Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 214/2020

Περίληψη

Έφεση κατά απόφασης προσωρινής τιμής μονάδος, υπό τον Α.Ν. 1731/1939, απόρριψη αυτής ως  απαράδεκτη.

Ερήμην εκκαλούντος,  μη προσήκουσα παράσταση εφεσίβλητης, κηρύσσει συζήτηση ματαιωθείσα

 

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Αριθμός  απόφασης :  214 /2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Συγκροτήθηκε από το Δικαστή Δημήτριο Καβαλλάρη, Εφέτη, που ορίστηκε από ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Τ.Λ..

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Με το άρθρο 63 § 2 του ΕισΝΚΠολΔ ορίζεται ότι  η  διαδικασία  κατά   τα  άρθρα  10  έως  16  του  Β.Δ.  29/30  Απριλίου  1953  “περί  κωδικοποιήσεως    των    κειμένων    διατάξεων    περί    αναγκαστικών  απαλλοτριώσεων”   για   τον   προσδιορισμό  προσωρινής  τιμής  μονάδας αποζημιώσεως, καθώς και η διαδικασία για τη δικαστική  αναγνώριση  των δικαιούχων,  σύμφωνα  με  τα άρθ. 31 έως 33 του ιδίου Β.Δ/τος γίνονται από την εισαγωγή του ΚΠολΔ ενώπιον του Μονομελούς  Πρωτοδικείου,  κατά τη  διαδικασία  των  άρθρων  682  επ.  του  ΚΠολΔ οι άλλες δικονομικές  διατάξεις αυτών των άρθρων εξακολουθούν να ισχύουν”. Κατά το  άρθρο  7 παράγραφοι  1  και  3  του  Ν.Δ.  3979/1959  “περί  τροποποιήσεως  των διατάξεων του  Α.Ν.  1731/1939”,  η  απόφαση  που  εκδίδεται  για  τον προσδιορισμό   της   προσωρινής  τιμής  μονάδας  αποζημιώσεως  και  τη δικαστική αναγνώριση των δικαιούχων δεν υπόκειται σε κανένα τακτικό  ή έκτακτο  ένδικο  μέσο,  όπως ορίζεται και με το άρθ. 699 ΚΠολΔ για τις  αποφάσεις που εκδίδονται κατά τη διαδικασία  των  ασφαλιστικών  μέτρων των άρθρων 682 επ. του ίδιου Κώδικα. Εξάλλου, κατά το άρθ. 16 του Ν.Δ. 3979/1959  σε  συνδυασμό  και  με το άρθρο μόνο του Β.Δ. 743/1962, που εκδόθηκε κατ` εξουσιοδότηση του άρθρου 7 παράγραφος 12  του  πιο  πάνω Β.Δ/τος,   μεταξύ  των  οποίων  και  οι  αναφερόμενες  στη  διαδικασία καθορισμού  της   αποζημιώσεως   και   της   αναγνωρίσεως   δικαιούχων, εφαρμόζονται  επί  όλων των αναγκαστικών απαλλοτριώσεων που κηρύχθηκαν μετά την 1.1.1952. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι σε  όλες  τις  αναγκαστικές απαλλοτριώσεις και εκείνες δηλαδή που κηρύχθηκαν μετά την 1.1.1952  λόγω  ρυμοτομίας  προς  εφαρμογή  σχεδίου  πόλεως,  κατά τις  διατάξεις του Ν.Δ. 17.7/16.8.1923 “περί σχεδίων πόλεων κλπ”, η απόφαση  του  Μονομελούς  Πρωτοδικείου   για  τον προσδιορισμό   της   προσωρινής  τιμής  δικαιούχων   της  αποζημιώσεως,  κατ`  εφαρμογή  των διατάξεων που προαναφέρονται του Κωδ. Αναγκαστικών απαλλοτριώσεων (Α.