Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 244/2020

Αριθμός   244 /2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΝΑΥΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή, Μαρία Παπαδογρηγοράκου, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  Ε.Τ.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από τη με αριθμό …………/2.7.2019 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιά που η εκκαλούσα επικαλείται και προσκομίζει, προκύπτει ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της από 10.6.2019 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………./2019 έφεσης,  με πράξη προσδιορισμού δικασίμου και κλήση για παράσταση για τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα με επιμέλεια της εκκαλούσας, που επισπεύδει τη συζήτηση και παραδεκτά  στην εφεσίβλητη που εδρεύει στα νησιά Μάρσαλ με επίδοση στο νόμιμο εκπρόσωπο της πράκτορος της, όπως δηλαδή έγινε και η επίδοση της κλήσης προς συζήτηση και στον πρώτο βαθμό, οπότε και η ήδη εφεσίβλητη εναγομένη εμφανίστηκε ενώπιον του Δικαστηρίου και πήρε μέρος στη συζήτηση χωρίς να προβάλει αντιρρήσεις για την πρόοδο της διαδικασίας. Όμως κατά τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας αυτή (η εφεσίβλητη) δεν εμφανίστηκε, ούτε πήρε μέρος στη συζήτηση. Επομένως πρέπει να δικαστεί ερήμην, αλλά το Δικαστήριο θα προχωρήσει στη συζήτηση της υπόθεσης σαν να ήταν και αυτή παρούσα σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 524 παρ. 4 του ΚΠολΔ.

Η από 10.6.2019 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………./2019 έφεση κατά της εκκαλουμένης με αριθμό 1233/2019 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία με τη δικονομική παρουσία των διαδίκων μερών επί της από 28.12.2017 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……../2017 αγωγής της ήδη εκκαλούσας κατοίκου Πειραιά έχει ασκηθεί νομότυπα (άρθρα 19, 495 παρ. 1 και 4, 511, 513 παρ. 2, 516 παρ. 1, 517 και 518 παρ. 2 του ΚΠολΔ), και εμπρόθεσμα δεδομένου ότι δεν έχει παρέλθει διετία από την έκδοση της εκκαλουμένης απόφασης. Να σημειωθεί ότι για το παραδεκτό της εφέσεως έχει καταβληθεί το ηλεκτρονικό παράβολο εφέσεως με αριθμό ………../ 2019 ποσού 100 ευρώ, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά το ν. 4055/2012 και το άρθρο 35 παρ. 2 του ν. 4446/2016). Πρέπει επομένως να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί κατά την ίδια διαδικασία ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 του ΚΠολΔ).

Κατά της αποφάσεως που απορρίπτει την αγωγή, λόγω μη καταβολής του τέλους δικαστικού ενσήμου, ο ενάγων δικαιούται να ασκήσει έφεση, μοναδικός λόγος της οποίας δύναται να είναι η άρση της ειρημένης παραλείψεως, δηλαδή η εκ των υστέρων καταβολή του ως άνω τέλους. Αν ο λόγος αυτός είναι βάσιμος, η πρωτόδικη απόφαση εξαφανίζεται. Μετά δε την εξαφάνισή της χωρεί ενώπιον του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου, νέα συζήτηση της υποθέσεως, κατά την οποία ο ενάγων, κατ` ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 528 του ΚΠολΔ, δύναται να προτείνει όλους τους πραγματικούς ισχυρισμούς, τους οποίους και πρωτοδίκως ηδύνατο να προτείνει, χωρίς να δεσμεύεται από τους περιορισμούς του άρθρου 527 του ΚΠολΔ (ΑΠ 538/2019  1572/2013, 1095/2006 δημ. νόμος).

