Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 603/2018

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός 603/2018

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Ναυτικό Τμήμα

Αποτελούμενο από τον Δικαστή Αναστάσιο Αναστασίου, Εφέτη, ο οποίος ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Γ. Λ.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Οι κρινόμενες αντίθετες α) από 25.1.2017 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ……….. και β) από 28.2.2017 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ……… εφέσεις των εκκαλούντων α) εδρεύουσας στον Πειραιά, επί της οδού ………. αριθμ. …….. και νομίμως εκπροσωπούμενης ναυτικής εταιρίας με την επωνυμία «………..» και β) …….., κατοίκου ……… Αττικής, επί της οδού ……… αριθμ. ……….., αντίστοιχα, που στρέφονται κατά της υπ’ αριθμ. 2170/2016 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατ’ αντιμωλία των διαδίκων και κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών (άρθρα 663 επομ. ΚΠολΔ και 82 ΚΙΝΔ) και δέχθηκε εν μέρει ως και ουσιαστικά βάσιμη την από 13.11.2015 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ……… αγωγή του δεύτερου κατά της πρώτης, ασκήθηκαν νομότυπα και εμπρόθεσμα κατ’ άρθρα 495, 511, 513, 516 § 1, 517 εδαφ. α, 518 § 1 και 520 § 1  ΚΠολΔ, εντός τριάντα [30] ημερών από την επίδοση της εκκαλουμένης, που πραγματοποιήθηκε με την επιμέλεια της πρώτης των εκκαλούντων στις 30.1.2017, όπως προκύπτει  από τη με αριθμό …….. επιδοτήρια έκθεση της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Πειραιώς ………… (περί του ότι η επίδοση της πρωτοβάθμιας απόφασης αποτελεί διαδικαστική πράξη που κινεί την προθεσμία εφέσεως και σε βάρος του διαδίκου που την επέδωσε βλ. ΑΠ 1207/1975, ΝοΒ 1975/516, ΕφΑθ. 1716/2004, ΝοΒ 2005/94, ΕφΘεσ. 898/1999, ΑρχΝ 2000/146, ΕφΑθ. 4916/1986, Δ 1986/742, ΕφΑθ. 521/1986, ΑρχΝ 1986/233, Ν. Νίκας, Πολιτική Δικονομία, Ι, 2003, § 26, αρ. 13, σελ. 349), αρμοδίως δε φέρονται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 4 § 2 του Ν. 3994/2011). Πρέπει, επομένως, οι ένδικες εφέσεις να γίνουν τυπικά δεκτές και, αφού ενωθούν και συνεκδικαστούν, με σκοπό την διευκόλυνση και επιτάχυνση της διεξαγωγής της δίκης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 246, 524 § 1 εδαφ. α και 591 § 1 εδαφ. α ΚΠολΔ, να εξεταστούν περαιτέρω κατά την αυτή ως άνω ειδική διαδικασία, για να ελεγχθούν το παραδεκτό και η βασιμότητα των λόγων τους, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 532, 533 § 1 και 591 § 1 εδαφ. α ΚΠολΔ. Να σημειωθεί και ότι, αν και οι εφέσεις ασκήθηκαν μετά την ισχύ του άρθρου 12 § 2 του Ν. 4055/2012, δεν απαιτείται για το παραδεκτό τους η κατάθεση του παραβόλου της § 4 του άρθρου 495 ΚΠολΔ, που προστέθηκε με τον ανωτέρω Νόμο, λόγω της φύσεως της διαφοράς ως εργατικής.

ΙΙ. Ο ενάγων ………… στην από 13.11.2015 αγωγή του ισχυρίστηκε ότι με ισάριθμες συμβάσεις ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που συνήψε στη ……. της Αττικής και στον …….. με την εναγόμενη ναυτική εταιρία, πλοιοκτήτρια του υπό ελληνική σημαία επιβατηγού –οχηματαγωγού (Ε/Γ – 0/Γ) πλοίου Θ.Π, κόρων ολικής χωρητικότητας (κ.ο.χ.) 4.935,37, ναυτολογήθηκε διαδοχικά επτά (7) φορές με την ειδικότητα του επίκουρου θαλαμηπόλου τις τέσσερις (4) και του χυτροκαθαριστή τις λοιπές και απασχολήθηκε σ’ αυτό κατά τα αναφερόμενα στην αγωγή χρονικά διαστήματα, αντί του προβλεπόμενου από την τότε ισχύουσα συλλογική σύμβαση ναυτικής εργασίας (ΣΣΝΕ) πληρωμάτων επιβατηγών ακτοπλοϊκών πλοίων μηνιαίου μισθού, ανεξαρτήτως δε της ειδικότητας της εκάστοτε ναυτολογήσεώς του παρείχε πάντοτε υπηρεσίες επίκουρου θαλαμηπόλου εργαζόμενος στο ως άνω πλοίο, που εκτελούσε καθημερινά τα αναλυτικώς αναφερόμενα στην αγωγή δρομολόγια, μέχρι τις 18.10.2015, οπότε και η τελευταία σύμβασή του λύθηκε κατόπιν δικής του αιτήσεως. Με βάση το ιστορικό αυτό και επικαλούμενος περαιτέρω ότι κατά καθ’ όλη τη διάρκεια των ναυτολογήσεών του απασχολήθηκε κατά μέσο όρο επί δεκατέσσερις (14) ώρες ημερησίως, χωρίς όμως να λάβει α] το σύνολο των αποδοχών που αντιστοιχούσαν στις ώρες υπερωριακής εργασίας του κατά τις καθημερινές ημέρες, τις Κυριακές, τα Σάββατα και τις αργίες και χωρίς να συνυπολογιστούν αυτές στο σύνολό τους για τον προσδιορισμό και την καταβολή των λοιπών δεδουλευμένων αποδοχών του (αναλογία επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα των ετών 2014 και 2015), καθώς και β] πλήρη την αμοιβή του για την εκτέλεση δρομολογίων «εξπρές», ζητούσε ο ενάγων, ο οποίος παραδεκτώς περιόρισε το αρχικώς εξολοκλήρου καταψηφιστικό αγωγικό αίτημά του σε εν μέρει αναγνωριστικό, α) να υποχρεωθεί η εναγόμενη να του καταβάλει το συνολικό χρηματικό ποσόν των είκοσι μιας χιλιάδων τετρακοσίων πέντε ευρώ και δεκαεννέα λεπτών (21.405,19 €) για διαφορές αποδοχών υπερωριακής απασχόλησης, με το νόμιμο τόκο από την ημέρα της τελευταίας αποναυτολογήσεώς του άλλως από την επίδοση της αγωγής του και β) να αναγνωριστεί η υποχρέωση της ιδίας στην καταβολή του συνολικού χρηματικού ποσού των δεκατριών χιλιάδων εξακοσίων ογδόντα οκτώ ευρώ (13.688 €) για διαφορά επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα και για διαφορές πρόσθετης αμοιβής δρομολογίων «εξπρές» των ετών 2014 και 2015, με το νόμιμο τόκο από τα ίδια ως άνω αφετήρια χρονικά σημεία. Με την εκκαλουμένη απόφαση η αγωγή αυτή κρίθηκε νόμιμη και, ακολούθως, με την παραδοχή, μεταξύ άλλων, ότι η ημερήσια απασχόληση του ενάγοντος ανήλθε σε εννέα (9) ώρες κατά τους χειμερινούς μήνες, σε δέκα (10) ώρες κατά τους μήνες Ιούνιο και Σεπτέμβριο και σε δώδεκα (12) ώρες κατά τους μήνες Ιούλιο και Αύγουστο εκάστου των ως άνω ετών, έγινε κατά ένα μέρος δεκτή ως και ουσιαστικά βάσιμη και, συγκεκριμένα, α) υποχρεώθηκε η εναγόμενη να του καταβάλει το συνολικό χρηματικό ποσόν των χιλίων οκτακοσίων σαράντα τεσσάρων ευρώ και ογδόντα τριών λεπτών (1.844,83 €), που αντιστοιχούσε στις διαφορές πρόσθετης αμοιβής υπερωριακής απασχόλησής του, ενώ αναγνωρίστηκε η υποχρέωσή της στην καταβολή του συνολικού χρηματικού ποσού των δύο χιλιάδων τετρακοσίων εξήντα τεσσάρων ευρώ και ογδόντα δύο λεπτών (2.464,82 €), που αντιστοιχούσε στις διαφορές της αναλογίας επιδομάτων δώρων εορτών και της πρόσθετης αμοιβής για την εκτέλεση δρομολογίων «εξπρές», με το νόμιμο τόκο από την επομένη της λύσεως της τελευταίας σύμβασης ναυτικής εργασίας του ενάγοντος στις 18.10.2015 και μέχρι την πλήρη εξόφληση. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονούνται ήδη με τις ένδικες εφέσεις τους αμφότεροι οι διάδικοι και, αποδίδοντάς της εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, όπως και κακή εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού, ζητούν την ουσιαστική παραδοχή των εφέσεών τους, την εξαφάνιση της εκκαλούμενης αποφάσεως, την αναδίκαση της αγωγής από το Δικαστήριο τούτο και την εν συνόλω παραδοχή ή απόρριψή της αντιστοίχως.

