Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 380/2020

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Αριθμός Απόφασης  380 /2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

Αποτελούμενο από το Δικαστή Ελευθέριο Γεωργίλη, Εφέτη, ο οποίος ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιά και από τη Γραμματέα Ε.Τ..

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Από την έκθεση επίδοσης …./24.1.2019 του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Πειραιά ………, προκύπτει ότι ακριβές αντίγραφο της από 16.2.2018 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ./…/2018 έφεσης με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση, για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στον εφεσίβλητο (άρθρα 122 §1, 123, 124, 126 §1 α, 127 §1, 128 §§1, 3 και 139 του Κ.Πολ.Δ.). Ο τελευταίος όμως, δεν εμφανίστηκε, κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από τη νόμιμη σειρά του πινακίου, ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο και κατά συνέπεια πρέπει να δικαστεί ερήμην. Το Δικαστήριο, ωστόσο, θα προχωρήσει στη συζήτηση της υπόθεσης, σαν να ήταν όλοι οι διάδικοι παρόντες (άρθρο 524 §4 εδ. α´ του Κ.Πολ.Δ.).

ΙΙ. Η από 16.2.2018 έφεση της ηττηθείσας εναγομένης – ενάγουσας εταιρείας με το διακριτικό τίτλο “…………..”, κατά της οριστικής απόφασης 5791/2017 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία και με την οποία, αφού απορρίφθηκε η από 24.11.2015 αγωγή της τελευταίας, έγινε εν μέρει δεκτή η από 4.9.2012 αγωγή του εφεσίβλητου ως προς την πρώτη εναγομένη – εταιρεία (ως προς το δεύτερο εναγόμενο …………….. απορρίφθηκε η αγωγή), έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495 §§1, 2, 511, 513 §1β, 516 §1, 517 και 518 §2 του Κ.Πολ.Δ., όπως η παρ. 2 του άρθρου 518 ισχύει μετά την τροποποίησή της με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του ν. 4335/2015). Περαιτέρω, αρμοδίως φέρεται για συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 του ίδιου Κώδικα, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 4 §2 του ν. 3994/2011), ενώ έχει κατατεθεί το σχετικό παράβολο, σύμφωνα με το άρθρο 495 §3Α. περ. γ´ του Κ.Πολ.Δ. Πρέπει, επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή (άρθρο 532 του Κ.Πολ.Δ.) και να ερευνηθεί περαιτέρω, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 §1 του ίδιου Κώδικα), κατά την ίδια ως άνω διαδικασία, αφού, για το παραδεκτό της συζήτησής της, ο εκκαλών προσκομίζει, κατ’ άρθρο 524 §4 εδ. γ´ του Κ.Πολ.Δ., το εισαγωγικό δικόγραφο και τις προτάσεις του απολειπόμενου εφεσίβλητου, που κατατέθηκαν στην πρωτοβάθμια δίκη, καθώς και τα πρακτικά αυτής.

