Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 119/2020

ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Ανακοπή κατά πίνακα κατάταξης.528 ΚΠολΔ. Αναγκαίο περιεχόμενο της ανακοπής αυτής.  Αν ο λόγος ανακοπής συνίσταται σε απλή αμφισβήτηση και άρνηση από τον ανακόπτοντα της απαίτησης του καθ’ ου που έχει καταταγεί ή του προνομίου της, για το ορισμένο του λόγου της ανακοπής αρκεί μόνο η άρνηση αυτή, δεδομένου ότι ο καθ ου η ανακοπή βαρύνεται με την επίκληση και την απόδειξη των παραγωγικών της απαιτήσεως του ή του προνομίου της πραγματικών γεγονότων.

Αριθμός Απόφασης:   119   /2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

 [ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ]

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή Ευγενία Τσιώρα, Εφέτη, που όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου και από τη Γραμματέα Τ.Λ.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Κατά το άρθρο 528 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 44 παρ. 2 του ν. 3994/2011: “Αν ασκηθεί έφεση από διάδικο που δικάστηκε ερήμην, η εκκαλουμένη απόφαση εξαφανίζεται μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους προσθέτους λόγους. Ο εκκαλών δικαιούται να προβάλει όλους τους ισχυρισμούς που μπορούσε να προτείνει πρωτοδίκως” (ΑΠ 579/2018 Δημ. Νόμος, ΑΠ 476/2017 Δημ. Νόμος, ΑΠ 1572/2013 Δημ. Νόμος). Με το ανωτέρω περιεχόμενο, επαναφέρθηκε η διάταξη του άρθρου 528 ΚΠολΔ, όπως ίσχυε πριν την τροποποίησή της με το ν. 2915/2001, προσαρμοσμένη στο καθεστώς της μιας και μοναδικής συζήτησης και έχει τα αποτελέσματα της καταργηθείσας ανακοπής ερημοδικίας. Η εμπρόθεσμη και παραδεκτή άσκηση έφεσης του δικασθέντος ερήμην πρωτοδίκως, ανεξάρτητα από τη διαδικασία με την οποία δίκασε το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, δηλαδή είτε κατά την τακτική διαδικασία, είτε κατά την ειδική διαδικασία και ανεξάρτητα από το αν η απουσία του εκκαλούντος διαδίκου συνεπάγεται τεκμήριο ομολογίας ή παραιτήσεώς του, ή αν ο διάδικος δικάσθηκε σαν να ήταν παρών, επιφέρει την εξαφάνιση της ερήμην απόφασης, χωρίς να απαιτείται να ευδοκιμήσει κάποιος λόγος έφεσης, αλλά αρκεί η “τυπική” παραδοχή της, κατά το άρθρο 532 ΚΠολΔ, καθόσον αυτή έχει τα αποτελέσματα της καταργηθείσης αναιτιολόγητης ανακοπής (ΑΠ 579/2018 ό.π., ΑΠ 546/2014, ΑΠ 1572/2013 ό.π., ΑΠ 1906/2008 Δημ. Νόμος, ΕφΠειρ 27/2016 Δημ. Νόμος, ΕφΠειρ 123/2016 Δημ. Νόμος, ΕφΛαμ 22/2011 Δημ. Νόμος, ΕφΔωδ 67/2002 ΤΝΠΔΣΑθ, EΘ 1531/1999 Αρμ. 1999 σ. 1517, ΕΑ 6074-6082/1998 ΕλλΔικ 1998 σ. 1383. Στ. Ματθία, ΕλλΔικ 36 σ. 11), με αποτέλεσμα η υπόθεση να αναδικάζεται από το εφετείο που μετατρέπεται, στην περίπτωση αυτή, ουσιαστικά, σε πρωτοβάθμιο δικαστήριο (ΑΠ 579/2018 ό.π., ΑΠ 495/2017). Η εξαφάνιση της εκκαλούμενης απόφασης γίνεται μέσα στα όρια, που καθορίζονται από την έφεση και τους πρόσθετους λόγους έφεσης. Και με τη διάταξη αυτή εφαρμόζεται η καθιερούμενη από το άρθρο 106 ΚΠολΔ γενική αρχή της διάθεσης, σύμφωνα με την οποία το δικαστήριο ενεργεί μόνον ύστερα από αίτηση διαδίκου και αποφασίζει με βάση τους πραγματικούς ισχυρισμούς, που προτείνουν και αποδεικνύουν οι διάδικοι και τις αιτήσεις, που υποβάλλουν, εκτός αν ο νόμος ορίζει διαφορετικά, την οποία αρχή ρυθμίζει ειδικά η διάταξη του άρθρου 522 ΚΠολΔ. Έτσι, στην περίπτωση που ο διάδικος ο οποίος δικάστηκε ερήμην στον πρώτο βαθμό, διατυπώνει με την έφεσή του παράπονα για την κρίση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, ως προς την ουσιαστική βασιμότητα της αγωγής, το εφετείο, εφόσον η έφεση είναι τυπικά παραδεκτή, εξαφανίζει την απόφαση χωρίς να είναι ανάγκη να γίνει δεκτός, ως βάσιμος κατ’ ουσίαν, κάποιος λόγος της έφεσης. Όμως, η εξαφάνιση της απόφασης οριοθετείται από το μεταβιβαστικό αποτέλεσμα της έφεσης, όπως αυτό προσδιορίζεται από τα παράπονα, που διατυπώνονται με την έφεση ή τους πρόσθετους λόγους έφεσης του εκκαλούντος, ή την αυτοτελή έφεση ή αντέφεση του εφεσίβλητου και των ισχυρισμών, που ο τελευταίος προβάλλει, ως υπεράσπιση, κατά των λόγων της έφεσης, σύμφωνα με το άρθρο 527 αρ. 1 ΚΠολΔ, καθώς και εκείνων των ζητημάτων, η έρευνα των οποίων προηγείται, ως αναγκαίο προαπαιτούμενο για να ληφθεί απόφαση σχετικά με τα παράπονα της έφεσης και τα οποία κατά νόμο εξετάζει αυτεπαγγέλτως το δικαστήριο, όπως είναι το ορισμένο ή η νομική βασιμότητα της αγωγής (ΑΠ 579/2018 ό.π., πρβλ ΑΠ 6/2017, ΑΠ 343/2013). Η επανάληψη της ρύθμισης αυτής στο άρθρο 528 ΚΠολΔ, θα ήταν άσκοπη και νομοτεχνικά περιττή, αν πράγματι ο νομοθέτης ήθελε να ρυθμίσει κατά τον ίδιο τρόπο την έφεση κατά των ερήμην και κατά των αντιμωλία εκδιδομένων αποφάσεων. Επειδή, όμως, τούτο δεν συμβαίνει, δηλαδή ο νομοθέτης δεν θέλησε να δώσει στο άρθρο 528 λειτουργία διαφορετική από εκείνη που είχε υπό την ισχύ του ν. 2207/1994, η διατύπωσή του παρέμεινε χωρίς καμία ως προς αυτό μεταβολή, υποδεικνύοντας ότι η έφεση, όταν λειτουργεί ως αναιτιολόγητη ανακοπή, δεν συνεπάγεται την εξαφάνιση της πρωτοδίκου αποφάσεως στο σύνολό της, αλλά στην έκταση που προσδιορίζουν τα όρια του μεταβιβαστικού αποτελέσματος. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει, ότι ως προς τα μη θιγόμενα με το ένδικο μέσο της έφεσης κεφάλαια, δεν μεταβιβάζεται στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο η υπόθεση και δεν εξαφανίζεται η πρωτόδικη απόφαση και παρά την τυχόν γενικότητα της διατυπώσεως του διατακτικού της εφετειακής απόφασης (ΑΠ 579/2018 ό.π., ΑΠ 192/1998) και μόνο κατά τα προσβαλλόμενα “κεφάλαια” μπορεί το Εφετείο να εκδώσει, μετά την εξαφάνιση της πρωτόδικης απόφασης, και δυσμενέστερη για τον εκκαλούντα απόφαση, χωρίς την άσκηση αντίθετης έφεσης ή αντέφεσης και χωρίς η απόφασή του να προσκρούει στην αρχή του άρθρου 536 του ΚΠολΔ της “μη χειροτέρευσης της θέσης του εκκαλούντος”. “Κεφάλαιο” θεωρείται η αυτοτελής αίτηση δικαστικής προστασίας, που δημιουργεί χωριστό αντικείμενο δίκης (στο πλαίσιο της ίδιας διαφοράς) και εκκρεμοδικίας και για την οποία (αίτηση) εκδόθηκε χωριστή διάταξη της απόφασης. Το μεταβιβαστικό αποτέλεσμα της εφέσεως είναι διάφορο της έννοιας “του αναγκαστικά συνεχομένου κεφαλαίου” που προβλέπεται επί προσθέτων λόγων εφέσεως και αναιρέσεως (ΚΠολΔ 520 παρ.2) (ΑΠ 1090/2018 Δημ. Νόμος, ΑΠ 798/2010). Στην προκειμένη περίπτωση, οι ανακόπτοντες και ήδη εφεσίβλητοι [1) Ελληνικό Δημόσιο, νόμιμα εκπροσωπούμενο από τον Υπουργό Οικονομικών και ήδη από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων, η οποία εκπροσωπείται από το Διοικητή της και εδρεύει στην Αθήνα, στην προκειμένη δε περίπτωση και από τους Προϊσταμένους των Δ.Ο.Υ. Α’ Πειραιά και Πλοίων Πειραιά, που κατοικούν στον Πειραιά, και 2) Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων, ως εκπρόσωπος του Ελληνικού Δημοσίου, η οποία εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα από το Διοικητή της, στην προκειμένη δε περίπτωση και από τους Προϊσταμένους των Δ.Ο.Υ. Α’ Πειραιά και Πλοίων Πειραιά, που κατοικούν στον Πειραιά] άσκησαν την από 3-11-2017 ανακοπή τους, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με Γενικό Αριθμό ΄Εκθεσης Κατάθεσης δικογράφου …./3-11-2017 και Ειδικό Αριθμό ΄Εκθεσης Κατάθεσης δικογράφου …/3-11-2017, εναντίον των: 1) Ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «……..» και το διακριτικό τίτλο «……..», που εδρεύει στην Αθήνα, επί της οδού …….., νόμιμα εκπροσωπουμένης, 2) Ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας, με την επωνυμία «………», που εδρεύει στην Αθήνα, επί της οδού ……….νόμιμα εκπροσωπουμένης, 3) Πιστωτικού ιδρύματος με την επωνυμία «……….» υπό Ειδική Εκκαθάριση», νόμιμα εκπροσωπούμενο από τον ειδικό εκκαθαριστή του, ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία με την επωνυμία «………..» και το διακριτικό τίτλο «……..», η οποία ορίστηκε ως ειδικός εκκαθαριστής της «……….», με απόφαση της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων (ΕΠΑΘ) της Τράπεζας της Ελλάδος (Συνεδρίαση 182/4.4.2016, ΦΕΚ 925/05.04.2016 τ. Β) και ήδη εκκαλούντος 4) Αστικής εταιρείας δικαστικών επιμελητών με την επωνυμία «…………, που εδρεύει στην Αθήνα, επί της οδού …….., αριθμός …, νόμιμα εκπροσωπουμένης από το διαχειριστή της, και 5) Συμβολαιογράφου Αθηνών ………, κατοίκου Αθηνών, υπό την ιδιότητά της ως επί του πλειστηριασμού υπαλλήλου και ζήτησαν να γίνει αυτή (ανακοπή) δεκτή. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, μετά από συζήτηση, που έγινε, στις 12/01/2018, ερήμην του τρίτου των καθ’ ων η ανακοπή και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, με τη με αριθμό 1826/17-04-2018 οριστική απόφασή του, απέρριψε την ανακοπή ως προς την τέταρτη και την πέμπτη των καθ’ ων η ανακοπή, επέβαλε σε βάρος του ανακόπτοντος τα δικαστικά έξοδα της τέταρτης και πέμπτης των καθ’ ων η ανακοπή, τα οποία όρισε στο ποσό των τριακοσίων (300,00) ευρώ για εκάστη και έκανε δεκτή την ανακοπή ως προς τη δεύτερη και το τρίτο των καθ’ ων η ανακοπή και εν μέρει ως προς την πρώτη καθ’ ης η ανακοπή, αφού μεταρρύθμισε δε τον υπ’ αριθμό ………/26-9-2017 πίνακα κατάταξης δανειστών της συμβολαιογράφου Αθηνών …………, ως επί του πλειστηριασμού υπαλλήλου, αποδέσμευσε από τον παραπάνω πίνακα: α) το ποσό των τριών χιλιάδων εννέα ευρώ και εξήντα λεπτών (3.009,60 ευρώ), που προαφαιρέθηκε, ως έξοδα εκτέλεσης, υπέρ της πρώτης καθ’ ης η ανακοπή, β) το ποσό των τετρακοσίων σαράντα ευρώ (440,00 ευρώ), ως προς το οποίο κατετάγη η δεύτερη καθ’ ης η ανακοπή και γ) το ποσό τον εβδομήντα χιλιάδων εξακοσίων εξήντα τεσσάρων λεπτών (70.664,00 ευρώ), ως προς το οποίο κατετάγη το τρίτο καθ’ ου η ανακοπή, με αντίστοιχη αποβολή από τον πίνακα της δεύτερης και τρίτου των καθ’ ων και κατέταξε το ανακόπτον, δια των Προϊσταμένων των Δ.Ο.Υ. Α’ Πειραιά και Πλοίων Πειραιά, πέραν των ποσών, ως προς τα οποία κατετάγη αρχικά με τον παραπάνω πίνακα, προνομιακά, κατ’ άρθρο 975 αρ. 3 ΚΠολΔ, οριστικά και συμμετρικά, στα αποδεσμευόμενα ως άνω ποσά των: α) τριών χιλιάδων εννέα ευρώ και εξήντα λεπτών (3.009,60 ευρώ), β) τετρακοσίων σαράντα ευρώ (440,00 ευρώ) και γ) εβδομήντα χιλιάδων εξακοσίων εξήντα τεσσάρων λεπτών (70.664,00 ευρώ) και δη δια του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Α’ Πειραιά στα ποσά των: i) τριάντα οκτώ ευρώ (38,00 ευρώ), ii) πέντε ευρώ και πενήντα έξι λεπτών (5,56 ευρώ) και iii) οκτακόσιων ενενήντα δύο ευρώ και είκοσι δύο λεπτών (892,22 ευρώ) αντίστοιχα και δια του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Πλοίων Πειραιά στα ποσά των: ί) δύο χιλιάδων εννιακοσίων εβδομήντα ενός ευρώ και εξήντα λεπτών (2.971,60 ευρώ), ii) τετρακοσίων τριάντα τεσσάρων ευρώ και σαράντα τεσσάρων λεπτών (434,44 ευρώ) και ii) εξήντα εννέα χιλιάδων επτακοσίων εβδομήντα ενός ευρώ και εβδομήντα οκτώ λεπτών (69.771,78 ευρώ) αντίστοιχα, συμψήφισε δε μεταξύ του ανακόπτοντος και της πρώτης καθ’ ης η ανακοπή τα δικαστικά τους έξοδα και επέβαλε σε βάρος της δεύτερης και του τρίτου των καθ’ ων η ανακοπή τα δικαστικά έξοδα του ανακόπτοντος, τα οποία όρισε στο ποσό των τριακοσίων (300,00} ευρώ για έκαστο. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται το τρίτο των καθ’ ων η ανακοπή και ήδη εκκαλούν, ως ηττηθείς διάδικος, με την από 19-7-2018 έφεσή του, η οποία κατατέθηκε, στις 25-07-2018, στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιώς, με Γεν. Αριθμ. Κατάθ. …../2018 και Ειδ. Αριθμ. Κατάθ. ……/2018, αντίγραφο δε αυτής κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, στις 25-07-2018, με Γεν. Αριθμ. Κατάθ. δικογράφου …../2018 και Ειδ. Αριθμ. Κατάθ. …../2018 και είναι εμπρόθεσμη, καθώς η εκκαλούμενη απόφαση επιδόθηκε, με επιμέλεια των ανακοπτόντων στο τρίτο των καθ’ ων η ανακοπή, στις 5/7/2018 (βλ. σχετ. την από 05/07/2018 επισημείωση του Δικαστικού Επιμελητή ………. επί φωτ/φου της εκκαλουμένης), ενώ η υπό κρίση έφεση κατατέθηκε στις 19/7/2018 στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου (βλ. σχετ. με Γεν. Αριθμ. Κατάθ. …./2018 και Ειδ. Αριθμ. Κατάθ. …../2018 έκθεση κατάθεσης του Πρωτοδικείου Πειραιώς), δηλαδή, εντός της απαιτούμενης κατά νόμο προθεσμίας των τριάντα (30) ημερών (άρθρα 495, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ. 1, 517 και 518 παρ. 1 ΚΠολΔ). Παραδεκτώς δε εισάγεται προς εκδίκαση ενώπιον του παρόντος αρμοδίου Δικαστηρίου (άρθρο 19 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 4 παρ. 2 του Ν. 3994/25-7-2011). Κατόπιν, σύμφωνα με τα ανωτέρω, εφόσον κατατέθηκε από το εκκαλούν στο δημόσιο ταμείο το παράβολο ύψους εκατό (100) ευρώ (βλ. άρθρο 495 § 3 Κ.Πολ.Δ., όπως η § 3 ισχύει μετά την τροποποίησή της με το άρθρο 1 άρθρο τρίτο του Ν. 4335/2015 –ΦΕΚ Α΄ 87/23.7.2015-, με έναρξη ισχύος 1/1/2016 –άρθρο 1 άρθρο ένατο παρ. 4 του Ν. 4335/2015- και όπως το α΄ εδ. της παρ. 3 αντικαταστάθηκε από το άρθρο 35 παρ. 2 του Ν. 4446/2016, ΦΕΚ Α΄, 240/22.12.2016 –έναρξη ισχύος ένας μήνας από τη δημοσίευση – άρθρο 45 του Ν. 4446/2016) και το εκκαλούν διατυπώνει με την έφεσή του παράπονα για την κρίση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, ως προς την ουσιαστική βασιμότητα της ανακοπής, ως προς αυτό, πρέπει η υπό κρίση έφεση να γίνει τυ­πικά και ουσιαστικά δεκτή και η εκκαλούμενη απόφαση να εξαφανισθεί, μέσα στα όρια, που καθορίζονται με την έφεση, ήτοι ως προς το εκκαλούν (τρίτο των καθ’ ων η ανακοπή) και τους εφεσίβλητους (ανακόπτοντες), να διαταχθεί δε η απόδοση στο εκκαλούν του παραβόλου, συνολικού ποσού εκατό (100) ευρώ. Περαιτέρω, πρέπει να διακρατηθεί η υπόθεση από το Δικαστήριο τούτο και να δικασθεί η υπόθεση από την αρχή, ως προς το εκκαλούν (τρίτο των καθ’ ων η ανακοπή), κατά την ίδια διαδικασία των περιουσιακών διαφορών των άρθρων 614 επ. ΚΠολΔ (άρθρο 937 παρ. 3 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο όγδοο παρ. 2 του άρθρου πρώτου του Ν. 4335/2015), και ισχύει σύμφωνα με το άρθρο ένατο παρ. 3 του άρθρου πρώτου του Ν. 4335/2015, εν προκειμένω, δεδομένου ότι οι επιδόσεις των επιταγών προς εκτέλεση, βάσει των οποίων επισπεύσθηκε η αναγκαστική εκτέλεση διενεργήθηκαν μετά την 1-1-2016 -βλ. σχετ. ΜονΕφΛαμ 129/2017 Δημ. Νόμος), να ερευνηθεί δε η ένδικη ανακοπή ως προς το νόμω και ου­σία βάσιμο αυτής (άρθρο 533 παρ. 1 και 535 παρ. 1 του ΚΠολΔ).

Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 216§1, 217, 979§2, 933 και 585§2 ΚΠολΔ προκύπτει ότι, το δικόγραφο της ανακοπής κατά του πίνακα κατάταξης πρέπει να περιέχει, εκτός από τα στοιχεία που αναφέρονται στα άρθρα 118 και 120 του ίδιου Κώδικα, και τους λόγους αυτής, ώστε να παρέχεται η δυνατότητα στον μεν καθ’ ου να αμυνθεί στο δε δικαστήριο να ελέγξει τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα της απαίτησης καθώς και την ύπαρξη του προνομίου της. Ειδικότερα, η ανακοπή, ως εισαγωγικό δικόγραφο της περί την εκτέλεση δίκης, πρέπει να περιέχει ακριβή περιγραφή της απαίτησης, για την οποία ζητείται η κατάταξη και του προνομίου της απαίτησης, δηλαδή παράθεση των πραγματικών περιστατικών, τα οποία κατά νόμο θεμελιώνουν την ενεργητική νομιμοποίηση του ανακόπτοντος, αλλά και τη συγκεκριμένη έννομη σχέση από την οποία πηγάζει η απαίτησή του και το προνόμιό της, ώστε να μπορεί και το δικαστήριο να ερευνήσει την ουσιαστική και νομική βασιμότητα της καταταγείσας απαίτησης και ο καθ’ ου η ανακοπή ν` αμυνθεί ικανοποιητικά. Η ελλιπής παράθεση των περιστατικών αυτών καθιστά την ανακοπή αόριστη και ως εκ τούτου απορριπτέα, μη δυνάμενη να συμπληρωθεί με τις προτάσεις ή με την αναφορά σε άλλα έγγραφα (ΑΠ 1001/2019 Δημ. Νόμος, ΑΠ 885/2019 Δημ. Νόμος, ΑΠ 345/2016 Δημ. Νόμος, ΑΠ 1460/2014 Δημ. Νόμος, ΑΠ 1860/2013 Δημ. Νόμος, ΑΠ 1281/2011 ΤΝΠ ΔΣΑ, ΜονΕφΠειρ 295/2014 Δημ. Νόμος). Αν ο λόγος ανακοπής κατά του πίνακα κατάταξης συνίσταται σε απλή αμφισβήτηση και άρνηση από τον ανακόπτοντα της απαίτησης του καθ’ ου, που έχει καταταγεί, ή του προνομίου της, για το ορισμένο του λόγου της ανακοπής αρκεί μόνο η άρνηση αυτή, δεδομένου ότι ο καθ’ ου η ανακοπή βαρύνεται με την επίκληση και την απόδειξη των παραγωγικών της απαιτήσεώς του ή του προνομίου της πραγματικών γεγονότων. Δηλαδή στην περίπτωση αυτή ο καθ’ ου η ανακοπή οφείλει κατά την πρώτη ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου συζήτηση να επικαλεσθεί κατά τρόπο ορισμένο (και να αποδείξει) την ύπαρξη, το περιεχόμενο και το μέγεθος της απαιτήσεώς του, για την οποία έχει καταταγεί, καθώς και τον προνομιακό χαρακτήρα της. Αν ο καθ’ ου η ανακοπή δεν ανταποκριθεί στο βάρος αυτό, η ανακοπή γίνεται δεκτή (ΑΠ 1001/2019 ό.π., ΑΠ 885/2019 ό.π., ΑΠ 792/2019 Δημ. Νόμος, ΑΠ 687/2018 Δημ. Νόμος, ΑΠ 129/2018 Δημ. Νόμος, ΑΠ 108/2018 Δημ. Νόμος, ΑΠ 1460/2014 ό.π., ΑΠ 1860/2013 ό.π., ΑΠ 1907/2011, ΑΠ 1311/2009 ΤΝΠ ΔΣΑ, ΑΠ 1340/2004 Δημ. Νόμος, ΜονΕφΘ 2719/2018 Δημ. Νόμος, ΕφΑθ 267/2012 Δημ. Νόμος). Όμως, ακόμη και όταν ο λόγος της ανακοπής δεν αφορά την απαίτηση του ανακόπτοντος ή του προνομίου της, υποχρεούται αυτός να προσδιορίσει με την ανακοπή του την απαίτησή του κατά το είδος, το ποσό και τα θεμελιωτικά αυτής πραγματικά περιστατικά, διότι η ύπαρξη απαίτησής του είναι σε κάθε περίπτωση αναγκαία για τη θεμελίωση του εννόμου συμφέροντός του και κατ` επέκταση της ενεργητικής νομιμοποίησής του για την άσκηση της ανακοπής (ΑΠ 129/2018 ό.π., ΑΠ 108/2018 ό.π., ΑΠ 1353/2015 Δημ. Νόμος, ΑΠ 1281/2011, ΜονΕφΘ 2719/2018 ό.π.). Η ανωτέρω άρνηση ή αμφισβήτηση της ύπαρξης της απαίτησης, για την οποία έγινε η κατάταξη, μπορεί να γίνει και στην περίπτωση ακόμη, που αυτή αποδεικνύεται έναντι του καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτη, από έγγραφα, τα οποία έχουν, έναντι αυτού, αποδεικτική δύναμη ή από το δεδικασμένο απόφασης, αφού η αποδεικτική δύναμη των εγγράφων αυτών, καθώς και το δεδικασμένο απόφασης, που εκδόθηκε μεταξύ οποιουδήποτε δανειστή και του καθ` ου η εκτέλεση, δεν δεσμεύουν τρίτους, όπως είναι οι λοιποί δανειστές που αναγγέλθηκαν (ΑΠ 108/2018 ό.π., ΑΠ 687/2018 ό.π., ΑΠ 1353/2015 ό.π., ΑΠ 1860/2013 ό.π., ΑΠ 1340/2004 ό.π.). Επομένως ο ανακόπτων δεν δεσμεύεται από το δεδικασμένο απόφασης μεταξύ του καθ’ ου η ανακοπή και του καθ’ ου η εκτέλεση (ΑΠ 1340/2004 ό.π., ΑΠ 404/2003). Επίσης, η ως άνω εξειδίκευση της απαίτησης του ανακόπτοντος απαιτείται και όταν αυτός τη στηρίζει αποδεικτικά σε έγγραφα ή σε δεδικασμένο απόφασης, αφού η αποδεικτική δύναμη των εγγράφων αυτών, καθώς και το δεδικασμένο απόφασης, που εκδόθηκε μεταξύ του ανακόπτοντος και του καθού η εκτέλεση, δεν δεσμεύουν τρίτους, όπως είναι οι λοιποί δανειστές που αναγγέλθηκαν (ΑΠ 129/2018 ό.π., ΑΠ 108/2018 ό.π., ΑΠ 270/2012). Κατά την έννοια αυτή, αρκεί να προσδιορίζεται στην ανακοπή η απαίτηση, με βάση εκείνα τα στοιχεία, που είναι αναγκαία για την αναγγελία της, εν προκειμένω, κατά το άρθρο 55§1 του ΚΕΔΕ (ν.δ. 356/1974), σύμφωνα με το οποίο ο πίνακας χρεών, που συνοδεύει την αναγγελία, πρέπει να περιλαμβάνει το ονοματεπώνυμο του οφειλέτη, το είδος και το ποσό των χρεών, το οικονομικό έτος στο οποίο ανήκουν, τη χρονολογία της βεβαίωσής τους, καθώς και μνεία της τυχόν υπάρχουσας για κάθε χρέος ασφάλειας (ΑΠ 129/2018 ό.π., ΑΠ 461/2018 Δημ. Νόμος, ΑΠ 679/2016 Δημ. Νόμος, ΑΠ 1353/2015 ό.π., ΑΠ 240/2015 Δημ. Νόμος). Στην προκειμένη περίπτωση οι ανακόπτοντες [ήτοι 1) το Ελληνικό Δημόσιο, νόμιμα εκπροσωπούμενο από τον Υπουργό Οικονομικών και ήδη από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων, η οποία εκπροσωπείται από το Διοικητή της και εδρεύει στην Αθήνα, στην προκειμένη δε περίπτωση και από τους Προϊσταμένους των Δ.Ο.Υ. Α’ Πειραιά και Πλοίων Πειραιά, που κατοικούν στον Πειραιά, και 2) η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων, ως εκπρόσωπος του Ελληνικού Δημοσίου, η οποία εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα από το Διοικητή της, στην προκειμένη δε περίπτωση και από τους Προϊσταμένους των Δ.Ο.Υ. Α’ Πειραιά και Πλοίων Πειραιά, που κατοικούν στον Πειραιά], με την υπό κρίση από 3-11-2017 ανακοπή τους, όπως προκύπτει από την επισκόπηση αυτής, εκθέτουν, κατ’ ορθή εκτίμηση, ότι, με επίσπευση της πρώτης των καθ’ ων η ανακοπή (Ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «…………» και το διακριτικό τίτλο «……..», που εδρεύει στην Αθήνα, επί της ……….., νόμιμα εκπροσωπουμένης), κατασχέθηκε αναγκαστικά, δυνάμει της υπ’ αριθμ. ………/15-12- 2016 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας και του υπ’ αριθμό ………../19-12-2016 αποσπάσματος έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης της Δικαστικής Επιμελήτριας του Εφετείου Αθηνών ………… και επισπεύσθηκε αναγκαστικός πλειστηριασμός, μεταξύ άλλων, σε βάρος ενός ακινήτου, που βρίσκεται στον Πειραιά, στη βιομηχανική ζώνη «……..», επί των οδών ………, το οποίο ανήκε στον οφειλέτη του Ελληνικού Δημοσίου, ………….. Ότι το ως άνω ακίνητο εκπλειστηριάστηκε, δυνάμει της υπ’ αριθμό ………../19-7-2017 έκθεσης αναγκαστικού πλειστηριασμού της υπαλλήλου του πλειστηριασμού της Συμβολαιογράφου Αθηνών ………., και κατακυρώθηκε στην πρώτη των καθ’ ων η ανακοπή για το ποσό των 820.000,00 ευρώ. Ότι το Ελληνικό Δημόσιο, στον εν λόγω πλειστηριασμό, δια των Προϊσταμένων της Δ.Ο.Υ. Α’ Πειραιά και Δ.Ο.Υ. Πλοίων Πειραιά, με τις από 5-7-2017 και 10-7-2017 με αριθμούς πρωτ. ……… και ………. αντίστοιχα αναγγελίες του, ανήγγειλε στην υπάλληλο του πλειστηριασμού τις απαιτήσεις του κατά του καθ’ ου η εκτέλεση, όπως αυτές αναλύονται στους συνημμένους σε αυτές και στην υπό κρίση ανακοπή πίνακες χρεών, συνολικού ποσού 2.259.605,42 ευρώ (1.079.998,04 και 1.179.607,38 ευρώ αντίστοιχα), εκ του οποίου ποσό 669.876,77 ευρώ (6.159,71 και 663.717,06 ευρώ αντίστοιχα) αφορά Φ.Π.Α., και ζήτησε την προνομιακή κατάταξή του, κατ’ άρθρο 61 ΚΕΔΕ. Ότι η ως άνω υπάλληλος του πλειστηριασμού, ενόψει του ότι το πλειστηρίασμα δεν επαρκούσε για την πλήρη ικανοποίηση όλων των αναφερομένων στην ανακοπή αναγγελθέντων δανειστών του ως άνω οφειλέτη, συνέταξε τον προσβαλλόμενο υπ’ αριθμό ………./2017 πίνακα κατάταξης, με τον οποίο, μετά την προαφαίρεση από το επιτευχθέν πλειστηρίασμα των εξόδων εκτέλεσης συνολικού ποσού 14.194,00 ευρώ, στο εναπομείναν πλειστηρίασμα κατέταξε: α) προνομιακά και οριστικά, στο 25% του διανεμητέου πλειστηριάσματος (201.451,00 ευρώ), στην τρίτη σειρά των γενικών προνομίων του άρθρου 975 ΚΠολΔ, το Ελληνικό Δημόσιο (ανακόπτον) δια της Δ.Ο.Υ. Α’ Πειραιά για το ποσό των 34,00 ευρώ και δια της Δ.Ο.Υ. Πλοίων Πειραιά, για το ποσό των 184.684,00 ευρώ, σε μερική εξόφληση των απαιτήσεων από Φ.Π.Α., καθώς και το Ε.Φ.Κ.Α., δια του Περιφερειακού Κ.ΕΑ.Ο. Πειραιά, στο συνολικό ποσό των 16.733,00 ευρώ, β) προνομιακά και τυχαία, με τον όρο τελεσίδικης επιδίκασης της απαίτησης, στο 65% του διανεμητέου πλειστηριάσματος (523.774,00 ευρώ) την πρώτη των καθ’ ων η ανακοπή, ως προσημειούχο δανείστρια, και επικουρικά, σε περίπτωση ματαίωσης του όρου της κατάταξης, προνομιακά, οριστικά και σύμμετρα το ανακόπτον και το Ε.Φ.Κ.Α., και γ) τυχαία και συμμετρικά, με τον όρο τελεσίδικης επιδίκασης των απαιτήσεων, στο 10% του διανεμητέου πλειστηριάσματος (80.581,00 ευρώ) την πρώτη των καθ’ ων η ανακοπή για το ποσό των 9.477,00 ευρώ, τη δεύτερη των καθ’ ων η ανακοπή (Ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας, με την επωνυμία «……………», που εδρεύει στην Αθήνα, επί της οδού ……….., νόμιμα εκπροσωπουμένης), για το ποσό των 440,00 ευρώ και το τρίτο των καθ’ ων η ανακοπή [Πιστωτικό ΄Ιδρυμα με την επωνυμία «…………….» υπό Ειδική Εκκαθάριση», νόμιμα εκπροσωπούμενο από τον ειδικό εκκαθαριστή του, ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία με την επωνυμία «………..» και το διακριτικό τίτλο «………..», η οποία ορίστηκε ως ειδικός εκκαθαριστής της «………..», με απόφαση της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων (ΕΠΑΘ) της Τράπεζας της Ελλάδος (Συνεδρίαση 182/4.4.2016, ΦΕΚ 925/05.04.2016 τ. Β) και ήδη εκκαλούν], για το ποσό των 70.664,00 ευρώ, ως εγχειρόγραφους δανειστές, ενώ προβλέφθηκε και επικουρική κατάταξη. Με βάση το ιστορικό αυτό ζητούσε το Ελληνικό Δημόσιο να μεταρρυθμιστεί ο προσβαλλόμενος πίνακας κατάταξης, ώστε: α) κατ’ αποδοχή του πρώτου λόγου της ανακοπής, που συνίσταται σε άρνηση της ύπαρξης και του μεγέθους των καταταγεισών απαιτήσεων, να αποβληθούν οι πρώτη, δεύτερη και τρίτο των καθ’ ων από τον πίνακα κατάταξης και δη η πρώτη για τα ποσά των 523.774,00 και 9.477,00 ευρώ και οι δεύτερη και τρίτο για τα ποσά των 440,00 ευρώ και 70.664,00 ευρώ αντίστοιχα, και να καταταγεί το ίδιο το ανακόπτον, δια των Δ.Ο.Υ. Α’ Πειραιά και Πλοίων Πειραιά (σύμμετρα), προνομιακά και οριστικά, ως γενικός προνομιούχος δανειστής, στα απελευθερούμενα παραπάνω ποσά, για ικανοποίηση μέρους των αναγγελθεισών απαιτήσεών του, πλέον αυτών για τα οποία κατετάγη, β) κατ’ αποδοχή του δεύτερου λόγου της ανακοπής, που συνίσταται στην εσφαλμένη προαφαίρεση εξόδων εκτέλεσης, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα σε αυτόν, να αποβληθούν από τον πίνακα κατάταξης η πρώτη καθ’ ης για το ποσό των 2.200,00 ευρώ, άλλως τον 1.936,00 ευρώ, οι πρώτη και τέταρτη των καθ’ ων για το ποσό των 1.512,80 ευρώ, άλλως των 1.103,60 ευρώ, και η πέμπτη καθ’ ης για το ποσό των 1.463,20 ευρώ, και να καταταγεί το ίδιο το ανακόπτον, σύμφωνα με τα αμέσως παραπάνω αναφερόμενα και γ) να καταδικασθούν οι καθ’ ων οι ανακοπή στην καταβολή της δικαστικής του δαπάνης. Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα, η υπό κρίση ανακοπή (καθ’ ο μέρος μεταβιβάστηκε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου), για την εκδίκαση της οποίας έχει δικαιοδοσία το παρόν Δικαστήριο, δεδομένου ότι πρόκειται για αναγκαστική εκτέλεση, που επισπεύσθηκε από ανώνυμη εταιρία, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του ΚΠολΔ, για την ικανοποίηση απαίτησης, που προέρχεται από ιδιωτική διαφορά και το ανακόπτον Ελληνικό Δημόσιο ανήγγειλε, κατά τη διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης, τις απαιτήσεις του, αρμόδια καθ’ ύλη και κατά τόπο εισήχθη προς συζήτηση ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου (άρθρα 979 § 2 εδ. α’ και 933 §§ 1 και 2 ΚΠοΛΔ), κατά την προκειμένη διαδικασία των περιουσιακών διαφορών των άρθρων 614 επ. ΚΠολΔ (άρθρο 937 § 3 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 8ο § 2 του άρθρου πρώτου του Ν. 4335/2015), και ισχύει σύμφωνα με το άρθρο ένατο παρ. 3 του άρθρου πρώτου του Ν. 4335/2015, εν προκειμένω, δεδομένου ότι οι επιδόσεις των επιταγών προς εκτέλεση, βάσει των οποίων επισπεύσθηκε η αναγκαστική εκτέλεση, διενεργήθηκαν μετά την 1η-1-2016. Η υπό κρίση ανακοπή έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρο 10 του από 26-6/10-7-1944 Διατάγματος «περί Κώδικος των νόμων περί δικών του Δημοσίου» -βλ. σχετ. ΕφΑθ 4067/2013 Δημ. Νόμος, ΕφΑθ 267/2012 Δημ. Νόμος-), όπως δεν αμφισβητείται ειδικώς, καθώς αντίγραφο της υπ’ αριθμό ………./26-9-2017 πρόσκλησης δανειστών της Συμβολαιογράφου Αθηνών …………, υπαλλήλου του πλειστηριασμού, επιδόθηκε προς τον Υπουργό Οικονομικών και τους Προϊσταμένους των Δ.Ο.Υ. Α’ Πειραιά και Πλοίων Πειραιά στις 5-10-2017 (βλ. τις από 5-10-2017 επισημειώσεις των Δικαστικών Επιμελητών του Πρωτοδικείου Αθηνών ……… και ………., που τέθηκαν, κατ’ άρθρο 139 § 3 ΚΠολΔ, επί του σώματος της ως άνω πρόσκλησης, σε συνδυασμό με τα με αριθμούς πρωτ. ………… διαβιβαστικά έγγραφα των ανωτέρω υπηρεσιών προς το Ν.Σ.Κ., που προσκομίζει μ’ επίκληση το ανακόπτον, χωρίς, όμως, να έχει επιδοθεί στο Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε., σύμφωνα με τα άρθρα 36 § 1 εδ. τελ. και 43 Ν. 4389/2016, η κρινόμενη δε ανακοπή κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, στις 3-11-2017, και επιδόθηκε στο τρίτο των καθ’ ων η ανακοπή, στις 6-11-2017 (βλ. τη με αριθμ. ../6-11-2017 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή του Πρωτοδικείου Πειραιά ………., που νόμιμα προσκομίζει μ’ επίκληση το ανακόπτον). Η υπό κρίση ανακοπή είναι, επίσης, αρκούντως ορισμένη, καθώς περιέχει ακριβή περιγραφή των ένδικων απαιτήσεων, για τις οποίες ζητείται η κατάταξη του ανακόπτοντος και του προνομίου αυτών, δηλαδή παράθεση των πραγματικών περιστατικών, τα οποία κατά νόμο θεμελιώνουν την ενεργητική νομιμοποίηση του ανακόπτοντος, αλλά και τη συγκεκριμένη έννομη σχέση, από την οποία πηγάζουν οι απαιτήσεις του και το προνόμιό τους, ώστε να μπορεί και το δικαστήριο να ερευνήσει την ουσιαστική και νομική βασιμότητα της καταταγείσας απαίτησης και ο τρίτος των καθ’ ων η ανακοπή ν` αμυνθεί ικανοποιητικά και δεν απαιτούνταν, για την πληρότητα αυτής, να εκτίθενται και άλλα πραγματικά περιστατικά προς θεμελίωση των απαιτήσεών του. Αρκούσε δε για τη θεμελίωση του εννόμου συμφέροντος του Δημοσίου προς άσκηση της ανακοπής η αναφορά των απαιτήσεών του κατά του καθ’ ου η εκτέλεση, αφού – με την ενσωμάτωση στην ανακοπή των αναγγελιών του για τις ως άνω απαιτήσεις του και των πινάκων χρεών του κατά του καθ’ ου η εκτέλεση- εξειδικεύονται με πληρότητα και σαφήνεια όλα τα αναγκαία στοιχεία των απαιτήσεών του, που δικαιολογούσαν τη νομιμοποίησή του (βλ. σχετ. ΑΠ 129/2018 ό.π., ΑΠ 461/2018 ό.π., ΑΠ 679/2016 ό.π., 1353/2015 ό.π., ΑΠ 240/2015 ό.π.). Συνεπώς, η υπό κρίση ανακοπή πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω, ως προς το παραδεκτό, νόμω και ου­σία βάσιμο του πρώτου λόγου αυτής (στοιχείο 2) (άρθρο 533 παρ. 1 και 535 παρ. 1 του ΚΠολΔ), ο οποίος μεταβιβάστηκε, ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, με την υπό κρίση έφεση και αφορά στο εκκαλούν (τρίτο των καθ’ ων η ανακοπή). Με τον πρώτο λόγο (στοιχείο 2) της υπό κρίση ανακοπής, καθ’ ο μέρος αφορά στο τρίτο των καθ’ ων η ανακοπή, το ανακόπτον, Ελληνικό Δημόσιο, αρνείται την ύπαρξη και το μέγεθος των καταταγεισών απαιτήσεών του και ζητά την αποβολή του από τον πίνακα κατάταξης για το ποσό των 70.664,00 ευρώ, για το οποίο έχει καταταγεί τυχαία και συμμετρικά, και την κατάταξη του ίδιου, δια των Προϊσταμένων των Δ.Ο.Υ. Α’ Πειραιά και Πλοίων Πειραιά (σύμμετρα), προνομιακά και οριστικά, ως γενικού προνομιούχου δανειστή, στο απελευθερούμενο παραπάνω ποσό, για ικανοποίηση μέρους των ως άνω αναγγελθεισών απαιτήσεών του, πλέον αυτών για τα οποία κατετάγη. Ο λόγος αυτός, είναι αρκούντως ορισμένος, καθώς περιέχει όλα τα αναγκαία, κατά το άρθρο 216 ΚΠολΔ, στοιχεία για τη θεμελίωσή του, διότι, για το ορισμένο του λόγου της ανακοπής κατά πίνακα κατάταξης, την οποία ασκεί ο μη καταταγείς δανειστής, προς το σκοπό αποβολής άλλου καταταγέντος και αντίστοιχης κατάταξης αυτού, αρκεί μόνη η απλή αμφισβήτηση και άρνηση της απαίτησης του καταταγέντος, δεδομένου ότι ο καθ’ ου η ανακοπή και, εν προκειμένω, το τρίτο των καθ’ ων η ανακοπή βαρύνεται με την επίκληση και την απόδειξη των παραγωγικών των απαιτήσεών του πραγματικών γεγονότων και του μεγέθους αυτών. Είναι δε νόμιμος, ερειδόμενος στις διατάξεις, που αναφέρονται στην ως άνω μείζονα σκέψη, και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν.

