Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 363/2020

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθμός Αποφάσεως         363/2020 

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ  ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Συγκροτήθηκε από τη δικαστή Μαρία Κωττάκη, Εφέτη, που όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοικήσεως του Εφετείου Πειραιώς και τη Γραμματέα  Ε.Τ.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΝΟΜΟ

Ι. Οι υπό κρίση εφέσεις κατά της υπ’ αριθ. 2909/2019 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που δίκασε την ένδικη διαφορά αντιμωλία των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών-εργατικών διαφορών (614 αρ. 3, 621επ. ΚΠολΔ), έχουν ασκηθεί νομοτύπως, με κατάθεση του δικογράφου τους στη Γραμματεία του εκδόντος την εκκαλουμένη δικαστηρίου, και εμπροθέσμως, εντός τριάντα ημέρων από την επίδοση της εκκαλουμένης. Συνεπώς, πρέπει να γίνουν τυπικώς δεκτές και  να ερευνηθούν περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων τους κατά την ίδια διαδικασία (αρθ.495, 499, 511, 513, 516, 517, 518 παρ. 2, 520 παρ.1, 524 παρ. 1, 532, 533 ΚΠολ).

ΙΙ. Η εκκαλουμένη δέχθηκε εν μέρει ως και κατ΄ουσίαν βάσιμη την από 14.12.2018 (αριθ.κατ. …………./2018) αγωγή, με την οποία ο ενάγων και ήδη εκκαλών-εφεσίβλητος, εργαζόμενος με την ειδικότητα του μηχανοτεχνίτη πλοίων στην εναγομένη και ήδη εκκαλούσα-εφεσίβλητη ναυτιλιακή εταιρεία, ζητούσε να υποχρεωθεί η τελευταία να του καταβάλει συνολικό ποσό 31.166,66 ευρώ για διαφορές αποδοχών του του αναφερόμενου χρονικού διαστήματος, διαφορές επιδόματος αδείας και δώρων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα και αποζημίωση απολύσεως, νομιμοτόκως από την επομένη της απολύσεώς του άλλως από την επίδοση της αγωγής. Η εκκαλουμένη απέρριψε την ένσταση αοριστίας που πρότεινε η εναγομένη και το ύψους  8.166,66 ευρώ κονδύλι για αποζημίωση απολύσεως που ζητούσε ο ενάγων και κατά τα λοιπά δέχθηκε εν μέρει την αγωγή ως και κατ’ ουσίαν βάσιμη και επιδίκασε στον ενάγοντα συνολικό ποσό 18.620,32 ευρώ για μικτές αποδοχές του, που αφορούσαν διαφορές δεδουλευμένων μισθών, επιδομάτων αδείας και δώρων εορτών και αμοιβές εκτός έδρας, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής.

Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονούνται αμφότερα τα διάδικα μέρη. Ο μεν ενάγων ζητεί να μεταρρυθμιστεί η εκκαλουμένη ώστε να προστεθεί στο επιδικασθέν ποσό, το ποσό των 5.100 ευρώ, που αφορά αμοιβή του για εκτός έδρας εργασία 31 ημερών και το ποσό των 500 ευρώ που αφορά  αμοιβή του για εκτός έδρας εργασία 5 ημερών,  χωρίς να διατυπώνει λόγο εφέσεως κατά του κεφαλαίου της εκκαλουμένης με το οποίο απερρίφθη η αξίωσή του για αποζημίωση απολύσεως ούτε κατά των λοιπών κεφαλαίων στα οποία στηρίζεται το διατακτικό της εκκαλουμένης. Η δε εναγομένη με την υπό κρίση έφεσή της παραπονείται για κακή εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί την εξαφάνιση της εκκαλουμένης και την καθ’ ολοκληρία απόρριψη της αγωγής.