ΙΙΙ. Σύμφωνα με το άρθρο 197 του Α.Κ., κατά το στάδιο των διαπραγματεύσεων για τη σύναψη της σύμβασης, τα μέρη οφείλουν αμοιβαία να τηρούν τη συμπεριφορά, που επιβάλλουν η καλή πίστη και τα συναλλακτικά ήθη. Κατά δε, το άρθρο 198 §1 του Α.Κ., όποιος κατά τις διαπραγματεύσεις, από πταίσμα του, προξενήσει στον άλλον ζημία υποχρεούται να την ανορθώσει και αν η σύμβαση δεν καταρτίστηκε. Προϋποθέσεις της προσυμβατικής ευθύνης είναι η ύπαρξη σταδίου διαπραγματεύσεων, η αντισυμβατική συμπεριφορά του αντισυμβαλλόμενου, που είναι αντίθετη με την καλή πίστη και τα συναλλακτικά ήθη, η υπαιτιότητα, η επέλευση ζημίας και η ύπαρξη αιτιώδους συνάφειας, ανάμεσα στον νόμιμο λόγο ευθύνης, δηλαδή στην υπαιτιότητα και τη ζημία (Ολ.Α.Π. 37/2005 Ελλ.Δ/νη 2005, σελ. 1040, Α.Π. 1435/2015 και Α.Π. 334/2015 αμφότερες στην Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ”). Ειδικότερα, κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, διαπραγματεύσεις νοούνται οι προφορικές ή έγγραφες ανταλλαγές απόψεων των ενδιαφερομένων για τη σύναψη ορισμένης σύμβασης, με τις οποίες επιδιώκεται η βαθμιαία προσέγγιση των διαφορετικών αρχικών θέσεών τους, σχετικά με τους όρους της υπό συζήτηση σύμβασης, μέχρι την τελική σύμπτωσή τους ή την αδυναμία τέτοιας σύμπτωσης. Το στάδιο των διαπραγματεύσεων διαρκεί μέχρι την διακοπή τους και τη ματαίωση της σύμβασης ή την κατάρτισή της. Η ευθύνη από τις διαπραγματεύσεις, που διαφέρει από την ευθύνη από την αδικοπραξία, έχει εφαρμογή και στην περίπτωση ματαίωσης της σύμβασης ή της ακυρότητας αυτής όταν ο υπαίτιος της ματαίωσης έδωσε διαβεβαιώσεις για την κατάρτιση της σύμβασης ή απέκρυψε τους λόγους της ακυρότητας αυτής, οπότε έχει υποχρέωση αποκατάστασης της ζημίας του άλλου, που πίστεψε στην κατάρτιση έγκυρης σύμβασης. Ως πταίσμα, κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, νοείται η μη τήρηση της συμπεριφοράς που επιβάλλουν η καλή πίστη και τα συναλλακτικά ήθη. Το πταίσμα κρίνεται κατά το άρθρο 330 του Α.Κ. και έτσι αρκεί και αμέλεια. Η ζημία πρέπει να βρίσκεται σε αιτιώδη σύνδεσμο με την αθέμιτη ή την αντίθετη συμπεριφορά του άλλου προς τα χρηστά συναλλακτικά ήθη και η υπαίτια συμπεριφορά, που προκάλεσε τη ζημία, να εκδηλώνεται κατά το στάδιο των διαπραγματεύσεων. Η αποζημίωση περιλαμβάνει το αρνητικό διαφέρον της σύμβασης, δηλαδή τη ζημία που υπέστη ο διαπραγματευόμενος επειδή πίστεψε στην κατάρτισή της και την οποία θα απέφευγε, αν, από την αρχή, τηρούσε αρνητική στάση (Α.Π. 1435/2015 ό.π. και Α.Π. 1302/2010 Νο.Β. 2011, σελ. 37). Το αρνητικό διαφέρον ή “διαφέρον εμπιστοσύνης” περιλαμβάνει κάθε ζημία, θετική και αποθετική (διαφυγόν κέρδος), η οποία συναρτάται με την δημιουργία της υπαιτίως διαψευσθείσας πεποίθησης για τη βέβαιη κατάρτιση της σύμβασης (υποβολή δαπανών, ματαίωση ευκαιριών κ.λ.π.), όχι δε και τη ζημία από την μη εκπλήρωση αυτής (σύμβασης), αφού η τελευταία αυτή ζημία προϋποθέτει καταρτισμένη σύμβαση (Ολ.Α.Π. 37/2005 ό.π., Α.Π. 606/2015, Α.Π. 334/2015 αμφότερες στην Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ” και Μιχ. Σταθόπουλος Γενικό Ενοχικό Δίκαιο, Αθήνα 1979, Τόμος Ι, §8 ΙΙ 2, σελ. 237). Στο αρνητικό αυτό διαφέρον, περιλαμβάνονται οι δαπάνες για τη σύναψη της σύμβασης και η προκαταβολή, εφόσον είναι επακόλουθο του προσυμβατικού πταίσματος (Α.Π. 1435/2015 και Α.Π. 1302/2010 ό.π.). Στην περίπτωση ματαίωσης της κατάρτισης σύμβασης πώλησης, την οποία ο αγοραστής πίστεψε ως επικείμενη και για το λόγο αυτό απέκρουσε άλλη ευκαιρία για την σύναψη αγοράς με τους ίδιους ή παραπλήσιους συγκριτικά όρους με εκείνης που ματαιώθηκε, δικαιούται να ζητήσει τη διαφορά του τιμήματος της αγοράς που απέκρουσε από το μεγαλύτερο, λόγω ανατίμησης, τίμημα μεταγενέστερης αγοράς του (Α.Π. 628/1995 Νο.Β. 1997, σελ. 598) ή αυτό που απώλεσε από την απόκρουση άλλης ευκαιρίας για σύναψη όμοιας σύμβασης, με τους ίδιους ή ευνοϊκότερους όρους (Α.Π. 280/2013 Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ”). Αντίθετα, όταν υπαίτιος για τη ματαίωση της σύμβασης είναι αυτός που έδωσε την προκαταβολή, ο αντισυμβαλλόμενος δεν υπέχει ευθύνη από τα άρθρα 197 και 198 του Α.Κ. (Α.Π. 1302/2010 ό.π., Εφ.Αθ. 1470/2011 και Μον.Εφ.Λαρ. 460/2015 αμφότερες στην Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ”). Εξάλλου, όπως προκύπτει από το άρθρο 904 §1 του Α.Κ., όροι της γένεσης απαίτησης από αδικαιολόγητο πλουτισμό, λόγω παροχής γενόμενης για αιτία που δεν επακολούθησε είναι : 1) η πραγμάτωση παροχής για ορισμένη μέλλουσα αιτία αναφορικά με την οποία υπάρχει σύμπτωση των βουλήσεων δότη και λήπτη ότι αποτελεί τον σκοπό της παροχής και 2) η ματαίωση της επίτευξης αυτού του σκοπού (Α.Π. 1899/2011 Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ”, Α.Π. 1358/1991 Ελλ.Δ/νη 1992, σελ. 1195, Εφ.Ιωαν. 405/2005 Νο.Β. 2006, σελ. 1703 και Εφ.Αθ. 8833/2005 Ελλ.Δ/νη 2006, σελ. 935). Τέτοια περίπτωση υφίσταται και όταν καθίσταται αδύνατη η πώληση και μεταβίβαση στο δότη κυριότητας ακινήτου, αιτία για την οποία προκατέβαλε αυτός, σε εκτέλεση άτυπης και συνεπώς, ανίσχυρης συμφωνίας (άρθρα 166, 369 και 1033 του Α.Κ.), το αιτούμενο ποσό, επειδή δεν επακολούθησε η ανωτέρω αιτία της προκαταβολής του (Μον.Εφ.Αθ. 5134/2014 Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ” και Εφ.Ιωαν. 405/2005 ό.π.). Περαιτέρω, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 904 και 912 §1 του Α.Κ., προκύπτει, ότι για την άσκηση της από τον αδικαιολόγητο πλουτισμό αγωγής, που αφορά απαίτηση για αιτία που δεν επακολούθησε, απαιτείται, μεταξύ άλλων, να γίνει κάποια παροχή εκ μέρους του δίδοντος προς τον λαμβάνοντα, η οποία, όμως, δεν πρέπει να έγινε σε εκπλήρωση νομικής υποχρέωσης, που βαρύνει ήδη αυτόν που έδωσε, δηλαδή να μην αποτελεί αυτή εκπλήρωση της υποχρέωσης που βαρύνει τούτον, δυνάμει αμφοτεροβαρούς σύμβασης και να αφορά την επίτευξη της αντιπαροχής προς αυτόν εκ μέρους του αντισυμβαλλομένου του, διότι, στην περίπτωση αυτή, εάν δεν επακολουθήσει η δόση της αντιπαροχής, ο συμβαλλόμενος θα έχει τα παρεχόμενα σε αυτόν δικαιώματα από τα άρθρα 380 – 387 του Α.Κ. (Εφ.Αθ. 5843/2000 Δ.Ε.Ε. 2001, σελ. 173). Αντίθετα, στην περίπτωση που η δικαιοπραξία, με την προοπτική σύναψης της οποίας καταβλήθηκε ορισμένη παροχή, ματαιώθηκε, η σύμβαση ανατρέπεται και γεννιέται υποχρέωση του λήπτη για απόδοση της παροχής (Βαλτούδης σε Απόστ. Γεωργιάδη Σ.Ε.Α.Κ., Έκδοση Π. Ν. Σάκκουλα 2010, Τόμος Ι, άρθρο 904, αρ. 76 και Σταθόπουλος σε Γεωργιάδη – Σταθόπουλου Αστικός Κώδιξ, Εκδόσεις Σάκκουλα 1982, Τόμος IV, άρθρο 904, αρ. 92 – 93). Τέλος, από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 522, 524 §1, 525, 526 και 536 του Κ.Πολ.Δ., προκύπτει ότι το Εφετείο, στο οποίο με την έφεση μεταβιβάζεται η υπόθεση, έχει ως προς την αγωγή την ίδια εξουσία που έχει το πρωτοβάθμιο δικαστήριο και μπορεί και χωρίς την υποβολή ειδικού παραπόνου, να εξετάσει οίκοθεν το νόμω βάσιμο, το ορισμένο και το παραδεκτό αυτής, με βάση τα εκτιθέμενα σ’ αυτήν πραγματικά περιστατικά και να την απορρίψει, εάν δεν στηρίζεται στο νόμο, είναι αόριστη ή απαράδεκτη, αρκεί να ζητεί την απόρριψη της ο εκκαλών, έστω και για άλλο λόγο και να μην εκδοθεί επιβλαβέστερη απόφαση, χωρίς την άσκηση ιδίας έφεσης ή αντέφεσης από τον εφεσίβλητο (Α.Π. 140/2019, Α.Π. 121/2019, Α.Π. 769/2017 όλες στην Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ”, Α.Π. 911/2008 Δ.Ε.Ε. 2008, σελ. 1403 και Α.Π. 786/2007 Νο.Β. 2007, σελ. 2159). Σε τέτοια περίπτωση, δεν είναι εφικτή η, κατ’ άρθρο 534 Κ.Πολ.Δ., αντικατάσταση των αιτιολογιών της εκκαλούμενης απόφασης, διότι υπάρχει διαφορά ως προς την εμβέλεια του δεδικασμένου, που παράγεται από την απόρριψη της αγωγής, για τον ένα ή τον άλλο λόγο. Γι’ αυτό, η έφεση γίνεται δεκτή, η εκκαλούμενη απόφαση εξαφανίζεται και η αγωγή απορρίπτεται ως μη νόμιμη, αόριστη ή απαράδεκτη, ακόμη και χωρίς ειδικό παράπονο, διότι η απόφαση αυτή είναι για τον εκκαλούντα επωφελέστερη, σε σύγκριση με την εκκληθείσα – άρθρα 68, 536 του Κ.Πολ.Δ. (Α.Π. 140/2019, Α.Π. 258/2015, Α.Π. 92/2015 και Α.Π. 356/2013 όλες στην Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ”).

