Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 378/2020

Αριθμός     378/2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Γεωργία Λάμπρου, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα   Ε.Τ..

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η υπό κρίση από 02-08-2018 (γεν.αριθμ.καταθ……./2018) έφεση του εν μέρει ηττηθέντος ανακόπτοντος κατά της υπ΄αριθμ. 3425/2018 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε κατ΄αντιμωλία των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρ.591, 614 επ., 937 ΚΠολΔ), ασκήθηκε νομότυπα  και εμπρόθεσμα (άρθρα 495 παρ.1και 2, 500,511,513 παρ.1 περ.β΄ εδ.α΄, 516 παρ.1,517εδ.α, 518 παρ.1 και 520 παρ.1 του ΚΠολΔ). Επομένως, η έφεση πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή (άρθρο 532 του ΚΠολΔ) και να εξετασθεί περαιτέρω το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της κατά την ίδια ως άνω ειδική διαδικασία (533 παρ.1 ΚΠολΔ).

Σύμφωνα με το άρθρο 933 παρ. 5 του ΚΠολΔ, οι ισχυρισμοί, που αφορούν στην απόσβεση της απαίτησης, για την ικανοποίηση της οποίας γίνεται η εκτέλεση, πρέπει να αποδεικνύονται αμέσως (παραχρήμα), διαφορετικά απορρίπτονται και αυτεπαγγέλτως ως απαράδεκτοι. Η ρύθμιση, που καθιερώνει η διάταξη αυτή, είναι ειδική και υπερισχύει των διατάξεων της τακτικής ή της ειδικής διαδικασίας, με την οποία εκδικάζεται κατά τα λοιπά η ανακοπή και αποσκοπεί, με το απαράδεκτο που καθιερώνει, στην αποφυγή της παρέλκυσης της εκτελεστικής διαδικασίας και τον περιορισμό των δικών περί την εκτέλεση, ώστε να μην αποδυναμώνονται οι εκτελεστοί τίτλοι με την καθυστέρηση της εκτελέσεώς τους. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, όπως προκύπτει από το περιεχόμενο και το σκοπό της αλλά και από το γεγονός ότι αφορά σε δίκες περί την εκτέλεση, όπου οι απαιτήσεις είναι εξοπλισμένες με εκτελεστό τίτλο, άμεση απόδειξη δεν σημαίνει απλώς προαπόδειξη, με την οποία, αν και την προϋποθέτει, δεν ταυτίζεται εννοιολογικώς, αλλά απόδειξη των αποσβεστικών της εκτελούμενης απαίτησης ισχυρισμών κατά την υποβολή τους, μόνο με έγγραφα ή με δικαστική ομολογία, γιατί αλλιώς κινδυνεύει να φαλκιδευτεί και το δικαίωμα του αντιδίκου για ανταπόδειξη. Ειδικότερα, ως έγγραφο που αποδεικνύει αμέσως, νοείται όχι μόνο το συμβολαιογραφικό έγγραφο αλλά και το ιδιωτικό, εφόσον όμως προέρχεται από τον επισπεύδοντα την εκτέλεση ή ενδεχομένως και από τρίτο, αν είναι έγγραφο διαθέσεως και όχι έγγραφο μαρτυρίας, όπως είναι το περιέχον βεβαίωση ή μαρτυρία του εκδότη εγγράφου για κάποιο περιστατικό ευρισκόμενο εκτός αυτού [ΕφΑθ 805/1987, ΕλλΔ/νη 29(1988).307, ΕφΑθ 5632/1985, ΕλλΔ/νη 27(1986).117, Π. Γέσιου-Φαλτσή, Δίκαιο Αναγκαστικής Εκτέλεσης, Γενικό Μέρος, σελ. 642]. Συνεπώς, για την απόδειξη των ανωτέρω ισχυρισμών των αποσβεστικών της απαίτησης (όπως είναι οι ισχυρισμοί