Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 430/2020

 Περίληψη

Εργατικό ατύχημα-θάνατος εργαζόμενου από ηλεκτροπληξία. Αξίωση χρηματικής ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης. Και το κυοφορούμενο, κατά τον χρόνο του ατυχήματος, δικαιούται χρηματικής ικανοποίησης για την ψυχική οδύνη που είναι βέβαιο ότι θα δοκιμάσει, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, όταν θα φθάσει σε ηλικία, που θα μπορεί να δέχεται τις επιδράσεις του εξωτερικού κόσμου και να αισθάνεται την έλλειψη του πατέρα του. Αδικοπρακτική συμπεριφορά εργοδότη. Έννοια πρόστησης. Αντικειμενική ευθύνη προστήσαντος. Αν ο εργοδότης επιφύλαξε για τον εαυτό του, ρητά ή σιωπηρά, την διεύθυνση και την επίβλεψη της εκτέλεσης του έργου και μάλιστα το δικαίωμα παροχής οδηγιών προς τον εργολάβο, ο τελευταίος θεωρείται ότι βρίσκεται σε σχέση πρόστησης προς τον εργοδότη. Οι απαλλακτικές ρήτρες στις συμβάσεις εργολαβίας για την ευθύνη από ατύχημα του προσωπικού που απασχολείται στο έργο, δεν ισχύουν έναντι του ζημιωθέντος εργαζομένου, αλλά θεωρούνται ότι ρυθμίζουν την εσωτερική σχέση και ευθύνη του εργολάβου και του κυρίου του έργου, αναγόμενες στο δικαίωμα αναγωγής από την οφειλή εις ολόκληρον.

 

Αριθμός    430/2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Χρυσούλα Πλατιά, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  Ε.Τ..

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Εισάγονται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου: Α) η από 22.11.2018 (με αριθ. έκθ. κατάθ. ………./26.11.2018) έφεση των τρίτης, τέταρτου και πέμπτου των εναγομένων της από 22.12.2016 κύριας αγωγής, εταιρίας «…….», …….. και ………., αντίστοιχα, Β) η από 23.11.2018 (με αριθ. έκθ. κατάθ. ………/26.11.2018) έφεση των πρώτης και δεύτερου των εναγομένων της ως άνω κύριας αγωγής, εταιρίας «……..» και ………, αντίστοιχα, και Γ) η από 15.2.2019 (με αριθ. έκθ. κατάθ. ……./19.2.2019) έφεση των εναγόντων της ως άνω κύριας αγωγής (…….. και λοιποί), οι οποίες (εφέσεις) στρέφονται κατά της υπ’ αριθ. 4566/2018 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών –εργατικών- διαφορών (άρθρο 614 ΚΠολΔ), και οι οποίες (εφέσεις) πρέπει να ενωθούν και συνεκδικασθούν λόγω της πρόδηλης μεταξύ τους συνάφειας και για οικονομία χρόνου και εξόδων (άρθρα 31 και 246 ΚΠολΔ).

ΙΙ. Οι ανωτέρω εφέσεις έχουν ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως, αφού από τα έγγραφα της δικογραφίας δεν προκύπτει επίδοση της εκκαλούμενης απόφασης, ούτε παρήλθε διετία από τη δημοσίευσή της (άρθρα 495 παρ. 1, 2, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ. 1, 517, 518 παρ. 2 του ΚΠολΔ), παραδεκτώς δε εισάγονται προς εκδίκαση ενώπιον του παρόντος αρμοδίου Δικαστηρίου (άρθρο 19 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 4 παρ. 2 του Ν. 3994/2011), ενώ, όπως προκύπτει από την σχετική από 26.11.2018 βεβαίωση της Γραμματέως του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, έχει κατατεθεί εκ περισσού από τους εκκαλούντες της υπό στοιχ. Α΄ έφεσης το αναφερόμενο στο άρθρο 495 παρ. 3 εδ. α΄ ΚΠολΔ, παράβολο των 100 ευρώ, αν και ρητά ήδη ο νόμος εξαιρεί από την υποχρέωση καταβολής παραβόλου, μεταξύ άλλων, τις εργατικές διαφορές του άρθρου 614 παρ. 3 ΚΠολΔ, όπως είναι η προκείμενη (άρθρο 495 παρ. 3 εδάφ. τελευταίο, ως ισχύει). Πρέπει, επομένως, οι εφέσεις αυτές να γίνουν τυπικά δεκτές και να ερευνηθούν περαιτέρω, κατά την ίδια ως άνω ειδική διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων τους (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ), συνεκδικαζόμενες κατά τα προεκτεθέντα. Σημειώνεται, επίσης, ότι τυγχάνουν εφαρμογής οι νέες διατάξεις του Ν. 4335/2015 κατά το μέρος που τροποποίησαν τις διατάξεις του τρίτου βιβλίου του ΚΠολΔ (άρθρα 495-590 ΚΠολΔ), οι οποίες αφορούν και τα ένδικα μέσα, δεδομένου ότι, κατά την μεταβατική διάταξη του άρθρου ένατου παρ. 2 του ως άνω νόμου, οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται για τα ένδικα μέσα τα κατατιθέμενα από τις 1.1.2016 και εφεξής, όπως συμβαίνει στην προκειμένη περίπτωση με τις κρινόμενες ως άνω εφέσεις.