ΙΙΙ. Η νοµική αοριστία της αγωγής συνδέεται µε τη νοµική εκτίµηση του κανόνα ουσιαστικού δικαίου, που πρέπει να εφαρμοστεί. Η αοριστία, όµως, του δικογράφου της αγωγής µπορεί να µην είναι νοµική αλλά ποσοτική ή ποιοτική, όταν στο δικόγραφο δεν αναφέρονται µε πληρότητα τα πραγµατικά περιστατικά, τα οποία αποτελούν την προϋπόθεση εφαρμογής του κανόνα δικαίου, στον οποίο στηρίζεται το αίτηµα της αγωγής (ποσοτική αοριστία) ή όταν στο δικόγραφο γίνεται απλώς επίκληση των όρων του νόµου, χωρίς να αναφέρονται τα περιστατικά που θεµελιώνουν την εφαρµογή του συγκεκριμένου κανόνα δικαίου (ποιοτική αοριστία).  Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 216 παρ. 1 του ΚΠολΔ, για να είναι ορισµένη η αγωγή πρέπει να περιέχει, εκτός από τα τυπικά στοιχεία που ορίζονται στα άρθρο 117- 118 του ίδιου Κώδικα, α) σαφή έκθεση των γεγονότων που τη θεµελιώνουν σύµφωνα µε τον νόµο και δικαιολογούν την άσκησή της από τον ενάγοντα κατά του εναγοµένου, β) ακριβή περιγραφή του αντικειµένου της διαφοράς και γ) ορισµένο αίτηµα. Ειδικότερα, στοιχεία της αγωγής του απασχολούμενου µε σύµβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου µισθωτού, η οποία έχει ως αίτημα την καταβολή δεδουλευμένων μισθών ή άλλων παροχών, που οφείλονται από έγκυρη σύμβαση εργασίας σύμφωνα με το άρθρο 648 Α.Κ. και τις ισχύουσες εκάστοτε κανονιστικές διατάξεις των συλλογικών συμβάσεων εργασίας ή διαιτητικών αποφάσεων, είναι ο χρόνος της κατάρτισης της σύμβασης, ο συμφωνημένος ή νόμιμος μισθός, το είδος της παρασχεθείσας εργασίας, οι όροι της συγκεκριμένης παροχής και ο χρόνος, για τον οποίο αυτή οφείλεται (ΑΠ 2016/2007, ΑΠ 1561/2011, ΑΠ 524/2018 – “Νόμος”).  Με βάση την πιο πάνω διάταξη, σε συνδυασμό με εκείνη του άρθρου 236 του Κ.Πολ.Δ., ο ενάγων μπορεί με τις προτάσεις του να συμπληρώσει, κατά τη συζήτηση της υποθέσεως, την ατελή έκθεση των πραγματικών ισχυρισμών του, θεραπεύοντας έτσι την ποσοτική ή ποιοτική αοριστία της αγωγής, δεν μπορεί όμως να αναπληρώσει τη νομική αοριστία αυτής, η οποία συνίσταται στη μη έκθεση των περιστατικών που απαιτούνται κατά τον νόμο για τη γένεση του αγωγικού δικαιώματος (Α.Π. 1056/2002 ΕλλΔνη 45, 84, Α.Π. 167/2002 ΕλλΔνη 43, 1348, Α.Π. 1363/1998 ΕλλΔνη 39, 325). Αντιθέτως, για το ορισμένο της ανωτέρω αγωγής δεν απαιτείται να αναφέρονται σε αυτή οι νόμιμες κρατήσεις που έγιναν ή πρέπει να γίνουν επί των αξιούμενων οικείων χρηματικών ποσών, διότι ο εργοδότης υποχρεούται από τον νόμο να παρακρατεί ορισμένα ποσά από τον μισθό για την καταβολή τους στους οργανισμούς κυρίας ή επικουρικής ασφαλίσεως, όπως το Ι.Κ.Α. και το Τ.Ε.Α.Μ. (άρθρα 26 παρ. 5 του αναγκαστικού νόμου 1846/1951, 22 και 32 του νόμου 2084/1997 και εκτελεστικές υπουργικές αποφάσεις), καθώς και για τον φόρο μισθωτών υπηρεσιών, πλην όμως τα ποσά αυτά δεν αποτελούν αντικείμενο της δίκης για τις αποδοχές και δεν αφαιρούνται από το δικαστήριο που επιδικάζει οφειλόμενες στο σύνολο τους ή κατά ένα μέρος τους δεδουλευμένες αποδοχές ή μισθούς υπερημερίας, αλλά παρακρατούνται από τον εργοδότη κατά την εκτέλεση της αποφάσεως και αποδίδονται στους τρίτους δικαιούχους (ΑΠ 2018/2007 – “Νόμος”,  ΑΠ 140/2000 ΕλλΔνη 41, 966, Εφ.Πειρ. 994/2007 Ε.Ναυτ.Δικ. 2007).  Επομένως, ο πρώτος λόγος εφέσεως της  εναγομένης και ήδη εκκαλούσας- εφεσίβλητης, με τον οποίο επαναφέρεται η πρωτοδίκως προταθείσα και απορριφθείσα ένστασή της περί αοριστίας της αγωγής για το λόγο ότι δεν αναφερόταν σε αυτή εάν το ποσό των 3.500 ευρώ, που ισχυριζόταν ο ενάγων ότι ήταν ο συμφωνηθείς μηνιαίος μισθός του, αφορούσε μικτές  ή καθαρές αποδοχές, όπως ο λόγος αυτός αναλύεται στο δικόγραφο, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, διότι, σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, δεν χρειαζόταν να αναφέρονται στην ένδικη αγωγή και τα περαιτέρω στοιχεία που αναφέρονται πιο πάνω στο λόγο αυτόν εφέσεως, εφόσον, κατά την εκτέλεση της αποφάσεως, θα παρακρατηθούν από την εκκαλούσα, με συνυπολογισμό και των ήδη τυχόν παρακρατηθέντων, εκείνα τα χρηματικά ποσά που πρέπει να αποδοθούν στους τρίτους κατά νόμο δικαιούχους.

