Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 285/2020

Εκπρόθεσμη έφεση από γνωστής διαμονής, ερημοδικασθείσα στον πρώτο βαθμό,εναγομένη.

 

Αριθμός    285 /2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Αικατερίνη Κοκόλη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα   Τ.Λ.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Σύμφωνα με το άρθρο 528 του ΚΠολΔ, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 44 παρ. 2 του Ν. 3994/2011, και εφαρμόζεται στην προκειμένη περίπτωση, «Αν ασκηθεί έφεση από τον διάδικο που δικάσθηκε ερήμην, η εκκαλούμενη απόφαση εξαφανίζεται μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους πρόσθετους λόγους, ανεξάρτητα από τη διαδικασία που τηρήθηκε. Ο εκκαλών δικαιούται να προβάλει όλους τους ισχυρισμούς που μπορούσε να προτείνει πρωτοδίκως.». Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι αν ασκηθεί έφεση κατά ερήμην του εκκαλούντος αποφάσεως, η οποία λειτουργεί ως υποκατάστατο αναιτιολόγητης ανακοπής ερημοδικίας, εξαφανίζεται η εκκαλούμενη απόφαση μέσα στα όρια του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της έφεσης, χωρίς έρευνα των λόγων της (πρβλ. ΑΠ 1906/2008, ΕφΛαμ 94/2011) και ο εκκαλών δικαιούται να προβάλει (με το δικόγραφο αυτής και τις προτάσεις του) όλους τους ισχυρισμούς, που μπορούσε να προβάλει πρωτοδίκως. Του παρέχεται, δηλαδή, η δυνατότητα, δεδομένου ότι δεν εμφανίστηκε στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, όπως, εντός των ορίων του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της έφεσης, ακουστεί και προβάλλει στο Εφετείο όσους ισχυρισμούς μπορούσε να προτείνει πρωτοδίκως επανορθώνοντας, με την έφεση, τις συνέπειες που η απουσία του, ενδεχομένως, επέφερε (βλ. αιτιολογική έκθεση του Ν. 2915/2001). Επομένως, για την εξαφάνιση της πρωτόδικης αποφάσεως δεν απαιτείται να ευδοκιμήσει προηγουμένως κάποιος λόγος της έφεσης, αλλά αρκεί η τυπική παραδοχή της, καθόσον αυτή έχει τα αποτελέσματα της καταργηθείσας αναιτιολόγητης ανακοπής ερημοδικίας (πρβλ. ΑΠ 476/2017, ΑΠ 2150/2014, ΑΠ 1858/2014, ΑΠ 1546/2013, ΑΠ 280/2012, ΑΠ 866/2008, ΑΠ 829/2008, ΑΠ 884/2007, ΑΠ 1015/2005, ΕφΑθ 33/2018, ΕφΠειρ 619/2017, ΕφΠειρ 95/2017, ΕφΠειρ92/2013, ΕφΑθ 2142/2011). Κατά τη διάταξη δε, του άρθρου 495 παρ. 1 και 2 του ΚΠολΔ, όπως αυτή τροποποιήθηκε με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015 (ΦΕΚ Α 87), με έναρξη ισχύος, σύμφωνα με το άρθρο ένατο παρ.2 του αυτού άρθρου και νόμου, από 1-1-2016 «1. Τα ένδικα μέσα της ανακοπής ερημοδικίας, της έφεσης, της αναψηλάφησης και της αναίρεσης ασκούνται με δικόγραφο που κατατίθεται στο πρωτότυπο στη γραμματεία του δικαστηρίου που έχει εκδώσει την προσβαλλόμενη απόφαση ή στη γραμματεία του πρωτοδικείου της μεταβατικής έδρας, αν προσβάλλεται απόφαση εφετείου που συνεδρίασε σε μεταβατική έδρα. 2. Για την κατάθεση συντάσσεται έκθεση στο βιβλίο που τηρείται σύμφωνα με το άρθρο 496, την οποία υπογράφει και αυτός που καταθέτει. Στο δικόγραφο που κατατίθεται σημειώνεται ο αριθμός της έκθεσης και η χρονολογία της και βεβαιώνονται με την υπογραφή εκείνου που συντάσσει την έκθεση.».  