Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 385/2020

Περίληψη

Δύο αντίθετες εφέσεις κατά οριστικής και συνεκκαλούμενης εν μέρει οριστικής απόφασης. Διαδικασία διαφορών από αυτοκίνητο. Επί απλής ομοδικίας, αν η πρωτόδικη απόφαση είναι οριστική ως προς έναν ομόδικο, μη οριστική δε ως προς τους λοιπούς, επιτρέπεται έφεση του ομοδίκου για τον οποίο η απόφαση είναι οριστική. Αν εκκαλούνται μόνον τα κεφάλαια της αποζημίωσης και της χρηματικής ικανοποίησης, μόνον αυτά μεταβιβάζονται στο Εφετείο, όχι δε και το κεφάλαιο της υπαιτιότητας, γιατί το τελευταίο δεν συνέχεται με τα εν λόγω κεφάλαια. Έννοια «αναπηρίας» κατ’ άρθρο 931 ΑΚ. Η αναπηρία του παθόντος πρέπει να είναι μόνιμη και διαρκής και δεν αρκεί αυτή να είναι προσωρινή. Προϋποθέσεις λήψης υπόψη προσκομιζόμενης υπεύθυνης δήλωσης. Οι διατάξεις του τέταρτου άρθρου περ. γ΄ του Ν. 4092/2012, οι οποίες εισάγουν περιορισμούς στις αποζημιώσεις που καταβάλλει το Επικουρικό Κεφάλαιο και καθορίζουν το ποσοστό τόκου αυτών σε 6% ετησίως, δεν είναι εφαρμοστέες, αφού είναι ανίσχυρες λόγω της αντίθεσής τους στις διατάξεις των άρθρων 25 παρ. 1 εδ. δ΄ του Συντάγματος, 1 παρ.1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ και στο Ενωσιακό Δίκαιο.

 

Αριθμός     385/2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Χρυσούλα Πλατιά, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Τ.Λ..

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 Ι. Εισάγονται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου: Α) η από 21.12.2018 (με αριθ. έκθ. κατάθ. ………/15.1.2019) έφεση των εναγόντων …………… και …………… και Β) η από 20.9.2019 (με αριθ. έκθ. κατάθ. ………../23.10.2019) έφεση του εναγόμενου ΝΠΙΔ με την επωνυμία «ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ» (ως διαδόχου της ασφαλιστικής εταιρίας με την επωνυμία «………»), οι οποίες (εφέσεις) στρέφονται, αμφότερες, κατά της υπ’ αριθ. 4934/2018 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς και κατά της προηγηθείσης υπ’ αριθ. 1487/2015 εν μέρει οριστικής απόφασης του ιδίου Δικαστηρίου, που εκδόθηκαν αντιμωλία των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών για ζημιές από αυτοκίνητο (άρθρο 681Α σε συνδ. με τα άρθρα 666, 667 και 670-676 ΚΠολΔ, όπως ίσχυαν πριν την έμμεση κατάργησή τους με το άρθρο 1 άρθρο τέταρτο του Ν. 4335/2015), και οι οποίες (εφέσεις) πρέπει να ενωθούν και συνεκδικασθούν λόγω της πρόδηλης μεταξύ τους συνάφειας και για οικονομία χρόνου και εξόδων (άρθρα 31 και 246 ΚΠολΔ).

ΙΙ. Κατά τη διάταξη του άρθρου 518 παρ. 2 ΚΠολΔ (όπως ίσχυε πριν την αντικατάστασή του με το άρθρο 1 άρθρο τρίτο του Ν. 4335/2015 με έναρξη ισχύος την 1.1.2016), «Αν δεν επιδοθεί η απόφαση, η προθεσμία της έφεσης είναι τρία χρόνια, που αρχίζει από τη δημοσίευση της απόφασης και περατώνει τη δίκη». Η προθεσμία αυτή είναι καταχρηστική και η έναρξή της, σε αντίθεση με την παρ. 1 του ίδιου άρθρου, δεν συνδέεται με οποιαδήποτε πρωτοβουλία ή ενέργεια του διαδίκου, ενώ αυτή (προθεσμία) συμπληρώνεται με την πάροδο τριών ετών από τη δημοσίευση της απόφασης, εκτός αν προηγηθεί της τριετίας επίδοση της απόφασης, οπότε η τελεσιδικία θα επέλθει με την εκπνοή της προθεσμίας της παρ. 1 (ΑΠ 106/2006 ΕλλΔνη 2006.1666). Επίσης, γίνεται δεκτό ότι, ως προς τις δημοσιευόμενες πριν την έναρξη ισχύος του Ν. 4335/2015 αποφάσεις, που είχαν εκδοθεί αντιμωλία των διαδίκων και δεν είχαν επιδοθεί και καταστεί τελεσίδικες, εξακολουθεί να ισχύει η τριετής καταχρηστική προθεσμία προσβολής τους με έφεση (Ολ.ΑΠ 10/2018 ΧρΙΔ 2019.202 και δημ. στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, επί απλής ομοδικίας, αν η πρωτόδικη απόφαση είναι οριστική ως προς έναν ή περισσότερους ομοδίκους, μη οριστική δε ως προς τους λοιπούς, επιτρέπεται έφεση του ομοδίκου για τον οποίο η απόφαση είναι οριστική. Και τούτο γιατί από τις διατάξεις των άρθρων 74, 75 §§ 1 και 2, 76 και 517 εδ. β΄ ΚΠολΔ προκύπτει ότι, στην περίπτωση αυτή, η έναντι κάθε ομοδίκου διάγνωση έχει αυτοτέλεια και η ως προς αυτόν κρίση περατώνει έναντι αυτού τη δίκη. Έκτοτε, συνεπώς, η απόφαση είναι, ως προς αυτόν, εκκλητή και πριν ακόμη εκδοθεί οριστική απόφαση έναντι των λοιπών ομοδίκων (ΑΠ 747/2014 ΕφΑΔ 2015.78, ΑΠ 204/2013, ΑΠ 365/2010, ΑΠ 55/2008, ΑΠ 1236/2007 δημοσιευμένες στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, βλ. Α. Κρητικός, Αποζημίωση από αυτοκινητικά ατυχήματα, έκδ. 2008, παρ. 36, σελ. 898, αρ. 9). Περίπτωση απλής ομοδικίας (υποκειμενικής σώρευσης αγωγών) υπάρχει, μεταξύ άλλων, όταν ενάγουν ή ενάγονται περισσότεροι του ενός, ως εις ολόκληρον δικαιούχοι ή υπόχρεοι για αποζημίωση από αδικοπραξία ή εκ του νόμου, ενώνονται δε σε κοινή διαδικασία πλείονες έννομες σχέσεις δίκης, οι οποίες συνδέουν διάφορα υποκείμενα, χωρίς να επηρεάζεται η ανεξάρτητη δικονομική θέση καθενός από αυτούς έναντι των λοιπών, η δε εκδιδόμενη απόφαση, που είναι οριστική ως προς ορισμένους ομοδίκους, περατώνει τη δίκη ως προς αυτούς, καθίσταται δε οριστική αυτοτελώς και, συνεπώς, είναι κατά το μέρος αυτό προσβλητή με έφεση και πριν εκδοθεί απόφαση οριστική για τους λοιπούς διαδίκους (ΑΠ 747/2014 ό.π.). Τέλος κατά τη διάταξη του άρθρου 532 ΚΠολΔ, αν η έφεση δεν ασκήθηκε εμπρόθεσμα, το δικαστήριο την απορρίπτει ως απαράδεκτη και αυτεπαγγέλτως.

