Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 230/2020

Αριθμός  230/2020

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Αικατερίνη Νομικού, Πρόεδρο Εφετών, Χρυσούλα Πλατιά, Εφέτη και Γεωργία Λάμπρου, Εφέτη-Εισηγήτρια,  και από τη Γραμματέα Κ.Δ..

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η υπό κρίση από 5-7-2016 (γεν. αριθμ.καταθ……/2016) έφεση της ηττηθείσας εναγομένης κατά της υπ΄αριθμ. 4338/ 2015 οριστικής απόφασης του  Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε κατ΄αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία, ασκήθηκε νομότυπα  και εμπρόθεσμα ( άρθρα 495 παρ.1και 2, 500,511,513 παρ.1 περ.β΄ εδ.α΄, 516 παρ.1,517εδ.α, 518 παρ.1 και 520 παρ.1 του ΚΠολΔ).

Επομένως, η έφεση πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή (άρθρο 532 του ΚΠολΔ) και να εξετασθεί περαιτέρω το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της κατά την ίδια ως άνω τακτική διαδικασία (533 παρ.1 ΚΠολΔ).

Με την από 21-7-2014 (αριθμ.καταθ…../2014) αγωγή της ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά όπως αυτή παραδεκτά συμπληρώθηκε και διορθώθηκε κατ΄άρθρο 224 ΚΠολΔ, η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα εξέθετε τα ακόλουθα : Ότι πάσχει από σχιζοσυναισθηματική και διπολική διαταραχή και ασάφεια, η οποία επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό την ψυχική της διάθεση καθώς και τις νοητικές της λειτουργίες, κυρίως δε την αντιληπτική της ικανότητα και κρίση με αποτέλεσμα εξαιτίας της πάθησής της αυτής να κριθεί ανάπηρη κατά ποσοστό 67%. Ότι τον Σεπτέμβριο του 2013 αντιμετώπιζε σοβαρό οικονομικό πρόβλημα λόγω ληξιπρόθεσμου χρέους ύψους χιλίων (1.000) ευρώ. Ότι χρειαζόταν χρήματα για την εξόφληση του χρέους αυτού που έπρεπε να τακτοποιήσει άμεσα και εν αγνοία του συζύγου της, ο οποίος της είχε απαγορεύσει τη δημιουργία χρεών, φοβούμενη ότι εάν μάθαινε το χρέος της θα δημιουργούνταν εντάσεις στην οικογένεια ικανές να επιφέρουν ακόμη και τη λύση του γάμου τους. Ότι στερείτο δικών της εσόδων ως μη εργαζόμενη. Ότι η φίλη της ……. της συνέστησε τον εναγόμενο με τον οποίο διατηρούσε φιλικές σχέσεις, για να την διευκολύνει με τη δανειοδότηση του ποσού αυτού. Ότι τον Οκτώβριο του 2013 έλαβε ως δάνειο από τον εναγόμενο το ποσό των 1.000ευρώ με τη συμφωνία να το επιστρέψει εντός ολίγων μηνών. Ότι ο εναγόμενος από κοινού με την φίλη της ……… εκμεταλλευόμενοι το πρόβλημα της υγείας της, την οικονομική ανάγκη στην οποία βρέθηκε και τον φόβο για τη δημιουργία εντάσεων μεταξύ αυτής και του συζύγου της, της παρέστησαν ψευδώς ότι ο εναγόμενος είναι έμπιστος και ότι μόνο προς εξασφάλισή του για την επιστροφή του δανείου θα έπρεπε να του παράσχει εξασφάλιση με ακίνητο της κυριότητάς της, εξασφάλιση η οποία μετά την επιστροφή του δανείου δεν θα είχε καμία ισχύ.

