Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 358/2020

Αριθμός     358/2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ    

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Αικατερίνη Κοκόλη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  Ε.Τ.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

    Η κρινόμενη από 15-2-2018 (αρ. καταθ. …./2018) έφεση της ηττηθείσας ανακόπτουσας κατά της υπ΄ αρ. 5502/2017 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών των άρθρων 614 επ. του ΚΠολΔ, αντιμωλία των διαδίκων, αρμοδίως και παραδεκτώς φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού (άρθρο 19 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 4 παρ. 2 του Ν. 3994/25-7-2011) και έχει ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως (άρθρα 495 παρ. 1, 496 παρ. 1, 498 παρ. 1, 499, 511, 513 παρ. 1 στ. β΄, 516 παρ. 1, 517 εδ. α΄, 518 παρ. 1 και 520 παρ. 1 του ΚΠολΔ). Επομένως, είναι παραδεκτή και πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά την ίδια διαδικασία, κατά την οποία εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 του ΚΠολΔ), εφόσον για το παραδεκτό αυτής (εφέσεως) κατατέθηκε από την εκκαλούσα παράβολο, ποσού εκατό (100) ευρώ (βλ. το υπ΄ αρ. ………../2018 e – ΠΑΡΑΒΟΛΟ), κατ΄ άρθρο 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ.

Με την από 26-6-2017 (αρ. καταθ. ……/2017) ανακοπή της, που άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς και συζητήθηκε στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο την 5-10-2017, η ανακόπτουσα, ήδη εκκαλούσα, ζήτησε, για τους αναφερόμενους σ΄ αυτήν (ανακοπή) λόγους, να ακυρωθούν α) η υπ΄ αρ. …./2017 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, β) το υπ΄ αρ. …./2017 πρώτο εκτελεστό απόγραφο της ανωτέρω διαταγής πληρωμής και γ) η από 23-5-2017 επιταγή προς πληρωμή κάτω από αντίγραφο πρώτου εκτελεστού απογράφου της παραπάνω διαταγής πληρωμής. Επίσης, η ανακόπτουσα ζήτησε να καταδικασθεί η καθ΄ ης η ανακοπή στην πληρωμή των δικαστικών της εξόδων. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλουμένη υπ΄ αρ. 5502/2017 οριστική απόφασή του, που εκδόθηκε, όπως προαναφέρθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, αφού έκρινε ότι οι ανακοπές ασκήθηκαν νομότυπα και εμπρόθεσμα και σωρεύονται παραδεκτά στο ίδιο δικόγραφο, απέρριψε αυτές (ανακοπές), επικύρωσε την ως άνω υπ΄ αρ. ……./2017 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, και επέβαλε σε βάρος της ανακόπτουσας τα δικαστικά έξοδα της καθ΄ ης η ανακοπή, τα οποία όρισε στο ποσό των 725 ευρώ. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονείται με την προαναφερόμενη έφεση η ηττηθείσα ανακόπτουσα και με τους διαλαμβανόμενους σ΄ αυτή (έφεση) λόγους ζητεί να γίνει δεκτή η έφεση, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη, να γίνουν δεκτοί οι λόγοι της ένδικης ανακοπής και να ακυρωθεί η υπ΄ αρ. ……./2017 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

