ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Αριθμός απόφασης : 290/ 2020
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Συγκροτήθηκε από το Δικαστή Δημήτριο Καβαλλάρη, Εφέτη, που ορίστηκε από ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Ε.Τ..
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η από 07-09-2017 και με αρ.καταθ …………/2018 έφεση των εναγόμενων και ήδη εκκαλούντων, κατά της με αριθμό 3167/2017 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που δίκασε την αγωγή με την τακτική διαδικασία, έχει ασκηθεί νομότυπα κι εμπρόθεσμα, καθώς η εκκαλούμενη απόφαση επιδόθηκε στις 6.8.2018 (βλ. την επισημείωση του δικ. επιμελητή του Πρωτοδικείο Αθηνών ………., στο αντίγραφο της απόφασης) και η κρινόμενη έφεση ασκήθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 11.9.2017 (άρθρο 147 § 7 και 518 § 2 ΚΠολΔ). Για το παραδεκτό αυτής έχει κατατεθεί το αντίστοιχο παράβολο με βάση τη διάταξη του άρθρου 495 αρ.4 ΚΠολΔ (βλ. το με αρ. ……………. e – παράβολο). Επομένως, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν, κατά την ίδια διαδικασία (άρθρο 533 § 1 ΚΠολΔ).
Η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα ισχυρίστηκε στην αγωγή της επί της οποίας εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, ότι οι εναγόμενοι αφού της παρέστησαν ψευδώς ότι είχαν ιδρύσει εταιρία δικτυακού μάρκετινγκ, έχοντας προβεί στην μίσθωση χώρου στα Καμίνια Πειραιά, για την επαγγελματική έδρα αυτής και ότι είχαν ήδη συνάψει έγραφες συμβάσεις αντιπροσωπεύσεως με μεγάλους οίκους του εξωτερικού, έπεισαν αυτή να τους καταβάλει το συνολικό ποσό των 30.000 € για να συμμετάσχει στο κεφάλαιο της εταιρίας, ποσό που κατέβαλε, σε δύο ισόποσες δόσεις, λαμβάνοντας για την εξασφάλισή της 3, συναλλαγματικές συνολικού ποσού 30.000 €, έναντι του οποίου της επέστρεψαν το ποσό των 2.000 €. ¨Ότι από τη συμπεριφορά των εναγόμενων έχει υποστεί ηθική βλάβη, την οποία αποτίμησε στο ποσό των 9.950 €. Ότι κατά το ποσό των 30.000 έχουν καταστεί αδικαιολογήτως πλουσιότεροι σε βάρος της. Με βάση το ιστορικό αυτό και μετά τροπή του καταψηφιστικού της αιτήματος σε αναγνωριστικό, με τις έγγραφες προτάσεις της, ζήτησε να αναγνωρισθεί ότι οι εναγόμενο να της καταβάλουν το ποσό τω 30.000 € κυρίως κατά τις περί αδικοπραξιών διατάξεις κι επικουρικώς κατά τις διατάξεις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή, ως ουσιαστικά βάσιμη, ως προς την κύρια βάση της, αφού απέρριψε την επικουρική βάση του αδικαιολογήτου πλουτισμού και αναγνώρισε ότι οι εναγόμενοι οφείλουν να καταβάλουν στην ενάγουσα το συνολικό ποσό των 28.500 € με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής. Κατά της απόφασης αυτής βάλουν οι εναγόμενοι και ήδη εκκαλούντες για λόγους που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία κι εφαρμογή του νόμου κι εκτίμηση των αποδείξεων.
