Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 130/2020

Νομικά θέματα που αντιμετωπίστηκαν.

Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 528 ΚΠολΔ, «αν ασκηθεί έφεση από διάδικο, που δικάσθηκε ερήμην, η εκκαλουμένη απόφαση εξαφανίζεται μέσα στα όρια, που καθορίζονται  από την έφεση και της πρόσθετους λόγους ανεξάρτητα από τη διαδικασία που τηρήθηκε. Ο εκκαλών δικαιούται να προβάλει όλους τους ισχυρισμούς που μπορούσε να προτείνει πρωτοδίκως». Προϋποθέσεις γέννησης δικαιώματος διατροφής ανηλίκου και ενηλίκου τέκνου απέναντι στο γονέα του.

 

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ    130 /2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΑΠΟΤΕΛΟΥΜΕΝΟ από τη Δικαστή Ελένη Σκριβάνου, Εφέτη, η οποία ορίστηκε από τον  Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Τ.Λ..

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 528 ΚΠολΔ, «αν ασκηθεί έφεση από διάδικο, που δικάσθηκε ερήμην, η εκκαλουμένη απόφαση εξαφανίζεται μέσα στα όρια, που καθορίζονται από την έφεση και τους πρόσθετους λόγους, ανεξάρτητα από τη διαδικασία που τηρήθηκε. Ο εκκαλών δικαιούται να προβάλει όλους τους ισχυρισμούς που μπορούσε να προτείνει πρωτοδίκως». Από τα παραπάνω προκύπτει ότι η εκκαλουμένη απόφαση εξαφανίζεται μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους προσθέτους λόγους και ο εκκαλών δικαιούται να προβάλει (με το δικόγραφο της έφεσης και τις προτάσεις του) όλους τους ισχυρισμούς, που μπορούσε να προβάλει και πρωτοδίκως. Του παρέχεται δηλαδή η ευκαιρία, δεδομένου ότι δεν εμφανίσθηκε στο ακροατήριο, αλλά δικάσθηκε, ερήμην, όπως, εντός των ορίων του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της έφεσης, ακουστεί και προβάλει στο εφετείο όσους ισχυρισμούς μπορούσε να προτείνει πρωτοδίκως, επανορθώνοντας με την  έφεση τις συνέπειες που η απουσία του επέφερε. Αν αρνηθεί τους αγωγικούς ισχυρισμούς ή προβάλλει εσφαλμένη εκτίμηση των  αποδείξεων, ως προς τη βάση της αγωγής, η απόφαση πλήττεται στο σύνολό της και πρέπει να εξαφανισθεί, ως προς όλες τις διατάξεις της (ΑΠ 1015/2005 Ελλ.Δνη.46.110, ΑΠ 884/2007, Εφ.Αθ. 2142/2011, Εφ.Αθ. 933/2011, Εφ.Αθ. 337/2009, Εφ.Θεσ. 431/2009, Εφ.Δωδ. 136/2009, Εφ.Αθ. 6514/2009, Εφ.Πατρ. 150/2009, Τ.Ν.Π Νόμος).

Η κρινόμενη έφεση του εκκαλούντος – εναγόμενου κατά της υπ΄ αρ. 1698/2018 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, το οποίο, δικάζοντας κατά την ειδική διαδικασία διαφορών από την οικογένεια, το γάμο και την ελεύθερη συμβίωση ερήμην αυτού, αλλά σαν να ήταν όλοι οι διάδικοι παρόντες (άρθρο 595 ΚΠολΔ), έκανε δεκτή την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας αγωγή των εναγουσών – ήδη εφεσίβλητων, έχει ασκηθεί νομότυπα κι εμπρόθεσμα (άρθρα 495 επ., 511, 513, 516 παρ.2, 591 παρ.1 ΚΠολΔ), δεδομένου ότι δεν προκύπτει ούτε επικαλούνται οι διάδικοι ότι έλαβε χώρα επίδοση της εκκαλουμένης και από την έκδοση της τελευταίας έως την άσκησή της έφεσης, δεν έχει παρέλθει διάστημα μεγαλύτερο της διετίας (άρθρο 518 παρ.2 ΚΠολΔ), ενώ δεν απαιτείται εκ μέρους του εκκαλούντος, η καταβολή των  προβλεπόμενων, από τη διάταξη του άρθρου 495 παρ. 3εδ.α του ΚΠολΔ, παραβόλων του δημοσίου, καθώς, σύμφωνα με το εδ.στ της παρ.3 του ίδιου άρθρου, από την υποχρέωση αυτή εξαιρούνται οι διαφορές του άρθρου 592 παρ.3, όπως η προκείμενη. Πρέπει, επομένως, να εξετασθεί περαιτέρω κατ΄ουσία, κατ΄ αντιμωλία των διαδίκων, εφόσον έχουν καταβληθεί τα προκαταβλητέα έξοδα εκ μέρους του εκκαλούντος -εναγόμενου. Ειδικότερα, με τη διάταξη του άρθρου 173 παρ.4 ΚΠολΔ, ορίζεται ότι, σε δίκες διατροφής, όποιος έχει υποχρέωση σύμφωνα με το νόμο ή με δικαιοπραξία να δώσει διατροφή, προκαταβάλλει και τα κατά την κρίση του δικαστηρίου έξοδα και τέλη του ενάγοντος, έως το ποσό των 300 ευρώ. Ο προσδιορισμός των προκαταβληθέντων εξόδων γίνεται, όπως ορίζει το άρθρο 174 ΚΠολΔ, με πράξη του δικαστή στον οποίο εκκρεμεί η δίκη, η οποία γράφεται πάνω στην σχετική αίτηση και κοινοποιείται στον υπόχρεο να τα προκαταβάλλει. Κατά το άρθρο δε 175 του ίδιου κώδικα η μη καταβολή των εξόδων του αντιδίκου, όπως στη δίκη διατροφής, από τον σ`αυτή υπόχρεο, συνεπάγεται την πλασματική ερημοδικία του τελευταίου, παρέχεται όμως σ` αυτόν η δυνατότητα να καταβάλλει τα έξοδα που ορίστηκαν με την κατάθεση της αγωγής, στη δευτεροβάθμια δίκη έως τη συζήτηση της έφεσης. Η παράλειψη προκαταβολής των εξόδων αυτών έως τη συζήτηση της έφεσης ή η προκαταβολή αυτών μετά τη συζήτηση της, συνεπάγεται σύμφωνα με το άνω άρθρο 175, που εφαρμόζεται και στην κατ` έφεση δίκη, κατ` άρθρο 591 παρ. 1 του ίδιου κώδικα, ερημοδικία του εκκαλούντος και, συνακόλουθα, απόρριψη της έφεσής του ως ανυποστήρικτης κατά τις διατάξεις των άρθρων 524 παρ.1, 531 παρ.1, 271 και 272 ΚΠολΔ (Εφ.Πειρ. 824/2014, Εφ.Αθ. 2680/2008, Τ.Ν.Π ΝΟΜΟΣ, Εφ.Αθ. 6403/2001 Ελλ.Δνη 2003.818, Εφ.Αθ. 1381/2000 Ελλ.Δνη 2000.801).

Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα νομίμως επικαλούμενα και προσκομιζόμενα από τους διαδίκους έγγραφα, κατά την κατάθεση της ένδικης αγωγής διατροφής των εναγουσών – ήδη εφεσίβλητων, ορίστηκαν με πράξη του δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς τα προκαταβλητέα από τον εναγόμενο – ήδη εκκαλούντα, έξοδα σε 300 ευρώ για κάθε μία από τις δύο ενάγουσες. Η αγωγή δε, με την κάτω από αυτήν πράξη προκαταβλητέων εξόδων του δικαστή, είχε επιδοθεί στον εναγόμενο ως αγνώστου διαμονής, όπως θα αναφερθεί ειδικότερα παρακάτω, ο οποίος δεν παραστάθηκε κατά τη συζήτηση της ενώπιον του ως άνω δικαστηρίου στις 7-3-2018 και δικάστηκε ερήμην, οπότε δεν προκατέβαλλε, βεβαίως, τα δικαστικά έξοδα. Έχει όμως τη δυνατότητα να τα καταβάλει έως τη συζήτηση της έφεσης. Όπως σαφώς συνάγεται από τα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του δικαστηρίου τούτου, τα αναφερόμενα στις προτάσεις των διαδίκων και την προσθήκη αυτών, αλλά και τη σχετική απόδειξη που υπογράφεται από την προαναφερθείσα πληρεξούσια δικηγόρο των εφεσίβλητων – εναγουσών ……….., (η οποία δεν φέρει ημερομηνία), τα ως άνω προκαταβλητέα έξοδα καταβλήθηκαν την ημέρα συζήτησης της ένδικης έφεσης, στην εν λόγω δικηγόρο, όπως και η ίδια αναφέρει στην προσθήκη – αντίκρουση των προτάσεων των εφεσίβλητων που συνέταξε και κατέθεσε, ενώπιον του δικαστηρίου τούτου. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα αναγραφόμενα στα ως άνω πρακτικά του δικαστηρίου τούτου, το ποσό αυτό προσφέρθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του εκκαλούντος στην πληρεξούσια δικηγόρο των εφεσίβλητων κατόπιν προβολής ένστασης της τελευταίας περί μη καταβολής τους, κι αυτή δεν την αρνήθηκε (την καταβολή). Το γεγονός ότι καταβλήθηκαν αμέσως μετά την επ΄ ακροατηρίου συζήτηση, έγινε προφανώς για την οικονομία της δίκης, ώστε αυτή να μη διακοπεί κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας. Η επιμονή των εφεσίβλητων, παραταύτα (στην προσθήκη των προτάσεών τους), να θεωρηθεί ο εκκαλών ως ερήμην δικασθείς και να απορριφθεί η έφεσή του ως ανυποστήρικτη, εφόσον καταβλήθησαν τα εν λόγω έξοδα την ημέρα της συζήτησης της ένδικης υπόθεσης, αντίκειται, σε κάθε περίπτωση, στους κανόνες της καλής πίστης που επιβάλει το άρθρο 116 ΚΠολΔ, που πρέπει να διέπει και τις δικονομικές ενέργειες, οπότε ο σχετικός ισχυρισμός τους, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.

