Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 524/2020

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθμός απόφασης

524/2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

                  Αποτελούμενο από τη Δικαστή Μαρία Δανιήλ, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Τ.Λ.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 524 παρ.3 εδαφ.α΄ του ΚΠολΔ, όπως τροποποιήθηκε με τη διάταξη του άρθρου τρίτου του άρθρου 1 του ν.4355/2015, το οποίο, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 9 παρ. 2 του ιδίου άρθρου και νόμου εφαρμόζεται στα ένδικα μέσα, που κατατέθηκαν μετά την 1η.1.2016 (στην υπό κρίση περίπτωση η ένδικη έφεση κατατέθηκε στη γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου στις 29.3.2018) «σε περίπτωση ερημοδικίας του εκκαλούντος η έφεση απορρίπτεται». Σε περίπτωση ερημοδικίας του εκκαλούντος, εφόσον ο τελευταίος επισπεύδει τη συζήτηση ή κλητεύθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα, η έφεσή του απορρίπτεται, η απόρριψη δε αυτή δεν είναι τυπική, αλλά γίνεται κατ’ουσίαν, διότι, αν και οι λόγοι της έφεσης δεν εξετάζονται ως προς το παραδεκτό και τη βασιμότητά τους, θεωρείται κατά πλάσμα του νόμου ότι είναι αβάσιμοι και για το λόγο αυτό είναι πάντοτε απορριπτέοι, αφού το δικαστήριο δεν έχει τη δυνατότητα να εκδώσει αντίθετη απόφαση περί της παραδοχής τους (ΑΠ 467/2016, ΑΠ 355/2016 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 268/2016, ΑΠ 119/2015, ΕφΠατρ 156/2019 ΕφΛαρ 8/2016, άπασες δημοσιευμένες σε ΤΝΠ Νόμος). Περαιτέρω, η απόφαση του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, η δεχόμενη την αναρμοδιότητα αυτού και παραπέμπουσα την αγωγή στο αρμόδιο δικαστήριο υπόκειται σε έφεση (άρθρο 513 παρ. 1 εδαφ. α΄ του ΚΠολΔ). Τέλος, στη διάταξη του άρθρου 74 παρ.2 του ν.4690/2020 (ΦΕΚ Α΄104/30.5.2020) [Κύρωση: α) της από 13.4.2020 Π.Ν.Π. «Μέτρα για την αντιμετώπιση των συνεχιζόμενων συνεπειών της πανδημίας του κορωνοϊού COVID-19 και άλλες κατεπείγουσες διατάξεις» (A’ 84) και β) της από 1.5.2020 Π.Ν.Π. «Περαιτέρω μέτρα για την αντιμετώπιση των συνεχιζόμενων συνεπειών της πανδημίας του κορωνοϊού COVID-19 και την επάνοδο στην κοινωνική και οικονομική κανονικότητα» (Α’ 90) και άλλες διατάξεις], που αναφέρεται σε διατάξεις για την επαναλειτουργία των πολιτικών δικαστηρίων και τη διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης, ορίζεται ότι: «1…2.Σε περίπτωση που η συζήτηση υπόθεσης οποιουδήποτε βαθμού δικαιοδοσίας και με οποιαδήποτε διαδικασία ματαιώθηκε διαρκούσης της αναστολής, δηλαδή μέχρι και τις 31.5.2020, ορίζεται αυτεπαγγέλτως, με πράξη του προέδρου του τμήματος ή του δικαστή, ημέρα και ώρα συζήτησης στο ακροατήριο σε σύντομη κατά το δυνατόν δικάσιμο και κατά προτεραιότητα εντός του χρονικού διαστήματος από 1.7.2020 έως 15.7.2020 ή από 1.9.2020 έως 15.9.2020. Η εγγραφή της υπόθεσης στο οικείο πινάκιο ή έκθεμα, το οποίο μπορεί να τηρείται και ηλεκτρονικά, γίνεται με πρωτοβουλία του γραμματέα και ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων. Προς ενημέρωση των διαδίκων, και πάντως όχι επί ποινή ακυρότητας, η νέα δικάσιμος γνωστοποιείται από τον γραμματέα στον δικηγορικό σύλλογο της έδρας του δικαστηρίου και στην Κεντρική Υπηρεσία του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους». Στην προκειμένη περίπτωση με την από 5.9.2019 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. …………./27.9.2019) κλήση της εκκαλούσας – εναγομένης ναυτικής εταιρίας νόμιμα επαναφέρθηκε προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου η από 28.3.2020 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ……./29.3.2018 και ………/30.3.2018) έφεση της ανωτέρω διαδίκου, απευθυνόμενη κατά της υπ’αριθμ. 