ΙII. Με την από 22.12.2016 (με αριθ. έκθ. κατάθ. ………../2.1.2017) αγωγή τους ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου (Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς), οι ενάγοντες (ήδη εκκαλούντες της υπό στοιχ. Γ΄ έφεσης), υπήκοοι Αλβανίας, εκθέτουν ότι ο ………., σύζυγος της πρώτης αυτών και πατέρας του εκπροσωπούμενου από την ίδια ανηλίκου τέκνου της, ……….. (δεύτερου ενάγοντος), υιός των τρίτου και τετάρτης αυτών και αμφιθαλής αδελφός των πέμπτης και έκτης αυτών, είχε προσληφθεί, την 12.10.2011, με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, ως ηλεκτροτεχνίτης χωρίς άδεια, από την τρίτη εναγόμενη εταιρία «………..» (ήδη πρώτη εκκαλούσα της υπό στοιχ. Α΄ έφεσης), της οποίας ομόρρυθμοι εταίροι και εκπρόσωποι είναι ο τέταρτος και πέμπτος των εναγομένων, ………. και ……….. (ήδη δεύτερος και τρίτος εκκαλούντες της υπό στοιχ. Α΄ έφεσης), προκειμένου να εκτελεί βοηθητικές εργασίες εκτός τάσης και πάντοτε υπό την επίβλεψη αδειούχου ηλεκτρολόγου. Ότι, την 21.3.2013, ο ως άνω συγγενής τους εργαζόταν στο εργοστάσιο της πρώτης εναγόμενης εταιρίας «………..» (ήδη πρώτης εκκαλούσας της υπό στοιχ. Β΄ έφεσης), στο ……. Βοιωτίας σε εργασίες συντήρησης ηλεκτρολογικών εγκαταστάσεων, την εκτέλεση των οποίων είχε αναλάβει η ως άνω εργοδότριά του εταιρία (τρίτη εναγομένη) δυνάμει σύμβασης έργου που είχε καταρτίσει με την πρώτη εναγομένη. Ότι, κατά τον ως άνω χρόνο, ο συγγενής τους, ………, υπέστη εργατικό ατύχημα, υπό τις εκτιθέμενες στην αγωγή συνθήκες, εξαιτίας του οποίου επήλθε ο θάνατός του, από υπαιτιότητα των εναγομένων, και συγκεκριμένα από υπαιτιότητα τόσο του δεύτερου εναγόμενου, ………. (ήδη δεύτερου εκκαλούντος της υπό στοιχ. Β΄ έφεσης), Εργοδηγού Ηλεκτρολογικής Συντήρησης της πρώτης εναγόμενης εταιρίας (κυρίας του έργου) και προστηθέντος απ’ αυτήν, όσο και του τέταρτου εναγόμενου, ……….., εκπροσώπου της τρίτης εναγόμενης εταιρίας, προσωπικώς και δια των προστηθέντων απ’ αυτόν αδειούχων ηλεκτρολόγων, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην αγωγή. Με βάση το ιστορικό αυτό οι ενάγοντες, επικαλούμενοι ότι από την εκτιθέμενη παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά των εναγομένων υπέστησαν ψυχική οδύνη, αφού προέβησαν σε μερική παραίτηση του αγωγικού αιτήματος ως προς το ποσό των 44 ευρώ για έκαστη των πρώτης (ενεργούσης τόσο ατομικά όσο και για λογαριασμό του ανηλίκου τέκνου της) και πέμπτης αυτών (το οποίο επιφυλάχθηκαν να ζητήσουν ενώπιον των ποινικών δικαστηρίων) και σε παραδεκτό μερικό περιορισμό του καταψηφιστικού αιτήματος της αγωγής σε αναγνωριστικό, με προφορική δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου τους, καταχωρηθείσα στα πρακτικά συνεδρίασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου (άρθρα 223, 295 παρ. 1 εδ. β΄ και 297 ΚΠολΔ), ζήτησαν: α) να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι, υπό τις προαναφερόμενες ιδιότητές τους, να καταβάλουν, εις ολόκληρον έκαστος, το ποσό των 50.000 ευρώ σε έκαστο των πρώτης, δεύτερου, τρίτου και τετάρτης αυτών (συζύγου, τέκνου, πατρός και μητρός του θανόντος, αντίστοιχα) και το ποσό των 25.000 ευρώ σε εκάστη των πέμπτης και έκτης αυτών (αδελφών του θανόντος), ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ψυχικής οδύνης που υπέστησαν από το θάνατο του ως άνω συγγενούς τους και β) να αναγνωρισθεί ότι οι εναγόμενοι, ευθυνόμενοι εις ολόκληρον έκαστος, υποχρεούνται να καταβάλουν, για την ίδια ως άνω αιτία, στην πρώτη ενάγουσα τα ποσά των 49.956 ευρώ για την ίδια ατομικά και των 49.956 ευρώ για λογαριασμό του ανήλικου τέκνου της, στους τρίτο και τετάρτη αυτών το ποσό των 50.000 ευρώ σε έκαστο, στην πέμπτη αυτών το ποσό των 24.956 ευρώ και στην έκτη αυτών το ποσό των 25.000 ευρώ και τα ποσά αυτά με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής. Εξάλλου, με την από 31.1.2017 (με αριθ. έκθ. κατάθ. ……../6.2.2017) προσεπίκληση-παρεμπίπτουσα αγωγή της, η εταιρία «………» (πρώτη εναγόμενη της ως άνω κύριας αγωγής) εκθέτει ότι η προσεπικαλούμενη ασφαλιστική εταιρία με την επωνυμία «…………» ευθύνεται έναντι αυτής, ως δικονομική εγγυήτρια, και πρέπει να της καταβάλει κάθε ποσό που τυχόν θα επιδικαστεί σε βάρος της και υπέρ των εναγόντων της κύριας αγωγής, δεδομένου ότι αυτή είχε ασφαλίσει στην τελευταία την αστική της ευθύνη έναντι τρίτων, με το αναφερόμενο ασφαλιστήριο συμβόλαιο, σύμφωνα με όρο του οποίου καλύπτεται η αστική ευθύνη της για ζημιές (σωματικές βλάβες/θάνατος και/ή υλικές ζημίες) που τυχόν προκληθούν σε τρίτους από και κατά την εκτέλεση εργολαβιών στα εργοστάσιά της. Με βάση το ιστορικό αυτό η προσεπικαλούσα – παρεμπιπτόντως ενάγουσα εταιρία ζήτησε να παρέμβει προσθέτως υπέρ αυτής στην κύρια δίκη η προσεπικαλούμενη-παρεμπιπτόντως εναγόμενη ασφαλιστική εταιρία και να αναγνωρισθεί η υποχρέωση της τελευταίας να της καταβάλει οποιοδήποτε ποσό κριθεί ότι πρέπει η ίδια να καταβάλει στους ενάγοντες της κύριας αγωγής. Τέλος, με την από 31.1.2017 (με αριθ. έκθ. κατάθ. ………./9.2.2017) προσεπίκληση-παρεμπίπτουσα αγωγή τους, η εταιρία «……..» και οι ομόρρυθμοι εταίροι της, ……… και ……… (τρίτη, τέταρτος και πέμπτος των εναγομένων της ως άνω κύριας αγωγής) εκθέτουν ότι η προσεπικαλούμενη ασφαλιστική εταιρία με την επωνυμία «……….» δυνάμει του αναφερόμενου ασφαλιστήριου συμβολαίου, που καταρτίσθηκε μεταξύ αυτής και της εταιρίας «……….», ανέλαβε την ασφαλιστική κάλυψη της αστικής ευθύνης και των εργολάβων και υπεργολάβων από ατυχήματα στις εγκαταστάσεις της λήπτριας της ασφάλισης κατά την εκτέλεση έργων είτε από την ίδια είτε από τους εργολάβους ή υπεργολάβους της. Με βάση το ιστορικό αυτό οι ως άνω προσεπικαλούντες – παρεμπιπτόντως ενάγοντες, επικαλούμενοι την εκ μέρους τους εργολαβική ανάληψη της εκτέλεσης ηλεκτρολογικών εργασιών στο εργοστάσιο της εταιρίας «………..», ζήτησαν να παρέμβει προσθέτως υπέρ αυτών στην κύρια δίκη η προσεπικαλούμενη-παρεμπιπτόντως εναγόμενη ασφαλιστική εταιρία και να αναγνωρισθεί η υποχρέωση της τελευταίας, ως δικονομικής εγγυήτριας, να τους καταβάλει οποιοδήποτε ποσό κριθεί ότι πρέπει οι ίδιοι να καταβάλουν στους ενάγοντες της κύριας αγωγής και μέχρι του ποσού των 150.000 ευρώ, που αποτελεί το όριο της ασφαλιστικής κάλυψης και της ευθύνης της για κάθε θάνατο προσώπου σύμφωνα με το ασφαλιστήριο συμβόλαιο. Αρχικώς, οι ανωτέρω κύρια και παρεμπίπτουσες αγωγές εισήχθησαν στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο προς εκδίκαση με την τακτική διαδικασία. Το τελευταίο, με την υπ’ αριθ. 4704/2017 απόφασή του, παρέπεμψε την υπόθεση, στο σύνολό της, προς εκδίκαση σε άλλη συνεδρίαση του ιδίου Δικαστηρίου, προκειμένου να εκδικασθεί με την προσήκουσα ειδική διαδικασία των περιουσιακών –εργατικών- διαφορών. Κατόπιν σχετικής κλήσης των εναγόντων, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με την ως άνω ειδική διαδικασία, συνεκδίκασε τις ως άνω αγωγές (μία κύρια και δύο παρεμπίπτουσες) αντιμωλία των διαδίκων και με την εκκαλούμενη απόφασή του (με αριθμό 4566/2018), αφού δέχθηκε ότι αυτές είναι ορισμένες και νόμιμες (εκτός από τη δεύτερη ως άνω παρεμπίπτουσα αγωγή, που απορρίφθηκε ως απαράδεκτη κατά το μέρος που ασκήθηκε από τους δύο ομόρρυθμους εταίρους της λόγω έλλειψης ενεργητικής νομιμοποίησής τους) και αφού έκρινε ότι το ανωτέρω ατύχημα οφείλεται σε συγκλίνουσα αμέλεια τόσο του δεύτερου εναγομένου, προστηθέντος της κυρίας του έργου, πρώτης εναγομένης, όσο και των τέταρτου και πέμπτου των εναγομένων, νομίμων εκπροσώπων και ομορρύθμων εταίρων της εργοδότριας του θανόντος, τρίτης εναγομένης, προσωπικώς και δια του προστηθέντος από αυτούς ηλεκτρολόγου του συνεργείου, δέχθηκε εν μέρει, ως βάσιμη κατ’ ουσίαν, την από 22.12.2016 κύρια αγωγή των ως άνω συγγενών (……. και λοιπών) του θανόντος ………., ενώ δέχθηκε εν μέρει, ως βάσιμες κατ’ ουσίαν, και τις δύο ως άνω παρεμπίπτουσες αγωγές, αναγνωρίζοντας την υποχρέωση της παρεμπιπτόντως εναγόμενης ασφαλιστικής εταιρίας να καταβάλει στους ενάγοντες εκάστης παρεμπίπτουσας αγωγής το ποσό που αυτοί θα καταβάλουν στους ενάγοντες της κύριας αγωγής με δικαστική απόφαση, με ανώτατο όριο το ποσό των 150.000 ευρώ. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται ήδη τόσο οι εναγόμενοι της από 22.12.2016 κύριας αγωγής με τις υπό στοιχ. Α΄ (οι τρίτη, τέταρτος και πέμπτος αυτών) και Β΄ (οι πρώτη και δεύτερος αυτών) αντίστοιχες εφέσεις τους, όσο και οι ενάγοντες της ως άνω κύριας αγωγής με την υπό στοιχ. Γ΄ έφεσή τους, για τους διαλαμβανόμενους σ’ αυτές (εφέσεις) λόγους, που ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και σε πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων, και ζητούν την εξαφάνισή της κατά το μέρος που έκρινε επί της ως άνω κύριας αγωγής, ώστε κατά μεν τους εναγόμενους να απορριφθεί καθ’ ολοκληρίαν η κύρια αυτή αγωγή, άλλως να επιδικασθούν μικρότερα ποσά χρηματικής ικανοποίησης λόγω ψυχικής οδύνης, κατά δε τους ενάγοντες να γίνει δεκτή η ως άνω κύρια αγωγή στο σύνολό της. Σημειώνεται, ότι το μέρος της απόφασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου που έκρινε επί των ανωτέρω προσεπικλήσεων-παρεμπιπτουσών αγωγών, δεν μεταβιβάσθηκε στο παρόν δευτεροβάθμιο Δικαστήριο ελλείψει έφεσης της ηττηθείσας προσεπικαλούμενης-παρεμπιπτόντως εναγομένης ασφαλιστικής εταιρίας. Επίσης, πρέπει να αναφερθεί ότι, αν προσεπικληθείς στον πρώτο βαθμό είναι ο δικονομικός εγγυητής (άρθρο 88 ΚΠολΔ) και αυτός προσήλθε μεν στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, αλλά δεν άσκησε παρέμβαση (όπως συνέβη στην προκείμενη περίπτωση με την προσεπικαλούμενη ασφαλιστική εταιρία «……..»), αυτός δεν κατέστη διάδικος στην κύρια δίκη ούτε κατέστη αναγκαίος ομόδικος του προσεπικαλούντος και, συνεπώς, δεν είναι απαραίτητο να καλείται σε κάθε νέα συζήτηση της αγωγής ή των ενδίκων μέσων (βλ. Ν. Νίκας, Εγχειρίδιο Πολιτικής Δικονομίας, έκδ. 2016, παρ. 31, αρ. 18 και 21, σελ. 205-206, Μ. Μαργαρίτης-Α. Μαργαρίτη, Ερμ ΚΠολΔ, έκδ. 2018, τόμ. Ι, άρθρο 517, αρ. 14, σελ. 799).

