Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 469/2020

 

Αριθμός  469/2020

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Σπυριδούλα Μακρή, Πρόεδρο Εφετών, Χρυσούλα Πλατιά, Εφέτη και Γεωργία Λάμπρου, Εφέτη-Εισηγήτρια,   και από τη Γραμματέα Τ.Λ..

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Όπως προκύπτει από τις διατάξεις των άρθρων 76 παρ. 1, 329 και 920 ΚΠολΔ, μεταξύ ομόρρυθμης εταιρίας και ομόρρυθμων εταίρων, όταν ενάγονται από κοινού για χρέη της εταιρίας, υπάρχει αναγκαστική ομοδικία, αφού η ισχύς της απόφασης που εκδίδεται για την εταιρία και το δεδικασμένο απ’ αυτήν εκτείνεται και σ’ αυτούς (εταίρους) και επηρεάζει τις έννομες σχέσεις τους, ενώ δεν είναι δυνατόν να υπάρξουν στην ίδια υπόθεση διαφορετικές αποφάσεις (ΑΠ 1240/2011, ΑΠ 1103/2010, ΕφΠειρ 172/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 9775/2002 ΝοΒ 2003.1237, βλ. Ν. Νίκα, Εγχειρίδιο Πολιτικής Δικονομίας, έκδ. 2016, παρ. 27, Μ. Μαργαρίτη, ΕρμΚΠολΔ, τόμ. Ι, άρθρο 76, αρ. 7, σελ. 159, Χ. Απαλαγάκη, ΚΠολΔ, τόμ. 1ος, έκδ. 2017, άρθρο 76, αρ. 3, σελ. 269). Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 76 παρ. 1 εδ. τελευταίο ΚΠολΔ, σε περίπτωση αναγκαστικής ομοδικίας, ο απολειπόμενος διάδικος αντιπροσωπεύεται από τους παρισταμένους, υπό την έννοια ότι θεωρείται ότι παρίσταται και αυτός, ότι συμμετέχει στη συζήτηση και ότι ενεργεί με τον ίδιο τρόπο που ενεργεί και ο παριστάμενος αναγκαίος ομόδικός του, γι` αυτό και η απόφαση που εκδίδεται είναι κατ` αντιμωλίαν απόφαση ως προς όλους τους ομόδικους και, ως εκ τούτου, δεν είναι επιτρεπτή η προσβολή της με ανακοπή ερημοδικίας εκ μέρους του μη συμμετάσχοντος αναγκαίου ομοδίκου (ΑΠ 1135/1993 ΕλλΔνη 1995.330, ΕφΑθ 205/2002 Αρμ. 2003.840, ΕφΛαρ 343/2012 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, βλ. Μ. Μαργαρίτη, ό.π., άρθρο 76, αρ. 18, σελ. 162). Στην προκειμένη περίπτωση, από την υπ΄αριθμ. …….΄/ 13-06-2018 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, ……….., την οποία επικαλείται και προσκομίζει νομίμως ο καλών –εφεσίβλητος, προκύπτει ότι ακριβές αντίγραφο της από 21-05-2018 (γεν. αριθμ. καταθ. …../2018) κλήσης του με την οποία επισπεύδει τη συζήτηση της από 20-07-2015 (αριθμ.καταθ……/2015) έφεσης των εκκαλούντων εναντίον του, με πράξη ορισμού δικασίμου για την αρχικώς ορισθείσα δικάσιμο της 7-2-2019 κατά την οποία η υπόθεση αναβλήθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας (7-11-2019), επιδόθηκε νομίμως και εμπροθέσμως στην τρίτη των εκκαλούντων ομόρρυθμη εταιρία. Κατά την ανωτέρω δικάσιμο, όμως, η τελευταία, όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου, δεν παραστάθηκε ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο (βλ. τα πρακτικά συνεδρίασης), πλην όμως αυτή αντιπροσωπεύεται από τους (με αυτήν συνεναχθέντες για χρέος της) νομίμως παριστάμενους ομόρρυθμους εταίρους της, ήτοι τους πρώτο και δεύτερο των εκκαλούντων, με τους οποίους συνδέεται με το δεσμό της αναγκαστικής ομοδικίας, δεδομένου ότι, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στην αμέσως προηγούμενη νομική σκέψη, αν υπάρχει αναγκαστική ομοδικία, όπως συμβαίνει στην προκειμένη περίπτωση με τους εκκαλούντες-εναγόμενους, ο απολειπόμενος διάδικος αντιπροσωπεύεται από τους παρισταμένους, γι` αυτό και η απόφαση που εκδίδεται είναι κατ` αντιμωλίαν απόφαση ως προς όλους τους ομόδικους.