2495/2017 παραπεμπτικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η συζήτηση της οποίας (έφεσης) κατά τη δικάσιμο της 7ης.3.2019, που ορίσθηκε κατόπιν αναβολής της συζήτησής της από την αρχικά προσδιορισθείσα δικάσιμο της 6ης.12.2018, ματαιώθηκε. Με την προαναφερόμενη δικαστική απόφαση, που εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, επί της σε βάρος της καλούσας – εκκαλούσας ασκηθείσας από 1.6.2016 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ………./1.6.2016) αγωγής των καθ’ων η κλήση – εφεσιβλήτων, με την οποία ζητήθηκε ν’αναγνωρισθεί ότι το ναυτικό προνόμιο, που απολαμβάνουν οι χρηματικές απαιτήσεις των εναγόντων – ναυτικών, πηγάζουσες από συμβάσεις παροχής εξαρτημένης ναυτικής εργασίας στο υπό ελληνική σημαία επιβατηγό/οχηματαγωγό πλοίο με την ονομασία «AM» σε βάρος της κατά το χρόνο κατάρτισης των συμβάσεων αυτών κυρίας του εν λόγω πλοίου εταιρίας με την επωνυμία «…………..», ισχύει και έναντι της εναγομένης – ναυτικής εταιρίας, ως συμβατικά αποκτήσασας το ως άνω πλοίο, ήδη μετονομασθέν σε «Μ», καθώς και ότι οι απαιτήσεις τους κατατάσσονται στη δεύτερη τάξη των προνομιούχων απαιτήσεων επί του πλοίου, έγινε δεκτό ότι η αγωγή αναρμοδίως εισήχθη προς συζήτηση ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών/εργατικών διαφορών των άρθρων 614 και 621 επ. του ΚΠολΔ, διότι, όπως κρίθηκε, δεν πρόκειται περί εργατικής διαφοράς, αλλά περί διαφοράς, μη αποτιμητής σε χρήμα, που υπάγεται στην υλική αρμοδιότητα του Πολυμελούς Πρωτοδικείου και εκδικάζεται κατά την τακτική διαδικασία. Ακολούθως, με την ίδια απόφαση το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο κήρυξε εαυτό καθ’ύλην αναρμόδιο και παρέπεμψε την υπόθεση προς συζήτηση στο καθ’ύλην και κατά τόπον αρμόδιο δικαστήριο, σύμφωνα με το άρθρο 46 του ΚΠολΔ, ήτοι στο Τμήμα Ναυτικών Διαφορών του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, λόγω της, όπως έκρινε, ναυτικής φύσης της διαφοράς, ως εκ του αντικειμένου της, που ειδικότερα συνίσταται στην αναγνώριση του ναυτικού προνομίου των απαιτήσεων των εναγόντων – μελών του πληρώματος του αναφερομένου στο αγωγικό δικόγραφο πλοίου, απορρεουσών από συμβάσεις εργασίας, σε βάρος της κατά το χρόνο της σύναψης των συμβάσεων κυρίας του πλοίου, έναντι της αποκτήσασας συμβατικά αυτό/εναγομένης, προκειμένου να εκδικασθεί κατά την προσήκουσα τακτική διαδικασία, κατόπιν αυτεπάγγελτης έρευνας της ως άνω διαδικαστικής προϋπόθεσης διεξαγωγής της δίκης, αλλά και κατά παραδοχήν της σχετικής ένστασης της εναγομένης εταιρίας.  Η συζήτηση της προαναφερθείσας κλήσης της εκκαλούσας περί επαναφοράς προς περαιτέρω συζήτηση της ασκηθείσας ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου σε βάρος της εν λόγω παραπεμπτικής απόφασης του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου ανωτέρω έφεσης της εναγομένης, κατόπιν ματαίωσης της συζήτησής της κατά τη μετ’αναβολήν προσδιορισθείσα δικάσιμο της 7ης.3.2019, η οποία (συζήτηση της κλήσης) είχε προσδιορισθεί για τη δικάσιμο της 19ης.3.2020, ματαιώθηκε ομοίως εξαιτίας της επιβολής του μέτρου της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των δικαστηρίων της χώρας λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού COVID-19 για το χρονικό διάστημα από 13.3.2020 έως 27.3.2020 με την υπ’αριθμ. Δ1α/Γ.Π.οικ.17734/12.3.2020 (2) Απόφαση των Υπουργών Εθνικής Άμυνας, Υγείας και Δικαιοσύνης (Φ.Ε.Κ. Β΄833/12.3.2020). Ακολούθως η υπόθεση επί της ανωτέρω κλήσης προσδιορίσθηκε προς συζήτηση αυτεπαγγέλτως για τη δικάσιμο, που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας απόφασης, με την υπ’αριθμ. 50/2020 Πράξη της ορισθείσας από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς Δικαστή Μαρία Κωττάκη, Εφέτη του ιδίου Δικαστηρίου, και εγγράφηκε στο πινάκιο της δικασίμου αυτής με πρωτοβουλία του αρμοδίου γραμματέα, σύμφωνα με τα οριζόμενα στη διάταξη του άρθρου 74 παρ.2 του ν.4690/2020. Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στην ανωτέρω αυτεπαγγέλτως προσδιορισθείσα δικάσιμο και την εκφώνησή της με τον προσήκοντα τρόπο από τη σειρά του οικείου πινακίου, η καλούσα – εκκαλούσα – εναγόμενη ήταν απούσα και δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο. Η εν λόγω έφεση της εναγομένης, με την οποία ζητήθηκε για τον αναφερόμενο στον εφετήριο λόγο η εξαφάνιση της εκκαλουμένης και η απόρριψη στη συνέχεια της αγωγής, κατά της ανωτέρω παραπεμπτικής απόφασης, η οποία είναι εκκλητή, όπως προαναφέρθηκε στη μείζονα σκέψη, έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα και σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις (άρθρα 495, 499, 511,513 παρ. 1 εδαφ.