III. Με την από 28.5.2014 (με αριθμ. έκθ. κατάθ. ………../3.6.2014) αγωγή, ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου (Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς), ιστορείται ότι ο πρώτος εναγόμενος …….., οδηγώντας το υπ’ αριθ. κυκλοφορίας ……………ΙΧΦ αυτοκίνητο, ιδιοκτησίας της δεύτερης εναγόμενης εταιρίας με την επωνυμία «………….», το οποίο ήταν ασφαλισμένο για την έναντι τρίτων αστική ευθύνη του στην ασφαλιστική εταιρία με την επωνυμία «…………», στη θέση της οποίας, λόγω ανάκλησης της αδείας της, είχε ήδη υπεισέλθει το τρίτο εναγόμενο ΝΠΙΔ με την επωνυμία «ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ» (ήδη εκκαλούν-εφεσίβλητο), προκάλεσε από υπαιτιότητά του, κατά το αυτοκινητικό ατύχημα που έλαβε χώρα την 20.5.2013 στον Αγιο Ιωάννη Ρέντη υπό τις ιστορούμενες στην αγωγή συνθήκες, τον τραυματισμό του δεύτερου ενάγοντος…………… (ήδη δεύτερου εκκαλούντος-εφεσίβλητου), που οδηγούσε την υπ’ αριθ. κυκλοφορίας ……………δίκυκλη μοτοσικλέτα, ιδιοκτησίας του πρώτου ενάγοντος, . …………… (ήδη πρώτου εκκαλούντος), καθώς και τις αναφερόμενες υλικές ζημίες της εν λόγω μοτοσικλέτας. Με βάση το ιστορικό αυτό, οι ενάγοντες, αφού παραδεκτώς παραιτήθηκαν από το δικόγραφο της αγωγής τους ως προς τους προαναφερόμενους πρώτο και δεύτερη των εναγομένων και αφού παραδεκτώς, με δήλωση του πληρεξούσιου δικηγόρου τους καταχωρηθείσα στα πρακτικά συνεδρίασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, έτρεψαν το αγωγικό καταψηφιστικό αίτημά τους σε αναγνωριστικό (άρθρα 223, 295 παρ. 1 εδ. β΄ και 297 ΚΠολΔ), ζήτησαν να αναγνωρισθεί ότι το τρίτο εναγόμενο ΝΠΙΔ υποχρεούται (ως υπεισερχόμενο αυτοδικαίως στη θέση της ασφαλίζουσας το ζημιογόνο όχημα ασφαλιστικής εταιρίας), να καταβάλει: α) στον πρώτο αυτών το συνολικό ποσό των 2.000 ευρώ, ήτοι 1.000 ευρώ ως αποζημίωση για την ολική καταστροφή της μοτοσικλέτας του και 1.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της εξ αυτού ηθικής βλάβης του και β) στο δεύτερο αυτών το συνολικό ποσό των 410.467,53 ευρώ, ήτοι 10.467,53 ευρώ ως αποζημίωση (θετική ζημία και απώλεια εισοδήματος) για τη ζημία που υπέστη από το ατύχημα, 200.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της εξ αυτού ηθικής βλάβης του (επιφυλαχθείς για ποσό 30 ευρώ που πρόκειται να αξιώσει, για την ως άνω αιτία, στο αρμόδιο ποινικό Δικαστήριο) και 200.000 ευρώ ως ειδική αποζημίωση, κατ’ άρθρο 931 ΑΚ, λόγω της προξενηθείσης σ’ αυτόν αναπηρίας του δεξιού ισχίου του και τα ποσά αυτά με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, μετά από συζήτηση αντιμωλία των διαδίκων, εξέδωσε αρχικά την υπ’ αριθ. 1487/2015 εν μέρει οριστική απόφασή του, με την οποία, αφού κρίθηκε ότι αποκλειστικός υπαίτιος του ένδικου ατυχήματος είναι ο οδηγός του ΙΧΦ αυτοκινήτου, …………… , έγινε εν μέρει δεκτή η ως άνω αγωγή, ως ουσιαστικά βάσιμη, α) ως προς τον πρώτο ενάγοντα,……………, και αναγνωρίσθηκε ότι το εναγόμενο ΝΠΙΔ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ υποχρεούται να του καταβάλει το συνολικό ποσό των 585 ευρώ ως αποζημίωση για την καταστροφή της μοτοσικλέτας του και ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της εξ αυτού ηθικής βλάβης του με το νόμιμο τόκο (υπολογιζόμενο με επιτόκιο 6% ετησίως) από την επίδοση της αγωγής και β) ως προς το δεύτερο ενάγοντα,……………, για τις αγωγικές αξιώσεις του περί αποζημίωσης (εκτός από τα κονδύλια περί δαπάνης για αμοιβή ιατρού και για φυσικοθεραπείες και περί απώλειας εισοδήματος) και περί χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, αναγνωρίζοντας την υποχρέωση του εναγόμενου ΝΠΙΔ να καταβάλει σ’ αυτόν το συνολικό ποσό των 6.125 ευρώ για τις ως άνω αιτίες, με το νόμιμο τόκο (υπολογιζόμενο με επιτόκιο 6% ετησίως) από την επίδοση της αγωγής, ενώ ως προς τον ίδιο (δεύτερο) ενάγοντα αναβλήθηκε, κατά τα λοιπά, η έκδοση της οριστικής απόφασής του και διατάχθηκε η επανάληψη της συζήτησης της υπόθεσης στο ακροατήριο, προκειμένου: α) να διενεργηθεί ιατρική πραγματογνωμοσύνη από ιατρό ορθοπεδικό-χειρουργό σχετικά με τη φύση, την έκταση και τις συνέπειες του εκ του επίδικου ατυχήματος τραυματισμού του ως άνω ενάγοντος και β) να προσκομισθεί, με επιμέλεια του ιδίου ενάγοντος, βεβαίωση του ασφαλιστικού του φορέα για τις, λόγω του ατυχήματος, καταβληθείσες σ’ αυτόν ή δικαιούμενες απ’ αυτόν παροχές αναφορικά με τα προαναφερόμενα κονδύλια δαπανών σε ιατρό, φυσικοθεραπειών και απώλειας εισοδήματος. Στη συνέχεια, το ως άνω Δικαστήριο εξέδωσε την υπ’ αριθ. 4934/2018 οριστική απόφασή του (που προσβάλλεται και με τις δύο εφέσεις), με την οποία, αφού υιοθετήθηκαν οι παραδοχές της προηγηθείσας εν μέρει οριστικής απόφασης (1487/2015) ως προς την αποκλειστική υπαιτιότητα του οδηγού του ΙΧΦ αυτοκινήτου για το ένδικο ατύχημα, έγινε εν μέρει δεκτή η αγωγή, ως ουσιαστικά βάσιμη, ως προς το δεύτερο ενάγοντα,……………, και ως προς τις ανωτέρω αγωγικές αξιώσεις του, για τις οποίες είχε διαταχθεί η επανάληψη της συζήτησης, και συγκεκριμένα αναγνωρίσθηκε ότι το εναγόμενο ΝΠΙΔ υποχρεούται να του καταβάλει το συνολικό ποσό των 36.567,53 ευρώ, ήτοι α) 200 ευρώ για αμοιβή ιατρού, β) 1.367,53 ευρώ για απώλεια εισοδήματος και γ) 35.000 ως εύλογη αποζημίωση λόγω της προξενηθείσης σ’ αυτόν αναπηρίας (συγκεκριμένα λόγω παροδικής σωματικής ανικανότητάς του εξομοιούμενης με την πραγματική-σωματική αναπηρία) κατ’ άρθρο 931 ΑΚ, με το νόμιμο τόκο (με βάση το σύνηθες επιτόκιο υπερημερίας και όχι προς 6% ετησίως) από την επομένη της επίδοσης της αγωγής, ενώ απορρίφθηκε, ως ουσιαστικά αβάσιμο, το αιτούμενο απ’ αυτόν κονδύλιο για δαπάνη φυσικοθεραπειών. Κατά των δύο αυτών αποφάσεων (οριστικής και εν μέρει οριστικής) παραπονούνται ήδη τόσο οι ενάγοντες όσο και το τρίτο εναγόμενο ΝΠΙΔ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ, με τις υπό στοιχ. Α΄ και Β΄ εφέσεις τους αντίστοιχα, για τους διαλαμβανόμενους σ’ αυτές λόγους, που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και σε πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων, και ζητούν την εξαφάνισή τους, ώστε κατά μεν τους ενάγοντες να γίνει η ως άνω αγωγή τους δεκτή στο σύνολό της, κατά δε το εναγόμενο ΝΠΙΔ να απορριφθούν οι αγωγικές αξιώσεις περί δαπάνης για αμοιβή ιατρού και περί εύλογης αποζημίωσης λόγω αναπηρίας κατ’ άρθρο 931 ΑΚ.

Η υπό στοιχ. Α΄ έφεση κατά το μέρος που ασκείται από τον πρώτο ενάγοντα,…………… (τον οποίο αφορούν μόνο οι δεύτερος και τρίτος λόγοι αυτής), στρεφόμενη κατά της υπ` αριθ. 1487/2015 (οριστικής ως προς τον ενάγοντα αυτόν) απόφασης του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, η οποία δημοσιεύτηκε την 27.4.2015 (όπως αυτό προκύπτει από το αντίγραφο της απόφασης αυτής), είναι εκπροθέσμως ασκηθείσα και πρέπει, κατόπιν αυτεπάγγελτης έρευνας του Δικαστηρίου, να απορριφθεί, ως απαράδεκτη κατ’ άρθρο 532 ΚΠολΔ. Και τούτο γιατί η έφεση αυτή του πρώτου ενάγοντος ασκήθηκε (κατατέθηκε στην γραμματεία του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου) την 15.1.2019 με αριθ. έκθ. κατάθ. …………/15.1.2019 (βλ. την σχετική πράξη του αρμόδιου γραμματέα του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, κάτω από το δικόγραφο του αντιγράφου της εν λόγω έφεσης που βρίσκεται στη δικογραφία), με αποτέλεσμα μεταξύ της επόμενης ημέρας δημοσίευσης της ως άνω εκκαλούμενης απόφασης (27.4.2015) και της ημέρας άσκησης της έφεσης του πρώτου ενάγοντος (15.1.2019) να μεσολαβήσει χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τριών ετών, αφού η προθεσμία αυτή άρχισε την 28.4.2015 και έληξε την 30.4.2018 (εργάσιμη ημέρα Δευτέρα, επόμενη των εξαιρετέων Κυριακής 29.4.2018 και Σαββάτου, που κανονικά έληγε, 28.4.2018 – άρθρο 144 παρ. 1 ΚΠολΔ), ενώ η εκκαλούμενη υπ` αριθ. 1487/2015 απόφαση, ως προς τον πρώτο ενάγοντα, είναι οριστική λόγω της σχέσης απλής ομοδικίας που συνδέει τους δύο ενάγοντες και ως προς αυτόν η κρίση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου περάτωσε τη δίκη και, συνεπώς, ήταν εκκλητή από τη δημοσίευσή της, πριν εκδοθεί οριστική απόφαση ως προς το δεύτερο ενάγοντα, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στη νομική σκέψη στην παράγραφο ΙΙ της παρούσας. Εξάλλου, ο εκκαλών-πρώτος ενάγων δεν επικαλείται ανωτέρα βία ή άλλο λόγο που να δικαιολογεί την εκπρόθεσμη άσκηση της εν λόγω έφεσής του. Σημειώνεται, ότι για αποφάσεις που δημοσιεύθηκαν πριν την 1.1.2016, όπως συνέβη στην προκείμενη περίπτωση, εξακολουθεί και μετά την 1.1.2016 να ισχύει η τριετής προθεσμία για την άσκηση του ενδίκου μέσου της έφεσης, την οποία (προθεσμία) προέβλεπε η διάταξη του άρθρου 518 παρ. 2 ΚΠολΔ, πριν την αντικατάστασή της με το άρθρο πρώτο, άρθρο τρίτο του Ν. 4335/2015, κατά τα αναφερόμενα στην ίδια ως άνω νομική σκέψη. Περαιτέρω, τόσο η υπό στοιχ. Α΄ έφεση κατά το μέρος που ασκείται από το δεύτερο ενάγοντα,   ……………, όσο και η υπό στοιχ. Β΄ έφεση έχουν ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως, αφού από τα έγγραφα της δικογραφίας δεν προκύπτει επίδοση της εκκαλούμενης υπ’ αριθ. 4934/2018 απόφασης στους διαδίκους, ενώ από τη δημοσίευση της απόφασης αυτής (8.11.2018), που είναι οριστική ως προς το δεύτερο των εναγόντων (άρθρο 513 παρ. 1 β΄ ΚΠολΔ), δεν παρήλθε διετία μέχρι την άσκηση των εν λόγω εφέσεων (άρθρα 495 παρ. 1, 2, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ.1, 517 και 518 παρ. 2 του ΚΠολΔ, όπως ήδη ισχύει). Οι ως άνω εφέσεις παραδεκτώς εισάγονται προς εκδίκαση ενώπιον του παρόντος αρμοδίου Δικαστηρίου (άρθρα 19 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 4 παρ. 2 του Ν. 3994/2011), ενώ, όπως προκύπτει από τις σχετικές από 15.1.2019 και από 23.10.2019 αντίστοιχες βεβαιώσεις της Γραμματέως του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, έχει κατατεθεί αφενός μεν από τους εκκαλούντες των εφέσεων αυτών το ισχύον νόμιμο παράβολο των 100 ευρώ, κατ’ άρθρο 495 παρ. 3 ΚΠολΔ. Πρέπει, επομένως, οι ανωτέρω εφέσεις να γίνουν τυπικά δεκτές και να ερευνηθούν περαιτέρω, κατά την ίδια ως άνω ειδική διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων τους (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ), συνεκδικαζόμενες κατά τα προεκτεθέντα. Σημειώνεται, ότι, λόγω έλλειψης σχετικών λόγων έφεσης, δεν μεταβιβάζεται στο παρόν δευτεροβάθμιο δικαστήριο το κεφάλαιο της υπαιτιότητας, γιατί επί αγωγής αποζημίωσης από αδικοπραξία (άρθρα 914, 297, 298 ΑΚ), αν εκκαλούνται μόνον τα κεφάλαια της αποζημίωσης και της χρηματικής ικανοποίησης, μόνον αυτά μεταβιβάζονται στο Εφετείο, όχι δε και το κεφάλαιο της υπαιτιότητας, γιατί το τελευταίο δεν συνέχεται με τα εν λόγω κεφάλαια. Και τούτο για τον λόγο ότι στην περίπτωση αυτή μεταβιβάζονται στο Εφετείο μόνο τα ανωτέρω κεφάλαια από άποψη ποσοτικού προσδιορισμού τους, η επί των οποίων διάφορη κρίση του δευτεροβάθμιου δικαστηρί­ου δεν επιδρά επί εκείνου της υπαιτιότητας και, με την έννοια αυτή, δεν συνέχονται αναγκαστικώς μετ’ αυτού (ΟλΑΠ 10/2015 ΧρΙΔ 2015.574),