Επιπλέον, σύμφωνα με το άρθρο 513 παρ. 1 περ. β΄, εδ. β΄ του ΚΠολΔ «Κατά των αποφάσεων που έχουν εκδοθεί ερήμην έφεση επιτρέπεται από τη δημοσίευσή τους». Από τη διάταξη αυτή, συνάγεται ότι, οι προθεσμίες των ένδικων μέσων της ανακοπής ερημοδικίας και της έφεσης συρρέουν – συντρέχουν (ΑΠ 1133/2008, ΑΠ 1782/2002, ΑΠ 235/2000, ΕφΑθ 1763/2007). Ενδέχεται έτσι να ασκηθεί από τον ερημοδικασθέντα πρωτοδίκως διάδικο έφεση κατά παράλειψη της ανακοπής ερη­μοδικίας και ενώ διαρκεί η προθεσμία της. Στην περίπτωση αυτή η άσκηση έφεσης υποδηλώνει συνήθως σιωπηρή παραίτη­ση από το δικαίωμα άσκησης ανακοπής ερημοδικίας, η οποία είναι επιτρεπτή και έγκυρη, εφόσον ο Δικηγόρος που υπο­γράφει το δικόγραφο της έφεσης έχει ει­δική προς τούτο πληρεξουσιότητα κατά το άρθρο 98 περ. β΄ του ΚΠολΔ (πρβλ. ΑΠ 1983/2006). Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 518 παρ. 1 του ΚΠολΔ, «Αν ο εκκαλών διαμένει στην Ελλάδα η προθεσμία της έφεσης είναι τριάντα ημέρες, αν διαμένει στο εξωτερικό ή η διαμονή του είναι άγνωστη, εξήντα ημέρες, και στις δύο περιπτώσεις η προθεσμία αρχίζει από την επίδοση της απόφασης που περατώνει τη δίκη». Κατά τη διάταξη δε, του άρθρου 144 παρ. 1 του ΚΠολΔ «Οι προθεσμίες που ορίζονται από το νόμο ή τα δικαστήρια αρχίζουν από την επόμενη ημέρα μετά την επίδοση ή μετά τη συντέλεση του γεγονότος που αποτελεί την αφετηρία της προθεσμίας και λήγουν στις 7 το βράδυ της τελευταίας ημέρας και αν αυτή είναι κατά το νόμο εξαιρετέα, την ίδια ώρα της επομένης μη εξαιρετέας ημέρας.».Από το ως άνω άρθρο σε συνδυασμό και με τις διατάξεις του προαναφερόμενου άρθρου 518 παρ. 1 του ΚΠολΔ συνάγεται ότι η προθεσμία για την άσκηση έφεσης, αν ο εκκαλών διαμένει στην Ελλάδα, είναι τριάντα ημερών, αρχίζει δε από την επόμενη ημέρα μετά την επίδοση της απόφασης, που περατώνει τη δίκη, και λήγει στις επτά το βράδυ της τελευταίας (δηλαδή της τριακοστής) ημέρας και εάν αυτή είναι κατά νόμο εξαιρετέα, την ίδια ώρα της επόμενης μη εξαιρετέας ημέρας. Η παρέλευση της κατά νόμο αυτής προθεσμίας συνεπάγεται έκπτωση του διαδίκου από το δικαίωμα προς άσκηση έφεσης (άρθρο 151 του ΚΠολΔ). Εάν δε πάρα ταύτα ασκηθεί έφεση, το Δικαστήριο, κατ΄ άρθρο 532 του ΚΠολΔ, απορρίπτει αυτήν ως απαράδεκτη (ΑΠ 241/2006, ΑΠ 1705/2005). Το απαράδεκτο αυτό μπορεί να προταθεί σε κάθε στάση της κατ΄ έφεση δίκης, λαμβάνεται, όμως, υπόψη και αυτεπαγγέλτωςκατ΄ άρθρα 151 και 532 του ΚΠολΔ (ΑΠ 332/1986, ΑΠ 1144/1984, ΕφΛαρ 302/2012, ΕφΑθ 5446/1993, ΕφΑθ 57/1986). Περαιτέρω, η  επίδοση της εκκαλουμένης,  στις περιπτώσεις του άρθρου 128 παρ.4 του ΚΠολΔ, σύμφωνα με το άρθρο 136 παρ. 2 του αυτού Κώδικα, θεωρείται ότι συντελέστηκε με τη θυροκόλληση του εγγράφου στη θύρα της κατοικίας εκείνου προς τον οποίο γίνεται η επίδοση, με την προϋπόθεση ότι έγιναν όσα ορίζονται στην παράγραφο αυτή (του άρθρου 128 παρ. 4 του ΚΠολΔ) και με τα στοιχεία β΄ και γ΄. Ειδικότερα από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι για τη συντέλεση της επίδοσης που έγινε με θυροκόλληση απαιτείται προσθέτως: α) Αντίγραφο του εγγράφου να εγχειρισθεί, το αργότερο την επόμενη εργάσιμη ημέρα μετά τη θυροκόλληση, στον προϊστάμενο του αστυνομικού τμήματος, ή σταθμού της περιφέρειας όπου