Από τις διατάξεις των άρθρων 298, 299, 330 εδ. β΄, 914 και 932 ΑΚ προκύπτει ότι η αδικοπρακτική ευθύνη προς αποζημίωση/ χρηματική ικανοποίηση της ηθικής βλάβης προϋποθέτει συμπεριφορά παράνομη και υπαίτια, επέλευση περιουσιακής ζημίας/ ηθικής βλάβης και ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της συμπεριφοράς του δράστη και της περιουσιακού ή μη χαρακτήρα ζημίας. Παράνομη είναι η συμπεριφορά που αντίκειται σε απαγορευτικό ή επιτακτικό κανόνα δικαίου, ο οποίος απονέμει δικαίωμα ή προστατεύει συγκεκριμένο συμφέρον του ζημιωθέντος, μπορεί δε η συμπεριφορά αυτή να συνίσταται σε θετική ενέργεια ή σε παράλειψη ορισμένης ενέργειας. Για την κατάφαση της παρανομίας δεν απαιτείται παράβαση συγκεκριμένου κανόνα δικαίου, αλλά αρκεί η αντίθεση της συμπεριφοράς στο γενικότερο πνεύμα του δικαίου ή στις επιταγές της έννομης τάξης. Γενεσιουργό λόγο της υποχρέωσης σε αποζημίωση ή (και) χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης αποτελεί και η απάτη σε βάρος του ζημιωθέντος (ΑΠ 1480/2017, ΑΠ 359/2012, ΕφΘεσ 1887/2012 και ΕφΔωδ 176/2018 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω κατά τη διάταξη του άρθρου 386 § 1 ΠΚ, όποιος, με σκοπό να αποκομίσει ο ίδιος ή άλλος παράνομο περιουσιακό όφελος, βλάπτει ξένη περιουσία, πείθοντας κάποιον σε πράξη, παράλειψη ή ανοχή με την εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων σαν αληθινών ή την αθέμιτη απόκρυψη ή παρασιώπηση αληθινών γεγονότων, τιμωρείται, ανάλογα με την έκταση της ζημίας με τις αναφερόμενες σε αυτό ποινές. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της απάτης απαιτούνται: α) σκοπός του δράστη να περιποιήσει στον εαυτό του ή σε άλλον παράνομο περιουσιακό όφελος, χωρίς να είναι αναγκαία και η πραγμάτωση του οφέλους αυτού, β) η εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθινών ή η αθέμιτη απόκρυψη ή παρασιώπηση αληθινών γεγονότων, από την οποία, ως παραγωγό αιτία, παραπλανήθηκε κάποιος και προέβη στην επιζήμια για τον ίδιο ή άλλον συμπεριφορά, και γ) βλάβη ξένης περιουσίας, κατά το αστικό δίκαιο, η οποία να τελεί σε αιτιώδη σύνδεσμο με τις παραπλανητικές ενέργειες ή παραλείψεις του δράστη, χωρίς να απαιτείται ταυτότητα παραπλανηθέντος και ζημιωθέντος, και η οποία βλάβη υπάρχει και σε περίπτωση μειώσεως ή χειροτερεύσεως της περιουσίας του παθόντος, έστω και αν αυτός έχει ενεργό αξίωση προς αποκατάσταση της. Ως γεγονότα, κατά την έννοια της διατάξεως του άρθρου 386 παρ.1 ΠΚ, νοούνται τα πραγματικά περιστατικά που ανάγονται στο παρελθόν ή το παρόν και όχι εκείνα που πρόκειται να συμβούν στο μέλλον, όπως είναι οι απλές υποσχέσεις ή συμβατικές υποχρεώσεις. Όταν, όμως, οι τελευταίες συνοδεύονται ταυτόχρονα με ψευδείς διαβεβαιώσεις και παραστάσεις άλλων ψευδών γεγονότων που αναφέρονται στο παρόν ή το παρελθόν κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να δημιουργούν την εντύπωση της μελλοντικής εκπληρώσεως με βάση την εμφανιζόμενη ψευδή κατάσταση ή δυνατότητα του δράστη, που έχει ειλημμένη την πρόθεση να μην εκπληρώσει την υποχρέωση, τότε θεμελιώνεται το έγκλημα της απάτης. (ΑΠ 75/2013 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) Στην προκείμενη περίπτωση η αγωγή που προαναφέρθηκε είναι πλήρως ορισμένη, εφόσον προσδιορίζονται επαρκώς και πλήρως οι ψευδείς παραστάσεις, με βάση τις οποίες η ενάγουσα κατέβαλε στους εναγόμενους το ποσό των 30.000 € , που αποτέλεσε την αρχική περιουσιακή της ζημία, χωρίς να είναι απαραίτητο να προσδιορίζεται η δράση καθενός από τους εναγόμενους, αφού αναφέρεται ότι ενήργησαν από κοινού και με δόλο, όπως εκτιμάται από το δικόγραφο. Περαιτέρω, η ενάγουσα δεν ήταν αναγκαίο, για το ορισμένο της αγωγής της, να προσδιορίσει σε τι συνίσταται το ψυχικό άλγος που αυτή επικαλείται ότι υπέστη και να εξειδικεύσει τους παράγοντες, με τους οποίους αποτιμά το επικαλούμενο ψυχικό άλγος της στο αιτούμενο απ’ αυτήν ποσό. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο, με την εκκαλούμενη απόφασή του, δέχθηκε ότι η ως άνω αγωγή είναι ορισμένη, δεν έσφαλε ως προς την εφαρμογή του νόμου, τα δε αντίθετα υποστηριζόμενα από τους εναγόμενους με τον πρώτο λόγο της έφεσής τους πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα.