  1. Στην προκείμενη περίπτωση, με την από 4.9.2012 αγωγή του ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, ο ενάγων – ……….. ιστορούσε ότι, επειδή, από κοινού με τη συμβία του, ………., επιθυμούσαν την αγορά κατοικίας, απευθύνθηκαν στο δεύτερο εναγόμενο …………. – κατασκευαστή, με τον οποίο η μητέρα της τελευταίας διατηρούσε για πολλά χρόνια σχέση. Ότι ο δεύτερος εναγόμενος, του ανέφερε ότι επρόκειτο να ανεγείρει, με το σύστημα της αντιπαροχής, πολυκατοικία στο Νέο Φάληρο, επί των οδών ……………, αυτός δε (ενάγων), εκδήλωσε ενδιαφέρον για το διαμέρισμα του πέμπτου ορόφου, επιφάνειας 120 τ.μ. Ότι το τίμημά του θα ανερχόταν στο ποσό των 300.000 ευρώ και θα το κατέβαλαν, από κοινού με τη συμβία του, προκειμένου να μείνουν σ’ αυτό μετά το γάμο τους. Ότι, με το δεύτερο εναγόμενο, ο οποίος ενεργούσε ατομικά και για λογαριασμό της πρώτης εναγομένης ομόρρυθμης εταιρείας, η οποία είχε εταίρους του υιούς του ….. και …… και επρόκειτο να ανεγείρει την ως άνω πολυκατοικία, συνεννοούνταν για τον τρόπο διαμόρφωσης της οριζόντιας ιδιοκτησίας του πέμπτου ορόφου.

