ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΕΚΟΥΣΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Αριθμός Απόφασης: 126/2020
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Συγκροτήθηκε από το Δικαστή Ιωάννη Γερωνυμάκη, Εφέτη, ο οποίος ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς και τη Γραμματέα Ε.Τ..
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1441 του ΑΚ, καθιερώνεται ως λόγος διαζυγίου η συναίνεση των συζύγων. Βασική προϋπόθεση για τη λύση του γάμου, με το λόγο αυτό, είναι η κοινή θέληση των δύο συζύγων, η οποία πρέπει να διαπιστωθεί από το αρμόδιο δικαστήριο που δικάζει κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας και περιορίζεται στην εξακρίβωση των προϋποθέσεων ως τυπικών στοιχείων, χωρίς να εξετάζονται οι ουσιαστικοί λόγοι που οδήγησαν τους συζύγους σε απόφαση να λύσουν το γάμο τους. Όπως κάθε δίκη διαζυγίου, έτσι και εδώ, η απόφαση λύνει το γάμο έναντι όλων, όταν καταστεί αμετάκλητη (άρθρο 613 του ΚΠολΔ). Από το χαρακτήρα αυτό του συναινετικού διαζυγίου ως ελεύθερης κοινής απόφασης των συζύγων, που παράγει όμως αποτελέσματα μόνο με τη δικαστική απόφαση, απορρέει η αρχή ότι η δυνατότητα των διαδίκων συζύγων να ανακαλέσουν ελεύθερα στο εφετείο τη δήλωσή τους, με βάση την οποία εκδόθηκε η οριστική απόφαση για τη λύση του γάμου (από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο), δεν πρέπει να περιορίζεται (δυνατότητα ανάκλησης) παρά μόνο, ως προς μεν το ουσιαστικό στοιχείο του διαζυγίου (δήλωση των διαδίκων) από τη θεμελιώδη αρχή του ιδιωτικού δικαίου να μην προσβάλλονται συμφέροντα τρίτων που τυχόν στηρίχτηκαν στην ανακαλούμενη απόφαση, ως προς δε το δικονομικό (έκδοση δικαστικής απόφασης) να μην παραβιάζονται οι νόμιμες προθεσμίες που οδηγούν στην τελεσιδικία ή στο αμετάκλητο της απόφασης (διαφορετικό είναι το ζήτημα εφαρμογής του άρθρου 758 του ΚΠολΔ, βλ. Γαζή ΝοΒ 31, σελ. 1297). Εξάλλου είναι μεν φανερό ότι, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 516 του ΚΠολΔ, βασική προϋπόθεση του δικαιώματος για την άσκηση από ένα διάδικο του ένδικου μέσου της έφεσης είναι η ύπαρξη εννόμου συμφέροντος με την έννοια ότι για την προσβαλλόμενη απόφαση απορρίφθηκαν τα αιτήματα του ή γενικά οι ισχυρισμοί του που τα στηρίζουν. Κατ’ εξαίρεση δε, το δικαίωμα αυτό παρέχεται και στο διάδικο που νίκησε στην πρωτοβάθμια δίκη, εφόσον όμως υπάρχει και η συνδρομή του έννομου συμφέροντος. Κριτήριο, καταρχήν, για τον προσδιορισμό εδώ του έννομου συμφέροντος αποτελεί η βλάβη που τυχόν προξενεί γενικά η απόφαση στο διάδικο που νίκησε. Προκειμένου για τις δίκες διαζυγίου, στις οποίες προέχει και το δημόσιο συμφέρον με τη μορφή της διατήρησης του γάμου ως κοινωνικού θεσμού, η έννοια της βλάβης θα αναζητηθεί σε ευρύτερα πλαίσια με κριτήριο ότι το συμφέρον αυτό επιτυγχάνεται με την αποφυγή της λύσης του γάμου, όταν δηλαδή αυτό επιδιώκει με