Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 407/2020

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΤΟ ΓΑΜΟ

ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΣΥΜΒΙΩΣΗ

Αριθμός Απόφασης 407/2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

Αποτελούμενο από το Δικαστή Ελευθέριο Γεωργίλη, Εφέτη, ο οποίος ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιά, και από τη Γραμματέα Τ.Λ..

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Νόμιμα φέρεται για συζήτηση, με την από 10.6.2019 κλήση του εκκαλούντος, η από 21.6.2018 έφεση του τελευταίου, μετά τον ορισμό νέας δικασίμου, ύστερα από τη μη διεξαγωγή της συζήτησής της (έφεσης), κατά την ορισθείσα δικάσιμο, της 23.5.2019, λόγω της διενέργειας εκλογών, η οποία πρέπει να συνεκδικαστεί με τους πρόσθετους λόγους αυτής (έφεσης), λόγω του παρακολουθηματικού τους χαρακτήρα (άρθρο 520 §2 Κ.Πολ.Δ.).

ΙΙ. Η από 21.6.2018 έφεση του εναγομένου, κατά της οριστικής απόφασης 1435/2018 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε, ερήμην του τελευταίου, κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών από την οικογένεια, το γάμο και την ελεύθερη συμβίωση (άρθρα 592 αρ. 3, 593 έως 602 και 610 έως 613 του Κ.Πολ.Δ., όπως ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με το ν. 4335/2015) και έκανε εν μέρει δεκτή την από 9.5.2017 αγωγή της ενάγουσας, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495, 511, 513 §1β, 516 §1, 517 και 518 §1 του Κ.Πολ.Δ.), αρμοδίως δε, φέρεται για συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 του ίδιου Κώδικα), ενώ δεν απαιτείται η κατάθεση παραβόλου από τον εκκαλούντα, εφόσον πρόκειται για διαφορά από διατροφή λόγω γάμου και συγγένειας (άρθρο 495 §3Γ εδ. τελ. και 592 §3 του Κ.Πολ.Δ., σε συνδυασμό με το άρθρο ένατο παρ. 2 εδ. α´ του ν. 4335/2015). Εξάλλου, επειδή η έφεση του εναγομένου, που δικάστηκε ερήμην στον πρώτο βαθμό, ασκήθηκε εμπρόθεσμα, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή (άρθρα 532 και 533 §1 του Κ.Πολ.Δ.) και, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 528 του Κ.Πολ.Δ., να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση (χωρίς να απαιτείται να ευδοκιμήσει κάποιος λόγος έφεσης, αρκούσης της τυπικής παραδοχής της), μέσα στα όρια που καθορίζονται με την έφεση, ήτοι στο σύνολό της, αφού πλήττεται ως προς την εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση του συνόλου των αποδείξεων, δικαιούται δε ο εκκαλών – εναγόμενος να προβάλει όλους τους ισχυρισμούς, τους οποίους θα μπορούσε να προτείνει και πρωτόδικα (Α.Π. 579/2018 και Α.Π. 546/2014 αμφότερες στην Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ”). Περαιτέρω, πρέπει να κρατηθεί η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο και να ερευνηθεί εκ νέου η ως άνω αγωγή, ως προς τη νομική και ουσιαστική βασιμότητά της (άρθρο 535 §1 του Κ.Πολ.Δ.), κατά την ίδια ως άνω ειδική διαδικασία.

ΙΙΙ. Με την από 9.5.2017 αγωγή, ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου (Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά), η ενάγουσα, …………. (ήδη εφεσίβλητη), ενεργώντας ατομικά και για λογαριασμό του ανήλικου τέκνου της, …………. (ηλικίας τότε 13 ετών), το οποίο έχει αποκτήσει από το γάμο της με τον εναγόμενο – εν διαστάσει σύζυγό της, ……………. (ήδη εκκαλούντα) και του οποίου έχει την επιμέλεια, ζήτησε, μετά από παραδεκτό περιορισμό του καταψηφιστικού αιτήματος, αλλά και την εν μέρει τροπή του σε αναγνωριστικό, με δήλωση στα πρακτικά (άρθρα 223, 294, 295 §1 και 297 του Κ.Πολ.Δ.), να υποχρεωθεί ο τελευταίος να της καταβάλει μηνιαία διατροφή σε χρήμα α) ποσού 355 ευρώ, γι’ αυτήν ατομικά, επειδή η έγγαμη συμβίωση έχει διασπαστεί από εύλογη γι’ αυτήν αιτία και β) ποσού 500 ευρώ και να αναγνωριστεί ότι οφείλει επιπλέον ποσό 200 ευρώ, για λογαριασμό του ως άνω ανήλικου τέκνου, που διαμένει με αυτήν, στερείται περιουσίας και εισοδημάτων και αδυνατεί να διατρέφει τον εαυτό του. Με τέτοιο περιεχόμενο και αίτημα, η αγωγή είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1389, 1390, 1391, 1392, 1485, 1486, 1488, 1489 §2, 1493, 1496, 1497, 1498 και 1518 του Α.Κ. και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσία.