για την εξόφληση της απαίτησης, για την δόση αντί καταβολής, για την ύπαρξη ανανέωσης, για το συμβιβασμό, για την ύπαρξη συμφωνίας αφέσεως χρέους, για την ύπαρξη συμφωνίας συμψηφισμού κλπ.), δεν επιτρέπονται αποδεικτικά μέσα, που δεν πληρούν τους όρους της άνω διατάξεως, ούτε ένορκες βεβαιώσεις, ούτε εξέταση μαρτύρων, γιατί τα μέσα αυτά θεωρούνται ως μη παρέχοντα «παραχρήμα» απόδειξη. Η αδυναμία «παραχρήμα» απόδειξης δεν άγει σε ουσιαστική απόρριψη των αποσβεστικών ισχυρισμών αλλά σε απόρριψή τους ως απαράδεκτων και αυτεπαγγέλτως [Ολ. ΑΠ 10/1993, ΕλλΔ/νη 35(1994). 1243, ΑΠ 622/1999, ΕλλΔ/νη 41(2000).81, ΕφΑθ 5377/2001, ΕλλΔ/νη 45(2004). 529, Μπρίνιας, Αναγκαστική Εκτέλεση, τομ. Α’, σελ. 439 επ.]. Κατά δε το άρθρο 416 του ΚΠολΔ η ενοχή αποσβήνεται με καταβολή. Εξάλλου, από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων καθώς και αυτών των άρθρων 527 ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με το Ν. 4335/2015 (ο οποίος κατήργησε και το άρθρο 269 ΚΠολΔ) και 529 ΚΠολΔ, συνάγεται ότι στη δευτεροβάθμια δίκη επιτρέπεται, κατ’ εξαίρεση, η προβολή για πρώτη φορά πραγματικών περιστατικών, που αποτελούν ενστάσεις ή αντενστάσεις, εφόσον μπορούν να προταθούν παραδεκτά σε κάθε στάση της δίκης, όπως είναι η ένσταση  του συμψηφισμού κατ` άρθρο 442 Α.Κ. ή η ένσταση εξόφλησης κατ΄άρθρ. 416 επ. ΑΚ  (ΑΠ 536/2017, ΑΠ 514/2016, ΑΠ 243/2015, ΑΠ 523/2015, ΑΠ 1337/2014, ΑΠ 1146/2011, AΠ 343/2009 Ελλ.Δνη 2010.471, Α.Π. 1500/2007 Ελλ.Δνη 48. 1441, ΕφΑθ 723/2018, ΕφΑθ 1008/2015  Τ.Ν.Π. Νόμος, ΕφΛαρ 415/2012, ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ 2013/26, Μ. Μαργαρίτη – Ά. Μαργαρίτη, Ερμηνεία ΚΠολΔ [2η έκδοση-2018], άρθρο 527, αριθ. 34, 35), εφόσον αποδεικνύονται παραχρήμα, δηλαδή άμεσα (Α.Π. 1281/2014, Α.Π. 1500/2007  ΤΝΠ Νόμος) και δη με έγγραφα ή δικαστική ομολογία του αντιδίκου του προτείνοντος, χωρίς να απαιτείται περαιτέρω έρευνα της βασιμότητας του ισχυρισμού με άλλα αποδεικτικά μέσα (Ολ. Α.Π. 10/1993 Ελλ. Δνη 35 1242, Α.Π. 1281/2014, Α.Π. 1205/2013, Α.Π. 942/2010, Εφ.Θες. 1275/2008  ΤΝΠ  Νόμος). Η προβολή των ενστάσεων αυτών μπορεί να γίνει από τον εκκαλούντα-εναγόμενο και με τη μορφή κύριου ή πρόσθετου λόγου έφεσης, εφόσον η ανταπαίτηση ή η εξόφληση αποδεικνύονται παραχρήμα, δηλαδή άμεσα (ΑΠ 1453/2019, Α.Π. 1281/2014, Α.Π. 1500/2007 ό.π., Ε.Α. 479/2012 Ελλ.Δνη 2013.206, Εφ.ΓΙειρ. 436/2015, Εφ.Πειρ. 644/2015  Τ.Ν.Π Νόμος).

Εξάλλου, η μερική απόσβεση της απαιτήσεως δεν συνεπάγεται την ακύρωση της προσβαλλόμενης επιταγής προς εκτέλεση, αφού το εν μέρει έγκυρο της επιταγής αρκεί για να ισχυροποιήσει την ενεργούμενη εκτέλεση, οι δε τυχόν καταβολές, οποτεδήποτε και αν έγιναν, δεν αποτελούν στοιχείο του κύρους της επιταγής, αλλά βάση ενστάσεως του οφειλέτη, σύμφωνα με τα ανωτέρω (βλ. ΕφΔυτΜακ 27/2013 Αρμ 2014.642).