ΙV. Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 931 ΑΚ, «H αναπηρία ή η παραμόρφωση που προξενήθηκε στον παθόντα λαμβάνεται ιδιαίτερα υπόψη κατά την επιδίκαση της αποζημίωσης, αν επιδρά στο μέλλον του». Ως «αναπηρία» θεωρείται κάποια έλλειψη της σωματικής, νοητικής ή ψυχικής ακεραιότητας του προσώπου, ενώ ως «παραμόρφωση» νοείται κάθε ουσιώδη αλλοίωση της εξωτερικής εμφάνισης. Περαιτέρω, ως «μέλλον» νοείται η επαγγελματική, οικονομική και κοινωνική εξέλιξη του προσώπου. Για τη θεμελίωση της αυτοτελούς αυτής αξίωσης απαιτείται να συντρέξουν περιστατικά πέρα από εκείνα που απαιτούνται για τη θεμελίωση αξιώσεων με βάση τις διατάξεις των άρθρων 929 και 932 ΑΚ, τα οποία συνθέτουν την έννοια της αναπηρίας ή της παραμόρφωσης που επιδρά στο μέλλον του παθόντος, δηλαδή να συντρέξουν ιδιάζοντα περιστατικά, από τα οποία θα πρέπει να προκύπτουν οι ιδιαίτεροι λόγοι και τρόποι, εξαιτίας των οποίων επέρχονται δυσμενείς συνέπειες στην οικονομική πλευρά της μελλοντικής ζωής του. Προέχον και κρίσιμο είναι το γεγονός της αναπηρίας ή παραμόρφωσης, ως βλάβης του σώματος ή της υγείας του προσώπου, ως αυτοτελούς έννομου αγαθού, που απολαύει και συνταγματικής προστασίας (άρθρο 21 παρ. 3 και 6 του Συντάγματος). Πάντως, ερμηνευτικώς γίνεται δεκτό ότι η αναπηρία ή παραμόρφωση του παθόντος πρέπει να είναι μόνιμη και διαρκής και δεν αρκεί αυτή να είναι προσωρινή (ΑΠ 80/2018, ΑΠ 1751/2017 και ΑΠ 1094/2011 δημοσιευμένες στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), εκτός εάν η προσωρινή αναπηρία επηρεάζει το μέλλον του προσώπου κατά τρόπο καθοριστικό, όπως π.χ. όταν ο παθών προβάλει ότι στην προσωρινή αυτή διάρκεια της αναπηρίας έχασε μία προσφερόμενη ευνοϊκή ευκαιρία (βλ. Α. Κρητικός, ό.π., παρ. 17, αρ. 115, σελ. 290-291). Εξάλλου, το ποσό του επιδικαζόμενου, κατά την ΑΚ 931, ευλόγου χρηματικού ποσού εξευρίσκεται, κατ’ αρχήν, με βάση το είδος και τις συνέπειες της αναπηρίας ή παραμόρφωσης αφενός και την ηλικία και το βαθμό υπαιτιότητας του παθόντος αφετέρου. Τέλος, είναι πρόδηλο ότι η αξίωση από το άρθρο 931 ΑΚ είναι διαφορετική από εκείνες των άρθρων 929 και 932 του ίδιου Κώδικα για διαφυγόντα εισοδήματα του παθόντος που, κατ’ ανάγκη, συνδέεται με επίκληση και απόδειξη συγκεκριμένης περιουσιακής ζημίας, εξαιτίας της ανικανότητας του παθόντος προς εργασία και για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, αντίστοιχα. Είναι αυτονόητο ότι όλες οι παραπάνω αξιώσεις δύνανται να ασκηθούν είτε σωρευτικά, είτε μεμονωμένα, αφού πρόκειται για αυτοτελείς αξιώσεις και η θεμελίωση καθεμίας από αυτές δεν προϋποθέτει αναγκαίως την ύπαρξη μίας των λοιπών (ΑΠ 80/2018 ό.π.).

