Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 303/2020

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός:       303/2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

NAYTIKO TMHMA

 Αποτελούμενο από τον Δικαστή Νικόλαο Κουτρούμπα, Εφέτη, ο οποίος ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Ε.Τ.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Κατά τη διάταξη του άρθρου 513 παρ. 1 του Κ.ΠολΔ έφεση επιτρέπεται μόνο κατά των αποφάσεων που εκδίδονται στον πρώτο βαθμό: α) εκείνων που παραπέμπουν την υπόθεση στο αρμόδιο δικαστήριο λόγω αναρμοδιότητας, β) των οριστικών αποφάσεων που περατώνουν όλη τη δίκη ή μόνο τη δίκη για την αγωγή ή για την ανταγωγή. Αν η απόφαση είναι κατά ένα μέρος οριστική, δεν επιτρέπεται έφεση ούτε κατά των οριστικών διατάξεων, πριν εκδοθεί οριστική απόφαση στη δίκη. Από το συνδυασμό της διατάξεως αυτής προς τις διατάξεις των άρθρων 308, 309, 321 και 539 του ίδιου Κώδικα συνάγεται ότι οριστική απόφαση του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου που προσβάλλεται με έφεση, είναι εκείνη που περατώνει τη δίκη με την παραδοχή ή την απόρριψη της αγωγής και απεκδύει το δικαστή της περαιτέρω εξουσίας του σχετικά με το αγωγικό αίτημα. Το αποτέλεσμα αυτό διατυπώνεται με σχετική διάταξη στο διατακτικό, το οποίο αποτελεί την ουσία της αποφάσεως και περιέχει τη θέληση και διαταγή του δικαστηρίου, ή και στο σκεπτικό, αλλά ρητώς και σαφώς (ΑΠ 709/2018 στην ΤΝΠ Νόμος, ΑΠ 203/1979 Δίκη 10, 334, ΕφΔωδ 63/2006, ΕφΠατρ 616/2006 ΤΝΠ Νόμος, ΜονΕφΚερκ 22/2016, ΕφΑΔ 2016, σελ. 864). Αντίθετα, η απόφαση που κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση της αγωγής για οποιοδήποτε λόγο δεν είναι οριστική, γι` αυτό και δεν υπόκειται σε έφεση. Δεν έχει σημασία αν νόμιμα ή όχι κηρύχθηκε απαράδεκτη η συζήτηση, καθ` όσον εάν δεν συνέτρεχε λόγος απαραδέκτου της συζήτησης, η απόφαση ως μη οριστική υπόκειται σε ανάκληση από το ίδιο δικαστήριο (βλ. ΜονΕφΑθ 2866/2016 στην ΤΝΠ Νόμος,ΕφΑθ 6264/2007 στην ΤΝΠ Νόμος). Εξάλλου, κατά το άρθρο 532 του ιδίου Κώδικα αν λείπει κάποια από τις προϋποθέσεις του παραδεκτού της έφεσης, στις οποίες περιλαμβάνεται και το εκκλητό της εκκαλούμενης απόφασης, το δικαστήριο απορρίπτει αυτήν και αυτεπαγγέλτως (ΑΠ 156/2013, 382/2005, 7/2003,ΕφΔωδ 69/2015 στην ΤΝΠ Νόμος, Σ. Σαμουήλ, ό.π., παρ. 217, σελ. 91).