Στη συνέχεια η ενάγουσα εκθέτει ότι ευρισκόμενη σε κατάσταση ψυχικής και διανοητικής διαταραχής παρασυρόμενη από τις ψευδείς υποσχέσεις και προτροπές του εναγόμενου και της κοινής τους φίλης για την αναγκαιότητα της συναλλαγής αυτής, μετέβη στις 18-10-2013, συνοδευόμενη από άλλη φίλη της, στον συμβ/φο Νίκαιας, …….., όπου υπέγραψε το ήδη συνταχθέν υπ΄ αριθμ. ……/18-10-2013 προσύμφωνο αγοραπωλησίας του αναλυτικώς περιγραφόμενου στην αγωγή ακινήτου κυριότητάς της, αντί τιμήματος ογδόντα χιλιάδων (80.000) ευρώ, εκ των οποίων το ποσό των 70.000  ευρώ φερόταν ήδη καταβληθέν, ενώ το ποσό των 10.000 ευρώ για την αληθοφάνεια του ως άνω προσυμφώνου, ο εναγόμενος θα της το κατέβαλε παρουσία του συμβολαιογράφου και στη συνέχεια μετά την υπογραφή του προσυμφώνου, του το επέστρεψε. Ότι αυτή (ενάγουσα) ουδέποτε είχε τη βούληση να μεταβιβάσει το εν λόγω ακίνητο και ότι προέβη στην υπογραφή του προσυμφώνου πιστεύοντας τις διαβεβαιώσεις του εναγομένου και της κοινής τους φίλης περί προσωρινής εξασφάλισης του εναγομένου μέχρι την επιστροφή του ποσού του δανείου των 1.000ευρώ. Ότι μετά την επιστροφή του ως άνω δανείου εκ ποσού 1.000ευρώ τον Ιούνιο του 2013, θεωρούσε (η ενάγουσα) ότι δεν είχε καμία πλέον υποχρέωση έναντι του εναγομένου. Ότι ο εναγόμενος, παρά ταύτα, κάνοντας χρήση του προσυμφώνου, με την από 25-6-2014 εξώδικη πρόσκληση, της ζήτησε να συμπράξει στην οριστική μεταβίβαση του ακινήτου, αποσκοπώντας δολίως να της αποσπάσει το ακίνητο. Τέλος η ενάγουσα ισχυρίζεται ότι αρνήθηκε να συμπράξει δια της από 9-7-2014 εξώδικης δήλωσης με την οποία ανακάλεσε οποιαδήποτε εντολή και πληρεξουσιότητα είχε χορηγήσει με το προσύμφωνο.

Με βάση το ιστορικό αυτό η ενάγουσα ζήτησε να ακυρωθεί το εν λόγω προσύμφωνο ως προϊόν απάτης, επικουρικά να αναγνωριστεί η ακυρότητα αυτού ως καταπλεονεκτική δικαιοπραξία και αντικείμενη στα χρηστά ήθη και επικουρικότερα ζήτησε την αναγνώριση της ακυρότητας της διατυπούμενης από την ίδια στο προσύμφωνο δήλωσης βούλησης προς τον εναγόμενο, για το λόγο ότι κατά το χρόνο κατάρτισής του έπασχε από ψυχική – διανοητική διαταραχή η οποία περιόριζε τη λειτουργία της βούλησής της και τέλος ζήτησε να καταδικασθεί ο εναγόμενος στην εν γένει δικαστική της δαπάνη.

Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο η εκκαλουμένη απόφαση με την οποία αφού κρίθηκε ορισμένη και νόμιμη η αγωγή στηριζόμενη κατά την κύρια βάση της στις διατάξεις των άρθρων 147,154,155,156 και 157 του ΑΚ και ως προς τις επικουρικές στις διατάξεις των άρθρων 178,179,131, 180 ΑΚ καθώς και σ΄αυτές των άρθρων 63 παρ.1,68,70 και 176 του ΚΠολΔ, κατόπιν απορρίφθηκε η αγωγή ως ουσιαστικά αβάσιμη τόσο κατά την κύρια βάση της περί απάτης όσο και κατά τις επικουρικές και καταδικάστηκε η ενάγουσα στα δικαστικά έξοδα του εναγομένου τα οποία ορίστηκαν στο ποσό των τετρακοσίων (400) ευρώ.

Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται ήδη η ενάγουσα -εκκαλούσα με την υπό κρίση έφεσή της για τους λόγους που αναφέρονται σ` αυτήν, οι οποίοι ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και σε κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση, ώστε στη συνέχεια να γίνει δεκτή η αγωγή στο σύνολό της είτε κατά την κύρια βάση της είτε κατά τις επικουρικές.