Με την από 28.12.2017 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………./2017 αγωγή της ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου η ήδη εκκαλούσα εξέθετε ότι διατηρεί ατοµική επιχείρηση µε αντικείµενο εργασιών τις πρακτορεύσεις πλοίων και λοιπές συναφείς εργασίες αφού κατέχει προς τούτο την με αριθμό …./8-5-2001 άδεια ασκήσεως επαγγέλµατος ναυτικού πράκτορα του Κεντρικού Λιµεναρχείου Πειραιά. Ότι η εναγοµένη και ήδη εφεσίβλητη είναι η πλοιοκτήτρια του υπό σηµαία Δηµοκρατίας Τόγκο πλοίου γενικού φορτίου µε το όνοµα «CΚ» (πρώην «A»), λιµένα νηολόγησης Λοµέ, µε ΙΜΟ ……, με διεθνές διακριτικό σήµα …. MMSI ….., κ.ο.χ. 2857 και κ.κ.χ. 1988 τόνων. Ότι στις 11-5-2016 η πλοικτήτρια της ανέθεσε την µεσιτεία και πρακτόρευση του άνω πλοίου και τη διενέργεια όλων των απαραίτητων εργασιών και επαφών µε τις αρµόδιες αρχές και των συναφών υπηρεσιών καθ’ όλο το χρόνο της παραµονής του στα λιµάνια. Επιπλέον ότι διετέλεσε νόµιµη εκπρόσωπος της ήδη εφεσίβλητης εναγοµένης από τις 17-4-2016 έως τις 30- 9-2016 και παράλληλα ως µεσίτρια του ενδίκου πλοίου κατά την περίοδο που αγοράστηκε αυτό από την πλοιοκτήτρια από κοινού µε έτερο πράκτορα µε διαφορετική εντολή. Ότι το πλοίο πωλήθηκε στις 13-4-2016 έναντι τιµήµατος 400.000 δολαρίων ΗΠΑ άλλως κατά το ισόποσο σε ευρώ κατά την ηµέρα της αγοραπωλησίας 354.000 ευρώ. Ότι η αµοιβή της ως ναυτικού πράκτορα συµφωνήθηκε να είναι η προβλεπόµενη από το δελτίο χρέωσης αµοιβών της Ένωσης Ναυτικών Πρακτόρων Αττικής και Πειραιά και διαµορφώθηκε για το διάστηµα από 11-5-2016 έως 17-5-2016 στο συνολικό ποσό των 1.980 ευρώ και για κάθε επόµενη ηµέρα στο ποσό των 200 ευρώ ανά ηµέρα για τις υπόλοιπες 286 ηµέρες από την 18-5-2016 έως τις 28-2- 2017, εποµένως ανήλθε στο ποσό των 57.200 ευρώ (286 ηµέρες Χ 200 ευρώ), ήτοι συνολικά ανήλθε για την αιτία αυτή όσον αφορά την ίδια στο συνολικό ποσό των 29.590 ευρώ (= 59.180 ευρώ :2),  το οποίο προσαυξήθηκε µε το 25 % σύµφωνα µε τον όρο 1ε του ως άνω Δελτίου για υπηρεσίες εκτός κεντρικού λιµένα Πειραιά, και εποµένως ότι για την αιτία αυτή δικαιούται και ποσό ύψους 7.397,50 ευρώ (= 29.590 Χ 25 %). Επιπλέον ότι δικαιούται ως µεσιτική αµοιβή επί της αγοραπωλησίας του πλοίου ποσοστό 3% επί του επιτευχθέντος τιµήµατος, σύµφωνα µε τα συµφωνηθέντα και τη συνήθη αµοιβή, ήτοι ποσό 12.000 δολαρίων ΗΠΑ, άλλως το ισόποσο σε ευρώ κατά την ισοτιµία την ηµέρα της αγοραπωλησίας, ποσό των 10.644 ευρώ. Τέλος ότι λόγω της ιδιότητάς της ως πράκτορα, της έχει καταλογιστεί και κλήθηκε για λογαριασµό της πλοιοκτήτριας από τον Ο.