Κατά το άρθρο 2 του Ν. 1642/1986 «Για την εφαρμογή του φόρου προστιθέμενης αξίας και άλλες διατάξεις», όπως ο νόμος αυτός τροποποιήθηκε με το Ν. 1676/1986 και ισχύει μετά από κωδικοποίηση των διατάξεων με το Ν. 2859/2000, αντικείμενο του φόρου είναι: α) η παράδοση αγαθών και η παροχή υπηρεσιών, εφόσον πραγματοποιούνται από επαχθή αιτία στην ελληνική επικράτεια, από υποκείμενο στο φόρο που ενεργεί με αυτή την ιδιότητα και β) η εισαγωγή αγαθών στην ελληνική επικράτεια. Κατά τη μεταβατική διάταξη του άρθρου 57 παρ. 1 εδ. β΄ του ίδιου νόμου (ήδη άρθρο 63 του Ν. 2859/2000), από την έναρξη ισχύος του καταργούνται οι διατάξεις «για την επιβολή τελών χαρτοσήμου στις πράξεις τις οποίες προβλέπουν οι διατάξεις του άρθρου 2 του παρόντος νόμου και στα παρεπόμενα τους σύμφωνα …» [ΑΠ 713/2012 ΕφΑΔ 2013.262, ΕφΔωδ (Μον) 118/2015]. Επιπροσθέτως, κατά την έννοια της διάταξης αυτής, στις περιπτώσεις του «παρεπόμενου συμφώνου», που απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής τελών χαρτοσήμου, περιλαμβάνεται και η αναγνώριση οφειλής και αναδοχή χρέους από συναλλαγή υποκείμενη σε αναλογικό ΦΠΑ, που αποτελούσε και τη γενεσιουργό αιτία της αναγνώρισης ή αναδοχής, αφού διαφορετικά θα επρόκειτο για περίπτωση ανεπιθύμητης για το νομοθέτη διπλής φορολόγησης (ΑΠ 748/2011).Περαιτέρω στο άρθρο 12 του ΠΔ 28/28-7-1931«Περί Κώδικος των νόμων περί τελών χαρτοσήμου», όπως (το άρθρο αυτό) αντικαταστάθηκε με το πρώτο άρθρο του ΒΔ της 6/7-6-1951, ορίζονται τα ακόλουθα «Επί των συμβολαίων και των εγγράφων, των κατονομαζομένων εν τω επομένω άρθρ. 13, το τέλος ορίζεται εις 3% της εν αυτοίς διαλαμβανομένης αξίας εις δραχμάς». Κατά το άρθρο 13 του ανωτέρω ΠΔ, όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 3 του Ν. 2246/1952, «Εις το κατά την παρ. 1 του προηγουμένου άρθρ. 12 τέλος υπόκεινται 1.α. Πάσα σύμβασις, οιουδήποτε αντικειμένου, συναπτομένη είτε απ΄ ευθείας, είτε διά δημοσίου συναγωνισμού ή πάσα εξόφλησις συμβάσεως ή σχετική πρός την σύμβασιν απόδειξις, εφ΄ όσον καταρτίζονται εγγράφως και δη είτε διά δημοσίου, είτε δι΄ ιδιωτικού καθ΄ οιονδήποτε τύπον συντεταγμένου εγγράφου», ενώ στο ίδιο άρθρο αναφέρονται οι περιπτώσεις που εξαιρούνται. Περαιτέρω από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 623, 624 παρ. 1, 626, 628 παρ.1 εδ.