Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 64/2020

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Αριθμός Απόφασης:         64  /2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Συγκροτήθηκε από το Δικαστή Ιωάννη Γερωνυμάκη, Εφέτη, ο οποίος ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς και τη Γραμματέα Ε.Τ..

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η κρινόμενη έφεση κατά της υπ’ αριθμ. 547/2018 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία των γαμικών διαφορών (άρθρο 592 αριθμ. 3 του ΚΠολΔ), ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα εντός της διετίας από τη δημοσίευσή της (άρθρα 495 επ., 511, 513 παρ. 1β, 518 παρ. 2, 520 του ΚΠολΔ) διότι κανείς από τους διαδίκους επικαλείται ούτε από τη δικογραφία αποδεικνύεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση έχει επιδοθεί, χωρίς να απαιτείται η καταβολή παράβολου, λόγω της φύσης της διαφοράς κατ’ άρθρο 495 παρ. 3 εδ. τελ. του ΚΠολΔ και αρμοδίως φέρεται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού (άρθρο 19 του ΚΠολΔ). Πρέπει, επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της, κατά την ίδια ως άνω διαδικασία (άρθρα 533 παρ. 1,  591 παρ. 7 του ΚΠολΔ).

Η ενάγουσα, ήδη εφεσίβλητη, στην από 31/5/2017 αγωγή της ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς ισχυρίστηκε ότι με τον εναγόμενο, ήδη εκκαλούντα, συνήψαν το Δεκέμβριο του έτους 2014 ερωτικό δεσμό, από τον οποίο απέκτησαν ένα θήλυ τέκνο, που γεννήθηκε την 19/7/2016, το οποίο ο τελευταίος αναγνώρισε εκούσια με την υπ’ αριθμ. ……/13.12.2016 συμβολαιογραφική πράξη της συμβολαιογράφου Αθηνών ………. και ζητούσε να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να της καταβάλει, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 1503 παρ. 1 του ΑΚ, τα έξοδα του τοκετού, ποσού 105 ευρώ, καθώς και διατροφή σε χρήμα για το χρονικό διάστημα 14 μηνών (δυο μήνες πριν από τον τοκετό και ένα έτος μετά), επειδή συντρέχουν ειδικές περιστάσεις, συνολικού ποσού 5.600 ευρώ (400 ευρώ Χ 14 μήνες) και συνολικά το ποσό των 5.705 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής έως την εξόφληση του. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την προσβαλλόμενη απόφασή του δέχθηκε την αγωγή. Ήδη ο εκκαλών με την υπό κρίση έφεσή του κατά της απόφασης αυτής παραπονείται για κακή εφαρμογή του νόμου και εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί να γίνει δεκτή η έφεσή του ώστε να εξαφανιστεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να απορριφθεί η αγωγή.

Το άρθρο 1503 παρ. 1 του ΑΚ ορίζει ότι «σε περίπτωση που ένα τέκνο γεννήθηκε χωρίς γάμο της μητέρας του, το δικαστήριο μπορεί, ύστερα από αίτησή της, να καταδικάσει τον πατέρα που αναγνωρίστηκε δικαστικώς, ακόμη και αν το τέκνο γεννήθηκε νεκρό: 1. στην καταβολή των δαπανών τοκετού και 2. σε διατροφή της μητέρας, εφόσον αυτή αδυνατεί να διαθρέψει τον εαυτό της, επί δύο μήνες πριν από τον τοκετό και τέσσερις ύστερα από αυτόν, ή, αν συντρέχουν ειδικές περιστάσεις, το πολύ επί ένα έτος». Η διάταξη αυτή πρέπει να εφαρμοστεί αναλόγως και στην περίπτωση της εκούσιας αναγνωρίσεως του τέκνου, εφόσον βέβαια κατά την αναγνώριση δε ρυθμίστηκε το θέμα των δαπανών τοκετού και της διατροφής της άγαμης μητέρας. Η ανάλογη εφαρμογή λοιπόν θα γίνεται όποτε ανακύψει θέμα, διότι στην εκούσια αναγνώριση είθισται να λαμβάνει χώρα οικειοθελής εκπλήρωση των υποχρεώσεων του πατέρα προς τη μητέρα, συμπεριλαμβανομένων των δαπανών τοκετού και διατροφής της μητέρας λόγω εγκυμοσύνης. Οι εν λόγω δαπάνες (νοσοκομειακή περίθαλψη, φάρμακα, αμοιβή ιατρού κλπ) καταβάλλονται ανεξάρτητα από την απορία ή μη της μητέρας ή ευπορία του πατέρα, όχι όμως αν αυτές καλύφθηκαν από την κοινωνική ασφάλιση (ΑΠ 1403/2018 ΝΟΜΟΣ).

