Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 474/2020

Αριθμός    474 /2020

TΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή  Γεωργία Λάμπρου, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  την Τ.Λ.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 Νόμιμα φέρεται προς συζήτηση, με την από 28- 02-2019 (γεν. αριθμ. καταθ. …../2019) κλήση του εφεσίβλητου-ενάγοντος, η από 29-12-2017 (γεν.αριθμ.καταθ…../2017) έφεση του εκκαλούντος – εναγομένου κατά της υπ΄αριθμ. 5078/2017 απόφασης του  Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που δίκασε την από 25-04-2016 (γεν.αριθμ.καταθ……/2016) αγωγή κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών- μισθωτικών διαφορών κατ΄αντιμωλία των διαδίκων, μετά την έκδοση της υπ΄αριθμ. 61/2019 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Πειραιά (που συγκροτήθηκε σε Συμβούλιο) με την οποία διατάχθηκε, κατ΄άρθρο 307 ΚΠολΔ, η επανάληψη της συζήτησης της κρινόμενης έφεσης που ορίστηκε αρχικά να συζητηθεί στη δικάσιμο της 15-11-2018 κατά την οποία η προεδρεύουσα στο Δικαστήριο αυτό κατά την ανωτέρω δικάσιμο Εφέτης Αικατερίνη Κοκόλη, κατόπιν σχετικής αίτησής της πρότεινε την εξαίρεσή της για λόγους ευπρέπειας κατ΄άρθρο 52 παρ.1 εδαφ. στ΄ ΚΠολΔ, η οποία έγινε δεκτή από το ως ανω Δικαστήριο. Περαιτέρω, η υπο κρίση έφεση ασκήθηκε νομότυπα  και εμπρόθεσμα (άρθρα 495 παρ.1 και 2, 500, 511, 513 παρ.1 περ.β΄ εδ.α΄, 516 παρ.1, 517 εδ.α, 518 παρ.2 και 520 παρ.1 του ΚΠολΔ) και πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή (άρθρο 532 του ΚΠολΔ) και να εξετασθεί περαιτέρω το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της κατά την ίδια ως άνω διαδικασία (533 παρ.1 ΚΠολΔ).

Με την από 25-4-2016 (γεν.αριθμ.καταθ……/2016) αγωγή του ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος εξέθεσε τα ακόλουθα: Ότι με το από 13-8-2008 ιδιωτικό συμφωνητικό μίσθωσης, όπως αυτό συμπληρώθηκε με το από 12-9-2008 ιδιωτικό συμφωνητικό συμπλήρωσης όρων, εξεμίσθωσε στο εναγόμενο και ήδη εκκαλούν ν.π.δ.δ. ένα ακίνητο (αίθουσα) ιδιοκτησίας του, επιφάνειας 165 τ.μ., που βρίσκεται στον πρώτο όροφο οικοδομής στον οικισμό ……….. των Κυθήρων, προκειμένου να χρησιμοποιηθεί από το εναγόμενο για τη στέγαση παραρτήματός του στα Κύθηρα. Ότι η διάρκεια της εν λόγω μίσθωσης ορίσθηκε για εννέα (9) έτη, αρχόμενη από την παραλαβή του μισθίου την 1-6-2009 ,έναντι μηνιαίου μισθώματος ποσού 1.700 ευρώ για τα δύο πρώτα έτη της μίσθωσης, αναπροσαρμοζομένου σύμφωνα με τον εκάστοτε τιμάριθμο και για κάθε χρόνο της επόμενης δεκαετίας της μίσθωσης και προκαταβαλλόμενου είτα την πρώτη ημέρα κάθε μήνα, είτε την πρώτη κάθε τριμήνου, κατόπιν επιλογής του εναγομένου. Ότι για την ενεργοποίηση της μίσθωσης αυτής ο ενάγων προέβη με δαπάνες του στη διαρρύθμιση του μισθίου κατόπιν σχετικών υποδείξεων του εναγομένου. Ότι το εναγόμενο αν και χρησιμοποιεί ή μπορεί να χρησιμοποιήσει ανενόχλητα το μίσθιο από την 1-6-2009, οπότε και το παρέλαβε, καθυστερεί από υπαιτιότητά του να του καταβάλει τα μισθώματα των μηνών Νοεμβρίου 2014 μέχρι και Απριλίου 2016, συνολικού ποσού 30.600 ευρώ (1.700 ευρώ Χ 18 μήνες). Ότι, άλλως, και στην περίπτωση και μόνο που κριθεί η νομιμότητα και εγκυρότητα της από 17-2-2015 γενόμενης από το εναγόμενο δεύτερης καταγγελίας, να του καταβληθεί από Νοέμβριο του έτους 2014 έως και τον Αύγουστο του έτους 2015, το ποσό των 17.000 ευρώ (10 μήνες χ 1.700) και για συμφωνηθείσα αποζημίωση (4 μήνες Χ 1.700) = 6.800 ευρώ και συνολικά για τις ανωτέρω αιτίες το ποσό των 23.800 ευρώ.

