Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 109/2020

Αριθμός     109/2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Φωτεινή Μάμαλη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  Γ.Λ.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η από 13/11/2017 (αριθ.καταθ. …………/2017) έφεση του ηττηθέντος ενάγοντος κατά της υπ’ αριθ. 4631/2017 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία, αντιμωλία των διαδίκων, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, αφού από την επίδοση της εκκαλουμένης αποφάσεως (βλ.την υπ’ αριθ. ../30.10.2017 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή Εφετείου Πειραιά, …….) έως την άσκηση της υπό κρίση εφέσεως (13.11.2017 έκθεση καταθέσεως ……../2017 της Γραμματέως του Πρωτοδικείου Πειραιά) δεν παρήλθε χρονικό διάστημα τριάντα (30) ημερών (άρθ. 495 παρ. 1, 2, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ. 1, 517, 518 παρ. 1 και 591 παρ. 1 ΚΠολΔ), αρμοδίως δε φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 ΚΠολΔ όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 4 παρ. 2 του Ν. 3994/25.7.2011). Πρέπει, επομένως να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί κατά την ίδια διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθ. 533 παρ. 1), μαζί με τους από 25/9/2018 (αριθ.καταθ. ………./25.9.2018) πρόσθετους λόγους έφεσης, ως προς το κεφάλαιο και το κύριο αίτημα και βάση που έχουν προσβληθεί με την έφεση και το περιεχόμενο των οποίων, συνέχεται αναγκαστικά με τα κεφάλαια της έφεσης (άρθ. 520 παρ. 2, 522 ΚΠολΔ), δεδομένου ότι για το παραδεκτό της καταβλήθηκε το αναλογούν (άρθ. 495 παρ. 3 ΚΠολΔ) νόμιμο παράβολο.

Κατά το άρθρο 261 ΑΚ «την παραγραφή διακόπτει η έγερση της αγωγής. Η παραγραφή που διακόπηκε με τον τρόπο αυτό αρχίζει και πάλι από την τελευταία διαδικαστική πράξη των διαδίκων ή του δικαστηρίου». Από διάταξη αυτή συνάγεται ότι εάν η παραγραφή της αξιώσεως διεκόπη οι εγέρσεως αγωγής, η αυτή παραγραφή, ήτοι ομοειδής προς την διακοπείσα, αρχίζει αμέσως από της αγωγής, διακόπτεται δε μετά από κάθε άλλη διαδικαστική πράξη των διαδίκων ή του δικαστηρίου, αρχίζει δε νέα παραγραφή ισόχρονη προς την με την άσκηση της αγωγής διακοπείσα, από της επιχειρήσεως της νέας διαδικαστικής πράξεως, η οποία μπορεί να μεσολαβήσει κάποια άλλη διαδικαστική πράξη ή άλλος λόγος διακοπής πριν από την τελεσίδικη περάτωση της δίκης.

Κατά δε το άρθρο 255 παρ. 1 ΑΚ, η παραγραφή αναστέλλεται για όσο χρόνο ο δικαιούχος εμποδίσθηκε από δικαιοστάσιο ή από λόγο ανώτερης βίας να ασκήσει την αξίωσή του μέσα στο τελευταίο εξάμηνο του χρόνου της παραγραφής. Ως ανώτερη βία νοείται κάθε γεγονός απρόβλεπτο στην συγκεκριμένη περίπτωση, το οποίο ήταν αδύνατο να αποτραπεί ακόμη και με μέτρα άκρας επιμελείας και συνέσεως. Μόνος δε ο ορισμός δικασίμου σε χρόνο πέραν του χρόνου της παραγραφής, λόγω αδυναμίας να ορισθεί συντομότερη δικάσιμος εξ αιτίας του φόρτου εργασίας των δικαστηρίων, δεν συνιστά ανώτερη βία. Ο ισχυρισμός του ενάγοντος ότι εμποδίσθηκε από δικαιοστάσιο ή από άλλο λόγο ανώτερης βίας να ασκήσει την αξίωσή του μέσα στο τελευταίο εξάμηνο του χρόνου της παραγραφής, συνιστά αντένσταση στην ένσταση παραγραφής, ερειδόμενη στο άρθρο 255 παρ. 1 ΑΚ (ΑΠ 285/2005) και επομένως «πράγμα» κατά την έννοια του άρθρου 559 αριθμ. 8 ΚΠολΔ και για να ληφθεί υπόψη από το δικαστήριο της ουσίας πρέπει να προταθεί νομίμως από τον ασκούντα την αξίωση δι’ αγωγής ή ανταγωγής, διαφορετικά το δικαστήριο υποπίπτει στην αναιρετική πλημμέλεια από το άρθρο 559 αριθμό 8 Κ.Πολ.Δ, γιατί έλαβε υπόψη ισχυρισμό ασκούντα ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης μη προταθέντα (ΑΠ 1497/2008).

