Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 104/2020

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός απόφασης  104 /2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή Αγγελική Δέτση, Εφέτη, που ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς, και από τη γραμματέα Ε.Τ..

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η υπό κρίση έφεση της εν μέρει ηττηθείσας στον πρώτο βαθμό ενάγουσας κατά της υπ’ αριθμ. 2669/2017 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε  αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, επί της με ημερομηνία  11-2-2014 (αρ. κατάθ. …../2014) αγωγής  της, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα με κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του εκδόντος την προσβαλλόμενη απόφαση δικαστηρίου στις 13-7-2017 και εντός προθεσμίας τριάντα ημερών από την επίδοση της εκκαλουμένης, η οποία έλαβε χώρα στις 15-6-2017, όπως προκύπτει από την με αρ. …/15-6-2017 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή Εφετείου Αθηνών ………… (άρθρα 144 § 2, 495, 499, 511, 513 § 1β, 516, 517, 518 § 1 ΚΠολΔ ως ισχύουν), αρμοδίως δε φέρεται προς εκδίκαση στο Δικαστήριο αυτό, κατ’ άρθρο 19 ΚΠολΔ. Πρέπει, επομένως, η έφεση, δεδομένου ότι για το παραδεκτό της  άσκησής της έχει κατατεθεί από την εκκαλούσα το απαιτούμενο παράβολο (άρθρο 495 § 3 ΚΠολΔ), να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί, κατά το μεταβιβασθέν με αυτή μέρος, ως προς τη βασιμότητα των λόγων της, κατά την ίδια διαδικασία (άρθρα 533 και 535 § 1 ΚΠολΔ).

Με την αγωγή της, που άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η ενάγουσα, ήδη εκκαλούσα, ιστορούσε ότι την 8-3-2009 η εναγομένη, ήδη εφεσίβλητη, προκάλεσε με πρόθεση τις αναφερόμενες φθορές στο υπ’ αρ. κυκλοφ. ………… ΙΧΕ αυτοκίνητο της ιδιοκτησίας της, συνεπεία των οποίων υπέστη θετική ζημία συνιστάμενη στη δαπάνη που απαιτείται για την αποκατάσταση τους αλλά και στη μείωση της  εμπορικής αξίας του οχήματός της και η οποία ανέρχεται συνολικά σε 797,40 ευρώ. Ότι, επιπλέον, στις 9-3-2009, υπό τις συνθήκες, που περιέγραφε στην αγωγή της, ενώ βρισκόταν στην οικία της, την επισκέφτηκε η εναγομένη, η οποία την απείλησε, την εξύβρισε και της επιτέθηκε απρόκλητα, επιφέροντας της τις σωματικές βλάβες, που περιέγραφε, καθώς και φθορά του ενδύματός της, αξίας 50 ευρώ. Ότι κατόπιν μήνυσης, που κατέθεσε την ίδια ημέρα κατά της εναγομένης, ασκήθηκε εναντίον της τελευταίας ποινική δίωξη για φθορά ξένης ιδιοκτησίας, απλή σωματική βλάβη, εξύβριση, απειλή και μη κακόβουλη βλασφημία, για τις οποίες αυτή καταδικάστηκε από το Μονομελές Πλημμελειοδικείο Πειραιώς. Ότι κατόπιν μηνύσεως, που υπέβαλε η εναγομένη για τα ίδια ανωτέρω πραγματικά περιστατικά, ασκήθηκε εναντίον της ίδιας ποινική δίωξη για ψευδή καταμήνυση και συκοφαντική δυσφήμηση, πράξεις για τις οποίες αθωώθηκε αμετάκλητα, πλην όμως από την πράξη της αυτή προσβλήθηκε στην τιμή και την υπόληψή της, καθότι η εναγομένη, εν γνώσει της αναλήθειας, διέδωσε σε τρίτους ψευδή για εκείνη (την ενάγουσα) γεγονότα. Ζητούσε δε, μετά την παραδεκτή μερική μετατροπή του καταψηφιστικού αιτήματος της  σε αναγνωριστικό (κατά τα 2/3 εκάστου κονδυλίου), 1) να υποχρεωθεί η εναγομένη, με απόφαση προσωρινά εκτελεστή, να της καταβάλλει α) το συνολικό ποσό των 282,46 ευρώ για τη θετική της ζημία και β) το συνολικό ποσό των 9.980 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης, που υπέστη από την συμπεριφορά της εναγομένης, 2) να αναγνωριστεί ότι η εναγομένη υποχρεούται να της καταβάλλει επιπλέον α) το συνολικό ποσό των 564,94 ευρώ για τη θετική της ζημία και β) το συνολικό ποσό των 19.960 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη, εντόκως όλα τα ανωτέρω ποσά από την επίδοση της αγωγής μέχρι τη εξόφληση, να απαγγελθεί σε βάρος της εναγομένης, λόγω της αδικοπραξίας της, προσωπική κράτηση ενός έτους ως μέσο αναγκαστικής εκτέλεσης της απόφασης, που θα εκδοθεί,  και να καταδικαστεί αυτή στα δικαστικά της έξοδα, τα οποία, σύμφωνα με τον κατάλογο εξόδων που περιελάμβανε στις προτάσεις της, προσδιόριζε σε 1.533,22 ευρώ. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφασή του, αφού έκρινε την αγωγή ορισμένη και νόμιμη, στη συνέχεια την έκανε εν μέρει δεκτή ως ουσία βάσιμη και υποχρέωσε την εναγομένη να καταβάλλει στην ενάγουσα το συνολικό ποσό των 4.375,80 ευρώ, εντόκως από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση, ενώ αναγνώρισε ότι η εναγομένη υποχρεούται να καταβάλλει επιπλέον στην ενάγουσα το ποσό των 280,80 ευρώ, εντόκως από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση, κήρυξε την καταψηφιστική διάταξη του προσωρινά εκτελεστή για το ποσό των 1.000 ευρώ και επέβαλε στην εναγομένη μέρος από τα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας εκ ποσού 250 ευρώ. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται ήδη η ενάγουσα με τους λόγους της ένδικης έφεσής της, οι οποίοι ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη, ώστε στη συνέχεια να γίνει εξ ολοκλήρου δεκτή η αγωγής της ως προς το κεφάλαιο της ηθικής βλάβης.