Από τις  ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων των διαδίκων που εξετάστηκαν ενώπιον του ακροατηρίου του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, που περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης εκείνου του Δικαστηρίου, από τις υπ΄αριθμ. …/20-2-2015 και …./20-2-2014 ένορκες βεβαιώσεις μαρτύρων της ενάγουσας ενώπιον του Ειρηνοδίκη Αθηνών ληφθείσες νομοτύπως κατόπιν εμπρόθεσμης κλήτευσης του αντιδίκου της- εναγομένου (βλ. σχετ. υπ΄αριθμ. …/ 17-2-2015 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Αθηνών, ……….), την υπ΄αριθμ. …../19-2-2015 ένορκη βεβαίωση ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιά που επικαλείται και προσκομίζει ο εναγόμενος ληφθείσα νομοτύπως κατόπιν εμπρόθεσμης κλήτευσης της ενάγουσας (σχετ. υπ΄ αριθμ. …/16-2-2015έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών, ………), από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, που οι διάδικοι επικαλούνται και νόμιμα προσκομίζουν, τα οποία λαμβάνονται υπόψη είτε προς άμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (μεταξύ των οποίων και αυτών που περιλαμβάνονται στη σχηματισθείσα ποινική δικογραφία ενόψει της επίδικης διαφοράς), ορισμένα εκ των οποίων αναφέρονται ειδικότερα κατωτέρω,  χωρίς όμως να παραλείπεται κανένα για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς, από τις τυχόν ομολογίες των διαδίκων που συνάγονται από τα δικόγραφά τους (άρθρα 261, 352 του ΚΠολΔ), καθώς και από τα διδάγματα της κοινής πείρας που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (άρθρ.336 παρ.4 ΚΠολΔ  βλ. ΑΠ 48/2009 ΤΝΠ  ΝΟΜΟΣ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα : Με το υπ΄αριθμ. …../18-10-2013 προσύμφωνο αγοραπωλησίας οριζοντίου ιδιοκτησίας του Συμβ/φου Νίκαιας, ……….., η ενάγουσα προσυμφώνησε να μεταβιβάσει στον εναγόμενο το υπό στοιχ. (Κ1) κατάστημα κυριότητάς της του ισογείου ορόφου διώροφης οικοδομής, η οποία έχει υπαχθεί στις διατάξεις περί συστάσεως οριζοντίων ιδιοκτησιών με την υπ΄αριθμ……/13-12-1989 πράξη σύστασης οριζοντίων ιδιοκτησιών, που έχει νόμιμα μεταγραφεί, που βρίσκεται στο …. Αττικής στη συμβολή των οδών …… και …., εμβαδού 95,82 τμ, αντί συμφωνηθέντος τιμήματος 80.000 ευρώ, εκ των οποίων το ποσό των 70.000 ευρώ καταβλήθηκε προγενέστερα της εμφάνισης των διαδίκων ενώπιον του ανωτέρω συμβολαιογράφου, όπως αυτό δήλωσαν αμφότεροι ενώπιον του, ενώ το ποσό των 10.000 ευρώ καταβλήθηκε στην ενάγουσα από τον εναγόμενο σε μετρητά ενώπιον του ίδιου ως άνω συμβολαιογράφου. Επίσης δε,  σύμφωνα με το περιεχόμενο του εν λόγω προσυμφώνου η ενάγουσα παρέδωσε τη νομή του ακινήτου αυτού στον εναγόμενο, το οποίο ήταν μισθωμένο κατά το χρόνο σύναψης του προσυμφώνου και ανέλαβε την υποχρέωση να του μεταβιβάσει όλα τα δικαιώματά της επί του ακινήτου, καθώς και τις αγωγές για την προστασία της νομής και της απόδοσης μισθωμένου ακινήτου, ενώ συμφωνήθηκε το οριστικό συμβόλαιο να υπογραφεί μέσα σε προθεσμία ενός (1) έτους και σε κάθε περίπτωση μέχρι 18-10-2014 και σε περίπτωση άρνησης της ενάγουσας – πωλήτριας ως προς την υπογραφή του οριστικού συμβολαίου συμφωνήθηκε το δικαίωμα του εναγομένου- αγοραστή να προβεί στην κατάρτιση και υπογραφή του συμβολαίου μονομερώς και με αυτοσύμβαση κατ΄άρθρο 235 ΑΚ.

Στη συνέχεια, ο εναγόμενος με την από 25-6-2014 εξώδικη κλήση- πρόσκληση που επιδόθηκε στην ενάγουσα στις 26-6-2014, προσκάλεσε αυτήν για την υπογραφή του οριστικού συμβολαίου, γνωστοποιώντας συνάμα ότι σε περίπτωση άρνησής της θα έκανε χρήση του όρου του προσυμφώνου περί μονομερούς και με αυτοσύμβαση υπογραφής. Λόγω δε της μη εμφάνισης της ενάγουσας, συντάχθηκε από τον ίδιο ως άνω συμβολαιογράφο η υπ΄αριθμ. …../8-7-2014 πράξη εμφάνισης και αναμονής, ενώ ακολούθως η ενάγουσα στις 17-7-2014 κοινοποίησε στον εναγόμενο την από 9-7-2014 εξώδικη απάντηση- διαμαρτυρία, με την οποία δήλωσε ότι ουδέποτε συμφώνησε να μεταβιβάσει το εν λόγω ακίνητο, ότι δεν εισέπραξε το ποσό των 80.000 ευρώ και ότι το προσύμφωνο αποτελεί προϊόν απάτης για τους ίδιους λόγους που αναφέρει και στην αγωγή, γνωστοποιώντας επίσης το ψυχικό νόσημα από το οποίο πάσχει, ενώ λίγες ημέρες αργότερα και δη στις 28-7-2014 μεταβίβασε με τη σύμπραξη του συζύγου της το προαναφερόμενο ακίνητο λόγω γονικής παροχής, στην ανήλικη θυγατέρα τους ……. δυνάμει του υπ΄αριθμ. …./28-7-2014 συμβολαίου της συμβ/φου Αθηνών ……………