Με την από 5.11.2014 (αριθ.καταθ. ………../2014) ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου αγωγή, ο ενάγων και ήδη εκκαλών ιστορούσε ότι, την 3/9/1984, απεβίωσε στον Πειραιά ο . .. πατέρας αυτού και πάππος των εναγομένων, ως τέκνων του προαποβιώσαντος υιού του ……… Ότι κατά το χρόνο του θανάτου του μοναδικοί πλησιέστεροι συγγενείς του, ως άνω αποβιώσαντα ήταν, η σύζυγός του …….., και τα τέκνα του ……. και αυτός (ενάγων). Ότι η σύζυγος του αποβιώσαντα πατέρα τους και μητέρα τους αποποιήθηκε την επαχθείσα σε αυτή κληρονομία δυνάμει της υπ’ αριθ. …/20.12.1984 δήλωσης αποποίησης κληρονομίας ενώπιον του Πρωτοδικείου Πειραιά και ότι τα τέκνα αυτού (αποβιώσαντα …….) ήτοι  ο ενάγων και ……….., κατέστησαν εξ αδιαθέτου κληρονόμοι, λόγω μη εμφανίσεως διαθήκης στην αναφερόμενη λεπτομερώς σε αυτή (αγωγή) κληρονομιαία ακίνητη περιουσία, και ότι, ο αδελφός αυτού (ενάγοντος) δυνάμει της υπ’ αρ. …/1985 και της υπ’ αριθ. …/1985 δηλώσεων αποδοχής κληρονομιάς των συμβολαιογράφων Αθηνών, ……. και ………… αντιστοίχως, που μεταγράφησαν νομίμως, αποδέχθηκε την επαχθείσα σε αυτόν κατά το αναλογούν ποσοστό κληρονομιά. Ότι την 4.6.2013 απεβίωσε στην κατοικία της η μητέρα τους ……… . και κατά τον χρόνο αυτό ευρέθη στην κατοικία της η από 27/2/1975 ιδιόγραφη διαθήκη του ως άνω αποβιώσαντα πατέρα τους, δυνάμει της οποίας περιήλθε σε αυτόν (ενάγοντα) «διώροφος οικία εξ ενός ορόφου και εξ ισογείου και κτήματος κειμένου εις την Βούλαν οδός ………» και ότι αυτή (ιδιόγραφη διαθήκη) δημοσιεύθη νομίμως και κηρύχθηκε κυρία με τα υπ’ αριθ. 255/2013 πρακτικά και την υπ’ αριθ. …./16.12.2013 πράξη αντιστοίχως του Ειρηνοδικείου Χαλανδρίου. Ότι το προαναφερόμενο ακίνητο που περιήλθε σε αυτόν με την ως άνω ιδιόγραφη διαθήκη, είχε μεταβιβάσει ο αδελφός του ………., λόγω γονικής παροχής, κατά ποσοστό ½ εξ αδιαιρέτου στις εναγόμενες – θυγατέρες του. Ότι οι εναγόμενες αρνούνται να του αναγνωρίσουν το κληρονομικό του δικαίωμα και συνεχίζουν να επισκέπτονται το επίδικο ακίνητο ως συνιδιοκτήτριες και ότι η αξία του αντιποιούμενου ποσοστού κάθε μιας ανέρχεται σε 86.929,98 ευρώ. Με βάση τα ανωτέρω ζήτησε, να αναγνωριστεί εκ διαθήκης κληρονόμος του πατέρα του ………. επί του περιγραφομένου σε αυτή (αγωγή) κληρονομιαίου ακινήτου, να υποχρεωθούν οι εναγόμενες να του αποδώσουν το ποσοστό (1/4) που απέκτησαν επί του επιδίκου κληρονομιαίου ακινήτου αποβαλλόμενες από αυτό και εγκαθισταμένου του ιδίου στο σύνολο του ακινήτου άλλως και σε περίπτωση αδυναμίας αυτούσιας απόδοση να υποχρεωθεί κάθε μια από αυτές να του καταβάλει ως αποζημίωση το ποσό των 86.929,98 ευρώ, νομιμοτόκως από την επίδοση της παρούσας αγωγής.