ΙΙΙ. Από την επανεκτίμηση όλων ανεξαιρέτως των εγγράφων, που οι διάδικοι νομότυπα με επίκληση προσκομίζουν, για να ληφθούν υπόψη είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα είτε ως δικαστικά τεκμήρια και από τις με αριθμούς ……………….. πέντε [5] ένορκες, ενώπιον της Συμβολαιογράφου Μυκόνου ……. η πρώτη, της Συμβολαιογράφου Λευκίμμης Κέρκυρας …….. η δεύτερη και του Συμβολαιογράφου Πειραιώς ………….. οι λοιπές, βεβαιώσεις τρίτων, που συντάχθηκαν με την επιμέλεια του ενάγοντος οι δύο [2] πρώτες και της εναγομένης οι λοιπές τρεις [3], κατόπιν νομότυπης και εμπρόθεσμης κλήτευσης του αντιδίκου εκάστου εξετάζοντος να παραστεί κατ’ αυτές (βλ. τις με αριθμούς …… αντίστοιχες εκθέσεις επιδόσεως των δικαστικών επιμελητών στο Πρωτοδικείο Πειραιώς ……….), το περιεχόμενο των οποίων σταθμίζεται ανάλογα με το βαθμό της γνώσεως και το μέτρο της αξιοπιστίας εκάστου βεβαιούντος, σε συνδυασμό προς τις μερικές μόνον παραδοχές και ομολογίες των διαδίκων, που συνάγονται από τα δικόγραφά τους, αναφέρονται στα αποδεικτέα θέματα που ειδικώς πιο κάτω επισημαίνονται και εκτιμώνται κατ’ άρθρα 261 εδαφ. β, 352 § 1 και 591 § 1 ΚΠολΔ αλλά και προς τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής (άρθρο 336 § 4 ΚΠολΔ), αποδεικνύονται κατά την κρίση του Δικαστηρίου τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά, που ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης: Με επτά (7) διαδοχικές άτυπες συμβάσεις εξαρτημένης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκαν όλες στη …….. της Αττικής μεταξύ του ενάγοντος ……….., Έλληνα απογεγραμμένου ναυτικού, κατόχου του με αριθμό ………. ναυτικού φυλλαδίου και της εναγόμενης ναυτικής εταιρίας με την επωνυμία «………», πλοιοκτήτριας του υπό ελληνική σημαία Ε/Γ – Ο/Γ πλοίου Θ. Π με αριθμό νηολογίου Πειραιώς …….., κ.ο.χ. 4.935,37, ο απασχολούμενος σ’ αυτό και προηγουμένως (από 25.8.2013 τουλάχιστον) με την ειδικότητα του χυτροκαθαριστή ενάγων, ναυτολογήθηκε εκ νέου. Η πρώτη των ενδίκων σύμβαση καταρτίστηκε στις 27.12.2013 και δυνάμει αυτής ο ενάγων παρείχε τις υπηρεσίες του στο εν λόγω πλοίο με την ειδικότητα του επίκουρου θαλαμηπόλου μέχρι την 5η.3.2014, οπότε και απολύθηκε στον λιμένα της ναυτολογήσεώς του λαμβάνοντας άδεια μέχρι την 13η.3.2014, κατά τη λήξη της οποίας ναυτολογήθηκε ξανά με την ίδια ειδικότητα στο ίδιο πλοίο, στο οποίο απασχολήθηκε έως την 20η.3.2014, οπότε και απολύθηκε στον λιμένα της Ραφήνας επειδή ασθένησε, για να επαναπροσληφθεί στις 3.4.2014 στον ίδιο λιμένα, στο ίδιο πλοίο και με την ειδικότητα του χυτροκαθαριστή και να απασχοληθεί σ’ αυτό αδιαλείπτως μέχρι την 29η.10.2014, οπότε και απολύθηκε στο λιμένα του Πειραιώς λόγω της ετήσιας επιθεώρησης του πλοίου. Επακολούθησε νέα ναυτολόγησή του στις 9.1.2015 στη …… με την ειδικότητα του επίκουρου θαλαμηπόλου. Η υπηρεσία του στο πλοίο διήρκεσε έκτοτε συνεχώς μέχρι την 18.10.2015 με την ειδικότητα μεν του επίκουρου θαλαμηπόλου κατά τα χρονικά διαστήματα από 9.1.2015 έως 2.3.2015 και από 16.3.2015 έως 1.4.2015 και του χυτροκαθαριστή κατά τα χρονικά διαστήματα από 2.3.2015 έως 16.3.2015 και από 1.4.2015 έως 18.10.2015, οπότε και απολύθηκε στο λιμένα της Ραφήνας κατόπιν αιτήσεώς του. Σε κάθε αλλαγή ειδικότητας μεσολαβούσε λύση της προηγούμενης σύμβασης και αυθημερόν σύναψη νέας. Όλα τα ανωτέρω δεν αμφισβητούνται από τους διαδίκους, προκύπτουν άλλωστε και από το αντίγραφο του αντιστοίχου τμήματος του ναυτικού φυλλαδίου του ενάγοντος, που προσκομίζεται σε φωτοαντίγραφο. Συνομολογείται ακόμη ότι καθ’ όλη τη διάρκεια της ένδικης εργασιακής του απασχόλησης και ανεξαρτήτως της αναγραφόμενης κάθε φορά ειδικότητας στο ναυτικό του φυλλάδιο ο ενάγων εκτελούσε μόνο τα καθήκοντα του επίκουρου θαλαμηπόλου. Τούτο, όπως το Δικαστήριο διαπιστώνει, συνέβαινε επειδή κατά την προβλεπόμενη από το άρθρο 6 του ΠΔ 177/1974 (ΦΕΚ Α 64/13.3.1974) οργανική σύνθεση του πληρώματος του ακτοπλοϊκού πλοίου Θ.Π, το προσωπικό ενδιαιτημάτων απάρτιζαν ένας [1] προϊστάμενος αρχιθαλαμηπόλος, τρεις [3] θαλαμηπόλοι και ένας [1] μόνον επίκουρος θαλαμηπόλος, ενώ την υπηρεσία μαγειρείου στελέχωναν δύο [2] μάγειροι και δύο [2] χυτροκαθαριστές, χωρίς οι υπηρεσίες των τελευταίων να είναι αναγκαίες για την εύρυθμη λειτουργία του πλοίου, το οποίο λόγω του μικρού μεγέθους του και της σύντομης χρονικής διάρκειας των πλόων του από το λιμένα αφετηρίας του στο λιμένα προορισμού του δεν διέθετε κοιτωνίσκους (καμπίνες) ούτε εστιατόριο για τους επιβάτες ούτε όμως και ευάριθμο πλήρωμα (αυτό δεν υπερέβαινε τα σαράντα [40] άτομα συνολικά), με αποτέλεσμα να επαρκεί για τις ανάγκες του μαγειρείου και τη σίτιση του πληρώματος μόνον ένας [1] χυτροκαθαριστής, δεδομένου και του ότι για την παροχή τριών [3] γευμάτων ημερησίως η τραπεζαρία των μελών του πληρώματος λειτουργούσε μόνον επί τέσσερις και μισή [4 και 1/2] ώρες κάθε ημέρα. Αντιθέτως, λόγω της αυξημένης, πέραν των οκτώ [8] ωρών, διάρκειας της συνολικής ημερήσιας διαδρομής του πλοίου [μετ’ επιστροφής στην αφετηρία του] ο μοναδικός επίκουρος θαλαμηπόλος θα παρείχε αναγκαίως υπερωριακή απασχόληση. Για το λόγο αυτό με απόφαση της πλοιοκτήτριας και εργοδότριας εναγόμενης εταιρίας ο ένας [1] από τους δύο [2] προσλαμβανόμενους χυτροκαθαριστές εκτελούσε καθήκοντα επίκουρου θαλαμηπόλου, χωρίς μάλιστα τούτο να της προκαλεί οικονομική επιβάρυνση, αφού ο προβλεπόμενος στην οικεία Συλλογική Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας (στο εξής ΣΣΝΕ) μισθός ενέργειας, τα λοιπά επιδόματα και το ωρομίσθιο των δύο [2] ειδικοτήτων ταυτίζονταν. Επιπλέον, σε όλες τις ως άνω συμβάσεις ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου [συνομολογείται ότι] συμφωνήθηκε ο ενάγων να λαμβάνει τον προβλεπόμενο από την ισχύουσα τότε ΣΣΝΕ για τα πληρώματα των ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων μηνιαίο μισθό. Κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα τις πάσης φύσεως αποδοχές του ενάγοντος ρύθμιζε η από 8.4.2014 ΣΣΝΕ Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων για το έτος 2014, που κυρώθηκε αρμοδίως και, έτσι, κατέστη γενικά υποχρεωτική, με την υπ’ αριθμ. 3525.1.5/01/13.6.2014 απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου, η οποία δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (ΦΕΚ Β 1664/24.6.2014). Σύμφωνα με αυτήν ο μηνιαίος μισθός ενεργείας του επίκουρου θαλαμηπόλου ανερχόταν σε εννιακόσια είκοσι οκτώ ευρώ και τριάντα έξι λεπτά (928,36 €), το επίδομα Κυριακών σε ποσοστό 22% επί του μισθού ενέργειας, δηλαδή σε διακόσια τέσσερα ευρώ και είκοσι τέσσερα λεπτά (204,24 €), το επίδομα βαρείας και ανθυγιεινής εργασίας σε τριάντα πέντε ευρώ και είκοσι δύο λεπτά (35,22 €), το αντίτιμο της σε είδος παρεχόμενης τροφοδοσίας σε δεκαεννέα ευρώ και είκοσι ένα λεπτά (19,21 €) την ημέρα, δηλαδή σε πεντακόσια εβδομήντα έξι ευρώ και τριάντα λεπτά (19,21 €/ημέρα Χ 30 ημέρες = 576,30 €) το μήνα και οι αποδοχές της άδειας μετά τροφοδοσίας σε τριακόσια πενήντα τρία ευρώ και σαράντα πέντε λεπτά [(928,36 €  + 204,24 € : 22 =) 51,48 € ημερομίσθιο Χ 5 ημέρες άδειας μηνιαίως = 257,40 € + (19,21 € ημερήσιο αντίτιμο τροφής Χ 5 ημέρες =) 96.05 € = 353,45 €]. Επομένως, οι τακτικές αποδοχές του ενάγοντος ανέρχονταν καθ’ όλο το επίδικο χρονικό διάστημα σε δύο χιλιάδες ενενήντα επτά ευρώ και πενήντα επτά λεπτά (2.097,57 €), πλέον του προβλεπόμενου στο άρθρο 5 της ΣΣΝΕ επιδόματος ιματισμού, ύψους πενήντα έξι ευρώ και πενήντα λεπτών (56,50 €) μηνιαίως, που του καταβαλλόταν σε τακτική και μόνιμη βάση, όπως προκύπτει από τις αποδείξεις πληρωμής της μισθοδοσίας του, το δε ωρομίσθιό του με την ΣΣΝΕ καθορίστηκε στο χρηματικό ποσό των πέντε ευρώ και τριάντα επτά λεπτών (5,37 €) και με τις προσαυξήσεις 25% (για την υπερωριακή, πέραν του νομίμου οκταώρου, εργασία κατά καθημερινές ημέρες και Κυριακές) και 50% (για την απασχόληση από την πρώτη ώρα εργασίας κατά τα Σάββατα και τις αργίες) σε έξι ευρώ και εβδομήντα ένα λεπτά (6,71 €) και σε οκτώ ευρώ και έξι λεπτά (8,06 €) αντιστοίχως. Εξάλλου, κατά τη διάρκεια των ναυτολογήσεων του ενάγοντος το πλοίο Θ. Π εκτελούσε τακτικά καθημερινά δρομολόγια σε γραμμή ενταγμένη στο γενικό δίκτυο ακτοπλοϊκών συγκοινωνιών με αφετηρία τη Νήσο Μύκονο των Κυκλάδων, την οποία συνέδεε με τις Νήσους του Αιγαίου Πελάγους Τήνο και Άνδρο και με το λιμένα της Ραφήνας στην Αττική. Συγκεκριμένα, τα δρομολόγια του πλοίου, όπως προκύπτουν από τις με αριθμούς 3314.1/238/13/31.10.2013 και 3314.1/130/2014/9.10.2014 αποφάσεις του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου με θέμα την «Ανακοίνωση Δήλωσης Δρομολόγησης του Ε/Γ – Ο/Γ “Θ. Π” ΝΠ ……» των περιόδων 2013 – 2014 και 2014 – 2015 αντίστοιχα, είχαν ως εξής: Τις καθημερινές απέπλεε από τη Μύκονο στις 07:35 με προορισμό διαδοχικά την Τήνο, όπου κατέπλεε στις 08:10 και από όπου αναχωρούσε στις 08:25, την Άνδρο, όπου κατέπλεε στις 10:00 και από όπου αναχωρούσε στις 10:15 και τη Ραφήνα, όπου κατέπλεε στις 12:10 το μεσημέρι, για να αναχωρήσει εκ νέου στις 17:30 το απόγευμα και εκτελώντας το αντίστροφο δρομολόγιο, δηλαδή προσεγγίζοντας ξανά τους λιμένες της Άνδρου και της Τήνου, με κατάπλους στις 19:30 και στις 21:20 και απόπλους στις 19:45 και στις 21.35 αντίστοιχα, να αφιχθεί στο λιμένα της αφετηρίας του (Μύκονος) στις 22:10. Η συνολική διάρκεια εκάστου δρομολογίου από και