Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 281/2020

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός απόφασης  281./2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

——————————————-

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Εμμανουηλία-Αλεξάνδρα Κεχαγιά, την οποία όρισε ο Διευθύνων το Εφετείο, Πρόεδρος Εφετών, και τη γραμματέα, Ε.Τ.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Κατά μεν το άρθρο 579 § 1 του ΚΠολΔ, αν αναιρεθεί η απόφαση, οι διάδικοι επανέρχονται στην κατάσταση που υπήρχε πριν από την απόφαση που αναιρέθηκε και η διαδικασία πριν από την απόφαση αυτή ακυρώνεται μόνον εφόσον στηρίζεται στην παράβαση για την οποία έγινε δεκτή η αναίρεση, κατά δε το άρθρο 581 § § 1 και 2 του ίδιου Κώδικα, στο δικαστήριο της παραπομπής η υπόθεση εισάγεται και συζητείται με κλήση μέσα στα όρια που διαγράφονται με την αναιρετική απόφαση και αφού κατατεθούν προτάσεις κατά το άρθρο 237. Από τις διατάξεις αυτές συνάγεται ότι, η αναίρεση της απόφασης και επομένως και η εξαφάνιση της μπορεί να είναι ολική ή μερική. Τούτο θα εξαρτηθεί από το κατά πόσο έχουν προσβληθεί όλα ή κάποιο από τα περισσότερα κεφάλαια αυτής (ΑΠ 1150/2017, ΑΠ 336/2013, ΕφΠειρ 294/2015 αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»). Η έκταση της αναιρέσεως προκύπτει από το συγκεκριμένο περιεχόμενο της αναιρετικής αποφάσεως και κατισχύει κάθε αντίθετης γενικής διατυπώσεως αυτής (ΑΠ 336/2013, ό.π, ΑΠ 738/2012 αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»), και μάλιστα του τυχόν χαρακτηρισμού της από αυτήν, ως ολικής (ΑΠ 251/2016, ΕφΠειρ 339/2015 αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»), θεωρείται δε ότι αναιρείται στο σύνολό της όταν η αναιρετική απόφαση, κατά το διατακτικό της, δεν περιορίζει με σχετική διάταξη αυτού την αναίρεση σε ορισμένο ή ορισμένα κεφάλαια της όλης δίκης ή ως προς μερικούς μόνον από τους διαδίκους (ΟλΑΠ 27/2007, Νοβ 2007.1830). Αν δε αναιρεθεί στο σύνολο της, αποβάλλει την ισχύ της και οι διάδικοι επανέρχονται στην πριν από αυτήν κατάσταση (ΑΠ 1123/2017 αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ», ό.π, ΕφΑθ 3428/2015 ΔΙΜΕΕ 2015.397), και αναβιώνει η αίτηση παροχής έννομης προστασίας (έφεση, αγωγή) (ΑΠ 1150/2017, ΑΠ 336/2013, ΕφΠειρ 294/2015, ό.π).  Έτσι, αν αναιρεθεί η απόφαση του Εφετείου και δεν πρόκειται για τις περιπτώσεις του άρθρου 580 παρ.1 και 2 του ΚΠολΔ, αναβιώνει η πρωτόδικη απόφαση και η κατ’ αυτής έφεση, που θα κριθεί πάλι από το Εφετείο. Το τελευταίο, ως Δικαστήριο της παραπομπής σύμφωνα με τις προμνημονευθείσες διατάξεις, επανεκδικάζει την έφεση ως προς το κεφάλαιο στο οποίο αναφέρεται η παράβαση για την οποία η αναίρεση (ΕφΑθ 334/2019 αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»).