Λ.Π. να καταβάλει το συνολικό ποσό των 14.500 ευρώ για την πρυµνοδέτηση του επίδικου πλοίου από 11-5-2016 µέχρι τον χρόνο σύνταξης της αγωγής, κι ότι δαπάνησε : α) ποσό 970 ευρώ για πλοηγικά δικαιώµατα προς το Λιµεναρχείο, β) ποσό 1.400 ευρώ για έξοδα τηλεφωνικής επικοινωνίας και αποστολής φαξ προς τρίτους και γ) ποσό 1.500 ευρώ για έξοδα µετακινήσεων της για τη διευθέτηση των υποθέσεων του πλοίου. Τέλος επικαλέστηκε ότι η ήδη εφεσίβλητη οφείλει για τις ως άνω αιτίες ως αµοιβή, δαπάνες και έξοδα να καταβάλει σε αυτήν υπό την ιδιότητά της ως ναυτικού πράκτορα, νοµίµου εκπροσώπου της και µεσίτριας κατά την αγοραπωλησία το συνολικό ποσό των 66.001,50 ευρώ (= 29.590 + 7.397,50 + 10.644 + 14.500 +970 + 1.400 + 1.500), το οποίο αν και οχλήθηκε επανειληµµένως αρνήθηκε να της καταβάλει και ακολούθως αιτήθηκε να υποχρεωθεί η εφεσίβλητη να της καταβάλει το ποσό των 66.001,50 ευρώ µε το νόµιµο τόκο από τότε που κατέστη ληξιπρόθεσµο και απαιτητό, άλλως από την επίδοση της αγωγής µέχρι την ολοσχερή εξόφλησή του. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο απέρριψε την αγωγή ως ουσιαστικά αβάσιμη λόγω μη καταβολή του δικαστικού ενσήμου για το καταψηφιστικό αίτημα της αγωγής. Ήδη η εκκαλούσα προσκομίζει το με αριθμό ……. καταβληθέν ηλεκτρονικό παράβολο που αφορά την καταβολή στις 26.6.2009 του δικαστικού ενσήμου ποσού 699,09 ευρώ με αριθμό συναλλαγής …………., αιτούμενη την εξαφάνιση της εκκαλουμένης με αυτόν το μοναδικό λόγο εφέσεως. Επομένως σύμφωνα με τα όσα προαναφέρθηκαν στη νομική σκέψη θα πρέπει να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση, να αποδοθεί στην εκκαλούσα το παράβολο εφέσεως αφού το ένδικο μέσο γίνεται δεκτό κατ’ουσίαν (άρθρο 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ) και να κρατήσει και να δικάσει το Δικαστήριο την υπόθεση επί της από 28.12.2017 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 14029/6988/2017 αγωγής.