Εν προκειμένω από την εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξης που εξετάστηκαν στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την προσβαλλόμενη απόφαση πρακτικά και όλων των εγγράφων που οι διάδικοι προσκομίζουν και επικαλούνται είτε ως άμεσα αποδεικτικά μέσα είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Οι διάδικοι γνωρίστηκαν τον Απρίλιο του έτους 2014 και από το Δεκέμβριο του ίδιου έτους συνήψαν ερωτικό δεσμό, έχοντας από τότε ερωτικές επαφές, χωρίς ουδέποτε να τελέσουν γάμο. Από τις εκτός γάμου ερωτικές σχέσεις τους απέκτησαν ένα τέκνο, την ….., το οποίο γεννήθηκε την 19/7/2016. Ήδη διαρκούσης της κύησης οι σχέσεις των διαδίκων άρχισαν να κλονίζονται, διότι ο εναγόμενος, ο οποίος κατά το χρόνο γνωριμίας των διαδίκων ήταν τεταρτοετής σπουδαστής της Σχολής ……….. και στη συνέχεια ναυτολογήθηκε σε εμπορικό πλοίο ελληνικών συμφερόντων, εκδήλωνε την απροθυμία του για τη συνέχιση της εγκυμοσύνης και την γέννηση του τέκνου, δηλώνοντας στην ενάγουσα ότι δεν ήταν έτοιμος να αποκτήσει τέκνο, επιδεικνύοντας αδιάφορη στάση για αυτό, ακόμα και όταν αυτό γεννήθηκε και αποφεύγοντας να έχει οποιασδήποτε επαφή με αυτό. Μάλιστα αμφισβήτησε ευθέως και την πατρότητά του, αφού κατόπιν προτροπής του οι διάδικοι προέβησαν στην διενέργεια εξέτασης DNA, ως προς τον έλεγχο της πατρότητας. Η εν λόγω εξέταση έγινε στο διαγνωστικό κέντρο «………….», σύμφωνα με την από 5/12/2016 έκθεση του οποίου το ανήλικο τέκνο της ενάγουσας είναι γνήσιο τέκνο του εναγόμενου. Κατόπιν τούτου ο εναγόμενος με την υπ’ αριθμ. …/13.12.2016 πράξη εκούσιας αναγνώρισης τέκνου της συμβολαιογράφου Αθηνών ………. αναγνώρισε εκούσια το πιο πάνω τέκνο ως γνήσιο δικό του, χωρίς έκτοτε οι διάδικοι να έχουν οποιαδήποτε σχέση και χωρίς ο τελευταίος να ανταποκρίνεται στις εκ του νόμου οικονομικές υποχρεώσεις του έναντι της ενάγουσας και του κοινού τέκνου τους.