Με βάση το ιστορικό αυτό ο ενάγων ζήτησε, κατά την κύρια βάση, να υποχρεωθεί το εναγόμενο με απόφαση προσωρινά εκτελεστή να του καταβάλει το ποσό των 30.600 ευρώ, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής μέχρι την ολοσχερή εξόφληση, άλλως και κατά την επικουρική βάση της αγωγής, το ποσό των 23.800 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την πλήρη εξόφληση και τέλος ζήτησε να καταδικασθεί το εναγόμενο στην εν γένει δικαστική του δαπάνη.

Επι της αγωγής αυτής εκδόθηκε από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο η εκκαλούμενη απόφαση με την οποία, αφού κρίθηκε ορισμένη και νόμιμη η αγωγή στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 345, 346, 361, 574, 595, 596 ΑΚ, 176 ΚΠολΔ, καθώς και σ΄αυτές του κανονισμού μισθώσεων και εκμισθώσεων, αγορών και εκποιήσεων του ΙΚΑ (Α.Υ.Εργασίας / Β/21/ 18003/ 3318/ 29.7.2003 – ΦΕΚ 1055 Β΄) καθόσον το εναγόμενο αποτελεί ν.π.δ.δ. (άρθρο 11 του α.ν. 1846/ 1951) και οι μισθώσεις του για τη στέγαση των υπηρεσιών του, όπως εκείνες των ν.π.δ.δ..δεν εμπίπτουν στην προστασία του π.δ. 34/ 1995, αφού δεν χρησιμοποιείται το μίσθιο για την άσκηση εμπορικών πράξεων και εν προκειμένω η επίδικη μίσθωση είναι αστική και όχι εμπορική, δεδομένου ότι η εξαίρεση ισχύει μόνο αν το μίσθιο χρησιμοποιείται για δραστηριότητα που προβλέπεται ειδικά, όπως π.χ. ως νοσηλευτικό ίδρυμα ή κλινική (σχετ. ΟλΑΠ 24/1992 ΕλλΔνη 33.1442, ΕφΑθ 9481/ 1990 ΕΔΠολ 1990.296,Χαρ.Παπαδάκης, Σύστημα Εμπορικών Μισθώσεων, τ.Α΄,έκδ.3η, Αθήνα 2000,παρ.849,σ.299), και απορρίφθηκε το παρεπόμενο αγωγικό αίτημα κήρυξης της απόφασης προσωρινά εκτελεστής, κατόπιν έγινε δεκτή η αγωγή, ως προς την κύρια βάση της, ως ουσιαστικά βάσιμη και υποχρεώθηκε το εναγόμενο να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των τριάντα χιλιάδων εξακοσίων (30.600,00) ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση και καταδικάστηκε το εναγόμενο λόγω της ήττας του στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος, μη εφαρμοζόμενης της διάταξης του άρθρου 22 του ν.3693/ 1967,τα οποία ορίστηκαν στο ποσό των επτακοσίων (700,00) ευρώ.

Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται ήδη το εκκαλούν- εναγόμενο με την υπό κρίση έφεσή του για τους λόγους που αναφέρονται σ` αυτήν, οι οποίοι ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και σε κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση ,ώστε στη συνέχεια να απορριφθεί η αγωγή στο σύνολό της.