η κατοικία του παραλήπτη και αν λείπει ο προϊστάμενος, στον αξιωματικό ή υπαξιωματικό υπηρεσίας ή στο σκοπό του αστυνομικού καταστήματος και β) να ταχυδρομηθεί έγγραφη ειδοποίηση στον παραλήπτη του εγγράφου, το αργότερο την επόμενη εργάσιμη ημέρα από την ανωτέρω παράδοση. Αν αυτά γίνουν μέσα στις ως άνω προθεσμίες η επίδοση έχει επέλθει από την ημέρα της θυροκόλλησης, άλλως, ολοκληρώνεται από την ενέργεια και της τελευταίας από τις εν λόγω πράξεις (ΑΠ 133/1998, ΑΠ 574/1996). Πάντως, το κύρος της επίδοσης δεν θίγεται αν τυχόν το πρόσωπο προς το οποίο η επίδοση δεν έλαβε πράγματι γνώση του εγγράφου, το οποίο του επιδόθηκε με τον εκτεθέντα τρόπο (ΕφΠειρ 72/2017, ΕφΠειρ 453/1998, ΕφΑθ 9522/1987).  Στην προκειμένη περίπτωση επί της από 8-6-2016 (αρ. καταθ. ………./2016) αγωγής του ενάγοντος, ήδη εφεσίβλητου, κατά της εναγομένης, ήδη εκκαλούσας, εκδόθηκε, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρα 614 και 591 του ΚΠολΔ), ερήμην της εναγομένης, η υπ΄ αρ. 5542/2017 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία δέχθηκε αυτή (αγωγή)κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, λόγω της ερημοδικίας της εναγομένης. Ακριβές επικυρωμένο φωτοτυπικό αντίγραφο της ως άνω αποφάσεως, με την κάτωθι αυτής από 9-5-2018 επιταγή προς προσωρινή συμμόρφωση με τις καταψηφιστικές διατάξεις, επιδόθηκε, με επιμέλεια του ενάγοντος στην εναγομένη, γνωστής διαμονής στην Ελλάδα, την 19-6-2018, όπως προκύπτει από την νομίμως προσκομισθείσα με επίκληση από τον ενάγοντα υπ΄ αρ. ……./19-6-2018 έκθεση επιδόσεως(δια θυροκολλήσεως, παρουσία της συνυπογράφουσας μάρτυρα) του Δικαστικού Επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιώς, με έδρα το Πρωτοδικείο Πειραιώς, ………. και τις συνημμένες σ΄ αυτήν αφενός από 19-6-2018 απόδειξη παραλαβής αντιγράφου θυροκολληθέντος εγγράφου που την υπογράφει η παραλαβούσα αξιωματικός υπηρεσίας του Α.Τ. Δημοτικού Θεάτρου, δηλαδή της Αστυνομικής Αρχής του τόπου της κατοικίας της εναγομένης και αφετέρου από 20-6-2018 έγγραφη βεβαίωση του ίδιου Δικαστικού Επιμελητή που την προσυπογράφει ο παραλαβών αρμόδιος υπάλληλος του Ταχυδρομικού Γραφείου ….. (ΕΛΤΑ). Με την από 11-2-2020  προσθήκη-αντίκρουση των προτάσεών της, που κατέθεσε ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, μετά την κατά τη δικάσιμο της 6-2-2020 συζήτηση στο ακροατήριο και εντός της κατά το άρθρο 524 του ΚΠολΔ οριζόμενης προθεσμίας, η εκκαλούσα επικαλείται, κατ΄ εκτίμηση αυτής (προσθήκης-αντίκρουσης), ότι άσκησε την ένδικη έφεση, χωρίς να έχει λάβει γνώση της προσβαλλόμενης απόφασης. Σύμφωνα, όμως, με τα αναφερόμενα στη νομική σκέψη της παρούσας, ανεξαρτήτως του ότι δεν αποδείχθηκε ότι η εκκαλούσα δεν έλαβε γνώση της προσβαλλόμενης απόφασης, σε κάθε περίπτωση, δεν θίγεται το κύρος της επίδοσης αν τυχόν ο προς ον η επίδοση δεν έλαβε πράγματι γνώση του επιδοθέντος εγγράφου είτε από αυτό που θυροκολλήθηκε, είτε από το αντίγραφο που κατατέθηκε στο Αστυνομικό Τμήμα είτε από την ειδοποίηση μέσω του ταχυδρομείου. Περαιτέρω από το επικαλούμενο και προσκομιζόμενο από τον εφεσίβλητο υπ΄ αρ. …../2020 πιστοποιητικό περί κατάθεσης ενδίκων μέσων της Γραμματέα του Πρωτοδικείου