Αποδεικνύεται περαιτέρω ότι κατά το χρόνο συζήτησης της αγωγής η ενάγουσα ήταν ηλικίας 23 ετών και σπουδάστρια στο ιδιωτικό ΙΕΚ ….. στον τομέα Βοηθού Νοσηλευτικής – Μαιευτικής, στο β΄ έτος σπουδών, χωρίς όμως να προλάβει να τις ολοκληρώσει λόγω του τοκετού και των αναγκών της μητρότητας. Κατά το χρόνο γνωριμίας των διαδίκων και της σύναψης του ερωτικού τους δεσμού η ενάγουσα εργαζόταν ως πωλήτρια σε εμπορικό κατάστημα, από το οποίο απολύθηκε την 27/5/2015. Όπως αποδεικνύεται από τις προσκομιζόμενα από αυτή πράξεις διοικητικού προσδιορισμού φόρου των φορολογικών ετών 2015 και 2016 (χρήση 2015 και 2016 αντίστοιχα) της Δ.Ο.Υ. Ηλιούπολης οι μηνιαίες αποδοχές της κατά το χρόνο εργασίας της δεν υπερέβαιναν το ποσό των 380 ευρώ, ενώ από την απόλυσή της λαμβάνει μηναίο επίδομα ανεργίας περίπου 200 ευρώ. Στερείται άλλων εμφανών περιουσιακών στοιχείων και κατοικεί κατά το χρόνο άσκησης της αγωγής στην πατρική της οικία, μαζί με τους γονείς της και το ανήλικο τέκνο της, αφού πλέον οι σχέσεις των διαδίκων έχουν διαρραγεί οριστικά. Κατά το χρόνο άσκησης της αγωγής θήλαζε ακόμη το ανήλικο τέκνο της και εξακολούθησε και μέχρι τη συμπλήρωση έτους από τη γέννηση του τέκνου να το θηλάζει και μάλιστα και μετά τη συμπλήρωση έτους από τη γέννησή του. Συνεπώς, μετά τους έξι μήνες που το ανήλικο τέκνο της άρχισε να διατρέφεται με στέρεες τροφές, του παρείχε μικτή διατροφή (μητρικό γάλα και στέρεες τροφές), γεγονός που κρίνεται ιδιαίτερα σημαντικό για την υγεία του ανήλικου τέκνου, διότι με τον τρόπο αυτό δεν απαιτήθηκε να προσφύγει σε ειδικής κατηγορίας γάλατα που προσφέρουν λιγότερες ωφέλιμες ουσίες στο τέκνο και επιβαρύνουν σημαντικά τον οικογενειακό προϋπολογισμό λόγω του υψηλού κόστους τους, ενώ, επιπλέον, συνέβαλε η ίδια σημαντικά στην υγεία του τέκνου της, αφού, ως γνωστόν, με τον θηλασμό μπορεί το βρέφος που δεν διαθέτει ακόμη ισχυρό ανοσοποιητικό σύστημα (το οποίο ολοκληρώνεται στα 4 έτη του) να προστατευθεί από πλήθος ασθενειών που εκδηλώνονται κυρίως το χειμώνα (άσθμα, αλλεργίες, γρίπη, αλλεργική ρινίτιδα, βρογχιολίτιδα, στρεπτόκοκκο κλπ). Για να μπορέσει όμως να εξασφαλίσει τη σημαντική αυτή προσφορά της η ενάγουσα προς το τέκνο της απαιτήθηκε να μην εργάζεται, για να είναι προσηλωμένη στις ανάγκες του τέκνου της, τις οποίες δεν ήταν δυνατόν να καλυφθούν από οποιαδήποτε συνδρομή των γονέων της. Ο εναγόμενος μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του ναυτολογήθηκε ως Ανθυποπλοίαρχος Εμπορικού Ναυτικού σε εμπορικό πλοίο με ετήσιο καθαρό εισόδημα για το έτος 2015 ποσού 32.842,46 ευρώ (αναλογούν μηνιαίο εισόδημα 2.736,87 ευρώ) και το έτος 2016 το ποσό των 50.039,20 ευρώ (αναλογούν μηναίο εισόδημα 4.169,93 ευρώ). Έχει στην κυριότητά του ένα ΙΧΕ αυτοκίνητο μάρκας OPEL CORSA 1.600 κυβ. εκ. ενώ κατά το χρόνο που δεν ταξιδεύει κατοικεί στην κατοικία της μητέρας του, χωρίς να επιβαρύνεται με την καταβολή μισθώματος και των υπόλοιπων λειτουργικών αναγκών της κατοικίας. Με βάση τα ως