  1. Από την εκτίμηση της ένορκης καταθέσεως της μάρτυρα του ενάγοντος (η εναγομένη δεν εξέτασε μάρτυρα) που περιέχεται στα ταυτάριθμα της εκκαλουμένης πρακτικά, τα οποία με επίκληση προσκομίζονται σε νομίμως επικυρωμένο φωτοαντίγραφο, και όλων ανεξαιρέτως των νομίμως μετ’ επικλήσεως προσκομιζομένων εγγράφων σε μερικά από τα οποία ενδεικτικώς μόνο γίνεται μνεία κατωτέρω, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο ενάγων είναι μηχανοτεχνίτης πλοίων και προσελήφθη, στης 15.07.2017, από την εναγομένη ναυτιλιακή εταιρεία, με προφορική σύμβαση εργασίας προκειμένου να μεταβεί στη Ρουμανία, ως τεχνικός επιθεωρητής και να παρακολουθήσει για λογαριασμό της εναγομένης την επισκευή του πλοίου “Μ.” . Για την εργασία του αυτή συμφωνήθηκε να λαμβάνει αμοιβή ποσού 300 ευρώ ημερησίως για όσο χρόνο διαρκούσε η επισκευή, η οποία περατώθηκε στις 14.8.2017, οπότε ο ενάγων επέστρεψε στην Ελλάδα. Ακολούθως, στις 28.8.2017, η εναγομένη προσέλαβε τον ενάγοντα με έγγραφη σύμβαση εξαρτημένης εργασίας ορισμένου χρόνου, διαρκείας έως τις 31.12.2017, τυπικά με την ειδικότητα του υπαλλήλου γραφείου, στην πραγματικότητα, όμως, με την ειδικότητα του μηχανοτεχνίτη πλοίων είτε αυτά βρίσκονταν εν πλω είτε στο αγκυροβόλιο. Στην αναγγελία προσλήψεως του ενάγοντος στον ΟΑΕΔ και την αρμόδια υπηρεσία ΣΕΠΕ δηλώθηκαν μηνιαίες μικτές αποδοχές του το ποσό των 2.175 ευρώ (δηλαδή “καθαρά” 1.500 ευρώ, επομένως στις κρατήσεις αντιστοιχούσε περίπου το 31% των μικτών αποδοχών), στην πραγματικότητα, όμως, ο συμφωνηθείς από την ατομική σύμβαση εργασίας του καθαρός μηνιαίος μισθός ανερχόταν στο ποσό των 3.500 ευρώ, με την ειδικότερη συμφωνία, το ποσό των 1.500 ευρώ, δηλαδή ο δηλωθείς προς τις αρμόδιες υπηρεσίες “καθαρός” μισθός, να καταβάλλεται σε τραπεζικό λογαριασμό του ενάγοντος και το λοιπό ποσό των 2.000 ευρώ σε μετρητά. Δηλαδή οι καθαρές μηνιαίες αποδοχές του ανέρχονταν στο ποσό των 3.500 ευρω και, επομένως, οι μικτές σε 5.075 ευρω. Επίσης ο ενάγων, είχε συμφωνήσει με την εναγομένη αμοιβή ποσού 100 ευρώ για κάθε ημέρα που θα εργαζόταν στο εξωτερικό, όχι, όμως, και σε πόλεις εντός Ελλάδος, επομένως ο μοναδικός λόγος εφέσεως του ενάγοντος, κατά το υπό στοιχείο β΄μέρος του με το οποίο αυτός παραπονείται ότι η εκκαλουμένη παρέλειψε να συνυπολογίσει στα επιδικασθέντα ποσό 500 ευρώ για εργασία του πέντε ημερών στην Πρέβεζα είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Περαιτέρω, αποδεικνύεται ότι ο ενάγων συνέχισε να εργάζεται με την ίδια ιδιότητα και τους ίδιους όρους στην εναγομένη και μετά την κατά τα ανωτέρω