Από την εκτίμηση των εγγράφων που προσκομίζονται, τις υπ’ αριθ. …./23-11-2016 και …../23-11-2016 ένορκες βεβαιώσεις της ………. και της …………, που ελήφθησαν ενώπιον της Ειρηνοδίκη Αθηνών, με την επιμέλεια της ενάγουσας κατόπιν νόμιμης κλητεύσεως των εναγομένων (όπως προκύπτει από τις προσκομιζόμενες με αριθμό …../21-11-2016 και …./21-11-2016 εκθέσεις επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείου Αθηνών …….), τις με αριθμό …. και …./24-11-2016 ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων …….. και …. ., ενώπιον της Συμβολαιογράφου Λαμίας ……….., που ελήφθησαν με την επιμέλεια των εναγόμενων και επικαλούνται οι εναγόμενοι κατόπιν νόμιμης κλητεύσεως της ενάγουσας (βλ. την με αριθμό …./21-11-2016 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών . ……), αποδείχθηκαν τα εξής πραγματικά περιστατικά: Στις αρχές του έτους 2010 η ενάγουσα, η οποία είναι μόνιμος κάτοικος Μεγάλης Βρετανίας και περιστασιακά διαμένει στην Ελλάδα, γνώρισε μέσω του ………….. τους εναγομένους, οι οποίοι τυγχάνουν σύζυγοι, o πρώτος από τους οποίους, ασχολείτο από το έτος 1997 με το διαδικτυακό μάρκετινγκ και από το έτος 1994 ασκούσε το επάγγελμα του διαμεσολαβητή για τη σύναψη συμβάσεων. Οι εναγόμενοι ανέπτυξαν φιλικές σχέσεις με την ενάγουσα, την οποία πληροφόρησαν ότι είχαν συστήσει μια εταιρία διαδικτυακού μάρκετινγκ της και πρότειναν να συνεργασθεί μαζί τους. Τον Μάρτιο του έτους 2010 της εξιστόρησαν λεπτομερώς το επιχειρηματικό τους σχέδιο, αναφέροντας ότι είχαν εξασφαλίσει την αντιπροσώπευση στην Ελλάδα της εταιρίας τους μεγάλων οίκων του εξωτερικού, όπως η εταιρία με την επωνυμία ….., γερμανικής προέλευσης, η οποία παρασκεύαζε καλλυντικά και προϊόντα αλόε βέρα, η γερμανική εταιρία με την επωνυμία ………, η οποία κατασκευάζει έπιπλα κουζίνας και συναφή είδη και η αμερικανική εταιρία …. που δραστηριοποιείται στο χώρο της σοκολατοποιίας ….. συναφών ειδών, επιδεικνύοντας της και τους αντίστοιχους καταλόγους προϊόντων. Η ενάγουσα εκδήλωσε ενδιαφέρον για συμμετοχή στο εταιρικό σχήμα, οπότε συμφώνησαν ότι το ποσοστό συμμετοχής της στην εν λόγω εταιρεία θα ήταν 50% και ότι για τη συμμετοχή της αυτή απαιτείτο η καταβολή ποσού 30.000 ευρώ. Οι εναγόμενοι προέτρεψαν την ενάγουσα, να εκμεταλλευτεί την καταγωγή της και να μεταβεί στο Λονδίνο να έλθει σε επαφές και να εξασφαλίσει συνεργασία για τη νεοσύστατη εταιρεία τους με την αμερικάνικη εταιρεία ……, η οποία δραστηριοποιείται στο Λονδίνο στο χώρο της κινητής τηλεφωνίας, το οποίο αυτή έπραξε. Σε μεταγενέστερο χρονικό σημείο ο πρώτος εναγόμενος επέδειξε στην ενάγουσα τον ισόγειο χώρο μιας πολυκατοικίας κείμενης επί της οδού ………… στα Καμίνια, αναφέροντας αυτήν ότι θα μίσθωνε η νέα εταιρία και αφού τον ανακαινίσουν θα τον χρησιμοποιούσαν ως επαγγελματική της έδρα. Κατόπιν αυτών η ενάγουσα πείσθηκε και κατέβαλε στους εναγόμενους σε μετρητά το ποσό των 30.000 ευρώ σε δύο δόσεις, τον Δεκέμβριο του 2010 και τον Ιούλιο του 2011. Οι συναντήσεις της ενάγουσας με τους εναγόμενους συνεχίζονταν, οι οποίοι την προέτρεπαν να συνεχίσει την επαφή της με την ως άνω αλλοδαπή εταιρία …….. στις δε ερωτήσεις της για την εξέλιξη των διαδικασιών σύστασης της εταιρίας προφασίζονταν ότι η έναρξη εργασιών αυτής είχε καθυστερήσει εξαιτίας της γραφειοκρατίας αλλά και των εκκρεμοτήτων με την Εφορία και το ΙΚΑ. Προς εξασφάλιση αυτής της παρέδωσαν 3 συναλλαγματικές, τις 2 με αποδέκτη τον πρώτο εναγόμενο με ημερομηνίες λήξεως 31-07-2011 και 20-08-2011 ποσών 8.000 ευρώ και 7.000 € και μια τρίτη με αποδέκτρια την δεύτερη εναγομένη και τριτεγγυητή τον πρώτο, ποσού 15.000 ευρώ με ημερομηνία λήξης 01-09-2011. Μέχρι και τον Ιανουάριο του έτους 2014 οι εναγόμενοι διαβεβαίωναν την ενάγουσα ότι οι οικοδομικές εργασίες στην έδρα της εταιρείας συνεχίζονταν και ότι επίκειτο η έναρξη των εργασιών της εταιρείας και η τροποποίηση του καταστατικού μέχρι 14-02-2014. Μάλιστα για το σκοπό αυτό της επέστρεψαν το ποσό των 2.000 ευρώ. Όμως μετά το ανωτέρω χρονικό διάστημα εξαφανίστηκαν, καθώς η ενάγουσα δεν ήταν σε θέση να επικοινωνήσει μαζί τους ούτε στα τηλέφωνα ούτε στις διευθύνσεις ηλεκτρονικού τα ταχυδρομείου, τις οποίες της είχαν γνωστοποιήσει οι τελευταίοι. Για τις ενέργειες αυτές των εναγόμενων η ενάγουσα υπέβαλε σε βάρος τους στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών την από 21.6.2016 έγκλησή της (ΑΒΜ ……….). Εξάλλου, τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά προκύπτουν πλήρως από τις καταθέσεις των μαρτύρων ………. και ……….., που εξετάστηκαν στον Ειρηνοδίκη Αθηνών με την επιμέλεια της ενάγουσας, σε βάρος της πρώτης από τις οποίες οι εναγόμενοι είχαν επιδείξει ανάλογη συμπεριφορά ψευδών παραστάσεων για συμμετοχή σε συσταθείσα εταιρία και απόσπαση χρηματικών ποσών με έκδοση συναλλαγματικών ως εξασφάλιση, την οποία ζημίωσαν με το ποσό των 37.000 € (βλ. την 12.4.2016 έγκλησή της στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών με αρ. ΑΒΜ Α ……). Επιπλέον και ο ……… υπέβαλε σε βάρος τους την από 21.6.2016 έγκλησή του (ΑΒΜ Β ……….) αναφέροντας ότι οι εναγόμενοι τον ζημίωσαν με το ποσό των 50.000 €. Οι μάρτυρες των εναγόμενων ισχυρίστηκαν ότι το ποσό των 30.000 € είχε λάβει ο πρώτος από αυτούς ως δάνειο από την ενάγουσα, όμως οι καταθέσεις αυτών δεν επιβεβαιώνονται από άλλο αποδεικτικό μέσο, καθώς