Ότι κατέβαλε στον τελευταίο ως προκαταβολή, ενόψει της αγοράς του ως άνω διαμερίσματος α) το ποσό των 21.050,80 ευρώ (20.000 ευρώ ο ίδιος και 1.050,80 ευρώ, μαζί με άλλο ποσό που κατέβαλε η συμβία του), β) αυτό των 600 ευρώ στην αρχιτέκτονα ………….. για την αμοιβή της, λόγω συμβουλευτικών υπηρεσιών της για την εξωτερική βαφή της πολυκατοικίας και γ) το ποσό των 26.290 ευρώ για υλικά και αμοιβές συνεργείων, για το διαμέρισμα που ενδιαφερόταν να αγοράσει. Ότι, στις 15.1.2011, χώρισε με την ανωτέρω συμβία του και, όπως συμφώνησε με την τελευταία, ανακοίνωσε στο δεύτερο εναγόμενο πως, κατόπιν τούτων, δεν επιθυμούσαν την αγορά του παραπάνω διαμερίσματος, του παρέδωσε δε, λίστα με τις δαπάνες που είχε προβεί, προκειμένου να του επιστραφούν. Ότι ο δεύτερος εναγόμενος, αν και συμφώνησε να επιστρέψει τα πιο πάνω ποσά, εφόσον τελικά δεν τελέστηκε ο γάμος, δεν του τα κατέβαλε. Κατόπιν τούτων, ζήτησε, κατ’ ορθή εκτίμηση του δικογράφου, να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να του καταβάλουν εις ολόκληρον το συνολικό ποσό των 47.895,80 ευρώ, με το νόμιμο τόκο, με βάση τη μεταξύ τους συμφωνία, άλλως, σύμφωνα με τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό, για αιτία που δεν επακολούθησε. Εξάλλου, η πρώτη εναγομένη στην ως άνω αγωγή – κατασκευαστική Ο.Ε., με την από 24.11.2015 αγωγή της, ιστορούσε ότι ο εναγόμενος σ’ αυτήν ………, προσήλθε στο γραφείο της, μαζί με την αρραβωνιαστικιά του, ………. – οικογενειακή φίλη με την οικογένεια των εταίρων της. Ότι ενδιαφέρθηκαν να αγοράσουν το ρετιρέ του πέμπτου ορόφου, το οποίο θα λάμβανε ως εργολαβικό αντάλλαγμα για την ανέγερση πολυκατοικίας στη συμβολή των οδών …………., με το σύστημα της αντιπαροχής. Ότι ενημέρωσε τον εναγόμενο πως το τίμημα του διαμερίσματος αυτού ανερχόταν στο ποσό των 360.000 ευρώ, για την καταβολή του οποίου εκείνος επρόκειτο να λάβει χαμηλότοκο δάνειο, από την Τράπεζα Eurobank, της οποίας ήταν ανώτατο στέλεχος. Ότι του έστειλε τα εγκεκριμένα αρχιτεκτονικά σχέδια του διαμερίσματος, προκειμένου, ως πολιτικός μηχανικός, να εξετάσει, εάν επιθυμούσε κάποιες προσθήκες ή βελτιώσεις. Ότι ενώ είχε ολοκληρωθεί ο σκελετός της οικοδομής και άρχισαν να εργάζονται τα λοιπά συνεργεία, ο εναγόμενος, το Μάιο του 2010, παρουσίασε το σχέδιό του για τις εργασίες, που ήθελε να γίνουν, επιπλέον αυτών των σχεδίων. Ότι διενέργησε τις ειδικά αναφερόμενες εργασίες, για τις οποίες κατέβαλε (σε υλικά και εργασίες), εξ ιδίων κεφαλαίων, τα αιτούμενα ποσά, συνολικά δε 47.643 ευρώ, λόγω της φιλικής σχέσης των εταίρων της με την οικογένεια της συμβίας του εναγομένου, έστω και αν ο τελευταίος απέφευγε να υπογράψει προσύμφωνο ή ιδιωτικό συμφωνητικό. Ότι, ενώ αναμενόταν η υπογραφή των συμβολαίων, της κοινοποιήθηκε η αγωγή του εναγομένου, το Σεπτέμβριο του 2012, με την οποία της ζητούσε χρήματα, που φερόταν ότι είχε προκαταβάλει για την αγορά του διαμερίσματος και για τις πρόσθετες εργασίες σ’ αυτό. Ότι, από τη ματαίωση της σύναψης της σύμβασης πώλησης του παραπάνω διαμερίσματος, με υπαιτιότητα του εναγομένου, απώλεσε το ποσό των 50.000 ευρώ, ως προς το οποίο, από τον Ιανουάριο του 2010, υπέστη μείωση η αξία του, λόγω της πτώσης των τιμών των ακινήτων, ενώ ζημιώθηκε και κατά το ποσό που κατέβαλε για τις πρόσθετες εργασίες, που ο εναγόμενος επιθυμούσε να γίνουν. Κατόπιν τούτων, ζήτησε, μετά από παραδεκτό περιορισμό του αιτήματος της αγωγής από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό, με δήλωση που καταχωρήθηκε στα πρακτικά του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου (άρθρο 223 του Κ.Πολ.Δ.), να αναγνωριστεί ότι ο εναγόμενος οφείλει να της καταβάλει τα ως άνω ποσά (47.643 ευρώ ως θετική ζημία και 50.000 ευρώ ως διαφυγόν κέρδος). Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, αφού συνεκδίκασε τις δύο αγωγές, αντιμωλία των διαδίκων, με την εκκαλούμενη οριστική απόφασή του, απέρριψε την πρώτη αγωγή ως απαράδεκτη, λόγω έλλειψης παθητικής νομιμοποίησης ως προς το δεύτερο εναγόμενο και λόγω αοριστίας, ως προς το αιτούμενο ποσό των 26.290 ευρώ, που αφορούσε σε υλικά και αμοιβές συνεργείων, που κατέβαλε ο ενάγων, για το διαμέρισμα που ενδιαφερόταν να αγοράσει. Περαιτέρω, δέχθηκε τις αγωγές ως νόμιμες, στηριζόμενες στις διατάξεις των άρθρων 197, 198 §1 και 904 επ. του Α.Κ. και 70 του Κ.Πολ.Δ., πλην του αιτήματος της δεύτερης αγωγής για την καταβολή του ποσού των 50.000 ευρώ, το οποίο απέρριψε ως μη νόμιμο. Στη συνέχεια, αφού απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμη κατά τα λοιπά, τη δεύτερη αγωγή και την πρώτη, ως προς το ποσό των 600 ευρώ, δέχθηκε εν μέρει την πρώτη αγωγή και ως ουσιαστικά βάσιμη και υποχρέωσε την πρώτη εναγόμενη σ’ αυτήν να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των 21.005,30 ευρώ. Ήδη, κατά της απόφασης αυτής παραπονείται η ενάγουσα στη δεύτερη αγωγή – εναγομένη στην πρώτη, για τους διαλαμβανόμενους στην ως άνω έφεση λόγους, που ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί την εξαφάνισή της, ώστε να απορριφθεί η από 4.9.2012 αγωγή στο σύνολό της και να γίνει δεκτή η από 24.11.2015 αγωγή της. Ωστόσο, η πρώτη (από 4.9.2012) αγωγή, κατά την κύρια βάση της, η οποία στηριζόταν στην προφορική συμφωνία μεταξύ του δεύτερου εναγομένου, που ενεργούσε για λογαριασμό της πρώτης εναγομένης και του ενάγοντος είναι μη νόμιμη, διότι, σύμφωνα και με όσα αναφέρονται στη μείζονα σκέψη, λόγω της ματαίωσης της δικαιοπραξίας, με την προοπτική σύναψης της οποίας καταβλήθηκαν οι αιτούμενες παροχές από τον ενάγοντα αυτόν, η σύμβαση ανατράπηκε και γεννήθηκε υποχρέωση της εναγομένης για απόδοση της παροχής, κατά τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού, στις οποίες και μόνο ευθέως στηρίζεται. Ούτε μπορεί να στηριχθεί στις διατάξεις περί προσυμβατικού πταίσματος, διότι, όπως αναφέρεται στην ίδια μείζονα σκέψη, προϋπόθεση για τη στοιχειοθέτηση του τελευταίου είναι και η ύπαρξη υπαιτιότητας του εναγομένου, υπό τα εκτιθέμενα δε στην αγωγή, όχι μόνο δεν επικαλείται τέτοια (ούτε καν αμέλεια) ο ενάγων, αλλά αντίθετα, εκθέτει ότι η αγορά του αναφερόμενου ακινήτου δεν ολοκληρώθηκε, λόγω της μη τέλεσης του δικού του γάμου, με την έως τότε συμβία του. Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, το οποίο έκρινε νόμιμη την αγωγή αυτή, ως προς το αιτούμενο ποσό των 21.005,30 ευρώ, κατά την κύρια βάση της, ως στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 197 και 198 §1 του Α.Κ. (στη συνέχεια τη δέχθηκε εν μέρει και ως ουσιαστικά βάσιμη), έσφαλε ως προς την εφαρμογή του νόμου και πρέπει το Δικαστήριο αυτεπάγγελτα, να απορρίψει αυτήν, εφόσον ζητεί την απόρριψη της η εκκαλούσα, έστω και για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων (Α.Π. 1417/2019 Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ”) και δεν εκδίδεται επιβλαβέστερη απόφαση γι’ αυτήν.