Με την ως άνω από 19-12-2017 και με αρ. κατάθεσης (Γ.Α.Κ/Ε.Α.Κ) ………../27-12-2017 αγωγή, κατ΄ εκτίμηση του δικογράφου της,  η πρώτη ενάγουσα αυτής – ήδη πρώτη εφεσίβλητη, ζητούσε να της ανατεθεί η επιμέλεια του ανηλίκου τέκνου ……….., που έχει αποκτήσει κατά τη διάρκεια του γάμου της με τον εναγόμενο – ήδη εκκαλούντα, με τον οποίο βρίσκονται σε διάσταση, καθώς και να υποχρεωθεί αυτός να της προκαταβάλλει, μέσα στο πρώτο πενθήμερο κάθε μήνα, ως μηνιαία συμμετοχή του στη διατροφή σε χρήμα, για λογαριασμό του τέκνου αυτού, το ποσό των 436 ευρώ, για χρονικό διάστημα δύο ετών από την επίδοση της αγωγής και με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση κάθε μηνιαίας δόσης μέχρι την εξόφληση, διότι το εν λόγω τέκνο αδυνατεί να διαθρέψει τον εαυτό του, καθώς δεν έχει περιουσία ή εισοδήματα και λόγω της ηλικίας του δεν δύναται να εργαστεί, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην αγωγή. Ακόμη, η δεύτερη ενάγουσα της ως άνω αγωγής, ενήλικο τέκνο των διαδίκων, ζητούσε να υποχρεωθεί ο εναγόμενος – πατέρας της, να της προκαταβάλλει μέσα στο πρώτο πενθήμερο κάθε μήνα, ως μηνιαία συμμετοχή του στη διατροφή της σε χρήμα το ποσό των 248 ευρώ, για χρονικό διάστημα δεκαοχτώ μηνών, από την επίδοση της αγωγής και με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση κάθε μηνιαίας δόσης μέχρι την εξόφληση, διότι αδυνατεί να διαθρέψει τον εαυτό της, καθώς είναι φοιτήτρια σε Ανώτατο Εκπαιδευτικό Ίδρυμα (Α.Ε.Ι), κι ως εκ τούτου δεν μπορεί να εργαστεί, στερείται δε περιουσίας και εισοδημάτων, κατά τα ειδικότερα, επίσης, εκτιθέμενα στην αγωγή.

Επί της ως άνω αγωγής εκδόθηκε η εκκαλουμένη υπ’αρ. 1698/2018 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (ειδική διαδικασία διαφορών από την οικογένεια, το γάμο και την ελεύθερη συμβίωση), ερήμην του εναγόμενου, ο οποίος είχε κληθεί, να παραστεί στη δίκη, ως αγνώστου διαμονής (όπως προκύπτει από την υπ΄αρ. ….. /28-12-2017 έκθεση επίδοσης προς τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Πειραιώς και τις δημοσιεύσεις στις ημερήσιες εφημερίδες ‘…. και ‘…… αντίστοιχα, στο φύλλο της 29-12-2017, που εκδίδονται στον Πειραιά η πρώτη και στην Αθήνα η δεύτερη). Το ως άνω δικαστήριο, όμως, προχώρησε στη συζήτηση της αγωγής σαν να ήταν όλοι οι διάδικοι παρόντες (άρθρο 595 ΚΠολΔ) και με την εκκαλουμένη απόφασή του, αφού έκρινε την αγωγή ορισμένη και νόμιμη, ακολούθως την έκανε δεκτή και ως ουσιαστικά βάσιμη. Πιο συγκεκριμένα, ανέθεσε την επιμέλεια του ανήλικου τέκνου των διαδίκων στην πρώτη ενάγουσα – ήδη πρώτη εφεσίβλητη και υποχρέωσε τον εναγόμενο, να καταβάλλει, μέσα στο πρώτο πενθήμερο κάθε μήνα, τα ως άνω αιτούμενα στην αγωγή ποσά, στην τελευταία, ως συμμετοχή του στη διατροφή σε χρήμα του παραπάνω ανηλίκου τέκνου τους και για λογαριασμό αυτού, αλλά και στη δεύτερη ενάγουσα – ενήλικη θυγατέρα του, ως συμμετοχή του στη διατροφή σε χρήμα αυτής, για τα, επίσης, αιτούμενα στην αγωγή προαναφερθέντα διαστήματα, με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση κάθε μηνιαίας δόσης, έως την εξόφληση.

Ο εκκαλών-εναγόμενος, με την κρινόμενη έφεσή του προσβάλλει την ως άνω απόφαση, επικαλούμενος, μεταξύ άλλων, λόγους που ανάγονται στην κακή εκτίμηση των αποδείξεων, όπως σαφώς προκύπτει από τα όσα αναφέρονται σε αυτήν (παρά τα όσα, περί του αντιθέτου, αβασίμως ισχυρίζονται οι εφεσίβλητες στις προτάσεις τους), μόνο, όμως, ως προς το κεφάλαιο της εκκαλουμένης απόφασης, που αφορά στην επιδίκαση της διατροφής σε χρήμα, τόσο στην πρώτη ενάγουσα, για λογαριασμό του ανηλίκου τέκνου των διαδίκων ως ασκούσας την επιμέλεια αυτού, όσο και στο ενήλικο τέκνο τους – δεύτερη ενάγουσα. Ζητεί δε την εξαφάνιση της, άλλως την μεταρρύθμισή της κατά το μέρος αυτό, που η εν λόγω απόφαση έκανε δεκτή την αγωγή των αντιδίκων του, (της επιδίκασης σε βάρος του, αφενός μεν διατροφής, ποσού 436 ευρώ μηνιαίως, στην πρώτη ενάγουσα για λογαριασμό του ανηλίκου τέκνου τους, αφετέρου δε, διατροφής, ποσού 248 ευρώ μηνιαίως, στη δεύτερη ενάγουσα), ώστε να απορριφθεί ως προς τα κεφάλαιά της αυτά, ενώ δεν στρέφεται κατά του κεφαλαίου της εκκαλουμένης με το οποίο ανατέθηκε η επιμέλεια του ανήλικου τέκνου τους ……….. στην  πρώτη ενάγουσα. Με βάση τα παραπάνω, και τα εκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη, η κρινόμενη έφεση, πρέπει να γίνει τυπικά αλλά και κατ΄ ουσία δεκτή και να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη ως προς τις πληττόμενες με αυτήν διατάξεις της, που αφορούν στη διατροφή των εν λόγω τέκνων, ακολούθως δε να διακρατηθεί η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο (άρθρο 535 παρ.1 ΚΠολΔ) και να ανασυζητηθεί η αγωγή ως προς τα σχετικά αιτήματά της κατά την ίδια ως άνω ειδική διαδικασία διαφορών από την οικογένεια, το γάμο και την ελεύθερη συμβίωση.