  1. IV. Α. Σύμφωνα με το άρθρο 1 του Ν. 551/1915, εργατικό ατύχημα θεωρείται κάθε βίαιο συμβάν που πλήττει το μισθωτό κατά την εκτέλεση της εργασίας του ή εξ αφορμής αυτής και επιφέρει είτε το θάνατό του είτε ανικανότητα αυτού προς εργασία για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τεσσάρων ημερών, με εξαίρεση την περίπτωση κατά την οποία ο παθών προκάλεσε με δόλο το ατύχημα. Επί εργατικού ατυχήματος, παράλληλα προς την αξίωση για αποκατάσταση της περιουσιακής ζημίας δημιουργείται και αξίωση για αποκατάσταση της μη περιουσιακής ζημίας του παθόντος εργαζομένου (ή των μελών της οικογένειάς του, σε περίπτωση θανάτου αυτού), με την εκ μέρους του εργοδότη, που ευθύνεται και για τις πράξεις ή παραλείψεις των προσώπων στα οποία αναθέτει την εκπλήρωση των εργοδοτικών του υποχρεώσεων, ήτοι των «προστηθέντων» (ΑΚ 922), καταβολή χρηματικής ικανοποίησης για την ανακούφιση ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης (ΑΚ 299, 932). Η αξίωση αυτή είναι αδικοπρακτική (ΑΚ 914). Ως παράνομη συμπεριφορά του εργοδότη νοείται και η παραβίαση της γενικής υποχρέωσης πρόνοιας υπέρ της ζωής και της υγείας (ΑΚ 662), την οποία αυτός υπέχει έναντι του εργαζομένου και την οποία οφείλει να εκπληρώνει με την επιμέλεια που απαιτείται στις συναλλαγές, σύμφωνα με την κοινή αντίληψη για καλόπιστη εκπλήρωση των συμβατικών υποχρεώσεων. Η αξίωση για χρηματική ικανοποίηση προϋποθέτει ότι στο εργατικό ατύχημα συνετέλεσε πταίσμα του εργοδότη ή των προστηθέντων αυτού, ήτοι οποιαδήποτε αμέλεια αυτών και όχι απαραίτητα η ειδική αμέλεια που περιγράφεται στο άρθρο 16 παρ.1 του Ν. 551/1915 (ΟλΑΠ 1117/1986, ΑΠ 614/2017 δημοσιευμένες στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Και, επιπλέον, η αξίωση αυτή προϋποθέτει ότι υφίσταται αιτιώδης σύνδεσμος ανάμεσα στο πταίσμα και στην επέλευση της ζημίας, με την έννοια ότι, σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας και τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων, το δυσμενές αποτέλεσμα δεν θα ήταν δυνατό να επέλθει χωρίς την παράνομη συμπεριφορά του εργοδότη (ΑΠ 757/2015, ΑΠ 145/2014 δημοσιευμένες στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, σε περίπτωση που ο εργοδότης είναι νομικό πρόσωπο, εφαρμογή έχει το άρθρο 71 ΑΚ, σύμφωνα με το οποίο «Το νομικό πρόσωπο ευθύνεται για τις πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων που το αντιπροσωπεύουν, εφόσον η πράξη ή η παράλειψη έγινε κατά την εκτέλεση των καθηκόντων που τους είχαν ανατεθεί και δημιουργεί υποχρέωση αποζημίωσης. Το υπαίτιο πρόσωπο ευθύνεται επιπλέον εις ολόκληρον». Η διάταξη δεν ιδρύει την ευθύνη, η οποία απορρέει από άλλες, ειδικότερες διατάξεις (όπως αυτές που αναφέρονται ανωτέρω), αλλά διαγράφει το πλαίσιο λειτουργίας της ευθύνης αυτής. Η ευθύνη δημιουργείται προεχόντως για το νομικό πρόσωπο. Αλλά προκύπτει από τη συμπεριφορά των οργάνων του, δια των οποίων αυτό ενεργεί. Ως υπαίτιο πρόσωπο, ευθυνόμενο εις ολόκληρον, νοείται το όργανο εκείνο, το οποίο με τη συμπεριφορά του, δηλαδή με πράξη ή παράλειψη που μπορεί να καταλογισθεί στο ίδιο, δημιούργησε για το νομικό πρόσωπο την υποχρέωση αποζημίωσης (ΑΠ 370/2018 δημ. στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Β. Κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 922 ΑΚ, για να υπάρχει σχέση πρόστησης, δηλαδή χρησιμοποίηση από ένα πρόσωπο (τον προστήσαντα) ενός άλλου προσώπου (του προστηθέντος) σε θέση ή απασχόληση (διαρκή ή μεμονωμένη εργασία), που αποβλέπει στη διεκπεραίωση υπόθεσης ή υποθέσεων και γενικότερα στην εξυπηρέτηση των επαγγελματικών, οικονομικών ή άλλων συμφερόντων του πρώτου (προστήσαντος), πρέπει να υπάρχει εξάρτηση, έστω και χαλαρή, ανάμεσα στον προστήσαντα και στον προστηθέντα, ώστε ο πρώτος να μπορεί να δίνει στον δεύτερο εντολές ή οδηγίες και να τον ελέγχει ή επιβλέπει κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας που του ανέθεσε (ΑΠ 1237/2017, ΑΠ 797/2014 δημοσιευμένες στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ο προστήσας ευθύνεται αντικειμενικά προς αποζημίωση του τρίτου, ο οποίος ζημιώθηκε από αδικοπραξία που τελέστηκε από τον προστηθέντα και τελεί σε εσωτερική αιτιώδη σχέση με την εκτέλεση της υπό διεκπεραίωση υποθέσεως του προστήσαντος. Αν δε με τη βούληση του προστήσαντος ο αρχικός προστηθείς έχει δυνατότητα να χρησιμοποιεί τρίτους (υποπροστηθέντες) στη διεκπεραίωση της υπόθεσης του προστήσαντος, ο τελευταίος ευθύνεται και για τις αδικοπραξίες των υποπροστηθέντων, χωρίς να προσαπαιτείται να ασκεί έλεγχο ή δίδει οδηγίες και εντολές και σ` αυτούς (ΑΠ 1237/2018, ΑΠ 1021/2012 δημοσιευμένες στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, από τα άρθρα 681, 688-691 και 698 ΑΚ προκύπτει ότι ο εργολάβος δεν θεωρείται, καταρχήν, προστηθείς του εργοδότη. Όταν, όμως, ο εργοδότης επιφύλαξε για τον εαυτό του, ρητά ή σιωπηρά, την διεύθυνση και την επίβλεψη της εκτέλεσης του έργου και μάλιστα το δικαίωμα παροχής οδηγιών προς τον εργολάβο, ο τελευταίος θεωρείται ότι βρίσκεται σε σχέση πρόστησης προς τον εργοδότη (ΑΠ 374/2018, ΑΠ 1237/2018, ΑΠ 181/2016, ΑΠ 182/2015, ΑΠ 876/2014 όλες δημοσιευμένες στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΘρακ 92/2015 Αρμ 2015.2048). Εξάλλου, απαλλακτικές ρήτρες στις συμβάσεις εργολαβίας ή υπεργολαβίας για την ευθύνη από ατύχημα του προσωπικού που απασχολείται στο έργο, δεν ισχύουν έναντι του ζημιωθέντος εργαζομένου, αλλά θεωρούνται ότι ρυθμίζουν την εσωτερική σχέση και ευθύνη του εργολάβου, του υπεργολάβου και του κυρίου του έργου, αναγόμενες στο δικαίωμα αναγωγής από την οφειλή εις ολόκληρον (ΕφΘεσ 1201/2006 δημ. στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1, 3, 4 και 5 του Ν. 1396/1983, που αφορούν αποκλειστικά στη λήψη και τήρηση των κατά νόμο μέτρων ασφαλείας για την προστασία των εργαζομένων ή τρίτων κατά την εκτέλεση οικοδομικών και λοιπών τεχνικών έργων, πλην των δημοσίων, ο εργολάβος ολόκληρου του έργου, ανεξάρτητα εάν αυτό εκτελείται ολικά ή κατά τμήματα με υπεργολάβους, είναι συνυπεύθυνος και υποχρεούται: α) να λαμβάνει και να τηρεί όλα τα μέτρα ασφαλείας που αφορούν ολόκληρο το έργο, β) να τηρεί, σύμφωνα με τους κανόνες της επιστήμης και της τέχνης, τις οδηγίες του επιβλέποντος, όπως προβλέπονται στο άρθρο 7 του εν λόγω νόμου και γ) να εφαρμόζει, σύμφωνα με τους κανόνες της επιστήμης και της τέχνης, τη μελέτη μέτρων ασφαλείας, που ορίζεται στο άρθρο 6 του εν λόγω νόμου. Από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται ότι η υποχρέωση ως προς τη λήψη και τήρηση των κατά νόμο μέτρων ασφαλείας και, κατά συνέπεια, η ευθύνη έναντι των εργαζομένων που απασχολούνται σε έργο ή τρίτων προσώπων σε περίπτωση ατυχήματος οφειλομένου σε παράλειψη ως προς τα μέτρα αυτά, βαρύνει κατ` αρχήν το πρόσωπο που αναλαμβάνει την εκτέλεση ολόκληρου του έργου, ως εργολάβος. Στην περίπτωση αυτή, ο κύριος του έργου, ως εργοδότης (ΑΚ 681, 688-691 και 698), δεν υπέχει ευθύνη, εκτός εάν επιφύλαξε για τον εαυτό του, ρητά ή σιωπηρά, τη διεύθυνση και την επίβλεψη της εκτέλεσης του έργου και, μάλιστα, το δικαίωμα παροχής οδηγιών προς τον εργολάβο, οπότε αυτός θεωρείται ότι βρίσκεται προς τον εργοδότη σε σχέση πρόστησης (ΑΚ 922), επί της οποίας θεμελιώνεται η εις ολόκληρον ευθύνη του τελευταίου (ΑΠ 1158/2012 δημ. στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

