Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 301/2020

Αριθμός     301/2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Γεωργία Λάμπρου, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  Τ.Λ.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η υπό κρίση από 6-10-2018 (γεν. αριθμ.καταθ……/2018) έφεση του εν μέρει ηττηθέντος εναγομένου κατά της υπ΄αριθμ. 3503/2018 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε κατ΄αντιμωλία των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία διαφορών από την οικογένεια, το γάμο και την ελεύθερη συμβίωση (άρθρ. 592 αρ.3 περ.α΄, 593-602, 610-613 ΚΠολΔ), ασκήθηκε νομότυπα  και εμπρόθεσμα (άρθρα 495 παρ.1και 2, 500,511,513 παρ.1 περ.β΄εδ.α΄, 516 παρ.1,517εδ.α, 518 παρ.2 και 520 παρ.1 του ΚΠολΔ). Σημειώνεται δε ότι δεν απαιτείται κατάθεση παράβολου του άρθρου 495 §3 ΚΠολΔ, καθώς η σχετική υποχρέωση δεν ισχύει στις διαφορές του άρθρου 592 αριθμ. 3 ΚΠολΔ (βλ. και παράγραφο 3 του άρθρου 495 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από τους ν.4335/2015 και 4446/2016 και ισχύει). Ωστόσο κατατέθηκε από τον εκκαλούντα το παράβολο των 100,00 ευρώ (βλ. την έκθεση κατάθεσης της έφεσης και τη διαλαμβανόμενη σε αυτή βεβαίωση της Γραμματέως του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου περί του ότι κατατέθηκε το υπ΄αριθμ. ……../2018  ηλεκτρονικό παράβολο του Δημοσίου, ποσού 100,00 ευρώ). Επομένως, η έφεση πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή (άρθρο 532 του ΚΠολΔ) και να εξετασθεί περαιτέρω το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της κατά την ίδια ως άνω ειδική διαδικασία (533 παρ.1 ΚΠολΔ).

Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1389, 1390,   1485,1486, 1487, 1489 παρ. 2, 1492 και 1493 του ΑΚ προκύπτει ότι και οι δύο γονείς έχουν κοινή υποχρέωση να διατρέφουν το ανήλικο τέκνο τους, ανεξάρτητα από την περιουσιακή του κατάσταση, εφόσον τα εισοδήματα από την περιουσία του ή την εργασία του δεν επαρκούν για τη διατροφή του. Καθένας δε από τους γονείς του ενέχεται ανάλογα με τις οικονομικές του δυνάμεις, ώστε το ανήλικο τέκνο απέναντι σε κάθε έναν από τους γονείς του που βρίσκονται σε διάσταση ή των οποίων έχει λυθεί ο γάμος με διαζύγιο (ΑΠ 319/1999 ΕλλΔνη 40.1717), έχει αυτοτελή προσωπική αξίωση διατροφής του, ανάλογα με την οικονομική δυνατότητα και κατάσταση του γονέα. Εκείνος που έχει την επιμέλεια του τέκνου, μπορεί να συνυπολογίσει κάθε τι που συνδέεται με την εξαιτίας αυτής πραγματική διάθεση χρημάτων για τις ανάγκες του τέκνου καθώς και άλλες παροχές σε είδος, οι οποίες απορρέουν από τη συνοίκηση, η οποία κατά κανόνα συνοδεύει την επιμέλεια (ΕφΑθ 4902/1995 ΕλλΔνη 37.1118, Κουνουγέρη-Μανωλεδάκη Οικογενειακό Δίκαιο τομ. 11 έκδ. 1998 σ. 129, Ματθίας, Διατροφικές αξιώσεις μετά το ν. 1329/1983 ΕλΔνη 29.1304). Η διατροφική του αξίωση προσδιορίζεται με βάση τις ανάγκες του, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής του και περιλαμβάνει όλα τα αναγκαία για τη συντήρηση του και ακόμα τα έξοδα ανατροφής και εκπαιδεύσεως του (ΕφΑθ 15936/1988 ΕλΔνη 33.178). Με το ν. 1329/1983 έγινε αντικατάσταση του παλαιού, στο άρθρο 1484 ΑΚ προσδιοριστικού των αναγκών του δικαιούχου όρου “της κοινωνικής του θέσεως”, από τον όρο “των συνθηκών της ζωής του” (βλ. Σχ. Συντ. 47 Αναθ. 59 ΑΠ 2127/1984 ΝοΒ 1985.1169, ΑΠ 1838/1984 ΝοΒ 1985.1139). Ο νέος προσδιοριστικός όρος