Ν. 1731/1939), του ΝΔ 3979/1959 και άρθ. 63  § 2  του  ΕισΝΚΠολΔ,  δεν υπόκειται σε κανένα ένδικο μέσο. Το αντίθετο δεν συνάγεται α) από τη διάταξη της παραγράφου 2 περ. α’ του άρθρου 1 του Κωδικοποιημένου Νόμου 1731/1939, στην οποία ορίζεται ότι των διατάξεων της προηγουμένης παραγράφου εξαιρούνται, μεταξύ άλλων, και οι απαλλοτριώσεις προς εφαρμογή του εγκεκριμένου σχεδίου πόλεων, για τις οποίες εφαρμόζονται οι μέχρι τότε κείμενες διατάξεις, γιατί η διάταξη αυτή αναφέρεται μόνο στον κατά την παράγραφο 1 γενικό τρόπο της κηρύξεως της απαλλοτριώσεως, που είναι διαφορετικός εκείνου της απαλλοτριώσεως που κηρύσσεται με την εφαρμογή σχεδίου πόλεως, ούτε β) από το άρθρο 63 § 2 του ΕισΝΚ.Πολ.Δ., και ειδικότερα από το τελευταίο εδάφιο αυτού που αναφέρεται στην ισχύ των υπολοίπων δικονομικών διατάξεων, ούτε γ) από οποιαδήποτε άλλη διάταξη και μάλιστα εκείνη του άρθρου μόνου του Β.Δ. 743/1962, που, όπως αναφέρθηκε, μετά νόμιμη εξουσιοδότηση επεξέτεινε την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 7 του Ν.Δ. 3979/1959 σε όλες της από 1-1-1952 και μετέπειτα απαλλοτριώσεις χωρίς να εξαιρεί εκείνες που έγιναν κατ’ εφαρμογή των ισχυουσών κάθε φορά πολεοδομικών διατάξεων (ΑΠ  1390/1989  ΤΝΠ ΔΣΑ που επικύρωσε την ΕφΑθ 13337/1988   Δ/νη 1989.357, AΠ 1155/1988 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Κ. Χορομίδη:  Αναγκ. Απολλοτρίωση 1997 σελ. 772). Το ίδιο ορίζεται και με τη διάταξη του άρθ. 27 § 6 του Ν.Δ. 797/1971 που  εφαρμόζεται στις  αναγκαστικές  απαλλοτριώσεις,  οι  οποίες  κηρύχθηκαν  μετά  την 1.2.1971, αλλά και υπό τον ισχύοντα Κώδικα Αναγκαστικών Απαλλοτριώσεων (ΚΑΑ ν. 2882/2001) στο άρθρο 19 §10 εδ. β` του οποίου ορίζεται ότι κατά της απόφασης αυτής δεν επιτρέπονται ένδικα μέσα (ΤρΕφΑθΛαμ 13/2013, ΕφΑθ6338/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Βαθρακοκοίλης Η έφεση 2015 σ.103, Χορομίδης ο.π.σ.738). Σημειώνεται ότι η απαγόρευση της άσκησης των ενδίκων μέσων, στην περίπτωση αυτή, δεν είναι αντίθετη προς τις διατάξεις του άρθρου 20 § 1 του Συντάγματος ή προς εκείνες του άρθρου 6 § 1 της ΕΣΔΑ, αφού οι τελευταίες κατοχυρώνουν μεν το δικαίωμα προσβάσεως προς το δικαστήριο, δεν διασφαλίζουν όμως το δικαίωμα ύπαρξης δεύτερου βαθμού κρίσης και άσκησης ενδίκων μέσων (ΟλΑΠ 8/2003 ΕλΔ 44,690, ΑΠ 691/2008 ΔΙΚΗ 2008. 923, ΑΠ 922/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 455/2006 ΕλΔ 49.461, ΕφΑθ 5577/2009 ΕλΔ 2010. 507). Εξάλλου, από τη διάταξη του άρθρου 532 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι το δικαστήριο ερευνά αυτεπαγγέλτως τη συνδρομή των προϋποθέσεων του παραδεκτού της έφεσης, όπως είναι, μεταξύ άλλων, το εκκλητό ή όχι της εκκαλουμένης αποφάσεως, αν λείπει δε κάποια από τις προϋποθέσεις του παραδεκτού της, το δικαστήριο την απορρίπτει ως απαράδεκτη και αυτεπαγγέλτως (Β. Βαθρακοκοίλη, ΕρμΚΠολΔ, έκδ. 1995, άρθ. 532, § 2, σ. 363, και τις εκεί παραπομπές στη νομολογία, ΕφΑθ 3902/2009 ΕλλΔνη 2011. 220).