Οι εναγόμενες απατώντας στην αγωγή με το περιεχόμενο των νομότυπα κατατεθειμένων έγγραφων προτάσεων τους, πρόεβαλαν την ένσταση παραγραφής της περί κλήρου αγωγής, αναφορικά με το κληρονομιαίο επίδικο ακίνητο, ισχυριζόμενες ότι, η κατάληψη της κληρονομιάς του αποβιώσαντος στον Πειραιά την 3/9/1984 παππού τους ………….., από τον πατέρα τους ……… έλαβε χώρα το αργότερο την 26/11/1985, ημεροχρονολογία, που δεν αμφισβητείται κατά την οποία μεταγράφηκε στα οικεία βιβλία μεταγραφών του τέως Δήμου Κρωπίας η υπ’ αρ. …/14.11.1985 δήλωση αποδοχής κληρονομίας της συμβολαιογράφου Αθηνών ……… και τεκμαίρεται ότι το ένδικο ακίνητο κατελήφθη κατά το αναλογούν σε αυτόν ποσοστό 50% από το νομέα της κληρονομιάς ………… Η επικαλουμένη από τον ενάγοντα από 27/2/1975 ιδιόγραφη διαθήκη δημοσιεύτηκε με το υπ’ αρ. …./16.12.2013 πρακτικό του Ειρηνοδικείου Χαλανδρίου, ήτοι μετά την από 27/11/2005 ημερομηνία κατά την οποία συμπληρώνονταν κατ’ αρχήν η παραγραφή της περί κλήρου αγωγής. Από την 17/12/2013 άρχισε η αναστολή της παραγραφής, λόγω της δημοσίευσης της ως άνω ιδιόγραφης διαθήκης, η οποία συμπληρώθηκε έξι (6) μήνες από την παρέλευση του χρόνου αποποίησης και στην προκειμένη περίπτωση στις 18/10/2014. Η υπό κρίση όμως αγωγή κοινοποιήθηκε σε αυτές την 8/12/2014, ήτοι μετά την ημερομηνία παραγραφής της περί κλήρου αγωγής του ενάγοντος και ως εκ τούτου η ένδικη αγωγή τυγχάνει απορριπτέα κατά τις διατάξεις των άρθρων 249, 259 και 1871 ΑΚ. Επί της αγωγής αυτής και των ισχυρισμών των εναγομένων, εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, με την οποία, αφού απορρίφθηκε ως μη νόμιμη η επικουρική βάση αυτής (αγωγής), έγινε δεκτός ως νομικά και ουσιαστικά βάσιμος ο ισχυρισμός των εναγομένων περί παραγραφής της περί κλήρου αξίωσης του ενάγοντος, και απορρίφθηκε η ένδικη αγωγή ως αβάσιμη κατά παραδοχή της σχετικής ενστάσεως των εναγομένων. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται ο ενάγων με την ένδικη έφεση και τους προσθέτους αυτής λόγους, με τους διαλαμβανόμενους λόγους, που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων όσον αφορά την κύρια βάση της ένδικης αγωγής και την παραδοχή της ενστάσεως παραγραφής και ζητεί την εξαφάνισή της προκειμένου να γίνει δεκτή η ένδικη αγωγή του ως προς την πληττόμενη βάση και κεφάλαιο της, που αφορά την παραδοχή της περί κλήρου αγωγής ως μη παραγεγραμμένης, καθόσον η επικουρική βάση της αγωγής ερευνήθηκε και απορρίφθηκε πρωτόδικα ως μη νόμιμη, και το Δικαστήριο τούτο στερείται εξουσίας αυτεπάγγελτης έρευνας, λόγω μη υποβολής αυτοτελούς λόγου έφεσης (άρθ. 522 ΚΠολΔ, ΑΠ 267/2016, 597/2016, 309/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1871 και 1872 ΑΚ προκύπτει ότι ο κληρονόμος με την περί κλήρου αγωγή κατά του κατακρατούντος pro herede αντικείμενα της κληρονομιάς δικαιούται να ζητήσει την αναγνώριση του κληρονομικού του