ανταποκρίνεται στο επίπεδο διαβίωσης που προσήκει στο δικαιούχο, ανάλογα με την ηλικία, την υγεία, ικανότητες και κλίσεις, εκπαίδευση κλπ, οι συνθήκες δε αυτές θα προσδιορίσουν το ύψος της διατροφής που οφείλεται (ΕφΑθ 6077/1994 ΕλλΔνη 36.391, ΕφΑθ 2260/1993 ΕλΔνη 35.450 ΤΝΠ Νόμος). Εξάλλου, όπως προαναφέρθηκε, η κατά τα άνω υποχρέωση των γονέων προς διατροφή του τέκνου τους, βαρύνει αυτούς, κατά το άρθρο 1489 εδ.2 ΑΚ, ανάλογα με τις δυνάμεις τους. Για την αποτίμηση αυτών των δυνάμεων λαμβάνονται υπ’ όψη τα εισοδήματα και η περιουσία εκάστου γονέα, καθώς και οι δυνατότητες για προσωπική εργασία αυτών. Υπό την έννοια αυτή, ως δυνάμεις, λογίζονται οι εν γένει οικονομικές δυνατότητες, τις οποίες, κατά τις αρχές της καλής πίστης (άρθρο 288 ΑΚ), διαθέτει ή είναι σε θέση να αναπτύξει ή να ποριστεί ο κάθε γονέας, με την κατάλληλη αξιοποίηση όχι μόνο του κεφαλαίου της περιουσίας του, αλλά και της εκάστοτε δυνατότητάς του για εργασία, που είναι πρόσφορη για την εκπλήρωση της σχετικής υποχρέωσης διατροφής (ΑΠ 1507/2001 Δικ 44/1592, όπως και οι ΕφΠειρ 909/2005, ΕΑ 951/2004, ΕφΠειρ 155/2004 στη ΝΟΜΟΣ, ΕφΑΘ 8716/2003 Δικ 2004/146, ΕφΛαρ 473/2003 ΝΟΜΟΣ και Κ. Γραμμένο, Δικ. Διατροφές, Β` έκδοση, σελ. 52 επ.). Περαιτέρω, ο εναγόμενος γονέας, προς καταβολή ολόκληρου του ποσού της διατροφής, μπορεί να επικαλεστεί κατ’ ένσταση, κατ’ άρθρο 262 ΚΠολΔ, ότι και ο άλλος γονέας έχει την οικονομική δυνατότητα, σε σχέση με τη δική του και σε συνδυασμό με τις λοιπές υποχρεώσεις του, να καλύψει μέρος της ανάλογης διατροφής του ανηλίκου, οπότε με την απόδειξη της ένστασης αυτής,  περιορίζεται η υποχρέωση του εναγόμενου γονέα κατά το ποσό που αντιστοιχεί στην οικονομική δυνατότητα και στη βάση αυτής υποχρέωση συνεισφοράς του άλλου γονέα (ΑΠ 416/2007 Δημ Νόμος, ΑΠ 884/2003 Δημ Νόμος, ΑΠ 782/2003 Δημ Νόμος, ΑΠ 396/2001, ΑΠ 804/1994 ΕλλΔικ 37,98, ΑΠ 1322/1994 ΕλλΔικ 35.368, ΑΠ 1060/1993 ΕλλΔικ 35 (1994) 1291, ΑΠ 1155/1987 ΝοΒ 36.1607, ΕΘ 1993/2003 Αρμ 2004,357, ΕφΠειρ 370/2002 Δημ Νόμος ΕΑ 2260/1993 ΕλΔικ 35,40, ΕΘ 4784/1993 ΕλλΔικ 35.450).  Η προβολή του ανωτέρω ισχυρισμού από τον υπόχρεο προς διατροφή εναγόμενο, λειτουργεί ως ένσταση και πρέπει να συντελεσθεί στο ακροατήριο, ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, κατά την έναρξη της συζητήσεως της υποθέσεως, με σχετική σαφή και ορισμένη δήλωση, που καταχωρίζεται στα πρακτικά. Σε περίπτωση δε μη υποβολής της σχετικής αυτής ενστάσεως, δεν δύναται το δικαστήριο να ερευνήσει αυτεπαγγέλτως την οικονομική δυνατότητα του άλλου γονέα και να κανονίσει,  ανάλογα με τις δυνάμεις του κάθε γονέα το επιδικαστέο σε βάρος του εναγομένου ποσό της διατροφής (βλ. σχετ. ΑΠ416/2007 δημ στη ΝΟΜΟΣ – ΑΠ 344/2001 ΕλΔ 2002.113-ΑΠ 804/1994 ΕλΔ 37.97- ΑΠ 1322/1992 ΕλΔ 35.368). Στην περίπτωση, όμως, που με την αγωγή δεν ζητείται το σύνολο του ποσού, στο οποίο αποτιμώνται οι διατροφικές ανάγκες του δικαιούχου, αλλά μόνον το μέρος, το οποίο κατά την άποψη του ενάγοντος πρέπει να βαρύνει τον εναγόμενο γονέα, σε αναλογία προς τις οικονομικές δυνάμεις αυτού και του άλλου γονέα (του μη εναγομένου), ο αμυντικός ισχυρισμός ότι η αναλογία αυτή είναι διαφορετική από εκείνη που αναφέρεται στην αγωγή, λειτουργεί ως άρνηση. Στην περίπτωση αυτή ο συσχετισμός των οικονομικών δυνάμεων των δύο γονέων πρέπει να γίνει από το δικαστήριο αυτεπαγγέλτως, σύμφωνα προς τα πραγματικά περιστατικά που αποδεικνύουν εκατέρωθεν (ΕφΑθ 856/ 2010, ΕφΘεσ 2944/2004 ΤΝΠ Νόμος). Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 1487 ΑΚ ο γονέας δεν μπορεί να προτείνει κατά του ανηλίκου τέκνου την ένσταση διακινδυνεύσεως της δικής του διατροφής, εκτός αν ισχυρίζεται ταυτόχρονα ότι ο ανήλικος μπορεί να στραφεί εναντίον άλλου υποχρέου σε διατροφή του ή ότι μπορεί να διατραφεί από την περιουσία του. Αν όμως πρόκειται για τον άλλο γονέα δεν προβάλλεται η ένσταση αυτή, αλλά η παραπάνω από το άρθρο 1489 παρ.2 του ΑΚ. Από τα άρθρα 340 και 1498 ΑΚ συνάγεται, ότι διατροφή για το παρελθόν δεν οφείλεται παρά μόνο από την υπερημερία. Στην περίπτωση αυτή η υπερημερία επέρχεται με μόνη την όχληση του υποχρέου, χωρίς δηλαδή να απαιτείται η συνδρομή και του στοιχείου της υπαιτιότητας του τελευταίου. Η όχληση απαιτείται, διότι δεν πρέπει ο υπόχρεος να αιφνιδιάζεται και να εξαναγκάζεται να πληρώσει εκ των υστέρων αθροιστικά τη διατροφή, την οποία, εφόσον δεν ζητήθηκε έγκαιρα, δεν μπορούσε να προβλέψει .Αφότου πάντως ο υπόχρεος καταστεί υπερήμερος κατά την παραπάνω έννοια, ενέχεται εφεξής στην παροχή της διατροφής και αν ακόμη ο δικαιούχος κατά το διάστημα της υπερημερίας κατόρθωσε να διατραφεί με δικά του μέσα ή με δωρεές τρίτων (βλ. σχετ. Μιχαηλίδη – Νουάρο Οικογ. Δ 1968 παρ. 87 και 179 και Ατσαλάκη στην Ερμ. ΑΚ άρθρο 1489 αριθμ. 4 επ.). Η διάταξη του άρθρου 1498 ΑΚ είναι ενδοτικού δικαίου, γι’ αυτό και συμφωνίες μεταξύ ανιόντων και κατιόντων περί καταβολής διατροφής για παρελθόντα χρόνο χωρίς υπερημερία είναι έγκυρη. Η διάταξη αυτή αφενός μεν καθιερώνει τον κανόνα ότι διατροφή δεν οφείλεται για παρελθόντα χρόνο, αφετέρου δε, εισάγει εξαίρεση κατά την οποία διατροφή για το παρελθόν οφείλεται μόνο από την υπερημερία. Η υπερημερία του οφειλέτη επέρχεται με δικαστική ή εξώδικη όχληση του οφειλέτη εκ μέρους του δικαιούχου (άρθρο 340 ΑΚ). Αρκεί δε η όχληση, χωρίς να ερευνάται περαιτέρω η τυχόν υπαιτιότητα περί αυτού ή μη του υποχρέου, επί συμβατικής δε διατροφής δεν απαιτείται όχληση, διότι στη ρύθμιση αυτή ενυπάρχει και η όχληση ( ΕφΑθ 91/2017,ΕφΑθ 5932/2008 ΤΝΠ Νόμος, ΕφΘεσ 994/2004 Αρμ 2004.871 – βλ. και Βασ. Βαθρακοκοίλη, Νέο Οικογενειακό Δίκαιο, Β’ έκδ., άρθρο 1485 αρ. 5). Η όχληση μπορεί να γίνει και με την επίδοση στον υπόχρεο αίτησης επιδίκασης προσωρινής διατροφής (βλ. σχετ. ΑΠ 539/1974 ΝοΒ 23. 46,. ΕφΑθ 7841/1995 ΕλΔ/νη 37.1120 και 2340/1986 ΕλΔ/νη 27.1142), εφόσον δε πρόκειται για οφειλή διαδοχικών παροχών, μπορεί να αφορά είτε αορίστως το σύνολο των μελλοντικών παροχών είτε τις παροχές ορισμένου χρονικού διαστήματος (βλ. σχετ. ΑΠ 342/2001 ΝοΒ 2002. 341, ΕφΑθ. 2340/1986 όπ. παραπ. και Ατσαλάκη όπ. παραπ. αριθμ. 5). Η μνημονευόμενη στην ανωτέρω διάταξη υπερημερία έχει την έννοια της ενεργοποίησης της αξίωσης της διατροφής και επέρχεται μόνο από την όχληση και με αυτήν. Η όχληση αυτή είναι στοιχείο της, περί για παρελθόντα χρόνο, διατροφής και γίνεται είτε με έγερση αγωγής, είτε με εξώδικη πρόσκληση για καταβολή διατροφής, είτε με προφορική δήλωση, πρέπει να είναι συγκεκριμένη ως προς το ύψος της αιτούμενης διατροφής και τις ανάγκες, τις οποίες καλύπτει, προκειμένου ο υπόχρεος να έχει τη δυνατότητα να ελέγξει τη νομιμότητα του αιτήματος και τις δυνατότητές του να ικανοποιήσει τις ανάγκες του δικαιούχου (ΕφΑθ 5806/2008, ΝοΒ 2009. 544, ΕφΑθ 5932/2008, ΕλλΔνη 2009. 206, ΕφΠατ 589/2007, ΑχΝομ 2008. 228).