συμφωνηθείσα λήξη της ατομικής σύμβασης εργασίας του, μέχρι τις 10.8.2018 οπότε και απολύθηκε. Ο ενάγων για όλο το ανωτέρω χρονικό διάστημα (28.8.2017-10.8.2018) της εργασίας του δικαιούται πλέον των 1.500 ευρώ μηνιαίως που η εναγομένη κατέθετε στο λογαριασμό του, το ποσό των (2.000 ευρώ μηνιαίως Χ 0,13 η αναλογία μηνός Αυγούστου 2017 συν   2.000 ευρώ Χ 11 μήνες συν 2.000 ευρώ Χ 0,32 η αναλογία μηνός Αυγούστου 2018 ίσον) 22.900 ευρώ αλλά ζητεί με την αγωγή για το ανωτέρω διάστημα ποσό 22.798 ευρώ.  Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι ο ενάγων εργάστηκε, επί του πλοίου “Μ.”, στο εξωτερικό, από 12.9.2017 έως 29.12.2017, δηλαδη επί 19 ημέρες τον Σεπτέμβριο 2017, 31 ημέρες τον Οκτώβριο, 30 ημέρες τον Νοέμβριο και 29 ημέρες τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους και συνολικά 109 ημέρες, επομένως δικαιούται για την  εκτός έδρας εργασία του τη συμφωνηθείσα αμοιβή του συνολικού ποσού (109 ημέρες Χ 100 ευρώ ημερησίως) 10.900 ευρώ. Κατά το έτος 2018 εργάστηκε επί του ανωτέρω πλοίου στο εξωτερικό από 1.3.2018 έως 2.5.2018 και από 20.5.2018 έως 21.6.2018  δηλαδή συνολικά επί 96 ημέρες και δικαιούται ποσό 9.600 ευρώ. Επίσης, κατά το ίδιο έτος εργάσθηκε επί του πλοίου Α. στο εξωτερικό από 2.7.2018 έως 17.7.2018, δηλαδή επί 16 ημέρες και δικαιούται 1.600 ευρώ. Συνολικά δηλαδή για την εκτός έδρας εργασία του δικαιούται ποσό 22.100 ευρώ, όπως ορθώς έκρινε η εκκαλουμένη. Ο μοναδικός λόγος εφέσεως του ενάγοντος, κατά το υπό στοιχείο α΄μέρος του, με το οποίο αυτός παραπονείται ότι η εκκαλουμένη δεν του επιδίκασε ποσό 5.100 ευρώ για εκτός έδρας 31 ημέρες εργασία του επί του πλοίου “Μ”, ήτοι 17 ημέρες τον Ιούλιο και 14 ημέρες τον Αύγουστο, για την οποία δικαιούται τη συμφωνηθείσα αποζημίωση των 5.100 ευρώ (300 ευρώ για κάθε ημέρα εργασίας εκτός έδρας) είναι απορριπτέος ως αόριστος αφενός γιατί δεν διευκρινίζει ο ενάγων σε ποίου έτους τους μήνες αναφέρεται αφετέρου διότι για 31 ημέρες εκτός έδρας Χ 300 ευρώ ημερήσια αμοιβή θα αξίωνε 9.300 ευρώ και όχι 5.100, επομένως το Δικαστήριο αδυνατεί να εκτιμήσει και κατόπιν να ερευνήσει στην ουσία του τον ανωτέρω λόγο. Περαιτέρω αποδεικνύεται ότι η εναγομένη κατέβαλε στον ενάγοντα τα επιδόματα εορτών και αδείας υπολογιζόμενα επί του μισθού των 1.500 ευρώ και δεν του κατέβαλε αυτά που αναλογούσαν στο ποσό των 2.000 ευρώ, επομένως του οφείλει τις διαφορές (αρθ. 1 παρ. 1 και 2 Ν 1082/1980, 1 παρ. 1 και 2, 2, 3 παρ. 1 και 6 της 19040/1981 ΚΥΑ Οικονομικών και Εργασίας και αρθ. 3 παρ. 16 ν. 4504/1966). Ειδικότερα, για αναλογία