  1. V. Από την επανεκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων ….., …….. και …….., που εξετάσθηκαν στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, ο πρώτος με επιμέλεια των εναγόντων, ο δεύτερος με επιμέλεια των πρώτης και δευτέρου των εναγομένων και ο τρίτος με επιμέλεια των λοιπών εναγομένων, με το σύστημα της φωνοληψίας (άρθρο 256 παρ. 3 ΚΠολΔ), οι οποίες (καταθέσεις) περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του ως άνω Δικαστηρίου, από τις προσκομιζόμενες με επίκληση από τους ενάγοντες-εκκαλούντες της υπό στοιχ. Γ΄ έφεσης, υπ’ αριθ. …. και …./11.4.2017 ένορκες βεβαιώσεις των ……. και ………, αντίστοιχα, ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιώς, οι οποίες έχουν ληφθεί κατόπιν νόμιμης και εμπρόθεσμης, κατ’ άρθρα 421 και 422 (σε συνδ. με 591 παρ. 1) ΚΠολΔ, κλήτευσης των αντιδίκων τους (βλ. τις υπ’ αριθ. ……./5.4.2017 εκθέσεις επιδόσεως της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Πειραιώς, ………), από τις προσκομιζόμενες με επίκληση από τους πρώτη και δεύτερο εναγόμενους-εκκαλούντες της υπό στοιχ. Β΄ έφεσης, υπ’ αριθ. … και …../7.4.2017 ένορκες βεβαιώσεις των ………. και …….., αντίστοιχα, ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών, ………….., οι οποίες έχουν ληφθεί κατόπιν νόμιμης και εμπρόθεσμης, κατ’ άρθρα 421 και 422 (σε συνδ. με 591 παρ. 1) ΚΠολΔ, κλήτευσης των αντιδίκων τους (βλ. τις υπ’ αριθ. …….. και ………./30.3.2017 εκθέσεις επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Πειραιώς, ……… και τις υπ’ αριθ. ………../30.3.2017 εκθέσεις επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Πειραιώς, ………..), από τις προσκομιζόμενες με επίκληση από τους τρίτη, τέταρτο και πέμπτο εναγόμενους-εκκαλούντες της υπό στοιχ. Α΄ έφεσης, υπ’ αριθ. ………./16.3.2017 ένορκες βεβαιώσεις των …………, αντίστοιχα, ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιώς, οι οποίες έχουν ληφθεί κατόπιν νόμιμης και εμπρόθεσμης, κατ’ άρθρα 421 και 422 (σε συνδ. με 591 παρ. 1) ΚΠολΔ, κλήτευσης των αντιδίκων τους (βλ. την υπ’ αριθ. …/13.3.2017 έκθεση επιδόσεως της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Αθηνών, … ….), από τα έγγραφα, που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν νομίμως είτε προς άμεση απόδειξη είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (σημειώνεται ότι η τυχόν αναφορά κατωτέρω ορισμένων από τα έγγραφα αυτά είναι απλώς ενδεικτική), καθώς και από την επισκόπηση των προσκομιζόμενων φωτογραφιών, των οποίων η γνησιότητα δεν αμφισβητείται (άρθρα 444 παρ. 1γ΄, 448 παρ. 2 και 457 παρ. 4 ΚΠολΔ), σε συνδυασμό και με τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο ………… (……..), υπήκοος Αλβανίας, ο οποίος διέμενε νόμιμα στην Ελλάδα όντας κάτοχος της υπ’ αριθ. …. .. άδειας διαμονής, είχε προσληφθεί την 12.10.2011 από την τρίτη εναγόμενη εταιρία με την επωνυμία «………..» με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου πλήρους απασχόλησης (πενθήμερη εργασία), ως βοηθός ηλεκτροτεχνίτη άνευ αδείας, αντί μικτού ημερομισθίου 40 ευρώ. Η ως άνω ομόρρυθμη εταιρία, της οποίας ομόρρυθμοι εταίροι και εκπρόσωποι είναι οι τέταρτος και πέμπτος των εναγομένων, . και .. αντίστοιχα, έχει ως αντικείμενο εμπορικής δραστηριότητας, μεταξύ άλλων, την εκτέλεση πάσης φύσεως ηλεκτρολογικών εργασιών. Ο ανωτέρω εργαζόμενος ήταν σύζυγος της πρώτης των εναγόντων, φυσικός πατέρας του κυοφορούμενου τον κρίσιμο χρόνο (21.3.2013) ανηλίκου άρρενος τέκνου, υιός των τρίτου και τετάρτης των εναγόντων και αμφιθαλής αδελφός των πέμπτης και έκτης αυτών. Ο ……… δεν είχε, κατά την ως άνω πρόσληψή του (το έτος 2011), προϋπηρεσία σχετική με την προαναφερόμενη ειδικότητα (βοηθός ηλεκτροτεχνίτη), αφού από το έτος 2000, οπότε είχε έρθει στην Ελλάδα, απασχολείτο σε εργασίες διαφορετικού αντικειμένου και κυρίως ως ξυλουργός, επάγγελμα που κυρίως ασκούσε επί δέκα περίπου έτη πριν την πρόσληψή του από την τρίτη εναγόμενη εταιρία. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι η τελευταία αναλάμβανε, επί πολλά έτη, δυνάμει συμβάσεων έργου, την εκτέλεση ηλεκτρολογικών εργασιών στο εργοστάσιο της πρώτης εναγόμενης εταιρίας με την επωνυμία «………..», στο …. Βοιωτίας, Ειδικότερα, κατά το επίδικο χρονικό διάστημα, ήταν σε ισχύ η από 1.12.2008 σύμβαση έργου, η οποία, σύμφωνα με ρητό όρο της (2.1), ανανεώθηκε αυτόματα μετά τη λήξη της, την 30.11.2009, εφόσον δεν έγινε γραπτή καταγγελία αυτής από ένα από τα δύο συμβαλλόμενα μέρη, όπως αυτό δεν αμφισβητείται από τα ίδια τα μέρη. Αντικείμενο της εν λόγω σύμβασης ορίσθηκε η εκτέλεση διαφόρων ηλεκτρολογικών εργασιών, όπως αυτές θα προέκυπταν κατά το χρονικό διάστημα ισχύος της σύμβασης και ανάλογα με τις ανάγκες του εργοστασίου, η δε εργολάβος εταιρία (τρίτη εναγομένη) ανέλαβε την υποχρέωση να διαθέτει, υπό την επίβλεψή της και με τη φροντίδα της, το απαραίτητο και κατάλληλο προσωπικό για την εκτέλεση του έργου, κάθε φορά που αυτό θα της ζητείται, ενώ όλα τα απαραίτητα για τις εγκαταστάσεις υλικά, καθώς και τα απαιτούμενα ειδικά εργαλεία, θα χορηγούνται από το εργοστάσιο της πρώτης εναγόμενης εταιρίας. Η τελευταία, κυρία του έργου, που αναφέρεται στην εν λόγω σύμβαση ως «Εταιρεία», είχε επιφυλάξει για τον εαυτό της τη διεύθυνση και την επίβλεψη της εκτέλεσης του έργου, αφού ρητώς είχε ορισθεί στη σύμβαση αυτή ότι «Ο επιβλέπων της Εταιρείας θα δικαιούται να επεμβαίνει οποτεδήποτε διαπιστώνει κακοτεχνία ή απόκλιση από την παρούσα συμφωνία και ο Εργολάβος θα υποχρεούται να συμμορφώνεται προς τις υποδείξεις του και να αποκαθιστά, με δαπάνες του, εργασίες που τυχόν εκτελεσθούν κακότεχνα, αυθαίρετα, ή με διαφορετικό τρόπο, ή με υλικά ποιότητας, διαστάσεων και αναλογιών διαφορετικών από αυτές που προβλέπονται με την παρούσα συμφωνία» (όρος 3.2), «Ο επιβλέπων της Εταιρείας έχει το δικαίωμα να ελέγχει την τεχνική ικανότητα και την πειθαρχία στις εντολές του από το προσωπικό του Εργολάβου και θα δικαιούται να απαιτεί την αποπομπή από το Έργο και την άμεση αντικατάσταση οιουδήποτε από το προσωπικό ή τους προστηθέντες του Εργολάβου, που ο ίδιος κρίνει απείθαρχο, ανυπάκουο, ανίκανο ή ακατάλληλο» (όρος 3.3) και «Από την επίβλεψη του έργου από τον επιβλέποντα της Εταιρείας, δεν δημιουργείται οιαδήποτε ευθύνη της Εταιρείας ή του επιβλέποντος αυτής…» (όρος 3.4). Περαιτέρω, στο Παράρτημα Β του ανωτέρω συμφωνητικού προβλέπονταν τα ακόλουθα: « ΗΛΕΚΤΡΟΛΟΓΙΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ (εφόσον απαιτηθούν). Οι εργασίες βιομηχανικών ηλεκτρικών εγκαταστάσεων πραγματοποιούνται από τεχνικό προσωπικό που κατέχει την κατά νόμο απαιτούμενη άδεια. Ο εργολάβος πρέπει να κατέχει τις άδειες που απαιτούνται, από άποψη κατηγορίας και ισχύος, όπως προβλέπεται από την κείμενη νομοθεσία. Το προσωπικό που απασχολεί θα πρέπει και αυτό να κατέχει τις ανάλογες με την περίπτωση άδειες. Για την εκτέλεση οποιασδήποτε ηλεκτρολογικής εργασίας, πρέπει να ορίζεται υπεύθυνος αδειούχος ηλεκτρολόγος με ευθύνη του εργολάβου. Το προσωπικό των εργολάβων πρέπει να λαμβάνει τα κατά περίπτωση απαιτούμενα μέτρα ασφαλείας για την αντιμετώπιση κινδύνων ηλεκτροπληξίας, τα οποία θα του υποδεικνύει η Τεχνική Υπηρεσία του Εργοστασίου ….. και τα οποία θα καθορίζονται λεπτομερώς στην ΑΑΕ (Ανάλυση Ασφαλούς Εργασίας) που θα εκδίδει η Εταιρία και θα συμφωνεί απολύτως ο εργολάβος. Η παροχή ηλεκτρικού ρεύματος στους ηλεκτρικούς πίνακες θα γίνεται μόνο από ηλεκτρολόγους της Εταιρείας και ο Εργολάβος θα μεριμνά ώστε τα καλώδια παροχής ηλεκτρικού ρεύματος να τοποθετούνται κατά ασφαλή τρόπο πάνω από το έδαφος» και «VI. ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΣΕ ΜΗΧΑΝΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΔΙΚΤΥΑ ΕΚΤΟΣ ΤΑΣΕΩΣ. Για την εκτέλεση εργασιών εκτός τάσεως, θα πρέπει προηγουμένως να απομονωθούν τα μηχανήματα, βάσει σχετικής οδηγίας με ενυπόγραφο έντυπο του υπευθύνου της Εταιρίας (ασφάλειες εκτός – κλείδωμα – αποζεύκτες). Επίσης, θα πρέπει να υπάρχει αναρτημένη απαγορευτική ΠΙΝΑΚΙΔΑ (ή έντυπο υπογεγραμμένο από ηλεκτρολόγο της Εταιρίας και τον αιτούντα τη διακοπή μηχανικό ή εργοδηγό της Εταιρίας) στον πίνακα διανομής, με ημερομηνία και ώρα έκδοσης. Ο εργολάβος οφείλει να βεβαιωθεί για την ηλεκτρική απομόνωση του μηχανήματος/συγκροτήματος πριν την εκτέλεση οποιασδήποτε εργασίας …. ». Στο πλαίσιο της σύμβασης αυτής, η κυρία του εργοστασίου (πρώτη εναγομένη) ανέθεσε στην τρίτη εναγόμενη εταιρία, τον Μάρτιο του έτους 2013, την εκτέλεση εργασιών καθαρισμού – συντήρησης (λίπανσης) των διακοπτών και μετασχηματιστών μέσης τάσης (6 kv και 20 kv) στον Υποσταθμό με αριθμό 3 του εργοστασίου της στο …. Βοιωτίας. Ειδικότερα, την 21.3.2013, ομάδα του συνεργείου της τρίτης εναγομένης, απαρτιζόμενη από α) τον ……, Τεχνολόγο Ηλεκτρολόγο, κάτοχο της με αριθμό ………. άδειας άσκησης επαγγέλματος Τεχνολόγου Ηλεκτρολόγου Β’ Τάξης, που, σύμφωνα με το Β.Δ. 699/1971 (άρθρο 1 αυτού), του έδινε το δικαίωμα μελέτης, εκτέλεσης, επίβλεψης και συντήρησης ηλεκτρικών εγκαταστάσεων της ΣΤ΄ ειδικότητας, ισχύος μέχρι 250 kv, β) τον ………, βοηθό ηλεκτροτεχνίτη και γ) τον συγγενή των εναγόντων, ………., βοηθό ηλεκτροτεχνίτη άνευ αδείας, μετέβη στον πρώτο όροφο του Υποσταθμού Νο 3 του εργοστασίου, περί τις 08.30 πμ., προκειμένου να συνεχίσει τις εργασίες συντήρησης των διακοπτών μέσης τάσης, οι οποίες είχαν ήδη ξεκινήσει από την προηγουμένη, ενώ άλλη ομάδα, με επικεφαλής τον …….., τέταρτο εναγόμενο, Ηλεκτρολόγο, ανέλαβε τη συντήρηση των μετασχηματιστών που βρίσκονταν στον ισόγειο όροφο. Ειδικότερα, το συνεργείο της τρίτης εναγομένης εισήλθε στον ως άνω Υποσταθμό από κοινού με τον ………, δεύτερο εναγόμενο, Εργοδηγό Ηλεκτρολογικής Συντήρησης του εργοστασίου της πρώτης εναγομένης, πτυχιούχο (ΤΕ) Τεχνολόγο Ηλεκτρολόγο Μηχανικό, με άδεια άσκησης επαγγέλματος Α’ Τάξης, από τον οποίο λάμβανε συγκεκριμένες οδηγίες και εντολές ως προς τις εργασίες που θα εκτελούσε και τον τρόπο εκτέλεσης αυτών. Ο Υποσταθμός αυτός αποτελείται από έναν ενιαίο χώρο, που διαχωρίζεται με ένα τοιχίο πλάτους περί των τριών μέτρων (το οποίο πάντως δεν περιορίζει την ορατότητα στον ενιαίο χώρο) σε ένα «δωμάτιο», όπου βρίσκεται το πεδίο των 6 kv και σε ένα όπου βρίσκεται το πεδίο των 20 kv, έκαστο δε πεδίο τροφοδοτείται από έναν διακόπτη εισόδου. Οι διακόπτες του Υποσταθμού βρίσκονται μέσα σε μικρές κλειστές ντουλάπες, που ονομάζονται «κυψέλες», στο εσωτερικό των οποίων υπάρχουν όργανα (μονογραμμικό σχέδιο, λυχνίες και όργανα μέτρησης – βολτόμετρο) και είναι συρταρωτοί, αφαιρούνται δε και μεταφέρονται εκτός κυψέλης με ειδικό φορείο. Οι διακόπτες διαχωρίζονται από το σταθερό τμήμα της κυψέλης, στο οποίο βρίσκονται οι σταθερές παροχές ρεύματος με εσωτερική θύρα («κουρτίνα»), που πέφτει αυτόματα με την απομάκρυνση του διακόπτη από την κυψέλη, ενώ για την πρόσβαση στις εσωτερικές παροχές η «κουρτίνα» αυτή ανασηκώνεται με ειδικές χειρολαβές, τις οποίες χορήγησε ο δεύτερος εναγόμενος, … …, στο ως άνω συνεργείο προκειμένου να προβεί στη διαδικασία αυτή. Σημειώνεται, ότι για την αφαίρεση και τον καθαρισμό των εν λόγω διακοπτών, απαιτείται, αρχικά, η ηλεκτρική απομόνωση αυτών και, ακολούθως, η απομάκρυνσή τους από την κυψέλη. Επίσης, η διακοπή της τάσης του ρεύματος στους διακόπτες γίνεται αντιληπτή και οπτικά από αυτόν που εκτελεί την εργασία καθαρισμού, αφού στην εξωτερική θύρα της κυψέλης του διακόπτη αναρτάται σχετικό έντυπο, ενώ, επιπλέον, οι φωτεινές ενδείξεις στις λυχνίες, που είναι ενδεικτικές ύπαρξης τάσης, είναι σβηστές και οι μηχανικές ενδείξεις στο μονογραμμικό σχέδιο είναι κάθετες. Ακόμη, για τον καθαρισμό των εσωτερικών συνδέσεων των κυψελών, είναι απαραίτητη  η προηγούμενη ηλεκτρική απομόνωση σε όλο το πεδίο των κυψελών ιδίας τάσης, ήτοι σε όλες τις κυψέλες με τάση 6kv ή 20kv. Η διακοπή αυτή της τάσης του εσωτερικού των κυψελών γίνεται αντιληπτή οπτικά από την κεντρική θύρα διακοπτών του πεδίου, στον υπερκείμενο διακόπτη της οποίας επικολλάται το σχετικό έντυπο της ηλεκτρικής απομόνωσης και στην οποία βρίσκονται οι σχετικές ενδείξεις της τάσης του ρεύματος. Εξάλλου, η εφαρμογή της διαδικασίας, η οποία προβλεπόταν για τη ασφαλή ηλεκτρονική απομόνωση – αποκατάσταση των μηχανημάτων κατά την επέμβαση συνεργείων κάθε φύσης, σύμφωνα με σχετική Οδηγία Ασφαλείας που είχε εκδώσει, σε συμπλήρωση της υπ’ αριθ. 001 ΑΑΕ (Ανάλυση Ασφαλούς Εργασίας), η πρώτη εναγόμενη εταιρία και ίσχυε για το εργοστάσιό της, στο ….., ανήκε στης αρμοδιότητα των εργαζομένων του εργοστασίου, που είχαν δικαίωμα υπογραφής για ηλεκτρική απομόνωση – αποκατάσταση μηχανημάτων, ενώ σύμφωνα με την ίδια ως άνω Οδηγία «Οι εργολάβοι δεν έχουν καμία αρμοδιότητα, ούτε εμπλέκονται στην Οδηγία, απλά για επιβεβαίωση ότι το μηχάνημα που θα επέμβουν είναι εκτός τάσης, τους δίνεται εκτυπωμένο χαρτί από το ηλεκτρονικό πρόγραμμα (LOTOTO)» (άρθρο 2). Ειδικότερα, στην προκείμενη περίπτωση, αποδείχθηκε ότι ο ως άνω εργοδηγός (……..) της πρώτης εναγομένης άνοιξε, με την παρουσία του συνεργείου της εργολάβου εταιρίας (τρίτης εναγομένης) και του ………….., ο οποίος εργαζόταν στο εργοστάσιο ως Ηλεκτρολόγος Μηχανικός, τις θύρες πέντε κυψελών του Υποσταθμού και συγκεκριμένα τριών των 6 kv και δύο των 20 kv, αφαίρεσε με το ειδικό φορείο τους διακόπτες δύο κυψελών των 6 kv και τους μετέφερε μερικά μέτρα μακριά από τις κυψέλες, αφού