Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 277/2020

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

ΓΑΜΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθμός Απόφασης  277/2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

Αποτελούμενο από το Δικαστή Ελευθέριο Γεωργίλη, Εφέτη, ο οποίος ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιά, και από τη Γραμματέα Τ.Λ.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Νόμιμα φέρεται για συζήτηση, με τις από 11.6.2018 και από 7.6.2019 κλήσεις της εκκαλούσας και του εφεσίβλητου αντίστοιχα, η από 24.3.2017 έφεση της πρώτης, μετά τον ορισμό νέας δικασίμου, ύστερα από την απόφαση 225/2018 του Δικαστηρίου τούτου, που κήρυξε ματαιωμένη τη συζήτηση της υπόθεσης και τη μη διεξαγωγή αυτής (συζήτηση της έφεσης), κατά την ορισθείσα δικάσιμο, της 23.5.2019, λόγω της διενέργειας εκλογών.

ΙΙ. Η από 24.3.2017 έφεση της εναγομένης, κατά της οριστικής απόφασης 2475/2016 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε, ερήμην της τελευταίας, κατά την ειδική διαδικασία των γαμικών διαφορών (άρθρα 592 επ. του Κ.Πολ.Δ., όπως ίσχυαν πριν την τροποποίησή τους με το ν. 4335/2015) και έκανε δεκτή την από 29.7.2014 αγωγή του ενάγοντος, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495, 511, 513 §1β, 516 §1, 517 και 518 §1 του Κ.Πολ.Δ.), αρμοδίως δε, φέρεται για συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 του ίδιου Κώδικα, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 4 §2 του ν. 3994/2011), ενώ δεν απαιτείται η κατάθεση παραβόλου από την εκκαλούσα, εφόσον πρόκειται για διαφορά από διαζύγιο (άρθρο 495 §3Γ εδ. τελ. του Κ.Πολ.Δ., σε συνδυασμό με το άρθρο ένατο παρ. 2 εδ. α´ του ν. 4335/2015). Εξάλλου, επειδή η έφεση της εναγομένης, που δικάστηκε ερήμην στον πρώτο βαθμό, ασκήθηκε εμπρόθεσμα, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή (άρθρα 532 και 533 §1 του Κ.Πολ.Δ.) και, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 528 του Κ.Πολ.Δ., να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση (χωρίς να απαιτείται να ευδοκιμήσει κάποιος λόγος έφεσης, αρκούσης της τυπικής παραδοχής της), μέσα στα όρια που καθορίζονται με την έφεση, ήτοι στο σύνολό της, αφού πλήττεται ως προς την εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση του συνόλου των αποδείξεων, δικαιούται δε η εκκαλούσα – εναγομένη να προβάλει όλους τους ισχυρισμούς, τους οποίους θα μπορούσε να προτείνει και πρωτόδικα (Α.Π. 579/2018 και Α.Π. 546/2014 αμφότερες στην Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ”). Περαιτέρω, πρέπει να κρατηθεί η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο και να ερευνηθεί εκ νέου η ως άνω αγωγή, ως προς τη νομική και ουσιαστική βασιμότητά της (άρθρο 535 §1 του Κ.Πολ.Δ.), κατά την ίδια ως άνω ειδική διαδικασία.

ΙΙΙ. Με την από 29.7.4.2014 αγωγή, ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου (Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά), ο ενάγων, …………, ζήτησε να λυθεί ο γάμος του με την εναγομένη, …………….., ισχυριζόμενος ότι οι μεταξύ τους σχέσεις έχουν κλονιστεί τόσο ισχυρά, διότι βρίσκονται σε διάσταση συνεχώς και περισσότερο από δύο χρόνια. Με τέτοιο περιεχόμενο και αίτημα η αγωγή είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1438 και 1439 εδ. γ´ του Α.Κ. και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσία.