Στην προκειμένη περίπτωση με την από 16-02-2018 (γεν. αριθμ. καταθ……./2018) ανακοπή του ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, ο ανακόπτων και ήδη εκκαλών ζήτησε, για τους αναφερόμενους σ΄αυτήν λόγους, να ακυρωθεί η από 10-01-2018 επιταγή προς πληρωμή, συνταχθείσα παραποδας αντιγράφου εξ απογράφου πρώτου εκτελεστού της υπ΄αριθμ. 2846/2016 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά που δίκασε κατ΄αντιμωλία των διαδίκων με την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρ.591,614 επ., 937 παρ.3 ΚΠολΔ), με την οποία επιτάσσεται να καταβάλει στην καθής η ανακοπή και ήδη εφεσίβλητη ως ασκούσα την επιμέλεια του ανηλίκου αβάπτιστου τέκνου τους, το συνολικό ποσό των 2.600,00 ευρώ, που αφορά υπόλοιπο επιδικασθείσας διατροφής του ως άνω ανηλίκου για το χρονικό διάστημα από 22-8-2015 έως 21-8-2017, πλέον τόκων και εξόδων.

Επί της ανακοπής αυτής εκδόθηκε από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο η εκκαλούμενη απόφαση με την οποία, αφού απορρίφθηκε ό,τι κρίθηκε απορριπτέο, έγινε κατά τα λοιπά δεκτή εν μέρει ως και κατ΄ουσία βάσιμη η ανακοπή και ακυρώθηκε η από 10-01-2018 επιταγή προς πληρωμή μόνο ως προς το ποσό των διακοσίων (200,00) ευρώ που αντιστοιχεί στη δικαστική δαπάνη που επιδικάστηκε με την υπ΄αριθμ. 2846/2016 ως άνω απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά και τέλος συμψηφίστηκε μεταξύ των διαδίκων η δικαστική τους δαπάνη.

Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται ήδη ο εκκαλών – ανακόπτων με την υπό κρίση έφεσή του για τους λόγους που αναφέρονται σ` αυτήν, οι οποίοι ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και σε κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση, ώστε στη συνέχεια να γίνει δεκτή καθ΄ολοκληρία η ανακοπή του.

Από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν, για να χρησιμεύσουν είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά  μέσα, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (αρθ. 395, 591 παρ. 1 του ΚΠολΔ), έστω και αν δεν πληρούν όλους τους όρους του νόμου (βλ. ΟλΑΠ 15/2003 Δ 35-513), από τις άμεσες ή έμμεσες ομολογίες των διαδίκων που συνάγονται από τα δικόγραφά τους (άρθρ.261,352 ΚΠολΔ), καθώς και από τα διδάγματα της κοινής πείρας που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (άρθρ.336 παρ.4 ΚΠολΔ  βλ. ΑΠ 48/2009 ΤΝΠ Νόμος), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: Με την από 20-8-2015 (αριθμ.καταθ. …/…/21-8-2015) αγωγή ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (ειδική διαδικασία διατροφών και επιμέλειας τέκνων), η καθής η ανακοπή, ως ασκούσα την επιμέλεια του ανηλίκου αβάπτιστου (κατά την άσκηση της αγωγής) άρρενος τέκνου που απέκτησε από το γάμο της με τον ανακόπτοντα με τον οποίο έχει οριστικά διακοπεί η έγγαμη συμβίωσή τους, ζήτησε να υποχρεωθεί ο τελευταίος να της καταβάλει για λογαριασμό του ως άνω ανηλίκου, τακτική διατροφή σε χρήμα ποσού 847,00 ευρώ, για χρονικό διάστημα δύο ετών από την επομένη της επίδοσης της αγωγής (ήτοι από την 22-08-2015 έως την 21-08-2017), με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση πληρωμής κάθε δόσης έως την εξόφληση. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε από το πρωτοβάθμιο ως άνω Δικαστήριο η υπ΄αριθμ.2846/ 2016 οριστική απόφαση δυνάμει της οποίας ο εναγόμενος – ανακόπτων υποχρεώθηκε να καταβάλει στην ενάγουσα –καθής η ανακοπή διατροφή σε χρήμα για λογαριασμό του ανηλίκου τέκνου της το ποσό των  τετρακοσίων (400,00) ευρώ, εντός του πρώτου πενθημέρου κάθε μήνα για χρονικό διάστημα δύο ετών από την επίδοση της αγωγής (ήτοι από 22-08-2015 έως 21-08-2017), νομιμοτόκως από την καθυστέρηση καταβολής κάθε δόσης έως την εξόφληση. Η απόφαση αυτή ως προς την αμέσως προηγούμενη καταψηφιστική της διάταξη κηρύχθηκε προσωρινά εκτελεστή.