προς τη Μύκονο υπερέβαινε το δωδεκάωρο. Τα Σάββατα και τις Κυριακές εκτελούσε το ίδιο δρομολόγιο με ώρα αναχώρησης από τη Μύκονο τη 12:00 μεσημβρινή, κατάπλου στην Τήνο, την Άνδρο και τη Ραφήνα στις 12:30, στις 14:45 και στις 16:40 αντίστοιχα, απόπλου από τη Ραφήνα στις 17:30, άφιξη στην Άνδρο, στην Τήνο και στη Μύκονο στις 19:30, στις 21:20 και στις 22:10 αντίστοιχα και παραμονή σε καθέναν ενδιάμεσο λιμένα επί δεκαπεντάλεπτο της ώρας. Η διάρκεια αυτού του δρομολογίου ανερχόταν σε δέκα [10] ώρες και δέκα [10] πρώτα λεπτά. Κατά τους θερινούς μήνες του έτους 2014 και, συγκεκριμένα, κατά το χρονικό διάστημα από 1.6.2014 έως 14.9.2014 τα δρομολόγιά του είχαν επαυξηθεί και τροποποιηθεί, δεδομένου ότι κάθε Παρασκευή μετά τον κατάπλου του στη Μύκονο στις 22:10, το πλοίο Θ. Π αναχωρούσε ξανά με προορισμό τη Ραφήνα, στην οποία κατέπλεε στις 02:30 χωρίς να προσεγγίσει σε ενδιάμεσους λιμένες, για να διανυκτερεύσει εκεί και να αναχωρήσει το πρωινό του Σαββάτου στις 07:05 και μετά από αποεπιβιβάσεις επιβατών στους ενδιάμεσους λιμένες της Άνδρου και της Τήνου, στους οποίους κατέπλεε στις 09:00 και στις 10:45 αντίστοιχα και στους οποίους παρέμενε ελλιμενισμένο επί δεκαπεντάλεπτο της ώρας, να αφιχθεί στο λιμένα της Μυκόνου στις 11:30. Στη συνέχεια εκτελούσε το δρομολόγιο Μύκονος – Τήνος – Άνδρος – Ραφήνα όπως και κατά τα Σάββατα των χειμερινών μηνών με αναχώρηση στις 12:00 και κατάπλου στις 16:40 και το αντίστροφο δρομολόγιο επιστροφής στη Μύκονο με αναχώρηση στις 17:30 και κατάπλου στις 22:10. Όμοιο με εκείνο των χειμερινών μηνών ήταν και το πρώτο δρομολόγιο της Κυριακής με αναχώρηση από τη Μύκονο στις 12:00 και άφιξη διαδοχικά στην Τήνο, στην Άνδρο και τη Ραφήνα στις 12:30, στις 14:15 και στις 16:40 αντίστοιχα, μετά όμως από αυτό εκτελείτο ένα δρομολόγιο από Ραφήνα προς Άνδρο και επιστροφή στη Ραφήνα με αναχώρηση στις 17:30, παραμονή στην Άνδρο επί τριάντα πέντε [35] λεπτά της ώρας μεταξύ 19:25 και 20:00 και κατάπλου στη Ραφήνα στις 21:55. Το τελευταίο δρομολόγιο κάθε Κυριακής του ως άνω χρονικού διαστήματος είχε ώρα αναχώρησης από τη Ραφήνα στις 22:45, ενδιάμεσο προορισμό το λιμένα της Τήνου, όπου κατέφθανε (απευθείας από τη Ραφήνα) στις 01:45 και, μετά δεκάλεπτη παραμονή εκεί, κατάληξη προς διανυκτέρευση στο λιμένα της Μυκόνου, στον οποίο κατέπλεε στις 02:30 τη νύκτα. Κατά τι επαυξημένα προβλέφθηκαν τα δρομολόγια του ιδίου πλοίου κατά τους θερινούς μήνες του επομένου έτους [2015] και, συγκεκριμένα, κατά το χρονικό διάστημα από 12.6.2015 έως 14.9.2015. Ειδικότερα, μετά την εκτέλεση ομοίων, όπως και κατά τους χειμερινούς μήνες, δρομολογίων κάθε Δευτέρα έως και κάθε Πέμπτη, το βράδυ της ημέρας εκείνης (Πέμπτης) μετά τον κατάπλου του στη Μύκονο στις 22:10, το πλοίο Θ. Π, κατά τον διοικητικώς εγκεκριμένο πίνακα δρομολογίων του, που επισυνάφθηκε στην δεύτερη των ανωτέρω Υπουργική Απόφαση, αναχωρούσε ξανά με προορισμό τη Ραφήνα, στην οποία κατέπλεε στις 02:30 χωρίς να προσεγγίσει σε ενδιάμεσους λιμένες, για να διανυκτερεύσει εκεί και να αναχωρήσει το πρωινό της Παρασκευής στις 07:05 και μετά από αποεπιβιβάσεις επιβατών στους ενδιάμεσους λιμένες της Άνδρου και της Τήνου, στους οποίους κατέπλεε στις 09:00 και στις 10:45 αντίστοιχα και στους οποίους παρέμενε ελλιμενισμένο επί δεκαπεντάλεπτο της ώρας, να αφιχθεί στο λιμένα της Μυκόνου στις 11:30 και να αναχωρήσει από εκεί εκ νέου στις 12:00 με (απευθείας) προορισμό τη Ραφήνα, στο λιμένα της οποίας κατέπλεε στις 15:45. Στη συνέχεια εκτελούσε κατά σειρά το δρομολόγιο Ραφήνα – Άνδρος – Τήνος – Μύκονος με αναχώρηση στις 17:30 και κατάπλους στις 19:30, στις 21:20 και στις 22:10 αντίστοιχα και το δρομολόγιο Μύκονος – Ραφήνα, χωρίς ενδιάμεσους λιμένες, που άρχιζε στις 22:30 και ολοκληρωνόταν στις 02:30. Μετά από διανυκτέρευση στο λιμένα της Ραφήνας το πλοίο αναχωρούσε το πρωινό του Σαββάτου στις 07:05 και μετά από αποεπιβιβάσεις επιβατών στους ενδιάμεσους λιμένες της Άνδρου και της Τήνου, στους οποίους κατέπλεε στις 09:00 και στις 10:45 αντίστοιχα και στους οποίους παρέμενε ελλιμενισμένο επί δεκαπεντάλεπτο της ώρας, κατέπλεε στο λιμένα της Μυκόνου στις 11:30, για να αναχωρήσει εκ νέου στις 12:00 και, αφού προσεγγίσει διαδοχικά τους λιμένες της Τήνου και της Άνδρου, στις 12:30 και στις 14:15 αντίστοιχα και παραμείνει σε καθέναν τους επί δεκαπέντε [15] πρώτα λεπτά να αφιχθεί στη Ραφήνα στις 16:40, για να εκτελέσει αναχωρώντας από εκεί στις 17:30 το αντίστροφο δρομολόγιο επιστροφής στη Μύκονο, στο λιμένα της οποίας κατέπλεε στις 22:10. Όμοια με εκείνα της θερινής περιόδου του προηγουμένου έτους 2014 ήταν, τέλος, τα δρομολόγια της Κυριακής του χρονικού διαστήματος από 12.6.2015 έως 14.9.2015, με αναχώρηση από τη Μύκονο στις 12:00 και άφιξη διαδοχικά στην Άνδρο, την Τήνο και τη Ραφήνα στις 12:30, στις 14:15 και στις 16:40 αντίστοιχα, νέα αναχώρηση από εκεί προς Άνδρο, επιστροφή στη Ραφήνα και τελευταίο πλου προς Μύκονο με ενδιάμεση προσέγγιση στην Τήνο. Όπως, όμως, προκύπτει από το ημερολόγιο γέφυρας του πλοίου Θ.Π κατά τις Πέμπτες εκείνου του χρονικού διαστήματος (12.6.2015 – 14.9.2015) το εγκεκριμένο πρόγραμμα δρομολογίων εκτελέστηκε μόνον εν μέρει. Συγκεκριμένα, το βραδινό δρομολόγιο της ημέρας εκείνης πραγματοποιήθηκε μόνον στις 23.7, στις 30.7, στις 6.8 και στις 13.8, ενώ καθ’ όλες τις λοιπές Πέμπτες το πλοίο διανυκτέρευε στο λιμένα της Μυκόνου. Από το ίδιο έγγραφο προκύπτει, επιπλέον, ότι ούτε κατά την Παρασκευή 14.8. 2015 εκτελέστηκε το βραδινό δρομολόγιο από Μύκονο προς Ραφήνα. Περαιτέρω, τα κατά νόμο καθήκοντα του επίκουρου θαλαμηπόλου περιγράφονται στις διατάξεις των άρθρων 116 έως 120 του ΒΔ 683/1960 «Περί εγκρίσεως και θέσεως εις εφαρμογήν Κανονισμού εσωτερικής υπηρεσίας επί Ελληνικών επιβατηγών πλοίων πεντακοσίων κ.ο.χ. και άνω» (ΦΕΚ Α 158/4.10.1960) ως επιβοηθητικά της εργασίας των θαλαμηπόλων, οι οποίοι είναι επιφορτισμένοι με το καθήκον επιμέλειας της απόλυτης καθαριότητας, της καλής συντήρησης και της ευπρέπειας των ενδιαιτημάτων της θέσης που τους έχει ανατεθεί από τον προϊστάμενο αρχιθαλαμηπόλο (εστιατόρια, κυλικεία ή ενδιαιτήματα), ενώ, ειδικότερα, οι θαλαμηπόλοι των ενδιαιτημάτων επιμελούνται του ευπρεπισμού των κοιτωνίσκων των επιβατών και τίθενται στη διάθεσή τους για την αρτιότερη εξυπηρέτησή τους κατά τη διάρκεια του ταξιδιού επιμελούμενοι της παραλαβής και της μεταφοράς των αποσκευών τους από το κατάστρωμα στις θέσεις και τανάπαλιν κατά την επιβίβαση και την αποβίβασή τους. Στα ειδικότερα καθήκοντα των επικούρων περιλαμβάνονται κατά το ως άνω άρθρο 120, η στίλβωση των δαπέδων, η πλύση των επιτραπέζιων σκευών, η ευθέτηση αυτών στις σκευοθήκες και γενικότερα κάθε βοηθητική εργασία ειδικότητας θαλαμηπόλου, που τους ανατίθεται από τον αρχιθαλαμηπόλο της θέσης στην οποία ανήκουν. Εν προκειμένω, στα καθήκοντα του ενάγοντος περιλαμβάνονταν μόνον η παροχή βοήθειας στους επιβάτες κατά την επιβίβαση και αποβίβασή τους συνήθως μεν μόνον στους λιμένες αφετηρίας και προορισμού του πλοίου, εξαιρετικώς δε και στους ενδιάμεσους λιμένες προσεγγίσεως, ο καθαρισμός των κοινόχρηστων εσωτερικών αποχωρητηρίων του πλοίου, η περισυλλογή των απορριμμάτων από τους εσωτερικούς χώρους και η μεταφορά τους σε κάδο εντός του πλοίου, από τον οποίο τα απομάκρυνε απορριμματοφόρο όχημα στο λιμένα της Ραφήνας είτε σε καθημερινή βάση είτε σε αραιότερα χρονικά διαστήματα, ανάλογα με την επιβατική κίνηση και την εποχή του έτους. Άλλα καθήκοντα δεν είχε ο ενάγων ούτε και ο έτερος επίκουρος θαλαμηπόλος που απασχολούταν μαζί του στο πλοίο και, ειδικότερα, δεν βαρυνόταν με την καθαριότητα των κοιτωνίσκων των επιβατών, αφού το πλοίο δεν διέθετε καμπίνες ούτε της τραπεζαρίας των μελών του πληρώματος, αφού την εργασία αυτή, παρά τις αντίθετες προβλέψεις του ως άνω Κανονισμού, εκτελούσε ο μοναδικός χυτροκαθαριστής. Κατά τη διάρκεια δηλαδή των πλόων η μόνη εργασία των επίκουρων συνίστατο στη μέριμνα για την καθαριότητα των αποχωρητηρίων, δεκαοκτώ [18] τον αριθμό, που βρίσκονταν στην πλώρη και στην πρύμνη και στην περισυλλογή των απορριμμάτων. Μάλιστα, την εργασία αυτή δεν εκτελούσαν ταυτόχρονα οι δύο [2] απασχολούμενοι επίκουροι, δεδομένου ότι αυτοί εναλλάσσονταν σε δύο [2] βάρδιες, προκειμένου κανείς τους να μην εργάζεται υπερωριακά. Συγκεκριμένα, ο ένας τους εκτελούσε τα καθήκοντά του κατά τον πλου από την αφετηρία του πλοίου μέχρι τον κατάπλου στον προορισμό του και ο έτερος κατά το ταξίδι της επιστροφής. Οι δύο [2] επίκουροι θαλαμηπόλοι εργάζονταν ταυτόχρονα μόνον κατά την επιβίβαση των επιβατών στους λιμένες της Μυκόνου και της Ραφήνας. Επιπλέον, ουδείς επίκουρος θαλαμηπόλος εργαζόταν κατά τα νυκτερινά δρομολόγια του πλοίου, όπως και ο ενάγων με την αγωγή του συνομολογεί υποστηρίζοντας ότι η εργασία του εκτεινόταν χρονικά από ώρα 06:30 έως τις 23:30 καθ’ εκάστη με ενδιάμεσα διαλείμματα συνολικής διάρκειας δυόμιση [2,5] ωρών. Τα ανωτέρω προκύπτουν από τις ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων της εναγομένης …………, προϊστάμενου Οικονομικού Αξιωματικού στο πλοίο Θ.