προηγουμένως είχε προβεί στην ηλεκτρική απομόνωση των διακοπτών αυτών, καθώς και των εσωτερικών των κυψελών των 6 kv. Ακολούθως, έδωσε εντολή στο συνεργείο να πραγματοποιήσει καθαρισμό και λίπανση των διακοπτών των κυψελών, των οποίων είχε ανοίξει τις εξωτερικές θύρες καθώς και καθαρισμό και συντήρηση των εσωτερικών συνδέσεων των κυψελών των διακοπτών των 6 kv. Μάλιστα, ο ως άνω Εργοδηγός Ηλεκτρολογικής Συντήρησης του εργοστασίου (δεύτερος εναγόμενος) υπέδειξε στο συνεργείο τον τρόπο με τον οποίο θα άνοιγαν τις εσωτερικές θύρες των κυψελών, ώστε να γίνει συντήρηση και των σταθερών επαφών (μπαρών) των διακοπτών των 6 kv, αφού ήταν η δεύτερη φορά που το συνεργείο θα ενεργούσε καθαρισμό και του εσωτερικού των κυψελών και, για το λόγο αυτό, δεν ήταν αρκετά εξοικειωμένο με την ως άνω διαδικασία. Ακόμη, ο δεύτερος εναγόμενος συμπλήρωσε τα προβλεπόμενα για την ηλεκτρική απομόνωση των ως άνω διακοπτών και κυψελών έντυπα, τα οποία αποτελούν βεβαιώσεις ηλεκτρικής απομόνωσης και εκδίδονται εις τριπλούν, από τα οποία το ένα αντίτυπο (ροζ χρώματος) παρέδωσε στον ……….., το δεύτερο (άσπρου χρώματος) τοποθέτησε στην εξωτερική θύρα της αντίστοιχης κυψέλης του διακόπτη που είχε απομονωθεί και το τρίτο παρέμενε στο μπλοκάκι, ενώ προκειμένου για τις εσωτερικές συνδέσεις των κυψελών των 6 kv, τις οποίες επίσης απομόνωσε, το σχετικό έντυπο τοποθετήθηκε στις θύρες εισόδου του αντίστοιχου πεδίου, των 6 kv, από τις οποίες τροφοδοτούνταν οι υπόλοιποι διακόπτες του πεδίου των 6 kv με ηλεκτρικό ρεύμα, το οποίο είχε μετασχηματισθεί από 20 kv σε 6 kv. Συγκεκριμένα ο δεύτερος εναγόμενος ακολούθησε την ως άνω διαδικασία έγγραφων εντολών/βεβαιώσεων διακοπής για τους διακόπτες με αριθμούς 3.6.3, 3.6.4, 3.6.8, 3.6.6, 3.6.7, Μ/Σ Νο 11 διακ. 3.20.1 και Μ/Σ Νο 12 διακ. 3.20.2, ακολούθως δε αυτός αποχώρησε από τον Υποσταθμό. Αφού έγινε η συντήρηση των δύο πρώτων διακοπτών και των μπαρών των 6 kv και η επανατοποθέτηση των διακοπτών αυτών στις κυψέλες τους (σημειώνεται ότι επειδή υπήρχαν δύο μόνο φορεία εξαγωγής διακοπτών, η συντήρησή τους γινόταν ανά δύο), επακολούθησε τηλεφωνική επικοινωνία του …….. με τον ……… (δεύτερο εναγόμενο), ο οποίος ζήτησε από τον πρώτο να συνεχίσουν την ίδια διαδικασία και για τα υπόλοιπα μηχανήματα. Κατόπιν τούτου, το συνεργείο έβγαλε τον τρίτο διακόπτη των 6 kv και τον πρώτο των 20 kv, την συντήρηση των οποίων (γρασάρισμα) ξεκίνησαν ο …….. και ο . …, ενώ ο …….. κατευθύνθηκε στην κυψέλη του διακόπτη με αριθμό Μ/Σ Νο 11 διακ. 3.20.1 των 20 kv, από την οποία είχε ήδη αφαιρεθεί ο διακόπτης, προκειμένου να πραγματοποιήσει καθαρισμό των εσωτερικών της συνδέσεων. Μόλις, όμως, αυτός προέβη στη διαδικασία ανοίγματος της εσωτερικής θύρας της κυψέλης, με τον τρόπο που τους είχε υποδείξει ο δεύτερος εναγόμενος, ………., υπέστη ηλεκτροπληξία, αφού, όπως προαναφέρθηκε, ο δεύτερος εναγόμενος είχε προβεί στην ηλεκτρική απομόνωση μόνον των κυψελών των 6 kv και όχι και αυτών των 20 kv. Αμέσως, ο ………. μεταφέρθηκε, με ιδιωτικό ασθενοφόρο της πρώτης εναγόμενης  εταιρίας, στο Θριάσιο Νοσοκομείο Ελευσίνας, όπου διαπιστώθηκε ο θάνατός του, ο οποίος επήλθε από ηλεκτροπληξία (βλ. την υπ’ αριθ. …/23.4.2013 έκθεση νεκροψίας – νεκροτομής του Ιατροδικαστή Αθηνών, …………). Από τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά αποδείχθηκε ότι ο θάνατος του προαναφερόμενου συγγενούς των εναγόντων, επήλθε συνεπεία εργατικού ατυχήματος, το οποίο οφείλεται στην παράνομη και υπαίτια (αμελή) συμπεριφορά α) του προστηθέντος από την πρώτη εναγόμενη εταιρία, εργοδηγού της ηλεκτρολογικής συντήρησης των μηχανημάτων του Υποσταθμού Νο 3, …….. (δεύτερου εναγομένου), ο οποίος είχε τη γενική επίβλεψη των εκτελούμενων εργασιών και β) του …….., Ηλεκτρολόγου, εκπροσώπου της τρίτης εναγόμενης εταιρίας (εργοδότριας του θανόντος), ο οποίος την συγκεκριμένη ημέρα (21.3.2013) βρισκόταν στο εργοστάσιο, όπου έλαβε χώρα το ατύχημα, και ο οποίος τόσο προσωπικώς όσο και δια του υπεύθυνου ηλεκτρολόγου του συνεργείου (προστηθέντος από τον ίδιο ως εκπρόσωπο της τρίτης εναγομένης), ………, δεν έλαβε τα απαιτούμενα μέτρα ασφαλείας για την προστασία αυτού από τον κίνδυνο της ηλεκτροπληξίας. Σημειώνεται, ότι, όπως προαναφέρθηκε, η πρώτη εναγόμενη εταιρία, ως κυρία του έργου, είχε επιφυλάξει για τον εαυτό της την διεύθυνση και επίβλεψη της εκτέλεσης του έργου αυτού και συγκεκριμένα το δικαίωμα παροχής οδηγιών προς την εργολάβο εταιρία (τρίτη εναγομένη), και, επομένως, είχε την αντικειμενική ευθύνη του προστήσαντος, κατ’ άρθρο 922 του ΑΚ, και ως προς τις πράξεις και παραλείψεις των μελών του συνεργείου της εργολάβου εταιρίας κατά τα εκτιθέμενα στη νομική σκέψη στην παράγραφο IV.Β της παρούσας. Εξάλλου, οι επικαλούμενες πρωτοδίκως από την πρώτη εναγομένη (κυρία του έργου) απαλλακτικές ρήτρες, που περιέχονται στην ως άνω σύμβαση έργου, ως προς την έλλειψη ευθύνης της για τα τυχόν ατυχήματα στο προσωπικό που απασχολείτο στο έργο, τις οποίες επαναφέρει με σχετικό λόγο της έφεσής της, δεν ισχύουν έναντι των ζημιωθέντων εργαζομένων, αλλά θεωρούνται ότι ρυθμίζουν την εσωτερική σχέση και ευθύνη του εργολάβου και του κυρίου του έργου, αφού αφορούν το δικαίωμα της μεταξύ τους αναγωγής από την οφειλή εις ολόκληρον κατά τα εκτιθέμενα στην ίδια ως άνω νομική σκέψη. Ειδικότερα, ως προς την ευθύνη των ανωτέρω εναγομένων, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: Ο δεύτερος εναγόμενος, ………, προστηθείς της πρώτης εναγόμενης εταιρίας, δεν έλαβε τα απαιτούμενα μέτρα, ώστε να αποτραπεί η είσοδος των εργαζομένων στο εσωτερικό των κυψελών των διακοπτών των 20kv, οι οποίες δεν είχαν τεθεί από αυτόν εκτός τάσης με προηγούμενη διακοπή του ηλεκτρικού κυκλώματος και  των οποίων (κυψελών) μάλιστα αυτός είχε προηγουμένως ανοίξει τις εξωτερικές θύρες, ήτοι των κυψελών των διακοπτών Μ/Σ Νο 11 διακ. 3.20.1 και Μ/Σ Νο 12 διακ. 3.20.2, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί στα μέλη του συνεργείου η πεποίθηση ότι μπορούσαν να εισέλθουν με ασφάλεια στο εσωτερικό των κυψελών, ενώ, επίσης, είχε υποδείξει στο συνεργείο και τον τρόπο με τον οποίο θα άνοιγαν τις εσωτερικές θύρες («κουρτίνες») των κυψελών, χορηγώντας τις ειδικές χειρολαβές για τη διαδικασία ανοίγματός τους. Συγκεκριμένα, αυτός δεν είχε κλειδώσει τις θύρες των κυψελών αυτών, ώστε να αποκλείεται η είσοδος των εργαζομένων στο εσωτερικό τους, ούτε είχε απομακρύνει την ειδική χειρολαβή της εσωτερικής θύρας («κουρτίνας») αυτών, ώστε αυτή να μην ανασηκώνεται (ανοίγει) ή έστω δεν είχε αναρτήσει επί της θύρας αυτών (κυψελών) πινακίδα (προσωρινή σήμανση) με την αναγραφή ότι η κυψέλη βρίσκεται υπό τάση, όπως προβλέπεται από το άρθρο 3 του Π.Δ. 105/1995- ΦΕΚ 67/Α/100.4.1995 (βλ. το σχετικό συμπέρασμα της έκθεσης αυτοψίας του Ηλία Παπακωνσταντίνου, Τεχνικού Επιθεωρητή του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας, ο οποίος διενήργησε αυτοψία στον τόπο του επίδικου ατυχήματος την 22.3.2013). Εξάλλου, το γεγονός ότι υπήρχαν στην συγκεκριμένη θύρα, το βολτόμετρο, οι φωτεινές προειδοποιητικές ενδείξεις και το μονογραμμικό σχέδιο, από τα οποία μπορούσε κάποιος να διαπιστώσει την ύπαρξη τάσης στο εσωτερικό της κυψέλης, όπου έλαβε χώρα το επίδικο ατύχημα, δεν ήταν επαρκές μέτρο προς αποφυγή του κινδύνου έναντι ηλεκτροπληξίας των εργαζομένων του συγκεκριμένου συνεργείου στον ως άνω Υποσταθμό, οι οποίοι, όπως προαναφέρθηκε, δεν ήταν εξοικειωμένοι με τη διαδικασία της συντήρησης των εσωτερικών συνδέσεων των κυψελών, ούτε και είχαν ειδική γνώση του δικτύου διανομής του ρεύματος στον Υποσταθμό αυτό, ενώ δεν αποδείχθηκε ειδική εκπαίδευσή τους από την κατασκευάστρια των μηχανημάτων εταιρεία SIEMENS, ούτε και από την κυρία του εργοστασίου (πρώτη εναγομένη) ως προς τις συγκεκριμένες εργασίες. Επιπροσθέτως, ο δεύτερος εναγόμενος (Εργοδηγός της πρώτης εναγομένης) δεν επέστησε ούτε καν προφορικά την προσοχή των μελών του συνεργείου στον κίνδυνο από την ύπαρξη τάσης στο εσωτερικό των κυψελών των διακοπτών των 20kv, των οποίων είχε ανοίξει τις εξωτερικές θύρες, με αποτέλεσμα, όπως προαναφέρθηκε, να δημιουργηθεί σε όλα τα μέλη του συνεργείου, αλλά και στον ………., η εσφαλμένη εντύπωση ότι μπορούσε αυτός να εισέλθει με ασφάλεια στο εσωτερικό αυτών και να προβεί στον καθαρισμό των συνδέσεων, όπως ακριβώς έπραξε και στις κυψέλες των διακοπτών των 6kv. Επίσης, ο ανωτέρω Εργοδηγός (δεύτερος εναγόμενος), κατά την εκτέλεση των εργασιών αυτών, απουσίαζε από τον Υποσταθμό, αν και, ενόψει των ελλιπών μέτρων ασφαλείας, αλλά και της μη εξοικείωσης του συνεργείου με τις εν λόγω εργασίες, όφειλε να είναι παρών για να τις επιβλέπει. Περαιτέρω, ο τέταρτος εναγόμενος, ……….., ηλεκτρολόγος, ως εκπρόσωπος της εργολάβου εταιρίας στο εργοστάσιο την ημέρα του ατυχήματος και ταυτόχρονα ως εκπρόσωπος της εργοδότριας (τρίτης εναγόμενης εταιρίας) του θανόντος, δεν έλαβε τα απαιτούμενα μέτρα τόσο προσωπικώς (αφού δεν ήταν παρών κατά τις ως άνω εργασίες, όπως όφειλε λόγω της μη εξοικείωσης του συνεργείου με αυτές), όσο και δια του προστηθέντος από αυτόν (υπό την ιδιότητα του εκπροσώπου της τρίτης εναγομένης), …………, τον οποίον όρισε ως υπεύθυνο του συνεργείου που θα πραγματοποιούσε τη συντήρηση των διακοπτών και των κυψελών του Υποσταθμού Νο 3, ώστε να αποτραπεί η είσοδος των μελών του συνεργείου στο εσωτερικό των κυψελών των διακοπτών των 20kv, ειδικότερα δε ο ως άνω προστηθείς υπάλληλος του, κατ’ αρχάς, δεν έλεγξε, όπως όφειλε, σύμφωνα με την σχετική ρητή πρόβλεψη της προαναφερθείσας σύμβασης έργου, αλλά και λόγω της ιδιότητας του (ως υπεύθυνου Ηλεκτρολόγου του συνεργείου, επιβλέποντος τον .. ……, Βοηθό Ηλεκτροτεχνίτη άνευ αδείας, τον οποίον επιτρεπόταν να απασχολεί μόνον σε εργασίες εκτός τάσης), την ηλεκτρική απομόνωση των κυψελών, στις οποίες θα εισερχόταν το συνεργείο και, στη συνέχεια, δεν απαγόρευσε ρητώς την είσοδο στις κυψέλες των 20kv, που βρίσκονταν υπό τάση, γεγονός που μπορούσε να αντιληφθεί, με βάση αφενός τα έντυπα που του είχαν παραδοθεί, από τα οποία προέκυπτε η ηλεκτρική απομόνωση μόνον των διακοπτών Μ/Σ Νο 11 διακ. 3.20.1 και Μ/Σ Νο 12 διακ. 3.20.2, όχι και των κυψελών αυτών και αφετέρου τις ειδικές γνώσεις του, παρά την ως άνω ανεπαρκή λήψη μέτρων προστασίας εκ μέρους του δεύτερου εναγομένου. Οι υπαίτιες αυτές πράξεις και παραλείψεις των ως άνω προσώπων τελούν σε άμεση αιτιώδη συνάφεια με το επίδικο ατύχημα, αφού αν οποιαδήποτε από τις άνω αμελείς συμπεριφορές εξέλιπε, θα εξέλιπε συγχρόνως και το επελθόν αποτέλεσμα κατά τα εκτιθέμενα στη νομική σκέψη στην παράγραφο IV.A της παρούσας. Κατά συνέπεια, το επίδικο ατύχημα οφείλεται στη συγκλίνουσα αμέλεια τόσο του δεύτερου εναγόμενου, ……, προστηθέντος της κυρίας του έργου (πρώτης εναγομένης), ο οποίος δεν έλαβε τα απαιτούμενα μέτρα ασφαλείας που προαναφέρθηκαν, όσο και του τέταρτου εναγόμενου, . …., εκπροσώπου και ομόρρυθμου εταίρου της εργοδότριας του θανόντος (τρίτης εναγομένης), λόγω της ανωτέρω αμελούς συμπεριφοράς του, ο οποίος παρέλειψε να διασφαλίσει, τόσο προσωπικώς, όσο και δια του προστηθέντος απ’ αυτόν (υπό την προαναφερόμενη ιδιότητά του) υπεύθυνου ηλεκτρολόγου του συνεργείου, ………, την απασχόληση του θανόντος σε εργασίες εκτός τάσης. Σημειώνεται, ότι και ο πέμπτος εναγόμενος, ……., έχει την ιδιότητα του εκπροσώπου και ομόρρυθμου εταίρου της εργοδότριας του θανόντος (τρίτης εναγομένης), με συνέπεια να θεμελιώνεται και ευθύνη αυτού κατ’ άρθρο 249 του Ν. 4072/2012. Αντιθέτως, όπως αποδείχθηκε, δεν βαρύνει οιαδήποτε υπαιτιότητα (αμέλεια), ως προς την επέλευση του επίδικου ατυχήματος, τον θανόντα, ο οποίος, ως βοηθός ηλεκτροτεχνίτη άνευ αδείας, έχοντας μικρή προϋπηρεσία (μόλις 1,5 έτος) με την ειδικότητα αυτή και όντας άπειρος σε σχέση με τις εργασίες που εκτελούσε την ημέρα του ατυχήματος το συνεργείο στο οποίο συμμετείχε, μη έχοντας λάβει ρητές αντίθετες οδηγίες τόσο από τον άμεσο Προϊστάμενό του, ………., όσο και από το δεύτερο εναγόμενη (εργοδηγό της πρώτης εναγομένης), εισήλθε στο εσωτερικό της κυψέλης του διακόπτη Μ/Σ Νο11 διακ. 3.20.1, ενώ αυτό βρισκόταν υπό τάση ηλεκτρικού ρεύματος, χωρίς να μπορούσε να γνωρίζει αυτό, με βάση τις γνώσεις που διέθετε, όπως αυτές προεκτέθηκαν, καθώς και λόγω της έλλειψης εμφανούς σχετικής απαγορευτικής σήμανσης στον χώρο αυτό, αλλά και της ύπαρξης του σχετικού εντύπου ηλεκτρικής απομόνωσης στην εξωτερική θύρα της συγκεκριμένης κυψέλης, που δημιουργούσε ευλόγως σ’ αυτόν, ως ανειδίκευτο εργάτη, σύγχυση ως προς τους χώρους της κυψέλης στους οποίους είχε διακοπεί η τάση του ρεύματος. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο, με την εκκαλούμενη απόφασή του, κατέληξε στην ίδια κρίση και δέχθηκε ότι συνυπαίτιοι στην πρόκληση του επίδικου ατυχήματος είναι οι προαναφερόμενοι εναγόμενοι, υπό τις ανωτέρω ιδιότητές τους, και απέρριψε, ως ουσιαστικά αβάσιμη, την ένσταση των πρώτης και δεύτερης των εναγομένων περί συνυπαιτιότητας του θανόντος, ορθώς εφάρμοσε το νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις, απορριπτόμενων, ως ουσιαστικά αβάσιμων, τόσο των σχετικών λόγων (πρώτου, δεύτερου και τρίτου) της υπό στοιχ. Β΄ έφεσης των πρώτης και δεύτερου των εναγομένων, όσο και των σχετικών λόγων (πρώτου και δεύτερου) της υπό στοιχ. Α΄ έφεσης των τρίτης, τετάρτου και πέμπτου των εναγόμενων, με τους οποίους υποστηρίζονται τα αντίθετα.