Με την από 10-01-2018 (ανακοπτόμενη) επιταγή προς εκτέλεση κάτω από αντίγραφο απογράφου της ανωτέρω απόφασης (2846/2016), που επιδόθηκε στον ανακόπτοντα στις 15-02-2018, η καθής του επέταξε να της καταβάλει τα εξής ποσά : Α. Το συνολικό ποσό των 2.600,00 ευρώ ως υπόλοιπο κεφαλαίου της επιδικασθείσας διατροφής για το προαναφερόμενο χρονικό διάστημα από 22-08-2015 έως 21-08-2017,δεδομένου ότι ο ανακόπτων είχε εξοφλήσει το υπόλοιπο ποσό της διατροφής που αντιστοιχούσε στο ίδιο ως άνω χρονικό διάστημα δια της καταβολής συνολικού ποσού 7.000,00 ευρώ (η συνολική διατροφή για το επίδικο χρονικό διάστημα ανερχόταν στο ποσό των 9.600,00 ευρώ, ήτοι 400 ευρώ Χ 24 μήνες). Βάσει δε της ανωτέρω επιταγής προς πληρωμή, ο ανακόπτων έχει καταβάλει τα κάτωθι επιμέρους χρηματικά ποσά: ι) το ποσό των 4.400 ευρώ για το χρονικό διάστημα από τον Αύγουστο του έτους 2015 έως και τον Ιούνιο του έτους 2016 (400 ευρώ Χ 11 μήνες = 4.400 ευρώ) και ιι ) το ποσό των 2.600 ευρώ για το χρονικό διάστημα από τον Ιούλιο του έτους 2016 έως και τον Αύγουστο του έτους 2017 (200 ευρώ Χ 13 μήνες = 2.600 ευρώ) και συνολικά ,ως προαναφέρθηκε, 7.000 ευρώ (4.400 + 2.600) και ότι ως εκ τούτου υπολείπεται να καταβάλει το χρηματικό ποσό των δύο χιλιάδων εξακοσίων (2.600,00 ) ευρώ (ήτοι 9.600 – 7.000)  Β.1) Το ποσό των 385,34 ευρώ για δαπάνη έκδοσης του υπ΄αριθμ. …./ 2017 πρώτου απογράφου εκτελεστού της υπ΄αριθμ.2846/ 2016 ως άνω απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (ήτοι τέλος απογράφου εκ 321,12 ευρώ συν ΟΓΑ εκ 64,22 ευρώ). Β.2) 2,30 ευρώ για έξοδα λήψης και επικύρωσης αντιγράφου του εκτελεστού τίτλου. Β.3) 200,00 ευρώ για δικαστικά έξοδα, ποσό που προκύπτει (όπως αναφέρεται στην άνω επιταγή προς πληρωμή) αφού αφαιρεθεί από το συνολικό επιδικασθεν ποσό ύψους 450 ευρώ, το ποσό των 250 ευρώ, το οποίο έχει ήδη προκαταβληθεί από τον καθού για το σκοπό αυτό Β.4) 450,00 ευρώ πλέον ΦΠΑ εξ 24% ανερχόμενου στο ποσό των 108,00 ευρώ, ήτοι συνολικά το ποσό των 558,00 ευρώ για σύνταξη της επιταγής αυτής (στην οποία περιλαμβάνονται και οι ώρες εργασίας για τη μετάβαση στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιώς, για την παραγγελία και τη λήψη του απογράφου). Β.5) 68,20 ευρώ για επίδοση του παρόντος εκτελεστού τίτλου, μετά δικαιωμάτων και οδοιπορικών του δικαστικού επιμελητή, το οποίο αναλύεται στο ποσό των 55,00 ευρώ πλέον ΦΠΑ 24%, ήτοι ποσού 13,20 ευρώ. Επομένως συνολικά για τις ανωτέρω αιτίες ο καθού επιτάσσεται να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 3.813,84 ευρώ.