Στην κρινόμενη περίπτωση, ο ενάγων και ήδη εκκαλών-εφεσίβλητος, με την από 22-8-2011 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ. ……../23-8-2011) αγωγή του που απηύθυνε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς, ισχυρίστηκε ότι προσελήφθη από την εναγομένη ως τεχνικός τύπου, με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, ασκώντας έκτοτε προσηκόντως τα καθήκοντά του, σε εκτέλεσή της, πλην όμως η τελευταία στις 24-5-2011 προέβη αιφνιδίως σε καταγγελία αυτής. Ακολούθως, επικαλούμενος ακυρότητα της καταγγελίας για τον λόγο ότι έλαβε χώρα ενόσω ο ίδιος βρισκόταν σε κανονική άδεια, από λόγους εκδίκησης, λόγω της συνδικαλιστικής δράσης του αλλά και μη τήρησης των αναγκαίων κριτηρίων, σε περίπτωση που ήθελε κριθεί ότι έγινε για οικονομοτεχνικούς λόγους, καθώς δεν απέλυσε νεότερούς του και χωρίς οικογενειακές, όπως εκείνος, υποχρεώσεις υπαλλήλους, ζητούσε να αναγνωριστεί η ακυρότητα της καταγγελίας του, να υποχρεωθεί η εναγομένη να τον απασχολεί και να του καταβάλει για μισθούς υπερημερίας του χρονικού διαστήματος από 25-5-2011 έως 25-1-2012, το ποσό των 19.268,05 ευρώ, με τον νόμιμο τόκο, για κάθε επιμέρους ποσό, από το τέλος του μήνα, κατά τον οποίο κατέστη ληξιπρόθεσμο και απαιτητό, και μέχρι την εξόφληση, και να επιβληθούν σε βάρος της εναγομένης τα δικαστικά του έξοδα. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η υπ’αριθμ. 686/2012 οριστική απόφαση του ανωτέρω Δικαστηρίου, με την οποία έγινε δεκτή αυτή, ως εν μέρει βάσιμη και κατ’ουσίαν, αναγνωριζομένης της ακυρότητας της από 24-5-2011 καταγγελίας της σύμβασης εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου του ενάγοντος.

Κατά της αποφάσεως αυτής άσκησαν : Α) Ο ενάγων την από 12-6-2012 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ……/12-6-2012) έφεσή του, και Β) Η εναγομένη την από 12-6-2012 (με αύξ.αριθμ. εκθ.καταθ. …../13-6-2012) έφεσή της, με τις οποίες παραπονέθηκαν για πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και, επιπλέον, η εναγομένη για  εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, και ζήτησαν την εξαφάνισή της, με σκοπό να γίνει δεκτή και να απορριφθεί η αγωγή εξ ολοκλήρου, αντίστοιχα. Επ’αυτής εκδόθηκε η υπ’αριθμ. 108/2015 οριστική απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου, με την οποία, η μεν έφεση του ενάγοντος απορρίφθηκε στο σύνολό της, ενώ η έφεση της εναγομένης έγινε δεκτή, ακολούθως εξαφανίστηκε η πρωτόδικη απόφαση και απορρίφθηκε η αγωγή ως κατ’ουσίαν αβάσιμη.