Από τις διατάξεις των άρθρων 1485, 1486,1489 και 1493 του ΑΚ συνάγεται, ότι οι γονείς, είτε υπάρχει μεταξύ τους γάμος και συμβιώνουν, είτε έχει διακοπεί η συμβίωση τους είτε έχει εκδοθεί διαζύγιο, έχουν κοινή υποχρέωση να διατρέφουν το ανήλικο τέκνο τους, ακόμα και αν τούτο έχει περιουσία, εφόσον τα εισοδήματά από αυτήν ή το προϊόν της εργασίας του ή άλλα τυχόν εισοδήματά του δεν αρκούν για τη διατροφή του. Το μέτρο της διατροφής προσδιορίζεται με βάση τις ανάγκες του τέκνου, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής του και περιλαμβάνει όλα όσα είναι αναγκαία για τη συντήρησή του έξοδα και επιπλέον τα έξοδα για την ανατροφή καθώς και την επαγγελματική και την εν γένει εκπαίδευση του (ΑΠ 416/2007, Τ.Ν.Π ΝΟΜΟΣ), προκαταβάλλεται δε σε χρήμα κάθε μήνα, εκτός αν συντρέχουν ιδιαίτεροι λόγοι να καταβληθεί με άλλο τρόπο. Ως συνθήκες ζωής νοούνται οι συγκεκριμένοι όροι διαβίωσης, που ποικίλουν ανάλογα με την ηλικία, τον τόπο κατοικίας, την ανάγκη εκπαίδευσης, και την κατάσταση της υγείας του δικαιούχου σε συνδυασμό με την περιουσιακή κατάσταση του υπόχρεου. Εκείνος ο γονέας, ο οποίος έχει την επιμέλεια του τέκνου, μπορεί να συνυπολογίσει καθετί που συνδέεται με την εξαιτίας αυτής πραγματική διάθεση χρημάτων για τις ανάγκες του τέκνου, καθώς και άλλες παροχές σε είδος, οι οποίες απορρέουν από τη συνοίκηση, η οποία, κατά κανόνα, συνοδεύει την επιμέλεια. Η διατροφή προσδιορίζεται στο προσήκον μέτρο με βάση τις ανάγκες του τέκνου, όπως προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής του και περιλαμβάνει όσα είναι αναγκαία για τη συντήρησή του και την επαγγελματική του εκπαίδευση. Κατ’ αρχήν αξιολογούνται τα εισοδήματα των γονέων απ’ οποιαδήποτε πηγή και στη συνέχεια προσδιορίζονται οι ανάγκες του τέκνου.  Επίσης, η κατά τα άνω υποχρέωση των γονέων προς διατροφή του τέκνου τους, βαρύνει αυτούς, κατά το άρθρο 1489 εδ.2 ΑΚ, ανάλογα με τις δυνάμεις τους. Ο εναγόμενος, συνεπώς γονέας, προς καταβολή ολοκλήρου του ποσού της διατροφής, μπορεί να επικαλεστεί κατ’ ένσταση, κατ’ άρθρο 262 ΚΠολΔ, ότι και ο άλλος γονέας έχει την οικονομική δυνατότητα, σε σχέση με τη δική του και σε συνδυασμό με τις λοιπές υποχρεώσεις του, να καλύψει μέρος της ανάλογης διατροφής του ανηλίκου, οπότε, με την απόδειξη της ένστασης αυτής, περιορίζεται η υποχρέωση του εναγόμενου γονέα κατά το ποσό που αντιστοιχεί στην οικονομική δυνατότητα και στη βάση αυτής υποχρέωση συνεισφοράς του άλλου γονέα (ΑΠ 416/2007, Εφ.Πειρ.370/2002, Τ.Ν.Π ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, σε περίπτωση μη υποβολής της σχετικής αυτής ένστασης, δεν δύναται το δικαστήριο να ερευνήσει αυτεπαγγέλτως την οικονομική δυνατότητα του άλλου γονέα και να κανονίσει, ανάλογα με τις δυνάμεις του κάθε γονέα, το επιδικαστέο σε βάρος του εναγόμενου ποσό της διατροφής (ΑΠ 416/2007 ο.π.). Σε περίπτωση, όμως, που, σύμφωνα και με τα  ανωτέρω εκτιθέμενα, με την αγωγή δεν ζητείται το σύνολο του ποσού, στο οποίο αποτιμώνται οι διατροφικές ανάγκες του δικαιούχου, αλλά μόνο το μέρος το οποίο κατά την άποψη του ενάγοντος πρέπει να βαρύνει τον εναγόμενο γονέα, σε αναλογία προς τις οικονομικές δυνάμεις αυτού και του άλλου γονέα (του εναγόμενου), ο αμυντικός ισχυρισμός ότι η αναλογία αυτή είναι διαφορετική από εκείνη που αναφέρεται στην αγωγή, λειτουργεί ως άρνηση. Τότε, ο συσχετισμός των οικονομικών δυνάμεων των δύο γονέων πρέπει να γίνει από το δικαστήριο αυτεπαγγέλτως, σύμφωνα προς τα εκατέρωθεν αποδεικνυόμενα πραγματικά περιστατικά και δη ισχυρισμού στα πρακτικά ή τις προτάσεις του εναγόμενου (ΑΠ 804/1994 ΕλλΔνη 37.97, Εφ. Πειρ.214/2016,  Εφ.Πατρ. 194/2011, Εφ.Θεσ.740/2009 Τ.Ν.Π ΝΟΜΟΣ, Εφ.Θεσ. 1101/2002 Αρμ. 2003.38). Τέλος, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1486 ΑΚ,  δικαίωμα διατροφής, εκτός από το ανήλικο, έχει και το ενήλικο τέκνο, εφόσον το τελευταίο, δεν μπορεί να διατρέφει τον εαυτό του από την περιουσία του ή από εργασία κατάλληλη για την ηλικία του, την κατάσταση της υγείας του και τις λοιπές βιοτικές του συνθήκες, ενόψει και των τυχόν αναγκών της εκπαίδευσής του (ΑΠ 155/2011, ΑΠ 1402/2005, ΑΠ 884/2003, Τ.Ν.Π ΝΟΜΟΣ).

Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα των εναγουσών ………….., που εξετάστηκε ενώπιον του ακροατηρίου του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου και εμπεριέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση πρακτικά αυτού, καθώς και της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα του εναγόμενου ………, που εξετάστηκε ενώπιον του ακροατηρίου του δικαστηρίου τούτου και περιέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά, καθώς και όλων ανεξαιρέτως των εγγράφων που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, μεταξύ των οποίων και οι ένορκες βεβαιώσεις μαρτύρων που λήφθηκαν στα πλαίσια άλλης δίκης μεταξύ των διαδίκων, οι οποίες λαμβάνονται υπόψη ως δικαστικά τεκμήρια, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:

Η πρώτη ενάγουσα και ο εναγόμενος τέλεσαν νόμιμο θρησκευτικό γάμο, κατά τους κανόνες της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, στις 8-6-1996 στον Πειραιά, από τον οποίο απέκτησαν δύο τέκνα, την ………. – δεύτερη ενάγουσα που γεννήθηκε στις 24-10-1997, ήδη ενήλικη, και την ………. που γεννήθηκε στις 21-2-2002, ακόμη ανήλικη. Η έγγαμη συμβίωσή τους εξελίχθηκε ομαλά τα πρώτα χρόνια του γάμου τους, προϊόντως, όμως, του χρόνου, δημιουργήθηκαν μεταξύ τους προβλήματα και συγκρούσεις, σε σημείο που απομακρύνθηκαν πλήρως ψυχικά και σωματικά ο ένας από τον άλλον, ενώ από το Δεκέμβριο του έτους 2016, ο εναγόμενος έχει μετοικήσει από την οικογενειακή στέγη, που βρίσκεται στο Πέραμα Πειραιά, οδός ,,, αρ. ,,,, στην οποία παρέμειναν η πρώτη ενάγουσα με τα ως άνω τέκνα τους. Έκτοτε δε οι διάδικοι βρίσκονται σε διάσταση. Στο σημείο αυτό πρέπει να αναφερθεί ότι το ζήτημα, αν ορθά κλήθηκε ο εναγόμενος ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου ως αγνώστου διαμονής, δεδομένου ότι, κατά τους ισχυρισμούς των εναγουσών, αυτός συνέχισε, κατά το χρόνο που έλαβε χώρα η επίδοση, όπως προκύπτει από τη φορολογική δήλωσή του, να δηλώνει  ως διεύθυνσή του, αυτήν της ως άνω οικογενειακής στέγης, παρότι είχε ήδη αποχωρήσει από την τελευταία, και αυτές δεν γνώριζαν ποια είναι η νέα του κατοικία, ή αν, αντίθετα, όπως υποστηρίζει ο εναγόμενος στην έφεσή του, θα μπορούσαν ευχερώς οι ενάγουσες να μάθουν τη διεύθυνσή του, ώστε να μην τον είχαν κλητεύσει ως αγνώστου διαμονής, που είχε ως αποτέλεσμα να ερημοδικαστεί πρωτοδίκως, δεν ασκεί ουσιαστικά έννομη επιρροή εν προκειμένω, καθώς, όπως προαναφέρθηκε, σε κάθε περίπτωση, η εκκαλουμένη εξαφανίστηκε, από το παρόν δικαστήριο και εξετάζεται εκ νέου η αγωγή, ο δε εκκαλών δικαιούται να προβάλει, όλους τους ισχυρισμούς, που μπορούσε να προβάλει και πρωτοδίκως, κατά τα προεκτεθέντα στη μείζονα σκέψη. Περαιτέρω προέκυψε ότι, η πρώτη ενάγουσα, μετά τη διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης των διαδίκων, ασκούσε εν τοις πράγμασι την επιμέλεια του προσώπου του ανηλίκου τέκνου τους …… ., ενώ ήδη με την εκκαλουμένη απόφαση ανατέθηκε σε αυτήν (πρώτη ενάγουσα) οριστικά η επιμέλεια του εν λόγω τέκνου, ως προς δε το μέρος της αυτό, όπως ανωτέρω αναφέρθηκε, ο εναγόμενος – εκκαλών δεν προσβάλλει την ως άνω απόφαση, οπότε το παρόν δικαστήριο δεν θα ασχοληθεί με το ανωτέρω κεφάλαιο, ως προς το οποίο δεν εξαφανίζεται η εκκαλουμένη. Ακόμη, αποδείχθηκε ότι, τόσο η προαναφερθείσα ανήλικη θυγατέρα των διαδίκων, όσο και η ενήλικη θυγατέρα αυτών (δεύτερη ενάγουσα), αδυνατούν να διαθρέψουν τον εαυτό τους, καθώς δεν έχουν εισοδήματα ή περιουσία και δεν μπορούν να εργασθούν, η μεν πρώτη εξ αυτών, λόγω της ηλικίας της και της φοίτησής της στο σχολείο, η δε δεύτερη, λόγω των σπουδών της. Ειδικότερα, η δεύτερη ενάγουσα ήταν, τουλάχιστον κατά το επίμαχο διάστημα, φοιτήτρια στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, με έναρξη των, τετραετούς διάρκειας, σπουδών της κατά το ακαδημαϊκό έτος 2015-2016. Η ανήλικη θυγατέρα των διαδίκων, που είναι μαθήτρια λυκείου, παρακολουθεί, επιπλέον, εξωσχολικά μαθήματα αγγλικών, καθώς και ενισχυτικά μαθήματα διδασκαλίας για τα οποία καταβάλλονται δίδακτρα 115 ευρώ και 120 ευρώ μηνιαίως, αντίστοιχα, (όπως προκύπτει από τις σχετικές αποδείξεις του φροντιστηρίου ξένων γλωσσών  ‘………..’’ και του φροντιστηρίου ‘………….). Περαιτέρω, τόσο η ανήλικη θυγατέρα των διαδίκων όσο και η ενήλικη -δεύτερη ενάγουσα, έχουν τις συνήθεις για την ηλικία τους, η κάθε μία, ανάγκες διατροφής, ένδυσης, εκπαίδευσης, ψυχαγωγίας κ.λπ, ενώ η ιατροφαρμακευτική τους περίθαλψη καλύπτεται από τον ασφαλιστικό φορέα του πατέρα τους, ως προστατεύομενα μέλη. Επιπροσθέτως, πέραν της ασφαλιστικής κάλυψης, καταβλήθηκε για ορθοδοντική θεραπεία της ως άνω ανήλικης, στην ορθοδοντικό …………, το ποσό των 2.000 ευρώ συνολικά, επιμεριζόμενο σε 12 δόσεις των 83 ευρώ. Διαμένουν δε αμφότερες οι θυγατέρες των διαδίκων, μαζί με την μητέρα τους – πρώτη ενάγουσα, στην προαναφερθείσα οικογενειακή στέγη, η οποία ανήκει κατά ψιλή κυριότητα στην τελευταία και κατ΄επικαρπία στη μητέρα της, οπότε δεν βαρύνονται με καταβολή μισθώματος παρά μόνο με την αναλογία τους στα λειτουργικά έξοδα της οικίας αυτής. Ο εναγόμενος – εκκαλών, ισχυρίζεται ότι η δεύτερη ενάγουσα – ενήλικη θυγατέρα του αποκομίζει εισοδήματα, παράλληλα με τις σπουδές της, περί τα 500 ευρώ μηνιαίως, παρέχοντας υπηρεσίες μανικιούρ – πεντικιούρ. Ο ανωτέρω ισχυρισμός, όμως, ουδόλως αποδείχθηκε, τουλάχιστον για το επίδικο διάστημα (18 μηνών από την επίδοση της αγωγής), για το οποίο αυτή ζητεί διατροφή σε χρήμα. Αντίθετα προέκυψε ότι, λόγω της επιμελούς φοίτησής της στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, κάτι τέτοιο δεν ήταν δυνατό, τουλάχιστον μέχρι τον Ιούνιο του έτους 2019, που ολοκληρώθηκε τυπικά η τετραετής διάρκεια των σπουδών της, οφείλει δε έκτοτε μόνο ένα μάθημα για τη λήψη του πτυχίου της. Οι δε αναρτήσεις σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης (facebook), που φέρεται ότι έχει κάνει η δεύτερη ενάγουσα, σχετικά με την παροχή υπηρεσιών φροντίδας νυχιών, υπό το προφίλ ‘………., τις οποίες προσκομίζει εκτυπωμένες ο εναγόμενος, προς επίρρωση του ως άνω ισχυρισμού του, αφορούν ημερομηνίες του μηνός Αυγούστου του περασμένου έτους, ήτοι μετά το επίδικο διάστημα. Ακόμη αποδείχθηκε ότι, ο εναγόμενος είναι αστυνομικός εν ενεργεία με το βαθμό του αρχιφύλακα, με καθαρές μηνιαίες αποδοχές περί τα 1.200 ευρώ, όπως προκύπτει από τα σημειώματα αποδοχών της υπηρεσίας του. Έχει στην κυριότητά του ένα διαμέρισμα β΄ορόφου πολυκατοικίας στο Πέραμα Αττικής με υπόγεια αποθήκη και θέση στάθμευσης, που εκμισθώνει αντί μηνιαίου μισθώματος 250 ευρώ, ενώ όπως προκύπτει από τα προσκομιζόμενα από αυτόν εκκαθαριστικά σημειώματα φορολογίας εισοδήματος της Ε΄ΔΟΥ Πειραιά για τα έτη 2017 και 2018, το ετήσιο δηλωθέν εισόδημά του ανέρχονταν  σε 22.377,18 ευρώ για το έτος 2017 (καθώς κατά τους μήνες Μάρτιο έως Σεπτέμβριο του έτους αυτού μετέβη στη Λέσβο για υπηρεσιακούς λόγους, λαμβάνοντας επιπλέον αμοιβή για το διάστημα αυτό) και 21.332,98 ευρώ για το έτος 2018. Όταν αποχώρησε από την οικογενειακή στέγη, φιλοξενήθηκε αρχικά στην οικία της μητέρας του στο Πέραμα, οδός … αρ. ., από το Μάιο δε του 2018 διαμένει σε μισθωμένο ισόγειο διαμέρισμα στην Ηλιούπολη Αττικής, οδός . .. αρ. …., για το οποίο καταβάλλει μηνιαίο μίσθωμα 400 ευρώ, όπως προκύπτει από το προσκομιζόμενο από αυτόν μισθωτήριο, πλέον τις λειτουργικές του δαπάνες. Επίσης, του ανήκε ένα αυτοκίνητο μάρκας Suzuki grand vitara, (κυκλοφ. 2006), το οποίο ήδη έχει πωλήσει και το αντικατέστησε, εντός του έτους 2018, με ένα Smart 1000 κ.ε, καθώς και μια μοτοσυκλέτα μάρκας Suzuki 645 κ.ε. Οι δαπάνες που απαιτούνται για τη διατροφή και την εν γένει συντήρησή του (σίτιση, ένδυση, ψυχαγωγία κ.λπ) είναι οι συνήθεις για έναν άνδρα της ηλικίας του (γεννήθηκε το έτος 1971) και η ιατροφαρμακευτική του περίθαλψη καλύπτεται από τον ασφαλιστικό του φορέα. Τέλος, καταβάλλει για την αποπληρωμή δανείου σε τραπεζικό ίδρυμα, μηνιαίες δόσεις 126,84 ευρώ έκαστη, οι οποίες δεν προαφαιρούνται από τα εισοδήµατά του, αλλά λαµβάνονται υπόψη ως προσδιοριστικά στοιχεία των συνθηκών διαβίωσής του (AΠ 471/2005 ΕλλΔνη 2005.1425), ενώ δεν βαρύνεται με την υποχρέωση διατροφής έτερου προσώπου, πλην των ως άνω τέκνων του.