ΙV. Με τον τέταρτο λόγο της έφεσης, σε συνδυασμό και με την έφεση στο σύνολό της, η εκκαλούσα ισχυρίζεται ότι το πρωτοβάθμιο δικαστήριο εσφαλμένα απέρριψε το αίτημα της από 24.11.2015 αγωγής της, για την καταβολή του ποσού των 50.000 ευρώ, το οποίο απώλεσε, με υπαιτιότητα του εναγομένου, λόγω της ματαίωσης σύναψης της σύμβασης πώλησης του διαμερίσματος του πέμπτου ορόφου της οικοδομής, που ανήγειρε στον Πειραιά, επειδή, από τον Ιανουάριο του 2010 έως τη γνωστοποίηση της ματαίωσης της αγοράς του, υπέστη μείωση η αξία του τελευταίου, λόγω της πτώσης των τιμών των ακινήτων. Το ποσό αυτό, το οποίο συνιστά αρνητικό διαφέρον (διαφυγόν κέρδος), σύμφωνα και με όσα αναφέρονται στην ανωτέρω μείζονα σκέψη, δικαιούται ο ενάγων να ζητήσει, στο πλαίσιο των διατάξεων των άρθρων 197 και 198 του Α.Κ., ως διαφορά του τιμήματος από τη σύναψη όμοιας σύμβασης, με τους ίδιους ή ευνοϊκότερους όρους, την οποία απέκρουσε, αφού ματαιώθηκε η κατάρτιση σύμβασης πώλησης, την οποία πίστεψε ως επικείμενη. Ωστόσο, για το ορισμένο του αιτήματος αυτού, ενώ έπρεπε, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην ίδια νομική σκέψη, να επικαλείται ότι, λόγω της ματαίωσης της επικείμενης με τον εναγόμενο σύμβασης, απώλεσε άλλη ευκαιρία, με τους ίδιους ή ευνοϊκότερους όρους, για τη σύναψη όμοιας σύμβασης, δεν την επικαλείται, αναφέρει μόνο, αορίστως, ότι υπέστη μείωση η αξία του τελευταίου, λόγω της πτώσης των τιμών των ακινήτων. Σημειωτέον ότι από τα προσκομιζόμενα αποδεικτικά μέσα δεν προκύπτει ούτε η ύπαρξη τέτοιας ευκαιρίας, ούτε η μείωση της αξίας του ως άνω διαμερίσματος. Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που με την εκκαλούμενη απόφαση απέρριψε το ως άνω αίτημα της από 24.11.2015 αγωγής ως μη νόμιμο, ορθά μεν κατ’ αποτέλεσμα έκρινε, η αιτιολογία του όμως, είναι εσφαλμένη, αφού τούτο ήταν απαράδεκτο, λόγω αοριστίας. Το σφάλμα αυτό επιδρά στην έκταση του δεδικασμένου, που απορρέει από την απόφαση και επομένως, δεν αρκεί η αντικατάσταση της εσφαλμένης αιτιολογίας της εκκαλουμένης με την ορθή, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 534 του Κ.Πολ.Δ., γιατί οδηγεί σε διάφορο κατά το αποτέλεσμα διατακτικό, εφόσον η απόρριψη της αγωγής ως μη νόμιμης ισοδυναμεί με κατ’ ουσίαν απόρριψη, ενώ η απόρριψή της ως αόριστης γίνεται για τυπικούς λόγους. Κατά συνέπεια, εφόσον η παρούσα απόφαση είναι ευμενέστερη από την εκκαλουμένη για την εκκαλούσα, πρέπει να γίνει δεκτή η έφεση ως προς το λόγο της, με τον οποίο παραπονείται για την απόρριψη του ως άνω αιτήματος, να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση, ως προς το αίτημα αυτό της από 24.11.2015 αγωγής και στη συνέχεια, αφού κρατηθεί η υπόθεση από το Δικαστήριο τούτο, να απορριφθεί αυτό, ως απαράδεκτο, λόγω της αοριστίας του (Εφ.Αθ. 3607/2019, Μον.Εφ.Πατρ. 364/2017, Μον.Εφ.Θεσ. 1218/2017, Εφ.Πειρ. 664/2015, Εφ.Αθ. 3169/2012 όλες στην Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ”, Αθ. Πανταζόπουλος σε Κ. Οικονόμου, Η Έφεση (Συστηματική κατ’ άρθρο ερμηνεία του ΚπολΔ), Εκδόσεις Νομική Βιβλιοθήκη 2017, άρθρο 534, αρ. 5, σελ. 336-337, Μιχ. Μαργαρίτης – Άντα Μαργαρίτη Ερμηνεία ΚΠΟΛΔ, Έκδοση 2η, Τόμος Ι, άρθρο 534, αρ. 4, σελ. 867 και Σ. Σαμουήλ “η έφεση”, ΣΤ´ έκδοση, Αθήνα 2009, σελ. 346-347 αρ. 855 – 856).

