Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 315/2020

Αριθμός     315/2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

        Συγκροτήθηκε από τη Δικαστή, Ελένη Τοπούζη, Εφέτη που ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα,  Τ.Λ..

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

       Η υπό κρίση έφεση των ηττηθέντων εναγόντων κατά της με αριθμό 3202/2018 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς καθώς και της συννεκαλουμένης με αυτήν με αριθμό 2467/2016 εν μέρει μη οριστικής απόφασης του ιδίου Δικαστηρίου, οι οποίες εκδόθηκαν κατά την τακτική διαδικασία, αντιμωλία των διαδίκων, έχει ασκηθεί σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις και είναι εμπρόθεσμη, γεγονός το οποίο δεν αμφισβητείται από τους διαδίκους, ούτε από τα έγγραφα της δικογραφίας προκύπτει το αντίθετο, αρμοδίως δε φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρα 19, 495,  511, 513 παρ. 1, 518 παρ. 1 ΚΠολΔ), αφού δε για το παραδεκτό της  έχει κατατεθεί από τους εκκαλούντες το νόμιμο παράβολο ποσού εκατό (100)  ευρώ, όπως προβλέπεται από το άρθρο 495 του ΚΠολΔ πρέπει αυτή να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω κατά την ίδια διαδικασία ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ.1 ΚΠολΔ)    Με την υπό κρίση από 3.4.2013  και με αριθμό καταθέσεως ……../12.4.2013 αγωγή τους, που άσκησαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατά τη δέουσα εκτίμηση του δικογράφου, οι ενάγοντες και ήδη εκκαλούντες, εξέθεταν  ότι με παράγωγο τρόπο, των σχετικών συμβολαιογραφικών πράξεων νομίμως μεταγεγραμμένων, είναι ο πρώτος επικαρπωτής και η δεύτερη ψιλή κυρία σε ποσοστό 100% έκαστος του περιγραφομένου λεπτομερώς στην  αγωγή καταστήματος (πρώην διαμερίσματος) και οριζόντιας ιδιοκτησίας, με αριθμό ……, του ισογείου διόροφης οικοδομής, ευρισκόμενης στον αστικό προσφυγικό συνοικισμό ………….. της περιφέρειας του Δήμου Πειραιά. Ότι η εναγόμενη κατέστη επίσης κυρία, με παράγωγο τρόπο, των σχετικών συμβολαιογραφικών πράξεων νομίμως μεταγεγραμμένων, του πρώτου πάνω από το ισόγειο ορόφου διαμερίσματος της ιδίας οικοδομής, και δη της με αριθμό …… οριζόντιας ιδιοκτησίας. Ότι οι ως άνω ιδιοκτησίες τους αποτελούν αυτοτελείς,  ανεξάρτητες, διηρημένες και διακεκριμένες οριζόντιες ιδιοκτησίες, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 3741/1929 στις οποίες έχουν υπαχθεί δυνάμει των  με αριθμό …/29.10.1942 και ………../23.2.1951 οριστικών παραχωρητηρίων του τότε Υπουργείου Εθνικής Πρόνοιας, που έχουν νόμιμα μεταγραφεί, με τα οποία ιδρύθηκε χωριστή κυριότητα κατ’ ορόφους στην εν λόγω οικοδομή και δημιουργήθηκαν δύο αυτοτελείς και ανεξάρτητες ιδιοκτησίες σ αυτήν, ήτοι οι προαναφερόμενες υπ.