ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Αριθμός Απόφασης 234/2020
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
Αποτελούμενο από το Δικαστή Ελευθέριο Γεωργίλη, Εφέτη, ο οποίος ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιά και από τη Γραμματέα Ε.Τ..
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Με την υπό κρίση έφεση προσβάλλεται η απόφαση 4407/2017 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά. Το δικαστήριο αυτό, έκρινε ως νόμιμη (άρθρα 361, 806 έως 809 του Α.Κ.) και δέχθηκε ως και κατ’ ουσία βάσιμη την από 18.9.2012 αγωγή του ενάγοντος, με την οποία, επικαλούμενος τη μεταβίβαση της κυριότητας του χρηματικού ποσού των 30.000 ευρώ, προς τον εναγόμενο, στις 26.5.2010, με τη συμφωνία να του αποδώσει (ο εναγόμενος) το ίδιο ποσό εντός έτους, ζήτησε να υποχρεωθεί ο τελευταίος να του καταβάλει το ως άνω ποσό, με το νόμιμο τόκο. Η έφεση ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495 §§1, 2, 511, 513 §1β, 516 §1, 517 και 518 §2 του Κ.Πολ.Δ., όπως η §2 του άρθρου 518 ισχύει μετά την τροποποίησή της με το ν. 4335/2015) και επομένως, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά την ίδια ως άνω διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 §1 του Κ.Πολ.Δ.), δεδομένου ότι έχει κατατεθεί το σχετικό παράβολο, κατ’ άρθρο 495 §3Α. περ. β´ του ίδιου Κώδικα.
ΙΙ. Με τον έβδομο λόγο της έφεσης ο εναγόμενος – εκκαλών, επαναφέρει τον ισχυρισμό, που προβλήθηκε και πρωτόδικα, περί αοριστίας της αγωγής, ισχυριζόμενος ότι εσφαλμένα κρίθηκε ορισμένη, αφού δεν αναγραφόταν εάν το αιτούμενο ποσό του δανείου καταβλήθηκε σε μετρητά ή με τραπεζική επιταγή ή με κατάθεση σε τραπεζικό λογαριασμό, με αποτέλεσμα να μην δύναται να ανταποδείξει την προέλευση του, το πραγματικό πρόσωπο με το οποίο συναλλάχθηκε και την αιτία της καταβολής του. Ωστόσο, το δικόγραφο της αγωγής, όπως εκτίθεται στην προηγούμενη σκέψη, περιείχε όλα τα αναγκαία στοιχεία που απαιτούνται από το νόμο (άρθρα 806 και 807 Α.Κ.) και συγκεκριμένα, εφόσον επιδιώκεται η απόδοση δανείου, που έχει ως αντικείμενο χρήματα, την αναφορά ότι μεταβιβάστηκε από το δανειστή προς τον οφειλέτη κατά κυριότητα ορισμένο χρηματικό ποσό, λόγω δανείου, ενώ άλλα στοιχεία που αναφέρονται σε περιστάσεις που συνοδεύουν την κατάρτιση της σύμβασης αυτού (δανείου) όπως ο χρόνος παράδοσης, το ποσό και άλλα στοιχεία τραπεζικών επιταγών που τυχόν παραδόθηκαν στο δανειστή (Α.Π. 1182/2019 Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ” και Α.Π. 889/2010 Νο.Β. 2011, σελ. 718), δεν αποτελούν αναγκαία στοιχεία αυτής. Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που με την εκκαλούμενη απόφασή του, έκρινε ορισμένη την αγωγή και απέρριψε τον ισχυρισμό αυτό του εναγομένου, ορθά εφάρμοσε το νόμο και πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος ο σχετικός λόγος της έφεσης.