Περαιτέρω, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά στοιχεία αποδείχθηκε ότι η ενάγουσα παρακολουθείται από το έτος 2006 ως πάσχουσα από σχιζοσυναισθηματική διαταραχή και βρίσκεται υπό συνεχή φαρμακευτική αγωγή και τακτή ψυχιατρική παρακολούθηση (βλ. σχετ. την από 19-2-2015 ιατρική γνωμάτευση της ψυχιάτρου ………., συμβεβλημένης ιατρού ΕΟΠΠΥ, καθώς και το προσκομισθέν αντίγραφο του βιβλιαρίου υγείας της ενάγουσας με συνταγογραφημένα σχετικά φάρμακα). Επίσης από το 12-11-2013 πιστοποιητικό του ΙΚΑ (Διοίκηση Αναπηρίας και Ιατρικής Εργασίας) προκύπτει ότι συνεπεία της ανωτέρω ψυχιατρικής πάθησης έχει κριθεί ανάπηρη σε ποσοστό 67% από 17-7-2013 μέχρι 31-7-2018. Όπως αποδείχθηκε, η ενάγουσα διατηρούσε φιλικές σχέσεις με την εξετασθείσα στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου  μάρτυρα του εναγομένου ……… η οποία ήταν έγγαμη με τον ………., με τους οποίους είχε κοινωνικές συναναστροφές και ο σύζυγος της ενάγουσας και εξετασθείς στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου μάρτυρας της ……..

Στα πλαίσια αυτών των κοινωνικών συναναστροφών, η ενάγουσα στις αρχές του 2013 γνώρισε τον εναγόμενο, οικογενειακό φίλο της ……. και του αδελφού της ………., ο οποίος διέμενε στην οικία της αδελφής του στη Νίκαια Αττικής και τους οποίους επισκεπτόταν συχνά η ενάγουσα η οποία κατοικούσε στο …. Αττικής. Το διάστημα αυτό η ενάγουσα η οποία ήδη από το παρελθόν επιδιδόταν σε αλόγιστα έξοδα για επισκέψεις σε μάντεις και χαρτομάντεις, μαζί πολλές φορές με την φίλη της . …. (όπως και η τελευταία κατέθεσε), για ψώνια, για εκδρομές κλπ., και επειδή ο σύζυγός της λόγω οικονομικών προβλημάτων της είχε απαγορεύσει να δημιουργεί νέα, είχε την ανάγκη να χρημάτων για κάλυψη των εξόδων της τα οποία βέβαια αδυνατούσε να αναζητήσει από τον σύζυγό της. Για το λόγο αυτό στράφηκε στο φιλικό της περίγυρο που όμως δεν είχε τη δυνατότητα να την εξυπηρετήσει οικονομικά με την παροχή δανείου. Η φίλη της δε και μάρτυρας ……… στην οποία επίσης στράφηκε, την προέτρεψε να απευθυνθεί στον εναγόμενο για τον οποίο γνώριζε ότι είχε την οικονομική δυνατότητα να την εξυπηρετήσει όπως και πράγματι αυτός δέχθηκε να της χορηγήσει δάνειο. Όπως δε αποδείχθηκε, ο εναγόμενος καθόλη τη διάρκεια της γνωριμίας του με την ενάγουσα το έτος 2013 τη δάνειζε τμηματικά με διάφορα χρηματικά ποσά, που ανήλθαν συνολικά στο ποσό των εξήντα χιλιάδων (60.000,00) ευρώ περίπου και όχι μόνο στο επικαλούμενο με την αγωγή ποσό των χιλίων (1.000,00) ευρώ, για το οποίο η ενάγουσα δεν αναφέρει στην αγωγή της πώς δημιουργήθηκε και πότε, έτσι ώστε να διακριβωθεί και από το Δικαστήριο η επιτακτική ανάγκη για την εξόφλησή του, παρά ο μάρτυρας αυτής και σύζυγός της κατέθεσε ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου ότι το εν λόγω ποσό δαπανήθηκε για την αγορά καλλυντικών και ειδών προικός (κουρτίνες κλπ ) σε καταστήματα όμορα της κατοικίας τους, χωρίς όμως να έχει διαπιστώσει ο ίδιος την αλήθεια ή μη των συγκεκριμένων αγορών, αρκούμενος στις διαβεβαιώσεις της συζύγου του.

