Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 275/2020

Αριθμός    275 /2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Σοφία Καλούδη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  Τ.Λ.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου εκκρεμούν οι :α) με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …………/2018 και β) ……./2019 αντίθετες εφέσεις  κατά της   με αριθμό 3497/2018 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου  Πειραιώς, που εκδόθηκε αντιμολία των διαδίκων, κατά την  ειδική διαδικασία  του άρθρου 614 παρ.6 ΚΠολΔ, οι οποίες  πρέπει να συνεκδικαστούν για λόγους πρόδηλης μεταξύ τους συνάφειας (άρθρα 31, 246 ΚΠολΔ) . Οι ως άνω εφέσεις έχουν ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα με την κατάθεση του δικογράφου τους στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου  Δικαστηρίου στις 21-9-2018  και 7-3-2019 αντίστοιχα,  δηλαδή  εντός της νόμιμης προθεσμίας του   άρθρου 518 παρ. 2 του ΚΠολΔ, καθόσον οι διάδικοι δεν επικαλούνται, αλλά ούτε και προέκυψε επίδοση αντιγράφου της εκκαλουμένης απόφασης. Επιπλέον, για εκάστη εξ αυτών έχουν καταβληθεί τα νόμιμα παράβολα, συνολικού ποσού 100 ευρώ, κατ΄άρθρο 495 παρ. 4 του ΚΠολΔ, και συγκεκριμένα για τη με αριθμό έκθεσης ………/2018   έφεση  το υπ’αριθμ. ………./2018 ηλεκτρονικό παράβολο, και για  την  με αριθμό έκθεσης  ………../2019  έφεση  το υπ’αριθμ. …………./2019  ηλεκτρονικό παράβολο. Πρέπει, επομένως, να γίνουν τυπικά δεκτές και να ερευνηθούν περαιτέρω, κατά την ίδια διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων τους (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ), και δη η με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …………/2018 έφεση των εναγομένων  ερήμην της τέταρτης και πέμπτου των εφεσιβλήτων-εναγόντων, που δεν παραστάθηκαν κατά τη συζήτηση της, αν και κλήθηκαν προς τούτο νόμιμα και εμπρόθεσμα (βλ. τις υπ’αρίθμ. …. και …../20-11-2018 εκθέσεις επιδόσεως της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Αθηνών, ……….), οι οποίοι ωστόσο θα δικασθούν σα να ήταν παρόντες, ενώ αντίγραφο των προτάσεων που είχαν καταθέσει πρωτοδίκως προσκομίστηκε νόμιμα από τους εκκαλούντες (άρθρο 524 παρ.4 ΚΠολΔ),.  ΙΙ. Α) Οι ενάγοντες στην  από 15-5-2017 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………./2017 αγωγή τους εξέθεταν, ότι στον τόπο, το χρόνο και υπό τις ειδικότερα περιγραφόμενες συνθήκες, ο πρώτος εναγόμενος οδηγώντας το με αριθμό κυκλοφορίας  ……… ΙΧΕ αυτοκίνητο, συνιδιοκτησίας του με τον  δεύτερο εναγόμενο, το οποίο ήταν ασφαλισμένο στην τρίτη εναγομένη, ασφαλιστική εταιρία,  από αμέλεια του κατά την οδήγηση, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα, προκάλεσε το θανάσιμο τραυματισμό του ………. (συζύγου της πρώτης, πατέρα της δεύτερης, αδελφού του τρίτου και γαμπρού του τέταρτου εξ αυτών  και πατέρα επίσης της ανήλικης, ………., που  εκπροσωπείται από την πρώτη ενάγουσα), ετών 49, που επέβαινε στη με αριθμό κυκλοφορίας ………. δίκυκλη μοτοσικλέτα, ιδιοκτησίας του. Ζητούσαν δε, μετά από  παραδεκτό περιορισμό του αγωγικού αιτήματος, από καταψηφιστικό σε έντοκο αναγνωριστικό, με προφορική δήλωση του πληρεξούσιου δικηγόρου τους στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, που  καταχωρήθηκε στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του, αλλά και με τις νομοτύπως κατατεθείσες  προτάσεις τους, να αναγνωριστεί, ότι οι εναγόμενοι υποχρεούνται να καταβάλουν, εις ολόκληρο έκαστος και με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής μέχρι την εξόφληση :α) στην μεν πρώτη εξ αυτών, το ποσό των 300.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση για την ψυχική οδύνη, που υπέστη από το θάνατο του συζύγου της, ………., καθώς και το ποσό των 13.781,56 ευρώ εφάπαξ από την επομένη του θανάτου αυτού   μέχρι  τις 31.05.2017 (1.060,12  ευρώ  μηνιαίως), ως αποζημίωση για τη στέρηση της συνεισφοράς του στις οικογενειακές ανάγκες  κατά το άνω χρονικό διάστημα, β) στην εκπροσωπούμενη από αυτήν, ανήλικη θυγατέρα τους, ………. ., που τυγχάνει  εξ αδιαθέτου κληρονόμος αυτού, κατά ποσοστό ½ εξ αδιαιρέτου,  μετά την αποποίηση της μητέρας της, το ποσό των 2.000 ευρώ, ως αποζημίωση για την ολοσχερή καταστροφή της με αριθμό κυκλοφορίας ………. δίκυκλης μοτοσικλέτας του  πατέρα της, αξίας  4.000 ευρώ,  το ποσό των 5.577 ευρώ εφάπαξ από την επομένη του θανάτου του μέχρι 31.05.2017 (429 ευρώ μηνιαίως) ως αποζημίωση για στέρηση διατροφής,  και το ποσό των 300.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση για την ψυχική της οδύνη, γ) στη δεύτερη των εναγόντων, ενήλικη θυγατέρα του θανόντος, που τυγχάνει εξ αδιαθέτου κληρονόμος αυτού, μετά την αποποίηση της μητέρας της,  κατά ποσοστό ½ εξ αδιαιρέτου, το ποσό των 2.000 ευρώ, ως αποζημίωση για την ολοσχερή καταστροφή  της ως άνω  δίκυκλης μοτοσικλέτας του  πατέρα της, καθώς και το ποσό των 300.