Από την εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού, που προσκομίστηκε στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο και ιδίως από όλα τα νομίμως προσκομιζόμενα και επικαλούμενα από τους διαδίκους έγγραφα, τα οποία λαμβάνονται υπόψη, έστω και αν δεν μνημονεύονται ένα προς ένα (ΟλΑΠ 848/1981 ΝοΒ 30.441, ΟλΑΠ 8/1987 ΝοΒ 1988.75, ΑΠ 187/2010 Δημ. Νόμος, ΑΠ 1697/2010 Δημ. Νόμος, ΑΠ 722/2004 Δημ. Νόμος, ΑΠ 152/2002 Δημ. ΤΝΠΔΣΑθ, ΜονΕφΑθ 407/2018 Δημ. Νόμος), για κάποια από τα οποία γίνεται ιδιαίτερη σημείωση παρακάτω, χωρίς, όμως, να αγνοείται η σημασία και η σπουδαιότητα των υπολοίπων και χωρίς να παραλείπεται κανένα, κατά την επανεκτίμηση της ουσίας της διαφοράς (ΑΠ 211/2006 ΝοΒ 54.849, ΑΠ 1659/2005 ΔΕΕ 2006,173, ΑΠ 250/2000 ΕλλΔνη 41.980, ΜονΕφΑθ 407/2018 ό.π.) και τα οποία λαμβάνονται υπόψη είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, είτε για να χρησιμεύσουν για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρα 336 παρ. 3 , 339 και 395 του ΚΠολΔ – ΑΠ 60/2008 Δημ. Νόμος, ΑΠ 1201/2007 Δημ. Νόμος), τις επιμέρους ομολογίες των διαδίκων, στα σημεία που ειδικά αναφέρονται στη συνέχεια (άρθρο 261 του ίδιου κώδικα), καθώς και από τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, που λαμβάνονται υπόψη από το Δικαστήριο και αυτεπαγγέλτως (άρθρο 336 παρ. 4 του ΚΠολΔ) και την εν γένει αποδεικτική διαδικασία, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει της υπ’ αριθμό ………../19-7-2017 έκθεσης αναγκαστικού πλειστηριασμού της Συμβολαιογράφου Αθηνών ………, εκπλειστηριάσθηκε το αναφερόμενο σε αυτήν ακίνητο, ιδιοκτησίας του καθ’ ου η εκτέλεση, …. ., το οποίο βρίσκεται στον Πειραιά, στη βιομηχανική ζώνη «…….., επί των οδών ……… και το οποίο κατασχέθηκε, μεταξύ άλλων ακινήτων, δυνάμει της υπ’ αριθμό …../15-12-2016 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης της Δικαστικής Επιμελήτριας του Εφετείου Αθηνών ………… Η ως άνω αναγκαστική εκτέλεση έλαβε χώρα με επίσπευση της πρώτης των καθ’ ων η ανακοπή (Ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «…………» και το διακριτικό τίτλο «………», που εδρεύει στην Αθήνα, επί της οδού ………., νόμιμα εκπροσωπουμένης), μη διαδίκου στην παρούσα δίκη, βάσει πρώτων απογράφων εκτελεστών των με αριθμούς ……….. διαταγών πληρωμής των Δικαστών του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και των κάτωθι αυτών από 25-10-2016 επιταγών προς εκτέλεση, για απαιτήσεις της ύψους 1.329.362,11, 978.432,36, 99.357,37, 623.076,24, 159.069,54 και 393.619,26 ευρώ αντίστοιχα, πλέον τόκων και εξόδων (κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στις ως άνω επιταγές), στην οποία και κατακυρώθηκε το εκπλειστηριασθέν ακίνητο αντί του ποσού των 820.000,00 ευρώ. Η υπάλληλος του πλειστηριασμσύ, λόγω του ότι το εκπλειστηρίασμα δεν επαρκούσε για την ικανοποίηση όλων των αναγγελθεισών απαιτήσεων, συνέταξε τον υπ’ αριθμό ………../26-9-2017 προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης, όπου, μετά την αφαίρεση των εξόδων εκτέλεσης, ποσού 14.194,00 ευρώ, απέμεινε υπόλοιπο προς διανομή στους δανειστές το ποσό των 805.806,00 ευρώ. Λόγω της ύπαρξης δανειστών με γενικά και ειδικά προνόμια και μη προνομιούχων δανειστών, και της συνεπεία αυτού εφαρμογής της διάταξης του άρθρου 977 § 3 ΚΠολΔ, όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 8ο § 2 του άρθρου 1ου του Ν. 4335/2015, διαίρεσε το ποσό του πλειστηριάσματος σε 65%, 25% και 10% και κατέταξε: α) στο 65% του διανεμητέου πλειστηριάσματος (523.774,00 ευρώ) προνομιακά και τυχαία, με τον όρο τελεσίδικης επιδίκασης της απαίτησής της, την πρώτη καθ’ ης, ως προσημειούχο δανείστρια, σε μερική εξόφληση της απαίτησής της, και επικουρικά, σε περίπτωση ματαίωσης του όρου της κατάταξης, προνομιακά, οριστικά και σύμμετρα το ανακόπτον και το Ε.Φ.Κ.Α., β) στο 25% του διανεμητέου πλειστηριάσματος (201.451,00 ευρώ) προνομιακά, οριστικά και συμμετρικά, το ίδιο το ανακόπτον δια των Προϊσταμένων της Δ.Ο.Υ. Α’ Πειραιά και Πλοίων Πειραιά για τα ποσά των 34,00 και 184.684,00 ευρώ αντίστοιχα, σε μερική εξόφληση των απαιτήσεων από Φ.Π.Α., και το Ε.Φ.Κ.Α., δια του Περιφερειακού Κ.Ε.Α.Ο. Πειραιά, στο συνολικό ποσό των 16.733,00 ευρώ, και γ) στο 10% του διανεμητέου πλειστηριάσματος (80.581,00 ευρώ) συμμετρικά και τυχαία, με τον όρο τελεσίδικης επιδίκασης της απαίτησής τους, την πρώτη καθ’ ης για το ποσό των 9.477,00 ευρώ, τη δεύτερη καθ’ ης για το ποσό των 440,00 ευρώ και το τρίτο των καθ’ ων η ανακοπή για το ποσό των 70.664,00 ευρώ, ως εγχειρόγραφους δανειστές, σε μερική εξόφληση των απαιτήσεών τους, ενώ προβλέφθηκε και επικουρική κατάταξη. Μεταξύ των εμπροθέσμως αναγγελθέντων δανειστών περιλαμβάνονται, όπως προεκτέθηκε, το ανακόπτον, Ελληνικό Δημόσιο, (εφεσίβλητο) και το τρίτο των καθ’ ων η ανακοπή [υπό ειδική εκκαθάριση πιστωτικό ίδρυμα με την επωνυμία «……..» (εφεξής: «η ….»), το οποίο εδρεύει στο ……………….. ….. Αττικής (………) και τέθηκε σε ειδική εκκαθάριση με την υπ’ αριθ. 85/26.7.2013 (θέμα 1ο) Απόφαση της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων (ΕΠΑΘ) της Τράπεζας της Ελλάδος (ΦΕΚ τ. Β’ 1831/26.7.2013), εκπροσωπείται δε νόμιμα από τον ειδικό εκκαθαριστή αυτού, την ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «……….» και το διακριτικό τίτλο «………..», η οποία ορίστηκε ως ειδικός εκκαθαριστής της «………….» με απόφαση της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων (ΕΠΑΘ), της Τράπεζας της Ελλάδος (Συνεδρίαση 182/4.4.2016, ΦΕΚ 925/05.04.2016 τ. Β)], (εκκαλούν). Ειδικότερα, το ανακόπτον, Ελληνικό Δημόσιο, δια των Προϊσταμένων της Δ.Ο.Υ. Α’ Πειραιά και Πλοίων Πειραιά, με τις από 5-7­-2017 και 10-7-2017 με αριθμούς πρωτ. ../2017 και ../2017 αντίστοιχα αναγγελίες του, ανήγγειλε νόμιμα και εμπρόθεσμα στην υπάλληλο του πλειστηριασμού τις ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις του, κατά του ανωτέρω οφειλέτη, ποσού 1.079.998,04 και 1.179.607,38 ευρώ αντίστοιχα, εκ των οποίων τα ποσά των 6.159,71 και 663.717,06 ευρώ αντίστοιχα αφορούν Φ.Π.Α., πλέον προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής, όπως όλα τα ανωτέρω ποσά αναφέρονται ειδικότερα στους συνημμένους στην υπό κρίση ανακοπή με αριθμούς ../2017 και …./2017 πίνακες χρεών, που έχουν 64 και 16 σειρές αντίστοιχα. Οι ταμειακές βεβαιώσεις οφειλών, που προέρχονται ή / και αφορούν Φ.Π.Α., εντοπίζονται στις σειρές 48, 56, 58, 59, 60, 62 και 63 του με αριθμ. ../2017 πίνακα χρεών και στις σειρές 12 και 13 του με αριθμ. ../2017 πίνακα χρεών. ΄Οσον αφορά στο πρόστιμο Φ.Π.Α. της 48ης σειράς του με αριθμ. …/2017 πίνακα χρεών, ο καθ’ ου η εκτέλεση ευθύνεται ως διαχειριστής της εταιρίας με την επωνυμία -………» (Α.Φ.Μ. ……), με αντικείμενο την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από φωτοβολταϊκά συστήματα. ΄Οσον αφορά δε τον οφειλόμενο Φ.Π.Α., προερχόμενο από χρεωστικές δηλώσεις, των υπολοίπων σειρών του με αριθμ. …./2017 πίνακα χρεών, ο καθ’ ου η εκτέλεση ευθύνεται ως ομόρρυθμος εταίρος της εταιρίας με την επωνυμία «…………», με αντικείμενο την παροχή υπηρεσιών υπαίθριου χώρου στάθμευσης. Επίσης, όσον αφορά στις ταμειακές βεβαιώσεις, που αφορούν Φ.Π.Α., στο με αριθμ. …./2017 πίνακα χρεών, ο καθ’ ου η εκτέλεση, ………, ευθύνεται για την καταβολή του, ως συνυπόχρεος της εταιρίας με την επωνυμία «………» (Α.Φ.Μ. …). Οι ως άνω αναγγελίες, στις οποίες αναλύονται οι βεβαιωμένες και ληξιπρόθεσμες, μέχρι την ημέρα του πλειστηριασμού, απαιτήσεις του Ελληνικού Δημοσίου, κατά τα άρθρα 5 και 6 του ΚΕΔΕ, για τις οποίες το τελευταίο αναγγέλθηκε ως γενικός προνομιούχος δανειστής, σύμφωνα με το άρθρο 61 του ΚΕΔΕ και το άρθρο 975 του ΚΠολΔ, ενσωματώθηκαν στην υπό κρίση ανακοπή, ώστε ν’ αποτελούν ένα σώμα με αυτήν. Από τους ως άνω με αριθμ. …./2017 και …./2017 προαναφερόμενους πίνακες χρεών, που επισυνάπτονται στις με αριθμ. πρωτ. …./2017 (αρ. ειδ. βιβλ. …/2017) και …./2017 (αρ. ειδ. βιβλ. …/2017) αναγγελίες του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Α΄ Πειραιά και της Δ.Ο.Υ. Πλοίων Πειραιά, αντίστοιχα, και περιλαμβάνονται στο σώμα της ένδικης ανακοπής, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 979 παρ. 2, 933, 585 και 216 ΚΠολΔ, προκύπτει η ημεροχρονολογία και ο αριθμός τριπλοτύπου της ταμειακής βεβαίωσης (βλ. στήλη στοιχ. βεβαίωσης), το οικονομικό έτος, που αφορά το χρέος, το είδος της οφειλής, το ποσό του βασικού χρέους (κεφάλαιο και τόκοι), οι προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, το ονοματεπώνυμο του οφειλέτη και η ιδιότητα υπό την οποία ευθύνεται. Ειδικότερα: Α) στην προαναφερθείσα από 5-7­-2017 και με αριθμ. πρωτ. …./2017 αναγγελία του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Α΄ Πειραιά αναγράφεται ότι το Ελληνικό Δημόσιο αναγγέλλεται ως δανειστής, μεταξύ άλλων, για τις ακόλουθες απαιτήσεις, που διατηρεί σε βάρος του καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτη, ……., και αναφέρονται στις σειρές 48, 56, 58, 59, 60, 62 και 63 του με αριθμ. ../2017 πίνακα ως ακολούθως: σειρά 48η, σύμφωνα με τη με αριθμ… ./27-04-2015 ταμειακή βεβαίωση, οικονομικού έτους 2014, για πρόστιμο Φ.Π.