την έφεση ο διάδικος που νίκησε πρωτοδίκως. Κατά κυριολεξία εδώ, το ένδικο μέσο ενεργεί τυπικά μόνο ως έφεση, για να ανοιγεί ο δεύτερος βαθμός δικαιοδοσίας και να λειτουργήσει, ακολούθως, ουσιαστικά ως αίτηση ανάκλησης της δήλωσης ή παραίτησης από το δικαίωμα της αγωγής που δικάστηκε στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο. Ειδικότερα, προκειμένου για το συναινετικό διαζύγιο που δικάζεται κατά την εκούσια δικαιοδοσία η δυνατότητα άσκησης του ένδικου μέσου της έφεσης από τους συζύγους βρίσκει στήριγμα στη διάταξη του άρθρου 761 του ΚΠολΔ, με την οποία (στις υποθέσεις της εκούσιας δικαιοδοσίας) παρέχεται το δικαίωμα έφεσης και στο διάδικο που νίκησε. Η διάταξη αυτή είναι από εκείνες που συμπορεύεται με τις παραπάνω γενικές διατάξεις που αναφέρονται στο έννομο συμφέρον των συζύγων για τη διατήρηση του γάμου και επομένως βρίσκει εφαρμογή σε ό,τι έχει σχέση με τις δίκες του συναινετικού διαζυγίου. Σχετικό είναι εδώ το ζήτημα της αφετηρίας της προθεσμίας για την άσκηση των ένδικων μέσων, η οποία, λόγω της ιδιορρυθμίας της δίκης που γίνεται χωρίς αντιδικία, δεν θα ταυτιστεί καταρχήν, με το καθιερωμένο γεγονός επίδοσης της οριστικής απόφασης, αφού συνήθως οι ενδιαφερόμενοι δεν αντιμετωπίζουν άμεσο λόγο κοινοποίησής της. Στην προκειμένη περίπτωση, εφόσον δεν υπάρχει ειδική πρόβλεψη για την προθεσμία αυτή στις διατάξεις της εκούσιας δικαιοδοσίας, θα εφαρμοστεί σύμφωνα με το άρθρο 741 του ΚΠολΔ η γενική διάταξη του άρθρου 518 παρ. 2 του ΚΠολΔ, σύμφωνα με την οποία αν δεν επιδόθηκε η απόφαση, η προθεσμία της έφεσης είναι δύο (2) χρόνια, που αρχίζουν από τη δημοσίευση της απόφασης που περατώνει τη δίκη. Πρέπει να σημειωθεί ότι η ερμηνεία αυτή δεν αντιστρατεύεται στο πνεύμα του παραπάνω νόμου που καθιέρωσε το συναινετικό διαζύγιο, αφού, σε κάθε περίπτωση, η δυνατότητα, που δημιουργείται στους διαδίκους συζύγους να επανασυνδέσουν με τη δική τους θέληση μέσα στην προθεσμία αυτή τις σχέσεις τους στο γάμο, στηρίζεται στην καθιερωμένη από το δίκαιο γενική αρχή της αδέσμευτης από τους ενδιαφερομένους ρύθμισης των θεμάτων που αναφέρονται στις προσωπικές σχέσεις του γάμου τους με την επιφύλαξη μόνο της μη προσβολής ξένων συμφερόντων. Αυτά, αν τυχόν δημιουργηθούν (π.χ. διγαμίας κλπ) στο μεσοδιάστημα των δικονομικών προθεσμιών που τρέχουν χωρίς κοινοποίηση και οπωσδήποτε είναι μεγάλες, πρέπει να αποτελέσουν λόγο για άρνηση του δικαστηρίου προς εξαφάνιση της πρωτόδικης απόφασης που έλυσε με συναίνεση το γάμο και όχι ανασταλτικό (εκ των προτέρων) παράγοντα για τη μη εφαρμογή των παραπάνω γενικών διατάξεων. Ας σημειωθεί ότι αν την εφαρμογή τους δεν ήθελε ο νομοθέτης στο συναινετικό διαζύγιο, θα την απέκλειε με την καθιέρωση συντομότερου τρόπου επιβολής στις σχετικές δίκες της τελεσιδικίας και του αμετάκλητου (ΕφΔωδ 81/2015 ΝΟΜΟΣ, ΕφΠατρ 1302/2007 ΑΧΑΝΟΜ 2008, 282, ΕφΑθ 2391/1995 ΕλλΔνη 1996, 354).