Δώρου Χριστουγέννων 2017, το ποσό των (2.000 : 25 = 80 Χ 13,24 αναλογούντα ημερομίσθια δώρου=) 1.059,20 πλην όμως λαμβάνεται υπόψη το αιτούμενο με την αγωγή ποσό των 475 ευρώ, για Δώρο Πάσχα 2018 το ποσό των (2.000 : 2=) 1.000 ευρώ, για αναλογία Δώρου Χριστουγέννων 2018 το ποσό των (80 Χ 10,72 αναλογούντα ημερομίσθια=) 857,60 και για επίδομα αδείας 2018 το ποσό των (2.000:2=) 1.000 ευρώ και συνολικά 3.332,60 ευρώ. Επομένως, για όλες τις προαναφερθείσες αιτίες, ο ενάγων έπρεπε να λάβει ποσό 48.230,66 ευρώ, από το οποίο αποδείχθηκε ότι έλαβε ποσό 35.389 ευρώ και απομένει υπόλοιπο ποσού 12.841,60 ευρώ “καθαρές” αποδοχές και μικτές 18.620,32 ευρώ, όπως ορθώς έκρινε η εκκαλουμένη.
  2. V. Κατ΄ακολουθία των ανωτέρω, δεν έσφαλε η εκκαλουμένη που υποχρέωσε την εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των 18.620,32 ευρώ, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής και όσα αντίθετα υποστηρίζουν οι εκκαλούντες με τις υπό κρίσεις εφέσεις είναι απορριπτέα ως αβάσιμα, όπως και οι υπό κρίση εφέσεις στο σύνολό τους. Στο σημείο αυτό πρέπει να αναφερθεί ότι ο ενάγων -εκκαλών, κατέβαλε κατά την άσκηση της εφέσεώς του, παράβολο ποσού 100 ευρώ, χωρίς να υποχρεούται προς τούτο αφού πρόκειται για εργατική διαφορά (614 αριθ. 3 ΚΠολΔ), η οποία ρητά εξαιρείται από την υποχρέωση καταθέσεως παραβόλου κατά την άσκηση του ενδίκου μέσου (495 παρ. 3 εδάφιο τελευταίο ΚΠολΔ). Πρέπει, επομένως, να διαταχθεί η επιστροφή του κατατεθέντος παραβόλου στον εκκαλούντα ενάγοντα. Τέλος, η δικαστική δαπάνη του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας πρέπει να κατανεμηθεί μεταξύ των διαδίκων ανάλογα με την έκταση της νίκης και ήττας καθενός (176, 178 παρ. 1, 183 ΚΠολΔ) κι επομένως να συμψηφιστεί μεταξύ των διαδίκων λόγω της κατ΄ισα μέρη νίκης και ήττας αυτών.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

-Συνεκδικάζει κατ’ αντιμωλία των διαδίκων την από  7.10.2019 έφεση (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………../2019) και την από 4.11.2019 έφεση (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2019).

-Δέχεται τυπικά αυτές.

-Απορρίπτει αυτές κατ΄ουσίαν

-Συμψηφίζει μεταξύ των διαδίκων τα δικαστικά έξοδα του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας.

-Διατάζει την επιστροφή στον εκκαλούντα-ενάγοντα . …….. του κατατεθέντος παραβόλου με κωδικό …………

-Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριο, απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους, στις       15-5-2020.

 

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