ΙV. Από τις διατάξεις των άρθρων 1389 και 1390 του Α.Κ., προκύπτει ότι το μέτρο της συνεισφοράς κάθε συζύγου, ανάλογα με τις δυνάμεις του, για την αντιμετώπιση των αναγκών της οικογένειας, προσδιορίζεται από τις συνθήκες της οικογενειακής ζωής και η εκπλήρωσή του γίνεται με την προσωπική εργασία, τα εισοδήματα και την περιουσία των συζύγων (Ολ.Α.Π. 9/1991 Ελλ.Δ/νη 1992, σελ 1429 και Α.Π. 272/2004 Ελλ.Δ/νη 2005, σελ. 419). Περαιτέρω από το άρθρο 1391 §1 του Α.Κ. συνάγεται ότι, αν διακοπεί η έγγαμη συμβίωση, η υποχρέωση διατροφής, που υποκαθιστά στην περίπτωση αυτή την υποχρέωση συνεισφοράς, διέπεται από τους ίδιους, όπως η τελευταία, κανόνες των άρθρων 1389 και 1390 του Α.Κ. και συνακόλουθα, ως στοιχείο για τον υπολογισμό της αναλογίας συμβολής του κάθε συζύγου για τη διατροφή, πρέπει να ληφθεί υπόψη, μαζί με τα άλλα προαναφερθέντα στοιχεία, για τον προσδιορισμό του μέτρου της συνεισφοράς και η περιουσία (Ολ.Α.Π. 9/1991 ό.π., Α.Π. 161/2002, Α.Π. 271/2001 αμφότερες στην Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ” και Α.Π. 1382/2000 Ελλ.Δ/νη 2001, σελ. 687). Αν η περιουσία είναι απρόσοδη, απόκειται στο δικαστήριο της ουσίας να κρίνει αφού συνεκτιμήσει τα λοιπά στοιχεία, εάν στη συγκεκριμένη περίπτωση, επιβάλλεται η ρευστοποίηση της απρόσοδης περιουσίας του δικαιούχου για την ικανοποίηση της αξίωσης διατροφής του (Α.Π. 1206/2008 Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ”, Α.Π. 272/2004 ό.π. Α.Π. 1638/2002 Ελλ.Δ/νη 2003, σελ. 728 και Α.Π. 1382/2000 ό.π.). Η ανωτέρω δε διατροφή δεν εξομοιώνεται με τη διατροφή από το νόμο, η οποία ρυθμίζεται από τα άρθρα 1485 επ. του Α.Κ., ούτε ταυτίζεται με τη διατροφή που προβλέπεται από το άρθρο 1442 του ίδιου Κώδικα για τον αδυνατούντα, μετά τη λύση του γάμου με διαζύγιο σύζυγο, να εξασφαλίσει τη διατροφή του από τα εισοδήματά του ή από την περιουσία του (Α.Π. 272/2004 ό.π.), υπάρχει δε και αν ακόμη ο υπόχρεος αναγκάστηκε στη διακοπή της συμβίωσης από παράπτωμα του δικαιούχου (Α.Π. 1206/2008 ό.π. και Α.Π. 132/2003 Νο.Β. 2003, σελ. 1635). Επομένως, ο σύζυγος που διέκοψε από εύλογη αιτία τη συμβίωση, δικαιούται να ζητήσει από τον άλλο σύζυγο διατροφή σε χρήμα, υπό τις προϋποθέσεις που θα δικαιούνταν τέτοια διατροφή, κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης, από τα εισοδήματα του άλλου συζύγου, ανεξάρτητα από το αν βρίσκεται σε αδυναμία να αντιμετωπίσει τη διατροφή του (Εφ.Αθ. 6692/2011 Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ”, Εφ.Αθ. 4452/2008 Ελλ.Δ/νη 2009, σελ. 558 και Εφ.Αθ. 1458/2004 Ελλ.Δ/νη 2005, σελ. 524). Εξάλλου, κατά την παρ. 2 του ανωτέρω άρθρου 1391 Α.Κ., η υποχρέωση διατροφής της παρ. 1 του άρθρου αυτού, παύει ή το ποσό της αυξάνεται ή μειώνεται, όταν το επιβάλλουν οι περιστάσεις. Τέτοια περίσταση είναι και η ύπαρξη περιουσίας, που μπορεί να ρευστοποιηθεί από το δικαιούχο της διατροφής. Η περίσταση αυτή μπορεί να προβληθεί με ένσταση, όταν ασκηθεί αγωγή διατροφής (Α.Π. 1206/2008 ό.π., Α.Π. 1382/2000 ό.π., Εφ.Αθ. 469/2018 και Εφ.Πατρ. 112/2002 αμφότερες στην Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ”). Οι προϋποθέσεις δε, επιδίκασης διατροφής, όπως και ο καθορισμός της έκτασης και το ύψος αυτής κρίνονται από το χρόνο έγερσης της αγωγής και με βάση το εκάστοτε επίδικο χρονικό διάστημα (Α.Π. 132/2003 ό.π.). Εξάλλου, από τις διατάξεις των άρθρων 1485, 1486, 1489 και 1493 του Α.Κ. προκύπτει, ότι οι γονείς, είτε υπάρχει μεταξύ τους γάμος και συμβιώνουν, είτε έχει διακοπεί η συμβίωση τους, είτε έχει εκδοθεί διαζύγιο, έχουν κοινή υποχρέωση να διατρέφουν το ανήλικο τέκνο τους, ακόμα και αν τούτο έχει περιουσία, εφόσον όμως τα εισοδήματα από αυτήν ή το προϊόν της εργασίας του ή άλλα τυχόν εισοδήματά του δεν αρκούν για τη διατροφή του. Το μέτρο της διατροφής προσδιορίζεται με βάση τις ανάγκες του τέκνου, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής του και περιλαμβάνει όλα τα αναγκαία για τη συντήρηση του έξοδα και επιπλέον τα έξοδα για την ανατροφή, καθώς και την επαγγελματική και την εν γένει εκπαίδευσή του. Ως συνθήκες ζωής νοούνται οι συγκεκριμένοι όροι διαβίωσης, που ποικίλουν ανάλογα με την ηλικία, τον τόπο κατοικίας, την ανάγκη εκπαίδευσης και την κατάσταση της υγείας του δικαιούχου, σε συνδυασμό με την περιουσιακή κατάσταση του υπόχρεου. Εξάλλου, η κατά τα άνω υποχρέωση των γονέων προς διατροφή του τέκνου τους, βαρύνει αυτούς, κατά το άρθρο 1489 εδ. β΄ του Α.Κ., ανάλογα με τις δυνάμεις τους. Ο εναγόμενος συνεπώς, γονέας, προς καταβολή ολόκληρου του ποσού της διατροφής, μπορεί να επικαλεστεί κατ’ ένσταση, κατά τα άρθρα 1489 εδ. β΄ του A.K. και 262 του Κ.Πολ.Δ., ότι και ο άλλος γονέας έχει την οικονομική δυνατότητα, σε σχέση με τη δική του και σε συνδυασμό με τις λοιπές υποχρεώσεις του, να καλύψει μέρος της ανάλογης διατροφής του ανηλίκου, οπότε, με την απόδειξη της ένστασης αυτής, περιορίζεται η υποχρέωση του εναγόμενου γονέα, κατά το ποσό που αντιστοιχεί στην οικονομική δυνατότητα και στην βάσει αυτής υποχρέωση συνεισφοράς του άλλου γονέα (Α.Π. 1322/2013, Α.Π. 120/2013, Α.Π. 204/2010, Α.Π. 680/2010, Α.Π. 1388/2009 όλες στην Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ” και Α.Π. 2210/2007 Ελλ.Δ/νη 2009, σελ. 1684).