Σ Π και συζύγου της αδελφής του ενάγοντος, ……………, προϊστάμενου αρχιθαλαμηπόλου στο ίδιο πλοίο και αμέσου προϊσταμένου του ενάγοντος και …………, ναυτικού, απασχοληθέντος στο εν λόγω πλοίο με την ειδικότητα του επίκουρου θαλαμηπόλου μαζί με τον ενάγοντα κατά τα επίδικα χρονικά διαστήματα. Οι μαρτυρίες αυτές κρίνονται πιο αξιόπιστες σε σχέση προς τις ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων αποδείξεως, ……. ….. και ………, ναυτικών, απασχοληθέντων στο ίδιο πλοίο με την ειδικότητα του δεύτερου μηχανοδηγού κατά τα χρονικά διαστήματα από το μήνα Ιούλιο του έτους 2014 έως το μήνα Ιούνιο του επομένου έτους 2015 ο πρώτος και από το έτος 2012 μέχρι και το μήνα Ιούλιο του έτους 2014 ο δεύτερος. Η κρίση αυτή δεν εδράζεται μόνο στο γεγονός ότι οι δύο [2] τελευταίοι βρίσκονται σε αντιδικία με την εναγομένη έχοντας εγείρει κατ’ αυτής παρόμοιες με του ενάγοντος αξιώσεις ασκώντας ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 10.12.2015 αγωγή τους ούτε στο ότι ο ενάγων έχει προβεί προς απόδειξή της σε ένορκη βεβαίωση (τη με αριθμό ………..) ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιώς [περί του ότι μετά την κατάργηση του άρθρου 400 αρ. 3 ΚΠολΔ, που όριζε ότι δεν εξετάζονται, αν κληθούν ως μάρτυρες, πρόσωπα που έχουν συμφέρον από την έκβαση της δίκης, με την § 1 του άρθρου δεύτερου του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015 (ΑΠ 2118/2017, πρώτη δημοσίευση σε Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών [ΤΝΠ] ΝΟΜΟΣ), δεν συγκαταλέγονται πλέον στην κατηγορία των εξαιρετέων μαρτύρων τα πρόσωπα που έχουν συμφέρον από τη δίκη και, συνεπώς, εξετάζονται μεν ως μάρτυρες για την απόδειξη ή ανταπόδειξη αγωγής εκδικαζόμενης και κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών, ωστόσο η κατάθεση τους σταθμίζεται πάντοτε από το δικαστήριο της ουσίας ως προς την αξιοπιστία της, βλ. Ν. Νίκα, Εγχειρίδιο Πολιτικής Δικονομίας, 2018, Κεφάλαιο ΙΖ, αρ. 32 – 33, σελ. 482]. Προεχόντως αιτιολογείται από τη διαφορά των καθηκόντων του ενάγοντος αφενός και των εργαζομένων στο μηχανοστάσιο του πλοίου μαρτύρων του αφετέρου, που δεν εκτελούνταν στους ίδιους χώρους, όπως αντιθέτως συνέβαινε με τους ενόρκως υπέρ της εναγομένης βεβαιούντες, με αποτέλεσμα οι καταθέσεις των τελευταίων να αποδίδουν με μεγαλύτερη πιστότητα τις συνθήκες της καθημερινής απασχόλησης του ενάγοντος. Αρνητικά, βεβαίως, ως προς την αξιοπιστία των μαρτύρων του ενάγοντος αξιολογείται και το γεγονός ότι αυτοί, επιβεβαιώνοντας τους αγωγικούς ισχυρισμούς περί δεκατετράωρης καθημερινής εργασίας του ενός [1] μόνον από τους επίκουρους θαλαμηπόλους (δηλαδή του ενάγοντος), αποφεύγουν αμφότεροι να αναφερθούν στο ωράριο (βάρδια) του έτερου, να προσδιορίσουν δηλαδή αν εργαζόταν ταυτόχρονα με τον ενάγοντα ή εναλλάξ, ο δε εξ αυτών ………. παρασιωπά τελείως την ύπαρξη του δεύτερου επίκουρου, γεγονός με βαρύνουσα αποδεικτική σημασία, δεδομένου ότι η παρουσία του τελευταίου αποσκοπούσε να περιορίσει και κατά λογική αναγκαιότητα περιόριζε και το φόρτο αλλά και το χρόνο εργασίας του ενάγοντος. Ο ίδιος μάρτυρας αναφέρει μάλιστα ότι ο ενάγων «…καθάριζε και έπλενε τα επιτραπέζια σκεύη, προετοίμαζε και τακτοποιούσε τα τραπέζια για το πρωινό, το μεσημεριανό και βραδινό του πληρώματος, δουλεύοντας καθημερινά στην τραπεζαρία του πληρώματος τουλάχιστον επί 3 ώρες…», χωρίς να διευκρινίζει αν η εργασία αυτή του είχε ανατεθεί από τον προϊστάμενο αρχιθαλαμηπόλο ούτε να προσδιορίζει το λόγο για τον οποίο η εργασία αυτή στο συγκεκριμένο πλοίο βάρυνε τον ενάγοντα παρότι κατά την οργανική σύνθεσή του, ελλείποντος δεύτερου επίκουρου, το μαγειρείο στελέχωναν δύο [2] χυτροκαθαριστές. Η αναφορά αυτή αντιτίθεται ευθέως προς τις καταθέσεις τόσο του προϊστάμενου αρχιθαλαμηπόλου, που βεβαιώνει ότι ουδέποτε ανέθεσε στον ενάγοντα εργασία καθαριότητας στην τραπεζαρία του πληρώματος, όσο και του έτερου επίκουρου θαλαμηπόλου, που βεβαιώνει ότι ουδέποτε εργάστηκαν (ο ίδιος και ο ενάγων) εκεί ούτε και σε οποιαδήποτε άλλη επιστασία στο πλοίο, όπως στην καθαριότητα των κοιτωνίσκων των μελών του πληρώματος. Από όλα όσα προαναφέρθηκαν προκύπτει ότι κάθε ημέρα (καθημερινή, Σάββατο, Κυριακή ή αργία) κατά τη διάρκεια των χειμερινών μηνών των ετών 2014 και 2015 ο ενάγων εργαζόταν επί μία [1] ώρα πριν την αναχώρηση του πλοίου από το λιμένα της Μυκόνου μεριμνώντας για την υποδοχή των επιβατών και την παραλαβή των αποσκευών τους κατά την επιβίβασή τους στο πλοίο και στη συνέχεια, κατά τη βάρδια του (πρωινή ή απογευματινή), εντός της οποίας διέκοπτε την εργασία του για να γευματίσει με αποτέλεσμα η διάρκειά της να μην υπερβαίνει τις τέσσερις [4] ώρες, απασχολούταν με την περισυλλογή των απορριμμάτων από τα σαλόνια του πλοίου και την καθαριότητα των κοινοχρήστων αποχωρητηρίων στο εσωτερικό του πλοίου. Στους ενδιάμεσους λιμένες της Τήνου και της Άνδρου ο ενάγων δεν παρείχε υπηρεσίες κατά την αποεπιβίβαση των επιβατών, αφού η επιβατική κίνηση δεν το επέβαλε, αρκούσε δε προς τούτο η παρουσία του προϊστάμενου Οικονομικού Αξιωματικού του πλοίου και ενός [1] ακόμη Οικονομικού Αξιωματικού, οι οποίοι προέβαιναν στον έλεγχο των εισιτηρίων των επιβατών, καθώς και του προϊστάμενου θαλαμηπόλου, που τους κατηύθυνε στους εσωτερικούς χώρους του πλοίου. Κατά την άφιξη του πλοίου στο λιμένα της Ραφήνας ο ενάγων απασχολούταν επί τριάντα ακόμη λεπτά [1/2 ώρα] με την επίβλεψη της ασφαλούς αποβίβασης των επιβατών και την καθαριότητα των χώρων ευθύνης του, προετοιμάζοντας αυτούς για το επόμενο δρομολόγιο. Μία [1] ώρα πριν την αναχώρηση αυτού για τη Μύκονο εργαζόταν στην υποδοχή των επιβατών, όπως και το πρωί και κατά την άφιξή του εκεί, αν δεν είχε απογευματινή βάρδια, απασχολούταν επί τριάντα ακόμη λεπτά [1/2 ώρα] με την αποβίβασή τους και την αποκομιδή των απορριμμάτων, ενώ αν είχε τη συγκεκριμένη βάρδια την εργασία αυτή εκτελούσε ο έτερος επίκουρος θαλαμηπόλος και ο ενάγων μεριμνούσε για την καθαριότητα όσων αποχωρητηρίων δεν είχε καθαρίσει κατά τη διάρκεια του πλου. Συνολικώς, επομένως, η ημερήσια απασχόληση του ενάγοντος δεν υπερέβαινε τις επτά [7] ώρες, πλην, βεβαίως, των ημερών κατά τις οποίες είτε δεύτερος επίκουρος θαλαμηπόλος δεν είχε ναυτολογηθεί είτε ο ένας [1] από τους δύο [2] επίκουρους απουσίαζε σε άδεια, οπότε οι ώρες εργασίας του άλλου αυξάνονταν. Την εκτέλεση των δρομολογίων του πλοίου με έναν [1] μόνον επίκουρο θαλαμηπόλο κατά τους χειμερινούς μήνες των ενδίκων ετών και για μικρό χρονικό διάστημα κάθε φορά βεβαιώνουν μεν ενόρκως οι μάρτυρες της εναγομένης αλλά από κανένα αποδεικτικό μέσο δεν προκύπτει ο αριθμός των ημερών της κατ’ αυτόν τον τρόπο λειτουργίας του πλοίου. Όμως, από τις αποδείξεις πληρωμής της μισθοδοσίας του ενάγοντος προκύπτει ότι του καταβλήθηκε αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης επί είκοσι [20] ώρες το μήνα Φεβρουάριο του έτους 2014, οπότε και έλαβε εκατόν τριάντα τέσσερα ευρώ και είκοσι λεπτά (134,20 €), επί δέκα [10] ώρες για καθέναν των μηνών Απριλίου και Μαΐου του ιδίου έτους, οπότε και έλαβε εξήντα επτά ευρώ και δέκα λεπτά (67,10 €) ανά μήνα, επί τριάντα [30] ώρες το μήνα Μάρτιο του επομένου έτους 2015, οπότε και έλαβε διακόσια ένα ευρώ και τριάντα λεπτά (201,30 €) και επί είκοσι [20] ώρες για καθέναν των μηνών Απριλίου και Μαΐου του αυτού έτους, οπότε και έλαβε εκατόν τριάντα τέσσερα ευρώ και είκοσι λεπτά (134,20 €) ανά μήνα. Περισσότερες ώρες, συνεπώς, δεν αποδεικνύεται ότι εργάστηκε υπερωριακώς ο ενάγων κατά τους χειμερινούς μήνες των ετών αυτών και οι αντίστοιχες απαιτήσεις του έχουν εξοφληθεί, κατά τη δεκτή γενόμενη ως και ουσιαστικά βάσιμη ένσταση της εναγομένης (άρθρο 416 ΑΚ), που προβλήθηκε πρωτοδίκως και επαναφέρεται στην έκκλητη δίκη. Αντιθέτως, κατά τους θερινούς μήνες (Ιούνιο έως και Σεπτέμβριο) των ιδίων ετών λόγω της κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας αυξημένης επιβατικής κίνησης των νήσων του Αιγαίου Πελάγους, τις ακτοπλοϊκές ανάγκες των οποίων το πλοίο εξυπηρετούσε, ο χρόνος παροχής της εργασίας του ενάγοντος παρατεινόταν. Συγκεκριμένα, αυτός απασχολούταν προσθέτως, πρώτον, κατά την αποεπιβίβαση των επιβατών στους ενδιάμεσους λιμένες της Άνδρου και της Τήνου, επί χρόνο ίσο προς την παραμονή του πλοίου σ’ αυτούς, δηλαδή επί δεκαπέντε [15] πρώτα λεπτά της ώρας σε καθέναν, εφόσον, βέβαια το πλοίο τους προσέγγιζε κατά το δρομολόγιο κατά το οποίο ο ενάγων δεν είχε βάρδια, αφού στο αντίστροφο δρομολόγιο την ίδια εργασία εκτελούσε εντός του τετραώρου της βάρδιας του και, πάντως όχι κατά τους βραδινούς πλόες επί τέσσερις [4] Πέμπτες του θερινού διαστήματος του έτους 2015 και εκάστης Παρασκευής [πλην της 14ης.8.2015] και Κυριακής αμφοτέρων των θερινών διαστημάτων και, δεύτερον, επί τριάντα [30] επιπλέον λεπτά σε καθέναν από τους λιμένες της Ραφήνας και της Μυκόνου κατά την άφιξη του πλοίου σ’ αυτούς απασχολούμενος με την καθαριότητα των χώρων ευθύνης του ή την περισυλλογή και αποκομιδή των απορριμμάτων. Η συνολική ημερήσια απασχόλησή του, επομένως, δεν υπερέβη σε καμία περίπτωση τις οκτώμισι [8,5] ώρες. Αντίθετο συμπέρασμα δε μπορεί να εξαχθεί από το γεγονός ότι στις μηνιαίες αποδείξεις πληρωμής της μισθοδοσίας του ενάγοντος εμφανίζεται αυτός να λαμβάνει, όπως άλλωστε και η εναγομένη συνομολογεί, αμοιβή για παροχή υπερωριακής εργασίας επί τριάντα [30] ώρες για καθέναν των μηνών Ιουνίου, Ιουλίου και Αυγούστου του έτους 2014, ύψους διακοσίων ενός ευρώ και τριάντα λεπτών (201,30 €), επί δεκαπέντε [15] ώρες κατά το μήνα Σεπτέμβριο του αυτού έτους, ύψους εκατό ευρώ και εξήντα πέντε λεπτών (100,65 €) και επί είκοσι (20) ώρες για καθέναν των μηνών του θερινού διαστήματος του έτους 2015, ύψους εκατόν τριάντα τεσσάρων ευρώ και είκοσι λεπτών (134,20 €), αφού με βάση τα λοιπά αποδεικτικά μέσα που τίθενται υπόψη του Δικαστηρίου δε μπορεί να διαπιστωθεί το είδος, το αντικείμενο και ο χρόνος της εργασίας για την οποία η εναγόμενη κατέβαλε στον ενάγοντα αμοιβή για υπερωριακή εργασία διάρκειας μισής ώρας πέραν της κατά τα άνω αποδεικνυόμενης για τους μήνες Ιούνιο, Ιούλιο και Αύγουστο του έτους 2014 και δέκα [10] λεπτών πέραν της αποδεικνυόμενης για τους θερινούς μήνες του επομένου έτους 2015. Από όλα όσα προαναφέρθηκαν προκύπτει ότι ο ενάγων δεν διατηρεί απαιτήσεις από υπερωριακή εργασία ούτε για διαφορές των επιδομάτων δώρων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα των ενδίκων ετών, τις οποίες επιστήριξε σε μόνο τον ισχυρισμό ότι δεν συνυπολογίστηκαν για τον προσδιορισμό του ύψους των επιδομάτων αυτών οι ώρες της υπερωριακής απασχόλησής του οι πέραν εκείνων για τις οποίες ήδη [συνομολογεί ότι] αμείφθηκε κατά τα ανωτέρω. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, επομένως, που δέχθηκε ότι ο ενάγων εργαζόταν καθημερινά, καθώς και τα Σάββατα, τις Κυριακές και τις αργίες επί εννέα [9] ώρες κατά τους χειμερινούς μήνες, επί δέκα [10] ώρες κατά τους μήνες Ιούνιο και Σεπτέμβριο των ετών 2014 και 2015 και επί δώδεκα [12] ώρες κατά τους μήνες Ιούλιο και Αύγουστο των ιδίων ετών έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων και πρέπει να γίνουν δεκτοί ως και ουσιαστικά βάσιμοι οι πρώτος και δεύτερος λόγοι της έφεσης της εναγομένης και να απορριφθούν κατ’ ουσία οι πρώτος και τέταρτος κατά το συναφές σκέλος του λόγοι της έφεσης του ενάγοντος. Περαιτέρω, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα προκύπτει ότι κατά το χρονικό διάστημα από 1.6.2014 έως 14.9.2014 το πλοίο Θ. Π είχε τακτικές καθημερινές αναχωρήσεις από το λιμένα αφετηρίας του, τη Μύκονο, προς Τήνο, Άνδρο και Ραφήνα, από όπου εκτελούσε αντίστροφο δρομολόγιο επιστρέφοντας στην αφετηρία του, όπως οι πλόες του ανωτέρω αναλυτικά περιγράφηκαν. Εκτελούσε δηλαδή κατά κανόνα οκτώ [8] κυκλικά δρομολόγια εβδομαδιαίως, διάρκειας μεγαλύτερης των δώδεκα [12] ωρών, δύο [2] από τα οποία επεκτείνονταν και κατά τις νυκτερινές ώρες, δηλαδή μετά τις 23:00. Σύμφωνα δε με τις διατάξεις των §§ 5, 6 και 7 περ. α του άρθρου 33 της ως άνω ΣΣΝΕ προκειμένου περί πλοίων που έχουν τακτικές καθημερινές αναχωρήσεις από το λιμάνι αφετηρίας καταβάλλεται πρόσθετη αμοιβή για τα πέραν των πέντε [5] δρομολογίων κάθε εβδομάδα, εφόσον επεκτείνουν τα δρομολόγιά τους τις νυκτερινές ώρες, δηλαδή από 23:00 έως 07:00 ώρας και, εφόσον η διάρκεια του κυκλικού ταξιδιού (δηλαδή η μετάβαση στο λιμένα ή τους λιμένες προορισμού και η επιστροφή στο λιμένα αφετηρίας) είναι μεγαλύτερη των δώδεκα [12] ωρών, η πρόσθετη αυτή αμοιβή είναι ίση προς το 1/30 των συνολικών μηνιαίων αποδοχών του ναυτικού. Το μέγιστο, επομένως, των πέραν των πέντε [5] δρομολογίων μηνιαίως ανέρχεται εν προκειμένω σε οκτώ [2 δρομολόγια την εβδομάδα Χ 4 εβδομάδες = 8] δρομολόγια, αμειβόμενα ως «δρομολόγια εξπρές» κατά την ορολογία της ΣΣΝΕ και, για το σύνολο των εβδομάδων του επίδικου χρονικού διαστήματος σε είκοσι οκτώ [(8 δρομολόγια Χ 3 μήνες {Ιούνιο, Ιούλιο και Αύγουστο} =) 24 δρομολόγια + 4 δρομολόγια το μήνα Σεπτέμβριο = 28] δρομολόγια και όχι σε πλέον των τριάντα [30,28], όπως κατ’ εσφαλμένο αριθμητικό υπολογισμό προσδιορίζονται στην αγωγή. Ωστόσο, την εβδομάδα από 9.6.2014 έως 15.6.2014 ο ενάγων συμμετείχε σε ένα [1] μόνον δρομολόγιο εξπρές, καθώς την εβδομάδα εκείνη εργάστηκε έξι [6] ημέρες, δεδομένου ότι έλαβε άδεια στις 14.6.2014, ημέρα Σάββατο, στο λιμένα της Ραφήνας και επανήλθε στην εργασία του την επομένη, πριν τον απόπλου του πλοίου για τη Μύκονο, χωρίς να λάβει μέρος στο κυκλικό δρομολόγιο εκείνης της ημέρας. Επιπλέον, τις εβδομάδες από 30.6.2014 έως 6.7.2014 και από 7.7.2014 έως 13.7.2014 το πλοίο δεν εκτέλεσε δρομολόγια εξπρές, για το λόγο ότι στις 5, 6, 7 και 8 Ιουλίου είχε απαγορευθεί ο απόπλους λόγω βλάβης στο δεξιό έλικα, με αποτέλεσμα να μην πραγματοποιήσει άνω των πέντε [5] δρομολογίων κατά τις εβδομάδες αυτές (σημειωτέον ότι την Τετάρτη 9.7.2014 το πλοίο εκκίνησε από τη Ραφήνα στις 18:35 και, συνεπώς, δεν εκτέλεσε κυκλικό δρομολόγιο την ημέρα εκείνη). Επομένως, ο ενάγων δικαιούται να λάβει πρόσθετη αμοιβή για είκοσι πέντε [25] δρομολόγια εξπρές που πραγματοποιήθηκαν κατά το χρονικό διάστημα από 1.6.2014 έως 14.9.2014 και, συγκεκριμένα, για επτά [7] δρομολόγια κατά το μήνα Ιούνιο, έξι [6] δρομολόγια κατά το μήνα Ιούλιο, οκτώ [8] δρομολόγια κατά το μήνα Αύγουστο και τέσσερα [4] δρομολόγια κατά το μήνα Σεπτέμβριο. Η αμοιβή του αυτή υπολογίζεται ως γινόμενο του αριθμού των δρομολογίων προς το 1/30 των συνολικών μηνιαίων αποδοχών του, που ανέρχεται σε εβδομήντα τέσσερα ευρώ και τριάντα τρία λεπτά [2.097,05 € οι συνολικές τακτικές αποδοχές του + 132,48 € ο μέσος όρος υπερωριακής αμοιβής του (134,20 € + 67,10 € + 67,10 € + 201,30 € + 201,30 € + 201,30 € + 100,65 € = 1.240,95 € οι συνολικώς καταβληθείσες κατά τους μήνες που προαναφέρθηκαν αποδοχές υπερωριακής απασχόλησης του ενάγοντος ÷ 281 ημέρες εργασίας κατά το έτος 2014 Χ 30 ημέρες) = 2.230,05 € ÷ 30 = 74,33 €] και προσδιορίζεται σε χίλια οκτακόσια πενήντα οκτώ ευρώ και τριάντα επτά λεπτά (1.858,37 €), εκ των οποίων, όπως ο ίδιος συνομολογεί έλαβε μέρος τους, ίσο προς χίλια εκατόν ογδόντα ένα ευρώ και ενενήντα δύο λεπτά (1.181,92 €) και, συνεπώς, δικαιούται τη διαφορά, η οποία ανέρχεται σε εξακόσια εβδομήντα έξι ευρώ και σαράντα πέντε λεπτά (1.858,37 € – 1.181,92 € = 676,45 €). Εξάλλου, με βάση τους πλόες που πράγματι εκτελέστηκαν κατά το χρονικό διάστημα από 12.6.2015 έως 14.9.2015, που εν πολλοίς ταυτίζονταν με εκείνους του προηγούμενου θέρους, αποδεικνύεται ότι το πλοίο Θ. Π πραγματοποίησε από δύο [2] επεκτεινόμενα κατά τις νυκτερινές ώρες δρομολόγια (της Παρασκευής και της Κυριακής) κατά τις εβδομάδες από 12.6 έως 18.6, 19.6 έως 25.6, 26.6 έως 2.7, 3.7 έως 9.7, 10.7 έως 16.7, 21.8 έως 27.8, 28.8 έως 3.9 και 4.9 έως 10.9, ένα [1] δρομολόγιο εξπρές την εβδομάδα από 14.8 έως 20.8 (δεδομένου ότι κατ’ αυτήν δεν πραγματοποιήθηκε βραδινό δρομολόγιο ούτε την Παρασκευή 14.8 ούτε την επόμενη Πέμπτη 20.8, παρά μόνο εκείνο της Κυριακής 16.8) και από τρία [3] δρομολόγια εξπρές κατά τις εβδομάδες από 17.7 έως 23.7, 24.7 έως 30.7, 31.7 έως 6.8 και 7.8 έως 13.8.2015 (δεδομένου ότι κατ’ αυτές εκτελέστηκαν βραδινά δρομολόγια τις Πέμπτες, τις Παρασκευές και τις Κυριακές). Το σύνολο των δρομολογίων αυτών υπολογίζεται σε είκοσι εννέα [29] και επί τη βάσει αυτών θα υπολογιστεί η πρόσθετη αμοιβή που δικαιούται ο ενάγων, καθόσον, μολονότι στις 20.6 ημέρα Σάββατο, στις 4.8 ημέρα Τρίτη και στις 9.9 ημέρα Τετάρτη έλαβε άδεια και διανυκτέρευσε εκτός του πλοίου, εντούτοις κατά τις αντίστοιχες εβδομάδες συμμετείχε σε τουλάχιστον έξι [6] κυκλικά δρομολόγια και σε όλα τα βραδινά, απορριπτομένου του τρίτου λόγου της έφεσης της εναγομένης κατά το συναφές σκέλος του. Η αμοιβή του αυτή υπολογίζεται ως γινόμενο του αριθμού των δρομολογίων προς το 1/30 των συνολικών μηνιαίων αποδοχών του, που ανέρχεται σε εβδομήντα τρία ευρώ και σαράντα επτά λεπτά [2.097,05 € οι συνολικές τακτικές αποδοχές του + 106,70 € ο μέσος όρος υπερωριακής αμοιβής του (201,30 € + 134,20 € + 134,20 € + 134,20 € + 134,20 € + 134,20 € + 134,20 € = 1.006,50 € οι συνολικώς καταβληθείσες κατά τους μήνες που προαναφέρθηκαν αποδοχές υπερωριακής απασχόλησης του ενάγοντος ÷ 283 ημέρες εργασίας κατά το έτος 2015 Χ 30 ημέρες) = 2.204,26 € ÷ 30 = 73,47 €] και προσδιορίζεται σε δύο χιλιάδες εκατόν τριάντα ευρώ και εξήντα τρία λεπτά (2.130,63 €), εκ των οποίων, όπως ο ίδιος συνομολογεί έλαβε μέρος τους, ίσο προς χίλια τριακόσια είκοσι ένα ευρώ και είκοσι οκτώ λεπτά (1.321,28 €) και, συνεπώς, δικαιούται τη διαφορά, η οποία ανέρχεται σε οκτακόσια εννέα ευρώ και τριάντα πέντε λεπτά (2.130,63 € – 1.321,28 € = 809,35 €). Να σημειωθεί εδώ ότι ορθώς μεν η εκκαλουμένη για τον προσδιορισμό των συνολικών αποδοχών του ενάγοντος δεν συνυπολόγισε το χορηγούμενο σ’ αυτόν επίδομα ιματισμού, που δε λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό της πρόσθετης αμοιβής δρομολογίων εξπρές (ΜονΕφΠειρ. 603/2015, ΜονΕφΠειρ. 281/2015, ΜονΕφΠειρ. 71/2014, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), η παραδοχή της αυτή, άλλωστε δεν πλήττεται με λόγο έφεσης εκ μέρους του ενάγοντος, εσφαλμένα, όμως, επί τη βάσει αυξημένων μέσων αμοιβών υπερωριακής εργασίας υπολόγισε την ένδικη πρόσθετη αμοιβή του σε δύο χιλιάδες τριακόσια έξι ευρώ και ενενήντα τρία λεπτά (2.306,93 €) για το έτος 2014 και σε τρεις χιλιάδες τριακόσια ευρώ και εβδομήντα τέσσερα λεπτά (3.300,74 €) για το έτος 2015 και τελικώς, μετ’ αφαίρεση των ήδη καταβληθέντων, επιδίκασε σ’ αυτόν για την ερευνώμενη αιτία το χρηματικό ποσό των χιλίων εκατόν είκοσι πέντε ευρώ και ενός λεπτού (1.125,01 €) για το έτος 2014 και των χιλίων εννιακοσίων εβδομήντα εννέα ευρώ και σαράντα έξι λεπτών (1.979,46 €) για το έτος 2015. Επομένως, πρέπει να απορριφθούν ο τρίτος και ο τέταρτος κατά το συναφές σκέλος του λόγοι της έφεσης του ενάγοντος ως ουσιαστικά αβάσιμοι και να γίνει εν μέρει δεκτός κατ’ ουσίαν ο τρίτος λόγος της έφεσης της εναγομένης.