α΄, 632 παρ. 1 και 633 παρ.1 του ΚΠολΔ προκύπτει ότι μπορεί να ζητηθεί η έκδοση διαταγής πληρωμής για χρηματική απαίτηση, εφόσον η απαίτηση αυτή δεν εξαρτάται από αίρεση ή προθεσμία, όρο ή αντιπαροχή και αποδεικνύεται (η απαίτηση και το οφειλόμενο ποσό) με δημόσιο ή ιδιωτικό έγγραφο, ή με συνδυασμό τέτοιων εγγράφων που επισυνάπτονται στην αίτηση. Ως τέτοιο ιδιωτικό έγγραφο, με το οποίο πρέπει να αποδεικνύεται χρηματική απαίτηση, για να εκδοθεί αντίστοιχη διαταγή πληρωμής, νοείται όχι μόνο εκείνο που περιέχει διατύπωση δικαιοπραξίας, αλλά και το έγγραφο που περιέχει μαρτυρία με αποδεικτική δύναμη του εκδότη του εις βάρος του ίδιου, ενέχουσα εξώδικη ομολογία χρέους (βλ. ΑΠ 54/1990 ΕλλΔνη 1991.65). Ειδικότερα, από τα ως άνω έγγραφα πρέπει να προκύπτουν το οφειλόμενο ποσό, το ύψος της σχετικής αξιώσεως, το ληξιπρόθεσμό της και η αιτία της οφειλής, καθώς και τα πρόσωπα του δικαιούχου και του οφειλέτη. Εάν η απαίτηση ή το ποσό δεν αποδεικνύονται εγγράφως, ο Δικαστής οφείλει, κατ΄ άρθρο 628 του ΚΠολΔ, να μην εκδώσει διαταγή πληρωμής. Εάν δε, παρά την έλλειψη της διαδικαστικής αυτής προϋπόθεσης, εκδοθεί διαταγή πληρωμής, αυτή ακυρώνεται, ύστερα από ανακοπή του οφειλέτη, κατά τα άρθρα 632 και 633 του ΚΠολΔ. Η ακύρωση της διαταγής πληρωμής στην περίπτωση αυτή απαγγέλλεται, λόγω διαδικαστικού απαραδέκτου, ανεξαρτήτως της ύπαρξης της απαίτησης και της δυνατότητας να αποδειχθεί με άλλα αποδεικτικά μέσα (ΟλΑΠ 10/1997, ΑΠ 1376/2018, ΑΠ 682/2015, ΑΠ 933/2011, ΑΠ 1480/2007). Εξάλλου, κατά το άρθρο 443 του ΚΠολΔ, για να έχει αποδεικτική δύναμη ιδιωτικό έγγραφο πρέπει να έχει την ιδιόχειρη υπογραφή του εκδότη, εκδότης δε, κατά την έννοια του άρθρου αυτού, θεωρείται εκείνος ο οποίος αναλαμβάνει υποχρεώσεις από το έγγραφο. Κατά το άρθρο δε 447 του ΚΠολΔ το ιδιωτικό έγγραφο αποτελεί απόδειξη υπέρ του εκδότη μόνον αν το προσκόμισε ο αντίδικος ή αν πρόκειται για τα βιβλία που αναφέρονται στις περιπτώσεις α΄ και β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 444 του ΚΠολΔ. Έτσι, είναι δυνατή η έκδοση διαταγής πληρωμής με βάση τιμολόγια – δελτία αποστολής εμπορευμάτων μόνον εάν αυτά φέρουν την υπογραφή του αγοραστή κατά τρόπο που να αποδέχεται την οφειλή του (ΑΠ 1342/2017, ΑΠ 872/2017, ΑΠ 682/2015, ΑΠ 1608/2014, ΑΠ 1349/2013, ΑΠ 1480/2007, ΕφΕυβ 85/2016 ΕφΑΔ 2017.81). Περαιτέρω σύμφωνα με το άρθρο 9 παρ. 1 περ. ζ του Ν. 4308/2014 «Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα, συναφείς ρυθμίσεις και άλλες διατάξεις»: «Το τιμολόγιο φέρει υποχρεωτικά τις ακόλουθες ενδείξεις: … ζ) την ημερομηνία κατά την οποία πραγματοποιήθηκε