V. Στην προκείμενη περίπτωση, από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα, που εξετάσθηκε στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, η οποία περιέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του ανωτέρω δικαστηρίου, από την επισκόπηση των φωτογραφιών που προσκομίζονται, των οποίων η γνησιότητα δεν αμφισβητείται (άρθρα 444 §1γ΄, 448 §2 και 457 §4 του Κ.Πολ.Δ.), καθώς και από την εκτίμηση των εγγράφων που διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν νόμιμα, είτε προς άμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (η τυχόν αναφορά κατωτέρω ορισμένων από τα έγγραφα αυτά είναι ενδεικτική, αφού δεν παραλήφθηκε κάποιο για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς – Α.Π. 386/2015 και Α.Π. 1001/2012 αμφότερες στην Τ.Ν.Π. «ΝΟΜΟΣ»), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Οι διάδικοι τέλεσαν νόμιμο γάμο, στον Ιερό Ναό ……………, στον Πειραιά, στις 28.12.1997, από το γάμο τους δε, αυτό απέκτησαν ένα τέκνο, την . ….. ., που γεννήθηκε στις 13.6.2004. Η συμβίωση των διαδίκων διεκόπη τον Αύγουστο του 2011, από εύλογη, για την ενάγουσα, αιτία, όπως κρίθηκε με την απόφαση 774/2013 του Δικαστηρίου τούτου, ενώ με την απόφαση 3444/2012 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που κατέστη τελεσίδικη, ανατέθηκε στην τελευταία η άσκηση της επιμέλειας του ως άνω ανήλικου τέκνου. Εξάλλου, με την απόφαση 2254/2015 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, λύθηκε ο γάμος μεταξύ των διαδίκων. Ωστόσο, η απόφαση αυτή δεν αποδείχθηκε ότι έχει ήδη καταστεί αμετάκλητη. Και τούτο, διότι δημοσιεύτηκε στις 3.6.2015 και δεν προκύπτει ούτε οι διάδικοι επικαλούνται επίδοσή της (αντίθετα, συνομολογούν τη μη επίδοσή της), από το προσκομιζόμενο όμως, πιστοποιητικό …../15.3.2019 του Πρωτοδικείου Πειραιά, περί μη άσκησης τακτικών ή έκτακτων ενδίκων μέσων, έχει παρέλθει μόνο η προθεσμία των τριών ετών περί μη άσκησης έφεσης, που έληγε στις 3.6.2018 (επί αποφάσεων που εκδόθηκαν, αλλά δεν επιδόθηκαν μέχρι την 1.1.2016, η καταχρηστική προθεσμία προσβολής τους με τα ένδικα μέσα της έφεσης και της αναίρεσης είναι τριετής και όχι διετής, όπως το άρθρο 518 του Κ.Πολ.Δ. ισχύει μετά την τροποποίησή του με το ν. 4335/2015, αρχόμενη από τη δημοσίευση της προσβαλλόμενης απόφασης, κατ’ αναλογική εφαρμογή της διαχρονικού δικαίου αρχής του άρθρου 24 §1 του Εισ.Ν. του Κ.Πολ.Δ. (Ολ.Α.Π. 10/2018 και Α.Π. 712/2019 αμφότερες στην Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ”), χωρίς όμως, να έχει παρέλθει και η προθεσμία για την άσκηση αναίρεσης, η οποία ηρεμεί όσο διαρκεί η προθεσμία της έφεσης, αρχίζει δε, αφού περάσει η προθεσμία της έφεσης (Ολ.Α.Π. 1113/1986, Α.Π. 397/2018, Α.Π. 810/2018, Α.Π. 623/2017 όλες στην Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ” και Μιχ. Μαργαρίτης / Άντα Μαργαρίτη Ερμηνεία ΚΠΟΛΔ, Έκδοση 2η, 2018, Τόμος Ι, άρθρο 564, αρ. 10 και 17, σελ. 1066 – 1067). Περαιτέρω, το ως άνω ανήλικο τέκνο των διαδίκων στερείται παντελώς εισοδημάτων και περιουσίας και δεν έχει, λόγω της ηλικίας του, τη δυνατότητα να διαθρέψει τον εαυτό του, ούτε να εργαστεί, προκειμένου να αποκομίσει χρήματα για τη συντήρηση, την ανατροφή και την εκπαίδευσή του. Κατά συνέπεια, δικαιούται διατροφή από τους γονείς του, οι οποίοι ενέχονται ανάλογα με τις δυνάμεις τους. Ο εκκαλών είναι αστυνομικός και λάμβανε, κατά τον κρίσιμο χρόνο άσκησης της υπό κρίση αγωγής, το ποσό των 1.999,09 ευρώ μηνιαίως, σύμφωνα δε, με το εκκαθαριστικό σημείωμα του φορολογικού έτους 2017, έλαβε όλο το έτος από μισθωτή εργασία 20.853,69 ευρώ και 3.135,38 ευρώ από αυτοτελώς φορολογούμενα ποσά. Ωστόσο, στο ως άνω ποσό συμπεριλαμβάνονται και οι κρατήσεις, πλην του φόρου εισοδήματος, με αποτέλεσμα ο μηνιαίος του μισθός να ανέρχεται σε 1.500 ευρώ. Αντίθετα, το εκκαθαριστικό της μισθοδοσίας του μηνός Ιανουαρίου του έτους 2020, που προσκομίζει ο τελευταίος, αφορά σε χρονικό διάστημα που δεν είναι επίδικο (Α.