  1. IV. Κατά το άρθρο 3 § 1 του Ν. 3239/1955 η ατομική σύμβαση εργασίας, που καταρτίζεται από πρόσωπο δεσμευόμενο από συλλογική σύμβαση εργασίας, θεωρείται ότι περιέχει αυτοδικαίως τους θεσπισθέντες με αυτήν την τελευταία όρους, οι δε αντίθετες ατομικές συμφωνίες είναι άκυρες. Όμως, όροι ατομικής εργασιακής συμβάσεως ευνοϊκότεροι για το μισθωτό από αυτούς της συλλογικής σύμβασης είναι επικρατέστεροι. Εκ τούτων συνάγεται ότι, εάν με την ατομική σύμβαση εργασίας συμφωνήθηκαν αποδοχές υπέρτερες των προβλεπομένων από τη συλλογική σύμβαση και περιελήφθη όρος ότι κάθε άλλη παροχή θα καλύπτεται από τις πέραν των νομίμων καταβαλλόμενες, ο όρος είναι ισχυρός. Τούτο ισχύει όχι μόνο για τις αποδοχές που υφίστανται κατά το χρόνο συνάψεως της ατομικής εργασιακής σύμβασης αλλά και για τις μέλλουσες, δηλαδή και για εκείνες που θεσπίστηκαν μετά την κατάρτιση της σχετικής ατομικής σύμβασης. Τα ανωτέρω ισχύουν ομοίως και για αξιώσεις από ναυτική εργασία, που θεμελιώνονται σε ειδικές διατάξεις (ΑΠ 516/2017, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 465/2009, ΕΝαυτΔ 2009/276). Συνεπώς, εάν συμφωνηθεί στη σύμβαση ναυτικής εργασίας και καταβάλλεται τακτικώς και παγίως στο ναυτικό, κατά τη διάρκεια της παροχής των υπηρεσιών του, εκτός του προβλεπομένου από την οικεία ΣΣΝΕ μισθού και πρόσθετο χρηματικό ποσό, αποκαλούμενο στη ναυτική ορολογία «επιμίσθιο», ως αντάλλαγμα της παρεχομένης εργασίας του, της δραστηριότητας και του ζήλου του κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, χωρίς πρόβλεψη περί καταλογισμού αυτού προς άλλες αποδοχές, το πρόσθετο τούτο ποσόν αποτελεί μέρος του μισθού και όχι δωρεάν παροχή του εργοδότη, ελευθέρως ανακλητή ή δυνάμενη να καταλογιστεί μονομερώς προς άλλες συμβατικές αξιώσεις του ναυτικού. Όμως, το ως άνω πρόσθετο χρηματικό ποσό («επιμίσθιο») μπορεί να συμψηφιστεί προς τις προβλεπόμενες από τις οικείες ΣΣΝΕ αποδοχές, μόνον τότε, όταν υπήρξε σχετική συμφωνία στη σύμβαση ναυτικής εργασίας περί καταλογισμού του στις παρεχόμενες συμβατικές αποδοχές. Σε διαφορετική περίπτωση, αν δηλαδή δεν έχει κάτι τέτοιο ειδικώς και ορισμένως συμφωνηθεί, ο εργοδότης δεν έχει τη δυνατότητα να προβεί στον εν λόγω συμψηφισμό, γιατί με τον τρόπο αυτό θα περιόριζε μονομερώς τις συμβατικές αποδοχές του εργαζομένου (ΑΠ 1013/2003, ΕΝαυτΔ 2003/345, ΑΠ 225/2002, ΔΕΝ 2002/1314, ΜονΕφΠειρ. 369/2016, ΜονΕφΠειρ. 213/2016, ΜονΕφΠειρ. 50/2016, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 496/2015, αδημ., ΜονΕφΠειρ. 322/2015, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 221/2015, Δνη 2016/1405, ΜονΕφΠειρ. 647/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΤριμΕφΠειρ 185/2012, ΕΝαυτΔ 2012/397, ΤριμΕφΠειρ 471/2011, ΕΝαυτΔ 2011/257, Ι. Κοροτζής, Ναυτικό Δίκαιο, τόμος πρώτος, 2004, άρθρο 60, σελ. 326).