Στη συνέχεια αποδείχθηκε ότι ο εναγόμενος προέβη στον συνεχή κατά τα παραπάνω δανεισμό, έχοντας την οικονομική δυνατότητα προς τούτο, η οποία δικαιολογείται από την συμμετοχή του σε κατάστημα υγειονομικού ενδιαφέροντος (καφε μπαρ) στην πλατεία ….. στον … Αττικής με την επωνυμία ….., ενισχύεται δε από την κίνηση του τηρουμένου από τον ίδιο λογαριασμού στην Τράπεζα Πειραιώς, οι περισσότερες συναλλαγές του οποίου αφορούν σε μη βιοτικές του ανάγκες και δη σε στοίχημα μέσω διαδικτύου. Επιπλέον δε, είχε τη συνεχή διαβεβαίωση από την ίδια την ενάγουσα αλλά και από την κοινή τους οικογενειακή φίλη ………. ότι δεν θα απολέσει τα χρήματά του λόγω του ότι η ενάγουσα έχει την ανάλογη οικονομική επιφάνεια από τα οικογενειακά εισοδήματα από την εργασία του συζύγου της καθώς και της ακίνητης περιουσίας που η ίδια διαθέτει. Τελικά η ενάγουσα δεν επέστρεψε τα χρήματα που της είχε δανείσει ο εναγόμενος και για το λόγο αυτό συμφώνησε με τον ίδιο να του μεταβιβάσει ένα ακίνητο (κατάστημα) ιδιοκτησίας της. Μετά από την συμφωνία αυτή ο εναγόμενος προέβη σε έλεγχο τίτλου του ως άνω ακινήτου, μετά την παράδοση σ΄αυτόν των τίτλων ιδιοκτησίας από την ενάγουσα και στη συνέχεια σε εκτίμηση της αξίας του, οπότε οι διάδικοι συμφώνησαν στην πώληση αυτού αντί του ποσού των 80.000,00 ευρώ. Παράλληλα ο εναγόμενος κατέβαλε στην ενάγουσα επιπλέον το ποσό των 10.000,00 ευρώ, ενώ το υπόλοιπο μέχρι τη συμπλήρωση του τιμήματος (80.000 ευρω), δηλαδή ποσό 10.000,00 ευρώ κατέβαλε στην ενάγουσα παρουσία του συμβολαιογράφου κατά τη σύναψη του προσυμφώνου, όπως και η ίδια (ενάγουσα) εκθέτει στην αγωγή, αλλά και βεβαιώνεται στο ένδικο προσύμφωνο. Καθόλο το διάστημα από τη γνωριμία των διαδίκων μέχρι τον Ιούνιο 2014 κατά το οποίο η ενάγουσα είχε κοινωνικές συναναστροφές με τον εναγόμενο, πολλές εκ των οποίων γίνονταν χωρίς την παρουσία της κοινής γνωστής και των δύο, ….. ., δεδομένου ότι τον επισκεπτόταν μόνη της στο ως άνω κατάστημα, ο σύζυγός της είχε παντελή άγνοια για τις συναντήσεις αυτών, τη διαρκή δανειοδότηση, τα υπερβολικά έξοδα της συζύγου του αλλά και για τη συμφωνία μεταβίβασης του συγκεκριμένου ακινήτου. Για το λόγο αυτό άλλωστε μετέβη η ίδια (ενάγουσα) στο συμβολαιογράφο για τη σύναψη του προσυμφώνου με μια φίλη της η οποία δεν κατονομάζεται και με την οποία προφανώς θα είχε συζητήσει το λόγο μετάβασής τους εκεί, αφού αδυνατούσε να τη συνοδεύσει τότε η ………… Από την εν γένει δε συμπεριφορά της ενάγουσας προκύπτει ότι είναι ένα άτομο που έχει αναλάβει αποκλειστικά τα του οίκου της και του τέκνου της, ηλικίας 18 ετών, με απόλυτη ελευθερία κινήσεων ως προς την κοινωνική της ζωή, χωρίς ιδιαίτερο έλεγχο από τον σύζυγό της (συχνές μεταβάσεις στη Νίκαια εβδομαδιαίως με δικό της ΙΧΕ, εκδρομές με γνωστούς χωρίς τον σύζυγό της, έξοδοι σε καφέ, ψώνια κλπ), συμπεριφορά που δεν παραπέμπει σε άτομο ασθενικής θελήσεως και αρκετά ευάλωτο και υποβόλιμο ώστε να επηρεάζεται εύκολα από τρίτους. Εάν δε, συνέβαινε αυτό, οι οικείοι της, εκ των οποίων η μητέρα της και αδερφή της διαμένουν στην ίδια οικοδομή, θα είχαν φροντίσει να «περιορίσουν» την κίνησή της και τις συναναστροφές με καινούρια πρόσωπα, προς αποφυγή εκμετάλλευσής της ή να προστατέψουν αυτήν δια της θέσης της σε δικαστική συμπαράσταση πλήρη ή μερική, πλην όμως δεν το έκαναν, μέχρι και 20-2-2015, οπότε ο σύζυγός της αιτήθηκε με την υπ΄αριθμ.καταθ. …/…../2014 αίτησή του ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά τη θέση αυτής σε μερική δικαστική συμπαράσταση, ενέργεια που κρίνεται προσχηματική ενόψει της επίδικης διαφοράς. Μάλιστα, καθόλο το χρόνο που η ενάγουσα φέρεται μειωμένης αντιληπτικής και διανοητικής ικανότητας λόγω της προαναφερόμενης πάθησης, επιδιώκει αυτοβούλως τη δίωξη του Δημάρχου …….. για τη σωματική βλάβη που υπέστη από την πτώση της σε εκκλησία του Δήμου αυτού το έτος 2014, την ακύρωση του ένδικου προσυμφώνου αναθέτοντας σε δικηγόρο την άσκηση της κρινόμενης αγωγής, την αποστολή εξωδίκων, όπως επίσης και την ποινική δίωξη του εναγομένου υπογράφοντας η ίδια τα σχετικά έγγραφα. Εξάλλου, ούτε από τα προαναφερόμενα ιατρικά έγγραφα προκύπτει ποια είναι η επίδραση της ψυχιατρικής πάθησης στην συμπεριφορά της ενάγουσας και δη εάν συνεπεία αυτής επηρεάζεται σε σημαντικό βαθμό η ψυχική της διάθεση, καθώς και οι νοητικές λειτουργίες της, ιδίως δε η αντιληπτική ικανότητα και κρίση της και μάλιστα κατά το χρόνο της σύνταξης του προσυμφώνου, όπως επικαλείται στην αγωγή της. Τούτο δε, δεν είναι ευχερές να διαπιστωθεί ούτε από τη λήψη και μόνο των ανωτέρω φαρμάκων, ούτε από την κατάθεση του συζύγου της ενάγουσας και τις προσκομιζόμενες από αυτήν ένορκες βεβαιώσεις.