ή ολοκληρώθηκε η παράδοση αγαθών ή η παροχή υπηρεσιών, εφόσον η ημερομηνία αυτή δεν συμπίπτει με την ημερομηνία έκδοσης του τιμολογίου». Στην προκειμένη περίπτωση, με το πρώτο σκέλος του πρώτου λόγου ανακοπής, (κατά της διαταγής πληρωμής, για την οποία μεταβιβάστηκε η υπόθεση, με την ένδικη έφεση, ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού), η ανακόπτουσα ισχυρίστηκε ότι στον Πειραιά την 3-4-2014 συνήψε με την καθ΄ ης η ανακοπή σύμβαση αποκλειστικής εμπορικής συνεργασίας με παρεπόμενη σύμβαση χρησιδανείου, με σκοπό τον ανεφοδιασμό της (ανακόπτουσας) με καύσιμα για τη λειτουργία πρατηρίου υγρών καυσίμων, με σκοπό τη μεταπώληση αυτών, σύμβαση η οποία στην αρχή κύλησε ομαλά. Ακολούθως, ισχυρίστηκε ότι την 6-9-2016 η καθ΄ ης η ανακοπή της κοινοποίησε μία εντελώς αόριστη εξώδικη δήλωση-διαμαρτυρία-καταγγελία της σύμβασης. Ότι την 12-6-2017 της επιδόθηκε η υπ΄ αρ. …../2017 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την από 23-5-2017 επιταγή προς πληρωμή κάτω από αντίγραφο πρώτου εκτελεστού απογράφου της ανωτέρω διαταγής πληρωμής, με την οποία επιτάχθηκε να καταβάλει στην καθ΄ ης η ανακοπή το συνολικό ποσό των 36.078,40 ευρώ, με το νόμιμο τόκο, και το ποσό των 745 ευρώ για δικαστικά έξοδα έκδοσης της διαταγής αυτής πληρωμής. Επιπροσθέτως, ισχυρίστηκε ότι εσφαλμένα εκδόθηκε η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής για το ποσό των 21.437,19 ευρώ, που αφορά αφηρημένη υπόσχεση χρέους με την από 3-4-2014 σύμβαση αποκλειστικής εμπορικής συνεργασίας, γιατί το έγγραφο αυτό δεν έχει τη νόμιμη χαρτοσήμανση σύμφωνα με τα άρθρα 12 και 13 του ΠΔ της 28/28-7-1931 «Περί κώδικος των νόμων περί τελών χαρτοσήμου» και ειδικότερα δεν έχει χαρτοσημανθεί με χαρτόσημο 3% επί του αντικειμένου της σύμβασης, προσαυξημένου του ποσού που προκύπτει κατά 20%. Περαιτέρω, με το δεύτερο σκέλος, επίσης, του πρώτου λόγου ανακοπής, (κατά της διαταγής πληρωμής, για την οποία μεταβιβάστηκε η υπόθεση, με την ένδικη έφεση, ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού), η ανακόπτουσα ισχυρίστηκε ότι για το ποσό των 14.641,21 ευρώ που αφορά τα υπ΄ αρ. ………… τιμολόγια-δελτία αποστολής δεν μπορούσε να εκδοθεί διαταγή πληρωμής, γιατί στα ανωτέρω τιμολόγια-δελτία αποστολής δεν αναγράφεται η ημερομηνία παράδοσης των πωλούμενων προϊόντων. Με το περιεχόμενο αυτό ο λόγος αυτός ανακοπής είναι νόμιμος, στηρίζεται στις διατάξεις των άρθρων 12 και 13 του ΠΔ 28/28-7-1931, 623, 624 και 628 του ΚΠολΔ και 9 παρ. 1 περ. ζ του Ν. 4308/2014 και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω για να κριθεί και ως προς την ουσιαστική βασιμότητά του.