  1. V. Από την επανεκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα …………., που εξετάσθηκε με επιμέλεια του ενάγοντος στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου κατά τη δικάσιμο της 17.10.2014, η οποία (κατάθεση) περιέχεται στα υπ’ αριθ. 1487/2015 πρακτικά συνεδρίασης του ιδίου Δικαστηρίου (σημειώνεται ότι το εναγόμενο ΝΠΙΔ δεν πρότεινε μάρτυρα προς εξέταση), από την με χρονολογία 5.2.2018 (με χρόνο έκθεσης κατάθεσης την 27.2.2018) έκθεση ιατρικής πραγματογνωμοσύνης του ……………., χειρουργού ορθοπεδικού, που διορίσθηκε νομίμως πραγματογνώμονας με την υπ’ αριθ. 1487/2015 απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, η οποία (έκθεση) εκτιμάται ελεύθερα (άρθρο 387 ΚΠολΔ – βλ. ΑΠ 87/2013 δημ. στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), από την προσκομιζόμενη από το δεύτερο ενάγοντα από 9.12.2013 ιατρική έκθεση του …………… επικαλούνται και προσκομίζουν νομίμως είτε προς άμεση απόδειξη είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (σημειώνεται ότι η τυχόν αναφορά κατωτέρω ορισμένων από τα έγγραφα αυτά είναι απλώς ενδεικτική), μεταξύ των οποίων (εγγράφων) περιλαμβάνονται και αυτά της σχηματισθείσης σχετικής ποινικής δικογραφίας, τα οποία εκτιμώνται ελευθέρως στην προκειμένη δίκη ως δικαστικά τεκμήρια (βλ. ΕφΑθ 781/2009 Εφ.Αστ.Δικ. 2009.453), καθώς και η προσκομιζόμενη από τον εκκαλούντα-ενάγοντα από 30.12.2013 υπεύθυνη δήλωση της …………, καθόσον, όπως προκύπτει από το περιεχόμενό της, αυτή συντάχθηκε όχι για να χρησιμοποιηθεί στην συγκεκριμένη δίκη αλλά για να κατατεθεί στην αρμόδια υπηρεσία του εναγόμενου ΝΠΙΔ πριν από την άσκηση της ως άνω αγωγής (ΑΠ 297/2019, ΑΠ 6/2019 και ΑΠ 1004/2015 δημοσιευμένες στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), σε συνδυασμό και με τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Την 20.5.2013 και περί ώρα 20.50 έλαβε χώρα τροχαίο ατύχημα στο Άγιο Ιωάννη Ρέντη και συγκεκριμένα στην συμβολή των οδών …………, το οποίο οφείλεται σε αποκλειστική υπαιτιότητα του …………, οδηγού του υπ’ αριθ. κυκλοφορίας ……………ΙΧΦ αυτοκινήτου, το οποίο ήταν ασφαλισμένο για την έναντι τρίτων αστική ευθύνη του στην ασφαλιστική εταιρία με την επωνυμία «………..», στη θέση της οποίας, λόγω ανάκλησης της αδείας της, υπεισήλθε το τρίτο εναγόμενο ΝΠΙΔ με την επωνυμία «ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ» (ήδη εκκαλούν-εφεσίβλητο). Ειδικότερα, ο προαναφερόμενος οδηγός του ΙΧΦ αυτοκινήτου, παραβιάζοντας τον ερυθρό φωτεινό σηματοδότη που υπήρχε στην πορεία του, επέπεσε με σφοδρότητα με το εμπρόσθιο μέρος του οχήματός του στο δεξιό τμήμα της κανονικώς κινούμενης υπ’ αριθ. κυκλοφορίας ……………δίκυκλης μοτοσικλέτας, που οδηγούσε ο δεύτερος ενάγων …………… (ήδη εκκαλών-εφεσίβλητος), με αποτέλεσμα τον τραυματισμό του τελευταίου. Όλα τα ανωτέρα περιστατικά έγιναν δεκτά από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλούμενη απόφαση, η οποία δεν πλήττεται κατά το περί υπαιτιότητας κεφάλαιό της με λόγο έφεσης, με συνέπεια, όπως προαναφέρθηκε, το κεφάλαιο αυτό να μην μεταβιβάζεται στο παρόν δευτεροβάθμιο Δικαστήριο. Περαιτέρω, από τα προαναφερόμενα αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε ότι ο δεύτερος ενάγων (ηλικίας τότε 30 ετών, ως γεννηθείς το έτος 1983), συνεπεία του τραυματισμού του στο ένδικο ατύχημα την 20.5.2013, διακομίσθηκε αμέσως με ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ στο Ναυτικό Νοσοκομείο Αθηνών, όπου διαπιστώθηκε ότι υπέστη «εγκαύματα τριβής ράχεως, κάταγμα εγκαρσίων αποφύσεων 01-02, κάταγμα ηβοϊσχιακού κλάδου ΔΕ, κάταγμα άνωθεν κοτύλης ΔΕ και θλάση θωρακικού τοιχώματος», τα οποία και αντιμετωπίσθηκαν συντηρητικά κατά το χρονικό διάστημα της νοσηλείας του στο Νοσοκομείο αυτό, ήτοι από 21.5.2013 έως 31.5.2013, οπότε και εξήλθε σε καλή γενικά κατάσταση, λαμβάνοντας οδηγίες και αναρρωτική άδεια 45 ημερών (βλ. το φύλλο νοσηλείας και την από 31.5.2013 σύνοψη νοσηλείας του ως άνω Νοσοκομείου). Μετά την έξοδό του από το Νοσοκομείο και για το ανωτέρω διάστημα των 45 ημερών, αυτός παρέμεινε κλινήρης, ενώ, στη συνέχεια, η αναρρωτική άδειά του παρατάθηκε με αποτέλεσμα να λάβει συνολική αναρρωτική άδεια 145 ημερών, ήτοι μέχρι 31.10.2013. Κατά το χρονικό αυτό διάστημα της αναρρωτικής άδειάς του επανεξετάσθηκε στα εξωτερικά ιατρεία του ανωτέρω Νοσοκομείου: α) την 26.7.2013, οπότε και διαπιστώθηκε ότι «Παρουσιάζει ικανοποιητική πορεία αποθεραπείας. Ακτινολογικώς πωρωθέντα κατάγματα. Κλινικώς μυϊκή αδυναμία σε διαδικασία ενδυνάμωσης. Βαδίζει με βακτηρίες μασχάλης. Εξέρχεται με οδηγίες και πρόταση λήψης 30 ημερών αναρρωτικής αδείας» και β) την 15.10.2013, οπότε και διαπιστώθηκε ότι «Κατά την σημερινή εξέταση παρουσιάζει ήπιες λειτουργικές διαταραχές κατά τη βάδιση. Εξέρχεται με οδηγίες και πρόταση λήψης 15 ημερών αναρρωτικής αδείας» (βλ. τις αντίστοιχες από 26.7.2013 και από 15.10.2013 συνόψεις νοσηλείας). Από το Νοέμβριο 2013, ο ενάγων επανήλθε στην Υπηρεσία του στο Πολεμικό Ναυτικό (σε θέση ξηράς), αφού ήταν επαγγελματίας οπλίτης (ΕΠ.ΟΠ) Δίοπος του Πολεμικού Ναυτικού και έκτοτε δεν έγινε άλλος απεικονιστικός έλεγχος στην τραυματισμένη περιοχή. Την 25.11.2013 αυτός επισκέφθηκε τον ιατρό …………., ορθοπεδικό χειρουργό, με σκοπό την σύνταξη από τον τελευταίο ιατρικής έκθεσης σχετικά με το είδος του τραυματισμού του, τα στάδια αποθεραπείας του και την υπάρχουσα ή μη, μόνιμη ή παροδική, υπολειμματική αναπηρία του, όπως ο σκοπός αυτός αναγράφεται στην συνταχθείσα από τον ως άνω ιατρό από 9.12.2013 ιατρική έκθεσή του. Στην έκθεσή του αυτή (συνταχθείσα σε χρόνο που είναι εγγύς στον χρόνο του ατυχήματος) ο προαναφερόμενος ιατρός, αφού αναφέρει, μεταξύ άλλων, ότι, όπως διαπίστωσε κατά την κλινική εξέταση, «ο …………… (ενάγων) βαδίζει με ελαφρά χωλότητα (ΔΕ)» και «η λειτουργικότητα του (ΔΕ) ισχίου είναι περιορισμένη με μειωμένη κάμψη -20ο, έκταση -10ο, απαγωγή -15ο και προσαγωγή -15ο σε σχέση με το υγιές (ΑΡ) ισχίο», καταλήγει στο συμπέρασμα ότι αυτός, συνεπεία του τραυματισμού του κατά το ατύχημα της 20.5.2013, «κατέστη πρόσκαιρα ολικά ανίκανος για εργασία και αυτοεξυπηρέτηση επί δίμηνο, έχοντας ανάγκη της συνεχούς παρουσίας τρίτου προσώπου. Από τον Αύγουστο του 2013 έως και τον Οκτώβριο 2013 ήταν ανίκανος για εργασία και είχε ανάγκη περιοδικής βοήθειας για την φροντίδα του εαυτού του. Από τον Νοέμβριο του 2013, οπότε και ανέλαβε εργασία ξηράς, είναι μεν ικανός για την ειδικότητά του, εμφανίζοντας μόνιμο ποσοστό υπολειμματικής αναπηρίας 10%, οφειλόμενο στην χρόνια μετατραυματική οσφυαλγία και στην επώδυνη δυσλειτουργία του (ΔΕ) ισχίου». Περαιτέρω, ο ως άνω ενάγων, συνεπεία του είδους του τραυματισμού του στο ένδικο ατύχημα (κάταγμα εγκαρσίων αποφύσεων 01-02, κάταγμα ηβοϊσχιακού κλάδου ΔΕ και κάταγμα άνωθεν κοτύλης ΔΕ), ήταν αναγκαίο, κατόπιν σύστασης των θεραπόντων ιατρών του (όπως συνήθως συμβαίνει στις περιπτώσεις καταγμάτων οστών), να λαμβάνει βελτιωμένη διατροφή, ήτοι διατροφή πλούσια σε βιταμίνες, πρωτεΐνες και ασβέστιο, όπως κρέας, γαλακτοκομικά, ψάρια, λαχανικά κλπ (ΕφΠειρ 495/2008 ΕΣυγκΔ 2008.573, βλ. και σε Α. Κρητικός, ό.π., παρ. 17, αρ. 10, σελ. 256, περί της ανάγκης λήψης βελτιωμένης διατροφής επί καταγμάτων) για χρονικό διάστημα δύο μηνών μετά την έξοδό του (την 31.5.2013) από το ως άνω Νοσοκομείο. Έτσι, αυτός κατά το χρονικό διάστημα από 1.6.2013 έως και 31.7.2013 που ήταν κλινήρης στην οικία του, ήτοι για 60 ημέρες, δαπάνησε, για το σκοπό αυτό, το ποσό των 600 ευρώ (ήτοι 60 ημέρες Χ 10 ευρώ ημερησίως) επιπλέον των όσων θα ξόδευε για τη συνήθη διατροφή του. Πρέπει δε να αναφερθεί ότι η χορήγηση της βελτιωμένης διατροφής στον ενάγοντα δικαιολογείται πειστικά και κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ) από την ανάγκη για την ταχύτερη και αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση των ως άνω καταγμάτων του. Συνεπώς, αυτός δικαιούται το ανωτέρω ποσό των 600 ευρώ, απορριπτόμενου του σχετικού αγωγικού κονδυλίου, κατά το επιπλέον, ως ουσιαστικά αβασίμου. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, επομένως, το οποίο, με την (υπ’ αριθ. 1487/2015) εκκαλούμενη απόφασή του, απέρριψε στο σύνολό του, ως ουσιαστικά αβάσιμο, το κονδύλιο των 1.200 ευρώ που ζητήθηκε από τον ως άνω ενάγοντα ως δαπάνη για λήψη βελτιωμένης διατροφής, έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, γενομένου εν μέρει δεκτού, ως ουσιαστικά βάσιμου, του σχετικού (τέταρτου) λόγου της υπό στοιχ. Α΄ έφεσης του δεύτερου ενάγοντος. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο ως άνω ενάγων, συνεπεία του είδους και της βαρύτητας του τραυματισμού του, για το χρονικό διάστημα από 1.6.2013 μέχρι 31.7.2013, ήτοι για 60 ημέρες, βρισκόταν σε αδυναμία να αυτοεξυπηρετηθεί (όπως αυτό προκύπτει και από την προαναφερόμενη από 9.12.2013 ιατρική έκθεση του ………….) και είχε ανάγκη πρόσληψης οικιακής βοηθού για την καθημερινή εξυπηρέτηση και φροντίδα του και, για το λόγο αυτό, προσέλαβε την …………., ως οικιακή βοηθό, προκειμένου να τον φροντίζει, αντί αμοιβής 40 ευρώ ημερησίως και με ωράριο 07.00 έως 15.00 (βλ. και την κατάθεση του μάρτυρα του ενάγοντος στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο). Έτσι, η οφειλόμενη για την αιτία αυτή αποζημίωση ανέρχεται στο συνολικό  ποσό των 400 ευρώ (ήτοι 60 ημέρες Χ 40 ευρώ ημερησίως), απορριπτομένου του σχετικού αγωγικού κονδυλίου, κατά το επιπλέον, ως ουσιαστικά αβασίμου, αφού μετά το χρονικό αυτό διάστημα των δύο μηνών, δηλαδή μετά την 31.7.2013, ο ενάγων, όπως αποδείχθηκε, δεν ήταν ανίκανος για αυτοεξυπηρέτηση. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, επομένως, το οποίο επιδίκασε, με την (υπ’ αριθ. 1487/2015) εκκαλούμενη απόφασή του, μικρότερο ποσό και δη αυτό των 1.800 ευρώ (ήτοι 45 ημέρες Χ 40 ευρώ ημερησίως) για την ως άνω αιτία, έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, γενομένου εν μέρει δεκτού, ως ουσιαστικά βάσιμου, του σχετικού (πέμπτου) λόγου της υπό στοιχ. Α΄ έφεσης του ενάγοντος. Περαιτέρω, ο δεύτερος ενάγων, με την ως άνω αγωγή του, ζήτησε να του επιδικασθεί και το ποσό των 200 ευρώ, που κατέβαλε στον ιατρό ………., ορθοπεδικό-χειρουργό με την υπ’ αριθ. …./2013 απόδειξη παροχής υπηρεσιών, για την σύνταξη από τον τελευταίο της προσκομιζόμενης ιατρικής έκθεσης σχετικά με τον τραυματισμό του (είδος αυτού, στάδια αποθεραπείας και τυχόν υπολειμματική αναπηρία) κατά το επίδικο ατύχημα. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με την (υπ’ αριθ. 4934/2018) εκκαλούμενη απόφαση, δέχθηκε, ως ουσιαστικά βάσιμη, την ανωτέρω αξίωση. Κατά της διάταξης αυτής της πρωτόδικης απόφασης παραπονείται το εκκαλούν ΝΠΙΔ «ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ» με τον πρώτο λόγο της υπό στοιχ. Β΄ έφεσής του. Η ως άνω ένδικη αξίωση του ενάγοντος είναι μη νόμιμη, αφού δεν συνιστά ζημία αποκαταστατέα κατά τα άρθρα 914, 929, 298 ΑΚ. Και τούτο γιατί η δαπάνη του τραυματισθέντος σε τροχαίο ατύχημα προς σύνταξη ιδιωτικής (ιατρικής) πραγματογνωμοσύνης ή ιατρικής γνωμάτευσης, δεν είναι ζημία αποκαταστατέα κατά τα ανωτέρω άρθρα 914, 929, 298 ΑΚ, αλλά συνιστά εξώδικη δαπάνη προς απόκτηση αποδεικτικού μέσου, η οποία (δαπάνη) αποκαθίσταται μόνο στο πλαίσιο του καθορισμού των δικαστικών εξόδων κατά τη διάταξη του άρθρου 189 ΚΠολΔ, εάν ήταν αναγκαία και δεν διενεργήθηκε από υπερβολική πρόνοια (ΑΠ 1450/2009 ΧρΙΔ 2010.341, ΕφΑθ 303/2019, ΕφΘεσ 1738/2018, ΕφΠειρ 530/2015 δημοσιευμένες στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Συνεπώς, στην προκείμενη περίπτωση, η ανωτέρω εξώδικη δαπάνη του ενάγοντος, που έγινε, κατά τα εκτιθέμενα στην αγωγή όπως το περιεχόμενο αυτής εκτιμάται από το Δικαστήριο, προς απόκτηση αναγκαίου αποδεικτικού μέσου, ήτοι ιατρικής γνωμάτευσης για το είδος και τις συνέπειες του τραυματισμού του, αποκαθίσταται μόνο στο πλαίσιο του καθορισμού των δικαστικών εξόδων, κατά τη διάταξη του άρθρου 189 παρ. 1 ΚΠολΔ και θα ληφθεί κατωτέρω υπόψη κατά τον προσδιορισμό των δικαστικών του ενάγοντος-εκκαλούντος. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, επομένως, το οποίο, με την ως άνω εκκαλούμενη απόφασή του, δέχθηκε, ως ουσιαστικά βάσιμο, το κονδύλιο των 200 ευρώ που ζητήθηκε από τον ως άνω ενάγοντα ως δαπάνη για την αμοιβή του ιατρού ……….. για την σύνταξη της ιατρικής γνωμάτευσής του, έσφαλε ως προς την εφαρμογή του νόμου, δεκτού γενομένου, ως ουσιαστικά βάσιμου, του σχετικού (πρώτου) λόγου της υπό στοιχ. Β΄ έφεσης του εναγόμενου ΝΠΙΔ. Εκτός, όμως, από την αποζημίωση, ο δεύτερος ενάγων, . ……………., δικαιούται να λάβει, ως χρηματική ικανοποίηση για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστη από τον τραυματισμό του στο ένδικο ατύχημα εξαιτίας του πόνου και θλίψης που ένοιωσε, το ποσό των 12.000 ευρώ, το οποίο κρίνεται εύλογο και δίκαιο (άρθρο 932 ΑΚ) καθώς και  σύμφωνο με την αρχή της αναλογικότητας (ΟλΑΠ 9/2015 ΧρΙΔ 2015.575, ΑΠ 622/2017 δημ. στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), λαμβανομένων υπόψη των συνθηκών υπό τις οποίες αυτό (ατύχημα) συνέβη, της υπαιτιότητας (αποκλειστικής) του οδηγού του ζημιογόνου ΙΧΦ αυτοκινήτου (. ……………), του είδους, της φύσης και της έκτασης της σωματικής βλάβης του παθόντος ενάγοντος, των συνεπειών της βλάβης αυτής στην υγεία του, του χρόνου νοσηλείας του σε νοσοκομείο (ήτοι 10 ημέρες), του χρόνου αποθεραπείας του (ήτοι αυτός για συνολικά 45 ημέρες ήταν κλινήρης στην οικία του, για συνολικά δύο μήνες ήταν ανίκανος να αυτοεξυπηρετηθεί και για συνολικά 4 μήνες ήταν ανίκανος να εργασθεί και βρισκόταν σε αναρρωτική άδεια), της προαναφερθείσας ηλικίας του (30 ετών) κατά τον χρόνο του ατυχήματος, καθώς και της κοινωνικής θέσης και οικονομικής κατάστασης του, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η περιουσιακή κατάσταση του εναγόμενου ΝΠΙΔ «ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ» του οποίου η ευθύνη είναι εγγυητική. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο επιδίκασε, με την (υπ’ αριθ. 1487/2015) εκκαλούμενη απόφασή του, μικρότερο ποσό και δη αυτό των 5.000 ευρώ για την ως άνω αιτία, έσφαλε ως προς την εφαρμογή του νόμου και ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, γενομένου εν μέρει δεκτού, ως ουσιαστικά βάσιμου, του σχετικού (έκτου) λόγου της υπό στοιχ. Α΄ έφεσης του ενάγοντος.