Από την άλλη πλευρά, η πρώτη ενάγουσα εργάζεται ως ιδιωτική υπάλληλος σε κατάστημα πώλησης παιδικών υποδημάτων, με μηνιαίες καθαρές αποδοχές 480 ευρώ. Δεν καταβάλλει μίσθωμα, όπως ανωτέρω αναφέρθηκε, για την κατοικία στην οποία διαμένει με τα τέκνα της, αλλά επιβαρύνεται με τις δαπάνες κατανάλωσης ρεύματος, νερού, θέρμανσης κ.λπ. ΄Εχει δε τις συνήθεις ανάγκες διατροφής, συντήρησης, ένδυσης, ψυχαγωγίας, ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης κ.λπ, μιας γυναίκας της ηλικίας της (είναι γεννηθείσα το έτος 1974), και δεν έχει υποχρέωση διατροφής άλλου προσώπου πέραν των ως άνω θυγατέρων της.

Με βάση τις προαναφερόμενες οικονομικές δυνατότητες του εναγόμενου και της πρώτης ενάγουσας και τις εν γένει περιστάσεις, η κατά μήνα διατροφή για τα ως άνω δύο τέκνα των διαδίκων, πρέπει να καθορισθεί σε 470  ευρώ μηνιαίως για την ανήλικη  .., και σε 280 ευρώ για την ενήλικη ….. – δεύτερη ενάγουσα. Τα ως άνω ποσά πιθανολογείται ότι είναι ανάλογα με τις ανάγκες κάθε μίας εξ αυτών, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες ζωής τους και ανταποκρίνονται στα απαραίτητα έξοδα για τη διατροφή, ένδυση, εκπαίδευση, συντήρηση, ψυχαγωγία τους κ.λπ, όπως προαναφέρθηκε. Από τα ποσά αυτά ο εναγόμενος  είναι σε θέση να καταβάλει 340 ευρώ μηνιαίως για την ανήλικη θυγατέρα του και το ποσό των 180 ευρώ για την ενήλικη – δεύτερη ενάγουσα. Κατά δε το λοιπό ποσό των 130 ευρώ και 100 ευρώ μηνιαίως που απαιτείται για τη διατροφή των θυγατέρων των διαδίκων,  αντίστοιχα, συνεισφέρει η ενάγουσα με τα εισοδήματα από την εργασία της, συνυπολογιζόμενης και της προσωπικής της απασχόλησης για τη φροντίδα κυρίως της ως άνω ανήλικης, η οποία είναι αποτιμητή σε χρήμα, αλλά και της προσφοράς της στέγης, όπου διαμένουν μαζί της.