άνω εκτεθέντα και κατ’ εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 1503 παρ. 1 του ΑΚ ο εναγόμενος υποχρεούται να καταβάλει στην ενάγουσα το μέρος της δαπάνης τοκετού που η ενάγουσα κατέβαλε στο ως άνω νοσοκομείο ποσού 105 ευρώ (υπ’ αριθμ. ………/22.7.2016 απόδειξη είσπραξης νοσηλίων) και για το χρονικό διάστημα μεταξύ των δυο μηνών πριν από τον τοκετό (19/5/2016) έως ενός έτους μετά από αυτόν (19/7/2017) διατροφή για την ενάγουσα, η οποία λόγω της έλλειψης εισοδημάτων και περιουσιακών στοιχείων και μην έχοντας τη δυνατότητα να εργαστεί, για τους ανωτέρω λόγους, αδυνατούσε να διαθρέψει τον εαυτό της.  Η διατροφή αυτή σε χρήμα, επειδή συντρέχουν στο πρόσωπο της ενάγουσας οι αναφερόμενες πιο πάνω ειδικές συνθήκες, προσδιοριζόμενη από τις συνθήκες της ζωής της και ανταποκρινόμενη στα απαραίτητα έξοδα για την ένδυση και διατροφή της, συμπεριλαμβανομένης της συμμετοχής της στις λειτουργικές δαπάνες της οικίας στην οποία κατοικεί μαζί με τους γονείς της, πρέπει να καθορισθεί στο ποσό των 400 ευρώ μηνιαίως και συνολικά στο ποσό των 5.600 ευρώ (400 ευρώ Χ 14 μήνες). Η νομική και ουσιαστική βασιμότητα της πιο πάνω αξίωσης της ενάγουσας ως απορρέουσας εκ του νόμου και συνιστάμενης ειδικής διατροφής, δεν επηρεάζεται ούτε κατ’ ελάχιστον από την επιλογή της να μην διακόψει την κυοφορία και να γεννήσει το τέκνο, ακόμα και παρά την απροθυμία του εναγόμενου. Ακολούθως, η πιο πάνω υποχρέωση του εναγόμενου ως δικαιολογητικό λόγο έχει το φυσικό, κοινωνικό και ηθικό δεσμό που τον συνδέει με την ενάγουσα, ως μητέρα του τέκνου του, είναι ανεξάρτητη από την επικαλούμενη μη συναίνεσή του στην κύηση και στη γέννηση του και δεν αναιρείται από το γεγονός ότι αναγνώρισε εκούσια και όχι δικαστικά το πιο πάνω τέκνο του διότι η διάταξη του άρθρου 1503 εφαρμόζεται και στην περίπτωση αυτή κατά αναλογική εφαρμογή της, σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στη μείζονα σκέψη της παρούσας, αφού στην πιο πάνω συμβολαιογραφική πράξη εκούσιας αναγνώρισης δεν περιλαμβάνεται πρόβλεψη για την καταβολή των πιο πάνω ποσών. Εξάλλου με βάση τα πιο πάνω αποδεικτικά στοιχεία αποδεικνύεται η αδυναμία της ενάγουσας να διαθρέψει τον εαυτό της, χωρίς η κρίση αυτή να ανατρέπεται από οποιοδήποτε ανταποδεικτικό στοιχείο του εναγόμενου. Η απλή εκτίμηση της μάρτυρος ανταπόδειξης, μητέρας του εναγόμενου, που κατέθεσε στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, ότι η ενάγουσα θα μπορούσε να εργαστεί και ότι είναι δυνατό τα όποια έξοδα της να καλυφθούν από τους γονείς της με τους οποίους συζεί, δεν οδηγεί σε αντίθετο συμπέρασμα, ούτε κρίνεται βάσιμος ο ισχυρισμός του εναγόμενου ότι, η άσκηση της ένδικης αγωγής δέκα μήνες μετά τον τοκετό καταδεικνύει ότι η ενάγουσα διέθετε την οικονομική δυνατότητα να συντηρεί τον εαυτό της το επίδικο χρονικό διάστημα. Απορριπτέος εξάλλου τυγχάνει και ο ισχυρισμός του εναγόμενου ότι δεν υποχρεούται σε διατροφή, διότι τις όποιες δαπάνες της μπορούσαν να καλύψουν οι