Περαιτέρω, αναφορικά με την ένδικη αξίωση της εκ του άρθρου 931 ΑΚ αποζημίωσης λόγω αναπηρίας, πρέπει να αναφερθούν τα εξής: Ο δεύτερος ενάγων, με την αγωγή του, επικαλούμενος ότι το εκ του ανωτέρω ατυχήματος τραύμα του δεξιού ισχίου του προκάλεσε σ’ αυτόν δια βίου μόνιμη υπολειμματική αναπηρία κατά ποσοστό 10%, η οποία (αναπηρία) επηρεάζει το επαγγελματικό, οικονομικό και κοινωνικό μέλλον του, ζήτησε το ποσό των 200.000 ευρώ ως αποζημίωση εκ του άρθρου 931 ΑΚ. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με την εκκαλούμενη υπ’ αριθ. 4934/2018 απόφασή του, επιδίκασε υπέρ αυτού το ποσό των 35.000 ευρώ για την ως άνω αιτία, κατά μερική παραδοχή του σχετικού αγωγικού αιτήματος, με την αιτιολογία ότι ναι μεν ο δεύτερος ενάγων δεν υπέστη εκ του ατυχήματος αναπηρία, αλλά υπέστη πρόσκαιρη σωματική ανικανότητα (συνιστάμενη σε ιατρικά προβλήματα που αντιμετώπισε στην περιοχή της αυχενικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης-Α.Μ.Σ.Σ και που τον οδήγησαν σε χειρουργική επέμβαση στην περιοχή αυτή τον Μάιο του έτους 2015), που εξομοιώνεται με πραγματική σωματική αναπηρία, που επηρέασε το οικονομικό, επαγγελματικό και κοινωνικό μέλλον του, αφού απώλεσε την μόνιμη θέση εργασίας του στο Πολεμικό Ναυτικό. Κατά της διάταξης αυτής παραπονείται το εναγόμενο Επικουρικό Κεφάλαιο με το δεύτερο λόγο της υπό στοιχ. Β΄ έφεσής του. Ειδικότερα, ο δεύτερος ενάγων, από τον τραυματισμό του κατά το επίδικο ατύχημα, υπέστη, όπως προαναφέρθηκε, ««εγκαύματα τριβής ράχεως, κάταγμα εγκαρσίων αποφύσεων 01-02, κάταγμα ηβοϊσχιακού κλάδου ΔΕ, κάταγμα άνωθεν κοτύλης ΔΕ και θλάση θωρακικού τοιχώματος», τα οποία και αντιμετωπίσθηκαν συντηρητικά κατά το χρονικό διάστημα της νοσηλείας του στο Ναυτικό Νοσοκομείο Αθηνών, ήτοι από 21.5.2013 έως 31.5.2013, οπότε και εξήλθε σε καλή γενικά κατάσταση, λαμβάνοντας αναρρωτική άδεια (βλ. το φύλλο νοσηλείας και την από 31.5.2013 σύνοψη νοσηλείας του ως άνω Νοσοκομείου). Στο σημείο αυτό πρέπει να αναφερθεί ότι ο ως άνω ενάγων, κατά τον χρόνο του επίδικου ατυχήματος (21.5.2013), ήταν 30 ετών και υπηρετούσε στο Πολεμικό Ναυτικό, ως επαγγελματίας οπλίτης (ΕΠ.ΟΠ) στην αρχική επταετή θητεία του, με το βαθμό του Διόπου. Σημειώνεται, ότι, κατ’ άρθρο 5 παρ. 1 του Ν. 2936/2001 περί επαγγελματιών οπλιτών, «Οι Επαγγελματίες Οπλίτες αναλαμβάνουν υποχρέωση επταετούς παραμονής στις `Ένοπλες Δυνάμεις, εκτός αν γίνει δεκτή η παραίτησή τους πριν συμπληρωθεί η επταετία. Μετά τη συμπλήρωση της επταετούς υπηρεσίας μπορούν να μονιμοποιηθούν, ύστερα από αίτησή τους, με το βαθμό που φέρουν, εφόσον: α. Επιτύχουν σε γραπτές εξετάσεις δοκιμασίας και β. Κριθούν για μονιμοποίηση από τα αρμόδια γι` αυτούς Συμβούλια Κρίσεων των οικείων Γενικών Επιτελείων των Ενόπλων Δυνάμεων, τα οποία λαμβάνουν υπόψη τους ατομικούς τους φακέλους.», ενώ κατ’ άρθρο 13 παρ. 4 στοιχ. ε΄ του ιδίου ως άνω νόμου, «Οι Επαγγελματίες Οπλίτες απολύονται», μεταξύ άλλων, και «Αν λάβουν αναρρωτική άδεια παραπάνω από δώδεκα μήνες ή νοσηλευθούν για το ίδιο χρονικό διάστημα εντός μιας πενταετίας ή εφόσον εντός πενταετίας η αναρρωτική άδεια και νοσηλεία τους σωρευτικώς συμπληρώνουν το παραπάνω διάστημα των δώδεκα μηνών.». Περαιτέρω, με βάση την προσκομιζόμενη με επίκληση από τους διαδίκους από 5.2.2015 «έκθεση ιατρικής πραγματογνωμοσύνης» του ιατρού …………, χειρουργού ορθοπεδικού, ο οποίος, όπως προαναφέρθηκε, διορίσθηκε ως πραγματογνώμονας με την υπ’ αριθ. 1487/2015 εν μέρει οριστική απόφαση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, διαπιστώθηκαν από τον ως άνω ιατρό-πραγματογνώμονα, αφού αυτός εξέτασε των ως άνω ενάγοντα δύο φορές, ήτοι στις 9.11.2016 και 8.1.2018, και αφού έλαβε υπόψη και τα αναφερόμενα στην έκθεσή του ιατρικά έγγραφα και πιστοποιητικά που τον αφορούν και ανάγονται σε χρόνο πριν και μετά το επίδικο ατύχημα, τα εξής: «Διαπιστώνεται ότι ο ενάγων ……………  υπέστη στις 20.5.2013, κατά το ένδικο τροχαίο ατύχημα: κάταγμα εγκαρσίων αποφύσεων 01-02, κάταγμα ηβοϊσχιακού κλάδου ΔΕ, κάταγμα άνωθεν κοτύλης ΔΕ, θλάση θωρακικού τοιχώματος, εγκαύματα τριβής ράχης τα οποία και αντιμετωπίσθηκαν συντηρητικά στο Ναυτικό Νοσοκοµείο Αθηνών κατά το διάστημα της νοσηλείας του από 21.5.2013 έως 31.5.2013. Μετά την έξοδό του από το νοσοκομείο παρέμεινε αυστηρά κλινήρης για χρονικό διάστημα έξι εβδομάδων και έλαβε συνολική αναρρωτική άδεια 145 ημερών ήτοι μέχρι 31.10.2013. Αποδείχθηκε ταυτόχρονα ότι ο παθών, προ του ένδικου συμβάντος, είχε υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση της αυχενικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης (Νευροχειρουργική Κλινική Ναυτικού Νοσοκομείου Αθηνών στο οποίο και νοσηλεύθηκε από 17.12.2012 έως 20.12.2012: πρόσθια αυχενική σπονδυλοδεσία Α4-Α6 µε κλωβούς ΡΕΕΚ μετά οστικού μοσχεύματος και πλάκα τιτανίου), λόγω κήλης μεσοσπονδυλίου δίσκου Α4-5 και Α5-6. Επανήλθε σε Υπηρεσία Ξηράς στις 30.4.2013, δηλαδή είκοσι μέρες πριν το επίδικο τροχαίο ατύχημα. Δέκα επτά μήνες μετά το τέλος της αναρρωτικής άδειας από το ατύχημα (ήτοι στις 20.3.2015) του χορηγήθηκαν συνεχόμενες 70 ημέρες αναρρωτικής άδειας μέχρι την έκτακτη εισαγωγή του στο ίδιο Νοσοκομείο στις 19.5.2015 (Νευροχειρουργική κλινική, 19.5.2015-21.5.2015: δισκεκτοµή Α5-Α6 ΑΡ, σποvδυλοδεσία Α6-Α7 µε κλωβό και οστικό μόσχευµα), λόγω κήλης μεσοσπονδυλίου δίσκου Α6-Α7, επί εδάφους σπονδυλοδεσίας Α4-Α6. Μετεγχειρητικά έλαβε 75 ημέρες αναρρωτική άδεια και επανήλθε σε Υπηρεσία ξηράς για ένα χρόνο, στις 15.9.2015. Κατά την κλινική του εξέταση ο ενάγων παρουσίαζε ευχερή βάδιση, εφικτή επί πτερνών και δακτύλων, φυσιολογική κίνηση αυχένα, ήπια επώδυνη στις ακραίες θέσεις κίνησης, ανώδυνη κίνηση οσφύος, χωρίς σημεία ευαισθησίας στις ακανθώδεις αποφύσεις και παρασπονδυλικά, ήπια ευαισθησία ηβικής σύμφυσης, ανώδυνη πλήρη κίνηση ισχίων, μυϊκή ισχύ μυών άνω και κάτω άκρων φυσιολογική (5/5), ισότιμη έκλυση τενοντίων αντανακλαστικών σε άνω και κάτω άκρα, δεν παρουσίαζε αισθητικές διαταραχές στα άνω και κάτω άκρα.». Επίσης, στον ακτινολογικό έλεγχο α) της αυχενικής μοίρας σπονδυλικής στήλης, διαπιστώθηκε η σπονδυλοδεσία με υλικά Α4-Α6 και β) της οσφυϊκής μοίρας της σπονδυλικής στήλης, διαπιστώθηκε ήπια στένωση των 04-05 και 05-Ι1 μεσοσπονδυλίων διαστημάτων. Ακολούθως, ο ως άνω πραγματογνώμονας αναφέρεται, με την έκθεσή του, στην χειρουργική επέμβαση στην οποία είχε υποβληθεί ο ενάγων, λίγους μήνες προ του επίδικου ατυχήματος, στην αυχενική μοίρα της σπονδυλικής στήλης στην Νευροχειρουργική Κλινική του Ναυτικού Νοσοκομείου Αθηνών (όπου νοσηλεύθηκε από 17.12.2012 έως 20.12.2012) καθώς, επίσης, και στην εκ νέου χειρουργική επέμβαση, στην οποία υπεβλήθη στην ίδια περιοχή (ΑΜΣΣ), δύο έτη μετά το ατύχημα, στην ίδια Νευροχειρουργική Κλινική του ίδιου ως άνω Νοσοκομείου (όπου νοσηλεύθηκε από 19.5.2015 έως 21.5.2015), αποφαινόμενος ότι η νέα αυτή επέμβαση στον αυχένα δεν συνδέεται αιτιωδώς µε το επίδικο ατύχημα, αφενός γιατί ο ενάγων σ’ αυτό δεν τραυματίσθηκε στην χειρουργημένη περιοχή του αυχένα και αφετέρου γιατί από τον χρόνο του ατυχήματος (20.5.2013) έως και την εκ νέου επέμβαση στην περιοχή της ΑΜΣΣ (19.5.2015), μεσολάβησε χρονικό διάστημα δύο ετών, δηλαδή χρονικό διάστημα μεγάλο, που υποδηλώνει ότι η επανεπέµβαση δεν σχετίζεται άμεσα µε το ένδικο ατύχημα. Απαντώντας δε ο ως άνω πραγματογνώμονας στα ερωτήματα που του τέθηκαν από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ο δεύτερος ενάγων: α) από το επίδικο ατύχημα, δεν κατέστη μόνιμα ανάπηρος, αφού αποκαταστάθηκε πλήρως μετά τον τραυματισμό του σ’ αυτό και β) παρουσίασε πρόσκαιρη μερική ανικανότητα, λαμβάνοντας συνολική αναρρωτική άδεια 145 ημερών ήτοι μέχρι 30-10-2013, όταν και επανήλθε στην υπηρεσία του, χωρίς ιδιαίτερο πρόβλημα από την παθολογία του ατυχήματος. Με βάση τις ανωτέρω διαπιστώσεις του διορισθέντος από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο πραγματογνώμονα, δεν αποδείχθηκε ότι ο δεύτερος ενάγων, …………… ., από τον τραυματισμό του κατά το επίδικο ατύχημα, υπέστη μόνιμη αναπηρία (σημειώνεται ότι, στην προκείμενη περίπτωση, δεν τίθεται καν ζήτημα παραμόρφωσής του, αφού ούτε και ο ίδιος το επικαλείται), όπως η έννοια αυτής αναπτύχθηκε στη νομική σκέψη στην παράγραφο ΙV της παρούσας, δηλαδή οιαδήποτε μόνιμη έλλειψη της σωματικής ακεραιότητάς του. Σημειώνεται, ότι για να τύχει εφαρμογής η επικαλούμενη από τον ενάγοντα διάταξη του άρθρου 931 ΑΚ, πρέπει, κατ’ αρχήν, η αναπηρία του παθόντος να είναι μόνιμη και διαρκής, κατά τα εκτιθέμενα στην ίδια ως άνω νομική σκέψη, προϋπόθεση, όμως, που δεν συντρέχει στην προκείμενη περίπτωση. Ειδικότερα, ο δεύτερος ενάγων, με την από 28.5.2014 αγωγή του, επικαλείται ότι το εκ του ατυχήματος τραύμα του δεξιού ισχίου του προκάλεσε σ’ αυτόν δια βίου μόνιμη υπολειμματική αναπηρία κατά ποσοστό 10% και προς ενίσχυση του ισχυρισμού του, προσκομίζει την από 9.12.2013 ιατρική έκθεση του ορθοπεδικού-χειρουργού …………, σύμφωνα με την οποία αυτός (ενάγων), μετά το ατύχημα, εμφανίζει μόνιμο ποσοστό υπολειμματικής αναπηρίας 10% οφειλόμενο στην επώδυνη δυσλειτουργία του δεξιού ισχίου του, του οποίου η λειτουργικότητα είναι περιορισμένη καθώς και σε χρόνια μετατραυματική οσφυαλγία. Όμως, στην από 5.2.2018 έκθεση πραγματογνωμοσύνης, ο πραγματογνώμονας Α. Μακρής αναφέρει ότι, όπως διαπίστωσε από την κλινική εξέταση που διενήργησε στον ενάγοντα, ο τελευταίος παρουσιάζει ευχερή βάδιση και μάλιστα εφικτή επί πτερνών και δακτύλων, ανώδυνη κίνηση οσφύος χωρίς σημεία ευαισθησίας στις ακανθώδεις αποφύσεις και παρασπονδυλικά, ανώδυνη πλήρη κίνηση ισχίων, μυϊκή ισχύ μυών κάτω άκρων φυσιολογική (5/5), ισότιμη έκλυση τενοντίων αντανακλαστικών σε κάτω άκρα και δεν παρουσιάζει αισθητικές διαταραχές στα κάτω άκρα. Συνεπώς, αποδείχθηκε ότι η εκ του ατυχήματος δυσλειτουργία του δεξιού ισχίου του ενάγοντος ήταν πρόσκαιρη και αποκαταστάθηκε πλήρως και όχι μόνιμη, όπως ο τελευταίος αβασίμως ισχυρίσθηκε με την αγωγή του. Εξάλλου, ο ενάγων ουδόλως επικαλείται με την ως άνω αγωγή του, ότι, από τον τραυματισμό του στο επίδικο ατύχημα, επήλθαν δυσμενείς συνέπειες άμεσα ή έμμεσα στη περιοχή της αυχενικής μοίρας της σπονδυλικής του στήλης, στην οποία (περιοχή) είχε πράγματι εγχειρισθεί πέντε μήνες πριν το ατύχημα, ούτε επικαλείται ότι εκ του τραυματισμού του υπέστη οιαδήποτε πρόσκαιρη αναπηρία που επηρεάζει το μέλλον του κατά τρόπο καθοριστικό, π.χ. ότι στην προσωρινή αυτή διάρκεια της αναπηρίας έχασε μία προσφερόμενη ευνοϊκή επαγγελματική ευκαιρία. Ανεξαρτήτως, όμως, της μη επίκλησης από τον ενάγοντα, με την αγωγή του, των ανωτέρω περιστατικών, πρέπει, σε κάθε περίπτωση, να αναφερθούν τα ακόλουθα: Είναι αληθές, ότι ο ενάγων απολύθηκε, κατ’ άρθρο 13 παρ. 4 του Ν. 2936/2001, από το Πολεμικό Ναυτικό δυνάμει της από 18.3.2016 απόφασης του Αρχιπλοιάρχου ………., γιατί εντός πενταετίας κωλύθηκε για λόγους υγείας (αναρρωτικές άδειες και νοσηλείες) από την εκπλήρωση των υπηρεσιακών καθηκόντων του, συνεχώς ή διακεκομμένα, για χρονικό διάστημα πλέον των 12 μηνών. Όμως, όπως προκύπτει από το περιεχόμενο της ανωτέρω απόφασης, οι εν λόγω νοσηλείες και αναρρωτικές άδειες είχαν αρχίσει διακεκομμένα από τον Μάιο του 2011, δηλαδή πολύ πριν το επίδικο ατύχημα, ενώ συνεχίσθηκαν και μετά τη λήξη του διαστήματος της νοσηλείας και των αναρρωτικών αδειών του (από Μάιο έως και Οκτώβριο 2013) που αφορούν το επίδικο ατύχημα, δηλαδή συνεχίσθηκαν διακεκομμένα από Μάρτιο 2014 έως και Φεβρουάριο 2016. Επίσης, δεν αποδείχθηκε ότι το επίδικο ατύχημα επιδείνωσε την κατάσταση της υγείας του ενάγοντος σε σχέση με την γενόμενη πέντε μήνες προ του ατυχήματος χειρουργική επέμβαση της αυχενικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης, στην οποία είχε υποβληθεί τον Δεκέμβριο του έτους 2012, κάτι, άλλωστε, που ούτε ο ίδιος επικαλείται με την αγωγή του. Ούτε, εξάλλου, αποδείχθηκε ότι η νέα επέμβαση στην περιοχή της Α.Μ.Σ.Σ., στην οποία υποβλήθηκε τον Μάιο του έτους 2015 (ήτοι 2 χρόνια μετά το ατύχημα), συνδέεται αιτιωδώς με τον τραυματισμό του στο επίδικο ατύχημα. Και τούτο γιατί ο ενάγων δεν τραυματίσθηκε στο ατύχημα αυτό στην χειρουργημένη περιοχή του αυχένα, αλλά και γιατί, από τον χρόνο του ατυχήματος (20.5.2013) έως και την εκ νέου επέμβαση στην περιοχή της ΑΜΣΣ (19.5.2015), μεσολάβησε μεγάλο χρονικό διάστημα (δύο έτη), γεγονός που καταδεικνύει ότι η τελευταία αυτή επέμβαση δεν σχετίζεται µε το ατύχημα, όπως τα ανωτέρω έγιναν δεκτά και από τον ως άνω πραγματογνώμονα με την προαναφερόμενη έκθεσή του. Συνεπώς, δεν αποδείχθηκε ότι οι νοσηλείες και αναρρωτικές άδειες του ενάγοντος, που έλαβαν χώρα από το Νοέμβριο 2013 και εφεξής σχετίζονται με τον τραυματισμό του στο επίδικο ατύχημα, αφού, όπως αποδείχθηκε, αυτός ναι μεν παρουσίασε πρόσκαιρη μερική ανικανότητα, λαμβάνοντας συνολική αναρρωτική άδεια 145 ημερών μέχρι 31.10.2013, πλην όμως η υγεία του, σε σχέση με τα τραύματά του στο εν λόγω ατύχημα, αποκαταστάθηκε πλήρως και από Νοέμβριο 2013 επανήλθε στα καθήκοντά του κανονικά. Κατά συνέπεια, και η γενομένη την 18.3.2016 απόλυσή του από το Πολεμικό Ναυτικό δεν σχετίζεται με τον τραυματισμό του στο ανωτέρω ατύχημα. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο, με την (υπ’ αριθ. 4934/2018) εκκαλούμενη απόφασή του, δέχθηκε εν μέρει, ως ουσιαστικά βάσιμη, την εκ του άρθρου 931 ΑΚ αξίωση αποζημίωσης του δεύτερου ενάγοντος και επιδίκασε σ’ αυτόν το ποσό των 35.000 ευρώ για την αιτία αυτή, με την αιτιολογία ότι αυτός υπέστη εκ του ατυχήματος πρόσκαιρη σωματική ανικανότητα (στην περιοχή της Α.Μ.Σ.Σ), που εξομοιώνεται με πραγματική σωματική αναπηρία και που επηρέασε το οικονομικό, επαγγελματικό και κοινωνικό μέλλον του, έσφαλε ως προς την εφαρμογή του νόμου και ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, γενομένου δεκτού, ως ουσιαστικά βάσιμου, του σχετικού (δεύτερου) λόγου της υπό στοιχ. Β΄ έφεσης του εναγομένου ΝΠΙΔ.