Κατόπιν τούτων, πρέπει, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση, όπως προαναφέρθηκε, ως προς τα κεφάλαια αυτής που αφορούν στην επιδίκαση διατροφής. Ακολούθως, αφού κρατηθεί η υπόθεση στο δικαστήριο τούτο και ερευνηθεί κατ΄ ουσία, να γίνει εν μέρει δεκτή η αγωγή, ως προς τα αναφερόμενα, στα ως άνω κεφάλαια, αιτήματά της, κατά τα οποία είναι ορισμένη και νόμιμη (στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1485, 1486, 1489 εδ.β, 1493, 1496 εδ.α, 1497, 1498, 1510 -1516, 1518, 345, 346 ΚΠολΔ), και ως ουσιαστικά βάσιμη, σύμφωνα με τα όσα ανωτέρω εκτέθηκαν, και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος – εκκαλών να καταβάλλει μέσα στο πρώτο πενθήμερο κάθε μήνα, αφενός μεν στην πρώτη ενάγουσα – πρώτη εφεσίβλητη, ως συνεισφορά στην τακτική διατροφή του ως άνω ανηλίκου τέκνου τους, και για λογαριασμό αυτού, το ποσό των 340 ευρώ μηνιαίως, για χρονικό διάστημα 2 ετών από την επίδοση της ένδικης αγωγής, αφετέρου δε, στη δεύτερη ενάγουσα – δεύτερη εφεσίβλητη ενήλικη θυγατέρα του, ως συνεισφορά στην τακτική διατροφή της, το ποσό των 180 ευρώ μηνιαίως, για χρονικό διάστημα 18 μηνών από την επίδοση της ένδικης αγωγής, όλα τα παραπάνω δε ποσά, με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση κάθε μηνιαίας δόσης έως την εξόφληση.

Πρέπει, τέλος, τα δικαστικά έξοδα και για τους δυο βαθμούς δικαιοδοσίας να συμψηφιστούν συνολικά μεταξύ των διαδίκων (άρθρα 179, 183 ΚΠολΔ) και ειδικότερα, όσον αφορά στην πρώτη ενάγουσα – πρώτη εφεσίβλητη, λόγω της σχέσης τους με τον εναγόμενο – εκκαλούντα ως συζύγων, δεδομένου ότι δεν προκύπτει ούτε επικαλούνται ότι έχει λυθεί αμετάκλητα ο γάμος τους, ενώ, όσον αφορά στη δεύτερη ενάγουσα – δεύτερη εφεσίβλητη, λόγω της συγγενικής της σχέσης πρώτου βαθμού με αυτόν.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει, κατ΄αντιμωλία των διαδίκων, την έφεση.

Δέχεται αυτήν κατά το τυπικό και ουσιαστικό της μέρος.

Εξαφανίζει την εκκαλουμένη υπ΄αρ. 1698/2018 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που δίκασε τη διαφορά των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία διαφορών από την οικογένεια, το γάμο και την ελεύθερη συμβίωση, ως προς τα κεφάλαια αυτής που αναφέρονται στο σκεπτικό και αφορούν στην επιδίκαση διατροφής στην πρώτη ενάγουσα για λογαριασμό της ανήλικης θυγατέρας των διαδίκων καθώς και στη δεύτερη ενάγουσα – ενήλικη θυγατέρα αυτών.

Κρατεί την από 19-12-2017 και με αρ. κατάθεσης (Γ.Α.Κ/Ε.Α.Κ) …………/27-12-2017 αγωγή, ως προς τα ως άνω μέρη – αιτήματά της.

Δικάζει επί της ουσίας την υπόθεση.

Δέχεται εν μέρει την αγωγή.

Υποχρεώνει τον εναγόμενο να καταβάλλει: α) στην πρώτη ενάγουσα, ως συνεισφορά του για τη μηνιαία τακτική διατροφή σε χρήμα του ανηλίκου τέκνου των διαδίκων …………, και για λογαριασμό του τελευταίου, του οποίου αυτή ασκεί την επιμέλεια, το ποσό των τριακοσίων σαράντα (340) ευρώ, μέσα στο πρώτο πενθήμερο κάθε μήνα, για χρονικό διάστημα δύο (2) ετών από την επίδοση της ένδικης αγωγής και με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση κάθε μηνιαίας δόσης έως την εξόφληση και β) στη δεύτερη ενάγουσα – ενήλικο τέκνο των διαδίκων ως συνεισφορά του για τη μηνιαία τακτική διατροφή της σε χρήμα, το ποσό των εκατόν ογδόντα (180) ευρώ, μέσα στο πρώτο πενθήμερο κάθε μήνα, για χρονικό διάστημα δεκαοχτώ (18) μηνών από την επίδοση της ένδικης αγωγής, με το νόμιμο, επίσης, τόκο από την καθυστέρηση κάθε μηνιαίας δόσης έως την εξόφληση.

Συμψηφίζει τα δικαστικά έξοδα, συνολικά, μεταξύ των διαδίκων και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας.

KPIΘHKE, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά, στο ακροατήριό του και σε έκτακτη δημόσια αυτού συνεδρίαση στις 13  Φεβρουαρίου 2020, απόντων των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.

 

                Η  ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                      Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