Κατά τη διάταξη του άρθρου 632 παρ. 1 του ΚΠολΔ: «Ο οφειλέτης κατά του οποίου στρέφεται η διαταγή πληρωμής έχει το δικαίωμα να ασκήσει ανακοπή, η οποία απευθύνεται στο καθ΄ ύλην αρμόδιο Δικαστήριο του τόπου έκδοσης της διαταγής πληρωμής. Αντίγραφα των εγγράφων τα οποία αποδεικνύουν την απαίτηση παραμένουν στη γραμματεία του δικαστηρίου μέχρι την πάροδο της προθεσμίας για την άσκηση ανακοπής κατά την παρούσα παράγραφο.». Με την ως άνω διάταξη καθιερώνεται υποχρέωση για την παραμονή των αποδεικτικών της απαίτησης εγγράφων στη Γραμματεία του Δικαστηρίου, χωρίς, όμως, κυρώσεις για την περίπτωση παράβασης της υποχρέωσης αυτής. Η ρύθμιση αυτή αποβλέπει στη δυνατότητα του ανακόπτοντος να ελέγχει τα έγγραφα αυτά ευχερώς προς το σκοπό προπαρασκευής της εναντίωσής του κατά της διαταγής πληρωμής σε σχέση με την απαίτηση που αφορά αυτή (Β. Βαθρακοκοίλη: ΕρμΚΠολΔ, τομ. Γ΄, εκ. 1995, άρθρο 632, σελ. 838, αρ. 8α). Στην προκειμένη περίπτωση, με το δεύτερο λόγο ανακοπής, (κατά της διαταγής πληρωμής, για την οποία μεταβιβάστηκε η υπόθεση, με την ένδικη έφεση, ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού), η ανακόπτουσα ισχυρίστηκε ότι σύμφωνα με το άρθρο 632 παρ. 1 εδ. β΄ του ΚΠολΔ αντίγραφα των εγγράφων τα οποία αποδεικνύουν την απαίτηση για την οποία εκδόθηκε η διαταγή πληρωμής παραμένουν στη Γραμματεία του Δικαστηρίου μέχρι την πάροδο της προθεσμίας για την άσκηση της ανακοπής του άρθρου αυτού. Ότι η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής της κοινοποιήθηκε την 12-6-2017 και ότι τελευταία ημέρα άσκησης της ανακοπής του άρθρου 632 του ΚΠολΔ είναι η 3-7-2017. Ότι στην από 4-5-2017 (αρ. καταθ. ………/2017) αίτηση, δυνάμει της οποίας εκδόθηκε η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής, υπάρχει σημείωση της πληρεξούσιας Δικηγόρου της καθ΄ ης η ανακοπή με ημερομηνία 23-5-2017, κατά την οποία εκδόθηκε η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής, ότι παρέλαβε τα σχετικά έγγραφά της. Επιπλέον δε, ισχυρίστηκε ότι η βλάβη που υφίσταται από τα ανωτέρω είναι τεράστια καθώς αυτή καλείται να καταβάλει ένα μεγάλο ποσό και δεν γνωρίζει αν υπήρχαν και άλλα έγγραφα, πλην αυτών που αναφέρονται στην ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής, τα οποία προσκόμισε η καθ΄ ης η ανακοπή, επισκόπησε ενδεχομένως ο Δικαστής που εξέδωσε τη διαταγή αυτή πληρωμής και δυνάμει των οποίων να μπορεί αυτή να ασκήσει ένα βάσιμο λόγο ανακοπής. Με αυτό το περιεχόμενο ο ως άνω λόγος ανακοπής είναι μη νόμιμος, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη νομική σκέψη της παρούσας, και πρέπει να απορριφθεί, καθόσον πρωτίστως η μη τήρηση της διάταξης αυτής δεν συνεπάγεται καμία δικονομική ακυρότητα της εκδοθείσας ως άνω διαταγής πληρωμής δεδομένου ότι αυτή (διάταξη) έχει τεθεί προς διευκόλυνση του κάθε οφειλέτη – καθ΄ ου η αίτηση, σε κάθε περίπτωση η ανακόπτουσα δεν επικαλείται, με τον ως άνω λόγο της ένδικης ανακοπής της, ότι μέχρι την πάροδο της προθεσμίας για την άσκηση της ανακοπής του άρθρου 632 του ΚΠολΔ στην προκειμένη περίπτωση, ήτοι την 3-7-2017, δεν παρέμειναν στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αντίγραφα των εγγράφων που αναφέρονται στην ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 632 παρ. 1 εδ. β΄ του ΚΠολΔ, [επικαλείται, με τον ως άνω λόγο, ότι η πληρεξούσια Δικηγόρος της καθ΄ ης η ανακοπή παρέλαβε τα σχετικά έγγραφα και δεν επικαλείται ότι δεν άφησε αντίγραφα αυτών στο σχετικό φάκελο που τηρείται στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού κατά την ανωτέρω προθεσμία]. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφασή του, έκρινε όμοια, και απέρριψε τον ως άνω λόγο ανακοπής, (κατά της διαταγής πληρωμής, για την οποία μεταβιβάστηκε η υπόθεση, με την ένδικη έφεση, ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού), έστω και με εν μέρει εσφαλμένη αιτιολογία, ορθά κατ΄ αποτέλεσμα έκρινε ως προς αυτόν. Συνεπώς, αφού αντικατασταθεί η εν μέρει εσφαλμένη αιτιολογία της εκκαλουμένης με αυτή της παρούσας απόφασης (άρθρο 534 του ΚΠολΔ), πρέπει να απορριφθούν ως κατ΄ ουσίαν αβάσιμα τα αντιθέτως υποστηριζόμενα με το σχετικό λόγο της εφέσεως.