Κατά της αποφάσεως αυτής ο ενάγων άσκησε την από 26-7-2016 αίτηση αναιρέσεώς του. Επ’αυτής εκδόθηκε η υπ’αριθμ. 1473/2016 απόφαση του Β1 Πολιτικού Τμήματος του Αρείου Πάγου,  με την οποία αναιρέθηκε η παραπάνω απόφαση, για παραβίαση εκ μέρους του δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου, της διάταξης του άρθρου 559 περ. 19 του ΚΠολΔ, ήτοι λόγω των ανεπαρκών και αντιφατικών αιτιολογιών της, αναφορικά με την εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 281 του ΑΚ.  Ακολούθως, παραπέμφθηκε η υπόθεση για εκδίκαση στο παρόν Δικαστήριο, συγκροτούμενο από άλλους δικαστές, ως προς το προβληθέν κεφάλαιό της που αφορούσε την ακυρότητα της καταγγελίας της σύμβασης εργασίας του ενάγοντος ως καταχρηστικής. Επομένως, σύμφωνα και με τη σχετική σκέψη που προεκτέθηκε, παρ’ότι με το διατακτικό της δεν περιορίζεται η αναίρεση της προσβαλλομένης απόφασης σε κάποια διάταξη αυτής, από το αιτιολογικό της προκύπτει και, επομένως, θεωρείται ότι αυτή αφορά μόνον το συγκεκριμένο σκέλος της, και η αίτηση παροχής έννομης προστασίας και δη αμφότερες οι εφέσεις αναβιώνουν μόνον ως προς   αυτό.  Έτσι, το παρόν Δικαστήριο ως δικαστήριο της παραπομπής θα ερευνήσει την υπόθεση μέσα στα όρια που διαγράφονται με την αναιρετική απόφαση δηλαδή μόνον τους αντίστοιχους λόγους, που αφορούν στην ακυρότητα ή μη λόγω τυχόν καταχρηστικότητας της καταγγελίας της σύμβασης εργασίας του ενάγοντος, και όχι και εκείνους που πλήττουν τις διατάξεις της, περί επιδίκασης μισθών υπερημερίας στον ενάγοντα και αποδοχής των υπηρεσιών του εκ μέρους της εναγομένης, γιατί διαφορετικά θα προσέβαλε το δεδικασμένο. Με βάση, επομένως, όσα προεκτέθηκαν, με την από 4-12-2018 (με αύξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ……./2018) κλήση του ενάγοντος, παραδεκτώς μεν επαναφέρεται προς συζήτηση η από 12-6-2012 (με αύξ.αριθμ. εκθ.καταθ. …../13-6-2012) έφεση της εναγομένης, κατά το προαναφερθέν περί ακυρότητας της καταγγελίας λόγω καταχρηστικότητας σκέλος της, αλλά όχι εκείνο περί αοριστίας του αιτήματος περί επιδίκασης μισθών υπερημερίας, ενώ απαραδέκτως επαναφέρεται προς συζήτηση η από 12-6-2012 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ……./12-6-2012) έφεση του ενάγοντος, για τον λόγο ότι, με αυτήν δεν πλήττεται το αναιρεθέν σκέλος της παραπάνω απόφασης. Η παραπάνω δε έφεση της εναγομένης είναι τυπικά δεκτή, όπως ήδη κρίθηκε με την υπ’αριθμ. 108/2015 οριστική απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου, η οποία κατά το μέρος τούτο δεν προσβλήθηκε με λόγο αναίρεσης, και, επομένως, πρέπει να ερευνηθεί ως προς το παραδεκτό και βάσιμο του πρώτου λόγου της. Σημειώνεται, ότι δεν τίθεται ζήτημα εφαρμογής των νέων διατάξεων του ν.4335/2015 κατά το μέρος που τροποποίησαν τις διατάξεις του τρίτου βιβλίου του ΚΠολΔ (άρθρα 495-590 του ΚΠολΔ), οι οποίες αφορούν και τα ένδικα μέσα, δεδομένου ότι, κατά τη μεταβατική διάταξη του άρθρου 1 άρθρου ένατου παρ.2 αυτού, οι διατάξεις αυτές τυγχάνουν εφαρμογής για τα ένδικα μέσα τα κατατιθέμενα από την 1-1-2016 και εφεξής, ενώ, στην προκειμένη περίπτωση, η κρινόμενη έφεση κατατέθηκε πριν τη συγκεκριμένη ημερομηνία.

Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα απόδειξης, ………., ενώπιον του ακροατηρίου του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, που περιέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασής του, και όλων ανεξαιρέτως των εγγράφων, που νομίμως επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, ορισμένα εκ των οποίων λαμβάνονται υπόψη προς άμεση απόδειξη και άλλα για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, χωρίς να παραλείπεται κανένα για την εκτίμηση της ουσίας της υπόθεσης, ασχέτως αν μνημονεύεται ή όχι ειδικά, καθώς και : α/ της υπ’αριθμ. ……../12-12-2011 ένορκης βεβαίωσης του μάρτυρα …………, ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών, …………., που ελήφθη με επιμέλεια της εναγομένης, κατ’άρθρο 671 § 1 εδ.γ΄του ΚΠολΔ, μετά από νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση του ενάγοντος που δεν παρέστη κατ’αυτήν (από 8-12-2011 γνωστοποίηση κλήσης εξέτασης μαρτύρων και υπ’αριθμ. …../9-12-2011 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών, …….) καθώς και των υπ’αριθμ. ………./15-12-2011 ένορκων βεβαιώσεων των μαρτύρων, …………. αντίστοιχα, που ελήφθησαν, εντός της προθεσμίας αντίκρουσης, με επιμέλεια του ενάγοντος, κατόπιν προφορικής κλήτευσης της εναγομένης, ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά, καθώς η εντός της προθεσμίας αντικρούσεως ληφθείσα  ένορκη βεβαίωση (ανεξαρτήτως  του  αν και υπό ποίες προϋποθέσεις  λαμβάνεται υπόψη  από  το πρωτοβάθμιο δικαστήριο) επιτρεπτώς προσκομίζεται  στο εφετείο και  δη κατά μείζονα  λόγο, αφού ενώπιον  αυτού επιτρέπονται  και νέα αποδεικτικά μέσα (άρθρο  529 § 1  του ΚΠολΔ), λαμβάνοντας υπόψη και τα διδάγματα της κοινής πείρας  και λογικής (άρθρο 336 § § 3,4 του ΚΠολΔ), χωρίς αντιθέτως να ληφθεί υπόψη η ενώπιον του ακροατηρίου του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου ένορκη κατάθεση του μάρτυρα …………. καθώς και η υπ’αριθμ. ……/12-12-2011 ένορκη βεβαίωση του μάρτυρα ……., ενώπιον της ως άνω συμβολαιογράφου, ……….., καθώς, όπως προκύπτει από το προσκομιζόμενο απόσπασμα του φύλλου ……/27-6-2011 του Τεύχους ΑΕ-ΕΠΕ της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως, κατά τον χρόνο που αυτές έλαβαν χώρα, ο μεν μάρτυρας ανταπόδειξης, …….. ήταν νόμιμος εκπρόσωπος της εναγομένης, ο δε μάρτυρας ………, οικονομικός  διευθυντής της, στον οποίο χορηγήθηκε δικαίωμα εκπροσώπησής της από κοινού με τον …….., και, επομένως, αυτές αποτελούν ανυπόστατα αποδεικτικά μέσα (ΑΠ 1910/2011,  ΑΠ 227/2006 αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά  :  Ο ενάγων προσελήφθη από την αρχικώς εναγομένη με την επωνυμία «…………», ο εκδοτικός κλάδος της οποίας αποσχίσθηκε και μεταβιβάστηκε στην ήδη εκκαλούσα, κατά τα άρθρα 1 περ.