Περαιτέρω από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε ότι ο θανών, ………, ηλικίας, κατά τον χρόνο του ατυχήματος, 33 ετών (γεννηθείς το έτος 1980), ήταν σύζυγος της πρώτης ενάγουσας (ηλικίας τότε 21 ετών), πατέρας του κυοφορούμενου τότε από την πρώτη ενάγουσα και εκπροσωπούμενου από αυτήν δεύτερου ενάγοντος, ανηλίκου άρρενος τέκνου, με το όνομα ………. (ηλικίας ήδη 6 ετών, ως γεννηθέν την 13.6.2013), υιός των τρίτου και τετάρτης των εναγόντων (ηλικίας τότε 68 και 65 ετών αντίστοιχα), αδελφός των πέμπτης και έκτης των εναγόντων (ηλικίας τότε 45 και 42 ετών αντίστοιχα), όπως προκύπτει από τα προσκομιζόμενα με επίκληση από τους ενάγοντες από 21.2.2013 και 6.5.2011 πιστοποιητικά γάμου και οικογενειακής κατάστασης του Δήμου …. Αλβανίας, καθώς και το σχετικό ../…/2013 απόσπασμα ληξιαρχικής πράξης γέννησης της Ληξιάρχου του Δήμου Αθηναίων. Επίσης, αποδείχθηκε ότι ο …….., μέχρι τον χρόνο του ατυχήματος, ήταν υγιής και εργατικός, διέμενε δε με τη σύζυγό του, πρώτη ενάγουσα, με την οποία είχε τελέσει γάμο μόλις τον Ιανουάριο του 2013 και η οποία, κατά τον χρόνο του θανάτου αυτού, κυοφορούσε το ανήλικο σήμερα τέκνο του, ………. και τους γονείς του, .. και … …, σε μισθωμένη οικία στο … Αττικής, εργαζόμενος και συντηρώντας την οικογένειά του, ενώ διατηρούσε στενούς ψυχικούς δεσμούς με τις αδελφές του, ……. και …… Μετά τον θάνατο του …, η σύζυγός του εγκαταστάθηκε, με το τέκνο τους, στην οικία της αδελφής του …, πέμπτης ενάγουσας, στην Ελευσίνα (επί της οδού ……..), ενώ οι γονείς του επέστρεψαν στην Αλβανία, όπου και διαμένουν έκτοτε, η άλλη δε αδελφή του, …………, ζει και εργάζεται στην Αγγλία. Οι ενάγοντες, λόγω του στενού ψυχικού δεσμού τους με τον θανόντα και της αγάπης που έτρεφαν γι’ αυτόν, υπέστησαν από τον αιφνίδιο θάνατό του, που συνέβη, ενώ αυτός βρισκόταν σε νεαρή ηλικία και στην αρχή της οικογενειακής του ζωής, ψυχική οδύνη, η οποία ειδικά ως προς το δεύτερο των εναγόντων, ανήλικο τέκνο του, το οποίο ήταν κυοφορούμενο κατά τον χρόνο του επίδικου ατυχήματος (αφού αυτό γεννήθηκε την 13.6.2013), συνίσταται στην ψυχική οδύνη που είναι βέβαιο ότι θα δοκιμάσει, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, όταν θα φθάσει σε ηλικία, που θα μπορεί να δέχεται τις επιδράσεις του εξωτερικού κόσμου και να αισθάνεται την έλλειψη του πατέρα του, τη στέρηση της πατρικής αγάπης και κάθε μορφής συμβολής που θα είχε αυτός στην ανατροφή του (βλ. ΑΠ 1308/2015, ΕφΑθ 153/2019 δημοσιευμένες στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Έτσι, λαμβανομένων υπόψη των συνθηκών του επίδικου ατυχήματος και των περιστάσεων υπό τις οποίες επήλθε ο θάνατος του ………, όπως αυτές εκτέθηκαν ανωτέρω, της ηλικίας του κατά τον χρόνο του ατυχήματος (33 ετών), του βαθμού συνυπαιτιότητας (συντρέχουσας αμέλειας) των προαναφερόμενων εναγομένων (φυσικών προσώπων), του στενού συναισθηματικού δεσμού όλων των εναγόντων με το θανόντα και της κοινωνικής θέσης και οικονομικής κατάστασης των διαδίκων, το Δικαστήριο κρίνει ότι η εύλογη χρηματική ικανοποίηση, την οποία αυτοί δικαιούνται να λάβουν για την ψυχική οδύνη που υπέστησαν από τον θάνατό του (λαμβανομένης υπόψη και της επιφύλαξης των πρώτης, δεύτερου και πέμπτης αυτών για ποσό 44 ευρώ), ανέρχεται: α) σε 59.956 ευρώ για την πρώτη ενάγουσα (σύζυγό του), β) σε 49.956 ευρώ για το εκπροσωπούμενο από την πρώτη ενάγουσα ανήλικο τέκνο, .. .. (δεύτερο ενάγοντα),  γ) σε 30.000 ευρώ για έκαστο από τους τρίτο και τετάρτη των εναγόντων (γονείς του), δ) σε 14.956 ευρώ για την πέμπτη ενάγουσα (αδελφή του) και ε) σε 15.000 ευρώ για την έκτη ενάγουσα (αδελφή του), ποσά τα οποία κρίνονται εύλογα και δίκαια (άρθρο 932 ΑΚ) καθώς και σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας (ΟλΑΠ 9/2015 ΧρΙΔ 2015.575, ΑΠ 622/2017 δημ. στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο, με την εκκαλούμενη απόφασή του, επιδίκασε στους ενάγοντες μεγαλύτερα ποσά για την ως άνω αιτία, έσφαλε στην εκτίμηση των αποδείξεων, γενομένων δεκτών, ως ουσιαστικά βάσιμων, α) του σχετικού (τρίτου) λόγου της υπό στοιχ. Α΄ έφεσης των τρίτης, τετάρτου και πέμπτου των εναγομένων και β) του σχετικού (τέταρτου) λόγου της υπό στοιχ. Β΄ έφεσης των πρώτης και δεύτερου των εναγομένων, ενώ πρέπει να απορριφθεί, ως ουσιαστικά βάσιμος, ο μοναδικός λόγος της υπό στοιχ. Γ΄ έφεσης των εναγόντων, με τον οποίο ζητείται η επιδίκαση σ’ αυτούς, για την ίδια αιτία, μεγαλύτερων ποσών. Τέλος, σημειώνεται, ότι, εφόσον επιδικάζεται τελεσίδικα στους ενάγοντες ποσό μεγαλύτερο εκείνου των 150.000 ευρώ, που η πρώτη των εναγομένων κατέβαλε σ’ αυτούς σε εκτέλεση της εκκαλούμενης απόφασης (η οποία κηρύχθηκε προσωρινά εκτελεστή για το ποσό των 80.000 ευρώ, ενώ το υπόλοιπο ποσό καταβλήθηκε εκουσίως), το υποβαλλόμενο, με την κρινόμενη υπό στοιχ. Β΄ έφεση, αίτημα της πρώτης εκκαλούσας εταιρίας «…………….» για επαναφορά των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση, κατ’ άρθρ. 914 ΚΠολΔ, είναι άνευ αντικειμένου και πρέπει ν’ απορριφθεί.