Περαιτέρω, όπως προκύπτει από το περιεχόμενο του ένδικου προσυμφώνου κατά την υπογραφή του, παρουσία του συμπράξαντος συμβολαιογράφου, η ενάγουσα έλαβε το ποσό των 10.000 ευρώ, ως μέρος τιμήματος, ενώ το υπόλοιπο του τιμήματος (70.000 ευρώ) αμφότεροι οι διάδικοι δήλωσαν πως έχει ήδη καταβληθεί. Επίσης, από το περιεχόμενο του προσυμφώνου σε συνδυασμό με τις υποχρεώσεις των συμβολαιογράφων σύμφωνα με τα άρθρα 5 παρ.1 και 2 και 11 παρ.4 του Κώδικα Συμβολαιογράφων που προβλέπουν ότι « 1. Ο συμβολαιογράφος οφείλει να απέχει από σύνταξη πράξης που αντίκειται στο νόμο ή στα χρηστά ήθη. 2. Ο συμβολαιογράφος ασκεί τα καθήκοντά του ευσυνείδητα και αμερόληπτα. Κατά τη σύνταξη συμβολαιογραφικών πράξεων οφείλει να εξηγεί στους δικαιοπρακτούντες τις υποχρεώσεις που αναλαμβάνουν και τα δικαιώματα που έχουν από τις πράξεις που καταρτίζονται και να διαπιστώνει ότι γνωρίζουν τα αποτελέσματα των πράξεων αυτών» και «4. Πριν από την υπογραφή του το έγγραφο διαβάζεται στα πρόσωπα που εμφανίζονται και συμπράττουν και υπογράφεται από αυτά και το συμβολαιογράφο. Αναφορά γι΄αυτό γίνεται στο τέλος. Οι υπογραφές των αναφερόμενων προσώπων και του συμβολαιογράφου τίθενται σε κάθε φύλλο, κάτω από τις παραπομπές, καθώς και στο τέλος του εγγράφου. Σε περίπτωση κατά την οποία ένας από τους εμφανισθέντες δηλώσει ότι αδυνατεί να υπογράψει, γίνεται σχετική αναφορά στο τέλος του συμβολαίου», στις οποίες ο συγκεκριμένος συμβολαιογράφος ανταποκρίθηκε, χωρίς να αναφέρεται οποιαδήποτε μομφή σε βάρος του, συνάγεται ότι η ενάγουσα γνώριζε αφενός το περιεχόμενο αυτού και αφετέρου τα αποτελέσματα της σύμπραξής της, όπως αυτά εξηγήθηκαν από τον συμπράττοντα συμβολαιογράφο. Εξάλλου, από τη μνεία στο προσύμφωνο περί μεταβίβασης στον εναγόμενο των δικαιωμάτων από αγωγές μίσθωσης, πέραν των εμπραγμάτων αγωγών, συνάγεται επίσης ότι έγινε μνεία, παρουσία του συμβολαιογράφου, της υφιστάμενης μίσθωσης του ακινήτου σε τρίτο πρόσωπο, διαφορετικά δεν θα υπήρχε λόγος να συμπεριληφθεί η παράγραφος αυτή εκτός του ότι εάν η ενάγουσα βρισκόταν εμφανώς σε κατάσταση σύγχυσης ο συμβολαιογράφος δεν θα συνέπραττε στη σύνταξη του προσυμφώνου. Τέλος, από κανένα πειστικό αποδεικτικό στοιχείο δεν αποδείχθηκε η επικαλούμενη επιστροφή στον εναγόμενο του ποσού των 10.000 ευρώ που έλαβε η ενάγουσα ως μέρος του τιμήματος για την πώληση, μετά την υπογραφή του προσυμφώνου, ούτε επίσης αποδείχθηκε η επιστροφή του επικαλούμενου με την αγωγή δανείου ποσού 1.000 ευρώ.