Η σχέση που συνδέει το ναυτικό πράκτορα με τον πλοιοκτήτη ή τον εφοπλιστή είναι μικτή και μάλιστα είναι η σχέση του καθολικού εντολοδόχου (άρθρ. 713 επ. ΑΚ), όσον αφορά στη διαχείριση των υποθέσεων του πλοιοκτήτη ή στην αμοιβή του, την οποία μπορεί να ζητήσει κατά τις διατάξεις των άρθρων 648 και 649 ΑΚ, που εφαρμόζονται αναλογικώς στη σύμβαση ανεξαρτήτων υπηρεσιών, η οποία δεν ρυθμίζεται ειδικώς στον ΑΚ. Η μικτή αυτή σύμβαση δεν ενέχει κύρια και δευτερεύουσα παροχή ώστε να απορροφάται η τελευταία από την πρώτη, αλλά καθεμία από τις επιμέρους συμβάσεις διατηρεί την αυτοτέλεια της (ΕφΠειρ 657/2014, 52/2010, 290/2010 δημ. Νόμος, βλ. Αλ. Κιάντου-Παμπούκη, Ναυτικό Δίκαιο, 1992, σελ. 236, Δελούκα, Ναυτικό Δίκαιο, 1979, παρ. 163). Δικαιούται, επομένως, ο ναυτικός πράκτορας να αξιώσει από τον κύριο των υποθέσεων, αφενός ο,τιδήποτε δαπάνησε για την κανονική εκτέλεση της εντολής κατά το άρθρο 722 ΑΚ, αφετέρου την αμοιβή του, η οποία μπορεί να καθορίζεται από τη σύμβαση (άρθ. 648 ΑΚ), το νόμο, τις συλλογικές συμβάσεις ή την επιτόπια εμπορική συνήθεια (άρθ. 649 ΑΚ), δηλαδή στην τελευταία αυτή περίπτωση μπορεί να αξιώσει τη συνήθως παρεχόμενη για τέτοιου είδους εργασίες αμοιβή (ΕφΠειρ 94/2013, ΕφΠειρ 134/2008 δημ. Νόμος). Ειδικότερα από τη διάταξη του άρθρου 713 ΑΚ προκύπτει σαφώς ότι η εντολή είναι σύμβαση, με την οποία ο εντολοδόχος αναλαμβάνει την υποχρέωση να διεξάγει την υπόθεση που του ανέθεσε ο εντολέας χωρίς αμοιβή. Με τη σύμβαση αυτή, η οποία μπορεί να γίνει είτε ρητώς είτε σιωπηρώς και δεν υπόκειται σε κανένα τύπο, μπορεί να ανατεθεί στον εντολοδόχο, προς το συμφέρον του εντολέα ή τρίτου ή και εν μέρει προς το συμφέρον του εντολοδόχου, η διεξαγωγή υποθέσεως οποιασδήποτε φύσεως, και επομένως μπορεί να αφορά την εκτέλεση νομικών πράξεων, την επιχείρηση οιονεί δικαιοπραξίας ή σύναψη δικαιοπραξίας, αλλά και την εκτέλεση απλών υλικών πράξεων. Κατά το άρθρο 722 ΑΚ, ο εντολέας οφείλει να αποδώσει στον εντολοδόχο οτιδήποτε αυτός δαπάνησε για την κανονική εκτέλεση της εντολής. Ως δαπάνη θεωρείται κάθε περιουσιακή παροχή, στην οποία προέβη οικειοθελώς ο εντολοδόχος εξ ιδίων για την κανονική εκτέλεση της εντολής. Κανονική δε εκτέλεση της εντολής υφίσταται εφόσον ο εντολοδόχος εκτελεί την υποχρέωση του, σύμφωνα με τη σύμβαση, συμμορφούμενος προς ρητές ή επιτακτικές οδηγίες του εντολέα ή, εάν αυτές είναι ενδεικτικές, εφόσον έπραξε κάθε τι που επέβαλε η φύση της υποθέσεως που του ανατέθηκε (βλ. Βαθρακοκοίλη, ΕρμΑΚ, άρθρ. 722 παρ. 4, σελ. 852-853). Εάν, συνεπώς, ενάγεται ο εντολέας από τον εντολοδόχο για την απόληψη των δαπανών αυτών, κατ` άρθρο 722 ΑΚ, ο τελευταίος οφείλει μόνον να επικαλεσθεί και αποδείξει, ως στοιχεία κρίσιμα του καταγόμενου σε δίκη δικαιώματος (άρθ. 216 παρ. 1, 335, 338 παρ. 1 ΚΠολΔ), τη σύμβαση της εντολής και την ενέργεια των αναζητουμένων για την κανονική εκτέλεση αυτής (ΕφΠειρ 134/2008, ΕπΝαυτΔ 2008/215, ΕφΘεσ/κης 792/2008, Αρμ 2009/357). Οι δαπάνες, εξάλλου, στις οποίες υποβλήθηκε ο εντολοδόχος, προς κανονική εκτέλεση της εντολής, αποδίδονται, κατ` άρθρο 301 παρ. 1 ΑΚ, έντοκα, και μάλιστα από του χρόνου καταβολής τους, ανεξάρτητα από τυχόν υπερημερία του οφειλέτη εντολέα ή από τυχόν επίδοση της αγωγής (ΑΠ 1102/1980 ΝοΒ 29.502, ΕφΘεσ/κης 290/2010, ΕπΝαυτΔ 2011/427).

