτοί. Τότε, ο περιορισμός της χρήσης του από τους λοιπούς οροφοκτήτες έχει απλώς τον χαρακτήρα δουλείας και συνεπώς δεσμεύει τους καθολικούς και ειδικούς διαδόχους, εφόσον έχει τηρηθεί ο συμβολαιογραφικός τύπος και έχει χωρήσει μεταγραφή, χωρίς όμως να είναι πραγματική δουλεία με τη στενή τεχνική έννοια του όρου των άρθρων 1118 και 1119 ΑΚ (ΑΠ 969/2017, 1300/2014, ΑΠ 562/2014, ΑΠ 319/2013 ό.π), οπότε η χρήση του δεν ανήκει σε όλους από κοινού τους συνιδιοκτήτες του εδάφους (ΑΠ 92/2017 ό.π). Από τον συνδυασμό των ως άνω διατάξεων προκύπτει ότι μπορεί να περιληφθεί στον κανονισμό συμφωνία, με την οποία ένας ή και περισσότεροι από τους συνιδιοκτήτες θα έχουν το δικαίωμα της αποκλειστικής χρήσης σε κοινόκτητο και κοινόχρηστο τμήμα της οικοδομής αλλά για τον προορισμό που το τμήμα αυτό από τη φύση του έχει και προκύπτει από τις λειτουργικές χρησιμότητες του οικοδομήματος που ορίζονται από τον κανονισμό, την τοποθεσία του ακινήτου και τις τακτικές συνήθειες της περιοχής (ΑΠ 92/2017, ό.π). Αν και πότε θίγονται τα δικαιώματα των λοιπών συνιδιοκτητών ή υπάρχει μεταβολή του συνήθους προορισμού των κοινών μερών με τη χρήση τους από ορισμένους συνιδιοκτήτες, κρίνεται, κατά περίπτωση, με βάση τις συγκεκριμένες συνθήκες και στο πλαίσιο του γενικότερου συμφέροντος της ομαλής λειτουργίας της σχέσης της οροφοκτησίας. Ειδικότερα, βλαπτική για τα δικαιώματα των λοιπών συνιδιοκτητών είναι η χρήση που εμποδίζει ή δυσχεραίνει υπέρμετρα αυτούς στη χρήση των ιδιοκτησιών τους ή και στη σύγχρηση των κοινών μερών, ενώ μεταβολή του συνήθους προορισμού προκαλείται όταν η συγκεκριμένη χρήση αλλοιώνει τον προορισμό των κοινών μερών, που ορίζεται με δικαιοπρακτική ρύθμιση, ή, σε περίπτωση έλλειψής της, προκύπτει από τη φύση των πραγμάτων και το σκοπό που αυτά υπηρετούν κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας στη λειτουργία της οροφοκτησίας, καθώς και από τις συνθήκες της συγκεκριμένης περίπτωσης (ΑΠ 92/2017, ΑΠ 669/2013 αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ», ΕφΑθ 1286/2016, ΕΦΑΔ 2017.430). Κάθε συνιδιοκτήτης, εφόσον από τις ενέργειες άλλου συνιδιοκτήτη παραβλάπτεται στη χρήση των κοινών πραγμάτων και μειώνεται η ασφάλεια της οικοδομής, έχει το δικαίωμα να ζητήσει με αγωγή την επαναφορά των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση (ΑΠ 92/2017 ό.π, ΑΠ 832/2005 ΕλλΔνη 2006.179).