Από τις ίδιες ανωτέρω διατάξεις των άρθρων 1485 επ. ΑΚ και των άρθρων 223, 224, 269 παρ.2, 334, 525, 526 και 527 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι οι προϋποθέσεις επιδίκασης διατροφής και ο καθορισμός της έκτασης και του ύψους αυτής κρίνονται από το χρόνο έγερσης της αγωγής ή επί αιτήματος για την επιδίκαση από την υπερημερία, από το χρόνο επέλευσής της, το σχετικό πάντως δικαίωμα πρέπει να έχει γεννηθεί κατά την πρώτη συζήτηση στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου.

Με την από 11-01-2018 (γεν.αριθμ.καταθ……./2018) αγωγή της ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη ως ασκούσα την επιμέλεια της ανήλικης θυγατέρας της …….. που απέκτησε από τον γάμο της με τον εναγόμενο και ήδη εκκαλούντα, ο οποίος (γάμος) έχει ήδη λυθεί με συναινετικό διαζύγιο, ζήτησε με προσωρινά εκτελεστή απόφαση να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να καταβάλει μηνιαία σ΄αυτήν, με την ως άνω ιδιότητά της για λογαριασμό του ανηλίκου ως άνω τέκνου της, το οποίο αδυνατεί να διαθρέψει τον εαυτό του, ως συνεισφορά στην τακτική σε χρήμα διατροφή του, το ποσό των 492 ευρώ, κάθε πρώτη ημέρα εκάστου μηνός για το χρονικό διάστημα από την επομένη της επίδοσης της από 3-10-2017 αίτησης ασφαλιστικών μέτρων μέχρι και τις 31-12-2020, με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση κάθε μηνιαίας δόσης μέχρι την εξόφληση και τέλος να καταδικασθεί ο εναγόμενος στην εν γένει δικαστική της δαπάνη.

Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε από το πρωτοβάθμιο ως άνω Δικαστήριο η υπ΄αριθμ. 3503/2018 εκκαλουμένη απόφαση με την οποία έγινε δεκτή εν μέρει ως ουσιαστικά βάσιμη αυτή (αγωγή), υποχρεώθηκε ο εναγόμενος να καταβάλει στην ενάγουσα για λογαριασμό του ανηλίκου ως άνω τέκνου της, εντός του πρώτου τριημέρου κάθε μήνα, διατροφή σε χρήμα ποσού τετρακοσίων πενήντα (450,00) ευρώ για το χρονικό διάστημα από την επίδοση της από 3-10-2017 αίτησης ασφαλιστικών μέτρων μέχρι την 31-12-2020, νομιμοτόκως από την καθυστέρηση πληρωμής κάθε μηνιαίας δόσης μέχρι την εξόφληση, κηρύχθηκε η απόφαση προσωρινά εκτελεστή ως προς την καταψηφιστική της ως άνω διάταξη και επιβλήθηκαν σε βάρος του εναγομένου τα δικαστικά έξοδα υπέρ του Δημοσίου, τα οποία ορίστηκαν στο ποσό των τετρακοσίων (400,00) ευρώ. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται ο εναγόμενος με την υπό κρίση έφεσή του, για τους διαλαμβανόμενους σ΄αυτήν λόγους που συνίστανται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη ώστε στη συνέχεια να απορριφθεί η αγωγή.