αριθμ….. των εναγόντων και ….. της εναγόμενης,  παρεπομένως δε, ιδρύθηκε και αναγκαστική συγκυριότητα επί του εδάφους, ήτοι στο όλο οικόπεδο, που ευρίσκεται η εν λόγω οικοδομή,  τμήμα του οποίου ορίσθηκε ρητά ως κοινόχρηστος χώρος για την εξυπηρέτηση και των δύο άνω ιδιοκτησιών. Με βάση τα παραπάνω και αναφέροντας ότι η αξία των οριζόντιων ιδιοκτησιών ανέρχεται για  την μεν  δική τους υπ.αριθμ….-κατάστημα και πρώην διαμέρισμα, σε 50.000,00 ευρώ και για την  δε με αριθμό ……- διαμέρισμα  της εναγόμενης, σε  30.000,00 ευρώ, ζητούσαν με την ένδικη αγωγή τους  Α) κατά το κύριο αίτημα αυτής να    αναγνωριστεί από το Δικαστήριο ότι η υπ’ αριθ. τέσσερα ισόγεια κατοικία (ήδη κατάστημα) ιδιοκτησίας τους, αποτελεί (ως  και η υπ’ αριθ. εννέα ανώγεια κατοικία (διαμέρισμα) ιδιοκτησίας της εναγομένης)   αυτοτελή  ανεξάρτητη,  διαιρεμένη και διακεκριμένη οριζόντια ιδιοκτησία,  σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 3741/1929, στις οποίες έχει  (ως και αυτή της εναγόμενης) υπαχθεί δυνάμει των αναφερόμενων στην αγωγή οριστικών παραχωρητηρίων και  να προσδιοριστεί από το Δικαστήριο το ποσοστό συνιδιοκτησίας της στο οικόπεδο, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στην αγωγή Β) Επικουρικά, ήτοι  σε περίπτωση που απορριφθεί το ως άνω κύριο αναγνωριστικό αίτημα της αγωγής τους,  να διαταχθεί από το Δικαστήριο η αυτούσια διανομή του κοινού οικοπέδου, με σύσταση χωριστής ιδιοκτησίας κατ’ ορόφους και να προσδιοριστεί το ποσοστό συνιδιοκτησίας εκάστης οριζόντιας ιδιοκτησίας στο οικόπεδο, καταδικαζόμενης προσέτι της  εναγόμενης  σε σχετική προς τούτο δήλωση βουλήσεως ενώπιον συμβολαιογράφου. Ζητούσαν, επίσης, να κηρυχθεί πρσωρινά εκτελεστή η απόφαση που θα εκδοθεί και να καταδικασθεί η εναγόμενη  στα δικαστικά τους έξοδα, άλλως να επιβληθούν  αυτά σε βάρος της διανεμητέας περιουσίας. Επί της αγωγής αυτής, συζητήσεως γενομένης αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο εξέδωσε αρχικά την με αριθμό 2467/2016 εν μέρει μη  οριστική απόφασή του, με την οποία απέρριψε α) την αγωγή ως μη νόμιμη ως προς το κύριο υπό στοιχ.Α ως άνω αναγνωριστικό αίτημά της, κρίνοντας ότι η έκδοση οριστικού παραχωρητηρίου δεν εμπίπτει στους περιοριστικά αναφερόμενους τρόπους με τους οποίους είναι δυνατή η σύσταση οριζόντιας ιδιοκτησίας και ως εκ τούτου με τα αναφερόμενα στην αγωγή παραχωρητήρια δε συνεστήθη οροφοκτησία επί των περιγραφόμενων ως άνω ιδιοκτησίων των διαδίκων, την αναγνώριση της ίδρυσης της οποίας, βάσει αυτών  (παραχωρητηρίων),  αιτούνταν κυρίως οι ενάγοντες β) τα παρεπόμενα ως άνω αγωγικά αιτήματα, περί καταδίκης της εναγόμενης σε δήλωση βουλήσεως, κηρύξεως προσωρινά εκτελεστής της απόφασης και καταδίκης αυτής στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων των εναγόντων, για τους λόγους που ειδικότερα εκτίθενται σ αυτήν,  ενώ  έκρινε αυτή καθ όλα ορισμένη και νόμιμη ως προς το υπό στοιχ.