Στην κρινόμενη περίπτωση, από την εκτίμηση της κατάθεσης των μαρτύρων που εξετάστηκαν ενόρκως ενώπιον του ακροατηρίου του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση, πρακτικά δημόσιας συνεδρίασής του, όλων ανεξαιρέτως των εγγράφων, που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, ορισμένα εκ των οποίων λαμβάνονται υπόψη προς άμεση απόδειξη και άλλα για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, χωρίς να παραλείπεται κανένα για την εκτίμηση της ουσίας της υπόθεσης, ασχέτως αν μνημονεύεται ή όχι ειδικά, μεταξύ των οποίων οι προσκομιζόμενες από τους εκκαλούντες-3 συνολικά- και τον εφεσίβλητο-4 συνολικά-φωτογραφίες, των οποίων η γνησιότητα δεν αμφισβητήθηκε (άρθρα 444 § 1 περ. γ΄, 448 § 2, 457 § 4 του ΚΠολΔ), και τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής (άρθρο 336 § § 3 και 4 του ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά, που έχουν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης : Με την υπ’ αριθμ………. πράξη σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας και κανονισμού πολυκατοικίας του συμβολαιογράφου Αθηνών, Αναστάσιου Αθανασόπουλου, που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Πειραιά (τόμος ……), όπως αυτή τροποποιήθηκε με την υπ’αριθμ. ………… πράξη τροποποίησης του ίδιου συμβολαιογράφου, ομοίως μεταγραφείσα (τ.1008, α.α 199), οι ……………, υπήγαγαν το κείμενο στη θέση «Αμφιάλη ή Κοκκινόβραχος» και στη συμβολή των οδών ………. και …………., οικόπεδο, εκτάσεως 211,54 και, κατά νεώτερη καταμέτρηση 210,68 τμ, του οποίου τυγχάνουν ψιλός κύριος και επικαρπώτρια, αντίστοιχα, και την οικοδομή που επρόκειτο να ανεγερθεί εντός αυτού, στο σύστημα της οροφοκτησίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.3741/1929 και τα άρθρα 1002 και 1117 του ΑΚ, καθορίζοντας παράλληλα τις επιμέρους αυτοτελείς οριζόντιες ιδιοκτησίες και το αναλογούν σε αυτές ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του οικοπέδου και των κοινόχρηστων τμημάτων του. Oι αυτοτελείς ιδιοκτησίες που περιλαμβάνει το συγκεκριμένο κτίσμα είναι : 1) Στο υπόγειο : α/ η υπ’αριθμ. 1 αποθήκη, επιφάνειας 12 τμ, β/ η υπ’αριθμ. 1 θέση στάθμευσης, επιφάνειας 10 τμ, και γ/ η υπ’αριθμ. 2 θέση στάθμευσης αυτοκινήτου, ομοίως επιφάνειας 10 τμ, με ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του οικοπέδου, 4/1000, 9/1000 και 11/1000 εξ αδιαιρέτου αντίστοιχα, όπως αυτές εμφαίνονται στο από Μαϊου 1993 σχεδιάγραμμα κατόψεως υπογείου του μηχανικού ………….., που συντάχθηκε για την έκδοση της υπ’αριθμ. ………… οικοδομικής αδείας. Ειδικότερα, η υπ’αριθμ. 1 θέση στάθμευσης απεικονίζεται με τα στοιχεία Α-Β-Γ-Δ-Α και η υπ’αριθμ. 2 θέση στάθμευσης, με τα στοιχεία Δ-Ε-Η-Ζ-Δ, 2/ Στο ισόγειο : οι υπ’αριθμ. 