Από την επανεκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων των διαδίκων, που εξετάστηκαν στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, καθώς και από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, που νόμιμα μετ’ επικλήσεως προσκομίζουν οι διάδικοι για να χρησιμεύσουν είτε προς άμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, για μερικά από τα οποία γίνεται ειδική αναφορά παρακάτω, χωρίς ωστόσο να παραλείπεται κάποιο για την ουσιαστική διερεύνηση της διαφοράς, αποδείχθηκαν κατά την κρίση του Δικαστηρίου τα παρακάτω πραγματικά περιστατικά : Η ενάγουσα, έμπορος, ηλικίας κατά τον επίδικο χρόνο 50 ετών (γεννήθηκε το 1959) και η εναγομένη, ασχολούμενη με οικιακά, ηλικίας κατά τον επίδικο χρόνο 60 ετών (γεννήθηκε το 1949), διέμεναν κατά το έτος 2009 στην περιοχή του Κορυδαλλού, ήταν δε γειτόνισσες και γνωρίζονταν εξ όψεως. Η οικία της ενάγουσας ήταν απέναντι από την οικία της εναγομένης. Παραπλεύρως στην οικία της εναγομένης υπήρχε θέση στάθμευσης, η οποία ανήκε σε τρίτο πρόσωπο, το οποίο είχε παραχωρήσει τη χρήση της στην ενάγουσα και τον σύζυγό της. Την 8-3-2009 ο σύζυγος της ενάγουσας πήγε να πάρει το αυτοκίνητο ιδιοκτησίας της με αρ. κυκλοφ………….., χρώματος μπλε, μάρκας DAEWOO MATIZ, που το είχε σταθμεύσει στον ως άνω χώρο στάθμευσης και το βρήκε χτυπημένο στις οπίσθιες αριστερές κολώνες, στα οπίσθια φανάρια και στα οπίσθια φτερά αυτού, πλην όμως η ενάγουσα δεν υπέβαλε μήνυση καθόσον κατά τον χρόνο εκείνο δεν γνώριζε τον δράστη της φθοράς. Την επομένη ημέρα, στις 9-3-2009 και περί ώρα 10:30, η ενάγουσα βρισκόταν στην οικία της, στον δεύτερο όροφο της πολυκατοικίας επί της οδού ………… στον Κορυδαλλό. Στην οικία βρισκόταν και ένας ηλεκτρολόγος, ονόματι ………, ο οποίος πραγματοποιούσε επισκευές στα ηλεκτρολογικά του καθιστικού της. Η εναγομένη, αφού χτύπησε το κουδούνι της οικίας της ενάγουσας και της ζήτησε να ανοίξει την θύρα εισόδου της πολυκατοικίας, ανέβηκε στον δεύτερο όροφο, όπου βρίσκεται η οικία της ενάγουσας, και, όταν η τελευταία της άνοιξε την πόρτα, την ρώτησε αν είναι δικό της το αυτοκίνητο,  που είναι στο πάρκινγκ, μετά δε την καταφατική της απάντηση, της απηύθυνε τη φράση, «άκου να σου πω τσουλάρα, αν ξαναφήσεις το αυτοκίνητό σου να δεις την επόμενη φορά θα στο καταστρέψω τελείως, θα σε βρω και θα σε σκίσω αλήτισσα». Η ενάγουσα προσπάθησε να τη διώξει, αλλά η εναγομένη συνέχισε να απευθύνεται σ’ αυτήν λέγοντας της, «ποια είσαι μωρή πουτάνα που θα με διώξεις; γαμώ την Παναγία και το Χριστό σου, θα σου γαμήσω ό,τι έχει αγάμητο βλαχαδερό». Η ενάγουσα προσπαθούσε να κλείσει την πόρτα της οικίας της, πλην όμως δεν τα κατάφερε καθώς η εναγομένη εμπόδιζε το κλείσιμο με το πόδι της και στη συνέχεια, εντελώς απρόκλητα, επιτέθηκε στην ενάγουσα, την έριξε κάτω και την έπιασε από τον λαιμό. Ο παριστάμενος ηλεκτρολόγος άκουσε τις φωνές, έσπευσε στην είσοδο και επιχείρησε να τις χωρίσει. Αυτός, προς