Το παρόν Δικαστήριο έχει υλική (άρθρα 14 παρ. 2, 18 παρ. 1 του ΚΠολΔ) και τοπική αρμοδιότητα προς εκδίκαση της υπόθεσης κατά την τακτική διαδικασία σύμφωνα με το άρθρο 6 παρ. 1 του με αριθμό 1215/2012 κανονισμού της Ευρωπαϊκής ένωσης για τη Διεθνή δικαιοδοσία και την Αναγνώριση & εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές – εμπορικές υποθέσεις (περίπτωση που ο εναγόμενος δεν έχει κατοικία σε κράτος μέλος) αφενός λόγω της επικαλουμένης πραγματικής έδρας της εφεσίβλητης εταιρίας στον Πειραιά (άρθρo 25 απρ. 2 του Κ.Πολ.Δ.) και αφ` ετέρου της ειδικής δωσιδικίας της δικαιοπραξίας, ως εκ του επικαλούμενου τόπου κατάρτισης της επίδικης σύμβασης πρακτορείας στον Πειραιά (άρθρο 33 Κ.Πολ.Δ.) και ως εκ του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς (άρθρο 51 του ν. 2172/1993) και συνακόλουθα διεθνή δικαιοδοσία (άρθρα 3 παρ. 1 και 4 του ΚΠολΔ). Η αγωγή έχει νομικό έρεισμα σε διατάξεις του Ελληνικού δικαίου, που είναι εφαρμοστέο σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ. 1β του κανονισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης 593/2008 περί εφαρμοστέου δίκαιου στις συμβατικές ενοχές (Ρώμη Ι) (κατοικία παρόχου παροχής υπηρεσιών), και κατ` άρθρο 25 εδ. β` του Α.Κ. αφού η εναγομένη εταιρία έχει την πραγματική της έδρα στον Πειραιά, όπου επίσης καταρτίστηκε η επίδικη σύμβαση, σε κάθε δε περίπτωση το Ελληνικό δίκαιο είναι εφαρμοστέο και ενόψει του γεγονότος ότι το επικαλείται ρητά η ενάγουσα εταιρία, χωρίς να το αμφισβητεί ειδικά η εναγομένη με τις έγγραφες στον πρώτο βαθμό προτάσεις της, ώστε να δημιουργείται κατά τον τρόπο αυτό περίπτωση μετασυμβατικού καθορισμού του εφαρμοστέου δικαίου, λόγω της σιωπηρής συμφωνίας των διαδίκων περί της υποβολής τους στο Ελληνικό δίκαιο σύμφωνα με το άρθρο 25 εδ. α` του Α.Κ. (ΕΠ 128/94, ΕΝΔ 22,457). Συνεπώς η ένδικη αγωγή στηρίζεται στις διατάξεις των άρθρων 361, 211, 713 επ., 722, 648 επ., 653, 301, 341, 346 του ΑΚ, και 176 του ΚΠολΔ και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ουσίαν.