Β επικουρικό της αίτημά της, ήτοι αυτό περί αυτούσιας διανομής του κοινού οικοπέδου με σύσταση οριζόντιας ιδιοκτησίας επ αυτού,  ανέβαλε, όμως, ως προς αυτό, την έκδοση της οριστικής απόφασής του διατάσσοντας πραγματογνωμοσύνη, κατά τα αναλυτικά αναφερόμενα στο διατακτικό της απόφασης, μετά δε τη διεξαγωγή της οποίας εξέδωσε την με αριθμό 3202/2018 οριστική απόφασή του, απορρίπτοντας την αγωγή ως ουσία αβάσιμη,  κατά το ως άνω επικουρικό της αίτημα. Κατά των αποφάσεων αυτών παραπονούνται οι ενάγοντες και ήδη εκκαλούντες με την κρινόμενη έφεσή τους και τους περιεχόμενους σ αυτή λόγους, που ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή  εκτίμηση των αποδείξεων από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο και ζητούν την εξαφάνισή τους ώστε να γίνει δεκτή η ένδικη αγωγή τους.    Ι.  Κατά το άρθρο 70 ΚΠολΔ, όποιος έχει έννομο συμφέρον να αναγνωρισθεί η ύπαρξη ή μη ύπαρξη κάποιας έννομης σχέσης, μπορεί να εγείρει σχετική αγωγή. Η συνδρομή του εννόμου συμφέροντος, που αξιώνει η παραπάνω διάταξη για την άσκηση αναγνωριστικής αγωγής και το οποίο πρέπει να είναι άμεσο, επιτελεί νομιμοποιητική λειτουργία στην αναγνωριστική αγωγή και συνιστά ειδική προϋπόθεση του παραδεκτού της. Το έννομο συμφέρον μπορεί να είναι υλικό ή ηθικό και θεωρείται, ότι υπάρχει, όταν, από τη συμπεριφορά του εναγομένου ή τρίτου, η οποία μπορεί να συνίσταται και σε προφορική άρνηση ή και αμφισβήτηση του οικείου δικαιώματος, δημιουργείται αντικειμενικά αβεβαιότητα ως προς την ύπαρξη ή ανυπαρξία του δικαιώματος αυτού του ενάγοντα, η οποία αβεβαιότητα δημιουργεί άμεσα ή έμμεσα κινδύνους για τα συμφέροντά του, που δεν μπορούν να αποτραπούν, παρά μόνο με την αναγνωριστική απόφαση. Οφείλει δε τούτο  (έννομο συμφέρον) να επικαλεσθεί και να αποδείξει ο ενάγων, σε αντίθετη περίπτωση η αγωγή απορρίπτεται αναλόγως ως απαράδεκτη ή κατ` ουσίαν, χωρίς να ενδιαφέρει αν πρότεινε ή απέδειξε ή όχι το προβαλλόμενο δικαίωμα  (ΑΠ 1442/2019, ΑΠ 1181/2013, ΑΠ 1420/2011, ΕφΠειρ 506/2014, δημοσιευμένες στη Νόμος)

ΙΙ. Σύμφωνα με το ισχύον νομοθετικό καθεστώς, οριζόντια ή κάθετη ιδιοκτησία μπορεί να συσταθεί είτε με σύμβαση μεταξύ των συγκυρίων του όλου ακινήτου (άρθρο 14  παρ.1 του Ν.3741/1929, 1002 εδ.α ΑΚ) είτε με απόφαση του Δικαστηρίου και συμφωνία της πλειοψηφίας του 65% των συγκυρίων του οικοπέδου (άρθρο 1 και 6 του Ν.1562/1985) είτε με δικαστική απόφαση που εκδίδεται σε δίκη διανομής κοινού οικοδομημένου ή ακάλυπτου οικοπέδου  (άρθροο 11 Ν.1562/1985=480 Α ΚΠολΔ) είτε με μονομερή δικαιοπραξία (εν ζωή ή αιτία θανάτου) του κυρίου του όλου ακινήτου (άρθρο 14 του Ν.3741/1929, 2 νδ 1024/1972, 1002 ΑΚ). Προς μονομερή δικαιοπραξία εξομοιούται  και η παραχώρηση λα’ι’κής κατοικίας του βδ 775/1964 (ΑΠ 307/1991, δημοσιευμένη στη Νόμος), ενώ νομίμως συνιστάται οροφοκτησία  στις παραχωρούμενες με παραχωρήτηρια  του Υπουργείου Κοινωνικής Πρόνοιας διόφορες οικοδομές σε δικαιούχους αστικής αποκατάστασης προσφύγων, δια των οποίων ο κύριος κάθε ορόφου καθίσταται και συγκύριος ιδανικής μερίδας επί των κοινών μερών εκάστης οικοδομής  (ΑΠ 558/1969, ΑΠ 2080/1965, ΕΑ 5518/2003, Β.