στιγμή, τα κατάφερε ωθώντας την εναγομένη έξωθεν της οικίας της ενάγουσας, ωστόσο στην προσπάθειά του να συνεφέρει την τελευταία, η εναγομένη  εισήλθε εκ νέου στην οικία αυτής και της επιτέθηκε ξανά με αιχμηρό αντικείμενο, το οποίο κρατούσε στο χέρι της, σκίζοντας την μπλούζα της (ενάγουσας). Ακολούθως, το συμβάν έληξε μετά την εκ νέου επέμβαση του ………….. Μετά το ανωτέρω  συμβάν η ενάγουσα μεταφέρθηκε από τον σύζυγό της στο Γενικό Νοσοκομείο Αττικής «Η ΑΓΙΑ ΒΑΡΒΑΡΑ», όπου εξετάστηκε στη γενική χειρουργική κλινική αυτού και διαπιστώθηκε ότι είχε εκδορές, ερυθρότητα και οίδημα τραχηλικής χώρας και εκδορά αριστερού αντιβραχίου γραμμοειδή 2 εκατοστών, της συστήθηκε δε ιατροδικαστική εξέταση. Πράγματι, την 11-3-2009 εξετάστηκε από τον …………, ιατροδικαστή της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Πειραιά, ο οποίος στην έκθεση του αναφέρει ότι, μετά από εξωτερική επισκόπηση-κλινική εκτίμηση της ενάγουσας, διαπιστώθηκαν αμυχές στα πλάγια του λαιμού αριστερά και εκδορές στην καμπτική επιφάνεια του αριστερού αντιβραχίου, ενώ της συστήθηκε να απέχει από τις ασχολίες της για πέντε ημέρες. Από τα παραπάνω αποδεχθέντα πραγματικά περιστατικά προκύπτει ότι η εναγομένη είναι αποκλειστικά υπαίτια τόσο για τον ανωτέρω τραυματισμό της ενάγουσας,  όσο και για τις ζημίες, που υπέστη το αυτοκίνητο της τελευταίας κατά την 8-3-2009 και η μπλούζα αυτής, και ευθύνεται σε αποκατάσταση τους. Ειδικότερα, αποδείχθηκε ότι στο ανωτέρω περιστατικό της 9-3-2009 καταστράφηκε η μπλούζα που φορούσε η  ενάγουσα, μάρκας ASSED, αξίας 30 ευρώ. Επιπλέον, το αυτοκίνητο της ενάγουσας, με ημερομηνία πρώτης άδειας 8-2-1999, υπέστη από τη συμπεριφορά της εναγομένης  ζημιές σε ολόκληρη την πίσω πλευρά αυτού (οπίσθιες κολώνες, οπίσθια φανάρια και  οπίσθια φτερά), για την αποκατάσταση των οποίων απαιτείται δαπάνη ύψους 500 ευρώ. Εξάλλου, η αξία αυτού κατά τον χρόνο, που εβλάβη, ανερχόταν σε 2.500 ευρώ, λαμβανομένης δε υπόψη της καλής κατάστασης, στην οποία αυτό βρισκόταν κατά τον ανωτέρω χρόνο, αυτό υπέστη μείωση της αγοραστικής του αξίας κατά ποσοστό 5%, ήτοι κατά το ποσό των 125 ευρώ. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι, κατόπιν μήνυσης, που υπέβαλε η ενάγουσα εναντίον της εναγομένης στις 9-3-2009, ασκήθηκε σε βάρος της ποινική δίωξη για τις  αξιόποινες πράξεις της φθοράς ξένης ιδιοκτησίας, της απλής σωματικής βλάβης, της εξύβρισης, της απειλής και της μη κακόβουλης βλασφημίας, για τις οποίες και καταδικάστηκε σε συνολική ποινή φυλάκισης 10 μηνών με την υπ’ αρ. 3108/2011 απόφαση του Β’ Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς. Μετά δε από έφεση, που άσκησε η εναγομένη κατά της απόφασης αυτής, η υπόθεση τέθηκε για όλες τις πράξεις στο αρχείο, κατ’ άρθρο 2 του Ν. 4043/2012 (βλ. με αρ. 6492/2012 απόσπασμα απόφαση του Α’ Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιά). Αποδείχθηκε, ωστόσο, ότι για το ανωτέρω