Στην προκειμένη περίπτωση εισάγεται ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου προς συζήτηση μετ’ αναβολή από το πινάκιο από την αρχική δικάσιμο της 7.11.2019, η από 3.4.2019 (κατατεθείσα στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. ……/2019 και Ε.Α.Κ. …./2019 και για προσδιορισμό στη γραμματεία του Εφετείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …../2019 και Ε.Α.Κ. …../2019) έφεση της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «…………» κατά της εδρεύουσας στη Λιβερία εταιρείας με την επωνυμία “. …….” προς εξαφάνιση της 617/2019 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (τακτική διαδικασία-Ναυτικό Τμήμα) και για το παραδεκτό της οποίας έχει κατατεθεί κατ’ άρθρο 495 παρ. 3 στοιχ. Αβ’ του ΚΠολΔ το με κωδικό . . . e-Παράβολο του Υπουργείου Οικονομικών ποσού 100 ευρώ, εξοφλημένο (βλ. συνημμένα στο εφετήριο φωτοαντίγραφο του εν λόγω e-Παραβόλου και της από 4.4.2019 εξοφλητικής απόδειξης της Eurobank). Η εκκαλούσα είχε ασκήσει κατά της εφεσίβλητης ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου την από 23.9.2015 (με Γ.Α.Κ. …./2015 και αριθμό κατάθεσης ……/2015) αγωγή της με την οποία υποστήριζε ότι η ίδια δραστηριοποιείται στην εμπορία πετρελαιοειδών προϊόντων και ότι υπό τις συνθήκες που αναφέρει στο αγωγικό δικόγραφο, πώλησε και παρέδωσε στις 20.10.2014, στην εναγόμενη εταιρία, πλοιοκτήτρια του υπό σημαία Λιβερίας πλοίου με το όνομα “CB”, στο λιμάνι του Πειραιά, 98,995 μετρικούς τόνους ναυτιλιακού καυσίμου τύπου Marine Gas oil 0,1%, έναντι τιμήματος συνολικού ποσού 74.947,13 δολαρίων Η.Π.Α. που αντιστοιχούσε τότε σε ποσό 58.447,42 ευρώ και με συμφωνία χρέωσης τόκων σε περίπτωση καθυστέρησης εξόφλησης του τιμήματος, με επιτόκιο 2% μηνιαίως, πλην όμως ότι η απαίτησή της δεν ικανοποιήθηκε. Ζητούσε, λοιπόν, κατόπιν μετατροπής το αγωγικού αιτήματος σε αναγνωριστικό, να αναγνωρισθεί η υποχρέωση της εναγόμενης να της καταβάλει, αφενός λόγω σύμβασης, αφετέρου λόγω της πραγματοπαγούς ευθύνης της ως κυρίας του πλοίου, άλλως με βάση τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού, το ισάξιο σε ευρώ με βάση την ισοτιμία που θα ισχύει κατά τον χρόνο της πληρωμής του ποσού των 74.947,13 δολαρίων Η.Π.Α., πλέον του συμβατικά συμφωνηθέντος τόκου, ανερχόμενου σε 2% μηνιαίως από την επομένη της 11.11.2014, άλλως με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από την παραπάνω ημερομηνία. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, δικάζοντας αντιμωλία των διαδίκων, εξέδωσε την εκκαλούμενη απόφαση με την οποία κήρυξε απαράδεκτη τη συζήτηση της αγωγής, δεχόμενο σχετική ένσταση της εναγόμενης ότι δεν είχε γίνει έγκυρη επίδοση της αγωγής και κλήση για τη συζήτησή της στην έδρα αυτής στο εξωτερικό, αλλά στην έδρα της εταιρίας “…………..” φερόμενης ως διαχειρίστριας της εναγόμενης, ιδιότητα η οποία κατά την εκκαλουμένη δεν αποδείχθηκε και ότι εκ της άκυρης αυτής επιδόσεως υπέστη βλάβη η εναγόμενη καθώς εμφανίζεται να έχει γίνει διακοπή της εκ των άρθρων 289 παρ.3, 291 Κ.Ι.Ν.Δ. ετήσιας παραγραφής των απαιτήσεων της ενάγουσας, κάτι που δεν συνέβη, με αποτέλεσμα να συντρέχει δικονομική βλάβη της εναγόμενης και να πρέπει να κηρυχθεί η ακυρότητα της κλήτευσής της και εν συνεχεία το απαράδεκτο της συζήτησης της αγωγής. Ωστόσο, η εκκαλούμενη απόφαση που εκδόθηκε επί τηςως άνω αγωγής δεν είναι οριστική και δεν υπόκειται σε έφεση καθ` όσον δεν απορρίφθηκε ως απαράδεκτη η αγωγή, αλλά κηρύχθηκε απαράδεκτη η συζήτηση αυτής (της αγωγής). Κατ’ ακολουθίαν τούτων και σύμφωνα, με την προηγηθείσα νομική σκέψη, πρέπει να απορριφθεί από το παρόν αρμόδιο (κατ’ άρθρο 19 ΚΠολΔ σε συνδυασμό με το άρθρο 51 παρ.6 στοιχ.α’ του ν. 2172/1993) Δικαστήριο, δικάζον κατά την τακτική διαδικασία, η υπό κρίση έφεση ως απαράδεκτη, καθόσον ελλείπει μία από τις προϋποθέσεις του παραδεκτού αυτής και δη το εκκλητό της εκκαλουμένης απόφασης, (βλ. Βαθρακοκοίλη, ΚΠολΔ,τόμ. Γ σελ. 363), καθώς η έφεση στρέφεται κατά πρωτόδικης κρίσης που δεν είναι οριστική, διότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δεν αποφάνθηκεεπί της αγωγής με την παραδοχή ή την απόρριψη των προβαλλόμενων αξιώσεων της ενάγουσας και δεν απεκδύθηκε από κάθε σχετική με την υπόθεση αυτή εξουσία, με συνέπεια η απόφαση να μην υπόκειται σε έφεση. Περαιτέρω, τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης για τον παρόντα και μόνο βαθμό δικαιοδοσίας, δεδομένου ότι δεν έχει κριθεί η ένδικη αγωγή στον πρώτο βαθμό για να δικαιούται η εφεσίβλητη έξοδα και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, όπως αβάσιμα αιτείται, πρέπει να επιβληθούν σε βάρος της εκκαλούσας λόγω της ήττας της κατά την έκβαση της δίκης ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 183, 176 και 191 παρ.2  ΚΠολΔ κατά τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα στο διατακτικό. Τέλος, λόγω της απόρριψης της εφέσεως πρέπει να διαταχθεί κατ’ άρθρο 495 παρ.4 ΚΠολΔ, η εισαγωγή του κατατεθέντος για το παραδεκτό της εφέσεως παραβόλου στο δημόσιο ταμείο, ομοίως κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Απορρίπτει ως απαράδεκτη την από 3.4.2019 έφεση κατά της 617/2019μη οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (Ναυτικό Τμήμα), που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία.

Επιβάλλει τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης σε βάρος της εκκαλούσας και ορίζει αυτά στο ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ.

Διατάσσει την εισαγωγή του με κωδικό ………… e- Παράβολου του Υπουργείου Οικονομικών ποσού εκατό (100) ευρώ, στο δημόσιο ταμείο.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους,στις 23.4.2020.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                      Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