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση για την ψυχική της οδύνη, και  τέλος, δ) στον τρίτο και τέταρτο των εναγόντων,  αδερφό και πεθερό αυτού, τα ποσά των 150.000 ευρώ και 50.000 ευρώ, αντίστοιχα, ως χρηματική ικανοποίηση για την ψυχική τους οδύνη. Β) Περαιτέρω, οι ενάγοντες στην από 23-3-2017 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …………../2017 αγωγή τους εξέθεταν, ότι στον ειδικότερα αναφερόμενο τόπο και χρόνο και υπό τις συνθήκες, που εκθέτουν, ο πρώτος εναγόμενος, κατά την οδήγηση του με αριθμού κυκλοφορίας …….. ΙΧΕ αυτοκινήτου του  προκάλεσε από αμέλεια  του,  το θανάσιμο τραυματισμό του ………. (υιού της πρώτης, και υιού της συζύγου του δευτέρου ενάγοντος), οδηγού της με αριθμό κυκλοφορίας ……….. δίκυκλης μοτοσικλέτας, ιδιοκτησίας του. Ζητούσαν δε, μετά από  παραδεκτό περιορισμό του αγωγικού αιτήματος, από καταψηφιστικό σε έντοκο αναγνωριστικό, με προφορική δήλωση του πληρεξούσιου δικηγόρου τους στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, που  καταχωρήθηκε στα πρακτικά συνεδρίασης του, αλλά και με τις νομοτύπως κατατεθείσες  προτάσεις τους, να αναγνωριστεί, ότι οι εναγόμενοι υποχρεούνται να καταβάλουν, εις ολόκληρο έκαστος και με τους νόμιμους τόκους από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και μέχρι την εξόφληση στην μεν πρώτη των εναγόντων, το ποσό των 500.000 ευρώ και στον δεύτερο εξ αυτών, το ποσό των 300.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση για την ψυχική τους οδύνη. Οι ως άνω αγωγές συνεκδικάστηκαν από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφαση του απέρριψε την υπό στοιχείο Β αγωγή ως αόριστη  ως προς τον δεύτερο και τη τρίτη εναγόμενη, διότι δεν αναφέρονται στην αγωγή τα  στοιχεία, που θεμελιώνουν τη παθητική τους νομιμοποίηση, ανέβαλε την έκδοση οριστικής  διάταξης για την υπό στοιχείο Α’ αγωγή αναφορικά με το αγωγικό αίτημα για την αναγνώριση υποχρέωσης καταβολής αποζημίωσης στη πρώτη ενάγουσα για στέρηση οικογενειακής συνεισφοράς του θανόντος και την εκπροσωπούμενη από αυτήν, ανήλικη κόρη της, …………, για στέρηση διατροφής, και κατά τα λοιπά έκανε δεκτές τις αγωγές ως ουσιαστικά  βάσιμες  και αναγνώρισε ότι :α) οι εναγόμενοι στην υπό στοιχεία Α’ αγωγή οφείλουν να καταβάλουν εις ολόκληρον στους ενάγοντες χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης ως ακολούθως:   ποσό 20.000 ευρώ στον τρίτο ενάγοντα, 10.000 ευρώ στο τέταρτο ενάγοντα και 80.000 ευρώ σε έκαστη των λοιπών εναγουσών, καθώς και αποζημίωση  ποσού  2.000 ευρώ στην ανήλικη, ………., και την δεύτερη ενάγουσα, με το νόμιμο τόκο επιδικίας από την επομένη της επιδόσεως της αγωγής, καθώς και β) ότι ο πρώτος εναγόμενος στην υπό στοιχεία Β αγωγή οφείλει να καταβάλει στους ενάγοντες ως  χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης,  τα ποσά των 50.000 ευρώ και 30.000 ευρώ αντίστοιχα, ομοίως με το νόμιμο τόκο επιδικίας από την επομένη της επιδόσεως της αγωγής. Κατά της απόφασης αυτής  παραπονούνται με τις υπό κρίση αντίθετες εφέσεις τους :α)  οι εναγόμενοι σε αμφότερες τις αγωγές στρεφόμενοι κατά της δεύτερης, του τρίτου και του τέταρτου εκ των εναγόντων στην υπό στοιχείο Α’ αγωγή, καθώς και (ο πρώτος εναγόμενος)  κατά των εναγόντων της δεύτερης αγωγής, εκ των οποίων ο δεύτερος, …….. απεβίωσε στις 12-1-2019, δηλαδή μετά την άσκηση της  έφεσης των εναγομένων, και στη θέση του έχουν ήδη υπεισέλθει ως μοναδικοί νόμιμοι κληρονόμος του, η πρώτη ενάγουσα και ήδη τέταρτη εφεσίβλητη, σύζυγος του, και η ………., θυγατέρα του (βλ. το με αριθμό ………./30-1-2019 πιστοποιητικό εγγυτέρων συγγενών), που συνεχίζουν τη δίκη, κατά δήλωση τους, που περιέχεται στην  υπό στοιχείο β’ (…………/2019) έφεση τους, που επιδόθηκε νόμιμα στους αντιδίκους  (άρθρα 287 και 290 ΚΠολΔ). και  β) η αρχικώς πρώτη ενάγουσα  στην υπό στοιχείο Β’ αγωγή  και η ως άνω υπεισελθούσα στη θέση του δεύτερου ενάγοντος, δεύτερη εκκαλούσα,  οι οποίοι  ζητούν, για τους λόγους που εκθέτουν σ` αυτές και αφορούν στην εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, και την πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων, την εξαφάνιση της, ώστε κατά μεν το αιτητικό της με αριθμό έκθεσης κατάθεσης  ………./ 2018   έφεσης των εναγομένων να  απορριφθούν οι σε βάρος τους αγωγές καθ’ ολοκληρία, και κατά το αιτητικό της με αριθμό έκθεσης κατάθεσης  …………./ 2019   έφεσης των ως άνω εναγόντων  να γίνει η αγωγή τους καθ’ολοκληρία δεκτή ως προς όλους τους εναγόμενους. ΙΙΙ. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 111 παρ. 2, 118 και 216 παρ. 1 του ΚΠολΔ συνάγεται ότι το δικόγραφο της αγωγής πρέπει να περιέχει, με ποινή  απαραδέκτου, πλην άλλων στοιχείων, και σαφή έκθεση των γεγονότων που τη θεμελιώνουν κατά νόμο και δικαιολογούν την άσκησή της από τον ενάγοντα κατά του εναγομένου, με ακριβή περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς, σε τρόπο, ώστε να παρέχεται στον μεν εναγόμενο η ευχέρεια της άμυνας, στο δε δικαστήριο η δυνατότητα ελέγχου του βάσιμου κατά νόμο της αγωγής. (ΑΠ 1678/2014, 979/2014 ΤρΝομΠληρ ΝΟΜΟΣ).    IV. Στην προκειμένη περίπτωση, οι ενάγοντες στην υπο στοιχείο Β’  αγωγή τους  στρέφονται κατά του δεύτερου  και της τρίτης των εναγομένων, για τους οποίους ζητούν να αναγνωρισθεί, ότι οφείλουν να τους καταβάλουν εις ολόκληρον  χρηματική ικανοποίηση  για την ψυχική οδύνη, που υπέστησαν  λόγω του θανάτου του …….., δίχως, ωστόσο, να προσδιορίζουν σε τι συνίσταται η ευθύνη τους. Ειδικότερα, στο δικόγραφο της αγωγής ουδόλως αναφέρεται ότι η τρίτη εναγόμενη, ασφαλιστική εταιρία είχε ασφαλίσει κατά το χρόνο του ένδικου ατυχήματος την έναντι τρίτων αστική ευθύνη του κυρίου, κατόχου και οδηγού του ζημιογόνου οχήματος (βλ. Κρητικός, Αποζημίωση από Τροχαία Αυτοκινητικά Ατυχήματα, 1998,  παρ.2157, σελ. 728), ενώ ομοίως ουδεμία μνεία γίνεται της έννομης σχέσης, που συνδέει τον δεύτερο εναγόμενο με την επίδικη περίπτωση.  Κατά συνέπεια, η ως άνω αγωγή  ορθώς απορρίφθηκε ως αόριστη ως προς αυτούς από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, ο δε σχετικός πρώτος  λόγος της έφεσης των ως άνω εναγόντων, με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα, πρέπει να απορριφθεί  ως αβάσιμος.