Από την εκτίμηση όλων ανεξαιρέτως των εγγράφων που νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι (οι οποίοι δεν ζήτησαν την εξέταση μάρτυρά τους αντίστοιχα), ανάμεσα στα οποία έγγραφα των οποίων για πρώτη φορά στον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας γίνεται επίκληση και προσαγωγή όχι από πρόθεση στρεψοδικίας ή βαριά αμέλεια (άρθρα 529 και 591 του ΚΠολΔ), και τα οποία (έγγραφα) λαμβάνονται υπόψη, χωρίς όμως η ρητή αναφορά ορισμένων εκ των ανωτέρω εγγράφων να προσδίδει σ΄ αυτά αυξημένη αποδεικτική δύναμη σε σχέση με τα λοιπά επικαλούμενα και προσκομιζόμενα από τους διαδίκους έγγραφα, για τα οποία δεν γίνεται ειδική για το καθένα μνεία, που είναι όμως ισοδύναμα, και όπως προαναφέρθηκε, όλα ανεξαιρέτως συνεκτιμώνται προς σχηματισμό της δικανικής κρίσεως σχετικά με τους πραγματικούς ισχυρισμούς των διαδίκων που ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης (πρβλ. ΑΠ 1628/2003 ΕλλΔνη 2004.723), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Την 3-4-2014 οι διάδικοι συνήψαν την από 3-4-2014 σύμβαση αποκλειστικής εμπορικής συνεργασίας με παρεπόμενη σύμβαση χρησιδανείου, με την οποία λύθηκε η από 1-2-2010 σύμβαση εμπορικής συνεργασίας, την οποία αυτοί είχαν υπογράψει, μετά των τυχόν τροποποιήσεων και παραρτημάτων της. Δυνάμει της συμβάσεως αυτής η ανακόπτουσα, η οποία διατηρούσε πρατήριο πώλησης υγρών καυσίμων επί ακινήτου κειμένου στη ………. του νομού Ιωαννίνων, ανέλαβε την υποχρέωση να προμηθεύεται αποκλειστικά από την καθ΄ ης η ανακοπή, για το χρονικό διάστημα από 4-4-2014 έως 3-4-2019, με διαδοχικές αγορές όλα τα πετρελαιοειδή καύσιμα που θα απαιτούνταν για την κάλυψη των αναγκών του πρατηρίου της και να τα μεταπωλεί προς το καταναλωτικό κοινό, καθώς επίσης και ορυκτέλαια-λιπαντικά και άλλα προϊόντα της καθ΄ ης η ανακοπή, τα οποία είτε παρασκευάζονται από την ίδια είτε από τρίτους (φυσικά ή νομικά πρόσωπα) συνεργαζόμενους με αυτή. Η ανωτέρω διαταγή πληρωμής εκδόθηκε για 1) το ποσό των 21.437,19 ευρώ και 2) το ποσό των 14.641,21 ευρώ. Ειδικότερα το ποσό των 21.437,19 ευρώ αποτελεί μέρος του ποσού των 32.155,79 ευρώ, το οποίο η ανακόπτουσα αναγνώρισε ότι οφείλει, κατόπιν επισταμένου ελέγχου των εγγράφων και τιμολογίων, με σχετική δήλωσή της, η οποία περιλαμβάνεται στον όρο 11.1 της ανωτέρω από 3-4-2014 σύμβασης αποκλειστικής εμπορικής συνεργασίας, με βάση ληξιπρόθεσμα τιμολόγια αγοράς καυσίμων από τη μέχρι τότε (3-4-2014) συνεργασία της με την καθ΄ ης η ανακοπή. Για το ποσό αυτό των 32.155,79 ευρώ συμφωνήθηκε, με την ίδια από 3-4-2014 σύμβαση, ότι η ανακόπτουσα