έχουν ως μοναδική πηγή γνώσεως, όσα τους ανέφερε ο ίδιος ο πρώτος εναγόμενος, ώστε ο σχετικός ισχυρισμός των εναγόμενων δεν αποδεικνύεται. Δεν αναιρούνται επίσης από την από 14.6.2016 προανακριτική κατάθεση της ενάγουσας, η οποία επιβεβαίωσε τα ανωτέρω. Από τα προαναφερόμενα αποδεικνύεται πλήρως ότι οι εναγόμενοι με τις ψευδείς παραστάσεις που προαναφέρθηκαν που ανάγονταν στο παρελθόν (ότι είχαν τη δυνατότητα ίδρυσης εταιρίας, έχοντας προβεί σε απαραίτητες επαφές και ενέργειες, με μίσθωση χώρου, που δεν προέκυψε, για την οποία εταιρία απαιτείτο κεφάλαιο, που έλαβαν από την ενάγουσα) ζημίωσαν παράνομα και υπαίτια την ενάγουσα. Τις δε ψευδείς παραστάσεις τέλεσαν και οι δύο, δηλαδή τόσο ο πρώτος ενάγων όσο και η δεύτερη ενάγουσα, όπως ανέφεραν σαφώς οι άνω μάρτυρες. Εξάλλου ως συνέπεια της αδικοπραξίας σε βάρος της η ενάγουσα έχει υποστεί ηθική βλάβη, για την αποκατάσταση της οποίας, με βάση τις συνθήκες τέλεσης της αδικοπραξίας, το βαθμό υπαιτιότητας των εναγομένων, τη ζημιά που προκλήθηκε στην ενάγουσα, την κοινωνική και οικονομική κατάσταση των μερών πρέπει να καθοριστεί στο ποσό των πεντακοσίων ευρώ (500 ευρώ), το οποίο το Δικαστήριο κρίνει εύλογο και δίκαιο. Επομένως η αγωγή έπρεπε να γίνει δεκτή και ως ουσιαστικά βάσιμη και να αναγνωρισθεί ότι οι εναγόμενοι οφείλουν να καταβάλουν στην ενάγουσα το συνολικό ποσό των 28.500 €, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή και αναγνώρισε ότι οι εναγόμενοι οφείλουν στην ενάγουσα το άνω χρηματικό ποσό, εκτίμησε ορθά τις αποδείξεις και οι σχετικοί λόγοι (2ος -5ος) της έφεσης πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι. Κατόπιν αυτού καθώς δεν υπάρχει άλλος λόγος έφεσης προς εξέταση, πρέπει αυτή να απορριφθεί στο σύνολό της, τα δε δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης για τον δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας, πρέπει, γενομένου δεκτού του σχετικού αιτήματός της, να επιβληθούν σε βάρος των ηττηθέντος εκκαλούντων. Τέλος θα πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή του παραβόλου της έφεσης στο Δημόσιο Ταμείο (άρθρο 495 § 4 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και απορρίπτει κατ΄ουσίαν την έφεση.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος των εκκαλούντων τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης, τα οποία ορίζει στο ποσό των πεντακοσίων (500) ευρώ.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή του παραβόλου της έφεσης που αναφέρθηκε στο σκεπτικό στο Δημόσιο Ταμείο.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους, στις 13-4-2020.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