  1. V. Από την εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων και την χωρίς όρκο κατάθεση του δεύτερου ενάγοντος της υπό στοιχείο B’ αγωγής, που εξετάστηκαν στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, οι οποίες περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του, και όλα ανεξαιρέτως τα νομίμως προσκομιζόμενα από τους διαδίκους με επίκληση έγγραφα, στα οποία περιλαμβάνονται και τα έγγραφα της σχετικής ποινικής δικογραφίας  καθώς και οι φωτογραφίες, η γνησιότητα των οποίων δεν αμφισβητείται,  αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Στις 3 Μαΐου του έτους 2016 και περί ώρα 23.05’ ο πρώτος εναγόμενος, ………., οδηγώντας το υπ’ αριθμ. κυκλοφορίας ……… ιδιωτικής χρήσης επιβατηγό αυτοκίνητο, εργοστασίου κατασκευής FORD, τύπου FIESTA, κυλινδρισμού 1596 cc, συγκυριότητας αυτού και του δεύτερου των εναγομένων, το οποίο  ήταν ασφαλισμένο για την έναντι τρίτων αστική ευθύνη του οδηγού, του κατόχου και του κυρίου του στην τρίτη εναγομένη, ανώνυμη ασφαλιστική εταιρία (βλ. υπ’ αριθμ. …….. ασφαλιστήριο συμβόλαιο), έβαινε επι της  Λεωφόρου Δημοκρατίας στο Πέραμα, με κατεύθυνση  προς Πειραιά. Η ως άνω οδός  είναι δρόμος διπλής κατεύθυνσης με νησίδα ασφαλείας και πλάτος οδοστρώματος 7 μέτρων και δυο λωρίδες κυκλοφορίας ανά κατεύθυνση, πλάτους 3,50 έκαστη, η ορατότητα δεν περιορίζεται από φυσικά ή τεχνητά εμπόδια,   ενώ το ανώτατο όριο ταχύτητας είναι 50 χλμ/ώρα λόγω κατοικημένης περιοχής. Κατά τον ανωτέρω χρόνο επικρατούσαν καλές καιρικές συνθήκες, το οδόστρωμα ήταν ξηρό, υπήρχε επαρκής δημοτικός φωτισμός, και η κυκλοφορία των οχημάτων ήταν κανονική (βλ. έκθεση αυτοψίας και σχεδιάγραμμα του Αστυφύλακα,  …………). Τον ίδιο χρόνο στην ίδια οδό και ομόρροπα με τον πρώτο εναγόμενο κινούταν  ο ………… οδηγώντας τη με αριθμό  κυκλοφορίας ………. δίκυκλη μοτοσικλέτα του, εργοστασίου κατασκευής YAMAHA, μοντέλο RJ07, κυλινδρισμού 600 cc. Φθάνοντας στο ύψος των δεξαμενών (καζάνια) της εταιρείας SHELL, όπου υπάρχει  αλληλουχία στροφών, ο πρώτος εναγόμενος αντιλήφθηκε το προπορευόμενο αυτού δίκυκλο μοτοποδήλατο, που οδηγούσε ο ………… με συνεπιβάτη τον …….., να εκτρέπεται της πορείας του και να ανατρέπεται στο παρακείμενο πεζοδρόμιο, οι δε ως άνω  οδηγός και  συνεπιβαίνων να εκτινάσσονται σε αυτό,  με αποτέλεσμα να τραυματισθούν. Στη προσπάθεια του να βοηθήσει τους τραυματίες αυτός ανέκοψε αμέσως τη πορεία του οχήματος του και το σταμάτησε  επί του οδοστρώματος και στη δεξιά λωρίδα αυτού. Ωστόσο, αμελώς φερόμενος δεν το στάθμευσε σε ασφαλή θέση, ώστε να εξασφαλίσει την ασφαλή χρήση της οδού από τους λοιπούς οδηγούς, όπως ευχερώς θα μπορούσε να πράξει, καθόσον σε απόσταση 40  περίπου μέτρων στη δεξιά πλευρά της Λεωφόρου  υπάρχει κάθετη, αδιέξοδη οδός, αποτυπούμενη στο σχεδιάγραμμα της Τροχαίας ως «Είσοδος -Εξοδος φορτηγών», αλλά  σταμάτησε το όχημα του στο μέσο της δεξιάς λωρίδας, πλάτους 3,50 μ. καταλαμβάνοντας την εξ ολοκλήρου,  και δη  αμέσως μετά από προηγηθείσα  αριστερή στροφή, θέτοντας σε κίνδυνο τους λοιπούς χρήστες της οδού, χωρίς να ανάψει τα προειδοποιητικά φώτα έκτακτης ανάγκης (αλάρμ). Ο …………, που ακολουθούσε με τη δίκυκλη μοτοσικλέτα του με ταχύτητα υπερβαίνουσα  το ανώτατο επιτρεπόμενο στο σημείο όριο των 50 χλμ/ώρα, (ο μάρτυς τρίτης εναγομένης, ειδικός πραγματογνώμονας –εκτιμητής ΤΕΕ, εκτιμά αυτή σε 79 χλμ/ώρα),  όταν αντιλήφθηκε  το σταματημένο όχημα του πρώτου εναγόμενου στη πορεία του, προσπάθησε να τροχοπεδήσει, ωστόσο  η μοτοσικλέτα του απώλεσε  την ισορροπία της, με αποτέλεσμα να ανατραπεί αριστερά  και να συρθεί  παρασύροντας τον οδηγό της μέχρι το σταματημένο όχημα, στο οποίο αυτός επέπεσε με σφοδρότητα, ενώ η μοτοσικλέτα τελικώς κατέληξε πλησίον της  διαχωριστικής νησίδας στην  άκρη της αριστερής λωρίδας. Από την σφοδρότητα της πρόσκρουσης ο οδηγός της μοτοσικλέτας υπέστη βαριές κακώσεις θώρακος και μεγάλων αγγείων των κάτω άκρων, συνεπεία των οποίων επήλθε ο θάνατος του  κατά τα αναφερόμενα και στην από 6-5-2016, με αριθ. πρωτ. …. και αριθ. έκθ. …, ιατροδικαστική έκθεση νεκροψίας-νεκροτομής του ιατροδικαστή …………. Τα παραπάνω πραγματικά περιστατικά, που συνιστούν τις συνθήκες του ατυχήματος, προκύπτουν πλήρως από το σύνολο του συγκεντρωθέντος αποδεικτικού υλικού και κυρίως από τη συνταχθείσα, στα πλαίσια της διεξαχθείσας για το ατύχημα προανακρίσεως, από 3.5.2016, έκθεση αυτοψίας του Τμήματος Τροχαίας Κορυδαλλού, στην οποία αναφέρονται λεπτομερώς οι επικρατούσες στο σημείο οδικές και