ε΄ και 4 του ν. 2166/1993,  η οποία δραστηριοποιείτο στην έκδοση ημερησίων εφημερίδων, δυνάμει σύμβασης εξαρτημένης εργασίας που συνήφθη την 1-6-1987, παρέχοντας έκτοτε προσηκόντως τις υπηρεσίες του ως τεχνικός τύπου και στη συνέχεια μετά την εφαρμογή της νέας τεχνολογίας, ως σελιδοποιός, χωρίς να διατυπωθεί καθ’όλη τη διάρκεια της απασχόλησής του κανένα παράπονο από την εργοδότριά του (σχετ. το από 14-7-2011 Δελτίο Εργατικής Διαφοράς του Σώματος  Επιθεώρησης Εργασίας του Κεντρικού Τομέα Πειραιά). Οι αποδοχές του τον Ιανουάριο του έτους 2011 είχαν διαμορφωθεί στο ποσό των 3.853,61 ευρώ και ήταν ένας από τους πλέον υψηλά αμειβόμενους υπαλλήλους. Με την πάροδο των ετών ανέπτυξε συνδικαλιστική δραστηριότητα  υπέρ των δικαιωμάτων των μισθωτών της εναγομένης και κατά τη διετία 2007-2009 συμμετείχε, κατόπιν εκλογής, στο διοικητικό συμβούλιο του συνδικαλιστικού σωματείου «………..». Αποδείχθηκε, επίσης, ότι από το 2010 και μετά η γενικότερη οικονομική ύφεση επέδρασε αρνητικά στον χώρο των μέσων μαζικής επικοινωνίας και, επομένως, και στη δραστηριότητα της εναγομένης, η οποία λόγω της γενικότερης πτώσης των πωλήσεων των εφημερίδων και των περιοδικών, τη δραστική μείωση των διαφημιστικών εσόδων της και την πτώση των εσόδων της από εκτυπώσεις τρίτων,  εμφάνισε σημαντική μείωση του κύκλου των εργασιών της και των εσόδων της, με αντίστοιχη αύξηση των ζημιών της. Συγκεκριμένα, βάσει του δημοσιευθέντος στις 20-4-2011 ισολογισμού της (ΦΕΚ ΑΕ-ΕΠΕ ……/20-4-2011), κατά τη χρήση 1/1 έως 31/12/2010 σε σχέση με την προηγούμενη χρήση 1/1 έως 31/12/2009, ο κύκλος των εργασιών της μειώθηκε από 76.054.094,30 σε 69.288.642,51 ευρώ, τα μικτά της κέρδη από 19.479.571,13 σε 17.895.327,50 ευρώ  και οι ζημίες της μετά από φόρους, αυξήθηκαν από 4.436.680,39 σε 7.831.552,16 ευρώ. Υπό τα δεδομένα αυτά, αποφάσισε τη μείωση των δαπανών της και μεταξύ αυτών και τη μείωση του μισθολογικού κόστους.  Εξάλλου, η εξέλιξη της τεχνολογίας είχε ως αποτέλεσμα τη συρρίκνωση του τομέα της προεκτύπωσης, με περαιτέρω συνέπεια τη μείωση των θέσεων εργασίας των τεχνικών. Στο πλαίσιο αυτό, ήδη από τον Σεπτέμβριο του έτους 2009 ανακοινώθηκε μείωση των αποδοχών των τεχνικών τύπου, η οποία τελικά δεν πραγματοποιήθηκε. Καταγγέλθηκαν, ωστόσο, οι συμβάσεις εργασίας δύο τεχνικών τύπου και δύο ακόμη το καλοκαίρι του επομένου έτους, οι οποίοι δεν αποδεικνύεται ότι προσέφυγαν στο άνω συνδικαλιστικό σωματείο. Τον Νοέμβριο του έτους 2010 τέθηκε από τον διευθυντή παραγωγής της εναγομένης, ………… το ζήτημα της εκ περιτροπής εργασίας και υπήρξε συνάντηση με τον πρόεδρο της …. ……., ενώ για το ίδιο θέμα έλαβαν χώρα άλλες δύο συναντήσεις στις 21 και τις 27/12 του ίδιου έτους. Παρ’ότι η πρόταση για το εργασιακό αυτό καθεστώς δεν έγινε αποδεκτή από τους εργαζομένους τεχνικούς τύπου, στις 30-12-2010 κατατέθηκε το υπ’αριθμ. πρωτ. …… έγγραφο της εναγομένης, περί εφαρμογής του για το σύνολο αυτών ήδη από την 1-1-2011, γεγονός που προκάλεσε την άμεση αντίδραση οκτώ εκ των δέκα θιγόμενων εργαζομένων αλλά και του ….. (σχετ. οι από 17-1-2011 εξώδικες δηλώσεις-προσκλήσεις μετά διαμαρτυρίας και επιφυλάξεως). Τελικώς, λόγω της έντονης αντίδρασης των εργαζομένων της η εναγομένη ανακάλεσε τη σχετική απόφασή της, εφαρμόζοντας το πρόγραμμα της εθελούσιας εξόδου με ευνοϊκούς όρους,  για τρεις αρχικά τεχνικούς τύπου, που είχαν θεμελιώσει συνταξιοδοτικό δικαίωμα, τον Ιανουάριο