Α., κεφάλαιο – τόκοι ύψους 100 ευρώ και προσαυξήσεις ύψους 21,38 ευρώ, σειρά 56η, σύμφωνα με τη με αριθμ. …./27-02-2015 ταμειακή βεβαίωση, οικονομικού έτους 2014, για χρεωστικές δηλώσεις Φ.Π.Α., κεφάλαιο – τόκοι ύψους 852,67 ευρώ και προσαυξήσεις ύψους 436,31 ευρώ, σειρά 58η σύμφωνα με τη με αριθμ. …./5-8-2015 ταμειακή βεβαίωση, οικονομικού έτους 2015, για χρεωστικές δηλώσεις Φ.Π.Α., κεφάλαιο – τόκοι ύψους 802,23 ευρώ και προσαυξήσεις ύψους 193,26 ευρώ, σειρά 59η, σύμφωνα με τη με αριθμ. σύμφωνα με τη με αριθμ. …./5-8-2015 ταμειακή βεβαίωση, οικονομικού έτους 2015, για χρεωστικές δηλώσεις Φ.Π.Α., κεφάλαιο – τόκοι ύψους 572,22 ευρώ και προσαυξήσεις ύψους 162,91 ευρώ, σειρά 60η, σύμφωνα με τη με αριθμ. …/5-8-2015 ταμειακή βεβαίωση, οικονομικού έτους 2015, για χρεωστικές δηλώσεις Φ.Π.Α., κεφάλαιο – τόκοι ύψους 852,72 ευρώ και προσαυξήσεις ύψους 224,09 ευρώ, σειρά 62η, σύμφωνα με τη με αριθμ. …/5-8-2015 ταμειακή βεβαίωση, οικονομικού έτους 2015, για χρεωστικές δηλώσεις Φ.Π.Α., κεφάλαιο – τόκοι ύψους 852,70 ευρώ και ύψους 127,61 ευρώ προσαυξήσεις και σειρά 63η, σύμφωνα με τη με αριθμ. …/5-8-2015 ταμειακή βεβαίωση, οικονομικού έτους 2015, για χρεωστικές δηλώσεις Φ.Π.Α., κεφάλαιο – τόκοι ύψους 852,68 ευρώ και προσαυξήσεις ύψους 108,93 ευρώ. Β) Στην προαναφερθείσα από 10-7-2017 με αριθμούς πρωτ. …./2017 με αριθμ. αναγγελία του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Πλοίων Πειραιά, αναγράφεται ότι το Ελληνικό Δημόσιο αναγγέλλεται ως δανειστής, μεταξύ άλλων, για τις ακόλουθες απαιτήσεις, που διατηρεί σε βάρος του καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτη, ……….. (Α.Φ.Μ. …..), ως συνυποχρέου, και αναφέρονται στις σειρές 12 και 13 του με αριθμ. …/2017 πίνακα, ήτοι, σύμφωνα με τη με αριθμ. …./04-02-2014 ταμειακή βεβαίωση του οικονομικού έτους 2014, για Φ.Π.Α. – Τακτικός έλεγχος ενδικ., για κεφάλαιο – τόκους ύψους 207.460,33 ευρώ και προσαυξήσεις ύψους 122.816,52 ευρώ (σειρά 12) και ύψους 209.447,37 ευρώ και προσαυξήσεις ύψους 123.992,84 ευρώ (σειρά 13). Τέλος, το ληξιπρόθεσμο των αναγγελθεισών απαιτήσεων του Δημοσίου προέκυπτε σαφώς από τις αναγγελίες, διότι σε αυτές αναγράφεται ο χρόνος ταμειακής βεβαίωσης κάθε επιμέρους απαίτησης (βλ. & ΜονΕφΑθ 577/2017 Δημ. Νόμος). Περαιτέρω, το τρίτο των καθ’ ων η ανακοπή ισχυρίζεται με την υπό κρίση έφεσή του, κατ’ ορθή εκτίμηση, ότι αναγγέλθηκε εμπροθέσμως για απαιτήσεις του, κατά του παραπάνω οφειλέτη – καθ’ ου η εκτέλεση, με την από 17.02.2017 έγγραφη αναγγελία απαιτήσεων, η οποία και κοινοποιήθηκε νομίμως και εμπροθέσμως στην επισπεύδουσα τραπεζική εταιρεία, στον καθ’ ου ο πλειστηριασμός – οφειλέτη και στην αρμόδια επί του πλειστηριασμό υπάλληλο – συμβολαιογράφο, ως εμφαίνεται α) στην υπ’ αριθμ. …../21.02.2017 έκθεση επίδοσης της Δικαστικής Επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Αθηνών ………, β) στην υπ’ αριθμ. …/21.02.2017 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή  του Πρωτοδικείου Αθηνών …….. και γ) στην υπ’ αριθμ. …/21.02.2017 έκθεση επίδοσης της Δικαστικής Επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Αθηνών ………., αντίστοιχα και ότι, όπως εμφαίνεται στην υπ’ αριθμ. ……../01.03.2017 πράξη κατάθεσης εγγράφων αναγγελίας από αναγγελόμενο δανειστή σε πλειστηριασμό ακινήτου κατατέθηκαν στην αρμόδια επί του πλειστηριασμού υπάλληλο – συμβολαιογράφο, όλα τα έγγραφα από τα οποία αποδεικνύεται η απαίτησή του κατά του καθ’ ου ο πλειστηριασμός – οφειλέτη. Ότι, δεδομένου ότι το πλειστηρίασμα δεν επαρκούσε για την πλήρη ικανοποίηση όλων των αναγγελθέντων δανειστών του καθ’ ου ο πλειστηριασμός – οφειλέτη, η αρμόδια επί του πλειστηριασμού υπάλληλος – συμβολαιογράφος, συνέταξε τον υπ’ αριθμόν ………../26.09.2017 πίνακα κατάταξης δανειστών, τη μεταρρύθμιση του οποίου αιτήθηκαν και πέτυχαν με την έκδοση της εκκαλουμένης οι εφεσίβλητοι, με τον οποίο (πίνακα κατάταξης), κατετάγη (τρίτο των καθ’ ων) ορθώς ως εγχειρόγραφος δανειστής του καθ’ ου ο πλειστηριασμός – οφειλέτη, διότι δεν είχε εμπράγματη ασφάλεια επί του εκπλειστηριασθέντος οικοπέδου, για το ποσό των εβδομήντα χιλιάδων εξακοσίων εξήντα τεσσάρων ευρώ (70.664,00 ευρώ), ήτοι για την ικανοποίηση των απαιτήσεών του, σε συνολικό ποσοστό δέκα επί τοις εκατό (10%) του επιτευχθέντος πλειστηριάσματος, στον προβαλλόμενο πίνακα κατάταξης, κατ’ εφαρμογή των οικείων νομοθετικών διατάξεων. Το τρίτο των καθ’ ων ισχυρίζεται, επίσης, ότι οι απαιτήσεις του απορρέουν από τις ακόλουθες συμβάσεις, στις οποίες συνεβλήθη ως εγγυητής ο καθ’ ου η εκτέλεση, ήτοι, ως προς την ύπαρξη και το μέγεθος των απαιτήσεών του, το εκκαλούν επικαλείται ότι: Α) Δυνάμει της με αριθμ. …../11.11.2011 Σύμβασης Δανείου Τακτής Λήξης, η οποία συνήφθη τον Πειραιά, την 11.11.2011, μεταξύ της τραπεζικής εταιρίας «…» -πριν από τη θέση της σε ειδική εκκαθάριση- και της ναυτικής εταιρίας με την επωνυμία «………..», με την ιδιότητα της Πιστούχου, στο πλαίσιο της οποίας (σύμβασης) η πρώτη χορήγησε στη δεύτερη έντοκο τοκοχρεολυτικό δάνειο ποσού ενός εκατομμυρίου διακοσίων χιλιάδων ευρώ (1.200.000 ευρώ), για τον αποκλειστικό σκοπό αποπεράτωσης πλοίου συνολικής εμπορικής αξίας μετά τη ναυπήγηση 10.000.000 ευρώ, και συγκεκριμένα του υπό ναυπήγηση Δεξαμενόπλοιου Δ/Ξ «Π», που έχει νηολογηθεί στα νηολόγια Α/Π κλάσης Β’ του λιμένα Πειραιώς με αριθμό 11598, με τους εκεί αναλυτικά αναφερόμενους όρους και προϋποθέσεις, για την εξυπηρέτηση δε και τη λογιστική παρακολούθηση του Δανείου τηρήθηκε ο υπ’ αριθμ. ………. λογαριασμός, ο οποίος λειτούργησε από την 15.11.2011 μέχρι την 21.06.2013 (ημερομηνία οριστικού κλεισίματος του Δανειακού Λογαριασμού), ότι το ποσό του Δανείου εκταμιεύθηκε σταδιακά από την 15.11.2011 έως την 24.01.2012, ότι με την υπ’ αριθ. ……./27.09.2012 Πρόσθετη Πράξη Τροποποίησης Όρων της Σύμβασης δανείου, έκανε δεκτή την από 27.09.2012 αίτηση της πιστούχου για ρύθμιση της υφιστάμενης οφειλής της από τη Σύμβαση Δανείου, οπότε το συνολικά οφειλόμενο έως τότε στο πλαίσιο του δανείου ποσό, αναπροσαρμόστηκε στο ποσό των ενός εκατομμυρίου διακοσίων ενενήντα επτά χιλιάδων οκτακόσιων εβδομήντα δύο ευρώ κι οκτώ λεπτών (1.297.872,08 ευρώ), με κεφαλαιοποίηση του ποσού των πενήντα πέντε χιλιάδων οκτακόσιων εξήντα ενός ευρώ και σαράντα λεπτών (55.861,40 ευρώ), που αντιστοιχούσε σε υπερήμερες οφειλές από 15.06.2012 έως 27.09.2012, ότι επιπλέον, της παρασχέθηκε περίοδος χάριτος τριών (3) μηνών, με κεφαλαιοποίηση των τόκων της περιόδου χάριτος στη λήξη της, ότι την εκπλήρωση των όρων της Σύμβασης Δανείου, καθώς και την πλήρη, εμπρόθεσμη και ολοσχερή εξόφληση κάθε οφειλόμενης δόσης του δανείου, παρούσας ή μελλοντικής, εγγυήθηκε ο καθ’ ου η εκτέλεση – οφειλέτης, ……………….. ……………….. . και οι ……. και ………., ως αυτοφειλέτες, παραιτούμενοι συγχρόνως από την ένσταση διζήσεως, όπως και από άλλα δικαιώματά τους, ως εγγυητές, ενεχόμενοι απεριορίστως και εις ολόκληρον με την Πιστούχο, συμβληθέντες εκ τρίτου στην Τροποποίηση του Δανείου και την Πρόσθετη Πράξη, αλλά και αυτοτελώς έκαστος συμβαλλόμενοι στην από 11.11.2011 Σύμβαση Παροχής Εγγυήσεως, συνταχθείσα στην αγγλική γλώσσα – Personal (Physical Entities’) Guarantee, ότι η Πιστούχος και οι εγγυητές δεν υπήρξαν συνεπείς στην εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους, με αποτέλεσμα, με την από 10.03.2014 Εξώδικη Δήλωση, Καταγγελία και Πρόσκληση της -ως εμφαίνεται στις υπ’ αριθμούς ../13.03.2014, ../13.03.2014, ../13.03.2014 και …/13.03.2014 εκθέσεις επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών …… .- να γνωστοποιήσει στους ως άνω ότι προέβη την 21.06.2013 σε οριστικό κλείσιμο του Δανειακού Λογαριασμού, με αποτέλεσμα να καθίστανται ληξιπρόθεσμες και απαιτητές όλες οι απαιτήσεις της που απέρρεαν από τη Σύμβαση Δανείου, ύψους ενός εκατομμυρίου τετρακοσίων ενενήντα δύο χιλιάδων εννιακοσίων ευρώ και εβδομήντα λεπτών (1.492.900,70 ευρώ), ότι επιπλέον, κάλεσε τους αντισυμβαλλόμενούς της να προβούν άμεσα στην καταβολή όλων των οφειλόμενων βάσει της Σύμβασης Δανείου ποσών εις ολόκληρον και εντόκως, με το προβλεπόμενο στη Σύμβαση Δανείου επιτόκιο υπερημερίας, για κάθε ημέρα καθυστέρησης, πλέον τόκων και λοιπών εξόδων μέχρι την ημερομηνία ολικής εξόφλησης, ότι, κατόπιν αίτησής του, εκδόθηκε η υπ’ αριθμόν 149/2015 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, με την οποία η Πιστούχος και οι ανωτέρω τρεις εγγυητές διατάχθηκαν να καταβάλλουν στη ……. το ποσό του ενός εκατομμυρίου τετρακοσίων ενενήντα δύο χιλιάδων εννιακοσίων ευρώ και εβδομήντα λεπτών (1.492.900,70 ευρώ), νομιμοτόκως από την 14.03.2014, επομένης της γνωστοποίησης σε αυτούς της καταγγελίας του Δανείου και του οριστικού κλεισίματος του δανειακού λογαριασμού, μέχρι την εξόφλησή του, καθώς και το ποσό των είκοσι πέντε χιλιάδων ευρώ (25.000,00 ευρώ) για δικαστική δαπάνη έκδοσης της ως άνω διαταγής πληρωμής, ότι ακριβές αντίγραφο του υπ’ αριθμόν …./2015 πρώτου (Α) εκτελεστού απογράφου της ως άνω διαταγής πληρωμής μετά της από 06.02.2015 επιταγής προς πληρωμή, επιδόθηκε την 09.02.2015 – ως εμφαίνεται στην υπ’ αριθμόν …/09.02.2015 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών ………….