Π. 132/2003 ό.π.). Επομένως, ο ισχυρισμός του ότι λαμβάνει μηνιαίως το ποσό των 1.200 ευρώ, είναι αβάσιμος. Επίσης, αποδείχθηκε ότι ο εκκαλών έχει την κυριότητα α) ενός ΙΧΕ αυτοκινήτου, με αριθμό κυκλοφορίας ……………., 1390 κ.ε., έτους 1ης κυκλοφορίας το 2006, το οποίο βρίσκεται σε ακινησία, β) ένα δίκυκλο με αριθμό κυκλοφορίας …………, έτους πρώτης κυκλοφορίας το 2005, γ) ενός αγροτεμαχίου με δενδροκαλλιέργειες, επιφάνειας 4.400 τ.μ., κατά ποσοστό 16,659% και δ) μίας κατοικίας του πρώτου ορόφου, επιφάνειας 57 τ.μ., επί της οδού ……….., στη Νίκαια. Τέλος, έχει και την ψιλή κυριότητα ισόγειας κατοικίας, επιφάνειας 51 τ.μ., στην τελευταία ως άνω διεύθυνση, στη Νίκαια. Όλα τα ανωτέρω προκύπτουν από το έγγραφο …./2020 της ΑΑΔΕ, τα τέσσερα δε, τελευταία περιουσιακά στοιχεία δεν αποδείχθηκε ότι του αποφέρουν κάποιο εισόδημα, πλην όμως λαμβάνονται υπόψη για τον προσδιορισμό των οικονομικών του δυνατοτήτων, ως στοιχεία της περιουσίας του, κατ’ άρθρα 1389 και 1390 του Α.Κ. Επιπλέον, κατά το επίδικο χρονικό διάστημα, καταβάλλει, ως μίσθωμα, το ποσό των 250 ευρώ το μήνα, για το διαμέρισμα όπου διαμένει, στην οδό …………….., στον Πειραιά, ενώ βαρύνεται με τα λειτουργικά έξοδα αυτού και με τις συνήθεις για το άτομο της ηλικίας του δαπάνες, για τη διατροφή και τη συντήρησή του. Το ποσό των 185 ευρώ, που επικαλείται ο εναγόμενος ότι καταβάλλει με προσωρινή διαταγή του Ειρηνοδικείου Πειραιά, αφορά σε μεταγενέστερο χρονικό διάστημα (από Δεκέμβριο του 2019) από αυτό, για το οποίο επιδικάστηκε η σε βάρος του διατροφή (έως Μάιο του 2019). Σημειωτέον ότι από το έγγραφο, που προσκομίζει ο εναγόμενος για ορθοδοντικές εργασίες της ως άνω ανήλικης, οι οποίες θα διαρκέσουν δύο έτη, ήτοι μέχρι το 2021, πλην του ενδιαφέροντός του για την υγεία της κόρης του, δεν αποδείχθηκε ότι κατέβαλε κάποιο ποσό. Από την άλλη πλευρά, η εφεσίβλητη και μητέρα του πιο πάνω τέκνου δεν εργάζεται σε μόνιμη βάση, αλλά μόνο το καλοκαίρι σε βενζινάδικο στην Πάρο, το επίδικο δε, έτος 2017 (φορολογικό έτος 2018), είχε έσοδα 1.064 ευρώ, από μισθώματα οικίας στη …… (κυριότητάς της κατά 1/3) και 1.394,77 ευρώ από την ως άνω μισθωτή εργασία. Αντίθετα, το αυτοτελώς φορολογούμενο ποσό (5.750,55 ευρώ), που δηλώνεται στην ίδια φορολογική της δήλωση, αφορά σε ποσά που λαμβάνει ως διατροφή (γι’ αυτήν ατομικά και για την ανήλικη κόρη της) από προγενέστερα έτη. Επιπλέον, έχει α) την πλήρη κυριότητα της κατοικίας, επιφάνειας 69 τ.μ., επί της οδού …………, στον Πειραιά, που χρησιμοποιεί η ίδια με το ανήλικο τέκνο των διαδίκων και β) τη συγκυριότητα κατά 1/3, οικίας, επιφάνειας 155 τ.μ., έτους κατασκευής 2003 και αποθήκης 6,42 τ.μ., επί αγροτεμαχίου στη ….., η οποία έχει μισθωθεί και της αποφέρει το πιο πάνω αναφερόμενο εισόδημα. Επιπλέον, έχει τη συγκυριότητα : 1) κατά 16,66% εξ αδιαιρέτου επί ενός οικοπέδου, επιφάνειας 175,54 τ.μ., στα ….. Αττικής, 2) κατά 11,11% εξ αδιαιρέτου σε τρία ακίνητα στη θέση …. στην Πάρο, επιφάνειας 452 τ.μ., 98,98 τ.