περιστατικό της 9ης-3-2009 και σε συνέχεια της υποβολής της προαναφερόμενης μήνυσης  της ενάγουσας κατά της εναγομένης, η τελευταία άσκησε  και αυτή ενώπιον του Εισαγγελέα Πρωτοδικών Πειραιά την από 16-9-2011 μήνυσή της κατά της ενάγουσας για την τέλεση εναντίον της των πράξεων της συκοφαντικής δυσφήμησης και της ψευδούς καταμηνύσεως, ισχυριζόμενη ειδικότερα ότι όσα ανέφερε η ενάγουσα στην μήνυση της ήταν ψευδή και ότι ωθήθηκε στην πράξη της αυτή με σκοπό να τη διασύρει στην γειτονιά του Κορυδαλλού. Εντούτοις, για τις πράξεις αυτές, για τις οποίες ασκήθηκε σε βάρος της ενάγουσας σχετική ποινική δίωξη, αθωώθηκε αμετάκλητα με την υπ’ αρ. 1332/2015 απόφαση του Α’ Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς, αφού κρίθηκε ότι όσα ανέφερε η ενάγουσα στην μήνυσή της ήταν αληθή. Από την ανωτέρω συμπεριφορά της εναγομένης, η οποία εν γνώσει της καταμήνυσε ψευδώς την ενάγουσα ότι τέλεσε τις πράξεις της συκοφαντικής δυσφήμησης και ψευδούς καταμήνυσης, με σκοπό να προκαλέσει την καταδίωξη της, προσβλήθηκε η τιμή και η υπόληψη  της τελευταίας.  Τα ίδια ανωτέρω πραγματικά περιστατικά, αναφορικά με τις συνθήκες τέλεσης των παράνομων και υπαίτιων πράξεων εκ μέρους της εναγομένης και την υπαιτιότητά της, δέχτηκε  και το πρωτοβάθμιο δικαστήριο ως αποδειχθέντα, χωρίς το κεφάλαιο αυτό  της εκκαλουμένης να πλήττεται με τους λόγους της ένδικης έφεσης. Εξάλλου, συνεπεία όλης της προπεριγραφόμενης παράνομης και υπαίτιας συμπεριφοράς της εναγομένης η ενάγουσα υπέστη ηθική βλάβη, για την αποκατάσταση της οποίας δικαιούται εύλογο ποσό ως χρηματική ικανοποίηση. Από την όλη δομή του Συντάγματος και ιδίως από τα άρθρα 2 § 1 και 25 αυτού συνάγεται ως γενική αρχή, και δη αυξημένης τυπικής ισχύος, ότι η έννομη συνέπεια, η οποία είτε προβλέπεται από τον κοινό νομοθέτη in abstracto, είτε απαγγέλλεται σε συγκεκριμένη περίπτωση από δικαστικό ή διοικητικό όργανο, πρέπει να τελεί σε σχέση ανεκτής αναλογίας προς το πραγματικό του οικείου κανόνα δικαίου, ήτοι να μην υπερβαίνει τα ακραία ανεκτά όρια, κατά την κοινή περί δικαίου συνείδηση σε ορισμένο τόπο και χρόνο. Περαιτέρω, από το άρθρο 932 ΑΚ προκύπτει ότι σκοπός της διάταξης είναι να επιτυγχάνεται μία υπό ευρεία έννοια αποκατάσταση του παθόντος για την ηθική του βλάβη, λόγω της αδικοπραξίας, ώστε αυτός να απολαύει μία δίκαιη και επαρκή ανακούφιση και παρηγοριά, χωρίς, από το άλλο μέρος, να εμπορευματοποιείται η προσβληθείσα ηθική αξία και να επεκτείνεται υπέρμετρα το ύψος της αποζημιώσεως για ηθική βλάβη, που δεν μπορεί να αποτιμηθεί επακριβώς σε χρήμα. Με βάση το σκοπό αυτόν αντλούνται, στη συνέχεια, ως ουσιώδη χαρακτηριστικά της έννοιας του «ευλόγου» εκείνα τα στοιχεία, που αποτελούν τα πλέον πρόσφορα μέσα για την εκπλήρωση του εν λόγω σκοπού της διάταξης. Τέτοια στοιχεία είναι κυρίως το είδος και η βαρύτητα της ηθικής προσβολής, η περιουσιακή, κοινωνική και προσωπική κατάσταση των μερών και