Εν προκειμένω, η εκκαλουμένη, κατά παραδοχή ως και ουσιαστικά βάσιμης σχετικής ένστασης συμψηφισμού της εναγόμενης, στο συνολικό χρηματικό ποσό των οκτώ χιλιάδων εξακοσίων πενήντα επτά ευρώ και εξήντα δύο λεπτών (8.657,62 €), που έκρινε ότι δικαιούται ο ενάγων ως αμοιβή υπερωριακής εργασίας, ως πρόσθετη αμοιβή δρομολογίων εξπρές και για διαφορές επιδομάτων δώρων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα των ετών 2014 και 2015, καταλόγισε τέσσερις χιλιάδες τριακόσια σαράντα επτά ευρώ και ενενήντα επτά λεπτά (4.347,97 €), που ο τελευταίος είχε λάβει τμηματικά καθ’ όλο το επίδικο χρονικό διάστημα ως «extra αμοιβές» του, δεχόμενη ειδικότερα ότι το ποσό αυτό συνίστατο σε ποσοστά επί των καθαρών εισπράξεων των κυλικείων του πλοίου και καταβλήθηκε σ’ αυτόν ως επιμίσθιο δυνάμενο να συμψηφιστεί με απαιτήσεις του [και] από την πραγματοποίηση δρομολογίων, με βάση σχετική συμβατική ρύθμιση των διαδίκων. Την κρίση αυτή του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου πλήττει ο ενάγων με το δεύτερο λόγο της έφεσής του αιτιώμενος εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων. Όπως προκύπτει από τον με αριθμό 4 όρο της από 13.8.2013 (προηγούμενης των επιδίκων) σύμβασης ναυτικής εργασίας του ενάγοντος που καταρτίστηκε εγγράφως και δεν αμφισβητείται ότι εξακολούθησε να διέπει και τις επόμενες επίδικες άτυπες συμβάσεις του, με αυτόν ρητά συμφωνήθηκε ότι «Κάθε ποσό που καταβάλει η Εταιρία στο Ναυτικό πάνω από τις ελάχιστες νόμιμες αποδοχές μπορεί να συμψηφίζεται με τυχόν πραγματοποιούμενες από το Ναυτικό υπερωρίες ή άλλες υποχρεώσεις της Εταιρίας σχετικές με την παρούσα σύμβαση». Όμως, ο συμβατικός αυτός όρος, ερμηνευόμενος κατά τις υποδείξεις των διατάξεων των άρθρων 173 και 200 ΑΚ, δεν επιτρέπει οποιονδήποτε συμψηφισμό, εφόσον δι’ αυτού δεν προσδιορίζονται ειδικά και ορισμένα οι υπέρτερες αποδοχές του ενάγοντος, που θα μπορούσαν να συμψηφίζονται με πραγματοποιούμενες υπερωρίες του ή με άλλες συμβατικές υποχρεώσεις της εργοδότριας. Δεν συνέτρεξαν, επομένως, εν προκειμένω οι νόμιμες προϋποθέσεις του επιτρεπτού συμβατικού συμψηφισμού, αφού δεν προσδιορίσθηκαν ειδικά κατά ποσό οι υπέρτερες αποδοχές (ως επιμίσθιο, τακτικά και παγίως καταβαλλόμενο) του ενάγοντος, που θα μπορούσαν να συμψηφίζονται με μελλοντικές υποχρεώσεις της εναγομένης προς αυτόν, προερχόμενες από οποιαδήποτε νόμιμη αιτία ούτε προσδιορίστηκε κατά τρόπο συγκεκριμένο και αναμφίβολο ότι τα ποσά που αντιστοιχούσαν σε ποσοστό επί των εισπράξεων των κυλικείων του πλοίου και τα οποία λάμβανε ο ενάγων ως «extra αμοιβές» υπόκεινται (αυτά και όχι οποιαδήποτε άλλα) σε συμψηφισμό με ενδεχόμενες νόμιμες αξιώσεις του πέραν των συμβατικώς προβλεπομένων. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, επομένως, που δέχθηκε ως και ουσιαστικά βάσιμη την ένσταση συμψηφισμού της εναγομένης, έσφαλε ως προς την εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση των αποδείξεων κατά το συναφή βάσιμο δεύτερο λόγο της ένδικης έφεσης του ενάγοντος.