Στην προκειμένη περίπτωση,  εισάγεται προς εκδίκαση η από  16.6.2017 και  αρ. καταθ.  …../2017 έφεση των εκκαλούντων κατά της με αρ. κατά  της υπ` αριθ. 1821/2016 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 18-19 του ν. 2882/2001.  Οι αιτούντες με την από 6-4-2017 και με αρ.κατ. …………/2017 αίτησή τους ως εξ αδιαθέτου κληρονόμοι του αρχικού αιτούντος ………., ζήτησαν  να καθορισθεί προσωρινή τιμή μονάδος για τα ακίνητα,  που  περιγράφονταν  στο εισαγωγικό τους δικόγραφο, τα οποία απαλλοτριώθηκαν αναγκαστικά λόγω ρυμοτομίας, δυνάμει της υπ’ αριθμ. 750/1969 Πράξης Αναλογισμού και Αποζημιώσεως, όπως  αυτή διορθώθηκε με την υπ’ αριθμ. 16338/1.154/1993 απόφαση της Διευθύντριας του Πολεοδομικού Γραφείου Πειραιώς και της υπ’ αριθμ. 1/1991 Πράξης Αναλογισμού και Αποζημιώσεως ακινήτων, ως αυτή διορθώθηκε μερικώς με την υπ’ αριθμ. 1/1994 όμοια πράξη.  Επί της αίτησης αυτής εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, που απέρριψε την  αίτηση, ως απαράδεκτη, καθότι η σχετική αξίωση είχε υποπέσει σε εικοσαετή παραγραφή. Όμως η προσβαλλόμενη απόφαση, η οποία αφορούσε το ζήτημα του καθορισμού προσωρινής τιμής μονάδος ρυμοτομικής  απαλλοτρίωσης υπό την ισχύ του Κωδ. Αναγκαστικών  απαλλοτριώσεων (Α.Ν. 1731/1939), με βάση τα όσα εκτέθηκαν δεν υπόκειται σε ένδικα μέσα (είτε με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, είτε με τη διαδικασία των απαλλοτριώσεων που εισήχθη) και δεν μπορεί να εκτιμηθεί ως αίτηση οριστικού προσδιορισμού της αποζημίωσης, εφόσον δεν έχει ασκηθεί στο αρμόδιο Δικαστήριο. Κατόπιν αυτών η κρινόμενη έφεση, εφόσον στρέφεται κατά ανέκκλητης απόφασης, πρέπει να απορριφθεί αυτεπαγγέλτως, κατ’άρθρο 532 του ΚΠολΔ, ως απαράδεκτη. Σε βάρος των  εκκαλούντων, πρέπει να επιβληθούν, λόγω της ήττας τους, τα δικαστικά έξοδα του εφεσιβλήτου, του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, κατά παραδοχή σχετικού νόμιμου αιτήματός του (άρθρα 106, 176, 183, 191 §. 2 ΚΠολΔ).  Τέλος θα πρέπει να διαταχθεί  η εισαγωγή του παραβόλου της έφεσης  (με αρ. ……………) στο Δημόσιο Ταμείο, κατ’ άρθρο 495 παρ. 4 εδ. ε’ Κ.Πολ.Δ.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 16.6.2017 και  αρ. καταθ. ……./2017 έφεση κατά της με αρ. 1821/2016 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, διαδικασίας απαλλοτριώσεων.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος των εκκαλούντων τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου, τα οποία ορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή του παραβόλου της έφεσης που αναφέρθηκε στο σκεπτικό στο Δημόσιο Ταμείο.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους Δικηγόρων την 5.3.2020

        Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                     Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