μ. (με ημιτελές κτίσμα του έτους 1900) και 341 τ.μ., αντίστοιχα, 3) κατά ποσοστό 11,11% τ.μ. εξ αδιαιρέτου τέσσερα αγροτεμάχια, επιφάνειας 4.037,25 τ.μ. (με αποθήκη 14,63 τ.μ.), 6.627,10 τ.μ., 5.14,90 τ.μ. και 4.085,70 τ.μ., αντίστοιχα, στη θέση …… της Πάρου, 3) κατά ποσοστό 5,55% εξ αδιαιρέτου επί ενός αγροτεμαχίου, επιφάνειας 5.646 τ.μ., στη θέση ….. στην Πάρο, 4) κατά ποσοστό 11,11% εξ αδιαιρέτου επί ενός αγροτεμαχίου, επιφάνειας 10.365,40 τ.μ., στη θέση ….. στην Πάρο, 5) κατά ποσοστό 1,38% εξ αδιαιρέτου επί ενός βοσκοτόπου / χέρσας μη καλλιεργήσιμης έκτασης, επιφάνειας 100.000 τ.μ., στη θέση …… στην Πάρο, 6) κατά ποσοστό 3,70%% εξ αδιαιρέτου επί δύο αγροτεμαχίων, στην Πάρο, επιφάνειας 4.000 τ.μ., στη θέση ……… και επιφάνειας 2.000 τ.μ., στη θέση …………, αντίστοιχα, 7) κατά ποσοστό 33,33% εξ αδιαιρέτου επί ενός αγροτεμαχίου, επιφάνειας 50 τ.μ., στη θέση ……….., στην Πάρο, 8) κατά ποσοστό 11,11% εξ αδιαιρέτου επί ενός αγροτεμαχίου, επιφάνειας 1.306 τ.μ., στη θέση …………., στην Ελαφόνησο Λακωνίας και 9) κατά ποσοστό 16,66% εξ αδιαιρέτου επί τριών αγροτεμαχίων, επιφάνειας 5.740τ.μ., 5.910 τ.μ. και 7.080 τ.μ., αντίστοιχα στη θέση ………., στην Ελαφόνησο Λακωνίας, τα οποία δεν αποδείχθηκε ότι της αποφέρουν κάποιο εισόδημα, ωστόσο λαμβάνονται υπόψη για τον προσδιορισμό των οικονομικών της δυνατοτήτων, ως στοιχεία της περιουσίας της, κατ’ άρθρα 1389 και 1390 του Α.Κ. Άλλα εισοδήματα ή περιουσιακά στοιχεία δεν αποδείχθηκε ότι διαθέτει η ενάγουσα. Εξάλλου, δεν βαρύνεται με δαπάνες στέγασης, αλλά μόνο με τα λειτουργικά έξοδα της οικίας, καθώς και με τις συνήθεις για το άτομο της ηλικίας της δαπάνες διατροφής και συντήρησης. Επιπλέον, μετά τη διάσπαση της έγγαμης συμβίωσής της με τον εναγόμενο, έχει αναλάβει τη φροντίδα και την ανατροφή της ανήλικης κόρης των διαδίκων. Παρ’ όλα αυτά και δεδομένου ότι το τελευταίο, κατά το επίδικο χρονικό διάστημα, φοιτά στο γυμνάσιο, η εναγομένη έχει τη δυνατότητα να εργαστεί, σύμφωνα με τις σωματικές της δυνάμεις αλλά και τις συγκεκριμένες περιστάσεις της οικογενειακής της ζωής προς κάλυψη των οικογενειακών αναγκών (βλ. Ιωακειμίδη σε Απ. Γεωργιάδη Σ.Ε.Α.Κ., Τόμος ΙΙ, Εκδόσεις Π.Ν. Σάκκουλα 2013, άρθρα 1389-1390, αρ. 47, σελ. 619), τουλάχιστον με τη μορφή της μερικής απασχόλησης, για ορισμένες ώρες ημερησίως είτε σε βενζινάδικο, όπως άλλωστε, κάνει τους καλοκαιρινούς μήνες, είτε με τη φύλαξη μικρών παιδιών, είτε σε κάποιο εμπορικό κατάστημα, εργασία, η οποία θα μπορούσε να της αποφέρει ποσό 200 ευρώ το μήνα. Εξάλλου, κατά το επίδικο χρονικό διάστημα η χώρα μας έχει εξέλθει από την οικονομική κρίση, που τη μάστιζε από το 2010, η δε, μερική αυτή απασχόλησή της, δεν θα την εμποδίζει στο να παρέχει τη φροντίδα της στην ανήλικη κόρη της, λόγω και της ηλικίας της. Περαιτέρω, οι διατροφικές ανάγκες της ενάγουσας γι’ αυτήν ατομικά (σίτιση, ένδυση, υπόδηση, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, ψυχαγωγία και λειτουργικά έξοδα της οικίας, όπου διαμένει), με μέτρο τις συνθήκες της οικογενειακής ζωής και αφού ληφθούν υπόψη και οι ανάγκες της από τη χωριστή της διαβίωση, ανέρχονται στο ποσό των 350 ευρώ το μήνα. Εξάλλου, με την απόφαση 774/2013 του Δικαστηρίου τούτου, η οποία έκρινε για την αξίωση διατροφής της εφεσίβλητης σε προγενέστερο χρονικό διάστημα, έχει κριθεί ότι ο εναγόμενος έχει έναντι της ενάγουσας υποχρέωση διατροφής, εφόσον με δική του πρωτοβουλία διακόπηκε η έγγαμη συμβίωση. Κατόπιν τούτων, με βάση τις οικονομικές δυνάμεις των