ΙΙΙ. Με τον πρώτο λόγο της έφεσης, ο εναγόμενος ισχυρίζεται ότι εσφαλμένα το πρωτοβάθμιο δικαστήριο απέρριψε το αίτημά του περί επίδειξης εγγράφων, που υποβλήθηκε προφορικά στο ακροατήριο και με τις προτάσεις του (άρθρα 450 και 451 του Κ.Πολ.Δ.) και ειδικότερα, της τραπεζικής επιταγής με ημερομηνία 26.5.2010, δυνάμει της οποίας του καταβλήθηκε το αιτούμενο από τον ενάγοντα ποσό και του λογαριασμού από τον οποίο σύρθηκε η επιταγή, ώστε ν’ αποδειχθεί εάν το αναγραφόμενο σ’ αυτήν ποσό δόθηκε από λογαριασμό του τελευταίου ή της πρώην συζύγου του (εναγομένου), στο πλαίσιο οφειλών της τελευταίας, που υπήρχαν κατά το χρονικό διάστημα του γάμου τους. Το αίτημα αυτό, πρέπει ν’ απορριφθεί προεχόντως ως αόριστο, αφού δεν αναφερόταν ότι ο ενάγων είχε στην κατοχή του τα έγγραφα αυτά, κατά το χρόνο υποβολής του (Α.Π. 348/2019, Α.Π. 464/2019 και Α.Π. 1016/2019 όλες στην Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ”), ανεξαρτήτως της αβασιμότητάς του, διότι η μεν επιταγή βρίσκεται στην Τράπεζα, όπου κατατέθηκε προς πληρωμή, ο δε λογαριασμός αναγράφεται στο αποδεικτικό κατάθεσης της Τράπεζας, όπου διατηρούσε το λογαριασμό του ο εναγόμενος. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που απέρριψε σιωπηρά το ανωτέρω αίτημα, αιτιολογία η οποία αντικαθίσταται μ’ αυτήν της παρούσας (άρθρο 534 του Κ.Πολ.Δ.), ορθά εφάρμοσε το νόμο και πρέπει ν’ απορριφθεί ο λόγος αυτός της έφεσης, ως αβάσιμος.
ΙV. Ως προς τους λοιπούς λόγους της έφεσης, από την επανεκτίμηση των ένορκων καταθέσεων των μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξης, που εξετάστηκαν, με επιμέλεια των διαδίκων, στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασής του, των ένορκων βεβαιώσεων, …/3.4.2017 και …../4.4.2017, οι οποίες δόθηκαν ύστερα από νόμιμη κλήτευση (άρθρα 591 §1, 421 και 422 του Κ.Πολ.Δ.), του εναγομένου, σύμφωνα με την έκθεση επίδοσης …/29.3.2017 του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών, …… (οι λοιπές ένορκες βεβαιώσεις που προσκομίζονται από τον εφεσίβλητο, εφόσον λήφθηκαν νόμιμα, στα πλαίσια άλλων δικών, λαμβάνονται υπόψη ως δικαστικά τεκμήρια (Α.Π. 593/2019 και Α.Π. 736/2016 αμφότερες στην Τ.Ν.Π. «Νόμος»), καθώς και απ’ όλα τα έγγραφα που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν νόμιμα, είτε προς άμεση είτε προς έμμεση απόδειξη (σημειωτέον ότι η τυχόν αναφορά πιο κάτω ορισμένων από τα έγγραφα αυτά είναι απλώς ενδεικτική, αφού δεν παραλείφθηκε κάποιο για την ουσιαστική διάγνωση της ένδικης διαφοράς – Α.Π. 1001/2012 Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ” και Α.Π. 1628/2003 Ελλ.Δ/νη 2004, σελ. 724), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Ο εφεσίβλητος – εναγόμενος ήταν πεθερός του εκκαλούντος – ενάγοντος, αφού ο τελευταίος, το Σεπτέμβριο του 2006, είχε νυμφευθεί την κόρη του πρώτου, γάμος ο οποίος λύθηκε με την απόφαση 6796/2015 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, που έχει καταστεί αμετάκλητη. Ο εκκαλών, όπως και η πρώην σύζυγός του, ήταν ιατροί, ο μεν πρώτος γυναικολόγος η δε δεύτερη δερματολόγος – αφροδισιολόγος. Η τελευταία, μετά τη χορήγηση σχετικής άδειας, το 2007, άρχισε να λειτουργεί ιδιωτικό ιατρείο, στην Αθήνα (οδός ……….), ενώ παράλληλα εργαζόταν και σε Νοσοκομεία της Αγγλιας, από την οποία επέστρεφε συχνά, τόσο λόγω της έγγαμης συμβίωσής της