Η υπό κρίση από 20-07-2015 (αριθμ.εκθ.καταθ……./2015) έφεση των ηττηθέντων εναγομένων κατά της υπ’ αριθ. 1681/ 2015 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία, έχει ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως (άρθρα 495 παρ. 1, 2, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ. 1, 517, 518 παρ. 1 και 2 του ΚΠολΔ), παραδεκτώς δε εισάγεται (με την ως άνω από 21-05-2018 κλήση του εφεσίβλητου- ενάγοντος) προς εκδίκαση ενώπιον του παρόντος αρμοδίου Δικαστηρίου (άρθρο 19 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 4 παρ. 2 του Ν. 3994/25-7-2011). Σημειώνεται δε  ότι, όπως προκύπτει από την σχετική έκθεση κατάθεσης ενδίκου μέσου του Γραμματέα του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, έχει κατατεθεί από τους εκκαλούντες το (ισχύον τότε) νόμιμο παράβολο των 200 ευρώ κατ’ άρθρο 495 παρ. 4 ΚΠολΔ (όπως η διάταξη αυτή προστέθηκε με το άρθρο 12 παρ. 2 του Ν. 4055/2012 και ίσχυε πριν την τροποποίησή της με το άρθρο 1 άρθρο τρίτο του Ν. 4335/2015 και με το άρθρο 35 παρ. 2 του Ν. 4446/2016). Πρέπει, επομένως, η έφεση αυτή να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά την ίδια ως άνω διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ).

Με την από 15-04-2011 (αριθμ.καταθ……./2011) αγωγή του, ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος ισχυρίστηκε ότι οι εναγόμενοι και ήδη εκκαλούντες τα έτη 2009 και 2010 εξέδωσαν εις διαταγήν του, προς εξόφληση αγοράς τυροκομικών προϊόντων τις οποίες πραγματοποίησαν από την επιχείρησή του, με την ιδιότητά τους ως ομόρρυθμοι εταίροι (διαχειριστές και εκπρόσωποι) της ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «…………..», τις ειδικότερα αναφερόμενες σ΄αυτήν (αγωγή) έξι (6) τραπεζικές επιταγές συνολικού ποσού 130.000,00 ευρώ, οι οποίες όταν εμφανίστηκαν νομίμως και εμπροθέσμως προς πληρωμή στην πληρώτρια τράπεζα, δεν εξοφλήθηκαν ελλείψει διαθεσίμων κεφαλαίων. Ότι τις εν λόγω επιταγές τις ανάλαβε αυτός (ενάγων) από την πληρώτρια τράπεζα, οι δε εναγόμενοι εξέδωσαν τις παραπάνω επιταγές αν και γνώριζαν ότι δεν διέθεταν τα αντίστοιχα κεφάλαια στους λογαριασμούς τους, τόσο κατά το χρόνο της έκδοσής τους όσο και κατά το χρόνο της εμφάνισής τους προς πληρωμή. Οτι εξαιτίας της αδικοπρακτικής ως ανωτέρω συμπεριφοράς των εναγομένων, αυτός υπέστη θετική ζημία ίση με το ποσό των πιο πάνω επιταγών. Με βάση το ιστορικό αυτό ο ενάγων ζήτησε να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να του καταβάλουν αλληλεγγύως ως αποζημίωση το ανωτέρω ποσό των επιταγών, ήτοι το συνολικό ποσό των 130.000,00 ευρώ νομιμοτόκως από την επομένη της έκδοσης της κάθε επιταγής, άλλως από την επίδοση της αγωγής μέχρι την ολοσχερή εξόφληση, να κηρυχθεί η απόφαση που θα εκδοθεί προσωρινά εκτελεστή, να απαγγελθεί σε βάρος των δύο πρώτων εναγομένων προσωπική κράτηση λόγω της αδικοπραξίας ως μέσον εκτέλεσης της εκδοθησόμενης απόφασης διάρκειας 12 μηνών και να καταδικασθούν οι εναγόμενοι στην δικαστική του δαπάνη.

Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο η εκκαλούμενη απόφαση, με την οποία, αφού απορρίφθηκαν ως μη νόμιμα τα παρεπόμενα αγωγικά αιτήματα περί καταβολής τόκων υπερημερίας από την ημέρα έκδοσης των επίδικων επιταγών και περί κήρυξης της εκδοθησόμενης απόφασης προσωρινά εκτελεστής ως προς την περί απαγγελίας προσωπικής κράτησης σε βάρος των δύο πρώτων εναγομένων διάταξή της και ανεστάλη η εκδίκαση της από τους εναγομένους προτεινόμενης ένστασης συμψηφισμού μέχρι έκδοσης οριστικής απόφασης επί της υπ΄αριθμ.καταθ. …………/24-2-2011 αγωγής που ασκήθηκε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (τακτική διαδικασία), κατόπιν έγινε δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη η αγωγή, υποχρεώθηκαν οι εναγόμενοι να καταβάλουν αλληλεγγύως στον ενάγοντα το ποσό των 130.000,00 ευρώ νομιμοτόκως από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και μέχρι την ολοσχερή εξόφληση, απαγγέλθηκε σε βάρος των εναγομένων προσωπική κράτηση διάρκειας έξι (6) μηνών ως μέσον αναγκαστικής εκτέλεσης της απόφασης και καταδικάστηκαν οι εναγόμενοι στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος τα οποία ορίστηκαν στο ποσό των χιλίων πεντακοσίων (1.500,00) ευρώ.

Κατά της απόφασης αυτής (κατά το μέρος που έγινε δεκτή η προαναφερόμενη αγωγή) παραπονούνται ήδη οι εκκαλούντες – εναγόμενοι με την υπό κρίση έφεσή της για τους λόγους που αναφέρονται σ` αυτήν, οι οποίοι ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και σε κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητούν να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση, ώστε στη συνέχεια να απορριφθεί η αγωγή στο σύνολό της.