  1. Ως προς τους λοιπούς λόγους της έφεσης, από την επανεκτίμηση της ένορκης κατάθεσης της μάρτυρος, που εξετάστηκε, με επιμέλεια του ενάγοντος στην από 4.9.2012 αγωγή, στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου και περιέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασής του, από την ένορκη βεβαίωση ………./1.3.2017 ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιά, την οποία επικαλείται και προσκομίζει η ενάγουσα στην από 24.11.2015 αγωγή, μετά από νομότυπη κλήτευση του εναγομένου, όπως προκύπτει από την έκθεση επίδοσης …/23.2.2017 του δικαστικού επιμελητή με έδρα το Πρωτοδικείο Πειραιά, .. ….., από την επισκόπηση των προσκομιζόμενων φωτογραφιών, των οποίων η γνησιότητα δεν αμφισβητείται (άρθρα 444 §1γ΄, 448 §2 και 457 §4 του Κ.Πολ.Δ.), καθώς και από όλα τα έγγραφα, που η εκκαλούσα επικαλείται και προσκομίζει νόμιμα, τα οποία λαμβάνονται υπόψη, είτε προς άμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (η τυχόν αναφορά κατωτέρω ορισμένων από τα έγγραφα αυτά είναι ενδεικτική, αφού δεν παραλήφθηκε κάποιο για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς – Α.Π. 1175/2019 και Α.Π. 673/2018 αμφότερες στην Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ”), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η εκκαλούσα – ομόρρυθμη εταιρεία, με αντικείμενο τις κατασκευές κατοικιών, διαπραγματευόταν, κατά το έτος 2009, με τους οικοπεδούχους ακινήτου, που βρίσκεται στην περιοχή του Ν. Φαλήρου, επί των οδών ……….., για την κατασκευή πολυκατοικίας, με το σύστημα της αντιπαροχής. Μεταξύ των εργολαβικών ανταλλαγμάτων, που θα λάμβανε, ήταν και το διαμέρισμα (ρετιρέ) του πέμπτου ορόφου της ως άνω πολυκατοικίας. Ο εφεσίβλητος, ο οποίος είχε δεσμό με την ………, ενδιαφερόταν για την αγορά διαμερίσματος, από κοινού με την τελευταία, ενόψει του επικείμενου γάμου τους. Λόγω της οικογενειακής σχέσης των οικογενειών των εταίρων της ως άνω εταιρείας και της ………., η τελευταία μαζί με τον εφεσίβλητο, αναζήτησαν διαμέρισμα από τα αυτά που θα κατασκεύαζε η εκκαλούσα. Στο πλαίσιο, αυτό ενδιαφέρθηκαν για το ανωτέρω διαμέρισμα του πέμπτου ορόφου, δεδομένου ότι με τους οικοπεδούχους του ακινήτου επί των οδών …………., υπογράφηκε προσύμφωνο μεταβίβασης ποσοστών εξ αδιαιρέτου του οικοπέδου και εργολαβική σύμβαση, περί τα τέλη δε του έτους 2009 εκδόθηκε η οικοδομική άδεια και ξεκίνησαν οι εργασίες για την κατασκευή της οικοδομής. Εξάλλου, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα, δεν αποδείχθηκε ότι ο εφεσίβλητος κατέβαλε στην εκκαλούσα το ποσό των 21.005,80 ευρώ, ως προκαταβολή, για την αγορά του παραπάνω διαμερίσματος. Άλλωστε, για τέτοια καταβολή δεν ανέφερε ούτε η μάρτυρας απόδειξης, ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου. Επιπλέον, από την απόφαση 684/2019 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, προέκυψε ότι το πιο πάνω ποσό κατατέθηκε στον λογαριασμό ………….. της Τράπεζας Eurobank, ο οποίος δεν ανήκε στην εκκαλούσα (αυτή διατηρούσε, στην ίδια Τράπεζα, τον λογαριασμό ………….), αλλά σε άλλο πρόσωπο, ούτε βεβαιώθηκε ότι ο λογαριασμός αυτός υποδείχθηκε στον εφεσίβλητο από την εκκαλούσα. Για το λόγο αυτό μάλιστα, ανεστάλη η εκτέλεση της εκκαλουμένης, η οποία είχε κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή για το πιο πάνω ποσό. Επομένως, πρέπει να απορριφθεί η επικουρική βάση της από 4.9.2012 αγωγής, από τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό, ως προς το ποσό αυτό, ως ουσία αβάσιμη. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που έκρινε ότι ο εφεσίβλητος κατέβαλε το πιο πάνω ποσό στην εκκαλούσα και υποχρέωσε την τελευταία να του το καταβάλει, εσφαλμένα εκτίμησε τις αποδείξεις και πρέπει να γίνουν δεκτοί οι σχετικοί πέμπτος και πρώτος λόγοι της έφεσης. Περαιτέρω, η εκκαλούσα με την από 24.11.2015 αγωγή της, ισχυρίζεται ότι, κατόπιν απαίτησης του εφεσίβλητου, ως μελλοντικού αγοραστή του πιο πάνω διαμερίσματος του πέμπτου ορόφου, προέβη στις κάτωθι πρόσθετες εργασίες, για τις οποίες κατέβαλε τα παρακάτω ποσά : 1) για τη δημιουργία τρίτου υπνοδωματίου, κλείστηκε ένας ημιυπαίθριος χώρος και μετατράπηκε σε δωμάτιο, κατέβαλε δε, ποσό 4.897,01 ευρώ, 2) για τη δημιουργία του δεύτερου υπνοδωματίου σε master, γκρεμίστηκε ένας τοίχος, χτίστηκε ένας νέος, διαχωρίστηκε το υπνοδωμάτιο με άλλους δύο τοίχους για τη δημιουργία λουτρού και ενός δωματίου με ντουλάπες, τα οποία (λουτρό και βεστιάριο) διαχωρίστηκαν από το υπνοδωμάτιο με δύο πόρτες, ενώ δημιουργήθηκε ένα επιπλέον μπάνιο εντός του master υπνοδωματίου, κατέβαλε δε, ποσό 3.189,76 ευρώ, 3) για την επέκταση του σαλονιού, κατά 11 τ.μ., σε βάρος του εξώστη, γκρεμίστηκε ένας τοίχος, αφαιρέθηκαν τρία κουφώματα αλουμινίου και τοποθετήθηκε ένας μικρότερος τοίχος με δύο μεγαλύτερα σε άνοιγμα αλουμίνια ειδικής αντοχής, νέοι υαλοπίνακες και ρολά αλουμινίου βαρέος τύπου για τις μπαλκονόπορτες, ενώ, για την αλλαγή θέσης της εξωτερικής πόρτας, γκρεμίστηκε και άλλος τοίχος και κτίστηκε το προηγούμενο σημείο της πόρτας, κατέβαλε δε, ποσό 5.632,26 ευρώ, 4) για τη δημιουργία επιπλέον χώρου κύριας χρήσης, κλείστηκε ένα αίθριο με πέργκολα από μπετόν 24 τ.μ. και ένας εξώστης 4 μ., ενώ κλείστηκε το ταβάνι με ειδικά πάνελ, πάνω από τα οποία κατασκευάστηκε μόνωση με τσιμεντοκονία και τοποθετήθηκαν πλακίδια, ο δε εξώστης των 4 μ. έκλεισε με αίθριο από τζάμι (ειδικής αντοχής μονωμένα για ζέστη και κρύο – αντιθαμβωτικά) και τοποθετήθηκε αυτόματος μηχανισμός ανοίγματος, κατέβαλε δε, ποσό 5.500 ευρώ, 5) για την υποχρεωτική τακτοποίηση του επιπλέον εμβαδού 56,83 τ.μ., ως προς το οποίο αυξήθηκαν οι κύριοι χώροι του διαμερίσματος, κατέβαλε πρόστιμο, ποσού 8.129,23 ευρώ, 6) για τη μετατροπή του διαμερίσματος στο σύστημα του smart home (έξυπνο σπίτι), κατόπιν νέας ηλεκτρολογικής μελέτης, κατέβαλε ποσό 7.274,18 ευρώ, 7) για την εγκατάσταση ενδοδαπέδιας θέρμανσης, αφού πρώτα καταργήθηκαν οι υπάρχουσες σωληνώσεις κεντρικής θέρμανσης, μειώθηκε το ύψος του διαμερίσματος κατά 15-20 πόντους, χρησιμοποιήθηκε ειδική ποταμίσια άμμος και επιστρώσεις σε τρία στάδια, σύμφωνα με ειδική μελέτη άλλης εταιρείας, κατέβαλε δε, ποσό 8.528,01 ευρώ, 8) για την τοποθέτηση κλιματισμού σε όλο το σπίτι, κατόπιν νέας τεχνικής κάλυψης και μελέτης, καλύφθηκε το ταβάνι με ψευδοροφή από γυψοσανίδες, επιφάνειας 160 τ.μ. κατέβαλε δε, ποσό 3.555,95 ευρώ και 9) για την εγκατάσταση ξεχωριστού υδραυλικού πίνακα, όπου θα κατέληγαν όλοι οι σωλήνες για την υδραυλική αυτονομία της οικίας, κατέβαλε ποσό 936,63 ευρώ. Για τις ως άνω αιτούμενες πρόσθετες εργασίες, κατέθεσε, με την ……./2017 ένορκη βεβαίωσή του ο σιδεράς …………., για το ότι, κατόπιν εντολής του ………., έκλεισε ένα αίθριο με πέργκολα από μπετόν 24 τ.μ. και ένας εξώστης 4 μ., προκειμένου να μετατραπεί σε χώρο κύριας χρήσης, όπως επιθυμούσε ο εφεσίβλητος – υποψήφιος αγοραστής, ότι για το σκοπό αυτό χτίστηκε, για άλλη μια φορά, ένας νέος τοίχος από τούβλα, λάσπη και σοβά, διαστάσεων 5,20 Χ 2,80 μ., καθώς και ότι απασχολήθηκε στο κλείσιμο του Η/Υ χώρου, πληρωνόταν δε, όπως και τα άλλα συνεργεία, από τον …………… Ανεξαρτήτως της μειωμένης αξιοπιστίας της κατάθεσης του ως άνω μάρτυρα, αφού, αν και σιδεράς, καταθέτει, όχι για εργασίες του αντικειμένου του, για τις οποίες θα είχε άμεση γνώση, αλλά για οικοδομικές εργασίες (ενώ θα μπορούσαν να καταθέσουν ως μάρτυρες, τόσο στο ακροατήριο, όσο με ένορκες βεβαιώσεις, πρόσωπα από τα επιμέρους συνεργεία, που τέλεσαν τις εργασίες αυτές), οι εργασίες αυτές δεν συνδέονται με τα υλικά, που χρησιμοποιήθηκαν και με τα προσκομιζόμενα τιμολόγια. Ειδικότερα, τα τελευταία αναφέρουν αορίστως για την αγορά υλικών από την εκκαλούσα, η οποία κατασκεύασε άλλωστε όλη την πολυκατοικία, χωρίς να εξειδικεύεται από τον ίδιο το μάρτυρα, ποια ήταν η συγκεκριμένη ποσότητα υλικών, που απαιτήθηκαν και χρησιμοποιήθηκαν για την κάθε επιμέρους πρόσθετη εργασία, ούτε ποιο ήταν το κόστος για την κατασκευή των εργασιών, που ζήτησε ο εφεσίβλητος. Όσον αφορά στην τακτοποίηση των επιπλέον χώρων, σύμφωνα με το ν. 4014/2011, που δημιουργήθηκαν στην ως άνω οριζόντια ιδιοκτησία, δεν αποδείχθηκε ότι είχε συμφωνηθεί η καταβολή του προστίμου από τον εφεσίβλητο. Κατά συνέπεια, η εκκαλούσα δεν ανταποκρίθηκε στο βάρος απόδειξης των πραγματικών περιστατικών, που επικαλείται για το αίτημα αυτό της αγωγής. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που κρίνοντας όμοια, απέρριψε την από 24.11.2015 αγωγή της εκκαλούσας, ως προς το κονδύλιο των 47.643 ευρώ, έστω και με εσφαλμένη αιτιολογία, η οποία αντικαθίσταται μ’ αυτήν της παρούσας (άρθρο 534 του Κ.Πολ.Δ.), ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις και πρέπει να απορριφθούν οι περί του αντιθέτου λόγοι της έφεσης. Όσον αφορά στον έκτο λόγο της έφεσης με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη ως προς την επιβληθείσα δικαστική δαπάνη (από την απόρριψη της από 24.11.2015 αγωγής της εκκαλούσας και επειδή έγινε εν μέρει δεκτή η από 4.9.2012 αγωγή του εφεσίβλητου), η οποία υπολογίζεται με βάση την αξία του αντικειμένου της δίκης (άρθρα 58 §3 και 68 §1 σε συνδυασμό με το άρθρο 63 §1 περ. i. α του ν. 4194/2013), αλλά και τον έβδομο λόγο της έφεσης, που αφορά στην κήρυξη (εσφαλμένα, όπως διατείνεται η εκκαλούσα) προσωρινά εκτελεστής της διάταξης της εκκαλουμένης, για το ποσό που επιδικάστηκε στον εφεσίβλητο, αλυσιτελώς προβάλλονται, αφού η δικαστική δαπάνη θα υπολογιστεί εκ νέου στην πιο κάτω σκέψη, μετά την εξαφάνιση της εκκαλουμένης, ενώ η απόφαση που θα εκδοθεί από το Δικαστήριο αυτό θα είναι τελεσίδικη και άρα εκτελεστή.