Κατόπιν αυτών, ο ως άνω ενάγων, αφού αναφερθεί ότι υπέρ αυτού έχουν επιδικασθεί, με τις συνεκκαλούμενες αποφάσεις, και τα κονδύλια των 200 ευρώ ως αποζημίωση για την καταστροφή του προσωπικού ρουχισμού του κατά το επίδικο ατύχημα και των 1.367,73 ευρώ για απώλεια εισοδήματος, τα οποία (κονδύλια) δεν πλήττονται με λόγο έφεσης, δικαιούται να λάβει, ως αποζημίωση και χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης για τον τραυματισμό του στο ένδικο ατύχημα το συνολικό ποσό των 16.567,73 ευρώ (ήτοι  200 + 1.367,73 + 600 + 2.400 + 12.000), με το νόμιμο τόκο όπως θα αναφερθεί κατωτέρω. Τέλος, ο  τελευταίος (έβδομος) λόγος της υπό στοιχ. Α΄ έφεσης των ενάγοντος . ……………, που πλήττει τη διάταξη της υπ’ αριθ. 4934/2018 εκκαλούμενης απόφασης, με την οποία συμψηφίσθηκαν τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των ως άνω διαδίκων κατ’ άρθρο 179 ΚΠολΔ με την αιτιολογία ότι ήταν ιδιαιτέρως δυσχερής η ερμηνεία των εφαρμοσθέντων κανόνων δικαίου, είναι απορριπτέος ως αλυσιτελής, δεδομένου ότι, όταν η εκκαλούμενη απόφαση εξαφανίζεται μετά από παραδοχή άλλων λόγων έφεσης, όπως συμβαίνει στην προκείμενη περίπτωση, τότε το κεφάλαιο περί δικαστικής δαπάνης, ως συνεχόμενο με την ουσία της υπόθεσης, συνεξαφανίζεται και για τα δικαστικά έξοδα και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας αποφαίνεται το δευτεροβάθμιο δικαστήριο (ΕφΑθ 374/2019, ΕφΑθ 234/2017 δημοσιευμένες στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, βλ. Σαμουήλ, Η έφεση, έκδ. 2009, σελ. 233).