Με τον πρώτο λόγο της έφεσής του ο ανακόπτων εκθέτει τα ακόλουθα: Ότι από το συνολικό ποσό των 9.600 ευρώ που όφειλε για το χρονικό διάστημα από 22-08-2015 (ήτοι την επόμενη ημέρα από την επίδοση της αγωγής) έως την 21-08-2017 που συμπληρώθηκε η διετία σύμφωνα με τα όσα όριζε η υπ΄αριθμ. 2846/2016 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, εκτός από τα ποσά : α) των 4.400 ευρώ (για το χρονικό διάστημα από τον Αύγουστο του 2015 έως τον Ιούνιο του 2016 και β) των 2.600 ευρώ (για το χρονικό διάστημα από τον Ιούλιο του 2016 έως και τον Αύγουστο του 2017), έχει καταβάλει και : γ) το ποσό των 1.200 ευρώ για το χρονικό διάστημα από τον Σεπτέμβριο του 2017 έως και τον Φεβρουάριο του 2018, ήτοι προ της επίδοσης της ανακοπτόμενης επιταγής και δ) το ποσό των 1.200 ευρώ από τον μήνα Μάρτιο 2018 έως και Αύγουστο 2018 και ότι συνολικά έχει καταβάλει το ποσό των 9.400 ευρώ (ήτοι 4.400 + 2.600 + 1.200 + 1.200). Ότι και μετά τη συμπλήρωση της διετίας και χωρίς η καθής η ανακοπή – ενάγουσα να ασκήσει αγωγή διατροφής για νέο χρονικό διάστημα, αυτός συνέχισε να καταβάλει στο λογαριασμό της τα ανωτέρω ποσά προς εξόφληση της προηγούμενης – επίδικης οφειλής του και ότι οι εν λόγω καταβολές έγιναν μετά τη λήξη της διετίας χωρίς νόμιμη αιτία και προς απόσβεση των προηγούμενων οφειλών κατ΄ άρθρο 416 ΑΚ δια καταβολής και ότι ο ισχυρισμός του αυτός ουδεμία σχέση έχει με ένσταση συμψηφισμού όπως εσφαλμένως δέχθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, ενώ κατά το άρθρο 422 ΑΚ που αναφέρεται στον καταλογισμό σε περίπτωση περισσότερων χρεών, η καταβολή καταλογίζεται στο επαχθέστερο, ενώ αν υπάρχουν περισσότερα εξίσου επαχθή, στο αρχαιότερο και ότι η ανωτέρω καταβολή των χρημάτων έγινε στον τραπεζικό λογαριασμό της καθής, για την οποία (καταβολή) η τελευταία συναίνεσε όταν προέβη στην ανάληψη αυτών από τον λογαριασμό της. Στη συνέχεια ο εκκαλών – ανακόπτων εκθέτει ότι κατά της πρωτόδικης υπ αριθμ. 2846/2016 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά άσκησε την από 11-01-2018 έφεσή του δυνάμει της οποίας εκδόθηκε η υπ΄αριθμ. 454/11.07.2018 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου, ήτοι μετά τη συζήτηση της εν λόγω ανακοπής του, με την οποία υποχρεώθηκε να προκαταβάλλει στην καθής για λογαριασμό του ανηλίκου τέκνου τους, εντός του πρώτου πενθημέρου κάθε μήνα, ως συμμετοχή του στην τακτική σε χρήμα διατροφή του τέκνου, το ποσό των 400 ευρώ μηνιαίως για το χρονικό διάστημα από την επόμενη της επίδοσης της ασκηθείσας ήδη αγωγής, ήτοι από 22-08-2015 εως 21-06-2016 και το ποσό των 300 ευρώ μηνιαίως για το χρονικό διάστημα από 22-06-2016 εις 21-08-2017 και τέλος συμψήφισε τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων. Ότι με την ανωτέρω απόφαση η οφειλόμενη από αυτόν διατροφή για το επίδικο χρονικό διάστημα μειώθηκε και ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 8.300 ευρώ (400 ευρώ Χ 11 μήνες = 4.400 ευρώ και 300 ευρώ Χ 13 μήνες = 3.900 ευρώ) και ότι ως εκ τούτου μετά την πιο πάνω μείωση η οφειλόμενη διατροφή έχει πλήρως εξοφληθεί καθώς από τη συνολική οφειλή που πλέον ανέρχεται στο ποσό των 8.300 ευρώ, έχει ήδη καταβάλει το ποσό των 7.000 ευρώ από 22-8-2015 εως και 21-08-2017, το ποσό των 1200 ευρώ για το χρονικό διάστημα από Σεπτέμβριο του 2017 μέχρι Φεβρουάριο του 2018 και το ποσό των 1200 ευρώ για το χρονικό διάστημα από Μάρτιο 2018 έως και Αύγουστο 2018, ήτοι συνολικά 9.400 ευρώ (7.000 + 1200 + 1200). Επί του ανωτέρω ισχυρισμού λεκτέα τα εξής: Με την υπ΄αριθμ.2846/ 2016 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (ειδική διαδικασία διατροφών και επιμέλειας τέκνων) που κηρύχθηκε προσωρινά εκτελεστή, ο εκκαλών υποχρεώθηκε να καταβάλει στην εφεσίβλητη για λογαριασμό του ανηλίκου ως άνω τέκνου τους ως συμμετοχή του στη μηνιαία διατροφή του, το ποσό των 400 ευρώ το μήνα για το χρονικό διάστημα 