Από την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα του ενάγοντος, ο οποίος εξετάσθηκε ενώπιον του ακροατηρίου του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, που περιέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης εκείνου του Δικαστηρίου, (το εναγόμενο δεν εξέτασε μάρτυρες), από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, που οι διάδικοι επικαλούνται και νόμιμα προσκομίζουν, τα οποία λαμβάνονται υπόψη είτε προς άμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, ορισμένα εκ των οποίων αναφέρονται ειδικότερα κατωτέρω, χωρίς όμως να παραλείπεται κανένα για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς, από τις τυχόν ομολογίες των διαδίκων που συνάγονται από τα δικόγραφά τους (άρθρα 261, 352 του ΚΠολΔ), καθώς και από τα διδάγματα της κοινής πείρας που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (άρθρ.336 παρ.4 ΚΠολΔ  βλ. ΑΠ 48/2009 ΤΝΠ  ΝΟΜΟΣ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα  πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει της υπ΄αριθμ. πρωτ. Υ50/ 1.10.2007 απόφασης του Διοικητή του εναγομένου Ν.Π.Δ.Δ., προκηρύχθηκε δημόσιος μειοδοτικός διαγωνισμός για μίσθωση κτιρίου στα Κύθηρα προκειμένου να στεγαστεί το νεοσυσταθέν παράρτημα ΙΚΑ- ΕΤΑΜ Κυθήρων, στον οποίο (διαγωνισμό) συμμετείχε επιτυχώς ο ενάγων και κατόπιν τούτου υπεγράφη μεταξύ αυτού ως εκμισθωτή και του εναγομένου ως μισθωτή το από 13-8- 2008 ιδιωτικό συμφωνητικό μίσθωσης ακινήτου καθώς και το από 25-9-2008 συμφωνητικό συμπλήρωσης όρων, με τα οποία ο ενάγων εκμίσθωσε στον εναγόμενο ένα ακίνητο (αίθουσα) ιδιοκτησίας του, επιφάνειας 165 τ.μ., κείμενο στον πρώτο όροφο οικοδομής που βρίσκεται στον οικισμό …………. των Κυθήρων, προκειμένου να χρησιμοποιηθεί για τη στέγαση παραρτήματος του εναγομένου στα Κύθηρα. Η διάρκεια δε της μίσθωσης ορίστηκε για εννέα (9) έτη, αρχόμενη από την επομένη της παραλαβής του μισθίου με πρωτόκολλο, παρατεινόμενη με τους ίδιους όρους για μία τριετία με μονομερή δήλωση του μισθωτή ΙΚΑ-ΕΤΑΜ,έναντι μηνιαίου μισθώματος 1.700,00 ευρώ για τα δύο πρώτα έτη της μίσθωσης, αναπροσαρμοζόμενου σύμφωνα με τον εκάστοτε ισχύοντα τιμάριθμο και για κάθε χρόνο της επόμενης δεκαετίας της μίσθωσης και προκαταβαλλόμενου είτε την πρώτη ημέρα κάθε μισθωτικού μήνα, είτε την πρώτη ημέρα κάθε τριμήνου, ύστερα από επιλογή του εναγομένου. Σύμφωνα δε με τον πρώτο όρο της μίσθωσης, ο ενάγων-εκμισθωτής ανέλαβε την υποχρέωση να διαρρυθμίσει με δαπάνες του το προς μίσθωση κτίριο εσωτερικά, σύμφωνα με τα σχέδια και την τεχνική περιγραφή της Διεύθυνσης Τεχνικής και Στέγασης ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και να το παραδώσει σε αυτό πλήρως ανακαινισμένο εσωτερικά και εξωτερικά, με πλήρη ηλεκτρική και υδραυλική εγκατάσταση, έτοιμο και κατάλληλο για το σκοπό που προορίζεται εντός διμήνου από την παραλαβή των σχεδίων, όπως και έπραξε ο ενάγων και μετά την ολοκλήρωση της διαρρύθμισης, συντάχθηκε το από 1-6-2009 πρωτόκολλο παράδοσης- παραλαβής του μισθίου από το εναγόμενο, που είναι και η ημερομηνία έναρξης της μίσθωσης κατά τα συμφωνηθέντα. Στη συνέχεια αποδείχθηκε ότι το εναγόμενο, αν και παρέλαβε το μίσθιο την παραπάνω ημερομηνία κατάλληλο προς τη συμφωνηθείσα χρήση και μπορούσε να το χρησιμοποιεί ανενόχλητα, από υπαιτιότητά του δεν το χρησιμοποίησε ούτε μία ημέρα καθόσον δεν προέβη τελικά στη στελέχωση του παραρτήματος με το απαραίτητο προσωπικό προκειμένου να μπορέσει αυτό να λειτουργήσει. Περαιτέρω, το εναγόμενο περί τα μέσα Μαΐου του 2010 κοινοποίησε στον ενάγοντα την υπ΄αριθμ. πρωτ. Υ00/010/1647/7.5.2010 Απόφαση του Διοικητή του ΙΚΑ – ΕΤΑΜ με την οποία αυτό (εναγόμενο) κατήγγειλε την επίδικη μίσθωση κατ΄άρθρο 388 του ΑΚ, για το λόγο ότι είναι αδύνατη η στελέχωση του παραρτήματος Κυθήρων, ενόψει του