Από την ένορκη κατάθεση της μάρτυρα της ενάγουσας που εξετάσθηκε ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου η οποία περιέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλούμενη απόφαση, πρακτικά του ίδιου ως άνω Δικαστηρίου, (ο εναγόμενος δεν εξέτασε μάρτυρα), από την χωρίς όρκο κατάθεση του εναγομένου, η οποία περιέχεται στα ίδια ως άνω πρακτικά, από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν, για να χρησιμεύσουν είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά  μέσα, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (αρθ. 395, 591 παρ. 1 του ΚΠολΔ), έστω και αν δεν πληρούν όλους τους όρους του νόμου (αρθ. 681Β΄, 671 παρ. 1 εδ. α΄ του ΚΠολΔ, βλ. ΟλΑΠ 15/2003 Δ 35-513), από τις άμεσες ή έμμεσες ομολογίες των διαδίκων, καθώς και από τα διδάγματα της κοινής πείρας που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (άρθρ.336 παρ.4 ΚΠολΔ  βλ. ΑΠ 48/2009 ΤΝΠ  Νόμος), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: Οι διάδικοι σύζυγοι τέλεσαν νόμιμο γάμο κατά τον πολιτικό τύπο στην Καλλιθέα Αττικής στις 30-10-2007 και κατά τον θρησκευτικό τύπο στις 23-08-2009 στον Πειραιά, από τον οποίο απέκτησαν ένα τέκνο, την …… που γεννήθηκε την 3-5-2008. Η έγγαμη συμβίωσή τους δεν εξελίχθηκε ομαλά και τελικά κηρύχθηκε η λύση του γάμου τους με συναινετικό διαζύγιο δυνάμει της υπ΄αριθμ. 4033/2015 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (διαδικασία εκουσίας δικαιοδοσίας). Με την ίδια δε απόφαση, εκτός άλλων, επικυρώθηκε η από 29-5-2015 έγγραφη συμφωνία των διαδίκων και ανατέθηκε αποκλειστικά στην ενάγουσα η άσκηση της επιμέλειας του ανηλίκου ως άνω τέκνου τους και υποχρεώθηκε ο εναγόμενος να προκαταβάλλει στην ενάγουσα για λογαριασμό της ανήλικης θυγατέρας τους, το ποσό των εκατό (100,00) ευρώ μηνιαίως, ως συνεισφορά του στην τακτική διατροφή της, εντός 5 ημερών κάθε μήνα, για χρονικό διάστημα δύο (2) ετών, αρχής γενομένης από την 01-06-2015. Στη συνέχεια η ενάγουσα άσκησε την από 3-10-2017 (αριθμ. εκθ. καταθ. ………../2017) αίτηση λήψεως ασφαλιστικών μέτρων ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά  κατά του εναγομένου, η οποία επιδόθηκε στον τελευταίο στις 11-10-2017 (βλ. σχετ. την υπ΄αριθμ. …../ 11-10-2017 έκθεση επίδοσης  του δικαστικού επιμελητή του  Εφετείου Αθηνών, …………….). Επί της αιτήσεως αυτής εκδόθηκε από το ανωτέρω Δικαστήριο η υπ΄αριθμ 1881/2017 απόφαση με την οποία υποχρεώθηκε ο καθού – εναγόμενος να καταβάλει στην αιτούσα- ενάγουσα για λογαριασμό του ανηλίκου τέκνου τους, ……., ως προσωρινή σε χρήμα διατροφή του, το ποσό των διακοσίων πενήντα (250,00) ευρώ μηνιαίως, καταβαλλόμενο τις τρείς (3) πρώτες ημέρες κάθε μήνα, από την επομένη της επίδοσης της αίτησης και με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση καταβολής κάθε μηνιαίας δόσης μέχρι την εξόφληση. Όπως, δε αποδείχθηκε, ο εναγόμενος δεν ήταν συνεπής με την ανωτέρω υποχρέωσή του, καταβάλοντας για τη διατροφή του ανηλίκου τέκνου του μηνιαίως μόνο το ελάχιστο ποσό των εβδομήντα ( 70,00 ) ευρώ. Τα ανήλικο ως άνω τέκνο των διαδίκων, ηλικίας, κατά την άσκηση της αγωγής,10 ετών, διαμένει με την ενάγουσα μητέρα του, σε ιδιόκτητη οικία της τελευταίας και ως εκ τούτου δεν βαρύνεται αυτή με την καταβολή ενοικίου αλλά μόνο με τις λειτουργικές δαπάνες κατά το μέρος που της αναλογούν. Η ανήλικη …… είναι μαθήτρια της Δ΄ τάξης του Δημοτικού Σχολείου (κατά το χρόνο άσκησης της αγωγής) και συμμετέχει σε αθλητικές δραστηριότητες στον «……………», αντί του ποσού των 25-30 ευρώ μηνιαίως. Ο ίδιος δε ο εναγόμενος στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο κατέθεσε ότι το ανήλικο τέκνο του παρακολουθεί ιδιαίτερα μαθήματα για την εκμάθηση της αγγλικής γλώσσας, πλην όμως δεν αποδείχθηκε από κάποιο πειστικό αποδεικτικό μέσο το ποσό των διδάκτρων που καταβάλει μηνιαίως για την αιτία αυτή η ενάγουσα. Η ανήλικη ……. όπως αποδείχθηκε, όταν γεννήθηκε, διαγνώσθηκε με πνευμονοθώρακα, από το οποίο ναι μεν θεραπεύτηκε, πλην όμως η άνω πάθηση της δημιούργησε εν γένει ευαισθησία στο ανώτερω και κατώτερω αναπνευστικό σύστημα, με αποτέλεσμα κάθε φορά που θα αρρωστήσει να παρακολουθείται υποχρεωτικά από πνευμονολόγο. Οι λοιπές δε δαπάνες τροφής, ένδυσης, εκπαίδευσης, ψυχαγωγίας και παραθερισμού είναι οι συνήθεις δαπάνες παιδιού της αυτής με την ανήλικη ηλικίας. Περαιτέρω, από τα ίδια, όπως παραπάνω αποδεικτικά στοιχεία, προκύπτει ότι το ως άνω ανήλικο τέκνο των διαδίκων δεν έχει περιουσία και εισοδήματα και λόγω της ηλικίας της και των αναγκών της εκπαίδευσής της δεν μπορεί να εργαστεί. Επομένως αυτό διατηρεί  καταρχήν νόμιμη αξίωση διατροφής έναντι των γονέων του κατά το επίδικο χρονικό διάστημα, ανάλογα με τις οικονομικές δυνάμεις του καθενός. Στη συνέχεια από τα ίδια αποδεικτικά στοιχεία αποδείχθηκε ότι ο εναγόμενος, ηλικίας 52 ετών, είναι οδοντοτεχνίτης και από το έτος 1995 διατηρεί ιδιόκτητο οδοντοτεχνικό εργαστήριο σε διαμέρισμα κυριότητάς του, εμβαδού 50 τμ που βρίσκεται στο Παλαιό Φάληρο Αττικής. Πρέπει δε να σημειωθεί ότι τα προσκομιζόμενα από τον εναγόμενο εκκαθαριστικά σημειώματα των τελευταίων ετών, από τα οποία διαφαίνεται ότι τα εισοδήματά του ανέρχονται ετησίως στο ποσό των επτά χιλιάδων (7.000,00) ευρώ περίπου, δεδομένου ότι αναφέρονται σε ανέλεγκτες χρήσεις, δεν δεσμεύουν το Δικαστήριο, καθόσον το ανωτέρω φορολογικό στοιχείο δεν αποτελεί ασφαλές προσδιοριστικό κριτήριο για τα εισοδήματά του χωρίς να έχει προηγηθεί έλεγχος της αντίστοιχης χρήσης (ΕφΛαρ 106/2013 αδημ.,ΕφΠατρ 562/2002 ΑχΝομ 2003.200). Όπως δε προκύπτει από την προσκομιζόμενη και επικαλούμενη από τον εναγόμενο βεβαίωση διακοπής εργασιών φυσικού προσώπου επιτηδευματία του αρμόδιου τμήματος της Δ.Ο.Υ. Παλαιού Φαλήρου, αυτός, από τις 18-12-2017 (δηλαδή μετά από δύο σχεδόν μήνες από τη συζήτηση των ασφαλιστικών μέτρων επί της οποίας εκδόθηκε η υπ αριθμ. 1881/2017 ως άνω απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά) υπέβαλε δήλωση διακοπής εργασιών και διαγραφή από τα μητρώα ασφαλισμένων του πρώην ΟΑΕΕ, με αποτέλεσμα κατά τη συζήτηση της αγωγής στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο (την 7-3-2018), να προκύπτει, τυπικά τουλάχιστον, ότι δεν ασκεί την ανωτέρω επαγγελματική δραστηριότητα. Όμως, ο εναγόμενος, ενόψει της ηλικίας του, της καλής του υγείας, αλλά και της εμπειρίας του και των γνωριμιών που έχει αποκτήσει τόσα χρόνια, έχει τη δυνατότητα να απασχολείται σε συναφή με το αντικείμενό του εργασία, αλλά και σε οποιαδήποτε άλλη εργασία ,εάν θελήσει πράγματι να εργαστεί, εργασία που έχει υποχρέωση να αναζητήσει για να συμβάλει στη διατροφή του ανηλίκου τέκνου του, σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στην προηγηθείσα νομική σκέψη της παρούσας. Εξάλλου, ο ίδιος στην χωρίς όρκο κατάθεσή του ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, ανέφερε ότι βρίθει ενέργειας και διαθέτει πολύ περισσότερες δυνάμεις από την ενάγουσα-τέως σύζυγός του, η οποία κουραζόταν εύκολα. Εάν δε ληφθεί υπόψη και το ότι όπως ο ίδιος κατέθεσε, ενδιαφέρεται για τον τρόπο ανατροφής της ανήλικης θυγατέρας του, ενόψει και του γεγονότος ότι δεν ασκεί το δικαίωμα επικοινωνίας του με αυτήν εντός της εβδομάδας και ως εκ τούτου δεν παρέχει οποιαδήποτε άλλη υλική συνδρομή ή βοήθεια στην ενάγουσα ώστε να μπορέσει εκείνη με τη σειρά της να εργαστεί τα απογεύματα, μπορεί αυτός να εξασφαλίσει ένα μηνιαίο εισόδημα της τάξεως των 1.200 ευρώ. Εξάλλου, ο εναγόμενος έχει στην κυριότητά του το προαναφερόμενο διαμέρισμα που χρησιμοποιούσε ως επαγγελματική στέγη (το οποίο πλέον δεν χρησιμοποιεί) πλην όμως μπορεί να το εκμισθώσει, εισπράττοντας μηνιαίως τουλάχιστον το ποσό των 450 ευρώ, δεδομένου ότι αυτό βρίσκεται σε καλή περιοχή με