2 ετών από την επομένη της επίδοση της αγωγής (ήτοι από 22-8-2015 μέχρι 21-8-2017) και συνολικά κατά κεφάλαιο, το ποσό των (24 μήνες Χ 400) 9.600 ευρώ. Από το εν λόγω ποσό, ο εκκαλών κατέβαλε σταδιακά (κατά τα προαναφερόμενα χρονικά διαστήματα) στην εφεσίβλητη 7.000 ευρώ (όπως ισχυρίζεται η τελευταία και συμφωνεί και ο ίδιος) και για το ποσό αυτό (ως προς την αναφερόμενη ως ανωτέρω αιτία) εκδόθηκε η από 10-01-2018 ανακοπτόμενη επιταγή προς εκτέλεση. Ο ισχυρισμός του εκκαλούντος ότι για την οφειλόμενη τελικά ως άνω διατροφή (εκ ποσού 2.600 ευρώ), για το ανωτέρω επίδικο χρονικό διάστημα, έχει καταβάλει επιπλέον 1.200 ευρώ (από τον Σεπτέμβριο του 2017 έως και τον Φεβρουάριο του 2018, ήτοι προ της επίδοσης της ανακοπτόμενης επιταγής) καθώς και 1.200 ευρώ (από τον μήνα Μάρτιο 2018 έως και Αύγουστο 2018) ήτοι συνολικά 2.400 ευρώ, απορριπτέος τυγχάνει ως απαράδεκτος καθόσον από κανένα πειστικό αποδεικτικό μέσο δεν αποδείχθηκε παραχρήμα η εν λόγω καταβολή, σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στη μείζονα σκέψη της παρούσας. Σημειωτέον δε ότι οι τυχόν τμηματικές καταβολές εκ μέρους του εκκαλούντος δεν αφορούν το επίδικο ως άνω χρονικό διάστημα και σε κάθε περίπτωση εάν ο ανωτέρω ισχυρισμός εκτιμηθεί ως ένσταση συμψηφισμού, αυτός απορριπτέος τυγχάνει ως μη νόμιμος δεδομένου ότι απαγορεύεται ο συμψηφισμός κατά απαιτήσεων διατροφής και αν ακόμη η προς συμψηφισμό προτεινόμενη απαίτηση απορρέει από καταβληθέντα προηγουμένως αχρεωστήτως ποσά διατροφής ( άρθρ.451 ΑΚ και 982 ΚΠολΔ, ΕφΑθ 509/ 1993 ΤΝΠ Νόμος, βλ. και Β.Βαθρακοκοίλη «ΤΟ ΝΕΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΙΟ», έκδ.2000, υπ΄αρθρ.1485, σελ.698 παρ.17). Στη συνέχεια, κατόπιν άσκησης έφεσης από τον εκκαλούντα, εκδόθηκε από το Δικαστήριο τούτο στις 11-07-2018, ήτοι μετά από την έκδοση της από 10-01-2018 ανακοπτόμενης επιταγής προς εκτέλεση (η οποία επιδόθηκε στον εκκαλούντα στις 15-02-2018) η υπ΄αριθμ. 454/2018 απόφαση του ίδιου Δικαστηρίου, με την οποία υποχρεώθηκε αυτός να καταβάλει στην εφεσίβλητη για λογαριασμό του ανηλίκου τέκνου τους μηνιαία διατροφή για το επίδικο ως άνω διάστημα τα ακόλουθα ποσά : α) για το χρονικό διάστημα από 22/08/2015 μέχρι 21/06/2016, το ποσό των 400 ευρώ μηνιαίως και συνολικά για το διάστημα αυτό το ποσό των 4.000 ευρώ (10 μήνες χ 400 ευρώ) και β) για το χρονικό διάστημα από 22/06/2016 μέχρι 21/08/ 2017, το ποσό των 300 ευρώ μηνιαίως και συνολικά για το διάστημα αυτό το ποσό των 4.200 ευρώ (14 μήνες Χ 300 ευρώ). Επομένως για το επίδικο χρονικό διάστημα υποχρεώθηκε ο εκκαλών να καταβάλει συνολικά στη εφεσίβλητη για τη διατροφή του ανηλίκου τέκνου τους το ποσό των 8.200 ευρώ (4.000 + 4.200) και όχι 8.300 ευρώ, όπως προφανώς εκ παραδρομής ισχυρίζεται. Ως εκ τούτου η οφειλόμενη διατροφή για το ανωτέρω επίδικο χρονικό διάστημα, μειώθηκε από το αρχικό ποσό που όρισε το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο των 9.600 ευρώ, στο ποσό των 8.200 ευρώ. Μετά δε την καταβολή από τον εκκαλούντα του ποσού των 7.000 ευρώ, όπως προαναφέρθηκε, οφείλει αυτός στην εφεσίβλητη το ποσό των 1.200 ευρώ (8.200 – 7.000). Ο ίδιος δε ως άνω ισχυρισμός του, ότι για το ανωτέρω επίδικο χρονικό διάστημα, έχει καταβάλει επιπλέον 1.200 ευρώ (από τον Σεπτέμβριο του 2017 έως και τον Φεβρουάριο του 2018, ήτοι προ της επίδοσης της ανακοπτόμενης επιταγής)  καθώς και 1.200 ευρώ (από τον μήνα Μάρτιο 2018 έως και Αύγουστο 2018) ήτοι συνολικά 2.400 ευρώ, επίσης απορριπτέος τυγχάνει ως απαράδεκτος καθόσον από κανένα πειστικό αποδεικτικό μέσο δεν αποδείχθηκε παραχρήμα ότι η εν λόγω καταβολή αφορά το επίδικο χρονικό διάστημα, σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στη μείζονα σκέψη της παρούσας. Επομένως τα αντίθετα υποστηριζόμενα από τον εκκαλούντα με τον πρώτο λόγο έφεσης απορριπτέα τυγχάνουν ως αβάσιμα, όπως και ο συναφής λόγος έφεσης.