γονείς της με τους οποίους συνοικεί με το τέκνο της, διότι, εκτός της αοριστίας του, καθόσον δεν εκθέτει ποια είναι η περιουσιακή κατάσταση των γονέων της και οι εν γένει οικονομικές υποχρεώσεις τους, ώστε να καταδειχθεί η ικανότητα αυτή, είναι αλυσιτελώς προβαλλόμενος, καθώς δεν ασκεί ουδεμία επιρροή ή οποιαδήποτε τυχόν τέτοια ικανότητα των γονιών της ενάγουσας, ούτε οδηγεί στην απαλλαγή του από την εκ του νόμου υποχρέωσή του. Τέλος ο ισχυρισμός του εναγόμενου, ότι έχει ήδη καταβάλει στην ενάγουσα, αμέσως μετά τη γέννηση του τέκνου τους το ποσό των 1.000 ευρώ, που συνιστά ένσταση μερικής εξόφλησης της οφειλής του, είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος, επειδή δεν τον πρόβαλε στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, αλλά πρώτη φορά ενώπιον του Εφετείου αυτού, χωρίς να αποδεικνύεται εγγράφως (άρθρο 527 αριθμ. 6 του ΚΠολΔ). Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την προσβαλλόμενη απόφασή του τα ίδια έκρινε, δέχθηκε την αγωγή και υποχρέωσε τον εναγόμενο να καταβάλει στην ενάγουσα για τις ανωτέρω αιτίες το ποσό των 5.705 ευρώ με το νόμιμο τόκο, ορθά εφάρμοσε το νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις και ο πρώτος λόγος της έφεσης, με τον οποίο ο εναγόμενος – εκκαλών παραπονείται ότι δεν τυγχάνει εφαρμογής η διάταξη του άρθρου 1503 παρ. 1 διότι αυτή εφαρμόζεται στη δικαστική και όχι και στην εκούσια αναγνώριση τέκνου, ο δεύτερος λόγος της έφεσης, με τον οποίο ο εναγόμενος – εκκαλών παραπονείται ότι εσφαλμένα το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δέχθηκε ότι η ενάγουσα δεν μπορούσε να διαθρέψει τον εαυτό της αντί να δεχθεί ότι είχε την οικονομική δυνατότητα και ο τρίτος λόγος της έφεσης, με τον οποίο παραπονείται ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη του ότι έχει καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των χιλίων ευρώ, είναι αβάσιμοι.

Κατόπιν των ανωτέρω και εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος έφεσης, πρέπει να απορριφθεί η έφεση στο σύνολό της να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης γι’ αυτό το βαθμό της δικαιοδοσίας σε βάρος του εκκαλούντος λόγω της ήττας του (άρθρα 176, 183 και 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ την έφεση κατά της υπ’ αριθμ. 547/2018 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των γαμικών διαφορών (άρθρο 592 αριθμ. 3 του ΚΠολΔ) κατ’ αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά την έφεση.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ αυτή κατ’ ουσίαν.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος του εκκαλούντος τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης γι’ αυτό το βαθμό της δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, την  21η   Ιανουαρίου 2020.

     Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                 Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ    

Και τούτου μετετεθέντος

ο Προϊστάμενος του Εφετείου