με τον εκκαλούντα, όσο και για τη λειτουργία του ιατρείου της, στην Αθήνα. Από την άλλη μεριά, ο τελευταίος, μετά την ολοκλήρωση της ειδικότητάς του, στο νοσοκομείο “…..”, έκανε έναρξη επαγγέλματος, τον Ιούνιο του 2008. Προς τούτο είχε μισθώσει, ως ιατρείο, το ευρισκόμενο στην Αίγινα (τόπο καταγωγής του) μίσθιο επί της οδού ………, χωρίς, ωστόσο, ν’ αποδειχθεί ότι ασκούσε και πραγματική δραστηριότητα, αφού δεν προσκομίστηκε κάποια απόδειξη ασθενούς, ούτε το τηρούμενο βιβλίο εσόδων του, ούτε άλλωστε, είχε προμηθευτεί και σχετικά ιατρικά μηχανήματα για να μπορέσει να το λειτουργήσει. Στη συνέχεια, το Σεπτέμβριο του ίδιου έτους, ο εκκαλών, προκειμένου να εξειδικευτεί στην εξωσωματική γονιμοποίηση, μετέβη στην Αγγλία, όπου και διέμεινε με την τότε σύζυγό του, στην οικία της τελευταίας, η οποία, όπως προαναφέρθηκε, εργαζόταν ήδη εκεί. Στην Αγγλία παρέμεινε έως και το Σεπτέμβριο του 2009, λόγω δε, της απουσίας του αυτής, διέκοψε τη δραστηριότητα του στην Ελλάδα, από την 1.12.2008 έως την 1.12.2009, όπως προκύπτει από το σχετικό έγγραφο της Α.Α.Δ.Ε., που ο ίδιος προσκομίζει. Μετά την επιστροφή του από το Λονδίνο, προκειμένου να μπορεί να λειτουργήσει το ιατρείο του στην Αίγινα, άρχισε να αγοράζει τα απαραίτητα ιατρικά εργαλεία. Αρχικά, στα τέλη Νοεμβρίου του 2011, αγόρασε μία ιατρική γυναικολογική καρέκλα, για την απόκτηση της οποίας ζητούσε τη συνδρομή του εφεσίβλητου, για την έκδοση επιταγής. Εκτός αυτής ο εκκαλών παρέλαβε και άλλα ιατρικά εργαλεία, με ημερομηνία κτήσης 29.12.2009, όπως προκύπτει από το μητρώο παγίων του (χρήσης 2011), αλλά και το από ίδια ημερομηνία τιμολόγιο της εταιρείας εμπορίας ιατρικών μηχανημάτων “…………”, συνολικού ποσού 47.600 ευρώ. Από το τίμημα πιστώθηκε αυτό των 38.080 ευρώ για 120 ημέρες. Ωστόσο, η οικονομική κατάσταση του εκκαλούντος το χρονικό εκείνο διάστημα ήταν δύσκολη, όπως προκύπτει όχι μόνο από την ανωτέρω διευκόλυνση που ζήτησε από τον εφεσίβλητο αλλά και από τα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου που έστελνε στην τότε σύζυγό του. Χαρακτηριστικά ανέφερε στις 2.12.2009 “Βάζω τη δικιά μου (κάρτα) τότε καρδούλα αλλά δεν έχω πολλά περιθώρια να την πληρώσω στο τέλος του μήνα. Θα πρέπει να με βοηθήσεις τότε. Είμαι λίγο πιεσμένος μέχρι να τελειώσει η Αίγινα, τα λεφτά στην τράπεζα σχεδόν τελείωσαν, έχω δόσεις από τα έπιπλα, ενοίκια και κάποια πράγματα που πρέπει να αγοράσω ακόμα για το ιατρείο” και στις 17.12.2009 “… δεν μπορώ άλλο να νιώθω άχρηστος επειδή εσύ βγάζεις λεφτά. Χαίρομαι για σένα, αλλά, επειδή εγώ αυτή τη στιγμή βγάζω λίγα, δε σημαίνει ότι είμαι χειρότερος…”. Επιπλέον, στις 10.12.2009, σε μήνυμα προς την τότε σύζυγό του ο εκκαλών της ανακοίνωσε ότι έβγαλε επιταγές και θα πίεζε την εταιρεία να ανοίξει (το ιατρείο) μέσα στην εβδομάδα. Όταν παρήλθε, όμως, το χρονικό διάστημα των τεσσάρων μηνών, για το οποίο είχε πιστωθεί το τίμημα των ιατρικών εργαλείων, που ο εκκαλών είχε αγοράσει στις 29.12.2009 και επειδή δεν μπορούσε να το καταβάλει, ζήτησε τη βοήθεια του εφεσίβλητου. Για το λόγο αυτό μάλιστα, επισκέφτηκε, στις 24.5.2009, μαζί με την τότε σύζυγό του, την οικία του τελευταίου και ζήτησε να του καταβάλει, ως δάνειο, το ποσό των 30.000 ευρώ. Ο εφεσίβλητος, ενόψει της παράκλησης της κόρης του αλλά και της πίεσης του εκκαλούντος, ο οποίος είχε περιέλθει σε δύσκολη