1 και 2 κλειστές θέσεις στάθμευσης αυτοκινήτου, 3/ Στον πρώτο πάνω από την πιλοτή όροφο, και σε καθέναν από τους δεύτερο, τρίτο, τέταρτο και πέμπτο ορόφους, ένα διαμέρισμα επιφάνειας 94 τμ, καθώς και ο τυχόν ανεγερθείς στο μέλλον επιπλέον όροφος. Στον πρώτο και τη δεύτερη εκκαλούσα κατά ψιλή κυριότητα και επικαρπία, αντίστοιχα, κατά τα προεκτεθέντα-ανήκει η υπ’αριθμ.2 θέση στάθμευσης του ισογείου και το διαμέρισμα του β΄ορόφου. Επίσης, στον εναγόμενο και στη σύζυγό του, περιήλθαν αιτία δωρεάς, δυνάμει του υπ’αριθμ. …………. συμβολαίου της συμβολαιογράφου Αθηνών, Βάνας Παπαηλιά-Τσαμακίδη, που έχει μεταγραφεί (τ.1004, α.α 148), κατά το εξ αδιαιρέτου ποσοστό του 75% και 25 % αντίστοιχα, το διαμέρισμα του δ΄ορόφου και η υπ’αριθμ. 1 θέση στάθμευσης του ισογείου, ενώ στον εναγόμενο περιήλθαν επιπλέον, αιτία ομοίως αγοράς, δυνάμει του υπ’αριθμ. ………… συμβολαίου της συμβολαιογράφου Πειραιά, Άννας Παναγοπούλου-Καλλίτση, που έχει καταχωρηθεί στα κτηματολογικά βιβλία του κτηματολογικού γραφείου Κερατσινίου (αρ. 1156/2010), οι αυτοτελείς χώροι του υπογείου, δηλαδή η υπ’αριθμ. 1 αποθήκη, και οι υπ’αριθμ. 1 και 2 θέσεις

Αποδείχθηκε, επίσης, ότι ο χώρος του υπογείου, σύμφωνα με το παραπάνω σχεδιάγραμμα κάτοψης υπογείου, περιλαμβάνει το λεβητοστάσιο, την αποθήκη καυσίμων, το φρεάτιο του ανελκυστήρα, διάδρομο, την υπ’αριθμ. 1 αποθήκη, καθώς και έναν ενιαίο χώρο, επιφάνειας 67,5 τμ, που απεικονίζεται υπό τα στοιχεία Θ-Ι-Α-Β-Κ-Λ-Μ-Θ, και στον οποίο περιλαμβάνονται και οι θέσεις στάθμευσης ιδιοκτησίας του εναγομένου. Ο χώρος αυτός επικοινωνεί με την οδό Σινώπης με ράμπα διέλευσης αυτοκινήτων, με κεκλιμένο προς τον χώρο του υπογείου επίπεδο, επί της οποίας έχει τοποθετηθεί ανοιγόμενη γκαραζόπορτα. Σύμφωνα με τη συστατική πράξη, ως κοινόχρηστοι και κοινόκτητοι χώροι του υπογείου χαρακτηρίζονται η κλίμακα καθόδου, ο διάδρομος, το φρέαρ του ανελκυστήρα, το λεβητοστάσιο, η αποθήκη καυσίμων και η ράμπα προσπέλασης αυτοκινήτων προς το υπόγειο από την οδό Σινώπης και ο ελεύθερος χώρος αυτού, δηλαδή το τμήμα του ενιαίου χώρου, όπου βρίσκονται οι θέσεις στάθμευσης, και απομένει μετά την αφαίρεσή τους, ήτοι επιφάνεια 47,5 (67,5-20) τμ, που κατά ρητή πρόβλεψη θα εξυπηρετεί μόνον τη διέλευση αυτοκινήτων των ιδιοκτητών των θέσεων αυτών στάθμευσης. Σημειώνεται μάλιστα ότι ο περίκλειστος αυτός ενιαίος χώρος επικοινωνεί, κατά το προαναφερθέν σχεδιάγραμμα, με τον διάδρομο του υπογείου με θύρα, η οποία μέχρι το έτος 2009 δεν είχε κατασκευαστεί. Επομένως, με τη συστατική πράξη προβλέφθηκε με σαφήνεια και πληρότητα ότι ο ελεύθερος χώρος του ενιαίου τμήματος του υπογείου, που επικοινωνεί με την οδό Σινώπης μέσω ράμπας, πλην των εκεί ευρισκομένων θέσεων στάθμευσης, είναι μεν κοινόκτητος, αφού δεν έχει συσταθεί επ’αυτού οριζόντια ιδιοκτησία, αλλά όχι κοινόχρηστος, αφού αναγνωρίζεται ρητά δικαίωμα αποκλειστικής («εξυπηρετούντα μόνο») χρήσης από τον εκάστοτε ιδιοκτήτη των εκεί ευρισκόμενων θέσεων στάθμευσης. Έτσι, μετά τον περιορισμό αυτό της χρήσης του συγκεκριμένου χώρου από τους λοιπούς συνιδιοκτήτες, που δεσμεύει και τους καθολικούς ή ειδικούς διαδόχους τους, η χρήση του δεν ανήκει σε όλους