διαδίκων, που, όπως προαναφέρθηκε, εφόσον δεν έχει καταστεί ακόμη αμετάκλητη η απόφαση περί διαζυγίου τους, είναι ακόμη σύζυγοι, όπως αυτές (ανάγκες) καθορίζονται από τα εισοδήματά τους, την περιουσία τους και τις υποχρεώσεις τους, κατά τα ανωτέρω, σε σχέση με τις δυνάμεις του καθενός, το άθροισμα των δυνάμεων και των δύο, κατά το διάστημα της έγγαμης συμβίωσής τους και κατά το επίδικο χρονικό διάστημα, συνεκτιμωμένων και των νέων συνθηκών και αναγκών της εναγομένης, όπως αυτές διαμορφώθηκαν μετά τη διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης και τη χωριστή διαβίωσή της, το Δικαστήριο κρίνει ότι ότι η τελευταία δικαιούται να αξιώσει από τον εναγόμενο, διατροφή σε χρήμα, η οποία ανέρχεται στο ποσό των 100 ευρώ μηνιαίως. Αντίθετα, η ένσταση του εναγομένου περί ύπαρξης περιστάσεων, για περαιτέρω μείωση του ποσού της διατροφής της ενάγουσας, πρέπει να απορριφθεί, αφού τα ακίνητα της τελευταίας (πλην αυτού που διαμένει και του ετέρου που εκμισθώνεται και της αποφέρει κάποιο μίσθωμα), έχουν μικρή αξία και δεν θα αποφέρουν σημαντικό ποσό από την εκποίησή τους, τουλάχιστον κατά το επίδικο χρονικό διάστημα. Το ανωτέρω ποσό ανταποκρίνεται στα απαραίτητα έξοδα για τη διατροφή και τη συντήρηση της ενάγουσας και αποτελεί τη διαφορά που προκύπτει, εάν από τη συμμετοχή του (εναγομένου) στις ανάγκες εκείνης (ενάγουσας) αφαιρεθεί η δική της συνεισφορά στις ανάγκες αυτού, η οποία θα καταβαλλόταν και υπό το καθεστώς της έγγαμης συμβίωσης. Το ποσό αυτό, που πρέπει να συνεισφέρει ο εναγόμενος για τη διατροφή της ενάγουσας, ανταποκρίνεται στις ανάγκες της και δεν υπερβαίνει την αναλογία, που ο εναγόμενος ήταν υποχρεωμένος να συνεισφέρει στο πλαίσιο της έγγαμης συμβίωσής τους, σύμφωνα και με τις συνθήκες της οικογενειακής τους ζωής. Περαιτέρω, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε ότι οι ανάγκες του ανήλικου τέκνου των διαδίκων είναι ανάλογες των παιδιών της ηλικίας του, ήτοι τροφής, ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, ένδυσης και ψυχαγωγίας, λαμβανομένου υπόψη και του ότι φοιτά σε δημόσιο σχολείο. Επιπλέον, παρακολουθεί μαθήματα Αγγλικής γλώσσας με κόστος, που ανέρχεται στο ποσό των 85 ευρώ το μήνα. Οι επικαλούμενες από την ενάγουσα αορίστως, δαπάνες για ενισχυτική διδασκαλία αναφέρονται στο χρονικό διάστημα από το φθινόπωρο του 2019, το οποίο δεν είναι επίδικο, αφού με την εκκαλουμένη, επιδικάστηκε διατροφή έως το Μάιο του 2019. Επομένως, με βάση τα προαναφερόμενα, το Δικαστήριο κρίνει ότι για την ανάλογη με τις ανάγκες του ως άνω ανήλικου διατροφή, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής του και συγκεκριμένα τις ανάγκες του για ένδυση, διατροφή, ψυχαγωγία και την εν γένει συντήρησή του, απαιτείται, ενόψει και της οικονομικής και προσωπικής κατάστασης των γονέων της, το ποσό των 450 μηνιαίως. Εξάλλου, η ενάγουσα παρέχει στο τέκνο της τις συνδεόμενες με τη συνοίκηση προσωπικές φροντίδες και υπηρεσίες της, που είναι αποτιμητές σε χρήμα. Κατά συνέπεια, με βάση το συσχετισμό των οικονομικών δυνάμεων των γονέων, ο εναγόμενος οφείλει να συμμετέχει στη διατροφή του ως άνω τέκνου του, με το ποσό των 300 ευρώ, γενομένης εν μέρει δεκτής της νόμιμης ένστασης του (1489 εδ. β΄ A.K.) περί συνεισφοράς της ενάγουσας. Με το υπόλοιπο ποσό, που απαιτείται για τη διατροφή του, συμμετέχει η μητέρα του, τόσο με τα πιο πάνω αναφερόμενα εισοδήματα και περιουσία της, όσο και με την παροχή των προσωπικών της υπηρεσιών για τη φροντίδα του.