δικαιώματος και την απόδοση των κληρονομιαίων, ανεξαρτήτως του χρόνου που επελήφθη της νομής, μετά δηλαδή την αυτοδικαίως δια του θανάτου του κληρονομούμενου γενόμενη επαγωγή της κληρονομιάς από διαθήκη ή εξ αδιαθέτου ή μετά από αυτήν. Εξάλλου, κατά το άρθρο 1879 ΑΚ, εφ’ όσον δεν έχει παραγραφεί η περί κλήρου αγωγή, ο νομέας της κληρονομιάς δεν μπορεί να επικαλεσθεί κατά του κληρονόμου την χρησικτησία, τακτική ή έκτακτη, πράγματος που νέμεται ως ανήκαν στην κληρονομιά κατ[‘ αντιποίηση κληρονομικού δικαιώματος. Με την διάταξη αυτή δε θεσπίζεται αναστολή ή διακοπή της κτητικής παραγραφής, σκοπείται όμως η διατήρηση του πλεονεκτήματος που εξασφαλίζει στον αληθή κληρονόμο ο μακρός χρόνος παραγραφής της περί κλήρου αξιώσεως, καθ’ όσον σύμφωνα με αυτήν η τυχόν κτηθείσα κυριότητα του νομέως επί των κληρονομιαίων πραγμάτων  δεν είναι αντιτάξιμη κατά του κληρονόμου μέχρι την απόσβεση της περί κλήρου αξιώσεως ούτε ως μέσον άμυνας κατά της περί κλήρου αγωγής του κληρονόμου ούτε με επιθετική πράξη του νομέως της κληρονομιάς, δηλαδή εμπράγματη αγωγή κυριότητας του κατεχόμενου κληρονομιαίου πράγματος (ΑΠ 1374/2000). Η με την αγωγή αυτή ασκούμενη περί κλήρου αξίωση υπόκειται στη συνήθη εικοσαετή , κατά το άρθρο 249 ΑΚ, παραγραφή, αφετήριο χρονικό σημείο της οποίας είναι εκείνο κατά το οποίο ο  εναγόμενος κατέλαβε έστω και μερικά από τα αντικείμενα της κληρονομιάς (ΑΠ 1480/2001). Προκειμένου δε περί διαδοχής, εκ διαθήκης, είναι δυνατόν η έναρξη της παραγραφής να προηγηθεί της δημοσιεύσεως της διαθήκης, δεδομένου ότι η επαγωγή της κληρονομιάς επέρχεται ανεξαρτήτως της δημοσιεύσεως αυτής (άρθρο 1710 ΑΚ). Όμως, στην περίπτωση αυτή, η παραγραφή που άρχισε δεν μπορεί να συμπληρωθεί παρά μόνο όταν δημοσιευθεί η διαθήκη, γίνει αποδοχή της κληρονομιάς εντός της νόμιμης προθεσμίας ή σιωπηρή αποποίηση και παρέλθει τουλάχιστον ένα εξάμηνο (άρθρο 259 ΑΚ – βλ.σχετ. Γ.Μπαλή Κληρονομικόν Δίκαιον Εκδ. 5η παρ. 222, Του ίδιου Γενικαί Αρχαί Έκδ.8Π παρ. 145 αριθ. 11, Ν. Παπαντωνίου Κληρονομικόν Δίκαιον Έκδ. 2η σελ. 142 (ΑΠ 1538/1999 ΕλλΔνη 1997.1581, ΑΠ 311/1981 ΕΕΝ 39 σελ 21, Εφ.Αθ. 1223/1986 ΝοΒ 1986 σελ. 1423). Εξάλλου, κατά το άρθρο 1879 ΑΚ, εφόσον δεν έχει παραγραφεί η αγωγή περί κλήρου, ο νομέας της κληρονομιάς δεν μπορεί να επικαλεστεί κατά του κληρονόμου τη χρησικτησία πράγματος που το νέμεται σαν να ανήκεις την κληρονομιά. Από τη διάταξη αυτή, σε συνδυασμό προς εκείνες του άρθρου 1871 ΑΚ, που καθορίζει την έννοια της περί κλήρου αγωγής, και του περί έκτακτης χρησικτησίας άρθρου 1045 ΑΚ, συνάγεται ότι εκείνος που μετά το θάνατο κάποιου είναι νομέας της  κληρονομιάς του θανόντος, υπό την έννοια ότι κατακρατεί αντικείμενα της κληρονομιάς ως κληρονόμος, και που νέμεται με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας, ήτοι για μια εικοσαετία, πράγμα ως ακήκον στην κληρονομιά, εφόσον ενάγεται από τον κληρονόμο του θανόντος με την περί κλήρου αγωγή, δηλαδή ενάγεται προς αναγνώριση του κληρονομικού δικαιώματος και απόδοσης της κληρονομιάς και άρα του ως άνω πράγματος, μπορεί ως ένσταση καταλυτική της αγωγής να επικαλεστεί και αποδείξει την ως ανωτέρω έκτακτη χρησικτησία, μόνο όμως αν επικαλεστεί και αποδείξει και την παραγραφή της περί κλήρου αγωγής (ΑΠ 76/2019, ΑΠ 1822/2014, ΑΠ 692/2004, Εφ.