ότι δεν διαπιστώθηκε ενδιαφέρον  υπαλλήλων του για τη στελέχωσή του και δεδομένης της ισχύουσας κακής οικονομικής κατάστασης, κρίθηκε από αυτό μη σκόπιμη η διατήρηση του οικήματος που έχει μισθωθεί. Πλην όμως, το εναγόμενο απαράδεκτα προέβη σε καταγγελία της επίδικης μίσθωσης κατ΄άρθρο 388 του ΑΚ με μονομερή απόφαση του Διοικητή του και τούτο διότι όταν ζητείται η λύση της σύμβασης μίσθωσης κατά τη διάταξη του άρθρου 388 ΑΚ, το σχετικό δικαίωμα το οποίο είναι διαπλαστικό, πρέπει να ασκείται με αγωγή ή ανταγωγή, που ομοίως, όπως η απόφαση, είναι διαπλαστική, εφόσον δε το Δικαστήριο αποφασίσει με τη διαπλαστική του απόφαση, τη λύση της μίσθωσης, αυτή επέρχεται από την τελεσιδικία της απόφασης οπότε και οριστικοποιείται η διάπλαση της νέας έννομης κατάστασης, δηλαδή επέρχεται η κατάλυση της ενοχικής σχέσης. Ως εκ τούτου, η προτεινόμενη από το εναγόμενο στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, ένσταση λύσεως της επίδικης μίσθωσης κατ΄άρθρο 388 ΑΚ, που επαναφέρει με σχετικό λόγο έφεσης, απορριπτέα τυγχάνει ως μη νόμιμη και κατά συνέπεια απορριπτέοι είναι και οι επικαλούμενοι από το εναγόμενο λόγοι, στους οποίους στήριξε την εφαρμογή της ανωτέρω διάταξης (άρθρ.388 ΑΚ), ήτοι η αδυναμία στελέχωσης του παραρτήματός του, που θα λειτουργούσε στο μίσθιο, λόγω δυσχέρειας ανεύρεσης προσωπικού ή μη εκδήλωσης ενδιαφέροντος υπαλλήλων του προς τούτο, αφενός μεν υπήρχαν κατά τη σύναψη της επίδικης σύμβασης μίσθωσης, αφετέρου δε, δεν μεταβλήθηκαν μετά την κατάρτισή της, δηλαδή δεν προέκυψαν εκ των υστέρων, αφού το εναγόμενο δεν μερίμνησε να διασφαλίσει τη στελέχωση του παραρτήματός του που θα λειτουργούσε στα Κύθηρα, πριν από τη σύναψη της μίσθωσης, όπως αντίστοιχα μερίμνησε για την υλικοτεχνική υποδομή αυτού με τις δαπανηρές διαρρυθμίσεις και προσθήκες, τις οποίες επέβαλε στον ενάγοντα εκμισθωτή να πραγματοποιήσει με δικές του δαπάνες πριν από την έναρξη της μίσθωσης. Επίσης, δεν μπορεί να εφαρμοστεί ούτε η διάταξη του άρθρου 288 του ΑΚ διότι κατά τις αρχές της καλή πίστης, λαμβανομένων υπόψη και των συναλλακτικών ηθών, δεν συντρέχει σπουδαίος λόγος καταγγελίας της επίδικης σύμβασης. Όλα δε τα ανωτέρω έχουν κριθεί με την υπ΄αριθμ. 2511/2011 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (διαδικασία μισθωτικών διαφορών) με την οποία έγινε δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη προγενέστερη αγωγή του ενάγοντος κατά του εναγομένου για την ίδια αιτία, με την οποία επιδικάστηκαν στον ενάγοντα δεδουλευμένα μισθώματα του ίδιου ως ανωτέρω μισθίου, χρονικού διαστήματος Απριλίου 2010 έως Οκτωβρίου 2010, ενώ απορρίφθηκε η ένσταση λύσεως της επίδικης μίσθωσης κατ΄άρθρο 388 ΑΚ ως μη νόμιμη καθώς και η περί καταχρηστικής άσκησης της αγωγής ένστασης. Κατά της απόφασης αυτής ασκήθηκε από το εναγόμενο έφεση επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄αριθμ. 576/2012 απόφαση του Εφετείου Πειραιά με την οποία απορρίφθηκε ως κατ΄ουσίαν αβάσιμη η έφεση, κρίνοντας το δευτεροβάθμιο δικαστήριο ότι το πρωτοβάθμιο ως άνω δικαστήριο που απέρριψε, έστω σιωπηρώς, τον ισχυρισμό του εναγομένου περί υπάρξεως σπουδαίου λόγου για καταγγελία της μίσθωσης κατ΄άρθρο 288 ΑΚ, δεν έσφαλε ως προς την εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση των αποδείξεων, επικυρώνοντας έτσι την πρωτόδικη ως άνω απόφαση. Πρέπει δε να σημειωθεί ότι η παραπάνω αιτιολογία για το ίδιο ζήτημα υπάρχει και στην υπ΄αριθμ. 