του ίδιου έτους. Τον Μάρτιο προέβη σε καταγγελία της συμβάσεως εργασίας μιας ακόμη τεχνικού, η οποία, δεν προσέφυγε στο άνω συνδικαλιστικό σωματείο και στις αρχές Μαΐου ανακοίνωσε  την απόφασή της να προχωρήσει σε περαιτέρω μείωση των θέσεων εργασίας, με την καταγγελία των συμβάσεων εργασίας εννέα ακόμη τεχνικών, με αποτέλεσμα, όπως τουλάχιστον ισχυρίζεται ο ενάγων, το απομένον προσωπικό να μην επαρκεί για να καλύψει τις ανάγκες της την ίδια στιγμή που η εναγομένη προσέλαβε και χρησιμοποιούσε τεχνικούς,  μέσω άλλης εταιρείας συμφερόντων της, με τη μορφή της σύμβασης παροχής ανεξάρτητων υπηρεσιών. Όλες αυτές οι ενέργειες της εναγομένης, παρ’ότι συνέπλεαν με το γενικότερο οικονομικό κλίμα που είχε πλήξει και τον τομέα των μέσων μαζικής επικοινωνίας, είχαν αποτελέσει αντικείμενο έντονης αντιπαράθεσης με τους εργαζομένους της και το προαναφερθέν συνδικαλιστικό σωματείο. Για την διαφαινόμενη πλέον καθαρά αλλαγή στις εργασιακές σχέσεις με τις περικοπές των μισθών, τις απολύσεις εργαζομένων και την προώθηση πιο ελαστικών θέσεων εργασίας, όπως η εκ περιτροπής εργασία, υπήρξε έντονη αντίδραση και από το διασωματειακό σωματείο των εργαζομένων στα ΜΜΕ (δημοσιογράφων, διοικητικών υπαλλήλων, τεχνικών) με την εξαγγελία απεργιακής κινητοποίησης στις 17-3-2011, αλλά και προηγουμένως στις 23-2-2011. Σε όλες αυτές τις κινητοποιήσεις πρωτοστατούσε ο ενάγων, ο οποίος, ελλείψει επιχειρησιακού σωματείου, εκπροσωπούσε τους εργαζομένους στην εναγομένη, προς την οποία-αλλά και την ………..- μετέφερε τα παράπονα και οποιοδήποτε άλλο θέμα προέκυπτε, και μετέφερε αντίστοιχα σε εκείνους οτιδήποτε αφορούσε γενικά το τμήμα των τεχνικών ή ατομικά κάποιο εργαζόμενο, μεριμνώντας για την προάσπιση των δικαιωμάτων τους (σχετ. υπ’αριθμ. ………… ./2011 ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον της Ειρηνοδίκου Αθηνών αλλά και από 25-5-2011 δημοσίευμα της εφημερίδας «…………»). Οι σχέσεις του με την εναγομένη διαταράχθηκαν αφής στιγμής άρχισαν οι απολύσεις του προσωπικού, με την επίμονη και σταθερή στάση που επέδειξε, ώστε να διασφαλιστούν οι θέσεις εργασίες και οι αποδοχές των εργαζομένων και να αποτραπεί ο κίνδυνος και άλλων απολύσεων, ενώ έντονη υπήρξε η αντίδρασή του στην εκ περιτροπής εργασία (σχετ. η μαρτυρική κατάθεση του μέλους του δσ της ένωσης τεχνικών τύπου, …..…). Έτσι, ουδεμία αμφιβολία καταλείπεται ότι την ιδιότητά του αυτή, ως εκπροσώπου δηλαδή των εργαζομένων, γνώριζαν και οι εκπρόσωποι  της εναγομένης, ανεξαρτήτως του ότι δεν έφερε και επισήμως τη συνδικαλιστική ιδιότητα τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο, δεδομένου μάλιστα ότι υπήρξε μέλος του οικείου σωματείου την περίοδο 2007-2009. Αποδείχθηκε, επίσης, ότι τελικά η εναγομένη άρχισε διαπραγματεύσεις με τους εργαζομένους για την μείωση των, άνω των 2.000 ευρώ μηνιαίως, αποδοχών όλων των υψηλόμισθων τεχνικών τύπου, συντάσσοντας μάλιστα σχέδιο ιδιωτικού συμφωνητικού τροποποίησης των ατομικών συμβάσεων εργασίας, προκειμένου να τις υπογράψουν οι εργαζόμενοι, κάποιοι εκ των οποίων το αποδέχθηκαν, ενώ ο ενάγων, αντιτάχθηκε, αποδεχόμενος ωστόσο τη μείωση αυτή προσωπικά για τον εαυτό του.  