υψηλά μισθώματα, ενώ ο ίδιος διαμένει μαζί με τους γονείς του σε οικία που βρίσκεται στο Παλαιό Φάληρο, εμβαδού 100 τμ του οποίου έχει την ψιλή κυριότητα και δεν επιβαρύνεται έτσι με δαπάνη ενοικίου, ενώ αντιθέτως επιβαρύνεται με την αναλογία που του αντιστοιχεί στα λειτουργικά έξοδά της  (φωτισμό, ύδρευση, θέρμανση κλπ). Έτσι τα συνολικά εισοδήματά του μπορεί  να διαμορφωθούν σε μηνιαία βάση στο ποσό των 1.650 ευρώ. Επιπλέον, έχει στην κυριότητά του ένα αυτοκίνητο μάρκας Hyundai Atos 1.100c.cdiesel, το οποίο αγόρασε το έτος 2014 αντι τιμήματος 11.000 ευρώ, όπως κατέθεσε ο ίδιος. Άλλα εισοδήματα ή περιουσία από οποιαδήποτε άλλη πηγή, δεν αποδείχθηκε ότι διαθέτει ο εναγόμενος, ούτε τον βαρύνουν άλλες δαπάνες, παρά μόνο έναντι της ανήλικης ως άνω θυγατέρας του …. Πέραν των ανωτέρω ο εναγόμενος δεν αντιμετωπίζει άλλες ιδιαίτερες δαπάνες, πλην των συνήθων για τη διατροφή και τη συντήρησή του, ούτε χρήζει κάποιας εξειδικευμένης ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης. Περαιτέρω, η ενάγουσα, ηλικίας 50 ετών, είναι πτυχιούχος μουσικής και παραδίδει μαθήματα στο εκπαιδευτικό ίδρυμα «Ιερά Μονή ………», αντί του ποσού των 452,00  ευρώ μηνιαίως και επίσης απασχολείται και στο ………… – Παράρτημα Πειραιά, με μηνιαίες μικτές αποδοχές 35,32 ευρώ. Είναι κυρία ενός διαμερίσματος 28,20 τμ, το οποίο εκμισθώνει αντί του ποσού των 180,00 ευρώ μηνιαίως, επίσης έχει στην κυριότητά της και ένα διαμέρισμα κατά ποσοστό ½ εξ αδιαιρέτου εμβαδού 31,70 τμ, από την εκμίσθωση του οποίου εισπράττει μηνιαίως το ποσό των 85,00 ευρώ. Όπως προαναφέρθηκε,  η ενάγουσα διαμένει μαζί με το ανήλικο τέκνο της σε ιδιόκτητη οικία και δεν βαρύνεται έτσι με καταβολή μισθώματος πλην όμως συμμετέχει στις λειτουργικές δαπάνες αυτής κατά το ποσοστό που αναλογεί σ΄αυτήν και το ανήλικο παιδί της. Άλλα εισοδήματα ή περιουσιακά στοιχεία από οποιαδήποτε άλλη πηγή δεν αποδείχθηκε ότι έχει η ενάγουσα, ούτε όμως βαρύνεται αυτή  κατά νόμο με την υποχρέωση διατροφής άλλων προσώπων πλην του ανηλίκου ως άνω τέκνου της, δεν έχει ιδιαίτερα προβλήματα υγείας και οι δαπάνες διαβίωσής της είναι οι συνήθεις δαπάνες ατόμου της αυτής με την ενάγουσα ηλικίας και επιμελείται η ίδια για την ανατροφή του ανηλίκου τέκνου της  αυτοπροσώπως παρέχοντας σ΄αυτό κάθε είδους εξυπηρέτηση και φροντίδες που, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας συνδέονται με τη συνοίκηση, την ανατροφή και τη φροντίδα του ανηλίκου και είναι αποτιμητές σε χρήμα. Για τον προσδιορισμό δε της συνεισφοράς που βαρύνει τους γονείς του ανηλίκου, δεδομένου ότι με την αγωγή ζητείται μόνο η επιδίκαση του ποσού που κατά τους αγωγικούς ισχυρισμούς αντιστοιχεί στην προς συνεισφορά υποχρέωση του εναγομένου στην ανάλογη διατροφή του ανηλίκου τέκνου του και όχι το προσδιοριζόμενο από τις ανάγκες αυτού, συνολικό ποσό της διατροφής τους (απορριπτομένης ως μη νόμιμης της προβαλλόμενης από τον εναγόμενο ένστασης συνεισφοράς, που συνιστά αρνητικό ισχυρισμό του ύψους της αιτούμενης συνεισφοράς του εναγομένου, που επαναφέρει με σχετικό λόγο έφεσης ο εκκαλών), πρέπει να γίνει αναγωγή της οικονομικής δυνατότητας κάθε γονέα στο σύνολο των εισοδημάτων τους. Με βάση τις προαναφερόμενες οικονομικές δυνατότητες των διαδίκων και τις περιστάσεις υπό τις οποίες διατελούν, λαμβανομένων υπόψη και των διδαγμάτων της κοινής πείρας, η ανάλογη μηνιαία διατροφή, η οποία προσδιορίζεται από τις ανάγκες του άνω τέκνου, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής του και περιλαμβάνονται όλα τα απαραίτητα για τη συντήρηση και ανατροφή του έξοδα, συμπεριλαμβανομένων των αναγκών εκπαίδευσης, διατροφής, ένδυσης, υπόδησης, ατομικής ψυχαγωγίας και ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, ανέρχεται, για το επίδικο χρονικό διάστημα στο ποσό των 600 ευρώ μηνιαίως. Από το ποσό αυτό ο εναγόμενος πατέρας του, βάσει