5171/2013 οριστική και ήδη τελεσίδικη απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (διαδικασία μισθωτικών διαφορών) με την οποία έγινε δεκτή αγωγή του ενάγοντος κατά του εναγομένου και με την οποία επιδικάστηκαν στον ενάγοντα δεδουλευμένα μισθώματα για το χρονικό διάστημα από Νοέμβριο του 2010 μέχρι και Μάιο του 2013, αλλά και στην υπ΄αριθμ.3326/ 2015 απόφαση του ίδιου ως άνω Δικαστηρίου με την οποία επιδικάστηκαν στον ενάγοντα δεδουλευμένα μισθώματα για το χρονικό διάστημα από τον Ιούνιο του 2013 μέχρι και τον Οκτώβριο του 2014. Επομένως το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την εκκαλούμενη απόφασή του έκρινε τα ίδια, δεν έσφαλε αλλά ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις και οι περί του αντιθέτου ισχυρισμοί του εναγομένου που αποτελούν σχετικούς λόγους έφεσης απορριπτέοι τυγχάνουν ως ουσιαστικά αβάσιμοι. Στη συνέχεια από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά στοιχεία αποδείχθηκε ότι το εναγόμενο στις 17-2-2015 με εξώδικό του κοινοποίησε στον ενάγοντα την υπ΄αριθμ.πρωτ. Γ31 /204/29.1.2015 νεότερη απόφαση του Διοικητή του  περί «καταγγελίας της μίσθωσης του ακινήτου στο ……….. Κυθήρων, σύμφωνα με το άρθρο 6 του από 13.8.2008 ιδιωτικού συμφωνητικού μίσθωσης και 25.9.2008 τροποποιητικού συμπλήρωσης όρων και το άρθρο 587 ΑΚ για τους ειδικότερους λόγους και αιτίες που αναφέρονται αναλυτικά στο σκεπτικό της παρούσας απόφασης», ενώ επικαλούμενο και το άρθρο 43 του π.δ. 34/ 1995, όπως τροποποιήθηκε, τον κάλεσε να παραλάβει το μίσθιο μετά την πάροδο τριών μηνών από την επίδοση της εν λόγω απόφασης. Το ως άνω άρθρο ορίζει ότι το εναγόμενο επιφυλάσσεται του δικαιώματός του να καταγγείλει τη σύμβαση ,μετά από έγγραφη προειδοποίηση έξι (6) μηνών, καταβάλλοντας στον ιδιοκτήτη- εκμισθωτή ως αποζημίωση τέσσερα (4) μηνιαία μισθώματα, σύμφωνα με το άρθρο 43 του π.δ. 34/ 1995. Κατα τα ήδη, όμως αναφερόμενα, η διάταξη του άρθρου 43 του π.δ. δεν ισχύει εν προκειμένω, καθόσον η επίδικη μίσθωση είναι αστική και όχι εμπορική, αφού το επίδικο μίσθιο δεν συμφωνήθηκε να χρησιμοποιηθεί για την άσκηση εμπορικών πράξεων, ούτε για ειδικώς προβλεπόμενη δραστηριότητα (πχ ως νοσηλευτικό ίδρυμα ή κλινική), αλλά για τη στέγαση των υπηρεσιών του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ.Τα ανωτέρω δε έχουν κριθεί και από τις προαναφερόμενες τελεσίδικες ήδη υπ΄αριθμ. 5171/2013 και 3326/2015 αποφάσεις του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά και επομένως η καταγγελία της ένδικης αστικής μίσθωσης με βάση την παραπάνω διάταξη, είναι μη νόμιμη. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την εκκαλούμενη απόφαση έκρινε ομοίως, δεν έσφαλε αλλά ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις και ο περί του αντιθέτου ισχυρισμός του εναγομένου που αποτελεί σχετικό λόγο έφεσης απορριπτέος τυγχάνει ως κατ΄ουσίαν αβάσιμος. Πέραν των ανωτέρω, όπως προκύπτει από το από 27-1-2011 πρωτόκολλο που συντάχθηκε από το εναγόμενο νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου περί της παραδόσεως του μισθίου, δεν συμφωνήθηκε μεταξύ των διαδίκων η πρόωρη λύση της μίσθωσης, αφού ο ενάγων – εκμισθωτής παρέλαβε μεν το επίδικο μίσθιο, επιφυλασσόμενος όμως ρητώς κάθε δικαιώματός του και δηλώνοντας ότι θεωρεί «.. την παραπάνω καταγγελία (την αναφερόμενη στο πρωτόκολλο αυτό) άκυρη και χωρίς νόμιμες συνέπειες». Ως εκ τούτου η μονομερής εκ μέρους του εναγομένου παράδοση των κλειδιών του μισθίου στον ενάγοντα την 27-01-2011 δεν επέφερε την πρόωρη λύση της επίδικης μίσθωσης αφού η παραλαβή του μισθίου ακινήτου δεν έγινε χωρίς επιφύλαξη, αλλά με τη ρητή εναντίωση του εκμισθωτή. Συνεπώς ενόψει όλων των ανωτέρω, αποδείχθηκε ότι η συναφθείσα με το εναγόμενο από 01-06-2009 αστική μίσθωση ορισμένου χρόνου δεν έχει λυθεί νόμιμα ούτε με την από 17-02-2015 νεότερη καταγγελία, με συνέπεια την εξακολούθησή της και την παραγωγή των έννομων αποτελεσμάτων της. Έτσι κατόπιν αυτών, όπως αποδείχθηκε, το εναγόμενο δεν έχει καταβάλει στον ενάγοντα τα δεδουλευμένα μισθώματα του χρονικού διαστήματος Νοεμβρίου 2014 μέχρι και Απριλίου 2016 ,συνολικού ποσού 30.600 ευρώ (1.700 Χ 18 μήνες)