  1. VI. Κατόπιν αυτών, αφού δεν υπάρχει άλλος λόγος προς έρευνα, πρέπει, κατ’ αρχήν, να απορριφθεί η υπό στοιχ. Γ΄ έφεση των εναγόντων της από 22.12.2016 κύριας αγωγής (………. και λοιπών) ως αβάσιμη κατ’ ουσίαν. Επίσης, πρέπει να καταδικασθούν οι ως άνω εκκαλούντες, λόγω της ήττας τους, στα δικαστικά έξοδα των εφεσίβλητων, κατόπιν του σχετικού αιτήματός τους, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας (άρθρα 176, 183, 189 παρ. 1 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό. Τέλος, πρέπει να γίνουν δεκτές, ως ουσιαστικά βάσιμες, α) η υπό στοιχ. Α΄ έφεση των τρίτης, τέταρτου και πέμπτου των εναγομένων, εταιρίας «………», …… και ……… αντίστοιχα και β) η υπό στοιχ. Β΄ έφεση των πρώτης και δεύτερου των εναγομένων, εταιρίας «……….» και ……. αντίστοιχα και να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη υπ’ αριθ. 4566/2018 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (διαδικασίας περιουσιακών-εργατικών- διαφορών) κατά το μέρος που έκρινε επί της από 22.12.2016 κύριας αγωγής. Ακολούθως, πρέπει, αφού διακρατηθεί η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο (άρθρο 535 παρ. 1 ΚΠολΔ) και ερευνηθεί η ως άνω κύρια αγωγή, να γίνει αυτή εν μέρει δεκτή, ως ουσιαστικά βάσιμη, όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό. Επίσης, λόγω της νίκης των εκκαλούντων της υπό στοιχ. Α΄ έφεσης, αφού αυτή έγινε δεκτή, πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή στους ως άνω εκκαλούντες του παραβόλου των εκατό (100) ευρώ, που κατατέθηκε απ’ αυτούς με το με αριθμό κωδικού …………../2018 ηλεκτρονικό παράβολο του Δημοσίου σε συνδυασμό με την από 21.11.2018 απόδειξη πληρωμής παραβόλου της ALPHA BANK (άρθρο 495 παρ. 3 εδ. προτελευταίο ΚΠολΔ, όπως ήδη ισχύει). Τέλος, τα δικαστικά έξοδα των εναγόντων της ως άνω κύριας αγωγής (εφεσίβλητων στις υπό στοιχ. Α΄ και Β΄ εφέσεις) και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, κατόπιν σχετικού αιτήματός τους, πρέπει να επιβληθούν, κατά ένα μέρος τους, σε βάρος των εναγομένων (εκκαλούντων των υπό στοιχ. Α΄ κα Β΄ εφέσεων) λόγω της μερικής ήττας τους και ανάλογα με την έκταση αυτής (άρθρα 178 παρ. 1, 183 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ),  όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει αντιμωλία των διαδίκων α) την από 22.11.2018 (με αριθ. έκθ. κατάθ. ……./2018) έφεση των εταιρίας «…….», ……… και ……., β) την από 23.11.2018 (με αριθ. έκθ. κατάθ. ……../2018) έφεση των εταιρίας «……» και …… και γ) την από 15.2.2019 (με αριθ. έκθ. κατάθ. ……./2019) έφεση των ……… και λοιπών.