κυκλοφοριακές συνθήκες, τα σημεία συγκρούσεως και οι  βλάβες των δύο οχημάτων, αλλά και το συνοδεύον αυτήν, με την ίδια χρονολογία, πρόχειρο σχεδιάγραμμα, στο οποίο απεικονίζεται ο τόπος όπου έλαβε χώρα το ατύχημα, οι  πορείες των δύο οχημάτων (κατά δήλωση του πρώτου εναγόμενου), καθώς και τα λοιπά ευρήματα, ήτοι  θραύσματα υάλων και πλαστικών διάσπαρτα στο ρεύμα πορείας προς Πειραιά, ίχνη  χαραγών στο ρεύμα πορείας προς Πειραιά μήκους 12μ. προερχόμενα από τη μοτοσυκλέτα του θανόντος, καθώς και αίματα στο ίδιο ρεύμα πορείας σε απόσταση 2,5 μ. από το δεξιό πεζοδρόμιο, σε συνδυασμό και με τις προσκομιζόμενες φωτογραφίες του τόπου του ατυχήματος και των συγκρουσθέντων οχημάτων. Περαιτέρω, για την προσωρινή στάθμευση του οχήματος του και όχι απλώς την μείωση της ταχύτητας του, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται ο πρώτος εναγόμενος, κατέθεσε και ο αυτόπτης μάρτυρας, . ….., σύμφωνα με τον οποίο το όχημα του πρώτου εναγομένου είχε ήδη  σταματήσει, όταν  προσέκρουσε σε αυτό ο θανών, ενώ  η υπερβολική  ταχύτητα του τελευταίου προκύπτει από τα  ίχνη μήκους 12 μ. χαραγών επί του οδοστρώματος, που δημιουργήθηκαν από την σύρση της μοτοσικλέτας  του μετά την ανατροπή της, εκ των οποίων συνάγεται ότι η ταχύτητα που απορροφήθηκε μέχρι την πρόσκρουση στο σταθμευμένο  όχημα του πρώτου εναγόμενου ήταν 39 χλμ/ώρα, σε συνδυασμό και με τη σφοδρότητα της πρόσκρουσης που ακολούθησε, όπως μαρτυρούν και οι βαριές σωματικές κακώσεις, που υπέστη ο θανών (βλ. και την 20-4-2017  τεχνική έκθεση του ως άνω μάρτυρα της τρίτης εναγόμενης αναφορικά με τα αίτια του ατυχήματος), ενώ ο τελευταίος αντιλήφθηκε  το όχημα του πρώτου εναγόμενου από απόσταση 30 περίπου μέτρων  (λαμβανομένης υπόψη της απόστασης αντίδρασης  με ταχύτητα 60-70 χλμ/ώρα, που υπολογίζεται  σε 16,80 μ -19,6μ.  + 12 μέτρα χαραγών), βλ. σχετικό πίνακα στη σελ. 42 της τεχνικής έκθεσης, από το σύγγραμμα του Λαζάρου Λαμπρακάκη «Τροχαία Ατυχήματα»). Σύμφωνα με τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά, η πρόκληση του ενδίκου τροχαίου ατυχήματος και των εξ αυτού συνεπειών οφείλεται σε συγκλίνουσα υπαιτιότητα (αμέλεια) του πρώτου εναγομένου  και του θανόντος, ……….   και δη κατά ποσοστό 70% του πρώτου και 30% του δεύτερου. Και τούτο, διότι ο οδηγός του ΙΧΕ αυτοκινήτου,  από έλλειψη της προσοχής, που όφειλε και μπορούσε να καταβάλει, όπως κάθε μέσος συνετός οδηγός που θα βρισκόταν στην ίδια θέση με αυτόν, σταμάτησε σε σημείο της οδού, όπου η στάση και η στάθμευση, ενόψει της προαναφερόμενης αμέσως προηγηθείσας  αριστερής στροφής στην πορεία του δημιουργεί κίνδυνο και παρακώλυση των λοιπών οχημάτων, που χρησιμοποιούσαν την οδό,  και χωρίς να ανάψει τα προειδοποιητικά φώτα έκτακτης ανάγκης (αλάρμ),ενεργώντας έτσι κατά παράβαση των άρθρων 12 παρ. 1 και 34 παρ. 1 του ΚΟΚ. Επίσης ο θανών, οδηγός της δίκυκλης μοτοσικλέτας, αν και ήταν υποχρεωμένος να έχει διαρκώς τεταμένη την προσοχή του και να ασκεί τον πλήρη έλεγχο επί της μοτοσυκλέτας του, ώστε να μπορεί ανά πάσα στιγμή να εκτελεί τους απαιτούμενους χειρισμούς, δεν συμμορφώθηκε με τις υποχρεώσεις του αυτές, αλλά κινείτο με υπερβολική για τις ανωτέρω περιστάσεις (συνεχείς στροφές, νύκτα) ταχύτητα, την οποία  δεν μείωσε, ούτε ρύθμισε κατάλληλα,  ώστε να ασκεί επ’ αυτής τον επιβαλλόμενο έλεγχο και να είναι σε θέση να διακόψει την πορεία του πριν από κάθε εμπόδιο που μπορούσε να προβλεφθεί και βρισκόταν στο ορατό γι’ αυτόν μπροστινό σημείο της οδού,  με αποτέλεσμα όταν αντελήφθη το σταματημένο όχημα του πρώτου εναγόμενου να μην μπορέσει να προβεί σε κάποια αποφευκτική  ενέργεια ή να τροχοπεδήσει  με ασφάλεια, παραβαίνοντας έτσι και τις διατάξεις του Κ.Ο.Κ (άρθρα 12 παρ. 1, 19 παρ. 1, 2, 3 και 7, 20 παρ. 1 του. Κ.Ο.Κ). Αντιθέτως,  το γεγονός ότι ο θανών δεν είχε άδεια ικανότητας οδήγησης μοτοσυκλέτας δεν συνδέεται αιτιωδώς με το ατύχημα, διότι όπως αποδείχθηκε αυτός είχε σχετική οδηγική πείρα άνω των τριάντα ετών . Κατά συνέπεια, πρέπει να γίνει δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη η ένσταση συνυπαιτιότητας (άρθρο 300 ΑΚ), που οι εναγόμενοι παραδεκτώς  προέβαλαν  πρωτοδίκως,  το  δε πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που με την εκκαλούμενη απόφαση, δέχθηκε ότι το ένδικο ατύχημα οφείλεται σε αποκλειστική υπαιτιότητα του πρώτου εναγόμενου, έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, γενομένου δεκτού  ως ουσιαστικά βάσιμου  του σχετικού πρώτου λόγου της έφεσης των εναγομένων.