Από όλα τα έγγραφα που η παρισταμένη εκκαλούσα προσκομίζει πλήρως αποδεικνύονται κατά την κρίση του Δικαστηρίου τούτου τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά που έχουν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης: Η εφεσίβλητη είναι πλοιοκτήτρια του µε σηµαία Τόνγκο, πλοίου C., το οποίο αγόρασε δυνάµει του από 13.4.2016 συµφωνητικού αγοραπωλησίας. Η εκκαλούσα είχε οριστεί ως protective agent (προστατευτικός πράκτορας) του πλοίου, προκειµένου να διευθετεί τα θέµατα που σχετίζονται µε το πλοίο στο λιµάνι του Πειραιά σύμφωνα με την προσκομιζόμενη σε μετάφραση από 11.5.2016 επιστολή του πλοιάρχου ………. που δηλώνει ότι ενεργεί εκ μέρους των πλοιοκτητών, ενώ επί της επιστολής υφίσταται σημείωση ότι αυτή βρίσκεται κατατεθειμένη στο γενικό πρωτόκολλο του κεντρικού λιμεναρχείου Πειραιά με αριθμό πρωτοκόλλου ……./23.8.2016. Για το λόγο αυτό οι χρεώσεις του ΟΛΠ για τα τέλη που αφορούσαν το πλοίο της εφεσίβλητης γνωστοποιούνταν από τον Σεπτέµβριο του 2016 και μέχρι το Φεβρουάριο του 2017 στην εκκαλούσα. Αρνούμενη την ιστορική βάση της αγωγής η εφεσίβλητη με τις προτάσεις που κατέθεσε ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και οι οποίες και προσκομίζονται ισχυρίστηκε ότι αρχικά η εκκαλούσα κατείχε το σύνολο των μετοχών της και ότι επομένως δεν θα μπορούσε να είναι πράκτορας της αφού την πρακτόρευση των υποθέσεων της είχε η ………. στην οποία σημειωτέον έχουν κοινοποιηθεί όλα τα δικόγραφα της δίκης. Ο ισχυρισμός της αυτός ερείδεται επί εσφαλμένης προϋπόθεσης αφού το γεγονός ότι η εκκαλούσα ενδεχομένως εμφανίζεται στην αλλοδαπή στο μετοχικό κεφάλαιο της εφεσίβλητης ενισχύει την κρίση περί στενής ενασχόλησης με τις υποθέσεις της πλοιοκτήτριας στην Ελλάδα, ενώ και στην ίδια την αγωγή αναφέρεται ότι η εφεσίβλητη εδρεύει στην πραγματικότητα στον Πειραιά επί της οδού ………… Η εφεσίβλητη δεν προσέβαλε ως πλαστή την επιστολή διορισμού της εκκαλούσας απλά δήλωσε ότι ο πλοίαρχος ………… ενεργούσε χωρίς εντολή του πλοιοκτήτη αλλά ο ισχυρισμός αυτός δεν επιβεβαιώνεται από κανένα αποδεικτικό μέσο. Επιπλέον η επιστολή διορισμού της εκκαλούσας έχει περίπου το ίδιο περιεχόμενο αλλά διαφορετική ημερομηνία με την επιστολή διορισμού της …………… Ακολούθως των ανωτέρω η αµοιβή της αιτούσας ως προστατευτικού πράκτορα σύµφωνα µε τα αναφερόµενα από την ένωση πρακτόρων πλοίων για πλοία όπως αυτό της εφεσίβλητης βάρους 2000 έως 3000 τόνων είναι αυτό των 1980 ευρώ τον µήνα, µειωµένο κατά 50% καθώς όπως ήδη προαναφέρθηκε στη συγκεκριμένη περίπτωση είχε οριστεί και άλλος πράκτορας για την εκπροσώπηση και την εποπτεία των εργασιών του πλοίου (βλ άρθρο 5 του σχετικού εγγράφου), προσαυξηµένο κατά 25% επειδή το πλοίο της καθής δεν βρισκόταν στο κεντρικό λιµάνι του Πειραιά και εποµένως η µηνιαία αµοιβή της αιτούσας ανέρχεται στο ποσό των 1.237,5 (990 +247,5) ευρώ και συνολικά η αµοιβή της για το διάστηµα από 11.5.2016 έως 28.2.2017  (9,36 μήνες) ανέρχεται στο ποσό των 11.583 ευρώ (βλ. προσκ σχετικό 7). Εξάλλου στην εκκαλούσα οφείλεται µεσιτική αµοιβή καθώς σύμφωνα με την από 28.2.017 με αριθμό κατάθεσης ………../2017 αγωγή της εφεσίβλητης ενώπιον του Ειρηνοδικείου συμμετείχε στις διαπραγματεύσεις και μεσολάβησε στην αγοραπωλησία του πλοίου από την εταιρεία «………….» ως εντολοδόχος της (βλ. 6η σελίδα αγωγής). Η αμοιβή αυτή ανέρχεται κατά τις επικρατούσες στις συναλλαγές αυτές συνήθειες