Α. Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ ουσίαν την από 15.2.2019 έφεση των ………..

Καταδικάζει τους ως άνω εκκαλούντες στα δικαστικά έξοδα των εφεσίβλητων της έφεσης αυτής για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των πεντακοσίων (500) ευρώ.

Β. Δέχεται τυπικά και κατ’ ουσίαν την από 22.11.2018 έφεση των εταιρίας «……..», …….. και ……..

Γ. Δέχεται τυπικά και κατ’ ουσίαν την από 23.11.2018 έφεση των εταιρίας «…….» και ………

Εξαφανίζει την εκδοθείσα, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών –εργατικών- διαφορών, υπ’ αριθ. 4566/2018 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς κατά το μέρος που έκρινε επί της από 22.12.2016 κύριας αγωγής.

Διακρατεί την υπόθεση και δικάζει επί των ανωτέρω κύριας αγωγής.

Απορρίπτει ό,τι κρίθηκε απορριπτέο κατά το σκεπτικό.

Δέχεται εν μέρει την από 22.12.2016 (με αριθμ. έκθ. κατάθ. ……./2017) αγωγή.

Υποχρεώνει τους εναγόμενους, 1) εταιρία «……..», 2) ….. ., 3) εταιρία «……….», 4) ……… και 5) ………, να καταβάλουν, εις ολόκληρον έκαστος, α) στην πρώτη ενάγουσα, ………., ενεργούσα ατομικά, το ποσό των πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ, β) στην πρώτη ενάγουσα, ενεργούσα για λογαριασμό του ανηλίκου τέκνου της, …….., το ποσό των σαράντα εννέα χιλιάδων εννιακοσίων πενήντα έξι (49.956) ευρώ, γ) στον τρίτο ενάγοντα, …….., το ποσό των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ, δ) στην τέταρτη ενάγουσα, ………, το ποσό των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ, ε) στην πέμπτη ενάγουσα, …….., το ποσό των δεκατεσσάρων χιλιάδων εννιακοσίων πενήντα έξι (14.956) ευρώ και στ) στην έκτη ενάγουσα, …………., το ποσό των δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής.

Αναγνωρίζει ότι οι ως άνω εναγόμενοι υποχρεούνται να καταβάλουν, εις ολόκληρον έκαστος, στην πρώτη ενάγουσα, ενεργούσα ατομικώς, το ποσό των εννέα χιλιάδων εννιακοσίων πενήντα έξι (9.956) ευρώ µε το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής.

Διατάσσει την επιστροφή στους εκκαλούντες της από 22.11.2018 έφεσης, ήτοι στους εταιρία «…………», …….. και ……….., του κατατεθέντος απ’ αυτούς παραβόλου των εκατό (100) ευρώ, που αναφέρεται στο σκεπτικό.

Καταδικάζει τους εναγόμενους-εκκαλούντες 1) εταιρία «………….», 2) ………., 3) εταιρία «………….», 4) ………. και 5) ……….., σε μέρος των δικαστικών εξόδων των ως άνω εναγόντων-εφεσίβλητων, και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, το οποίο ορίζει στο ποσό των εννέα χιλιάδων (9.000) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 15 Ιουνίου 2020, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.

     Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                        Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