ΙΙ. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι η υπ’ αριθμ. κυκλοφορίας ………. δίκυκλη μοτοσικλέτα, κυριότητας του θανόντος, εργοστασίου κατασκευής YAMAHA, μοντέλο RJ07, κυλινδρισμού 600 cc, με ημερομηνία πρώτης κυκλοφορίας 15.04.2005,  υπέστη από τη σύγκρουση εκτεταμένες ζημίες περιμετρικά, για την αποκατάσταση των οποίων απαιτείται η δαπάνη των ακόλουθων ποσών :για αγορά ανταλλακτικών, ποσό 4.997 ευρώ (συμπεριλαμβανομένου του ΦΠΑ) και για εργασίες επισκευής ποσό 1.350 ευρώ (συμπεριλαμβανομένου του ΦΠΑ), ήτοι απαιτείται δαπάνη συνολικού ποσού 6.347 ευρώ (βλ. την από 22-4-2017 προσφορά επισκευής του ……….), την οποία οι εναγόμενοι δεν αμφισβητούν. Η αξία της ως άνω μοτοσικλέτας  κατά το χρόνο του ατυχήματος, λαμβανομένων υπόψη των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της, της παλαιότητας  και της προ του ατυχήματος κατάστασης της, η οποία ήταν καλή, ανερχόταν στο ποσό των 2.000 ευρώ. Συνεπώς,  η επισκευή της είναι οικονομικά ασύμφορη και ως εκ τούτου, αυτή πρέπει να θεωρηθεί ως ολοσχερώς καταστραφείσα κατά την οικονομική του όρου έννοια. Για το λόγο αυτό οι εναγόμενοι στην με στοιχεία Α’ αγωγή οφείλουν να καταβάλουν ως αποζημίωση στην δεύτερη ενάγουσα, …………., εξ αδιαθέτου κληρονόμο του αποβιώσαντος ιδιοκτήτη του οχήματος, κατά ποσοστό ½ εξ αδιαιρέτου (μετά την αποποίηση του κληρονομικού δικαιώματος εκ μέρους της πρώτης ενάγουσας, μητέρας της), γεγονός που δεν αμφισβητείται από τους εναγόμενους, η οποία δήλωσε το εν λόγω όχημα στην από 29.12.2016 δήλωση φόρου κληρονομιάς, το ποσό  των 700 ευρώ (1.000 ευρώ μείον 30%). Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο εσφαλμένως δέχθηκε με την εκκαλουμένη απόφαση του, ότι η αξία της μοτοσικλέτας κατά το χρόνο του ατυχήματος ανερχόταν στο ποσό των  4.000 ευρώ και ακολούθως αναγνώρισε ότι οι εναγόμενοι υποχρεούνται να καταβάλουν εις ολόκληρον το ποσό των 2.000 ευρώ σε έκαστο τέκνο του θανόντος (δεύτερη ενάγουσα και την εκπροσωπούμενη από τη πρώτη ενάγουσα ανήλικη …………, ως μόνες εξ αδιαθέτου κληρονόμους του)  και ο σχετικός  δεύτερος λόγος της έφεσης των εναγομένων πρέπει να γίνει δεκτός ως κατ’ ουσία βάσιμος.

ΙΙΙ. Κατά το άρθρο 932 εδ. 3 ΑΚ, σε περίπτωση θανάτωσης προσώπου, η χρηματική ικανοποίηση μπορεί να επιδικασθεί στην οικογένεια του θύματος, λόγω ψυχικής οδύνης. Στη διάταξη αυτή δεν γίνεται προσδιορισμός της έννοιας του όρου «οικογένεια του θύματος» προφανώς γιατί ο νομοθέτης δεν θέλησε να διαγράψει δεσμευτικώς τα όρια ενός θεσμού, ο οποίος, ως εκ της φύσης του, υφίσταται αναγκαίως τις επιδράσεις από τις κοινωνικές διαφοροποιήσεις, κατά τη διαδρομή του χρόνου. Κατά την αληθή, όμως, έννοια της εν λόγω διάταξης, που απορρέει από τον σκοπό της θέσπισης της, στην οικογένεια του θύματος ως αόριστης νομικής έννοιας περιλαμβάνονται οι εγγύτεροι και στενώς συνδεόμενοι συγγενείς του θανατωθέντος, που δοκιμάσθηκαν ψυχικά από την απώλεια του και για την ανακούφιση του ηθικού πόνου των οποίων στοχεύει η διάταξη αυτή, αδιαφόρως αν συζούσαν μαζί του ή διέμεναν χωριστά. Υπό την έννοια αυτή, μεταξύ των προσώπων, τα οποία νομιμοποιούνται να ασκήσουν την αξίωση της χρηματικής ικανοποίησης λόγω ψυχικής οδύνης, εκτός από τους εξ αίματος συγγενείς πρώτου βαθμού του θύματος, περιλαμβάνονται και οι εξ αγχιστείας συγγενείς του ίδιου βαθμού (Ολ.ΑΠ 10/2011 ΕΔνη 2011,710, ΟλΑΠ 21/2000, ΑΠ 43/2012, 1010/2012 ΤΝΠ Νόμος, ΑΠ 1054/98 ΕλλΔνη 39 [1998],1551), όπως είναι όχι μόνο οι γονείς του συζύγου του θανατωθέντος (πεθερός ή πεθερά, βλ. ΑΠ 562/2018, 723/02 ΝοΒ 51 [2003].33, ΑΠ 1577/98 ΕΕΝ 2000.235), αλλά και το τέκνο του συζύγου αυτού, που είχε γεννηθεί σε προηγούμενο γάμο (προγονός, βλ. ΑΠ 1228/96 ΕλλΔνη 38[1997],561) ή ο σύζυγος της μητέρας αυτού (πατριός), για την ταυτότητα του νομικού λόγου (Εφ.Αθ. 1483/2016, ΕφΛαρ 522/2006, Νόμος). Και είναι διαφορετικό το ζήτημα αν τελικώς θα γίνει επιδίκαση της από το άρθρο 932 εδ.3 ΑΚ προβλεπόμενης χρηματικής ικανοποίησης στα εν λόγω κατ` αρχήν δικαιούμενα πρόσωπα, διότι αυτή τελεί υπό την αυτονόητη προϋπόθεση, που συνιστά πραγματικό ζήτημα, της ύπαρξης αισθημάτων αγάπης και στοργής μεταξύ αυτών και του θανατωθέντος, όσο ο τελευταίος βρισκόταν στη ζωή, η διαπίστωση της ανυπαρξίας των οποίων μπορεί να οδηγήσει στον κατ` ουσίαν αποκλεισμό, είτε όλων των προσώπων αυτών είτε κάποιου από αυτά, από την εν λόγω επιδίκαση (βλ. και Α. Κρητικού, Αποζημίωση από τροχαία αυτοκινητικά ατυχήματα, έκδ.γΊ998, αρ.953 επ. και 959, ΑΠ 414/2019).