  1. V. Κατ’ ακολουθίαν των προεκτεθέντων, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφασή του δέχθηκε κατά ένα μέρος την αγωγή και υποχρέωσε την εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα το χρηματικό ποσό των χιλίων οκτακοσίων σαράντα τεσσάρων ευρώ και ογδόντα τριών λεπτών (1.844,83 €), αναγνώρισε δε ότι υποχρεούται στην προς αυτόν καταβολή του χρηματικού ποσού των δύο χιλιάδων τετρακοσίων εξήντα τεσσάρων ευρώ και ογδόντα δύο λεπτών (2.464,82 €), έσφαλε ως προς την εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση των αποδείξεων, κατά παραδοχή των προαναφερθέντων λόγων εκάστης των ενδίκων εφέσεως. Επομένως, πρέπει να γίνουν εν μέρει δεκτές οι εφέσεις αυτές, ως κατ’ ουσίαν βάσιμες και να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση ως προς όλα τα κεφάλαιά της, για την ενότητα του τίτλου της εκτελέσεως (ΑΠ 748/1984, Δνη 1985/642, ΜονΕφΠειρ. 605/2014, αδημ., ΕφΠειρ. 700/2011, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ. 44/2006, Δνη 2007/1507, ΕφΠειρ. 277/2005, ΔΕΕ 2005/685, ΕφΠειρ. 91/2004, ΠειρΝ. 2004/160, Σ. Σαμουήλ, Η Έφεση, 2003, αρ. 1143, σελ. 430 – 431), αφού δε η υπόθεση διακρατηθεί από το Δικαστήριο αυτό και εκδικαστεί η αγωγή κατ’ ουσίαν, πρέπει να γίνει αυτή κατά ένα μέρος δεκτή, ως και ουσιαστικά βάσιμη και να αναγνωριστεί η υποχρέωση της εναγομένης στην προς τον ενάγοντα καταβολή του συνολικού χρηματικού ποσού των χιλίων τετρακοσίων ογδόντα πέντε ευρώ και ογδόντα λεπτών (1.485,80 €), ως πρόσθετη αμοιβή του για την εκτέλεση δρομολογίων εξπρές, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της τελευταίας αποναυτολόγησης του ενάγοντος, δηλαδή από 19.10.2015 και μέχρι την πλήρη εξόφληση. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας πρέπει να κατανεμηθούν μεταξύ των διαδίκων, αναλόγως της μερικής νίκης και ήττας τους (άρθρο 178 § 1 ΚΠολΔ) και να επιβληθεί μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος, κατόπιν σχετικού αιτήματός του (άρθρο 191 § 2 ΚΠολΔ), σε βάρος της εναγομένης, που ηττάται, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει κατ’ αντιμωλία των διαδίκων τις ένδικες εφέσεις.

Δέχεται αυτές τυπικά και εν μέρει κατ’ ουσίαν.

Εξαφανίζει την εκκαλουμένη υπ’ αριθμ. 2170/2016 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

Κρατεί και δικάζει την από 13.11.2015 αγωγή.

Δέχεται αυτήν εν μέρει.

Αναγνωρίζει ότι η εναγομένη υποχρεούται να καταβάλει στον ενάγοντα το χρηματικό ποσό των χιλίων τετρακοσίων ογδόντα πέντε ευρώ και ογδόντα λεπτών (1.485,80 €), νομιμοτόκως από 19.10.2015.

Επιβάλλει στην εναγομένη μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, το οποίο καθορίζει στο χρηματικό ποσό των επτακοσίων ευρώ (700 €).

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριο του συνεδρίαση, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους στις 25 Σεπτεμβρίου 2018.

 

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                             Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