  1. VI. Με το τέταρτο άρθρο του Ν. 4092/2012, ο οποίος, σύμφωνα με το έβδομο άρθρο αυτού, ισχύει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (ΦΕΚ Α΄ 220/8.11.2012), εισήχθησαν περιορισμοί στις αποζημιώσεις που καταβάλλει το Επικουρικό Κεφάλαιο σε περίπτωση πτώχευσης του ασφαλιστή ή ανάκλησης της άδειας λειτουργίας του, καθώς επίσης και περιορισμοί στο ύψος της χρηματικής ικανοποίησης λόγω ψυχικής οδύνης. Ειδικότερα, με το στοιχείο γ` του άνω άρθρου, αντικαταστάθηκε η παρ. 2 του άρθρου 19 του Π.Δ. 237/1986 και προβλέπεται πλέον, μεταξύ άλλων, ότι η αποζημίωση, στην περίπτωση πτώχευσης του ασφαλιστή ή άκαρπης εκτέλεσης σε βάρος του ασφαλιστή ή τέλος ανάκλησης της άδειας λειτουργίας ασφαλιστικής εταιρίας, δεν καταβάλλεται ολόκληρη, αλλά με βάση τα ποσοστά που η διάταξη αυτή λεπτομερώς καθορίζει, κυμαινόμενα μεταξύ 70% έως 90%, μη δυνάμενη να υπερβεί κατ` ανώτατο όριο το ποσό των εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ. Με την ίδια δε αυτή διάταξη ορίστηκε περαιτέρω ότι η εν λόγω ρύθμιση «καταλαμβάνει και τις ήδη γεγενημένες αξιώσεις κατά του Επικουρικού Κεφαλαίου, χωρίς πάντως να θίγει αξιώσεις που έχουν επιδικαστεί με οριστική δικαστική απόφαση» και ότι «οι τόκοι που στις περιπτώσεις της προηγουμένης παραγράφου του παρόντος άρθρου υποχρεούται να καταβάλει το Επικουρικό Κεφάλαιο υπολογίζονται σε κάθε περίπτωση με επιτόκιο έξι τοις εκατό (6%) ετησίως». Οι περιορισμοί αποζημίωσης που υποχρεούται, κατά τα ανωτέρω, να καταβάλει το Επικουρικό Κεφάλαιο προσκρούουν ευθέως στην παρ. 4 του άρθρου 1 της δεύτερης Οδηγίας 84/5/ΕΟΚ και αντιτίθεται προς την αρχή της stricto sensu αναλογικότητας, γιατί η παρέμβαση αυτή του νομοθέτη δεν είναι πρόσφορη για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού, αλλά και προς το άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ. Υπό τα δεδομένα αυτά οι προεκτεθείσες διατάξεις του Ν. 4092/2012 είναι ανίσχυρες (ΟλΑΠ 3/2019 ΕφΑΔ 2019.566, ΟλΑΠ 3/2017, 4/2017, 5/2017 και ΑΠ 806/2019 δημοσιευμένες στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ανίσχυρες, επίσης, είναι και οι διατάξεις με τις οποίες ορίζεται το ποσοστό τόκου υπερημερίας που καταβάλλεται από το Επικουρικό Κεφάλαιο σε 6% ετησίως, δηλαδή σε ποσοστό μικρότερο από εκείνο που υποχρεούνται να καταβάλλουν οι οφειλέτες αυτού και το οποίο ισχύει για όλους τους διαδίκους, ως αντίθετες με τα άρθρα 4 παρ. 1, 25 παρ. 1 του Συντάγματος και το άρθρο 14 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα, αφού με αυτές αναγνωρίζεται υπέρ του Επικουρικού Κεφαλαίου, ευνοϊκή μεταχείριση, ενώ τίθεται σε δυσμενέστερη θέση έναντι αυτού ο άλλος διάδικος, καθώς και με την διάταξη του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ. Το απλό ταμειακό συμφέρον του Επικουρικού Κεφαλαίου δεν ταυτίζεται με το δημόσιο ή το γενικό συμφέρον και δεν μπορεί να δικαιολογήσει την παραβίαση των δικαιωμάτων των παθόντων από τροχαία ατυχήματα να απαιτήσουν και να λάβουν τόκους για τις αξιώσεις τους σε ποσοστό ίδιο με εκείνο που καταβάλουν οι ιδιώτες. Εξάλλου, το γεγονός ότι το Επικουρικό Κεφάλαιο, που είναι νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, τελεί απλώς υπό τον έλεγχο και την εποπτεία του κράτους δεν συνιστά λόγο δημοσίου συμφέροντος (ΟλΑΠ 4/2017 και 5/2017 ό.π., ΑΠ 141/2019 δημ. στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Στην προκείμενη περίπτωση, με τον πρώτο λόγο της υπό στοιχ. Α΄ έφεσης του δευτέρου ενάγοντος προβάλλεται η αιτίαση ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την υπ’ αριθ. 1487/2015 απόφασή του, κατ’ εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, α) περιόρισε, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο τέταρτο του Ν. 4092/2012, τα επιδικασθέντα σ’ αυτόν ποσά ως αποζημίωση και χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, κατ’ αποδοχή σχετικής ένστασης του εναγόμενου Επικουρικού Κεφαλαίου και β) υπολόγισε το ποσοστό τόκου υπερημερίας για τα ανωτέρω επιδικασθέντα ποσά σε 6% ετησίως. Πράγματι, από το περιεχόμενο της εκκαλούμενης αυτής απόφασης (1487/2015) προκύπτει ότι τα επιδικασθέντα στο δεύτερο ενάγοντα ποσά ως αποζημίωση και χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης περιορίσθηκαν, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο τέταρτο περ. γ΄ του Ν. 4092/2012, δεκτής γενομένης της σχετικής ένστασης του εναγόμενου Επικουρικού Κεφαλαίου, ενώ επίσης, κατά τα οριζόμενα στην ίδια ως άνω διάταξη, υπολογίσθηκε το ποσοστό τόκου υπερημερίας για τα ανωτέρω επιδικασθέντα ποσά σε 6% ετησίως. Ωστόσο, σύμφωνα με την αμέσως προηγούμενη νομική σκέψη, οι διατάξεις του τέταρτου άρθρου περ. γ΄ του Ν. 4092/2012 δεν είναι εφαρμοστέες, αφού είναι ανίσχυρες λόγω της αντίθεσής τους στις διατάξεις των άρθρων 25 παρ. 1 εδ. δ΄ του Συντάγματος, 1 παρ.1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ και στο Ενωσιακό Δίκαιο. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο, με την υπ’ αριθ. 1487/2015 απόφασή του, περιόρισε, κατά τις διατάξεις του άρθρου τέταρτου περ. γ΄ του Ν. 4092/2012, τα επιδικασθέντα στο δεύτερο ενάγοντα ποσά ως αποζημίωση και χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης και υπολόγισε το ποσοστό τόκου υπερημερίας για τα ποσά αυτά σε 6% ετησίως, έσφαλε στην ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, γενομένου δεκτού, ως ουσιαστικά βάσιμου, του σχετικού (πρώτου) λόγου της υπό στοιχ. Α΄ έφεσης του ως άνω ενάγοντος.