Με τον δεύτερο λόγο έφεσης ο ανακόπτων ισχυρίζεται ότι τα υπόλοιπα ποσά που αναφέρονται στην ανακοπτόμενη επιταγή προς εκτέλεση και ειδικότερα: α) το ποσό των 385,34 ευρώ που αφορά την δαπάνη έκδοσης του υπ΄αριθμ. …./ 2017 πρώτου απογράφου εκτελεστού της υπ΄αριθμ.2846/2016 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (ήτοι τέλος απογράφου εκ ποσού 321,12 ευρώ συν ΟΓΑ εκ ποσού 64,22 ευρώ), β) το ποσό των 2,30 ευρώ για έξοδα λήψης και επικύρωσης αντιγράφου του εκτελεστού τίτλου και γ) το ποσό των 68,20 ευρώ για την επίδοση του ανωτέρω εκτελεστού τίτλου, μετά δικαιωμάτων και οδοιπορικών του δικαστικού επιμελητή και συνολικά το ποσό των 455,84 ευρώ το έχει καταβάλει στην εφεσίβλητη, αφού έχει ήδη καταβάλει σ΄αυτήν για την οφειλόμενη διατροφή το ποσό των 9.400 ευρώ, ήτοι το υπερβάλλον που αντιστοιχεί σε 1.100 ευρώ (9.400 – 8.300), άλλως προβάλλει ένσταση συμψηφισμού για τον ίδιο λόγο. Ο λόγος αυτός απορριπτέος τυγχάνει ως ουσιαστικά αβάσιμος καθόσον από κανένα αποδεικτικό στοιχείο δεν προέκυψε η εξόφληση των πιο κονδυλίων που αφορούν την επιταγή, αλλά ούτε βέβαια και η καταβολή απ΄αυτόν στην εφεσίβλητη – καθής η ανακοπή επιπλέον ποσού από το οφειλόμενο σ΄αυτήν που αφορά τη διατροφή του ανηλίκου τέκνου τους, κατά το επίδικο χρονικό διάστημα, όπως προαναφέρθηκε.