σε ποσοστό 3% επί του τιµήµατος και εποµένως η αµοιβή της εκκαλούσας για την παραπάνω αιτία ανέρχεται στο ποσό των 10.644 ευρώ αφού το τίµηµα της αγοράς του πλοίου ανήλθε σύμφωνα με το προσκομιζόμενο σχετικό 5 στο ποσό των 400.000 δολλαρίων ΗΠΑ, άλλως 354.800 ευρώ. Τα αγωγικά αιτήματα περί δαπανών για λογαριασμό της εφεσίβλητης (πλοηγικά δικαιώματα και τέλη του ΟΛΠ) και εξόδων μετακίνησης κρίνονται απορριπτέα ως ουσιαστικά αβάσιμα διότι δεν προσκομίζονται τα σχετικά παραστατικά. Τέλος με τη με αριθμό 1138/2017 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά λήφθηκε ως ασφαλιστικό μέτρο η συντηρητική κατάσχεση της κινητής και ακίνητης περιουσίας της εφεσίβλητης για την εξασφάλιση της απαίτησης της εκκαλούσας. Ακολούθως των ανωτέρω η αγωγή θα πρέπει να γίνει δεκτή κατά ένα μέρος ως ουσιαστικά βάσιμη και να υποχρεωθεί η εναγομένη σε αυτή εφεσίβλητη να καταβάλει στην εκκαλούσα ενάγουσα το συνολικό ποσό των 22.227 ευρώ εντόκως κατ’άρθρο 346 του ΑΚ αφού αυτά δεν αφορούν δαπάνες και η εφεσίβλητη οχλήθηκε γι’αυτά το πρώτον με την αγωγή. Ακολούθως όταν εξαφανίζεται η εκκαλουμένη απόφαση εξαφανίζεται ολικώς και το κεφάλαιο περί δικαστικών εξόδων λόγω της αναγκαιότητας ενιαίου καθορισμού των δικαστικών εξόδων ως προς όλα τα κεφάλαια της απόφασης (ΑΠ 192/1998 ΕλΔικ 39, 825, ΕφΠειρ 808/2009 ΕΝΔ 39, 258). Πρέπει, επίσης, να ορισθεί το νόμιμο παράβολο για την περίπτωση που η εφεσίβλητη ασκήσει ανακοπή ερημοδικίας (άρθρα 501, 502 § 1, 505 § 2 ΚΠολΔ), ενώ μέρος των δικαστικών εξόδων της εκκαλούσας ενάγουσας και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας βαρύνει μετά την υποβολή σχετικού αιτήματος την εφεσίβλητη εναγομένη λόγω της εν μέρει ήττας της κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό (άρθρα 178, 191 παρ. 2 και 183 του ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει με τη δικονομική απουσία της εφεσίβλητης την από 10.6.2019 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………./2019 έφεση κατά της με αριθμό 1233/2019 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία με τη δικονομική παρουσία των διαδίκων μερών επί της από 28.12.2017 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………/2017 αγωγής

Ορίζει το παράβολο ανακοπής ερημοδικίας, στο ποσό των διακοσίων ενενήντα (290) ευρώ.

Δέχεται τυπικά και εν μέρει κατ’ ουσίαν την έφεση.

Εξαφανίζει τη με αριθμό 1233/2019 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς,

Κρατεί την υπόθεση και δικάζει επί της ουσίας την από και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………../2017 αγωγή

Δέχεται κατά ένα μέρος την αγωγή

Υποχρεώνει την εναγομένη να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των είκοσι δύο χιλιάδων διακοσίων είκοσι επτά ευρώ (22.227) ευρώ με το νόμιμο τόκο αφότου επιδόθηκε η αγωγή και μέχρι την εξόφληση

Διατάσσει την απόδοση στην εκκαλούσα του ηλεκτρονικού παραβόλου εφέσεως με αριθμό …………./2019 ποσού 100 ευρώ

Επιβάλει στην εφεσίβλητη εναγομένη ένα μέρος των δικαστικών εξόδων της εκκαλούσας ενάγουσας και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας δηλαδή το ποσό των οκτακοσίων πενήντα (850) ευρώ

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις  27 Mαρτίου 2020, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και του πληρεξουσίου δικηγόρου της εκκαλούσας.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