Πειραιώς προκύπτει ότι κατά της εκκαλουμένης αποφάσεως, πλην της ένδικης εφέσεως, δεν έχει ασκηθεί μέχρι και την 5-2-2020, άλλο ένδικο μέσο. Ειδικότερα, κατ΄ αυτής της αποφάσεως του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, όπως σαφώς προκύπτει από το περιεχόμενο αυτής (έφεσης),η εναγομένη άσκησε την ένδικη από 21-12-2018 έφεση, δικόγραφο της οποίας κατατέθηκε αρμοδίως, κατά το άρθρο 495 του ΚΠολΔ, στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση, την 21-12-2018, συνταχθείσας της υπ΄ αρ. ……/2018 σχετικής έκθεσης καταθέσεως. Επομένως, εφόσον ως προς το χρόνο και τον τρόπο της επίδοσης της πρωτόδικης απόφασης η προαναφερθείσα έκθεση αποτελεί, ως δημόσιο έγγραφο, πλήρη απόδειξη, και δεν προσβλήθηκε από την εκκαλούσα ως πλαστή, η ένδικη έφεση, η οποία ασκήθηκε την 21-12-2018, ασκήθηκε εκπροθέσμως, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, ήτοι μετά την παρέλευση, και μάλιστα πολύ μεταγενέστερα, της προβλεπόμενης από τη διάταξη του άρθρου 518 παρ.1 του ΚΠολΔ προθεσμίας για την άσκησή της των τριάντα (30) ημερών που άρχισε από την επόμενη ημέρα μετά την επίδοση της εκκαλουμένης, η οποία εν προκειμένω, όπως προαναφέρθηκε, έλαβε χώρα, με την επιμέλεια του ενάγοντος και ήδη εφεσίβλητου, την 19-6-2018,  ήτοι άρχισε (η ως άνω προθεσμία) την 20-6-2018 και έληξε την 19-7-2018, ημέρα, κατά το νόμο, μη εξαιρετέα. Κατ΄ ακολουθίαν των ανωτέρω, εφόσον η ένδικη έφεση είναι εκπρόθεσμη, πρέπει αυτή (έφεση), σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη νομική σκέψη της παρούσας, και αυτεπαγγέλτως, αλλά και δεκτού γενομένου του σχετικού ισχυρισμού που προβάλλει ο εφεσίβλητος, να απορριφθεί ως απαράδεκτη. Σημειώνεται ότι η εκκαλούσα απαλλάχθηκε της υποχρέωσης καταβολής του, κατά το άρθρο 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ, παραβόλου, με την υπ΄ αρ. 647/2018 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (διαδικασία N. 3226/2004), κριθείσα δικαιούχος παροχής νομικής βοήθειας, κατά τις διατάξεις των άρθρων 1, 2, 3 και 9 του Ν. 3226/2004 (πρβλ. ΑΠ 1658/2017). Τέλος, πρέπει να καταδικασθεί η εκκαλούσα, λόγω της ήττας της, στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του εφεσίβλητου, του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, κατά παραδοχή του οικείου αιτήματος του τελευταίου (άρθρα 106, 176, 183 και 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ και άρθρο 9 παρ. 6 και άρθρο 12 του Ν. 3226/2004),όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό της παρούσας.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Απορρίπτει την από 21-12-2018(αρ. καταθ. ……/2018) έφεση κατά της υπ΄ αρ. 5542/2017 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, [ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρα 614 και 591 του ΚΠολΔ)].

Καταδικάζει την εκκαλούσα στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του εφεσίβλητου, του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των τετρακοσίων (400) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 9 Απριλίου 2020, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων Δικηγόρων τους.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