  1. IV. Εν προκειμένω, αποδείχθηκε περαιτέρω ότι η ενήλικη θυγατέρα του θανόντος, δεύτερη ενάγουσα (γεννηθείσα στις 18-6-1995), ο αδελφός του και ο πεθερός του (τρίτος και τέταρτος των εναγόντων), καθώς και οι ενάγοντες της δεύτερης αγωγής, δηλαδή η μητέρα του και ο  πατριός του, ο οποίος είχε συνάψει γάμο με τη μητέρα του, όταν αυτός ήταν 24 ετών και τον αντιμετώπιζε  ως δικό του τέκνο, συνδέονταν μαζί του με δεσμό αγάπης και ως εκ τούτου   περιλαμβάνονται,  στην «οικογένεια» του θανόντος, κατά την έννοια του άρθρου 932 εδάφ. 3 ΑΚ. Αυτοί  δε, βίωσαν απέραντη θλίψη  και οδύνη για τον απροσδόκητο και αιφνίδιο  θάνατο  του, και για την   άμβλυνση  της ψυχικής τους οδύνης δικαιούνται εύλογη χρηματική ικανοποίηση, απορριπτομένου ως αβασίμου του τρίτου λόγου της έφεσης των εναγομένων, με τον οποίο αυτοί διατείνονται ότι ο τρίτος και πέμπτος  εφεσίβλητος  δεν ανήκουν στην οικογένεια του θανόντος με την έννοια του άρθρου 932 παρ. 3 ΑΚ και σε κάθε περίπτωση  δεν διατηρούσαν στενές προσωπικές σχέσεις με τον θανόντα και δεν δοκιμάστηκαν ψυχικά από τη απώλεια του.  Περαιτέρω, το ύψος της  δικαιούμενης από τους ως άνω ενάγοντες χρηματικής ικανοποίησης ανέρχεται, αφού ληφθούν υπόψη, ο συγγενικός τους δεσμός, η ηλικία του θανόντος, οι συνθήκες του ατυχήματος, ο βαθμός υπαιτιότητας του οδηγού και ο βαθμός συνυπαιτιότητας του θανόντος ως προς την επέλευση του θανάσιμου τραυματισμού του, καθώς  και η κοινωνική και οικονομική κατάσταση των διαδίκων, πλην της εναγομένης ασφαλιστικής εταιρείας, η ευθύνη της οποίας  είναι εγγυητική,   στο ποσό των α) 60.000 ευρώ   για την  κόρη του ……….., (δεύτερη ενάγουσα -πρώτη εφεσίβλητη, β) 15.000 ευρώ για τον αδελφό του ……….  (τρίτο ενάγοντα- δεύτερο εφεσίβλητο), γ) 8.000 ευρώ για τον πεθερό του, ………… (τέταρτο ενάγοντα- τρίτο εφεσίβλητο),  δ) 40.000 ευρώ για τη μητέρα του  (πρώτη ενάγουσα στη δεύτερη αγωγή-τέταρτη εφεσίβλητη) και ε) 8.000 ευρώ για τον πατριό του (δεύτερο ενάγοντα στη δεύτερη αγωγή-πέμπτο εφεσίβλητο). Τα παραπάνω ποσά,  μετά τη στάθμιση των ως άνω κατά νόμο στοιχείων, σύμφωνα και με τους κανόνες της ανθρώπινης εμπειρίας και λογικής, κρίνονται εύλογα (άρθρο 932 ΑΚ) και ανάλογα με τις περιστάσεις της συγκεκριμένης περίπτωσης και είναι σύμφωνα με το σκοπό και το μέτρο στο οποίο απέβλεψαν οι αναφερόμενες διατάξεις, και η επιδίκαση τους δεν  καταλήγει σε οικονομική εξουθένωση των εκκαλούντων– εναγομένων ούτε επιφέρει αδικαιολόγητο πλουτισμό στους εφεσίβλητους – ενάγοντες (ΑΠ 1854/2011, δημ. Νόμος, Εφ Θεσ1960/2014). Κατά συνέπεια, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφασή του έκρινε διαφορετικά  και  όρισε μεγαλύτερα  ποσά εύλογης χρηματικής ικανοποίησης, και δη 80.000 ευρώ για την ενήλικη κόρη του θανόντος, …………, 20.000 ευρώ και 10.000 ευρώ για τους   τρίτο και τέταρτο των εναγόντων  της πρώτης αγωγής,  αδερφό και πεθερό αντίστοιχα του θανόντος  καθώς και  000 ευρώ και 30.000 ευρώ για  τους πρώτη και δεύτερο των εναγόντων  της δεύτερης αγωγής, μητέρας και πατριού αντίστοιχα του θανόντος,  έσφαλε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και  την εκτίμηση των αποδείξεων, κατά παραδοχή του  σχετικού  τέταρτου λόγου της έφεσης των εναγομένων. Αντιστοίχως, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος ο δεύτερος λόγος της με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………./2019 έφεσης των εναγόντων στην υπό στοιχείο Β’ αγωγή, με την οποία αυτοί παραπονούνται, επειδή δεν τους επιδικάστηκε ολόκληρο το ποσό της αιτούμενης χρηματικής ικανοποίησης.