VΙ. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή η αγωγή, ως και κατ’ ουσία βάσιμη και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να καταβάλει, ως τακτική μηνιαία διατροφή, στην ενάγουσα α) ατομικά, το ποσό των 100 ευρώ και β) ως ασκούσα την επιμέλεια του ανήλικου τέκνου της, ……………, το ποσό των 300 ευρώ αντίστοιχα, όλα δε τα ανωτέρω ποσά προκαταβολικά το πρώτο τριήμερο κάθε μήνα, για χρονικό διάστημα δύο ετών από την επίδοση της αγωγής, με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση πληρωμής κάθε μηνιαίας παροχής μέχρι την εξόφληση. Τέλος, πρέπει να καταδικαστεί ο εναγόμενος – εκκαλών, ανάλογα με την έκταση της ήττας του, στην πληρωμή μέρους της δικαστικής δαπάνης της ενάγουσας – εφεσίβλητης, κατόπιν του σχετικού αιτήματός της για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, αφού μόνο γι’ αυτόν υποβάλλεται αίτημα (άρθρα 178 §1, 183, 191 §2του Κ.Πολ.Δ., 63 §1 στοιχ. i περ. α, iii, 68 §1 και 69 §1 του ν. 4194/2013 – Κώδικας Δικηγόρων), κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει αντιμωλία των διαδίκων την από 21.6.2018 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……………3/2018 έφεση και τους από 2.1.2020 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 1/1/2020 πρόσθετους λόγους του …………..