VIΙ. Κατόπιν αυτών, αφού δεν υπάρχει άλλος λόγος προς έρευνα, πρέπει 1) να απορριφθεί ως απαράδεκτη, λόγω εκπρόθεσμης άσκησής της, η υπό στοιχ. Α΄ (από 21.12.2018) έφεση κατά το μέρος που ασκείται από τον πρώτο εκκαλούντα,……………, χωρίς να τίθεται σε βάρος του τελευταίου διάταξη περί δικαστικών εξόδων λόγω της ήττας του, γιατί το εφεσίβλητο ΝΠΙΔ δεν υπεβλήθη σε ιδιαίτερα έξοδα προς απόκρουση της έφεσης του ως άνω εκκαλούντος και 2) να γίνουν δεκτές, ως ουσιαστικά βάσιμες, α) η υπό στοιχ. Α΄ (από 21.12.2018) έφεση κατά το μέρος που ασκείται από το δεύτερο εκκαλούντα, . …………… και β) η από στοιχ. Β΄ (από 20.9.2019) έφεση του ΝΠΙΔ «ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ» και να εξαφανισθούν οι συνεκκαλούμενες υπ’ αριθ. 1487/2015 και 4934/2018 αποφάσεις του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς κατά το μέρος που έκριναν επί της από 28.5.2014 αγωγής ως προς το δεύτερο ενάγοντα αυτής, . ……………, όχι μόνον ως προς τα κεφάλαια για τα οποία έγιναν δεκτοί οι σχετικοί λόγοι έφεσης, αλλά στο σύνολό τους κατά το μέρος που έκριναν ως προς τον ως άνω ενάγοντα (δηλαδή και κατά τις διατάξεις τους που αναφέρονται, ως προς αυτόν, σε μη ανατρεπόμενα κονδύλια του αυτού κεφαλαίου) για το ενιαίο της εκτέλεσης του τίτλου (ΑΠ 748/1984 ΕλλΔνη 26.642, ΕφΑθ 48/2019 και 325/19 δημοσιευμένες στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 587/2008 ΕΣυγκΔ 2009.329, βλ. Σαμουήλ, Η έφεση, έκδοση 2009, σελ. 447). Ακολούθως, πρέπει, αφού διακρατηθεί η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο (άρθρο 535 παρ. 1 ΚΠολΔ) και ερευνηθεί η από 28.5.2014 αγωγή ως προς το δεύτερο ενάγοντα . ……………, να γίνει αυτή εν μέρει δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη και να αναγνωρισθεί ότι το εναγόμενο ΝΠΙΔ υποχρεούται να του καταβάλει το συνολικό ποσό των 16.567,73 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής μέχρι την εξόφληση, υπολογιζόμενο με βάση το σύνηθες επιτόκιο υπερημερίας που ισχύει για όλους τους οφειλέτες και όχι προς 6% ετησίως. Επίσης, λόγω της νίκης του δεύτερου εκκαλούντος της υπό στοιχ. Α΄ έφεσης και του εκκαλούντος της υπό στοιχ. Β΄ έφεσης, αφού έγιναν δεκτές οι εφέσεις τους, πρέπει να διαταχθεί: α) η επιστροφή  στον δεύτερο εκκαλούντα της υπό στοιχείο Α΄ έφεσης,……………, του παραβόλου των εκατό (100) ευρώ, που κατατέθηκε απ’ αυτόν με το με αριθμό κωδικού ………./2019 ηλεκτρονικό παράβολο του Δημοσίου σε συνδυασμό με το από 10.1.2019 απόδειξη πληρωμής παραβόλου της Τράπεζας Eurobank και β) η επιστροφή στο εκκαλούν της υπό στοιχείο Β΄ έφεσης ΝΠΙΔ, του παραβόλου των εκατό (100) ευρώ, που κατατέθηκε απ’ αυτό με το με αριθμό κωδικού πληρωμής ………../2019 ηλεκτρονικό παράβολο του Δημοσίου σε συνδυασμό με την από 16.10.2019 απόδειξη πληρωμής παραβόλου εξόφληση παραβόλου της Τράπεζας Eurobank (άρθρο 495 παρ. 3 εδ. προτελευταίο ΚΠολΔ, όπως ήδη ισχύει). Τέλος, τα δικαστικά έξοδα του ενάγοντος-εκκαλούντος .. …………… και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, κατόπιν σχετικού αιτήματός του, πρέπει να επιβληθούν, κατά ένα μέρος τους, σε βάρος του εναγόμενου-εφεσίβλητου ΝΠΙΔ λόγω της μερικής ήττας του και ανάλογα με την έκταση αυτής (άρθρα 178 παρ. 1, 183 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), λαμβανομένης υπόψη και της δαπάνης του για την σύνταξη της προσκομισθείσας απ’ αυτόν από 9.12.2016 ιατρικής έκθεσης (άρθρο 189 παρ. 1 ΚΠολΔ),  όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων Α) την από 21.12.2018 (με αριθ. έκθ. κατάθ. …./……./2019) έφεση των…………… και…………… και Β) την από 20.9.2019 (με αριθ. έκθ. κατάθ. ……./2019) έφεση του ΝΠΙΔ με την επωνυμία «ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ», ως διαδόχου της ασφαλιστικής εταιρίας «………».

Α. Απορρίπτει την από 21.12.2018 έφεση κατά το μέρος που ασκείται από τον…………….

Β. Δέχεται τυπικά και κατ’ ουσίαν την από 21.12.2018 έφεση κατά το μέρος που ασκείται από τον…………….

Γ. Δέχεται τυπικά και κατ’ ουσίαν την από 20.9.2019 έφεση του ΝΠΙΔ με την επωνυμία «ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ».

Εξαφανίζει τις εκδοθείσες, κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών για ζημιές από αυτοκίνητο, υπ’ αριθ. 1487/2015 και 4934/2018 αποφάσεις του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς κατά το μέρος που έκριναν ως προς τη δεύτερο ενάγοντα της από 28.5.2014 αγωγής,…………….

Διακρατεί την υπόθεση και δικάζει επί της από 28.5.2014 (με αριθμ. έκθ. κατάθ. ……../201) αγωγής ως προς τον ως άνω ενάγοντα.

Απορρίπτει ό,τι κρίθηκε απορριπτέο κατά το σκεπτικό.

Δέχεται εν μέρει την ως άνω αγωγή ως προς το δεύτερο ενάγοντα.

Αναγνωρίζει ότι το εναγόμενο ΝΠΙΔ με την επωνυμία «ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ» υποχρεούται να καταβάλει στο δεύτερο ενάγοντα, …………… ., το ποσό των δέκα έξι χιλιάδων πεντακοσίων εξήντα επτά ευρώ και εβδομήντα τριών λεπτών (16.567,73) ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής μέχρι την εξόφληση.

Διατάσσει την επιστροφή στο δεύτερο εκκαλούντα της από 21.12.2018 έφεσης,   ……………, του κατατεθέντος απ’ αυτόν παραβόλου των εκατό (100) ευρώ, που αναφέρεται στο σκεπτικό.

Διατάσσει την επιστροφή στο εκκαλούν της από 20.9.2019 έφεσης, ΝΠΙΔ με την επωνυμία «ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ», του κατατεθέντος απ’ αυτό παραβόλου των εκατό (100) ευρώ, που αναφέρεται στο σκεπτικό.

Καταδικάζει το ως άνω εναγόμενο ΝΠΙΔ «ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ» σε μέρος των δικαστικών εξόδων του δεύτερου ενάγοντος,……………, και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, το οποίο ορίζει στο ποσό των χιλίων (1.000) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις  21  Μαΐου 2020, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.

     Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