Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 189/2020

ΕΦΕΤΕΙΟ  ΠΕΙΡΑΙΑ

ΕΙΔΙΚΗ  ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΩΝ ΑΠΑΛΛΟΤΡΙΩΣΕΩΝ

Αναγνώριση δικαιούχων. Αρμοδιότητα Μονομελούς Εφετείου μόνο σε περίπτωση  υποβολής αιτήματος από κοινού με την αίτηση καθορισμού προσωρινής τιμής μονάδος (κατά το άρθρο 26 §3 του ν. 2882/2001), Δεν συνιστά διαφορά με το Τ.Π.Δ., κατ’ άρθρο 8 §3 του ν. 2882/2001, μόνο η κατάθεση του ποσού της αποζημίωσης στο τελευταίο, τέτοια δε υφίσταται μόνο μετά την έκδοση της απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου και εφόσον το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων αρνηθεί να καταβάλει στον αναγνωρισθέντα ως δικαιούχο, το κατατεθέν σ’ αυτό ποσό της αποζημίωσης. Κηρύσσεται αναρμόδιο δικαστήριο για την αναγνώριση    της αιτούσας ως δικαιούχου της κατατεθείσας στο Τ.Π.Δ. αποζημίωσης.

 

Αριθμός Απόφασης    189/2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

Αποτελούμενο από το Δικαστή Ελευθέριο Γεωργίλη, Εφέτη, ο οποίος ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιά και από τη Γραμματέα Ε.Τ..