κυρίως του παθόντος, η βαρύτητα του πταίσματος του δράστη (στον βαθμό που επηρεάζει την ένταση της ηθικής βλάβης), η βαρύτητα του τυχόν συντρέχοντος πταίσματος του θύματος, οι όλες ειδικότερες συνθήκες πρόκλησης της ηθικής βλάβης. Τα στοιχεία αυτά πρέπει να οδηγούν τον δικαστή να σχηματίσει την κατά το άρθρο 932 ΑΚ εύλογη κρίση του (όχι κατά τις υποκειμενικές του ανέλεγκτες αντιλήψεις, αλλά) κατ’ εφαρμογή του αντικειμενικού μέτρου, που θα εφάρμοζε και ο νομοθέτης, αν έθετε ο ίδιος τον κανόνα αποκατάστασης της ηθικής βλάβης στην ατομική περίπτωση. Συνάγεται δε το αντικειμενικό αυτό μέτρο από τον ανωτέρω σκοπό του άρθρου 932 ΑΚ και, μέσω αυτού, από την όλη κλίμακα των υπερκειμένων σκοπών του συστήματος αποζημίωσης λόγω αδικοπραξίας του ΑΚ. Η κρίση του δικαστηρίου ουσίας, όσον αφορά το ύψος της επιδικαστέας χρηματικής ικανοποίησης, αποφασίζεται (κατ’ αρχήν αναιρετικώς ανέλεγκτα) με βάση τους ισχυρισμούς και τα αποδεικτικά στοιχεία, που θέτουν στη διάθεσή του οι διάδικοι. Επιβάλλεται, όμως, σε κάθε περίπτωση, να τηρείται, κατά τον καθορισμό του επιδικαζόμενου ποσού, η αρχή της αναλογικότητας ως γενική νομική αρχή και δη αυξημένης τυπικής ισχύος, με την έννοια ότι η σχετική κρίση του δικαστηρίου, δεν πρέπει να υπερβαίνει τα όρια όπως αυτά διαπιστώνονται από τα δεδομένα της κοινής πείρας και την κοινή περί δικαίου συνείδηση σε ορισμένο τόπο και χρόνο, που αποτυπώνονται στη συνήθη πρακτική των δικαστηρίων. Και τούτο, διότι μια απόφαση, με την οποία επιδικάζεται ένα ευτελές ή υπέρμετρα μεγάλο ποσό, ως δήθεν εύλογο κατά την ελεύθερη κρίση του δικαστηρίου, προς αποκατάσταση της ηθικής βλάβης, ευτελίζει, στην πρώτη περίπτωση, (όσον αφορά τον παθόντα), το σεβασμό της αξίας του ανθρώπου, και στην δεύτερη (όσον αφορά τον υπόχρεο), το δικαίωμα της περιουσίας του, αφού το δικαστήριο επεμβαίνοντας στη διαφορά μεταξύ ιδιωτών πρέπει, όπως προαναφέρθηκε, να τηρεί μια δίκαιη ισορροπία ανάμεσα στα αντιτιθέμενα συμφέροντα, με παράλληλη προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων (ΟλΑΠ 9/2015, ΑΠ 15/2018, ΑΠ 302/2016, ΑΠ 1406/2015, ΑΠ 1043/2014 ΝΟΜΟΣ). Στην προκειμένη υπόθεση, ενόψει των συνθηκών, που έλαβαν χώρα τα παραπάνω συμβάντα, του βαθμού πταίσματος της εναγομένης, του είδους και της έκτασης του τραυματισμού της ενάγουσας, του μεγέθους τόσο της ζημίας, που υπέστη από τη φθορά του αυτοκινήτου της, όσο και της προσβολής της προσωπικότητας της (από τις αξιόποινες εναντίον της πράξεις) καθώς και της οικονομικής και κοινωνικής κατάστασης των διαδίκων, πρέπει να επιδικαστεί στην ενάγουσα ως χρηματική ικανοποίηση το ποσό των 4.000 ευρώ. Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που επιδίκασε στην ενάγουσα το ίδιο ποσό για την ηθική της βλάβη, ορθώς  εφάρμοσε τον νόμο και σωστά εκτίμησε τις αποδείξεις και πρέπει ο πρώτος λόγος έφεσης, με τον οποίο η εκκαλούσα υποστηρίζει τα αντίθετα, να απορριφθεί ως ουσία αβάσιμος.