- οπότε ο καθ’ ου η εκτέλεση – οφειλέτης επιτάχθηκε να καταβάλει σε αυτήν τα κάτωθι αναλυτικώς περιγραφόμενα ποσά: α) για κεφάλαιο ποσό ευρώ ενός εκατομμυρίου τετρακοσίων ενενήντα δύο χιλιάδων εννιακοσίων 0,70 (1.492.900,70 ευρώ), β) για νόμιμους τόκους υπερημερίας από 14.03.2014 επομένη της γνωστοποίησης του οριστικού κλεισίματος του λογαριασμού έως 06-02-2015, ημερομηνία σύνταξης της επιταγής ποσό ευρώ εκατό χιλιάδων διακοσίων είκοσι τεσσάρων και 0,77 (100.224,77 ευρώ), γ) για επιδικασθείσα δικαστική δαπάνη ποσό ευρώ είκοσι πέντε χιλιάδων πεντακοσίων (25.500 €) και δ) για σύνταξη της επιταγής, αντιγραφικά δικαιώματα και επίδοση της επιταγής, ποσό ύψους πενήντα ευρώ (50 €) και σήμανση του α’ απογράφου, ποσού ύψους δύο ευρώ  (2 €), ήτοι συνολικά πενήντα δύο ευρώ (52 €), ήτοι συνολικά το ποσό του ενός εκατομμυρίου εξακοσίων δέκα οκτώ χιλιάδων εξακοσίων εβδομήντα επτά ευρώ και σαράντα επτά λεπτών (1.618.677,·47€) νομιμοτόκως, πλην του κονδυλίου των τόκων, από την επίδοση της επιταγής και μέχρι ολοσχερούς εξόφλησης. Β) Δυνάμει της υπ’ αριθμόν …./26.05.2010 Σύμβασης Δανείου Τακτής Λήξης, η οποία συνήφθη στον Πειραιά, την 26.05.2010, μεταξύ της τραπεζικής εταιρίας «…..» -πριν από τη θέση της σε ειδική εκκαθάριση- και της ναυτικής εταιρίας με την επωνυμία «…………», με την ιδιότητα της Πιστούχου, υπεγράφη η υπ’ αριθμόν …../26.05.2010 Σύμβαση Δανείου Τακτής, στο πλαίσιο της οποίας (σύμβασης) χορήγησε στην Πιστούχο έντοκο τοκοχρεολυτικό δάνειο ποσού ενός εκατομμυρίου διακοσίων πενήντα χιλιάδων ευρώ (1.250.000 €), για τον αποκλειστικό σκοπό αποπεράτωσης Πλοίου συνολικής εμπορικής αξίας, μετά τη ναυπήγηση, 8.000.000 €, και συγκεκριμένα του υπό ναυπήγηση Δεξαμενόπλοιου Δ/Ξ «Π.», που έχει νηολογηθεί στα νηολόγια Α/Π κλάσης Β’ του λιμένα Πειραιώς με αριθμό …., με τους εκεί αναλυτικά αναφερόμενους όρους και προϋποθέσεις, ότι για την εξυπηρέτηση και τη λογιστική παρακολούθηση του Δανείου τηρήθηκε ο υπ’ αριθμόν ……. λογαριασμός, ο οποίος λειτούργησε από την 28.05.2010 μέχρι την 21.06.2013 (ημερομηνία οριστικού κλεισίματος του Δανειακού Λογαριασμού), ότι το ποσό του Δανείου εκταμιεύθηκε στο σύνολό του την 28.05.2010, ότι με την από 11.11.2011 Τροποποίηση της Σύμβασης Δανείου, η ….. έκανε δεκτή την από 21.07.2011 αίτηση της Πιστούχου για ρύθμιση της -κατά τη χρονική αυτή στιγμή- υφιστάμενης οφειλής της από τη Σύμβαση Δανείου, ότι με την ως άνω τροποποίηση, χορηγήθηκε στην Πιστούχο περίοδος χάριτος έξι μηνών, κατά την οποία η Πιστούχος δεν θα υποχρεούται να καταβάλει τις δόσεις των 30.11.2011, 31.12.2011, 31.01.2012, 29.02.2012, 31.03.2012 και 30.04.2012, ότι, εν συνεχεία, με την υπ’ αριθμόν ././28.09.2012 Πρόσθετη Πράξη Τροποποίησης Όρων Σύμβασης Δανείου, έκανε δεκτό το από 28.09.2012 αίτημα της Πιστούχου για  ρύθμιση της οφειλής, με την κεφαλαιοποίηση ποσού 54.104,776 και με την παροχή περιόδου χάριτος τριών (3) μηνών, ότι την εκπλήρωση των όρων της Σύμβασης Δανείου καθώς και την πλήρη, εμπρόθεσμη και ολοσχερή εξόφληση κάθε οφειλόμενης δόσης του Δανείου, παρούσας ή μελλοντικής, εγγυήθηκαν ο καθ’ ου η εκτέλεση – οφειλέτης και οι ……….. και …………. ως αυτοφειλέτες, παραιτούμενοι συγχρόνως από την ένσταση διζήσεως, όπως και από άλλα δικαιώματά τους, ως εγγυητές, ενεχόμενοι απεριορίστως και εις ολόκληρον με την Πιστούχο, συμβληθέντες εκ τρίτου στην Τροποποίηση του Δανείου και την Πρόσθετη Πράξη, αλλά και αυτοτελώς έκαστος συμβαλλόμενοι στην από 26.05.2010 Σύμβαση Παροχής Εγγυήσεως, συνταχθείσα στην αγγλική γλώσσα-Personal (Physical Entities’) Guarantee, ότι η Πιστούχος και οι εγγυητές δεν υπήρξαν συνεπείς στην εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους, με αποτέλεσμα η ……, με την από 10.03.2014 Εξώδικη Δήλωση, Καταγγελία και Πρόσκληση της -ως εμφαίνεται στις υπ’ αριθμούς …./13.03.2014, …./13.03.2014, …../13.03.2014 και …../13.03.2014 εκθέσεις επίδοσης τον Δικαστικού Επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών ………..- να γνωστοποιήσει στους ως άνω ότι προέβη την 21.06.2013 σε οριστικό κλείσιμο του Δανειακού Λογαριασμού, με αποτέλεσμα να καθίστανται ληξιπρόθεσμες και απαιτητές όλες οι απαιτήσεις της που απέρρεαν από τη Σύμβαση Δανείου, ύψους ενός εκατομμυρίου τριακοσίων είκοσι δύο χιλιάδων επτακοσίων σαράντα πέντε ευρώ και πενήντα επτά λεπτών (1.322.745,576), ότι επιπλέον, κάλεσε τους αντισυμβαλλόμενούς της να προβούν άμεσα στην καταβολή όλων των οφειλόμενων βάσει της Σύμβασης Δανείου ποσών εις ολόκληρον και εντόκως, με το προβλεπόμενο στη Σύμβαση Δανείου επιτόκιο υπερημερίας, για κάθε ημέρα καθυστέρησης, πλέον τόκων και λοιπών εξόδων μέχρι την ημερομηνία ολικής εξόφλησης, ότι, κατόπιν αίτησης της ….., εκδόθηκε η υπ’ αριθμόν ……/2015 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, με την οποία η Πιστούχος και οι ανωτέρω τρεις εγγυητές διατάχθηκαν να καταβάλλουν σε αυτήν το ποσό του ενός εκατομμυρίου τριακοσίων είκοσι δύο χιλιάδων επτακοσίων σαράντα πέντε ευρώ και πενήντα επτά λεπτών (1.322.745,57 ευρώ), νομιμοτόκως από τις 14.03.2014, επομένης της γνωστοποίησης σε αυτούς της καταγγελίας του Δανείου και του οριστικού κλεισίματος του δανειακού λογαριασμού, μέχρι την εξόφλησή του, καθώς και το ποσό των είκοσι δύο χιλιάδων πεντακοσίων ευρώ (22.500 €) για δικαστική δαπάνη έκδοσής της ως άνω διαταγής πληρωμής, ότι ακριβές αντίγραφο του υπ’ αριθμόν …/2015 πρώτου (Α) εκτελεστού απογράφου τής. ως άνω διαταγής πληρωμής μετά της από 06.02.2015 επιταγής προς πληρωμή, επιδόθηκε την 09.02.2015 – ως εμφαίνεται στην υπ’ αριθμόν …/09.02.2015 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών . ….- οπότε ο καθ’ ου η εκτέλεση – οφειλέτης επιτάχθηκε να της καταβάλει τα κάτωθι αναλυτικώς περιγραφόμενα ποσά: α) για κεφάλαιο ποσό ευρώ ενός εκατομμυρίου τριακοσίων είκοσι δύο χιλιάδων επτακοσίων σαράντα πέντε ευρώ και πενήντα επτά λεπτών (1.322.745,57 €), β) για νόμιμους τόκους υπερημερίας από 14.03.2014 επομένη της γνωστοποίησης του οριστικού κλεισίματος του λογαριασμού έως 06-02-2015, ημερομηνία σύνταξης της επιταγής ποσό ευρώ ογδόντα οκτώ χιλιάδων οκτακόσιων ενός και 0,53 (88.801,53 €), γ) για επιδικασθείσα δικαστική δαπάνη ποσό ευρώ είκοσι δύο χιλιάδων πεντακοσίων (22.500 €) και δ) για σύνταξη της  επιταγής, αντιγραφικά δικαιώματα και επίδοση της επιταγής, ποσό ύφους πενήντα ευρώ (50€) και σήμανση του α’ απογράφου, ποσού ύφους δύο ευρώ (2 €), ήτοι συνολικά πενήντα δύο ευρώ (52 €), ήτοι συνολικά το ποσό του ενός εκατομμυρίου τετρακοσίων τριάντα τεσσάρων χιλιάδων ενενήντα εννέα ευρώ και δέκα λεπτών (1.434.099,10€) νομιμοτόκως, πλην του κονδυλίου των τόκων, από την επίδοση της επιταγής και μέχρι ολοσχερούς εξόφλησης. Γ) Δυνάμει της αριθμόν …/18.05.2009 Σύμβασης Παροχής Πίστωσης με Ανοικτό Αλληλόχρεο Λογαριασμό, η οποία συνήφθη στο Πασαλιμάνι, την 18.05.2009, μεταξύ της τραπεζικής εταιρίας «…» -πριν από τη θέση της σε ειδική εκκαθάριση- και της ναυτικής εταιρείας με την επωνυμία «………», υπεγράφη η υπ’ αριθμόν …./18.05.2009 Σύμβαση Παροχής Πίστωσης με Ανοιχτό Αλληλόχρεο Λογαριασμό,  δυνάμει της οποίας της χορηγήθηκε πίστωση έως του ποσού των πεντακοσίων χιλιάδων ευρώ (500.000,00 €), με τους εκεί αναλυτικά αναφερόμενους όρους και προϋποθέσεις, ότι για την παρακολούθηση της πίστωσης λειτούργησε ο υπ’ αριθμόν … ……… λογαριασμός πίστωσης, από την 03.02.2010 μέχρι την 21.06.2013, ημερομηνία οριστικού κλεισίματος του αλληλόχρεου λογαριασμού, ότι το συνολικό ποσό του ορίου της Πίστωσης εκταμιεύθηκε τμηματικά από την 03.02.2010 έως την 28.07.2011, ότι στη συνέχεια, δυνάμει της υπ’ αριθμόν ………./05.02.2010 Πρόσθετης Πράξης Αυξήσεως Ορίου Πίστωσης το όριο της πίστωσης αυξήθηκε κατά το ποσό των εκατόν εξήντα χιλιάδων ευρώ (160.000,00€), ενώ, δυνάμει της υπ’ αριθμόν ………/04.06.2011 Πρόσθετης Πράξης Αυξήσεως Ορίου Πίστωσης το όριο της πίστωσης αυξήθηκε κατά το ποσό των εκατόν εξήντα χιλιάδων ευρώ (160.000,00€), ότι, επομένως, το συνολικό ποσό της Πίστωσης ανήλθε στο ποσό των οκτακόσιων είκοσι χιλιάδων Ευρώ (820.000,00 €), ότι ταυτόχρονα, δυνάμει της υπ’ αριθμόν …../2/05.02.2010 Πρόσθετης Πράξης Τροποποίησης Όρων Σύμβασης Παροχής Πίστωσης με Ανοικτό Αλληλόχρεο Λογαριασμό τροποποιήθηκε το επιτόκιο της συμβάσεως, ανερχόμενο πλέον σε ποσοστό 7,75% πλέον των κατά νόμο εισφορών (π.