VΙ. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, εφόσον δεν υπάρχουν άλλοι λόγοι της έφεσης προς έρευνα, πρέπει να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη οριστική απόφαση 5791/2017 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, ως προς τα ανωτέρω κεφάλαια, για τα οποία έγιναν δεκτοί οι σχετικοί λόγοι της έφεσης και, αφού κρατηθεί η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο (άρθρο 535 §1 του Κ.Πολ.Δ.), να ερευνηθούν οι από 4.9.2012 και από 24.11.2015 αγωγές, ως προς τα ανωτέρω αιτήματα, να απορριφθεί η πρώτη αγωγή ως προς το αιτούμενο ποσό των 21.005,80 ευρώ, ως μη νόμιμη κατά την κύρια βάση της και ως ουσιαστικά αβάσιμη ως προς την επικουρική της βάση και να απορριφθεί η δεύτερη αγωγή ως προς το αίτημα για την αναγνώριση της οφειλής από τον εναγόμενο ως διαφυγόντος κέρδους, του ποσού των 50.000 ευρώ, λόγω της αοριστίας του. Εξάλλου, εφόσον έγινε δεκτή, η έφεση και εξαφανίστηκε, έστω και ως προς κάποια κεφάλαια, η εκκαλούμενη απόφαση, πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή στην εκκαλούσα του παραβόλου των εκατό (100) ευρώ, που κατέθεσε με το ……….. ηλεκτρονικό παράβολο (495 §3 εδ. προτελευταίο του Κ.Πολ.Δ.). Επιπλέον, πρέπει να ορισθεί παράβολο για την περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας, κατά της παρούσας, από τον ερημοδικαζόμενο εφεσίβλητο (άρθρα 501, 502 §1 και 505 §2 του Κ.Πολ.Δ.). Σημειωτέον ότι η εκκαλούμενη απόφαση πρέπει να εξαφανιστεί ως προς τη διάταξή της για τη δικαστική δαπάνη, για όλα τα κεφάλαια της απόφασης, που αφορά και στις δύο ως άνω αγωγές, ενόψει της αναγκαιότητας ενιαίου καθορισμού αυτής (Α.Π. 192/1998 Ελλ.Δ/νη 1998, σελ. 825, Α.Π. 748/1984 Ελλ.Δ/νη 1985, σελ. 642, Μαργαρίτης σε Κεραμέα / Κονδύλη / Νίκα Ερμηνεία ΚΠΟΛΔ, Τόμος Ι, άρθρα 535 αρ. 1, 522 αρ. 13 και Βασ. Βαθρακοκοίλης ΚΠΟΛΔ Ερμηνευτική – Νομολογιακή Ανάλυση (κατ’ άρθρο), Τόμος Γ, άρθρο 535, αρ. 4) και να καταδικαστεί ο ενάγων στην πρώτη αγωγή, λόγω της ήττας του, στην πληρωμή της δικαστικής δαπάνης της πρώτης εναγομένης και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, σύμφωνα με το σχετικό αίτημα της τελευταίας (άρθρα 176, 178 §1, 183, 191 §2 του Κ.Πολ.Δ., 58 §3, 69 §1, 68 §1, 63 §1 στοιχ. i περ. α του ν. 4194/2013), ενώ σε βάρος της ενάγουσας στην από 24.11.2015 αγωγή δεν θα επιδικαστεί δικαστική δαπάνη, αφού, λόγω της ερημοδικίας του εναγομένου σ’ αυτήν, δεν υπέβαλε σχετικό αίτημα, κατά τις διατάξεις των άρθρων 183 και 191 §2 του Κ.Πολ.Δ.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει ερήμην του εφεσίβλητου.