Λαρ. 594/1987, Εφ.Θεσσαλ. 2536/2018 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Γεωργιάδη/ Σταθόπουλου ΑΚ, άρθ. 259 σελ. 460, Νικόλαος Τριάντος Α.Κ Ερμηνεία κατ’ άρθρο 4η έκδοση, άρθ. 259 σελ. 467).

Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλομένη απόφαση του, το Πρωτοβάθμιο δικαστήριο, σχετικά με την ένδικη περί κλήρου αγωγή του ενάγοντος και την ένσταση των εναγομένων περί παραγραφής αυτής (περί κλήρου αγωγής), καθώς και από τα προσκομιζόμενα μετ’ επικλήσεως από τους διαδίκους έγγραφα και τις ομολογίες που συνάγονται από τις νομοτύπως κατατεθείσες έγγραφες προτάσεις τους: Στις 3.9.1984 απεβίωσε στον Πειραιά ο ………., πατέρας αυτού (ενάγοντος) και παππούς εκ του πατέρα τους ……… των εναγομένων. Πλησιέστεροι συγγενείς του κατά τον χρόνο του θανάτου του κατέλιπε: α)τη σύζυγό του … ., β)τα τέκνα του, … και … (ενάγοντα). Η ………., αποποιήθηκε την κληρονομία που περιήλθε σε αυτήν με την υπ’ αριθ. …/20.12.1984 δήλωση αποποιήσεως κληρονομίας που συντάχθηκε  ενώπιον του Πρωτοδικείου Πειραιά και κατόπιν τούτου, λόγω μη εγκαταστάσεως κληρονόμων με διαθήκη, η κληρονομιά περιήλθε στους, α) ………., πατέρα των εναγομένων και β) ……… (ενάγοντα) κατά ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου επί όλης της καταληφθείσας κληρονομιαίας περιουσίας. Με την υπ’ αριθ. …./14.11.1985 δήλωση αποδοχής κληρονομιάς των προαναφερόμενων κληρονόμων (… και …..) της συμβολαιογράφου Αθηνών ………., αποδέχθηκαν την κληρονομία του αποβιώσαντος πατέρα τους, που περιήλθε σε αυτούς εξ αδιαθέτου κληρονόμων και κατά ποσοστό ½ εξ αδιαιρέτου στον καθένα, η οποία μεταγράφηκε νόμιμα στις 26.11.1985 στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Κρωπίας (Τ. .. αριθ. …). Μεταξύ των κληρονομιαίων ακινήτων που αποδέχθησαν οι προαναφερόμενοι εξ αδιαθέτου κληρονόμοι, … (πατέρας των εναγομένων) και ….. (ενάγων), κατά το προαναφερόμενο ποσοστό εξ αδιαιρέτου, είναι και «μια διόροφος οικοδομή αποτελούμενη εκ του ισογείου και πρώτου (Α) υπέρ το ισόγειο ορόφου κτισμένη επί οικοπέδου κειμένου εις θέσιν «Βούλα» της περιφερείας του Δήμου Κρωπίας νυν του Δήμου Βούλας οδός … …». Ακολούθως, ο ……. με το υπ’ αριθ. …/11.11.1998 συμβόλαιο γονικής παροχής της συμβολαιογράφου Πειραιώς ……. μεταβίβασε το ανήκον σε αυτόν ποσοστό ½ εξ αδιαιρέτου της ως άνω διώροφης οικίας, και παρέδωσε κατά πλήρη κυριότητα νομή και κατοχή στις εναγόμενες θυγατέρες, λόγω γονικής παροχής, η οποία μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του αρμόδιου Υποθηκοφυλακείου Βούλας στις 12/11/1998 (Τ… αριθ. …). Στις 4.6.2013 απεβίωσε η ……. ……. μητέρα του ενάγοντος και γιαγιά εκ πατρός (………) των εναγομένων, κάτοικος εν ζωή Βούλας Αττικής επί της οδού .. αρ.. .. Κατά τον, μη αμφισβητούμενο, ως άνω χρόνο βρέθηκε, στην κατοικία αυτής (αποβιωσάσης) κειμένη στο ισόγειο της άνω διώροφης οικίας στην Βούλα Αττικής, η από 27/2/1975 ιδιόγραφη διαθήκη του αποβιώσαντα την 3.9.1984 ………. με την οποία ο διαθέτης εγκαθιστούσε αποκλειστικό κληρονόμο της ως άνω αναφερομένης διώροφης οικίας στη Βούλα Αττικής επί της οδού … αρ. … τον ενάγοντα – υιό του. Η από 27.2.1975 ιδιόγραφη διαθήκη δημοσιεύτηκε στις 16/12/2013 με το υπ’ αριθ. …/2013 Πρακτικό Δημοσίευσης ιδιόγραφης διαθήκης του Ειρηνοδικείου Χαλανδρίου και κηρύχθηκε κυρία με την υπ’ αριθ. 99/16.12.2013 πράξη του ιδίου ως άνω δικαστηρίου. Όμως, στις 26.11.1985, χρόνος μεταγραφής της ως άνω αναφερομένης δήλωσης αποδοχής κληρονομίας, ο ……….., κατέλαβε, περιστατικό μη αμφισβητούμενο από τον ενάγοντα κατά το ανήκον σε αυτόν ποσοστό ½ εξ αδιαιρέτου την επαχθείσα σε αυτόν ως άνω διώροφη κληρονομιαία οικία .Από το μη αμφισβητούμενο τούτο χρονικό σημείο αρχίζει η έναρξη της εικοσαετούς παραγραφής (ΑΚ 249, 251 ΚΠολΔ 144) της περί κλήρου αγωγής (27.11.1985). Η δημοσίευση της από 27/2/1975 ιδιόγραφης διαθήκης έλαβε χώρα ,όπως προαναφέρθηκε, στις 16/12/2013 και από τον χρόνο αυτό ο ενάγων όφειλε να προβεί είτε σε ρητή αποδοχή του κληρονομιαίου περιουσιακού στοιχείου είτε να προβεί σε σιωπηρή αποποίηση με την πάροδο της προθεσμίας αποποιήσεως κατ’ άρθρο 1850 ΑΚ, χωρίς να είναι αναγκαία αποδοχή κληρονομιάς με συμβολαιογραφικό έγγραφο και μεταγραφή αυτής, δεδομένου ότι η κτήση της κληρονομίας επέρχεται αυτοδικαίως (ΑΚ 1846) (Γεωργιάδη/Σταθόπουλου Α.Κ, ό.π, Ν. Τριάντος Α.Κ ό.π). Από την δημοσίευση της ως άνω ιδιόγραφης διαθήκης (16/12/2013), ο ενάγων δεν προέβη σε ρητή αποδοχή  εντός της νόμιμης τετράμηνης προθεσμίας και έτσι επήλθε την 18/4/2014 με την πάροδο της προθεσμίας, σιωπηρή αποποίηση (ΑΚ 1850) και ακολούθως μετά εξάμηνο από της προς αποποίηση τετραμήνου προθεσμίας, δηλαδή μετά 10 μήνες από της επαγωγής ήτοι την 18/10/2014 συμπληρώθηκε ο εικοσαετής χρόνος παραγραφής της περί κλήρου αγωγής, η οποία (παραγραφή), όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, άρχισε την 27/11/1985 με την κατάληψη του επιδίκου από τον συγκληρονόμο του ενάγοντος και δικαιοπάροχο (από χαριστική αιτία) των εναγομένων, ήτοι πριν την επαγωγή με τη διαθήκη του ως άνω περιουσιακού κληρονομιαίου στοιχείου και συμπληρώθηκε με την πάροδο δεκαμήνου από την ως άνω επαγωγή, σύμφωνα και με τα εκτιθέμενα στη νομική σκέψη. Η υπό κρίση περί κλήρου αγωγή κοινοποιήθηκε στις εναγόμενες στις 8/12/2014, όπως προκύπτει από τις υπ’ αριθ. … και ../8.12.2014 εκθέσεις επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Πειραιά … ., ήτοι μετά την συμπλήρωση της περί κλήρου αξίωσης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 249, 251, 259, 1710, 1846, 1847, 1850, 1871, 1879 ΑΚ. Δεν ασκεί δε έννομη επιρροή, ως μη επιστηριζόμενη σε διάταξη νόμου, στην έναρξη του χρόνου αναστολή της παραγραφής στην προκειμένη περίπτωση, η μετά την πάροδο της τετράμηνης προθεσμίας σύνταξη της υπ’ αρ. …../12.6.2014 πράξης αποδοχής κληρονομίας της συμβολαιογράφου Σαλαμίνας ………….., ενισχυομένου τούτου και από το ότι: «Εσφαλμένως ομιλεί το άρθρο περί «κτήσεως», της κληρονομίας αντί του ορθού «αποδοχής» της κληρονομίας, δεδομένου ότι η κτήσις επέρχεται αυτοδικαίως (ΑΚ 1846) ενώ ενταύθα νοείται είτε ρητή αποδοχή της κληρονομίας είτε πάροδος της προθεσμίας αποποιήσεως κατ’ άρθρο 1850 ΑΚ» (Γεωργιάδη/Σταθόπουλου Α.Κ ό.π) και η οποία (συμβολαιογραφική πράξη αποδοχής της επαχθείσας εκ της διαθήκης κληρονομίας και ο χρόνος συντάξεως αυτής) δεν ασκεί έννομη επιρροή τόσο στην έναρξη, ως προαναφέρθηκε, όσο και στην συμπλήρωση του χρόνου παραγραφής με την πάροδο δεκαμήνου από την επαγωγή, κατά τη διάταξη του άρθρου 259 ΑΚ.

Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 261, 270 παρ. 1 σε συνδυασμό με εκείνη του άρθρου 277 του ίδιου Κώδικα, κατά την οποία το δικαστήριο δεν λαμβάνει αυτεπάγγελτα υπόψη την παραγραφή που δεν έχει προταθεί, προκύπτει ότι, όπως η πρόταση παραγραφής αποτελεί αντικείμενο ένστασης, έτσι και η πρόταση διακοπής αυτής αποτελεί αντένσταση κατά της παραπάνω ένστασης, με την αυτόνομη προϋπόθεση ότι ο περιεχόμενος στην αντένσταση αυτή, που επίσης δεν λαμβάνεται αυτεπάγγελτα υπόψη, ισχυρισμός έχει τα στοιχεία που απαιτούνται από τον νόμο για το πιο πάνω επιδιωκόμενο έννομο αποτέλεσμα της παρακώλυσης γέννησης  ή άσκησης ή κατάλυσης μεταγενέστερα του επίδικου δικαιώματος. Για την  πληρότητα της αντένστασης της διακοπής της παραγραφής δεν αρκεί μόνο η έκθεση που γίνεται προς θεμελίωση άλλης ένστασης ή άλλου ισχυρισμού, αφού δεν αναπληρώνεται και το αίτημα που πρέπει αναγκαίως να περιέχει η αντένσταση διακοπής της παραγραφής για απόρριψη της ένστασης παραγραφής λόγω διακοπής και συμπλήρωσης αυτής (ΑΠ 1497/2008, ΑΠ 285/2005, ΕφΘ 6188/2009, ΑΠ 18/1998 ΝοΒ 47.39, Εφ.Αθ. 936/2015, Εφ.Πειρ. 539/2015, Εφ.Αθ. 901/2015 δημ.ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ο ισχυρισμός δε του ενάγοντος με τον λόγο της εφέσεώς του ότι εμποδίστηκε κατά 70 ημέρες στην ρητή αποδοχή της επαχθείσας σε αυτόν κληρονομίας που συντάχθηκε στις 12/6/2014 ενώπιον της συμβολαιογράφου Σαλαμίνας ……, λόγω της μη έγκαιρης χορήγησης του πιστοποιητικού ΕΝΦΙΑ συνεπεία δυσλειτουργίας κατά τον πρώτο χρόνο εφαρμογής του, και συνεπεία του ως άνω γεγονότος ανωτέρας βίας παρετείνεται η δεκάμηνη προθεσμία άσκησης της περί κλήρου αγωγής μέχρι 27.12.2014, συνιστά αντένσταση διακοπής της παραγραφής. Αυτή