  2. V. Το άρθρο 346 του ΑΚ, που όριζε ότι “ο οφειλέτης χρηματικής οφειλής, και αν δεν είναι υπερήμερος, οφείλει νόμιμους τόκους αφότου επιδόθηκε η αγωγή για το ληξιπρόθεσμο χρέος”, αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 του ν. 4055/2012, που ισχύει, κατά το άρθρο 113 του νόμου αυτού, από 2-4-2012, κατά το οποίο: “Ο οφειλέτης χρηματικής οφειλής, και αν δεν είναι υπερήμερος, οφείλει νόμιμους τόκους αφότου επιδόθηκε η αγωγή ή η διαταγή πληρωμής για το ληξιπρόθεσμο χρέος (τόκος επιδικίας). Το ποσοστό του τόκου επιδικίας είναι δύο (2) εκατοστιαίες μονάδες ανώτερο του τόκου υπερημερίας, όπως ο τελευταίος ορίζεται εκάστοτε από το νόμο ή με δικαιοπραξία. Η προσαύξηση αυτή δεν ισχύει, εάν πριν από τη συζήτηση της αγωγής ο οφειλέτης αναγνωρίσει εγγράφως την οφειλή ή συμβιβασθεί εξωδίκως, ή εάν δεν ασκήσει ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής αντιστοίχως. Με αίτημα του εναγομένου το δικαστήριο δύναται κατ`εξαίρεση, εκτιμώντας τις περιστάσεις, να επιδικάσει την απαίτηση με το νόμιμο ή συμβατικό τόκο υπερημερίας. Η εξαίρεση ισχύει ιδίως για τις κατ` εύλογη κρίση του δικαστηρίου επιδικαζόμενες απαιτήσεις. Από τη δημοσίευση της οριστικής απόφασης που επιδικάζει εντόκως χρηματική οφειλή ή απορρίπτει ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής το ποσοστό του τόκου επιδικίας είναι τρεις (3) εκατοστιαίες μονάδες ανώτερο του τόκου υπερημερίας. Η προσαύξηση αυτή δεν ισχύει εάν δεν ασκηθεί ένδικο μέσο”. Σύμφωνα με τη νέα αυτή ρύθμιση αυξάνεται το ποσοστό των τόκων επιδικίας, προκειμένου να περιοριστούν η φιλοδικία και η άσκοπη απασχόληση των δικαστηρίων από δικαστικούς αγώνες που δεν έχουν ουσία, ενώ ενθαρρύνεται και επιβραβεύεται άμεσα ο οφειλέτης που, μεταξύ των άλλων, πριν από τη συζήτηση της αγωγής, αναγνωρίσει εγγράφως την οφειλή ή συμβιβασθεί εξωδίκως. Αν μάλιστα εμμένει να αντιδικεί, μολονότι ηττήθηκε πρωτοδίκως διακινδυνεύει περαιτέρω αύξηση του επιτοκίου επιδικίας, γι` αυτό και εδώ ενθαρρύνεται και επιβραβεύεται άμεσα ο διάδικος που ηττήθηκε, αν αποδεχθεί την οριστική απόφαση και τερματίσει την αντιδικία. Η εξαίρεση που προβλέπεται επιτρέπει στο δικαστή να σταθμίσει εκείνες τις περιπτώσεις που ο εναγόμενος ευλόγως αντιδικεί, επειδή πρόκειται για απαίτηση εύλογης χρηματικής ικανοποίησης (π.χ. ηθική βλάβη) ή επειδή προβάλλει ένσταση συμψηφισμού (βλ. αιτιολογική έκθεση ν. 4055/2012). Έτσι, ο νόμιμος τόκος, μετά την επίδοση της αγωγής είναι πλέον ο (αυξημένος) τόκος επιδικίας. Σημειώνεται ότι δεν απαιτείται ρητή μνεία γι` αυτό στη δικαστική απόφαση, ενώ, αντίθετα, απαιτείται ρητή αναφορά σ` αυτήν, όταν το δικαστήριο κατ`εξαίρεση επιδικάζει την απαίτηση με το νόμιμο ή το συμβατικό επιτόκιο υπερημερίας. Με βάση αυτά, ο περιορισμός του καταψηφιστικού αιτήματος της αγωγής σε αναγνωριστικό δεν συνιστά, σύμφωνα με τη νέα ρύθμιση, λόγο για την κατ`εξαίρεση επιδίκαση του τόκου υπερημερίας, ο οποίος κατά τη σαφή πρόθεση του νομοθέτη, πρέπει να επιδικάζεται μόνο στις περιπτώσεις κατά τις οποίες ο οφειλέτης χρηματικής απαίτησης ευλόγως αντιδικεί, δεδομένου ότι μοναδικό κριτήριο για την εξαίρεση από την επιδίκαση τόκου επιδικίας είναι το εύλογο ή όχι της αντιδικίας (ΑΠ 553/2019, ΑΠ 1207/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
  3. VI. Εν προκειμένω, οι εναγόμενοι υπέβαλαν πρωτοδίκως αίτημα επιδίκασης των αγωγικών απαιτήσεων κατ’εξαίρεση με το τόκο υπερημερίας, κατ’άρθρο 346 εδ. δ’ ΑΚ, το οποίο απορρίφθηκε από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο. Ωστόσο, δεδομένου ότι τα ποσά της χρηματικής ικανοποίησης λόγω ψυχικής οδύνης, που ,κατά τα ανωτέρω, κρίθηκε ότι οφείλονται στους εναγόντες, καθορίστηκαν κατ’ εύλογη κρίση του Δικαστηρίου, συντρέχει νόμιμος λόγος να γίνει δεκτό το σχετικό αίτημα των εναγόμενων, κατά ουσιαστική παραδοχή  του  πέμπτου λόγου της έφεσής τους.  Αντιθέτως, τέτοια εξαίρεση δεν συντρέχει για την ένδικη αξίωση για καταβολή αποζημίωσης στη δεύτερη ενάγουσα στη πρώτη αγωγή, ……….., και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο  ορθώς απέρριψε το αίτημα ως προς αυτή, απορριπτομένου αντιστοίχως του ως άνω λόγου έφεσης.  (9/19 ΕφΔωδ, 3/17 ΜΕφΑθ, 524/2017 ΜονΕφΑθ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

VII. Μετά ταύτα η με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …………/2019 έφεση των εναγόντων της  με στοιχείο Β’ αγωγής  πρέπει να απορριφθεί  ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη και να επιβληθούν σε βάρος των εκκαλούντων τα δικαστικά έξοδα των εφεσίβλητων για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, λόγω της ήττας τους (άρθρα 176, 183 και 191 Κ.Πολ.Δ.), καθώς και  να διαταχθεί η εισαγωγή  στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου, που οι εκκαλούντες κατέθεσαν κατά την άσκηση της (άρθρο 495 παρ.3 ΚΠολΔ), ενώ η  με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …………../2018  έφεση των εναγομένων πρέπει να γίνει δεκτή, ως  κατ’ ουσίαν βάσιμη, και να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση ως προς τους δεύτερη, τρίτο και τέταρτο των εναγόντων της με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……………/2017 αγωγής και τους ενάγοντες και τον πρώτο εναγόμενο της με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………../2017 αγωγής. Ακολούθως δε, αφού διακρατηθεί η υπόθεση από το  Δικαστήριο τούτο (άρθρο 535 παρ. 1 ΚΠολΔ) και εξετασθούν οι ως άνω αγωγές πρέπει :α) να γίνει μερικώς δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη η με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………../2017 αγωγή  και να αναγνωρισθεί  ότι οι εναγόμενοι οφείλουν να καταβάλουν εις ολόκληρον έκαστος, αφενός για χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης στη δεύτερη ενάγουσα το ποσό των 60.000 ευρώ, στον τρίτο ενάγοντα το ποσό των 15.000 ευρώ και στον τέταρτο ενάγοντα το ποσό των 8.