Από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων των διαδίκων οι οποίοι εξετάσθηκαν  ενώπιον του ακροατηρίου του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, που περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης εκείνου του Δικαστηρίου, από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, που οι διάδικοι επικαλούνται και νόμιμα προσκομίζουν, τα οποία λαμβάνονται υπόψη είτε προς άμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, ορισμένα εκ των οποίων αναφέρονται ειδικότερα κατωτέρω, χωρίς όμως να παραλείπεται κανένα για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς, από τις ομολογίες των διαδίκων που συνάγονται από τα δικόγραφά τους (άρθρα 261, 352 του ΚΠολΔ), καθώς και από τα διδάγματα της κοινής πείρας που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (άρθρ.336 παρ.4 ΚΠολΔ  βλ. ΑΠ 48/2009 ΤΝΠ  ΝΟΜΟΣ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα : Ο ενάγων ασχολείται κατ΄επάγγελμα με την εμπορία τυροκομικών προϊόντων. Μεταξύ των πελατών του συγκαταλέγονταν και η εναγομένη εταιρεία με την επωνυμία «…………..», με την οποία συνεργάζονταν ήδη για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των είκοσι ετών. Στο πλαίσιο της μεταξύ τους αυτής εμπορικής συνεργασίας, ο πρώτος και ο δεύτερος των εναγομένων με την ιδιότητά τους ως ομόρρυθμων εταίρων, διαχειριστών και εκπροσώπων της τρίτης εναγομένης εταιρείας, εξέδωσαν έξι (6) έγκυρες τραπεζικές επιταγές, συνολικού ύψους 130.000,00 ευρώ για αγορά τυροκομικών προϊόντων. Ειδικότερα εξέδωσαν : α) την υπ΄αριθμ……… επιταγή ποσού 35.000,00 ευρώ της … Τράπεζας με χρέωση του υπ΄αριθμ………… λογαριασμού της και ημερομηνία έκδοσης την 30-11-2010 η οποία εξεδόθη σε διαταγή του ενάγοντος, στη συνέχεια μεταβιβάστηκε δια οπισθογράφησης στην εταιρεία με την επωνυμία «……………» και ακολούθως με τον ίδιο τρόπο από την τελευταία στην ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «……..», η οποία και τη μεταβίβασε στην «. ΤΡΑΠΕΖΑ ……», β) την υπ΄αριθμ. …… επιταγή ποσού 35.000,00 ευρώ της ….. Τράπεζας, με χρέωση του υπ΄αριθμ. ………. λογαριασμού της και ημερομηνία έκδοσης την 31-10-2010, η οποία εξεδόθη σε διαταγή του ενάγοντος, στη συνέχεια μεταβιβάστηκε δια οπισθογράφησης στην εταιρεία με την επωνυμία «………….» και ακολούθως με τον ίδιο τρόπο από την τελευταία στην ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «………», η οποία και τη μεταβίβασε ομοίως στην «.. ΤΡΑΠΕΖΑ ……..», γ) την υπ΄αριθμ. ……… επιταγή ποσού 15.000,00 ευρώ της Εμπορικής Τράπεζας, με χρέωση του υπ΄αριθμ. …………. λογαριασμού της και ημερομηνία έκδοσης την 31-01-2011, η οποία εξεδόθη σε διαταγή του ενάγοντος, και στη συνέχεια μεταβιβάστηκε δια οπισθογράφησης στην «. ΤΡΑΠΕΖΑ ..» ως αξία σε ενέχυρο, δ) την υπ΄αριθμ…….. επιταγή ποσού 15.000,00 ευρώ της …. Τράπεζας, με χρέωση του υπ΄αριθμ. ……. λογαριασμού της και ημερομηνία έκδοσης την 31-12-2010, η οποία εξεδόθη σε διαταγή του ενάγοντος, στη συνέχεια μεταβιβάστηκε δια οπισθογράφησης (ως αξία σε ενέχυρο) στην «.. ΤΡΑΠΕΖΑ ………..» και ακολούθως στον ……….., ε) την υπ΄αριθμ. ………. επιταγή ποσού 15.000,00 ευρώ της Τράπεζας …, με χρέωση του υπ΄αριθμ. …… λογαριασμού της και ημερομηνία έκδοσης την 31-09-2010, η οποία εξεδόθη σε διαταγή του ενάγοντος, στη συνέχεια μεταβιβάστηκε δια οπισθογράφησης στην ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «………..» και ακολούθως οπισθογραφήθηκε (ως αξία λόγω ενεχύρου) σε διαταγή της «…….. BANK» και στ) την υπ΄αριθμ……….. επιταγή ποσού 15.000,00 ευρώ της Τράπεζας …., με χρέωση του υπ΄αριθμ. ……. λογαριασμού της και ημερομηνία έκδοσης την 31-09-2010,η οποία εξεδόθη σε διαταγή του ενάγοντος, στη συνέχεια μεταβιβάστηκε δια οπισθογράφησης στην ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «……….» και ακολούθως οπισθογραφήθηκε (ως αξία λόγω ενεχύρου) σε διαταγή της «………. BANK». Όλες δε οι ανωτέρω επιταγές αν και εμφανίστηκαν νόμιμα και εμπρόθεσμα προς πληρωμή δεν εξοφλήθηκαν λόγω έλλειψης διαθεσίμων κεφαλαίων, σύμφωνα με τις σημειώσεις της πληρώτριας Τράπεζας επί του σώματος μίας εκάστης εξ αυτών, πλην της υπό στοιχ.γ΄ επιταγής για την οποία δεν έλαβε χώρα βεβαίωση περί μη πληρωμής από την τελευταία, πλην όμως όπως αποδείχθηκε από τον εξετασθέντα στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου μάρτυρα του ενάγοντος ……………, όλες οι επιταγές δεν πληρώθηκαν κατά την εμφάνισή τους στην πληρώτρια Τράπεζα. Μετά δε τη σφράγιση των επίδικων επιταγών, ο ενάγων κατέβαλε την αξία αυτών, αναλαμβάνοντας τα σώματά τους και έτσι κατέστη νόμιμος κομιστής τους και έτσι υπέστη συνολική ζημία ύψους 130.000,00 ευρώ, καθόσον αυτό ήταν το ποσό που κατέβαλε προκειμένου να λάβει τα σώματα των επιταγών. Όπως, δε, αποδείχθηκε, οι εναγόμενοι γνώριζαν κατά το χρόνο έκδοσης των επίδικων επιταγών την έλλειψη αντίστοιχων διαθεσίμων κεφαλαίων στην πληρώτρια τράπεζα, πλην όμως ήλπιζαν, αποδεχόμενοι την έλλειψη αυτή, ότι θα ήταν σε θέση να τις εξοφλήσουν κατά τον αναγραφόμενο χρόνο έκδοσής τους, καθόσον ήταν μεταχρονολογημένες. Τούτο δε, αποδεικνύεται αφενός μεν από τις προσκομισθείσες λογιστικές καρτέλες πελατών (………….), από τις οποίες προκύπτει ότι ήδη από το έτος 2008 είχαν φανεί τα πρώτα σημάδια οικονομικής ύφεσης στην αγορά, αφετέρου δε από την εξετασθείσα στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου μάρτυρα των εναγομένων ……….., η οποία κατέθεσε ότι ήδη από το Πάσχα του 2010 – δηλαδή σε χρόνο προγενέστερο της έκδοσης των επίδικων έξι επιταγών – το supermarket …………, είχε καταστήσει γνωστή την πρόθεσή του να αντικαταστήσει επιταγές του με νέες για άλλον έναν χρόνο. Έτσι ήταν βέβαιο ότι οι εναγόμενοι αν και είχαν αντιληφθεί ότι η οικονομική κρίση είχε καταστήσει αμφίβολη την ικανοποίηση και των δικών τους χρηματικών απαιτήσεων, συνέχισαν την οικονομική τους δραστηριότητα διοχετεύοντας στην αγορά και άλλες επιταγές, μεταξύ των οποίων και οι επίδικες, αποδεχόμενοι πλέον το ενδεχόμενο αυτές να μην πληρωθούν λόγω της άμεσης εξάρτησής τους από την πληρωμή των υπολοίπων αντικατασταθέντων επιταγών.