υποχρεούται να το επιστρέψει σε εξήντα (60) άτοκες, μηνιαίες και συνεχείς δόσεις, ποσού 535,93 ευρώ η καθεμία, καταβλητέα την 30η ημέρα κάθε μήνα, αρχής γενομένης την 30-4-2014 και συνεπώς πρόκειται, παρά τα αντίθετα υποστηριζόμενα από την ανακόπτουσα με το πρώτο σκέλος του πρώτου λόγου ανακοπής, για αιτιώδη αναγνώριση χρέους, καθόσον στον ως άνω όρο γίνεται μνεία της αιτίας του χρέους, δηλαδή των προαναφερόμενων αγοραπωλησιών, χωρίς να συνάγεται από το περιεχόμενό του ότι τα συμβαλλόμενα μέρη ήθελαν να αποσυνδέσουν το χρέος από την αιτία του, ούτε με αυτό πραγματοποιείται οποιαδήποτε ουσιώδης τροποποίηση της οφειλής ως προς το ποσό ή τον τρόπο εκπλήρωσής της. Επομένως, αφού για το ποσό των 21.437,19 ευρώ, που αποτελούσε και τη γενεσιουργό αιτία της αναγνώρισης, έχουν εκδοθεί αντίστοιχα τιμολόγια αγοράς καυσίμων, γεγονός το οποίο η ανακόπτουσα δεν αμφισβητεί, έχει υπολογιστεί ο σχετικός φόρος προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) και η σχετική αναγνώριση χρέους, η οποία είναι αιτιώδης (άρθρο 361 του ΑΚ), δεν υπόκειται στο προβλεπόμενο στα άρθρα 12 και 13 (ή σε οιοδήποτε άλλο άρθρο) του ΠΔ 28/28-7-1931 τέλος χαρτοσήμου, διότι, διαφορετικά θα επρόκειτο για περίπτωση, μη επιτρεπόμενης, διπλής φορολόγησης. Περαιτέρω το ποσό των 14.641,21 ευρώ αποτελεί το τίμημα για τα προϊόντα που αναγράφονται αναλυτικά στα υπ΄ αρ. …………….. τιμολόγια-δελτία αποστολής, τα οποία εκδόθηκαν από την καθ΄ ης η ανακοπή και υπεγράφησαν (ως αναφέρεται κατωτέρω) κατά την παραλαβή των αντίστοιχων προϊόντων από την ανακόπτουσα. Με το δεύτερο σκέλος του πρώτου λόγου ανακοπής η ανακόπτουσα ισχυρίστηκε ότι για το ποσό των 14.641,21 ευρώ των ανωτέρω τιμολογίων-δελτίων αποστολής δεν μπορούσε να εκδοθεί νόμιμα διαταγή πληρωμής, γιατί σε αυτά δεν αναγράφεται η ημερομηνία παράδοσης των πωλούμενων προϊόντων. Από την επισκόπηση των παραπάνω τιμολογίων-δελτίων αποστολής προκύπτει ότι σε αυτά δεν αναγράφεται ο χρόνος παράδοσης των πωλούμενων προϊόντων. Πλην, όμως, από τα ίδια ως άνω τιμολόγια-δελτία αποστολής προκύπτει ότι τα εμπορεύματα παραδόθηκαν από την καθ΄ ης η ανακοπή στην ανακόπτουσα, καθόσον στα πέντε πρώτα από αυτά κάτω από τη δήλωση παραλαβής αυτών (εμπορευμάτων), υπάρχει υπογραφή παραλήπτη και σφραγίδα της ατομικής επιχείρησης της ανακόπτουσας, χωρίς το γεγονός αυτό να αμφισβητείται, και το έκτο από αυτά φέρει επίσης υπογραφή παραλήπτη και σφραγίδα της ατομικής επιχείρησης της ανακόπτουσας, χωρίς, επίσης, το γεγονός αυτό να αμφισβητείται, κατά τρόπο που προκύπτει αποδοχή της οφειλής. Ως προς την ημερομηνία δε παράδοσης, εφόσον, στα ως άνω τιμολόγια-δελτία αποστολής δεν αναγράφεται διαφορετική, συμπίπτει με την ημερομηνία εκδόσεως κάθε αντίστοιχου τιμολογίου-δελτίου αποστολής (άρθρο 9 παρ. 1 περ. ζ του Ν. 4308/2014). Με βάση τα προαναφερθέντα πρέπει ο πρώτος λόγος ανακοπής να απορριφθεί ως αβάσιμος κατ΄ ουσίαν και κατά τα δύο σκέλη του. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφασή του, έκρινε όμοια, και απέρριψε τον ως άνω λόγο ανακοπής, (κατά της διαταγής πληρωμής, για την οποία μεταβιβάστηκε η υπόθεση, με την ένδικη έφεση, ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού), έστω και με ελλιπή αιτιολογία, ορθά κατ΄ αποτέλεσμα έκρινε ως προς αυτόν. Συνεπώς, αφού συμπληρωθεί η ελλιπής αιτιολογία της εκκαλουμένης με αυτή της παρούσας απόφασης (άρθρο 534 του ΚΠολΔ), πρέπει να απορριφθούν ως κατ΄ ουσίαν αβάσιμα τα αντιθέτως υποστηριζόμενα με το σχετικό λόγο της εφέσεως. Κατ΄ ακολουθίαν των ανωτέρω, και εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος εφέσεως προς έρευνα, (το μεταβιβαστικό αποτέλεσμα της έφεσης περιορίζεται στις διατάξεις της πρω­τόδικης απόφασης που πλήττονται με αυτή), πρέπει η έφεση να απορριφθεί στο σύνολό της ως κατ΄ ουσίαν αβάσιμη. Τέλος, το Δικαστήριο, λόγω της ήττας της εκκαλούσας, πρέπει να διατάξει την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου, ποσού εκατό (100) ευρώ, που κατατέθηκε για το παραδεκτό της εφέσεως, με το υπ΄ αρ. ………/2018 e- ΠΑΡΑΒΟΛΟ, και να καταδικασθεί η εκκαλούσα, επίσης λόγω της ήττας της, στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της εφεσίβλητης, του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, κατά παραδοχή του οικείου αιτήματος της τελευταίας (άρθρα 106, 176, 183 και 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό της παρούσας.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει κατ΄ αντιμωλίαν των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ΄ ουσίαν την από 15-2-2018 (αρ. καταθ. …./2018) έφεση κατά της υπ΄ αρ. 5502/2017 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών των άρθρων 614 επ. του ΚΠολΔ.

Διατάσσει την εισαγωγή του παραβόλου, ποσού εκατό (100) ευρώ, που κατατέθηκε με το υπ΄ αρ. ………/2018 e- ΠΑΡΑΒΟΛΟ, στο Δημόσιο Ταμείο.

Καταδικάζει την εκκαλούσα στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της εφεσίβλητης, του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των τετρακοσίων (400) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 11 Μαΐου 2020, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων Δικηγόρων τους.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