ΙV. Από την ένορκη κατάθεση της μάρτυρος, που εξετάστηκε, με την επιμέλεια του ενάγοντος στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου και περιέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασής του, (η εκκαλούσα δεν ζήτησε, από το Δικαστήριο τούτο, την εξέταση μάρτυρα, όπως είχε δικαίωμα, κατά τα άρθρα 528 και 524 §2 του Κ.Πολ.Δ.), καθώς και απ’ όλα τα έγγραφα, που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν, είτε για άμεση είτε για έμμεση απόδειξη, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Οι διάδικοι τέλεσαν νόμιμο γάμο, στον Ιερό Ναό …………. Πειραιά, στις 2.1.1982, σύμφωνα με τους κανόνες της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, όπως προκύπτει από την με αριθμό ………/1982 ληξιαρχική πράξη γάμου του Ληξιάρχου του Δήμου Πειραιά. Έκτοτε συμβίωσαν, με τελευταία κοινή κατοικία τους στην οδό ……….., στον Πειραιά, μέχρι το 2007, οπότε και διακόπηκε η έγγαμη συμβίωσή τους, με τη μετοίκηση του ενάγοντος από τη συζυγική οικία. Εξάλλου, από το έτος 2012 ο τελευταίος έχει μισθώσει οικία και διαμένει με άλλη γυναίκα, ενώ τουλάχιστον από το έτος 2014, υποβάλλει χωριστή φορολογική δήλωση από την εναγομένη. Οι σύζυγοι από το 2007 βρίσκονται σε διάσταση συνεχώς, για περισσότερο από δύο χρόνια και ως εκ τούτου τεκμαίρεται ότι ο γάμος τους έχει κλονιστεί σοβαρά. Πρέπει, κατά συνέπεια, να γίνει δεκτή η αγωγή ως και κατ’ ουσία βάσιμη και να απαγγελθεί η λύση του γάμου των διαδίκων. Σημειωτέον ότι, μετά την εξαφάνιση της πρωτόδικης απόφασης, παρέλκει η εξέταση του δεύτερου λόγου της έφεσης, που, ανεξαρτήτως της αοριστίας του, ζητείται η εξαφάνισή της, επειδή, όπως αναφέρει “το πρωτοβάθμιο δικαστήριο έκρινε ότι δεν υφίσταται ζημία ούτε δεδικασμένο ως προς την υπαιτιότητα κλονισμού της σχέσης από την απαγγελία της λύσεως του γάμου δια της εκκαλουμένης …”, αφού η εκκαλουμένη έχει ήδη εξαφανιστεί, όπως αναφέρεται στην υπό στοιχείο Ι σκέψη, με μόνη την άσκηση της υπό κρίση παραδεκτής έφεσης της εναγομένης.

  1. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει να γίνει δεκτή η αγωγή ως και κατ’ ουσία βάσιμη και ν’ απαγγελθεί η λύση του γάμου μεταξύ των διαδίκων. Περαιτέρω, πρέπει, να διαταχθεί η επιστροφή στην εκκαλούσα του παραβόλου των εκατό ευρώ, που κατέθεσε με το ηλεκτρονικό παράβολο …………….., αφού, όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, για την υπό κρίση διαφορά δεν υπάρχει υποχρέωση καταβολής παραβόλου. Τέλος, πρέπει να καταδικαστεί η εκκαλούσα, λόγω της ήττας της, στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του εφεσίβλητου και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, σύμφωνα με το αίτημα του τελευταίου (άρθρα 176 και 183 εδ. β´ του Κ.Πολ.Δ., σε συνδυασμό με τις διατάξεις του άρθρου 58 §§3, 4 και του Παραρτήματος Ι στοιχ. Β του ν. 4194/2013), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό. Σημειωτέον ότι η διάταξη για τα δικαστικά έξοδα, με την οποία η εκκαλούσα, ως ηττηθείσα διάδικος, καταδικάζεται στην πληρωμή τους, γενομένης δεκτής της αγωγής του ενάγοντος, δεν αντιφάσκει με τη διάταξη με την οποία γίνεται δεκτή η έφεσή της και εξαφανίζεται η εκκληθείσα πρωτόδικη απόφαση. Και τούτο, διότι, σύμφωνα με τα άρθρα 176 – 183 του Κ.Πολ.Δ., ως προς την τελική κατανομή των δικαστικών εξόδων των διαδίκων, καθιερώνεται η αρχή της ήττας, η οποία ισχύει και στο δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας, με συνέπεια, όταν το δευτεροβάθμιο δικαστήριο εκδικάζει την αίτηση παροχής έννομης προστασίας να λογίζεται ως ηττηθείς διάδικος, που βαρύνεται με την πληρωμή των δικαστικών εξόδων, εκείνος ως προς τον οποίο αποβαίνει δυσμενής η κατάληξη της δίκης με την παραδοχή ή την απόρριψη της αίτησης, ανεξαρτήτως του αν άσκησε το ένδικο μέσο αυτός ή ο αντίδικός του (Α.Π. 692/2004 Ελλ.Δ/νη 2006, σελ. 1015).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και κατ’ ουσία την από 24.3.2017 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……../2017 έφεση της …………….

Εξαφανίζει την εκκαλούμενη απόφαση 2475/2016 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των γαμικών διαφορών.

Κρατεί την υπόθεση και δικάζει την από 29.7.2014 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……../2014 αγωγή του …………..

Δέχεται αυτήν.

Απαγγέλλει τη λύση του γάμου των διαδίκων, που τελέστηκε στον Ιερό Ναό …………. Πειραιά, στις 2.1.1982.

Διατάσσει την επιστροφή του κατατεθέντος από την εκκαλούσα παραβόλου, ποσού εκατό (100) ευρώ, που αναφέρεται στο σκεπτικό. Και

Καταδικάζει την εκκαλούσα – εναγομένη στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του εφεσίβλητου – ενάγοντος και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, τα οποία καθορίζει στο ποσό των εφτακοσίων πενήντα (750) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά, σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του, στις 6 Απριλίου 2020, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.

 

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                           Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