Τσούμας, Οριζόντια και Κάθετη ιδιοκτησία, έκδ.2009, Λήδα Θ.Πίψου, Δικαστική διανομή, έκδ.2006, σελ.269-270). Εξάλλου από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 14 του ΝΔ 3741/1929, 1002 ΑΚ και 2 του ΝΔ 1024/1971» συνάγεται ότι οι οροφοκτησίες λύονται με σύμβαση μεταξύ όλων των οροφοκτητών που υπόκειται στον τύπο του συμβολαιογραφικού εγγράφου και μεταγράφεται και 2) με μονομερή εν ζωή δήλωση που γίνεται συμβολαιογραφικώς και μεταγράφεται ή με διάταξη τελευταίας βούλησης εκείνου που έχει και στις δύο περιπτώσεις όλες τις οροφοκτησίες. Με δικαστική διανομή δε λύονται οι οροφοκτησίες (άρθρο 2 παρ. 3 του ν. 3741/1929)» παρά μόνο αν η οικοδομή καταστραφεί ολοσχερώς ή κατά τα 3/4 της αξίας της ή αν, στην περίπτωση που η καταστροφή έχει σπουδαιότητα μικρότερη από τα 3/4 της αξίας της οικοδομής, κανένας από τους συνιδιοκτήτες δε θέλει να οικοδομήσει τα κοινά μέρη αυτών (άρθρο 9 παρ. 1 – 2 ν. 3741/1929). Πλην των περιπτώσεων αυτών, δικαστική διανομή της οροφοκτησίας, που έχει ήδη νόμιμα συσταθεί δε χωρεί  γιατί δεν υπάρχει συγκυριότητα στους χωριστούς ορόφους ή οικοδομήματα, ούτε διανομή του εδάφους, που ανήκει στην αναγκαστική συνιδιοκτησία (βλ. σχετ. ΑΠ 1618/2013, ΕφΠατρ 361/2019, δημοσιευμένες στη Νόμος).

ΙΙΙ.  Τέλος, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 522, 524 παρ. 1, 525 παρ. 1 και 536 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι το Εφετείο, στο οποίο με την άσκηση της έφεσης μεταβιβάζεται η υπόθεση, μέσα στα όρια που καθορίζονται απ’ αυτή, έχει ως προς την αγωγή την ίδια εξουσία, που έχει και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο (Α.Π. 103/2001 ΕλλΔνη 2001, 714). Συνεπώς, μπορεί, να εξετάσει αυτεπάγγελτα το ορισμένο ή τη νομική βασιμότητα της αγωγής, παρόλο που ο εκκαλών παραπονείται με την έφεσή του για την κρίση ως προς την ουσιαστική βασιμότητα αυτής (ΑΠ  1481/2013, ΑΠ 845/2011 δημοσιευμένες στη Νόμος). Έτσι το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, αν κρίνει ότι η αγωγή, που πρωτοδίκως είχε απορριφθεί ως ουσία αβάσιμη, είναι απαράδεκτη ή  νομικά αβάσιμη, εξαφανίζει την εκκαλούμενη απόφαση και απορρίπτει την αγωγή για έναν από τους παραπάνω λόγους, και χωρίς την υποβολή ειδικού παραπόνου, διότι η απόφαση αυτή είναι ευνοϊκότερη για τον εκκαλούντα από την εκκληθείσα (Α.Π. 356/2013, ΑΠ 1179/2010, δημοσιευμένες στη Νόμος). Στην περίπτωση αυτή, αντικατάσταση της αιτιολογίας της πρωτόδικης απόφασης, κατά το άρθρο 534 ΚΠολΔ, δεν αρκεί, γιατί η απόρριψη της αγωγής για έναν από τους πιο πάνω λόγους οδηγεί σε διαφορετικό κατά το αποτέλεσμα διατακτικό (Σ. Σαμουήλ – η έφεση – εκδ. 2003 παρ. 854,  ΑΠ 356/2013, ΕΑ 1107/2018, ΕφΠειρ 281/2014, ΕφΘεσ 2331/2006, ΕφΘεσ 2010/2003, δημοσιευμένες στη Νόμος).     Στην προκειμένη περίπτωση, με το ως άνω περιεχόμενο η κρινόμενη αγωγή, ως προς το κύριο αναγνωριστικό της ως άνω υπό στοιχ.