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

            Ι.  Σύμφωνα με το άρθρο 26 του ν. 2882/2001 (ΚΑΑΑ), α. Η αναγνώριση των δικαιούχων της αποζημίωσης γίνεται με δικαστική απόφαση, κατά την ειδική διαδικασία που ορίζεται με τις διατάξεις του παρόντος (παρ. 1). β. Αρμόδιο για την αναγνώριση των δικαιούχων της αποζημίωσης είναι το μονομελές πρωτοδικείο στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται το ακίνητο που απαλλοτριώθηκε ή το μεγαλύτερο τμήμα αυτού… (παρ. 2). γ. Το δικαστήριο αναγνωρίζει τους δικαιούχους της αποζημίωσης με βάση κάθε στοιχείο που προσκομίζουν οι διάδικοι ή που το εξετάζει αυτεπαγγέλτως… (παρ. 6). δ. Η απόφαση του μονομελούς πρωτοδικείου για την αναγνώριση δικαιούχων δεν υπόκειται σε ένδικα μέσα. Διάδικοι ή τρίτοι, που αξιώνουν δικαιώματα στο απαλλοτριωμένο ακίνητο, δύνανται να τα ασκήσουν κατά την τακτική διαδικασία, έστω και εάν δεν προβλήθηκαν κατά την ειδική διαδικασία αναγνώρισης δικαιούχων, προς είσπραξη της αποζημίωσης ή αναζήτηση αυτής από εκείνον που την εισέπραξε ή από εκείνον υπέρ του οποίου εκδόθηκε το ένταλμα πληρωμής… (παρ. 12). Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι η απόφαση για την αναγνώριση των δικαιούχων της αποζημίωσης από απαλλοτρίωση, η οποία αποφαίνεται αμετάκλητα με βάση τα αποδεικτικά στοιχεία που υπάρχουν στη διάθεση του δικαστηρίου, χωρίς να περιορίζεται στον κτηματολογικό πίνακα και στο αντίστοιχο κτηματολογικό διάγραμμα, αποτελεί δεδικασμένο, έναντι πάντων, για το ποιος είναι δικαιούχος για την είσπραξη της αποζημίωσης και, επιπροσθέτως, για το εμβαδόν των απαλλοτριωμένων ακινήτων και τον όγκο των επ’ αυτών κτισμάτων (Ολ.Α.Π. 7/2013 Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ”), τα οποία το δικαστήριο ερευνά ελεύθερα, χωρίς να περιορίζεται στο εμβαδόν και τον όγκο που αναγράφονται στα στοιχεία της κτηματογράφησης (κτηματολογικό πίνακα και διάγραμμα), ενώ το Μονομελές Πρωτοδικείο κατέστη αρμόδιο να αποφασίσει επί των θεμάτων αυτών οριστικά        και αμετάκλητα. Με βάση το δεδικασμένο που απορρέει από την απόφαση αναγνώρισης δικαιούχων της αποζημίωσης από απαλλοτρίωση και εκείνης από       την απόφαση προσδιορισμού της αποζημίωσης, το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, στο οποίο, κατ’ άρθρο 8 §1 εδάφ. α´ ν. 2882/2001, ο υπόχρεος για την πληρωμή της αποζημίωσης, της κατά το άρθρο 18 §4 δικαστικής δαπάνης, καθώς και της αμοιβής των πληρεξούσιων δικηγόρων, που προσδιορίστηκαν δικαστικά, έχει καταθέσει την αποζημίωση υπέρ του δικαιούχου (και τη δικαστική δαπάνη και την αμοιβή των πληρεξούσιων δικηγόρων, υπέρ του οικείου δικηγορικού συλλόγου), είναι υποχρεωμένο, σύμφωνα με το άρθρο 8 §2 εδάφ. α´ του ίδιου νόμου, να αποδώσει σε εκείνον που αναγνωρίστηκε δικαιούχος της αποζημίωσης το ποσό της αποζημίωσης που προκύπτει απ’ αυτές. Με την καταβολή της αποζημίωσης στον δικαιούχο που αναγνωρίστηκε δικαστικά, το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων απαλλάσσεται από κάθε υποχρέωση και ευθύνη απέναντι σε οποιονδήποτε τρίτο διεκδικητή ή δικαιούχο. Ευθύνη απέναντι σε αυτούς έχει εκείνος που εισέπραξε την αποζημίωση (άρθρο 8 §4 του ίδιου νόμου). Εξάλλου, κατά το άρθρο 8 §3 του νόμου αυτού, κάθε διαφορά σχετική με την απόδοση του ποσού που κατατέθηκε (η οποία, ως ιδιωτικού δικαίου, υπάγεται στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων – Α.Ε.Δ. 6/2001 Ελλ.Δ/νη 2001, σελ. 665) λύεται οριστικά από το αρμόδιο δικαστήριο της παραγράφου 1 του άρθρου 19 του παρόντος νόμου, ήτοι, μετά την αντικατάσταση του άρθρου αυτού, ως προς τις 1η και 2η παραγράφους του, με το άρθρο 76 παρ. 11 του ν. 4146/2013, το Μονομελές Εφετείο, στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται η απαλλοτριωμένη έκταση (ή το μεγαλύτερο μέρος της) με τη διαδικασία των άρθρων 686 επ. του Κ.Πολ.Δ. Η απόφαση που εκδίδεται επ’ αυτής, η οποία τέμνει οριστικά τη διαφορά, χωρίς δικονομική δυνατότητα ανάκλησης ή μεταρρύθμισής της, υπόκειται στα ένδικα μέσα της έφεσης και της αναίρεσης ( Α.Π. 356/2017 και Α.Π. 647/2014 αμφότερες στην Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ”). Από τις διατάξεις του άρθρου 8 §§2  και 3 του ν. 2882/2001, σαφώς προκύπτει ότι διάδικος στην προκειμένη δίκη        είναι το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, εφόσον αρνείται να καταβάλει την καθορισθείσα αποζημίωση (Α.Π. 938/2019, Α.Π. 884/2019, Α.Π. 729/2017, Α.Π. 356/2017, Α.Π. 702/2016, Α.Π. 637/2016, Α.Π. 575/2016 και Α.Π. 647/2014 όλες στην Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ”). Για την έρευνα της ουσιαστικής βασιμότητας της σχετικής αγωγής, εφόσον ο νόμος, χωρίς σχετική επιφύλαξη, παραπέμπει στη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, αρκεί, κατά το άρθρο 690 §1 του Κ.Πολ.Δ., η πιθανολόγηση των ισχυρισμών και, σύμφωνα με το άρθρο 347 του ίδιου Κώδικα, το δικαστήριο δεν έχει την υποχρέωση να εφαρμόσει τις διατάξεις που ισχύουν για την αποδεικτική διαδικασία, τα αποδεικτικά μέσα και τη δύναμή τους, αλλά λαμβάνει υπόψη οποιαδήποτε μέσα κρίνει κατάλληλα για να σχηματισθεί πιθανότητα σχετικά με την αλήθεια των πραγματικών περιστατικών. Εάν κατά της πρωτόδικης απόφασης ασκηθεί έφεση το Εφετείο ερευνώντας, στα πλαίσια του μεταβιβαστικού, σύμφωνα με το άρθρο 522 του Κ.Πολ.Δ., αποτελέσματος της έφεσης, τους σχετικούς με την ουσιαστική βασιμότητα της αγωγής λόγους αυτής, μπορεί επίσης ν’ αρκεστεί σε πιθανολόγηση των ισχυρισμών (Α.Π. 514/2015 Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ”).