όμως (αντένσταση διακοπής της παραγραφής), πέραν ότι προβάλλεται απαραδέκτως το πρώτον ενώπιον του δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου, εφόσον δεν πρόκειται περί δικονομικά προνομιακού ισχυρισμού κατά τη διάταξη του άρθρου 527 αρ. 3 ΚΠολΔ και πέραν της αοριστίας επίκλησης περιστατικών ανωτέρας βίας, όπως προσδιορίζεται στην ανωτέρω νομική σκέψη, στηρίζεται επί της εσφαλμένης προϋπόθεσης, κατά τα προεκτιθέμενα, ότι για την η κατ’ άρθρο 259 ΑΚ αναστολή της παραγραφής αξίωσης που ανήκει στην κληρονομία και την μη συμπλήρωσή της πριν την πάροδο δεκαμήνου από την επαγωγή, είναι αναγκαία η συμβολαιογραφική αποδοχή και μεταγραφή αυτής (κληρονομιαίου) γεγονός αβάσιμο ως μη νόμιμο. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, επομένως, που με την προσβαλλόμενη απόφασή του δέχθηκε ως κατ’ ουσίαν βάσιμη την ένσταση παραγραφής της περί κλήρου αγωγής, που προέβαλλαν παραδεκτά και νόμιμα οι εναγόμενες, και εν συνεχεία απέρριψε την ένδικη, ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη (παραγεγραμμένη), έστω και με ελλιπή αιτιολογία που συμπληρώνεται με την παρούσα, δεν έσφαλε και τα αντίθετα υποστηριζόμενα από τον ενάγοντα με τον λόγο και πρόσθετο λόγο της εφέσεώς  του, είναι αβάσιμα και απορριπτέα. Κατά συνέπεια, και εφόσον δεν υπάρχουν άλλοι λόγοι έφεσης προς διερεύνηση, πρέπει η υπό κρίση έφεση να απορριφθεί ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη και τα δικαστικά έξοδα των εφεσιβλήτων για τον δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας, κατόπιν υποβολής σχετικού αιτήματος, να επιβληθούν σε βάρος τους  εκκαλούντος, λόγω της ήττας του (άρθ. 176, 183, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ) ως προς το παράβολο ποσού 100 ευρώ, που ο εκκαλών προκατέβαλε κατά την κατάθεση της έφεσης, σύμφωνα με το άρθρο 495 παρ. 4 εδ.α ΚΠολΔ, όπως η παράγραφος αυτή προστέθηκε με το άρθρο 12 παρ. 2 του Ν. 4055/2012, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή του στο Δημόσιο Ταμείο (άρθ. 495 παρ. 4 εδ.δ΄ ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει αντιμωλία των διαδίκων την από 13/11/2017 (αριθ.καταθ. ……../2017) έφεση και τους από 22/9/2018 (αρ.καταθ. ………./2018) πρόσθετους λόγους έφεσης κατά της υπ’ αριθ. 4631/2017 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά.

Δέχεται τυπικά την έφεση και τους πρόσθετους λόγους έφεσης.

Απορρίπτει κατ’ ουσίαν την από 13/11/2017 έφεση και τους από 22/9/2018 πρόσθετους λόγους αυτής.

Καταδικάζει τον εκκαλούντα στα δικαστικά έξοδα των εφεσιβλήτων του παρόντα βαθμού δικαιοδοσίας και τα ορίζει σε εξακόσια (600).

Διατάσσει την εισαγωγή του κατατεθέντος παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις  11 Φεβρουαρίου 2020, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                  Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