Α αίτημα τυγχάνει απορριπτέα ως απαράδεκτη, σύμφωνα και με τα εκτενώς αναφερόμενα στην οικεία υπό στοιχ.Ι νομική σκέψη της παρούσας, καθόσον οι ενάγοντες ουδόλως επικαλούνται  ότι αμφισβητείται από την εναγόμενη, είτε με υλικές πράξεις είτε με προφορικές διαδόσεις είτε με οποιονδήποτε τρόπο το γεγονός ότι δια των αναφερόμενων στην αγωγή τους παραχωρητήριων του Υπουργείου Εθνικής Πρόνοιας (βάσει των οποίων, κατά τα εκτιθέμενα στην υπό στοιχ.ΙΙ νομική σκέψη, νομίμως συνιστάται οροφοκτησία στις παραχωρούμενες με αυτά  διόφορες οικοδομές σε δικαιούχους αστικής αποκατάστασης προσφύγων, ως εν προκειμένω),  πράγματι έχει συσταθεί τέτοια (οριζόντια ιδιοκτησία), αφού, σύμφωνα με τα αναφερόμενα από τους ίδιους στην ένδικη αγωγή τους τόσο η ιδιοκτησία αυτών όσο και η ιδιοκτησία της εναγόμενης αποτελούν αυτοτελείς, ανεξάρτητες, διηρημένες και διακεκριμένες οριζόντιες ιδιοκτησίες, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 3741/1929 στις οποίες έχουν υπαχθεί δυνάμει των  αναφερόμενων στην αγωγή τους οριστικών παραχωρητηρίων του τότε Υπουργείου Εθνικής Πρόνοιας, που έχουν νόμιμα μεταγραφεί, με τα οποία ιδρύθηκε χωριστή κυριότητα κατ’ ορόφους στην εν λόγω οικοδομή και δημιουργήθηκαν δύο αυτοτελείς και ανεξάρτητες ιδιοκτησίες σ αυτήν, ήτοι η  υπ.αριθμ…… των εναγόντων και … της εναγόμενης,  παρεπομένως δε, ιδρύθηκε και αναγκαστική συγκυριότητα στο όλο οικόπεδο, που ευρίσκεται η εν λόγω οικοδομή (σελ.6 και 7 αγωγής), κατ ισομοιρία, κατ άρθρο 785 ΑΚ,  και ως τούτου, με βάση τα άνω αναφερόμενα στην αγωγή, ουδεμία αμφισβήτηση της ύπαρξης της ως άνω εννόμου σχέσης υφίσταται και κίνδυνος για τα συμφέροντα των εναγόντων, λόγω της αβεβαιότητας αυτής, που να δικαιολογεί την άσκηση της προκείμενης αγωγής, ως προς το κύριο ως άνω αναγνωριστικό της αίτημα. Απορριπτέα, εξάλλου, ως μη νόμιμη τυγχάνει και ως προς το επικουρικό της αίτημα, ήτοι αυτό περί δικαστικής διανομής του κοινού οικοπέδου, με αυτούσια διανομή του, με σύσταση χωριστής ιδιοκτησίας κατ ορόφους, κατ άρθρο 480Α ΚΠολΔ, η διερεύνηση του οποίου προ’υ’ποθέτει μη συνεστημένη οριζόντια ιδιοκτησία, που εν προκειμένω, με βάση τα διαλαμβανόμενα στην αγωγή, υφίσταται, αφού το διανεμετέο κοινό οικόπεδο, έχει υπαχθεί στις διατάξεις του Ν.3741/1929, 1002 και 1117 ΑΚ, ενώ και σύμφωνα με όσα αναπτύχθηκαν στην ως άνω νομική σκέψη ( υπό στοιχ.ΙΙ), κανένας από τους συνοροφοκτήτες δεν μπορεί να ζητήσει μονομερώς, δηλαδή παρά τη θέληση των λοιπών, τη λύση της κοινωνίας με δικαστική διανομή, παρά μόνο αν η οικοδομή καταστραφεί ολοσχερώς ή κατά τα 3/4 της αξίας της, στοιχεία που δεν επικαλούνται οι ενάγοντες ότι συντρέχουν εν προκειμένω.    Κατόπιν αυτών, σύμφωνα και με εκτενώς αναφερόμενα στην υπό στοιχ.