από κοινού, σύμφωνα με τις σχετικές σκέψεις που προεκτέθηκαν, χωρίς αυτό να αποκλίνει από τον όρο του κανονισμού της πολυκατοικίας που προβλέπει ελεύθερη και ακώλυτη χρήση εκ μέρους των συνιδιοκτητών όλων των κοινόκτητων και κοινόχρηστων χώρων, πραγμάτων και εγκαταστάσεων. Πλέον αυτών, δεν αποδείχθηκε ότι ο εναγόμενος χρησιμοποιεί τον χώρο αυτό για προορισμό διαφορετικό από αυτόν που έχει από τη φύση του, λόγω της θέσης του, δηλαδή για τη διευκόλυνση της μετακίνησης οχημάτων του προς και από τις θέσεις στάθμευσης, με βάση και όσα ορίστηκαν στη συστατική πράξη της οροφοκτησίας, ανεξαρτήτως του εάν πράγματι σταθμεύει εκεί κάποιο όχημα. Οι ίδιοι οι ενάγοντες στο δικόγραφο της αγωγής τους επικαλούνται αορίστως την εναπόθεση διαφόρων πραγμάτων σε αυτόν, χωρίς ειδικότερο προσδιορισμό τους, η οποία δεν αποδείχθηκε. Προσκομίζουν μάλιστα συναφώς φωτογραφίες με διάφορα αντικείμενα τα οποία, ωστόσο, σύμφωνα με σχετική επ’αυτών επισημείωση, είναι τοποθετημένα στον κοινόχρηστο διάδρομο και όχι στον χώρο των υπογείων χώρων στάθμευσης, ενώ δεν υφίσταται αγωγικό αίτημα που να συνδέεται με τέτοια μεταβολή, δηλαδή αίτημα αποκατάστασης της χρήσης σύμφωνα με τον προορισμό του, δια της απομακρύνσεως των συγκεκριμένων πραγμάτων. Επίσης, η αποκλειστική χρήση του από τον εναγόμενο δεν αποδείχθηκε ότι μειώνει την ασφάλεια της οικοδομής καθ’οιονδήποτε τρόπο. Συνεπώς, ο εναγόμενος δεν υποχρεούται και αντίστοιχα οι λοιποί συνιδιοκτήτες της πολυκατοικίας δεν έχουν αξίωση να απαγορευθεί σε αυτόν ο αποκλεισμός του ελεύθερου χώρου του υπογείου ούτε να επιτρέπεται σε αυτούς ή στον εκάστοτε διαχειριστή η ελεύθερη είσοδος σε αυτόν αλλά ούτε και να υποχρεωθεί αυτός να διατηρεί ανοικτές τις εισόδους προς τον υπόγειο αυτό χώρο.

Επίσης αποδείχθηκε ότι, στον ελεύθερο αυτό χώρο και πλησίον της γκαραζόπορτας έχουν κατασκευαστεί φρεάτια αποχέτευσης της συνιδιοκτησίας και από τον παρακείμενο αυτής τοίχο διέρχονται κατακόρυφα με κατάληξη τα διαμερίσματα, οι σωληνώσεις ύδρευσης της πολυκατοικίας (σχετ. η τεχνική έκθεση του πολιτικού μηχανικού, ………………, που διενήργησε αυτοψία στον χώρο, κατ’εντολήν του εναγομένου), ενώ κατά τη μαρτυρία του …………….., συζύγου της δεύτερης εκκαλούσας, από εκεί διέρχονται και σωλήνες θέρμανσης. Οι σωλήνες και τα φρεάτια αυτά, εφόσον δεν ορίστηκε διαφορετικά στη συστατική πράξη, και δεν αποτελούν αντικείμενο αποκλειστικής κυριότητας του εναγομένου ή άλλου συνιδιοκτήτη, υπάγονται αυτοδικαίως, σύμφωνα με τη σχετική σκέψη που προεκτέθηκε, στα αντικείμενα της αναγκαστικής συγκυριότητας και θεωρούνται κοινόκτητα, εφόσον δεν εξυπηρετούν μόνον τις οριζόντιες ιδιοκτησίες του εναγομένου, ούτε είναι τοποθετημένοι σε αμιγώς ιδιόκτητο χώρο, αλλά όλους τους συνιδιοκτήτες. Εφόσον, όμως, βρίσκονται σε χώρο εν μέρει ιδιόκτητο και εν μέρει αποκλειστικής χρήσης του εναγομένου η ελεύθερη πρόσβαση όλων των συνιδιοκτητών σε αυτούς εξακολουθεί να μην επιτρέπεται. Ο περιορισμός