Ορίζει το παράβολο, για την περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας κατά της απόφασης αυτής από τον ερημοδικαζόμενο εφεσίβλητο, στο ποσό των διακοσίων πενήντα (250) ευρώ.

Δέχεται τυπικά και κατ’ ουσία την από 16.2.2018 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……./22.2.2018 έφεση της εκκαλούσας – εταιρείας με την επωνυμία “……………………”.

Εξαφανίζει την εκκαλούμενη απόφαση 5791/2017 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία, κατά το μέρος που εκδίκασε α) την από 4.9.2012 αγωγή ως προς το αιτούμενο ποσό των 21.005,80 ευρώ, τόσο κατά την κύρια όσο και την επικουρική της βάση και β) την από 24.11.2015 αγωγή ως προς το αίτημά της για την καταβολή ποσού 50.000 ευρώ, ως διαφυγόντος κέρδους.

Κρατεί την υπόθεση και δικάζει την από 4.9.2012 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …./2012 αγωγή και την από 24.11.2015 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …………./2015 αγωγή, ως προς τα ανωτέρω αιτήματά τους.

Απορρίπτει το αίτημα της από 4.9.2012 αγωγής, για την καταβολή ποσού 21.005,80 ευρώ, ως μη νόμιμο κατά την κύρια βάση της και ως ουσιαστικά αβάσιμο, κατά την επικουρική της βάση.

Απορρίπτει το αίτημα της από 24.11.2015 αγωγής, για την αναγνώριση οφειλής από τον εναγόμενο, ποσού 50.000 ευρώ, ως απαράδεκτο λόγω της αοριστίας του.

Διατάσσει την επιστροφή στην εκκαλούσα του κατατεθέντος από αυτήν παραβόλου των εκατό (100) ευρώ, που αναφέρεται στο σκεπτικό. Και

Καταδικάζει τον ενάγοντα στην από 4.9.2012 αγωγή, στην πληρωμή της δικαστικής δαπάνης της πρώτης εναγομένης στην ίδια αγωγή και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, την οποία καθορίζει στο ποσό των χιλίων εννιακοσίων (1.900) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του, στις 19 Μαΐου 2020, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.

 

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                    Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