Ενόψει όλων των ανωτέρω προέκυψαν τα εξής: α) το δάνειο που έλαβε η ενάγουσα δεν αντιστοιχεί στο αναφερόμενο στην αγωγή ποσό των 1.000 ευρώ, αλλά σε αυτό των 60.000 ευρώ, β) για τη σύναψη του προσυμφώνου ο εναγόμενος δεν παραπλάνησε με οποιονδήποτε τρόπο την ενάγουσα ως προς τη σημασία αυτού ή τα αποτελέσματά του, γ) η ενάγουσα γνώριζε τι έπραττε και τις συνέπειες της πράξης της, η οποία εξέφραζε την κατόπιν λογικών διεργασιών και υπολογισμών σχηματισθείσα ελευθέρως βούλησή της, ευελπιστώντας προφανώς ότι δεν θα δημιουργηθεί πρόβλημα στην οικογένειά της από την εν λόγω μεταβίβαση, δ) η ψυχική πάθησή της δεν επηρέαζε σημαντικά την ομαλή λειτουργία της βούλησής της και τις διανοητικές της λειτουργίες ώστε να αποκλείεται ο ελεύθερος προσδιορισμός της βούλησής της με λογικούς υπολογισμούς. Το Δικαστήριο δεν μπορεί να καταλήξει σε αντίθετη κρίση με βάση την κατάθεση του συζύγου και ουσιαστικά βασικού μάρτυρα της ενάγουσας, ο οποίος δεν έχει ιδία αντίληψη για όσα συνέβησαν, παρά αρκέστηκε στα όσα τον διαβεβαίωσε η σύζυγός του, χωρίς ο ίδιος ουδέποτε να διερευνήσει την αλήθεια ή μη των συμβάντων απευθυνόμενος έστω στην οικογενειακή τους φίλη και μάρτυρα ………… ή ακόμη και στον εναγόμενο, ο οποίος επιδίωξε να έλθει σε επικοινωνία μαζί του ενόψει της ένδικης διαφοράς, εκτιμώντας ότι η σύζυγός του τελούσε σε σύγχυση όταν συμφώνησε με τον εναγόμενο να του μεταβιβάσει το εν λόγω ακίνητο και σε διαύγεια όταν συζήτησαν μεταξύ τους για όσα είχαν συμβεί μέχρι τότε, η κατάθεση εξάλλου του οποίου ελέγχεται ως προς την αξιοπιστία της, λόγω του ότι αυτός προσδοκά όφελος από την έκβαση της δίκης, ούτε με βάση την επιθυμία της ενάγουσας και του συζύγου της, που όψιμα προβλήθηκε με τις προτάσεις στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο, να περιέλθει το ακίνητο αυτό στην θυγατέρα τους προς εξασφάλιση, δεδομένης και της ύπαρξης επαρκούς ακίνητης περιουσίας, όπως η ίδια η ενάγουσα εκθέτει στην αγωγή της.