αυτός δεν παραβλάπτει τα δικαιώματά τους, εφόσον οι συγκεκριμένες σωληνώσεις εξακολουθούν να εξυπηρετούν το σύνολο των ιδιοκτησιών. Διαφορετικό ζήτημα αποτελεί η θεμελιούμενη στις διατάξεις των άρθρων 3 § 1, 5, 6 § 1 και 9 §§ 2, 3 του ν. 3741/1929,  υποχρέωση του εναγομένου, να διατηρεί τη συγκεκριμένη ιδιοκτησία του σε τέτοια κατάσταση ώστε να μην δύναται από αυτήν να προκύψει καταστροφή ή βλάβη των παραπάνω κοινόκτητων εγκαταστάσεων και αντίστοιχα, σε περίπτωση παραβάσεως της εν λόγω υποχρέωσής του, η αξίωση εκ του νόμου των λοιπών ιδιοκτητών της οροφοκτησίας ή του βλαπτόμενου προς αποζημίωση, όπως και το ζήτημα της επισκευής τους, όποτε και αν αυτό τεθεί, που ανάγεται στην τακτική διοίκησή τους  (Α.Γεωργιάδης-Μ.Σταθόπουλος «αστικός κώδιξ», τόμος IV, σελ. 162, αρ.3, ΕφΑθ 1288/2006, ΕλλΔνη 2006.1112).

Επομένως, τα αυτά δεχόμενο το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που απέρριψε την αγωγή, ως ουσιαστικά αβάσιμη, αν και με ελλιπή αιτιολογία, που συμπληρώνεται από την αιτιολογία της παρούσας απόφασης (άρθρο 534 του ΚΠολΔ, ΕφΑθ (Μον) 407/2018, ΕφΘεσ 2754/2017 αδημ.ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»), ορθά το νόμο εφάρμοσε και τις αποδείξεις εκτίμησε, των περί του αντιθέτου υποστηριζομένων από τους εκκαλούντες απορριπτομένων ως αβασίμων. Ως εκ τούτου παρέλκει η εξέταση της βασιμότητας της προταθείσας και πρωτοδίκως από τον εναγόμενο-εφεσίβλητο ένστασης καταχρηστικής ασκήσεως δικαιώματος.  Επίσης, λόγω της ήττας των εκκαλούντων, πρέπει να διαταχθεί, κατ’άρθρο 495 παρ. 3 εδ.ε΄ του ΚΠολΔ, η εισαγωγή του παραβόλου ποσού εκατό (100) ευρώ, που κατατέθηκε κατά την άσκηση της έφεσης, στο δημόσιο ταμείο, και, να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, κατόπιν σχετικού αιτήματός του, σε βάρος τους (άρθρα 106, 176, 183 και 191 § 2 του ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με τα άρθρα 63  παρ. 2 και 166 του ν.4194/2013), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ την από 12-7-2017 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ…………) έφεση των εναγόντων, …………… και …………, κατά της υπ’αριθμ. 2932/2017 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ  αυτήν τυπικά και

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ αυτήν κατ’ουσίαν.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή του παραβόλου, ποσού εκατό (100) ευρώ, που κατέθεσαν οι εκκαλούντες κατά την άσκησή της, στο δημόσιο ταμείο.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος των εκκαλούντων, τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου, του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των πεντακοσίων (500) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς να παρίστανται  οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους, την 15-11-2018.

 Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                   Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