Δέχεται τυπικά και κατ’ ουσία την έφεση και τους πρόσθετους λόγους.

Εξαφανίζει την εκκαλούμενη απόφαση 1435/2018 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών από την οικογένεια, το γάμο και την ελεύθερη συμβίωση.

Κρατεί την υπόθεση και δικάζει την από 9.5.2017 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………/2017 αγωγή της …………..

Δέχεται εν μέρει αυτή.

Υποχρεώνει τον εναγόμενο ……….. να προκαταβάλλει στην ενάγουσα, ………., το πρώτο πενθήμερο κάθε μήνα : α) γι’ αυτήν ατομικά, το ποσό των εκατό (100) ευρώ και β) ως ασκούσα την επιμέλεια του ανήλικου τέκνου των διαδίκων ………, το ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ, τα ανωτέρω δε ποσά για χρονικό διάστημα δύο (2) ετών από την επίδοση της αγωγής και με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση πληρωμής κάθε μηνιαίας παροχής μέχρι την εξόφληση.

Καταδικάζει τον εναγόμενο – εκκαλούντα, στην πληρωμή μέρους της δικαστικής δαπάνης της ενάγουσας – εφεσίβλητης, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, την οποία καθορίζει στο ποσό των εννιακοσίων (900) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του, στις 4 Ιουνίου 2020, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