Στην προκειμένη υπόθεση οι διάδικοι, που συνήλθαν σε νόμιμο γάμο, κατά τους Ιερούς Κανόνες της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, την 12/3/1983 ζήτησαν με την κοινή από 20/7/2016 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………./2016 αίτησή τους, που άσκησαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, τη λύση του γάμου τους με βάση το άρθρο 1441 του ΑΚ. Αφού τηρήθηκε η προβλεπόμενη διαδικασία από την παραπάνω διάταξη, εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 648/2017 οριστική απόφαση του παραπάνω Δικαστηρίου, με την οποία λύθηκε ο γάμος τους. Πριν η παραπάνω απόφαση τελεσιδικήσει, οι διάδικοι άσκησαν την κατ’ αυτής από 29/1/2019 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……../2019 υπό κρίση κοινή έφεση – αίτησή τους, με την οποία ζητούν να εξαφανιστεί η παραπάνω απόφαση και, στη συνέχεια, να γίνει δεκτή η νέα δήλωσή τους με την οποία ανακαλούν την πρώτη δήλωσή τους, με βάση την οποία το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έχει εκδώσει την εκκαλούμενη απόφαση. Σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στις προαναφερθείσες σκέψεις, η υπό κρίση έφεση κατά της παραπάνω απόφασης (η οποία δε δημοσιεύτηκε με παρόντες τους διαδίκους – άρθρο 757 του ΚΠολΔ – ούτε κοινοποιήθηκε σ` αυτούς), ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα, ήτοι εντός της προθεσμίας του άρθρου 518 παρ. 2 του ΚΠολΔ, ενώ το συμφέρον για την άσκησή της από τους εκκαλούντες συζύγους είναι αυτό που προσδιορίστηκε στην παραπάνω νομική σκέψη. Επομένως, πρέπει αυτή να γίνει τυπικά δεκτή και ως κατ’ ουσίαν βάσιμη, να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση, να εκδικασθεί η υπόθεση κατ’ ουσίαν από το δικαστήριο αυτό να γίνει δεκτή η νέα δήλωση των διαδίκων, με την οποία αυτοί ανακαλούν την πρώτη δήλωσή τους και, στη συνέχεια, με ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 296 ΚΠολΔ που εφαρμόζεται και στην κατ’ έφεση δίκη, η δίκη που ανοίχθηκε με την ένδικη αίτηση, να θεωρηθεί καταργημένη.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΕΧΕΤΑΙ την έφεση τυπικά και κατ’ ουσίαν.
ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την υπ’ αριθμ. 648/2017 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που εκδόθηκε κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας.
ΚΡΑΤΕΙ την υπόθεση.
ΔΙΚΑΖΕΙ την από 20/7/2016 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……………/2016 αίτηση για έκδοση συναινετικού διαζυγίου.
ΔΕΧΕΤΑΙ τη νέα δήλωση των διαδίκων, με την οποία αυτοί ανακαλούν την πρώτη δήλωσή τους, σύμφωνα με την οποία ζητούσαν τη λύση του γάμου τους.
ΚΑΤΑΡΓΕΙ τη δίκη που ανοίχθηκε με την ως άνω αίτηση έκδοσης συναινετικού διαζυγίου.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, την 12η Φεβρουαρίου 2020.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Και τούτου μετατεθέντος
ο Προϊστάμενος του Εφετείου