ΙΙΙ νομική σκέψη της παρούσας,  οι προσβαλλόμενες πρωτόδικες αποφάσεις που έκριναν διαφορετικά, ήτοι α) απέρριψαν την αγωγή ως μη νόμιμη, ως προς το κύριο αίτημα αυτής (η εκκαλουμένη με αριθμό 2467/2016 εν μέρει μη οριστική απόφαση), ενώ αυτή έπρεπε να απορριφθεί ως απαράδεκτη  και β) κατ ουσίαν αβάσιμη, ως προς το επικουρικό αίτημα αυτής (η εκκαλουμένη με αριθμό 3202/2018 οριστική απόφαση), ενώ έπρεπε αυτή (αγωγή) να απορριφθεί ως μη νόμιμη, έσφαλαν ως προς την εφαρμογή των ως άνω διατάξεων, γεγονός που ερευνάται αυτεπάγγελτα από το παρόν Δικαστήριο, σύμφωνα με τις νομικές σκέψεις που προεκτέθηκαν (υπό στοιχ.ΙΙΙ). Ενόψει αυτών, πρέπει, κατά παραδοχή της ένδικης έφεσης, με την οποία οι εκκαλούντες παραπονούνται για την απόρριψη της αγωγής τους, τόσο ως προς το κύριο όσο και ως προς το επικουρικό αίτημά της, να εξαφανισθούν οι εκκαλουμένες αποφάσεις και, αφού κρατηθεί η υπόθεση από το Δικαστήριο τούτο για περαιτέρω έρευνα (άρθρο 535 ΚΠολΔ), να απορριφθεί η αγωγή, για τους λόγους που προεκτέθηκαν, τόσο ως προς το  το κύριο όσο και ως προς το επικουρικό αίτημά της,  καθ όσον η προκειμένη απόφαση είναι ευνοϊκότερη για τους εκκαλούντες από τις εκκληθείσες  και δεν αρκεί η αντικατάσταση της απορριπτικής αιτιολογίας αυτών, κατ άρθρο 534 ΚΠολΔ. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα της εναγόμενης-εφεσίβλητης   αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, πρέπει να επιβληθούν σε βάρος των εναγόντων-εκκαλούντων (άρθρ. 176, 183, 191 παρ.2  ΚΠολΔ), λόγω της ήττας τους,   ενώ  θα πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή του παραβόλου για την άσκηση της προκείμενης εφέσεως που έγινε δεκτή στους εκκαλούντες (άρθρο 495 παρ.3 ΚΠολΔ), κατά τα  ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ κατ’ αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και ουσιαστικά την έφεση.

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ  την εκκαλουμένη υπ’ αριθμ.3202/2018   οριστική απόφαση του Μονομελούς  Πρωτοδικείου Πειραιώς και την συνεκκαλούμενη  με αριθμό 2467/2016 εν μέρει μη οριστική απόφαση του ιδίου Δικαστηρίου, εκδοθείσες αμφότερες κατά την τακτική διαδικασία.

ΚΡΑΤΕΙ και δικάζει την από 3.4.2013 (με αρ. εκθ. κατ. ……./12.4.2013) αγωγή.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ αυτήν, τόσο ως προς το κύριο όσο και ως προς το επικουρικό αίτημά της.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος των εναγόντων τα δικαστικά έξοδα της εναγόμενης και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας, τα οποία προσδιορίζει σε πεντακόσια (500) ευρώ.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επιστροφή  του κατατεθέντος από τους εκκαλούντες παραβόλου, ποσού εκατό (100) ευρώ στους τελευταίους,  που  καταβλήθηκε απ αυτούς με το με αριθμό . . ..  e-παράβολο.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 30-4-2020 χωρίς να παρίστανται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους.

 Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                        Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