Τέλος, με τον δεύτερο λόγο έφεσης η εκκαλούσα παραπονείται ότι εσφαλμένως το πρωτοβάθμιο δικαστήριο της επιδίκασε ως δικαστικά έξοδα μόνο το ποσό των 250 ευρώ, ενώ έπρεπε να καταδικάσει την εναγομένη στο σύνολο της δικαστικής δαπάνης, σύμφωνα με τον πίνακα εξόδων, που περιελάμβανε στις προτάσεις της, εκ ποσού 1.533,22 ευρώ. Κατά το άρθρο 178 § 1 ΚΠολΔ, εφόσον η αγωγή γίνεται κατά ένα μέρος δεκτή, το δικαστήριο κατανέμει τα έξοδα ανάμεσα στους διαδίκους ανάλογα με την έκταση της νίκης και ήττας του καθενός. Στην προκειμένη περίπτωση, λοιπόν, εφόσον η υπό κρίση αγωγή έγινε εν μέρει δεκτή, λαμβανομένου υπόψη και ότι από το συνολικά αιτηθέν με την αγωγή ποσό των 30.787,40 ευρώ επιδικάστηκε το ποσό των 4.656,60 ευρώ, ορθώς το πρωτοβάθμιο δικαστήριο καταδίκασε την εναγομένη σε μέρος από τη δικαστική δαπάνη της ενάγουσας, την οποία ορθώς, κατ’ αναλογία της νίκης της, προσδιόρισε στο ποσό των 250 ευρώ. Συνεπώς, και ο λόγος αυτός έφεσης πρέπει να απορριφθεί ως ουσία αβάσιμος.

Κατόπιν των ανωτέρω, εφόσον ουδείς λόγος έφεσης έγινε δεκτός, πρέπει η έφεση να απορριφθεί ως ουσία αβάσιμη και να επιβληθεί η δικαστική δαπάνη της εφεσίβλητης για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας σε βάρος της εκκαλούσας, λόγω της ήττας της, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό (άρθρα 176, 183, 191 § 2 ΠολΔ), ενώ πρέπει να διαταχθεί και η εισαγωγή του παραβόλου έφεσης στο δημόσιο ταμείο (άρθρο 495 § 3 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ κατ’ αντιμωλία των διαδίκων την από 12-7-2017 (αρ. κατάθ. …………/2017) έφεση.

ΔΕΧΕΤΑΙ την έφεση τυπικά και

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ αυτήν κατ’ ουσίαν.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, σε βάρος της εκκαλούσας, τα οποία ορίζει σε τετρακόσια πενήντα (450) ευρώ.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή του παραβόλου έφεσης στο δημόσιο ταμείο.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους στις 7-2-2020.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Και αντ’ αυτής, λόγω μετάθεσης και αναχώρησής της,

ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης

του Εφετείου Πειραιώς

 

Αντώνιος Πλακίδας

Πρόεδρος Εφετών