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο υπερημερίας  από την επίδοση της αγωγής, και αφετέρου  για αποζημίωση στη δεύτερη ενάγουσα το ποσό των 700 ευρώ, με το τόκο επιδικίας  από την επίδοση της αγωγής, (ήτοι συνολικά σε αυτήν το ποσό των 60.700 ευρώ) και β)  να γίνει μερικώς δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη η με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………./2017 αγωγή  και να αναγνωρισθεί  ότι  ο πρώτος  εναγόμενος οφείλει να καταβάλει ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης στη μεν πρώτη ενάγουσα το ποσό των 40.000 ευρώ και στον αρχικώς δεύτερο ενάγοντα, το ποσό των 8.000 ευρώ, το οποίο είναι καταβλητέο  στους εξ αδιαθέτου κληρονόμους του,  που συνεχίζουν τη δίκη, κατά τον λόγο της κληρονομικής τους  μερίδας, ήτοι στην σύζυγο του, ………,  πρώτη ενάγουσα, ποσό 2.000 ευρώ (8.000 χ ¼ ) και στην ………, θυγατέρα του, 6.000 ευρώ (8.000 χ ¾), με το νόμιμο τόκο υπερημερίας  από την επίδοση της αγωγής. Επίσης,  πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή στους εκκαλούντες του παραβόλου, που κατέθεσαν κατά την άσκηση της, ενώ τέλος, τα δικαστικά έξοδα των εναγόντων της υπο στοιχείο Α’ αγωγής και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, και τα δικαστικά έξοδα των ως άνω εναγόντων της υπό στοιχείο β΄αγωγής του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας,  πρέπει να επιβληθούν, κατά ένα μέρος τους, σε βάρος των εναγομένων της πρώτης αγωγής και του πρώτου εναγομένου της δεύτερης αγωγής αντίστοιχα, λόγω της μερικής ήττας τους και ανάλογα με την έκταση αυτής (άρθρα 178 παρ. 1, 183 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό. Τέλος, πρέπει να ορισθεί παράβολο ερημοδικίας για την περίπτωση που η τέταρτη εφεσίβλητη και οι υπεισελθούσες  στη θέση του πέμπτου εφεσιβλήτου, στη με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………./2018 έφεση, κληρονόμοι του, ασκήσουν αιτιολογημένη ανακοπή ερημοδικίας κατά της  απόφασης αυτής.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ τις με αριθμό έκθεσης κατάθεσης :α)  ………./2018 και  β) ………./2019 αντίθετες εφέσεις  κατά της   με αριθμό 3497/2018 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου  Πειραιώς, ερήμην της τέταρτης και πέμπτου των εφεσιβλήτων στη με αριθμό έκθεσης κατάθεσης  ……../2018 έφεση και αντιμολία των λοιπών διαδίκων.

ΟΡΙΖΕΙ το παράβολο ερημοδικίας στο ποσό των διακοσίων ενενήντα (290) ευρώ.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά τη με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………/2019 έφεση και ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ  αυτή κατ’ουσίαν.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του υπ’αριθμ. ………./2019  ηλεκτρονικού παραβόλου, ποσού 100 ευρώ.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ  σε βάρος των εκκαλούντων  τα δικαστικά έξοδα  των εφεσίβλητων  του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των τριών χιλιάδων (3.000,00 ) ευρώ

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και ουσιαστικά τη με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………/2018  έφεση.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την   επιστροφή   του υπ’αριθμ. ………/2018  ηλεκτρονικού  παραβόλου, ποσού 100 ευρώ,  στους καταθέσαντες αυτό εκκαλούντες  ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την με αριθμό  3497/2018 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς ως προς τους  δεύτερη, τρίτο και τέταρτο των εναγόντων της με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……../2017 αγωγής και τους ενάγοντες και τον πρώτο εναγόμενο της με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………/2017 αγωγής.

ΚΡΑΤΕΙ την υπόθεση και ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ τις με αριθμό έκθεσης κατάθεσης  ……../2017 και  ………/2017 αγωγές ως προς τους ανωτέρω διαδίκους.

ΔΕΧΕΤΑΙ μερικώς την με αριθμό έκθεσης κατάθεσης  ………/2017 αγωγή.

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ  ότι οι εναγόμενοι οφείλουν να καταβάλουν εις ολόκληρον έκαστος  στη δεύτερη ενάγουσα το ποσό των εξήντα χιλιάδων (60.000,00) ευρώ, στον τρίτο ενάγοντα το ποσό των δέκα πέντε χιλιάδων (15.000,00) ευρώ, και στον τέταρτο ενάγοντα το ποσό των οκτώ χιλιάδων (8.000,00)  ευρώ, με το νόμιμο τόκο υπερημερίας  από την επίδοση της αγωγής, και επιπλέον στη δεύτερη ενάγουσα το ποσό των επτακοσίων (700,00) ευρώ,  με το τόκο επιδικίας  από την επίδοση της αγωγής.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος των εναγομένων μέρος της δικαστικής δαπάνης των ως άνω εναγόντων και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, το οποίο προσδιορίζει στο ποσό των τεσσάρων χιλιάδων πεντακοσίων (4.500,00) ευρώ.

ΔΕΧΕΤΑΙ μερικώς την με αριθμό έκθεσης κατάθεσης    ………../2017 αγωγή.

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ότι  ο πρώτος εναγόμενος οφείλει να καταβάλει στη  πρώτη ενάγουσα, ατομικά και υπό την ιδιότητα της ως εξ αδιαθέτου κληρονόμου του αρχικώς δευτέρου ενάγοντος, το συνολικό  ποσό των σαράντα δύο χιλιάδων (42.000,00)  ευρώ και στην ………. υπό την ιδιότητά της, ως εξ αδιαθέτου κληρονόμου του αρχικώς δευτέρου  ενάγοντος, το ποσό των έξι χιλιάδων (6.000,00)  ευρώ, με το νόμιμο τόκο υπερημερίας  από την επίδοση της αγωγής.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ  σε βάρος του πρώτου εναγομένου τα δικαστικά έξοδα  του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας των  ως άνω εναγόντων, τα οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων εξακοσίων (1.600,00) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις  6 Απριλίου 2020, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων όσων εξ αυτών παραστάθηκαν.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                     Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