Αναφορικά δε με την αξία του αναφερομένου στο προσύμφωνο ακινήτου, η ενάγουσα ισχυρίζεται  ότι η εμπορική αξία αυτού ανέρχεται τουλάχιστον στο ποσό των 130.000 ευρώ, ισχυρισμός που δεν αποδείχθηκε ως προς τη βασιμότητά του ελλείψει αποδεικτικών προς τούτο στοιχείων, χωρίς η κρίση αυτή να αναιρείται από την αναγραφή του ποσού των 180.499,58 ευρώ ως αντικειμενική αξία αυτού στο ως άνω υπ΄αριθμ. ……./28-7-2014 συμβόλαιο γονικής παροχής, δεδομένου ότι αφενός μεν μεταξύ των δύο συμβολαιογραφικών πράξεων έχει μεσολαβήσει χρονικό διάστημα ενός έτους, κατά το οποίο δεν κατέστη εφικτό να διακριβωθεί η μεταβολή ή μη των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων και αφετέρου διότι πλέον η εμπορική αξία των ακινήτων υπολείπεται της αντικειμενικής εξαιτίας της εν γένει οικονομικής κρίσης και της συνεπεία αυτής έλλειψης αγοραστικού ενδιαφέροντος. Σχετικά δε με την αξία αντίστοιχων, λόγω παλαιότητας, εμβαδού και λοιπών χαρακτηριστικών, ακινήτων, ο εναγόμενος προσκόμισε αγγελίες με αναγραφόμενη αξία αυτή των 80.000 ευρώ, αντίθετα η ενάγουσα κανένα αποδεικτικό στοιχείο του ισχυρισμού της προσκόμισε.

Ενόψει όλων των ανωτέρω αποδείχθηκε ότι η σύναψη του προσυμφώνου δεν αποτελεί προϊόν απάτης, ότι η σχετική δικαιοπραξία δεν αντίκειται στα χρηστά ήθη ούτε είναι καταπλεονεκτική, ότι το συμφωνηθέν τίμημα των 80.000 ευρώ δεν είναι δυσανάλογο σε σχέση με την παροχή για την οποία συμφωνήθηκε (πώληση ακινήτου) και τέλος ότι η βούληση της ενάγουσας που διατυπώθηκε με το ως άνω προσύμφωνο δεν περιορίστηκε αποφασιστικά από την ψυχική της πάθηση.

Κατόπιν των ανωτέρω η ένδικη αγωγή τόσο ως προς την κύρια βάση της περί απάτης, όσο και ως προς τις επικουρικές πρέπει ν΄απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη.

Κατά συνέπεια, η εκκαλουμένη, η οποία ως προς την αγωγή δέχθηκε τα ίδια ως ανωτέρω, δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση των αποδείξεων και οι περι του αντιθέτου ισχυρισμοί της ενάγουσας που αποτελούν σχετικούς λόγους έφεσης πρέπει ν΄απορριφθούν ως αβάσιμοι.

Κατ΄ακολουθίαν των ανωτέρω η κρινόμενη έφεση πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη κατ΄ουσίαν και να επιβληθούν σε βάρος της εκκαλούσας τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας (άρθρα 176, 183 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.

Τέλος, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου άσκησης έφεσης, που η εκκαλούσα κατέθεσε κατ΄άρθρο 495 παρ.3 του ΚΠολΔ όπως ισχύει.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει κατ΄αντιμωλίαν των διαδίκων

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ΄ουσίαν την έφεση κατά της υπ αριθμ. 4338/2015 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (τακτική διαδικασία).

Επιβάλλει σε βάρος της εκκαλούσας τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ. ΚΑΙ

Διατάσσει την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο των υπ΄αριθμ. ………./2016 παραβόλων άσκησης έφεσης που κατέθεσε η εκκαλούσα, ποσού διακοσίων (200) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά την 10η Φεβρουαρίου 2020 και δημοσιεύθηκε στις 16 Μαρτίου 2020 σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξούσιους αυτών δικηγόρους.

    Η   ΠΡΟΕΔΡΟΣ                           Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