θέση, δέχθηκε να του χορηγήσει το ποσό αυτό ως άτοκο δάνειο. Προς τούτο, στις 26.5.2010, εξέδωσε τραπεζική επιταγή, ποσού 30.000 ευρώ, από την Τράπεζα στην οποία τηρούσε λογαριασμό (Eurobank) και την κατέθεσε στο λογαριασμό του εκκαλούντος, στην Τράπεζα Marfin, σύμφωνα με το σχετικό παραστατικό της Τράπεζας αυτής. Τα ανωτέρω καταθέτουν με σαφήνεια οι αυτόπτες μάρτυρες …. – σύζυγος του εφεσίβλητου ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου και ….. – κόρη του εφεσίβλητου και πρώην σύζυγος του εκκαλούντος με την …../2017 ένορκη βεβαίωσή της. Αλλά και …….. με την …./2017 ένορκη βεβαίωσή της, κατέθεσε ότι έχει ακούσει τον ίδιο τον εκκαλούντα να παραδέχεται ότι είχε λάβει δάνειο 30.000 ευρώ, για το ιατρείο του στην Αίγινα, από τον εφεσίβλητο, το οποίο και οφείλει. Επίσης τη χορήγηση του δανείου αυτού επιβεβαίωσαν τόσο ο φίλος του εκκαλούντος ………., όσο και οι κοινές φίλες των τέως συζύγων, …….. και ……, με ένορκες βεβαιώσεις, που δόθηκαν στο πλαίσιο άλλης δίκης. Ο ισχυρισμός του εκκαλούντος ότι τα εισοδήματά του από το 2004 έως επαρκούσαν για να καλύψουν τις οικονομικές του υποχρεώσεις, αντικρούεται από τα ως άνω μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, ενώ το γεγονός ότι έχει την ψιλή κυριότητα δύο ακινήτων στην Αίγινα, εκτιμώμενης αξίας 96.863 και 327.422 ευρώ αντίστοιχα, ουδένα εισόδημα του αποφέρουν, αφού η επικαρπία αυτών έχει παρακρατηθεί από τους γονείς του. Εξάλλου, αντίθετα με όσα επικαλείται με τις προτάσεις του ο εκκαλών, δεν αποδείχθηκε ότι λάμβανε χρήματα από τους γονείς του, αφού δεν προσκόμισε κάποιο σχετικό παραστατικό τράπεζας, αλλά (αποδείχθηκε) ότι, όταν χρειάστηκε χρήματα, στις ανωτέρω δύο περιπτώσεις, ζήτησε τη συνδρομή του εφεσίβλητου. Αλλά και ο ισχυρισμός του εκκαλούντος ότι δεν ήταν δυνατόν να λάβει δάνειο από τον εφεσίβλητο και μάλιστα μόνο με προφορική συμφωνία, το Μάιο του 2010, ισχυριζόμενος ότι το Φεβρουάριο του ίδιου έτους είχε ανακαλύψει εξωσυζυγική σχέση της κόρης του εφεσίβλητου και ματαιώθηκε η παραμονή των τέως συζύγων σε ξενοδοχείο για την ημέρα των ερωτευμένων, είναι αβάσιμος. Τούτο διότι η ακύρωση της παραμονής αυτής των τέως συζύγων έλαβε χώρα ακριβώς ένα χρόνο μετά, το Φεβρουάριο του 2011, όπως προκύπτει από σχετικές φωτογραφίες, που απέστειλε ο εκκαλών, στις 16.2.2011, στην τότε σύζυγό του, οπότε είχε ήδη δοθεί το δάνειο, ενώ οι σχέσεις των τελευταίων δεν είχαν ακόμη διαρρηχθεί. Άλλωστε και στο από 5.10.2011 ηλεκτρονικό μήνυμα του εκκαλούντος προς την τότε σύζυγό του, που ο ίδιος προσκομίζει, γίνεται αναφορά σε προσπάθεια επανασύνδεσής τους, το Φλεβάρη (εννοώντας την παραμονή τους κατά την ημέρα των ερωτευμένων σε ξενοδοχείο), η οποία απέτυχε, χωρίς να αναφέρεται στο έτος 2010, οπότε συνάγεται ότι έλαβε χώρα το ίδιο έτος (2011). Μόνο η κατάθεση του μάρτυρα του εκκαλούντος, στη δίκη για την έκδοση διαζυγίου, ότι το ανωτέρω περιστατικό έλαβε χώρα το Φεβρουάριο του 2010, χωρίς μάλιστα αυτό να υιοθετείται από το δικαστήριο εκείνο με την απόφασή του, δεν κρίνεται επαρκής για να ανατρέψει την κρίση αυτή του Δικαστηρίου αυτού. Αλλά και οι καταθέσεις των μαρτύρων στην ίδια δίκη (διαζυγίου των τέως συζύγων), ότι από τις αρχές του 2010 υπήρχαν προβλήματα ανάμεσα στο ζευγάρι, δεν οδηγούν στο συμπέρασμα πως δεν θα μπορούσε να συναφθεί η υπό κρίση σύμβαση δανείου του εκκαλούντος