χ. του ν 128/1975) όπως κάθε φορά ισχύουν, ότι την εκπλήρωση κάθε υποχρέωσης της Πιστούχου από τη Σύμβαση Πίστωσης καθώς και την πλήρη, εμπρόθεσμη και ολοσχερή εξόφληση από την Πιστούχο του καταλοίπου κατά το κλείσιμο του Λογαριασμού της Πίστωσης, κατά κεφάλαιο, τόκους πάσης φύσεως, προμήθειες, έξοδα και λοιπές επιβαρύνσεις, εγγυήθηκαν ο καθ’ ου η εκτέλεση – οφειλέτης και οι . ……………….. . και . ……………….., ως αυτοφειλέτες, παραιτούμενοι συγχρόνως από την ένσταση διζήσεως, όπως και από άλλα δικαιώματά τους, ως εγγυητές, ενεχόμενοι απεριορίστως και εις ολόκληρον με την Πιστούχο, συμβληθέντες ως εκ τρίτου συμβαλλόμενοι στη Σύμβαση Πίστωσης και στις Πρόσθετες Πράξεις αυτής, αλλά και αυτοτελώς έκαστος εξ αυτών, με βάση τις από 18.05.2009 τρεις Συμβάσεις Παροχής Εγγύησης, που υπεγράφησαν μεταξύ αυτής και ενός εκάστου εξ αυτών, ότι η Πιστούχος με τις από 31.03.2010, 30.06.2010, 30.09.2010, 31.12.2010, 31.03.2011, 30.06.2011, 30.09.2011, 31.12.2011, 31.03.2012, 30.06.2012, 30.09.2012, 31.12.2012 και 31.03.2013 έγγραφες δηλώσεις της προς την …. αναγνώρισε το κατά τις συγκεκριμένες χρονικές περιόδους υφιστάμενο σε βάρος της χρεωστικό υπόλοιπο του Λογαριασμού της Πίστωσης, που ανερχόταν τότε σε 404.537,56 ευρώ, 408.722,63 ευρώ, 165.446,07 ευρώ, 329.890,03 ευρώ, 332.885,52 ευρώ, 332.949,01 ευρώ, 574.193,64 ευρώ, 574.654,34 ευρώ, 574.357,94 ευρώ, 574.433,45 ευρώ, 574.650,99 ευρώ, 589.549,276 και 589.711,44 ευρώ αντίστοιχα, ότι η Πιστούχος και οι εγγυητές δεν υπήρξαν συνεπείς στην εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους, με αποτέλεσμα, με την από 21.06.2013 Εξώδικη Δήλωση, Καταγγελία και Πρόσκληση της -ως εμφαίνεται στις υπ’ αριθμούς …/22.07.2013, ../22.07.2013, ../22.07.2013 και ../22.07.2013 εκθέσεις επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών …………..- να γνωστοποιήσει στους ως άνω ότι προέβη την 21.06.2013 σε οριστικό κλείσιμο του Λογαριασμού Πίστωσης, με αποτέλεσμα να καθίστανται ληξιπρόθεσμες και απαιτητές όλες οι απαιτήσεις της που απέρρεαν από τη Σύμβαση Πίστωσης, εξακοσίων δεκαοκτώ χιλιάδων διακοσίων τριάντα πέντε Ευρώ και είκοσι οκτώ λεπτών (618.235,28 ευρώ), ότι, επιπλέον, κάλεσε τους αντισυμβαλλόμενούς της να προβούν άμεσα στην καταβολή όλων των οφειλόμενων βάσει της Σύμβασης Πίστωσης ποσών εις ολόκληρον και εντόκως, με το προβλεπόμενο στη Σύμβαση Δανείου επιτόκιο υπερημερίας, για κάθε ημέρα καθυστέρησης, πλέον τόκων και λοιπών εξόδων μέχρι την ημερομηνία ολικής εξόφλησης, ότι, κατόπιν αίτησής της, εκδόθηκε η υπ’ αριθμόν …../2015 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, με την οποία η Πιστούχος και οι ανωτέρω τρεις εγγυητές διατάχθηκαν να καταβάλλουν σε αυτήν το ποσό των εξακοσίων δεκαοκτώ χιλιάδων διακοσίων τριάντα πέντε ευρώ και είκοσι οκτώ λεπτών (618.235,28 ευρώ), νομιμοτόκως από τις 23.07.2013, επομένης της γνωστοποίησης σε αυτούς της του οριστικού κλεισίματος του λογαριασμού πίστωσης, μέχρι την εξόφλησή του, καθώς και το ποσό των δέκα χιλιάδων πεντακοσίων ευρώ (10.500,00 ευρώ) για δικαστική δαπάνη έκδοσης της ως άνω διαταγής πληρωμής, ότι ακριβές αντίγραφο του υπ’ αριθμόν 20/2015 πρώτου (Α) εκτελεστού απογράφου της ως άνω διαταγής πληρωμής μετά της από 05.02.2015 επιταγής προς πληρωμή, επιδόθηκε την 09.02.2015 – ως εμφαίνεται στην υπ’ αριθμόν …../09.02.2015 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών …………..- οπότε ο καθ’ ου η εκτέλεση – οφειλέτης επιτάχθηκε να της καταβάλει τα κάτωθι αναλυτικώς περιγραφόμενα ποσά: α) για κεφάλαιο ποσό ευρώ εξακοσίων δεκαοκτώ χιλιάδων διακοσίων τριάντα πέντε ευρώ και είκοσι οκτώ λεπτών (618.235,28 €), β) για νόμιμους τόκους υπερημερίας από 23-07-2013 επομένη της γνωστοποίησης του οριστικού κλεισίματος του λογαριασμού έως 05-02-2015, ημερομηνία σύνταξης της επιταγής ποσό ευρώ εβδομήντα δύο χιλιάδων πεντακοσίων εβδομήντα δύο και 0,36 (72.572,36 €), γ) για επιδικασθείσα δικαστική δαπάνη ποσό ευρώ δέκα χιλιάδων πεντακοσίων (10.500 €) και δ) για σύνταξη της επιταγής, αντιγραφικά δικαιώματα και επίδοση της επιταγής, ποσό ύφους πενήντα ευρώ (50 €) και σήμανση του α’ απογράφου, ποσού ύφους δύο ευρώ (2 €), ήτοι συνολικά πενήντα δύο ευρώ (52 €), ήτοι συνολικά ποσό επτακοσίων μίας χιλιάδων τριακοσίων πενήντα εννέα ευρώ και εξήντα τεσσάρων λεπτών (701.359,64 €) νομιμοτόκως, πλην του κονδυλίου των τόκων, από την επίδοση της επιταγής και μέχρι ολοσχερούς εξόφλησης. Δ) Δυνάμει της με αριθμ. …../18.05.2009 Σύμβασης Δανείου Τακτής Λήξης, η οποία συνήφθη στο Πασαλιμάνι, την 18.05.2009, μεταξύ της τραπεζικής εταιρίας «….» -πριν από τη θέση της σε ειδική εκκαθάριση- και της ναυτικής εταιρείας με την επωνυμία «………….», με την ιδιότητα της Πιστούχου υπεγράφη η υπ’ αριθμόν …./18.05.2009 Σύμβαση Δανείου Τακτής Λήξης, δυνάμει της οποίας της χορηγήθηκε πίστωση ύψους δύο εκατομμυρίων πεντακοσίων χιλιάδων ευρώ (2.500.000 €), το οποίο θα χρησιμοποιείτο αποκλειστικώς για κεφάλαιο κίνησης προς ναυτιλία, με τους εκεί αναλυτικά αναφερόμενους όρους και προϋποθέσεις, ότι για την εξυπηρέτηση και τη λογιστική παρακολούθηση του Δανείου τηρήθηκε ο υπ’ αριθμόν ………… λογαριασμός, ότι με την υπ’ αριθμόν ………./05.02.2010 Πρόσθετη Πράξη Τροποποίησης Όρων Σύμβασης Δανείου τροποποιήθηκε το επιτόκιο της σύμβασης, ανερχόμενο πλέον σε ποσοστό σε 7,75% πλέον των κατά νόμο εισφορών (π.χ. του ν 128/1975) όπως κάθε φορά ισχύουν, ότι, στη συνέχεια, κατόπιν του από 15.11.2011 αιτήματος της Πιστούχου, υπεγράφη η υπ’ αριθμόν ………../15.11.2011 Πρόσθετη Πράξη Τροποποίησης Όρων Σύμβασης Δανείου με την οποία χορηγήθηκε στη πιστούχο περίοδος χάριτος διάρκειας 6 μηνών, με κεφαλαιοποίηση των τόκων της περιόδου χάριτος, ότι, τέλος, κατόπιν του από 27.09.2012 αιτήματος της Πιστούχου υπεγράφη η υπ’ αριθμόν ………../27.09.2012 Πρόσθετη Πράξη Τροποποίησης Όρων Σύμβασης Δανείου, με την οποία χορηγήθηκε στη Πιστούχο περίοδος χάριτος διάρκειας 3 μηνών, με την κεφαλαιοποίηση των τόκων της περιόδου χάριτος στη λήξη της, ότι την τήρηση των όρων της Σύμβασης Δανείου και την πιστή, εμπρόθεσμη και ολοκληρωτική εξόφληση κάθε οφειλής από τη Σύμβαση Δανείου κατά κεφάλαιο, τόκους, φόρους έξοδα και λοιπές επιβαρύνσεις από την Πιστούχο προς την …, εγγυήθηκαν ο καθ’ ου η εκτέλεση – οφειλέτης και οι ……… και … ……………….., ως αυτοφειλέτες, παραιτούμενοι συγχρόνως από την ένσταση διζήσεως, όπως και από άλλα δικαιώματά τους, ως εγγυητές, ενεχόμενοι απεριορίστως και εις ολόκληρον με την Πιστούχο, συμβληθέντες ως εκ τρίτου συμβαλλόμενοι στη Σύμβαση Δανείου και τις Πρόσθετες Πράξεις, ότι η Πιστούχος και οι εγγυητές δεν υπήρξαν συνεπείς στην εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους, με αποτέλεσμα, με την από 21.06.2013 Εξώδικη Δήλωση, Καταγγελία και Πρόσκληση της -ως εμφαίνεται στις υπ’ αριθμούς …/09.07.2013, …./09.07.2013, …/09.07.2013 και …/09.07.2013 εκθέσεις επίδοσης της Δικαστικής Επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Αθηνών ………- να γνωστοποιήσει στους ως άνω ότι προέβη την 03.07.2013 σε οριστικό κλείσιμο του Λογαριασμού Δανείου, με αποτέλεσμα να καθίστανται ληξιπρόθεσμες και απαιτητές όλες οι απαιτήσεις της που απέρρεαν από τη Σύμβαση Δανείου, δύο εκατομμυρίων τετρακοσίων σαράντα πέντε χιλιάδων εκατόν τριάντα τεσσάρων ευρώ και σαράντα τριών λεπτών (2.445.134,43 €), ότι, επιπλέον, κάλεσε τους αντισυμβαλλόμενούς της να προβούν άμεσα στην καταβολή όλων των οφειλόμενων βάσει της Σύμβασης Πίστωσης ποσών εις ολόκληρον και εντόκως, με το προβλεπόμενο στη Σύμβαση Δανείου επιτόκιο υπερημερίας, για κάθε ημέρα καθυστέρησης, πλέον τόκων και λοιπών εξόδων μέχρι την ημερομηνία ολικής εξόφλησης, ότι, κατόπιν αίτησής της, εκδόθηκε η υπ’ αριθμόν …./2015 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, με την οποία η Πιστούχος και οι ανωτέρω τρεις εγγυητές διατάχθηκαν να καταβάλλουν σε αυτήν το ποσό των δύο εκατομμυρίων τετρακοσίων σαράντα πέντε χιλιάδων εκατόν τριάντα τεσσάρων ευρώ και σαράντα τριών λεπτών (2.445.134,43 €), νομιμοτόκως από τις 10.07.2013, επομένης της γνωστοποίησης σε αυτούς του οριστικού κλεισίματος του λογαριασμού πίστωσης, μέχρι την εξόφλησή του, καθώς και το ποσό των σαράντα δύο χιλιάδων ευρώ (42.000,00€) για δικαστική δαπάνη έκδοσης της ως άνω διαταγής πληρωμής, ότι ακριβές αντίγραφο του υπ’ αριθμόν 21/2015 πρώτου (Α) εκτελεστού απογράφου της ως άνω διαταγής πληρωμής μετά της από 05.02.2015 επιταγής προς πληρωμή, επιδόθηκε την 09.02.2015 – ως εμφαίνεται στην υπ’ αριθμόν ../09.02.2015 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών . …- οπότε ο καθ’ ου η εκτέλεση – οφειλέτης επιτάχθηκε να της καταβάλει τα κάτωθι αναλυτικώς περιγραφόμενα ποσά: α) για κεφάλαιο ποσό δύο εκατομμυρίων τετρακοσίων σαράντα πέντε χιλιάδων εκατόν τριάντα τεσσάρων ευρώ και σαράντα τριών λεπτών (2.445.134,43 €), β) για νόμιμους τόκους υπερημερίας από 10-07-2013 επομένη της γνωστοποίησης στους αντιδίκους του οριστικού κλεισίματος του λογαριασμού έως 05-02-2015, ημερομηνία σύνταξης της επιταγής ποσό ευρώ διακοσίων ενενήντα τριών χιλιάδων εννιακοσίων ενενήντα δύο και 0,25 (293.992,25 €), γ) για επιδικασθείσα δικαστική δαπάνη ποσό ευρώ σαράντα χιλιάδων (40.000 €) και δ) για σύνταξη της επιταγής, αντιγραφικά δικαιώματα και επίδοση της επιταγής, ποσό ύφους πενήντα ευρώ (50 €) και σήμανση του α’ απογράφου, ποσού ύφους δύο ευρώ (2 €), ήτοι συνολικά πενήντα δύο ευρώ (52 €), ήτοι συνολικά το ποσό των δύο εκατομμυρίων επτακοσίων εβδομήντα εννέα χιλιάδων εκατόν εβδομήντα οκτώ ευρώ και εξήντα οκτώ λεπτών (2.779.178,68 €) νομιμοτόκως, πλην του κονδυλίου των τόκων, από την επίδοση της επιταγής και μέχρι ολοσχερούς εξόφλησης. Ότι, συνεπώς, η συνολική απαίτηση του τρίτου των καθ’ ων η ανακοπή (ήτοι της τραπεζικής εταιρίας «……») κατά του καθ’ ου ο πλειστηριασμός – οφειλέτη, ……………….. . κατά το χρόνο αναγγελίας αυτών στο πλειστηριασμό, ανέρχονταν στο συνολικό ποσό των οκτώ εκατομμυρίων εξακοσίων ογδόντα έξι χιλιάδων εβδομήντα έξι ευρώ και πενήντα τεσσάρων λεπτών (8.686.076,55€), ήτοι: Α) στο ποσό των δύο εκατομμυρίων διακοσίων πέντε χιλιάδων τριακοσίων δυο ευρώ και επτά λεπτών (2.205.302,07 €), για την απαίτηση από την υπ’ αριθμόν ../11.11.2011 σύμβαση δανείου, για την οποία εκδόθηκε η υπ’ αριθμόν …/2015 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, αναλυόμενο: σε κεφάλαιο ποσού ενός εκατομμυρίου τετρακοσίων ενενήντα δύο χιλιάδων εννιακοσίων ευρώ και εβδομήντα λεπτών (1.492.900,70 €), τόκους ποσού εξακοσίων ογδόντα έξι χιλιάδων πεντακοσίων δεκαοκτώ ευρώ και εβδομήντα εννέα λεπτών (686.518,79 €) και έξοδα ποσού είκοσι πέντε χιλιάδων οκτακόσιων ογδόντα δύο ευρώ και πενήντα οκτώ λεπτών (25.882,58 €), Β) στο ποσό του ενός εκατομμυρίου εννιακοσίων πενήντα τεσσάρων χιλιάδων διακοσίων σαράντα έξι ευρώ και πενήντα έξι λεπτών (1.954.246,56 €), για την απαίτηση από την υπ’ αριθμόν …/26.05.2010 σύμβαση δανείου, για την οποία εκδόθηκε η υπ’ αριθμόν …./2015 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, αναλυόμενο: σε κεφάλαιο ποσού ενός εκατομμυρίου τριακοσίων είκοσι δύο χιλιάδων επτακοσίων σαράντα πέντε ευρώ και πενήντα επτά λεπτών (1.322.745,57 €), τόκους ποσού εξακοσίων οκτώ χιλιάδων διακοσίων ενενήντα ευρώ και πενήντα τεσσάρων λεπτών (608.290,54 €) και έξοδα ποσού είκοσι τριών χιλιάδων διακοσίων δέκα ευρώ και σαράντα πέντε λεπτών (23.210,45 €), Γ) στο ποσό των εννιακοσίων δεκαεπτά χιλιάδων τριακοσίων τριών ευρώ και τριάντα πέντε λεπτών (917.303,35 €), για την απαίτηση από την υπ’ αριθμόν …/18.05.2009 σύμβαση πίστωσης, για την οποία εκδόθηκε η υπ’ αριθμόν …./2015 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, αναλυόμενο: σε κεφάλαιο ποσού εξακοσίων δεκαοκτώ χιλιάδων διακοσίων τριάντα πέντε ευρώ και είκοσι οκτώ λεπτών (618.235,28 €), τόκους ποσού διακοσίων ογδόντα τεσσάρων διακοσίων δεκαέξι ευρώ και σαράντα έξι λεπτών (284.216,46 €) και έξοδα ποσού δεκατεσσάρων χιλιάδων οκτακόσιων πενήντα ενός ευρώ και εξήντα ενός λεπτών (14.851,61 €) και Δ) Στο ποσό των τριών εκατομμυρίων εξακοσίων εννέα χιλιάδων διακοσίων είκοσι τεσσάρων ευρώ και πενήντα επτά λεπτών (3.609.224,57€), για την απαίτηση από την υπ’ αριθμόν ../18.05.2009 σύμβαση δανείου, για την οποία εκδόθηκε η υπ’ αριθμόν …./2015 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, αναλυόμενο: σε κεφάλαιο ποσού δύο εκατομμυρίων τετρακοσίων σαράντα τεσσάρων χιλιάδων εξακοσίων τριάντα εννέα ευρώ (2.444.639,00 €), τόκους ποσού ενός εκατομμυρίου εκατόν είκοσι τεσσάρων χιλιάδων τριακοσίων δεκαεννέα ευρώ και τεσσάρων λεπτών (1.124.319,04 €) και έξοδα σαράντα χιλιάδων διακοσίων εξήντα έξι ευρώ και πενήντα τριών λεπτών (40.266,53 €). Ωστόσο, το τρίτο των καθ’ ων η ανακοπή, το οποίο έχει, εν προκειμένω, το σχετικό βάρος επίκλησης και απόδειξης, δεν επικαλείται σαφώς την ύπαρξη, το περιεχόμενο και το μέγεθος των ως άνω απαιτήσεών του, κατά τ’ αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας, καθώς δεν επικαλείται με την υπό κρίση έφεση ορισμένως την κίνηση των λογαριασμών, που τυχόν τηρήθηκαν για την εξυπηρέτηση των ένδικων συμβάσεων, από την τελευταία αναγνώριση, κατά τ’ ανωτέρω, έως το οριστικό κλείσιμο των λογαριασμών αυτών, ώστε να προκύπτει το κατάλοιπο και το ύψος των ένδικων απαιτήσεων του εκκαλούντος, των οποίων την ύπαρξη, το περιεχόμενο και το μέγεθος αμφισβητεί με την υπό κρίση ανακοπή του το ανακόπτον, ούτε, άλλωστε, επικαλείται ότι υφίσταται είτε σύμβαση αναγνώρισης ή αφηρημένης υποσχέσεως του οριστικού καταλοίπου από τον οφειλέτη – καθ’ ου η εκτέλεση – εγγυητή, είτε πλασματική αναγνώριση, σ’ εκτέλεση σχετικής έγκυρης συμφωνίας των συμβαλλομένων μερών, με την παρέλευση της προθεσμίας, που τίθεται στον πιστούχο, χωρίς ο τελευταίος να εκφράζει παρατηρήσεις (αντιρρήσεις) κατά του γνωστοποιημένου καταλοίπου, με αποτέλεσμα να μη δύναται το ανακόπτον ν’ αμυνθεί και το Δικαστήριο να τάξει τις δέουσες αποδείξεις (πρβλ. ΑΠ 1460/2014 ό.π., ΑΠ 1526/2013 Δημ. Νόμος, ΑΠ 1466/2011 Δημ. Νόμος, ΕφΠειρ 664/2013 Δημ. Νόμος, ΕφΑθ 1570/2012 Δημ. Νόμος, ΕφΑθ 4517/2011 Δημ. Νόμος, ΕφΠειρ 632/2006 Δημ. Νόμος, ΕφΑθ 2801/1998 Δημ. Νόμος). Η αοριστία δε αυτή, καθώς υφίσταται ελλιπής αναφορά των θεμελιωτικών των προς κατάταξη αναγγελθεισών απαιτήσεων του τρίτου των καθ’ ων η ανακοπή πραγματικών περιστατικών, δεν δύναται να συμπληρωθεί με παραπομπή στις ως άνω αναγγελίες, στις οποίες προέβη το τρίτο των καθ’ ων η ανακοπή ή στις προτάσεις ή με αναφορά σε άλλα έγγραφα. Εξάλλου, το εκκαλούν δεν επικαλείται ότι υφίσταται δεδικασμένο (άρθρα 321 επ. ΚΠολΔ), για τις ένδικες απαιτήσεις του, ώστε να μην είναι αναγκαία η παράθεση των χρεοπιστωτικών κονδυλίων για το ύψος των από το κατάλοιπο των ως άνω λογαριασμών απαιτήσεων του, ενόψει του ότι τυχόν δεδικασμένο αποκλείει την αμφισβήτηση από τον ανακόπτοντα την ύπαρξη και το ύψος των εν λόγω απαιτήσεων. ΄Αλλωστε, η ανωτέρω άρνηση ή αμφισβήτηση της ύπαρξης της απαίτησης, για την οποία έγινε η κατάταξη, μπορεί να γίνει και στην περίπτωση ακόμη, που αυτή αποδεικνύεται έναντι του καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτη, από έγγραφα τα οποία έχουν, έναντι αυτού, αποδεικτική δύναμη, γιατί η αποδεικτική αυτή δύναμη τους δεν δεσμεύει και τους δανειστές που αναγγέλθηκαν. Οι τελευταίοι, εξάλλου, μαχόμενοι κατά του κύρους του πίνακα κατάταξης, στο πλαίσιο της διεξαγόμενης κατόπιν ανακοπής του άρθρου 979 παρ. 2 ΚΠολΔ δίκης, είναι τρίτοι έναντι του καθ’ ου και δεν δεσμεύονται ούτε ωφελούνται από το μεταξύ αυτού και του οποιουδήποτε δανειστή δεδικασμένο και, εν προκειμένω, δεν δεσμεύεται ο ανακόπτων, που είναι τρίτος, από τυχόν υφιστάμενο δεδικασμένο μεταξύ του τρίτου των καθ’ ων η ανακοπή και του καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτη. Συνεπώς, οι προβαλλόμενοι με την υπό κρίση έφεση ισχυρισμοί του τρίτου των καθ’ ων η ανακοπή, λόγω της ερημοδικίας του στον πρώτο βαθμό, περί της ύπαρξης και του μεγέθους των ένδικων απαιτήσεών του είναι απορριπτέοι προεχόντως ως απαράδεκτοι λόγω αοριστίας. Επομένως, εφόσον το τρίτο των καθ’ ων η ανακοπή δεν ανταποκρίθηκε στο δικονομικό βάρος επίκλησης των προαναφερομένων στοιχείων, προβάλλοντας ορισμένως τους ισχυρισμούς του προς θεμελίωση της ύπαρξης και του μεγέθους των ένδικων απαιτήσεών του, ο πρώτος λόγος της κρινόμενης ανακοπής, υπό στοιχείο 2, σύμφωνα με τον οποίο το ανακόπτον, αρνείται την ύπαρξη και το μέγεθος των καταταγεισών απαιτήσεων του τρίτου των καθ’ ων η ανακοπή (εκκαλούντος), πρέπει να γίνει δεκτός ως ουσιαστικά βάσιμος. Κατόπιν αυτών, η υπό κρίση ανακοπή, καθ’ ο μέρος μεταβιβάστηκε, ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, πρέπει να γίνει δεκτή και ως ουσιαστικά βάσιμη όσον αφορά στο τρίτο των καθ’ ων η ανακοπή, να μεταρρυθμισθεί δε ο προσβαλλόμενος αριθμ. ……../26-9-2017 πίνακας κατάταξης δανειστών της Συμβολαιογράφου Αθηνών …………, ως επί του πλειστηριασμού υπαλλήλου, ως προς το τρίτο των καθ’ ων η ανακοπή, και να αποδεσμευθεί από τον παραπάνω πίνακα το ποσό των εβδομήντα χιλιάδων εξακοσίων εξήντα τεσσάρων λεπτών (70.664,00 ευρώ), ως προς το οποίο κατετάγη το τρίτο των καθ’ ων η ανακοπή, με αντίστοιχη αποβολή από τον πίνακα του τελευταίου, να καταταγεί δε το ανακόπτον, Ελληνικό Δημόσιο, δια των Προϊσταμένων των Δ.Ο.Υ. Α’ Πειραιά και Πλοίων Πειραιά, πέραν των ποσών, ως προς τα οποία κατετάγη αρχικά, με τον παραπάνω πίνακα, προνομιακά, κατ’ άρθρο 975 αρ. 3 ΚΠολΔ, οριστικά και συμμετρικά, στο αποδεσμευόμενο ως άνω ποσό των εβδομήντα χιλιάδων εξακοσίων εξήντα τεσσάρων λεπτών (70.664,00 ευρώ) και δη δια του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ Α’ Πειραιά στο ποσό των οκτακόσιων ενενήντα δύο ευρώ και είκοσι δύο λεπτών (892,22 ευρώ) και δια του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Πλοίων Πειραιά στο ποσό των εξήντα εννέα χιλιάδων επτακοσίων εβδομήντα ενός ευρώ και εβδομήντα οκτώ λεπτών (69.771,78 ευρώ), σε μερική εξόφληση των απαιτήσεών του από Φ.Π.Α., δεδομένου ότι οι απαιτήσεις αυτής της τάξης προτιμώνται από αυτές του άρθρου 975 αρ. 5 ΚΠολΔ, σύμφωνα το άρθρο 977 § 2 ΚΠολΔ, όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο όγδοο παρ. 2 του άρθρου 1ου του Ν. 4335/2015, πλέον αυτών για τα οποία κατετάγη, καθώς ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό της παρούσας. Τέλος, πρέπει να επιβληθεί σε βάρος του εκκαλούντος το σύνολο των δικαστικών εξόδων των εφεσιβλήτων και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας (άρθρα 176, 183, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), να επιβληθούν, όμως, μειωμένα, κατά το άρθρο 22 παρ. 1 Ν. 3693/1957 και την Υ.Α. 134423/1992 (βλ. σχετ. ΑΠ 104/2013 Δημ. Νόμος, ΑΠ 2131/2007 Δημ. Νόμος, ΑΠ 553/2006 Δημ. Νόμος, ΑΠ 437/2004 Δημ. Νόμος, ΑΠ 1116/2003, ΑΠ 780/2001, ΑΠ 755/2001 Δημ. Νόμος, ΜονΕφΠατρ 107/2018 Δημ. Νόμος, ΜονΕφΠειρ 474/2016 Δημ. Νόμος, ΜονΕφΛαμ 12/2014 Δημ. Νόμος, ΕφΔωδ 210/2009 Δημ. Νόμος), δεδομένου ότι η προκειμένη δίκη διεξήχθη από τους ανακόπτοντες, δια αντιπροσώπου του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό της παρούσας.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και κατ’ ουσίαν την υπό κρίση έφεση.