ΙΙ.  Στην προκείμενη περίπτωση, η αιτούσα ζητεί να αναγνωριστεί δικαιούχος της αποζημίωσης, για το ειδικά αναφερόμενο ακίνητο, που βρίσκεται στον Πειραιά και απαλλοτριώθηκε, υπέρ της καθ’ ης, για λόγους δημόσιας ωφέλειας, για το οποίο, όπως και για τα επικείμενα του, καθορίστηκε οριστική τιμή μονάδος με την απόφαση 255/2017 του Τριμελούς Εφετείου Πειραιά, ενώ το ποσό της αποζημίωσης έχει κατατεθεί στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων. Ωστόσο, με τέτοιο περιεχόμενο και αίτημα η υπό κρίση αίτηση για την αναγνώριση δικαιούχου αποζημίωσης, η οποία πρέπει να συνεκδικαστεί με την κύρια παρέμβαση (άρθρα 31 §1 και 246 του Κ.Πολ.Δ.), που άσκησε παραδεκτά (άρθρο 686 §6 του Κ.Πολ.Δ.), κατά τη συζήτηση της υπόθεσης το Ελληνικό Δημόσιο, αναρμοδίως εισάγεται ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου ερήμην της καθ’ ης, η οποία κλήθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα, όπως προκύπτει από την έκθεση επίδοσης ……../16.9.2019 της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Αθηνών ………… Και τούτο, διότι, σύμφωνα και με όσα ορίζονται στη μείζονα σκέψη, υπό τα εκτιθέμενα στην αίτηση δεν εισάγεται διαφορά σχετική με την απόδοση από το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων στο δικαιούχο της αποζημίωσης του ποσού που κατατέθηκε, αφού προϋπόθεση αυτής είναι να έχει αναγνωριστεί ο δικαιούχος της αποζημίωσης από το αρμόδιο δικαστήριο, κατ’ άρθρο 26 §2 εδ. α´ του ν. 2882/2001. Αυτό (αρμόδιο δικαστήριο) είναι, ενόψει της τοποθεσίας του απαλλοτριωθέντος ακινήτου, το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά, η απόφαση του οποίου, μάλιστα, δεν υπόκειται σε ένδικα μέσα. Αρμόδιο θα μπορούσε να καταστεί το παρόν Δικαστήριο, πλην της, κατά το άρθρο 26 §3 του ν. 2882/2001, περίπτωσης υποβολής αιτήματος από κοινού με την αίτηση καθορισμού προσωρινής τιμής μονάδος, κατά τη διάταξη του άρθρου 8 §3 του ν. 2882/2001, μόνο μετά την έκδοση της απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου και εφόσον το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων αρνούνταν να καταβάλει στον αναγνωρισθέντα ως δικαιούχο, το κατατεθέν σ’ αυτό ποσό της αποζημίωσης. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, η διαφορά που τυχόν ανακύψει με το Τ.Π.Δ. θα εκδικαστεί κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 682 επ. του Κ.Πολ.Δ.), η απόφαση δε θα μπορεί να προσβληθεί με ένδικα   μέσα.

ΙΙΙ.  Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, το Δικαστήριο τούτο, πρέπει να κρίνει αυτεπάγγελτα, εαυτό αναρμόδιο να δικάσει την αίτηση και την κύρια παρέμβαση και να παραπέμψει την υπόθεση στο καθ’ ύλην και κατά τόπο αρμόδιο Δικαστήριο, Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά (άρθρο 46 του Κ.Πολ.Δ.). Τέλος, θα πρέπει να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα του κυρίως παρεμβαίνοντος σε βάρος της αιτούσας, όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό, κατά το νόμιμο υποβληθέν με τις προτάσεις αίτημά του (άρθρα 191 και 176 του Κ.Πολ.Δ.), αφού η απόφαση είναι οριστική και      η αιτούσα ηττάται, διότι εισήγαγε την υπόθεση σε αναρμόδιο δικαστήριο (Εφ.Αθ. 1868/2005 Ελλ.Δ/νη 2005, σελ. 524, Εφ.Αθ. 2340/2002 Ελλ.Δ/νη 2002, σελ. 1443, σχετ. και Εφ.Αθ. 309/2007 Ελλ.Δ/νη 2007, σελ. 874), μειωμένα, όμως, κατ’ άρθρο 22 §1 του ν. 3693/1957, ενώ δεν θα επιβληθούν έξοδα σε βάρος της καθ’ ης,      αφού, λόγω της ερημοδικίας της, δεν υπέβαλε σχετικό αίτημα, ούτε υποβλήθηκε    σε έξοδα

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει την αίτηση και την κύρια παρέμβαση, ερήμην της καθ’ ης η αίτηση και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.

Κηρύσσει εαυτό αναρμόδιο να δικάσει την αίτηση και την κύρια παρέμβαση.

Παραπέμπει την υπόθεση στο καθ’ ύλην και κατά τόπο αρμόδιο δικαστήριο,  Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά.  Και

Καταδικάζει την αιτούσα στη δικαστική δαπάνη της καθ’ ης, την οποία καθορίζει στο ποσό των διακοσίων πενήντα (250) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του, στις 25 Φεβρουαρίου 2020, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.

 

             Ο   ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                            Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