Την ίδια χρονική περίοδο είχαν προγραμματιστεί για τις 28, 29, 30 και 31 Μαΐου 2011 οι αρχιαιρεσίες για την ανάδειξη της διοίκησης της …….., στις οποίες επρόκειτο να συμμετάσχει και ο ενάγων με τον συνδυασμό «………….».  Η προθεσμία υποβολής υποψηφιοτήτων έληγε στις 24-5-2011, ο ανωτέρω συνδυασμός όμως είχε ήδη ανακοινώσει και καταρτίσει το ψηφοδέλτιό του, και είχε αναρτήσει σχετική αφίσα στον πίνακα ανακοινώσεων της εναγομένης από τις 20-5-2011, ενώ ο ίδιος, όπως και όλοι οι υποψήφιοι, είχε ζητήσει και είχε λάβει προφορικά σχετική άδεια από τον διευθυντή προσωπικού, …….., προκειμένου να επιμεληθεί τα της εκλογής του (σχετ. οι υπ’αριθμ. ………../2011 ένορκες βεβαιώσεις). Το απόγευμα της 20ης Μαΐου 2011, ημέρα Παρασκευή, ο ενάγων επισκέφθηκε τα τμήματα των τεχνικών της εναγομένης, και φέρεται ότι διαπληκτίστηκε με κάποιους συναδέλφους του και ειδικώς τον …….., οι οποίοι δεν ήθελαν να διακινδυνεύσουν την εργασία τους, υπήρχαν όμως και κάποιοι, που τάχθηκαν στο πλευρό του, συμφωνώντας προφανώς σε πιο δυναμικές κινητοποιήσεις έναντι της απόφασης της εναγομένης για μείωση αποδοχών. Δημιουργήθηκε ένταση, η οποία ήταν λογική και αναμενόμενη, λόγω του κλίματος ανασφάλειας που είχε δημιουργηθεί στις εργασιακές σχέσεις, χωρίς να υπάρξει κάποια συνέχεια, αφού όλοι γνώριζαν ότι ο ενάγων ενδιαφερόταν πραγματικά και ενεργούσε προς το συμφέρον των εργαζομένων. Ούτε, επίσης, αποδείχθηκε με τρόπο σαφή και συγκεκριμένο εάν και με ποιό τρόπο ο ενάγων χλεύασε την απόφαση της εναγομένης για μείωση των μισθών, καταφερόμενος κατά του βασικού μετόχου της (…….), καθώς μάλιστα ο ίδιος αρνήθηκε το γεγονός αυτό πρωτοδίκως αλλά και με τις προτάσεις του ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (υπ’αριθμ. ………../2011 ένορκες βεβαιώσεις). Το παραπάνω περιστατικό περιήλθε σε γνώση της εναγομένης, η οποία το θεώρησε απαράδεκτο και προκειμένου, κατά τους ισχυρισμούς της, να διατηρήσει την εργασιακή ειρήνη, προχώρησε αιφνιδίως στις 23-5-2011 στην καταγγελία της σύμβασης εργασίας του. Άμεση ήταν η αντίδραση του ενάγοντος, ο οποίος με την από 17-6-2011 αίτησή του προσέφυγε στο Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας του Κεντρικού Τομέα Πειραιά προς επίλυση της διαφοράς. Με βάση όσα προεκτέθηκαν, το Δικαστήριο συνάγει ότι η καταγγελία της σύμβασης εργασίας του ενάγοντος υπήρξε καταχρηστική, καθώς υπαγορεύθηκε από εμπάθεια στο πρόσωπό του και από λόγους εκδίκησης, λόγω της προηγηθείσας νόμιμης, αλλά μη αρεστής στην εναγομένη δράσης του, που αποσκοπούμε στη διαφύλαξη των εργασιακών και οικονομικών δικαιωμάτων των εργαζομένων, και η οποία αναμενόταν να ενταθεί εφόσον επακολουθούσε εκλογή του στις επικείμενες αρχιαιρεσίες, γεγονός που θα αποτελούσε νομικό κώλυμα για την απόλυσή του, υπερβαίνοντας έτσι προφανώς τα όρια που επιβάλλονται από την καλή πίστη, τα χρηστά ήθη και τον κοινωνικό αλλά και τον οικονομικό σκοπό του δικαιώματος της εναγομένης-εκκαλούσας-εφεσίβλητης προς καταγγελία της σύμβασης και ως εκ τούτου, βάσει των άρθρων 174, 180 και 281 του ΑΚ, είναι άκυρη.. Το περιστατικό της 20ης Μαΐου αποτέλεσε πρόσχημα για την απόλυσή του, και δεν ήταν αυτός ο πραγματικός λόγος της, αφού πρόκειται για ένα μεμονωμένο σε κάθε περίπτωση γεγονός, που δεν θα μπορούσε να ανατρέψει την επί πολλά έτη αρμονική συνεργασία του με την εναγομένη, η οποία επέβαλε να κληθεί ο ενάγων να παράσχει εξηγήσεις για την τυχόν απρεπή συμπεριφορά του. Το γεγονός ότι δεν προηγήθηκε απόλυσή του κατά τη διάρκεια του τελευταίου έτους, οπότε και κλιμακώθηκε η αντιπαράθεσή του με την εναγομένη, δεν αποτελεί επιχείρημα υπέρ της παραδοχής ότι η απόλυσή του υπαγορεύθηκε για λόγους αναγόμενους στη διακοπή της αρμονικής συνεργασίας τους και την ηθελημένη ανάρμοστη συμπεριφορά του προς την εργοδότιδα αλλά και συναδέλφους του. Αυτή άλλωστε ήταν και η πεποίθηση των συναδέλφων του, οι οποίοι με δημοσίευμά τους στην εφημερίδα «…………», σε ένδειξη συμπαράστασης προς το πρόσωπό του και αναγνώρισης της προσφοράς του, ως εκπροσώπου τους, εξέφρασαν την έντονη αντίθεσή τους, αλλά και την πεποίθησή τους ότι η απόλυσή του υπήρξε ακριβώς αποτέλεσμα της εν γένει δράσης του, καλώντας τη διεύθυνση της εναγομένης να την ανακαλέσει.

Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, καταλήγοντας στην ίδια κρίση, με πιο συνοπτική αιτιολογία, που συμπληρώνεται από την αιτιολογία της παρούσας  (ΕφΘεσ 2754/2017 , ΕφΠειρ 19/2017 αδημ.ΤΠ «ΝΟΜΟΣ»), ορθά τις αποδείξεις εκτίμησε και ο περί του αντιθέτου πρώτος λόγος της από 12-6-2012 (με αύξ.αριθμ. εκθ.καταθ. ……./13-6-2012) έφεσης της εναγομένης, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος και εν τέλει και η έφεσή της στο σύνολό της. Τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας πρέπει, κατόπιν σχετικού αιτήματός τους, να κατανεμηθούν μεταξύ αυτών ανάλογα προς την έκτασης της νίκης και ήττας τους, κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό  (106, 176, 183 και 191 § 2 του ΚΠολΔ, 63 § § 1iα,2 68 § 1,  69 παρ.1 εδ.α΄, 166 και παράρτημα Ι Β του ν.4194/2013).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΚΗΡΥΣΣΕΙ απαράδεκτη τη συζήτηση της από 12-6-2012 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ……/12-6-2012) έφεσης του ενάγοντος κατά της υπ’αριθμ. 686/2012 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

ΔΙΚΑΖΕΙ την από 12-6-2012 (με αύξ.αριθμ. εκθ.καταθ. ……/13-6-2012) έφεση της εναγομένης, κατά της ως άνω απόφασης, αντιμωλία των διαδίκων, ως προς το σκέλος της που αφορά την καταχρηστικότητα της καταγγελίας της σύμβασης εργασίας του ενάγοντος.

ΔΕΧΕΤΑΙ αυτήν τυπικά και την απορρίπτει κατ’ουσίαν.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της εκκαλούσας-εφεσίβλητης, μέρος των δικαστικών εξόδων του εκκαλούντος-εφεσίβλητου, το οποίο ορίζει στο ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς να παρίστανται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους, στις 9-4-2020.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                                Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