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την εκκαλούμενη με αριθμ. 1826/2018 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε κατά τη διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, ως προς το εκκαλούν (τρίτο των καθ’ ων η ανακοπή) και τους εφεσίβλητους (ανακόπτοντες).

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την απόδοση στο εκκαλούν του παραβόλου, συνολικού ποσού εκατό (100) ευρώ.

ΚΡΑΤΕΙ την υπόθεση και δικάζει αυτήν κατ’ ουσίαν, καθ’ ο μέρος μεταβιβάστηκε, ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, με την υπό κρίση έφεση και αφορά στο εκκαλούν (τρίτο των καθ’ ων η ανακοπή).

ΔΕΧΕΤΑΙ την υπό κρίση ανακοπή, καθ’ ο μέρος μεταβιβάστηκε, ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, όσον αφορά στο τρίτο των καθ’ ων η ανακοπή.

ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΖΕΙ το με αριθμ. ……/26-9-2017 πίνακα κατάταξης δανειστών της Συμβολαιογράφου Αθηνών ………., ως επί του πλειστηριασμού υπαλλήλου, ως προς το τρίτο των καθ’ ων η ανακοπή.

ΑΠΟΔΕΣΜΕΥΕΙ από τον παραπάνω πίνακα το ποσό των εβδομήντα χιλιάδων εξακοσίων εξήντα τεσσάρων λεπτών (70.664,00 ευρώ), ως προς το οποίο κατετάγη το τρίτο των καθ’ ων η ανακοπή, με αντίστοιχη αποβολή από τον πίνακα του τελευταίου.

ΚΑΤΑΤΑΣΣΕΙ το ανακόπτον, Ελληνικό Δημόσιο, δια των Προϊσταμένων των Δ.Ο.Υ. Α’ Πειραιά και Πλοίων Πειραιά, πέραν των ποσών, ως προς τα οποία κατετάγη αρχικά με τον παραπάνω πίνακα, προνομιακά, κατ’ άρθρο 975 αρ. 3 ΚΠολΔ, οριστικά και συμμετρικά, στο αποδεσμευόμενο ως άνω ποσό των εβδομήντα χιλιάδων εξακοσίων εξήντα τεσσάρων λεπτών (70.664,00 ευρώ) και δη δια του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Α’ Πειραιά στο ποσό των οκτακόσιων ενενήντα δύο ευρώ και είκοσι δύο λεπτών (892,22 ευρώ) και δια του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Πλοίων Πειραιά στο ποσό των εξήντα εννέα χιλιάδων επτακοσίων εβδομήντα ενός ευρώ και εβδομήντα οκτώ λεπτών (69.771,78 ευρώ).

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος του εκκαλούντος το σύνολο των δικαστικών εξόδων των εφεσιβλήτων και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριό του σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στις 12/02/2020, στον ίδιο τόπο, χωρίς την παρουσία των διαδίκων, της πληρεξουσίας Δικηγόρου του εκκαλούντος και της δικαστικής πληρεξούσιας του Ν.Σ.Κ..

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                    Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