Επομένως η αγωγή, καθό μέρος κρίθηκε νόμιμη, πρέπει να γίνει δεκτή ως και κατ΄ουσίαν βάσιμη, να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να καταβάλουν αλληλεγγύως στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των εκατόν τριάντα χιλιάδων (130.000,00) ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής μέχρι την ολοσχερή εξόφληση και να απαγγελθεί σε βάρος των εναγομένων- φυσικών προσώπων (πρώτο και δεύτερο) προσωπική κράτηση διάρκειας έξι (6) μηνών λόγω αδικοπραξίας ως μέσο αναγκαστικής εκτέλεσης της απόφασης. Κατά συνέπεια, η εκκαλουμένη, η οποία ως προς την αγωγή δέχθηκε τα ίδια ως ανωτέρω, δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση των αποδείξεων και οι περί του αντιθέτου ισχυρισμοί των εναγομένων που αποτελούν σχετικούς λόγους έφεσης πρέπει ν΄απορριφθούν ως αβάσιμοι. Επίσης η εκκαλούμενη ορθά  καταδίκασε τους εκκαλούντες-εναγόμενους που ηττήθηκαν στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος (άρθρο 176 ΚΠολΔ) και ο  σχετικός λόγος έφεσης είναι αβάσιμος κι απορριπτέος.

Κατ΄ακολουθίαν των ανωτέρω η κρινόμενη έφεση πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη κατ΄ουσίαν και να επιβληθούν σε βάρος των εκκαλούντων τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας  (άρθρα 176, 183 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.

Τέλος, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου άσκησης έφεσης, που οι εκκαλούντες κατέθεσαν κατ΄άρθρο 495 παρ.3 του ΚΠολΔ.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει κατ΄αντιμωλίαν των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ΄ουσίαν την έφεση κατά της υπ’ αριθ. 1681/2015 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (τακτική διαδικασία).

Επιβάλλει σε βάρος των εκκαλούντων τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των πεντακοσίων (500,00) ευρώ. ΚΑΙ

Διατάσσει την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο των υπ΄ αριθμ. …………..παραβόλων άσκησης έφεσης που κατέθεσαν οι εκκαλούντες, ποσού διακοσίων (200,00) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά την 18η Ιουνίου 2020  και δημοσιεύθηκε την 1η Ιουλίου 2020 σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξούσιους δικηγόρους όσων εξ αυτών παραστάθηκαν.

    Η   ΠΡΟΕΔΡΟΣ                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