Με τον τρίτο και τελευταίο λόγο έφεσης ο ανακόπτων ισχυρίζεται ότι παρά το νόμο, με την ανακοπτόμενη επιταγή προς πληρωμή, επιτάσσεται να καταβάλει το ποσό των 450 ευρώ μετά ΦΠΑ 24%, ήτοι συνολικά το ποσό των 558,00 ευρώ για αμοιβή σύνταξης της εν λόγω επιταγής, καθόσον τα δικαστικά έξοδα, στα οποία αυτός καταδικάστηκε (αφαιρουμένου του ποσού που είχε προκαταβάλει κατ΄άρθρο 173 παρ.4 ΚΠολΔ), καθορίστηκαν στο ποσό των 250 ευρώ και πρέπει η αμοιβή της δικηγόρου για τη σύνταξη της επιταγής να περιοριστεί στο ποσό αυτό, άλλως ότι το κονδύλι αυτό έχει εξοφληθεί αφού η αντίδικος έχει εισπράξει για τη διατροφή επιπλέον ποσό 1.000 ευρώ από τα οφειλόμενα, άλλως προτείνει ένσταση συμψηφισμού για τον ίδιο λόγο. Ο λόγος αυτός έφεσης απορριπτέος επίσης τυγχάνει ως αβάσιμος, δεδομένου ότι το ποσό της συνολικής δικαστικής δαπάνης, όπως προκύπτει από το διατακτικό της υπ΄αριθμ. 2846/2016 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (που παρατίθεται εξάλλου και στην ανακοπή) ανέρχεται στο ποσό των 450 ευρώ, το οποίο ορθά ζητείται ως αμοιβή για τη σύνταξη της ένδικης επιταγής και δεν υπερβαίνει το νόμιμο σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 72 παρ.1 ν.4194/2013 και δεν είναι άκυρη η επιταγή για το λόγο αυτό και τέλος δεν αποδείχθηκε από κάποιο αποδεικτικό στοιχείο η εξόφληση του ανωτέρω ποσού από τον ανακόπτοντα.

Στην ίδια κρίση με ανάλογη αιτιολογία κατέληξε και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο και συνεπώς ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις και δεν έσφαλε, τα αντιθέτως δε υποστηριζόμενα από τον εκκαλούντα είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Συνεπώς, εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος έφεσης προς έρευνα, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη έφεση ως ουσιαστικά αβάσιμη και να επιβληθούν σε βάρος του εκκαλούντος τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας  (άρθρα 176, 183 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.

Τέλος, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου άσκησης έφεσης, που ο εκκαλών κατέθεσε κατ΄άρθρο 495 παρ.3 του ΚΠολΔ.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει κατ΄αντιμωλίαν των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ΄ουσίαν την έφεση κατά της υπ΄ αριθμ. 3425/2018 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (διαδικασία περιουσιακών διαφορών).

Επιβάλλει σε βάρος του εκκαλούντος τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των τετρακοσίων (400,00) ευρώ. ΚΑΙ

Διατάσσει την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του e – παραβόλου με κωδικό ………./2018 άσκησης έφεσης που κατέθεσε ο εκκαλών, ποσού εκατό (100,00) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις  18 Μαΐου 2020, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