των προαναφερόμενων οικονομικών του δυνατοτήτων, αλλά και εκείνων που οφείλει να αποκτήσει από την εργασία του, την οποία (αντίθετα με τις διατάξεις των άρθρων 281 και 288 του ΑΚ) δεν έχει φροντίσει να αποκτήσει, ούτε με τη μορφή της μερικής ακόμα απασχόλησης, παρά τις ικανότητές του, είναι σε θέση να καταβάλει το ποσό των 450,00 ευρώ μηνιαίως ως συμμετοχή στην ανάλογη διατροφή αυτού, ενώ κατά το υπόλοιπο ποσό συμμετέχει η ενάγουσα κυρίως με την προσφορά της προσωπικής της εργασίας και απασχόλησης για την περιποίηση και φροντίδα του, η οποία είναι αποτιμητή σε χρήμα. Το εν λόγω ποσό μπορεί να καταβάλει ο εναγόμενος για το επίδικο χρονικό διάστημα χωρίς να κινδυνεύσει η δική του διατροφή (αν και δεν προβάλλεται νόμιμα η σχετική ένσταση με παραπομπή σε άλλο υπόχρεο, όπως ορθώς έκρινε το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο). Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή ως και ουσιαστικά βάσιμη η υπό κρίση αγωγή, και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να καταβάλλει στην ενάγουσα, υπό την ιδιότητά της ως ασκούσα την επιμέλεια του προσώπου του ως άνω ανηλίκου τέκνου τους, το χρηματικό ποσό των τετρακοσίων πενήντα (450,00) ευρώ μηνιαίως, ως συμμετοχή του στη διατροφή του ανηλίκου τέκνου τους ……., εντός των τριών πρώτων ημερών εκάστου μηνός, για το χρονικό διάστημα από την επομένη της επίδοσης της από 3-10-2017 αιτήσεως για επιδίκαση προσωρινής διατροφής (δηλαδή από τις 12-10-2017) έως και τις 31-12-2020, με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση πληρωμής κάθε μηνιαίας δόσης μέχρι την εξόφληση. Συνακόλουθα, μετά τις ανωτέρω παραδοχές, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που με την εκκαλούμενη απόφασή του, δέχθηκε τα ίδια ως προς την υπό κρίση αγωγή, ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε όλες τις ανωτέρω νομικές διατάξεις και ορθά, επίσης, εκτίμησε τις αποδείξεις και οι αντίστοιχοι λόγοι της κρινόμενης έφεσης του εναγομένου, με τους οποίους υποστηρίζονται τ’ αντίθετα, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι και ακολούθως, η έφεσή του, στο σύνολό της, ως αβάσιμη, στην ουσία της. Τα δικαστικά έξοδα του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας πρέπει να συμψηφισθούν, στο σύνολό τους, μεταξύ των διαδίκων γιατί πρόκειται για διαφορά μεταξύ γονέων και τέκνων (άρθρα 179 εδαφ.α΄ και 183 του ΚΠολΔ). Τέλος, μολονότι η έφεση του εναγομένου απορρίφθηκε ως ουσιαστικά αβάσιμη, και θα έπρεπε κατ’ άρθρο 495 του ΚΠολΔ, να διαταχθεί η εισαγωγή του προκατατεθέντος, για την άσκησή της, ηλεκτρονικού παράβολου, ποσού 100,00 ευρώ, στο Δημόσιο Ταμείο, επειδή στην κρινόμενη περίπτωση, δεν υφίστατο υποχρέωση για κατάθεση παράβολου, αφού επρόκειτο για διαφορά εκ του άρθρου 592 αριθ. 3 του ΚΠολΔ (βλ. το άρθρο 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά τους ν. 4335/2015 και ν. 4446/2016, πρέπει δε να σημειωθεί ότι τέτοια υποχρέωση δεν υφίστατο ούτε και με την ισχύ του προγενέστερου ν.4055/2012, αφού εξαιρούνταν οι υποθέσεις του άρθρου 681Β του ΚΠολΔ),θα πρέπει να διαταχθεί η απόδοση του κατατεθέντος για την άσκησή της παράβολου, στον εκκαλούντα αυτής.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει κατ΄αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ΄ουσία την έφεση κατά της υπ΄αριθμ. 3503/2018 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (ειδική διαδικασία διαφορών από την οικογένεια, το γάμο και την ελεύθερη συμβίωση).

Συμψηφίζει τα δικαστικά έξοδα ολικά μεταξύ των διαδίκων του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας. ΚΑΙ

Διατάσσει την επιστροφή στον εκκαλούντα του e –παραβόλου με κωδικό ………/2018,άσκησης έφεσης που κατέθεσε ο εκκαλών, ποσού εκατό (100,00) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις  23 Απριλίου 2020, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