Επομένως, η αγωγή πρέπει να γίνει δεκτή, ως προς την κύρια βάση της, ως ουσιαστικά βάσιμη και να υποχρεωθεί το εναγόμενο να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των τριάντα χιλιάδων εξακοσίων (30.600,00) ευρώ, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής μέχρι την ολοσχερή εξόφληση.

Κατά συνέπεια, η εκκαλουμένη, η οποία ως προς την αγωγή δέχθηκε τα ίδια ως ανωτέρω, δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση των αποδείξεων και οι περι του αντιθέτου ισχυρισμοί του εναγομένου που αποτελούν σχετικούς λόγους έφεσης πρέπει ν΄απορριφθούν ως αβάσιμοι .

Κατ΄ακολουθίαν των ανωτέρω η κρινόμενη έφεση πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη κατ΄ουσίαν και να επιβληθούν σε βάρος του εκκαλούντος τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας (άρθρα 176, 183 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό, χωρίς να συντρέχουν εν προκειμένω οι προϋποθέσεις της προβλεπόμενης από το άρθρο 22 παρ.1 του Ν.3693/ 1957 μείωσης της δικηγορικής αμοιβής που περιλαμβάνεται στην αποδοτέα στον νικώντα διάδικο δικαστική δαπάνη, δεδομένου ότι η δίκη αυτή δεν διεξήχθη από το εκκαλούν- εναγόμενο Ν.Π.Δ.Δ. δια αντιπροσώπου του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (ΑΠ 1228/ 2009, ΕφΑθ 2802/ 2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει κατ΄αντιμωλίαν των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ΄ουσίαν την έφεση κατά της υπ αριθμ. 5078/2017 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (ειδική διαδικασία περιουσιακών – μισθωτικών διαφορών). ΚΑΙ

Επιβάλλει σε βάρος του εκκαλούντος τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των πεντακοσίων (500,00) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις  2 Ιουλίου 2020, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