με τον εφεσίβλητο – πατέρα της τότε συζύγου του. Εξάλλου, ο αρνητικός της αγωγής ισχυρισμός του εκκαλούντος ότι το ποσό των 30.000 ευρώ, που έλαβε από τον εφεσίβλητο του δόθηκε, λόγω της οικονομικής συμβολής του στην ανοικοδόμηση και επίπλωση της οικίας της πρώην συζύγου του, στα Βριλήσσια, δεν αποδείχθηκε. Άλλωστε, εάν υπάρχει οποιαδήποτε απαίτηση του εκκαλούντος, είτε μέσω κοινών λογαριασμών με την τελευταία είτε από οποιαδήποτε άλλη αιτία (σε ηλεκτρονικό μήνυμα, στις 5.10.2012, η τότε σύζυγός του είχε αναφέρει ότι θα του επιστρέψει το ποσό των 15.000 ευρώ) απόκειται στον εκκαλούντα να προβεί στις, κατά την κρίση του, νόμιμες ενέργειες. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι επειδή ο εκκαλών δεν κατέβαλε στον εφεσίβλητο το πιο πάνω ποσό του δανείου, ο τελευταίος, με την από 23.7.2012 εξώδικη δήλωση, που επιδόθηκε στον πρώτο, στις 26.7.2012, κατήγγειλε τη σύμβαση δανείου και ζήτησε την επιστροφή του ποσού των 30.000 ευρώ εντός δέκα ημερών. Παρόλα αυτά ο εκκαλών δεν κατέβαλε το ποσό αυτό στον εφεσίβλητο, το οποίο και εξακολουθεί να οφείλει, με το νόμιμο τόκο από την πάροδο του χρονικού διαστήματος που του τάχθηκε. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο, με την εκκαλούμενη απόφασή του, έκρινε όμοια, έστω και με διαφορετική εν μέρει αιτιολογία, που αντικαθίσταται μ’ αυτή της παρούσας (άρθρο 534 του Κ.Πολ.Δ.) και, κάνοντας δεκτή την από 18.9.2012 αγωγή του ενάγοντος – εφεσίβλητου, υποχρέωσε τον εναγόμενο – εκκαλούντα να του καταβάλει το ποσό των 30.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από τις 7.8.2012 δεν έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, απορριπτόμενων, ως ουσιαστικά αβάσιμων, των σχετικών λόγων της έφεσης.
- Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος προς έρευνα, πρέπει να απορριφθεί η υπό κρίση έφεση ως ουσιαστικά αβάσιμη, να διαταχθεί η εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου των εκατό (100) ευρώ, που κατατέθηκε από τον εκκαλούντα με το με αριθμό …………. ηλεκτρονικό παράβολο του Υπουργείου Οικονομικών, σε συνδυασμό με την από 16.11.2017 βεβαίωση εξόφλησης της Άλφα Τράπεζας και να καταδικαστεί ο εκκαλών, λόγω της ήττας του (άρθρα 69 §1, 68 §1, 63 §1 στοιχ. i περ. α του ν. 4194/2013, 176, 183 και 191 §2 του Κ.Πολ.Δ.), στην καταβολή της δικαστικής δαπάνης του εφεσίβλητου, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, κατά παραδοχή του σχετικού νόμιμου αιτήματός του τελευταίου, όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.
Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ ουσίαν την από 15.11.2017 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……./2017 έφεση του ….. κατά της οριστικής απόφασης 4407/2017 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά.
Διατάσσει την εισαγωγή στο δημόσιο ταμείο του κατατεθέντος από τον εκκαλούντα παραβόλου, ποσού εκατό (100) ευρώ, που αναφέρεται στο σκεπτικό.
Καταδικάζει τον ως άνω εκκαλούντα στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του εφεσίβλητου, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, τα οποία καθορίζει στο ποσό των χιλίων τριακοσίων (1.300) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά, σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του, στις 19 Μαρτίου 2020, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