β΄, και 2, 516 παρ.1, 517, 518 παρ.2 και 520 παρ.1 του ΚΠολΔ), με την κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου στις 29.3.2018 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ………../29.3.2018), προ πάσης επίδοσης της πρωτόδικης οριστικής απόφασης, αφού τέτοια επίδοση δεν επικαλούνται οι διάδικοι, ούτε άλλωστε προκύπτει οίκοθεν από τα προσκομιζόμενα ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου αποδεικτικά μέσα, αλλά σε κάθε περίπτωση εντός της προβλεπομένης στη διάταξη του άρθρου 518 παρ.2 του ΚΠολΔ προθεσμίας των δύο (2) ετών από τη δημοσίευση της εκκαλουμένης, που έλαβε χώρα στις 26.5.2017  [όπως η ανωτέρω διάταξη ισχύει μετά την τροποποίησή της με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του Ν.4335/2015 (ΦΕΚ Α΄87), καθώς η ένδικη έφεση ασκήθηκε στις 29.3.2018, ήτοι μετά την 1η.1.2016 (άρθρο 1 άρθρο ένατο παρ.2 του ίδιου νόμου), αλλά και η εν λόγω απόφαση εκδόθηκε, χωρίς να επιδοθεί στις 26.5.2017, όπως προεκτέθηκε, δηλαδή μετά την έναρξη ισχύος του ανωτέρω νόμου (στις 23.7.2015)], και δε συντρέχει άλλος λόγος απαραδέκτου, παραδεκτά δε φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ως καθ’ύλην και κατά τόπον αρμοδίου προς εκδίκασή της, ενόψει και της ναυτικής φύσης της διαφοράς (άρθρα 19 και 31 παρ.1 του ΚΠολΔ, και 51 παρ.6 στοιχ.α΄του ν.2172/1993). Αποδείχθηκε περαιτέρω ότι η εκκαλούσα δεν προέβη μόνο στην άσκηση της ανωτέρω έφεσης, δηλαδή στην κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, αλλά ήταν αυτή, που επιμελήθηκε και του προσδιορισμού δικασίμου εκδίκασής της, προσκομίζοντας επικυρωμένο αντίγραφο της έφεσης αυτής στη γραμματεία του παρόντος δευτεροβαθμίου δικαστηρίου, ορισθείσης εν συνεχεία ως δικασίμου προς εκδίκαση του ένδικου μέσου αρχικά αυτής της 6ης.12.2018, και μετ’αναβολήν της 7ης.3.2019, κατά την οποία η συζήτηση της υπόθεσης ματαιώθηκε. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι μετά την ματαίωση της συζήτηση της έφεσης κατά την μετ’αναβολήν προσδιορισθείσα δικάσιμο της 7ης3.2019, η υπόθεση επαναφέρθηκε προς εκδίκαση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου με την από 5.9.2019 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. …………../27.9.2019) κλήση της εκκαλούσας, η οποία προσδιορίσθηκε προς συζήτηση για τη δικάσιμο της 19ης.3.2020, κατά την οποία η συζήτησή της ματαιώθηκε εξαιτίας της επιβολής του μέτρου της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των δικαστηρίων της χώρας λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού COVID-19 για το χρονικό διάστημα από 13.3.2020 έως 27.3.2020, όπως έχει ήδη αναφερθεί. Τέλος, αποδείχθηκε ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο του δικογράφου της ανωτέρω έφεσης, αλλά και της κλήσης επαναφοράς της υπόθεσης προς περαιτέρω συζήτηση με τις αντίστοιχες πράξεις κατάθεσης και ορισμού δικασίμου, καθώς και με κλήση τους προς εμφάνιση για  τη δικάσιμο της 19ηης.3.2020, κατά την υποία η υπόθεση ματαιώθηκε κατά τα προεκτεθέντα, επιδόθηκε, με την επιμέλεια της καλούσας – εκκαλούσας – εναγομένης, εμπρόθεσμα και νομότυπα, στους καθ’ων η κλήση – εφεσιβλήτους – ενάγοντες, στο μεν πρώτο εξ αυτών στις 14.2.2020, όπως προκύπτει από τη σχετική επισημείωση στην εμπρόσθια σελίδα του πρώτου φύλλου των προσκομιζομένων απ’αυτήν αντιγράφων των δικογράφων της έφεσης και της κλήσης του Δικαστικού Επιμελητή Παντελή Τούρνη, στον οποίο δόθηκε η εντολή της επίδοσης, εγγγραφείσα κάτωθεν του αντιγράφου του δικογράφου της έφεσης από το Δικηγόρο …………, ως πληρεξούσιο δικηγόρο της καλούσας – εκκαλούσας, στο δε δεύτερο στις 6.2.2020, όπως  επίσης προκύπτει από τη σχετική επισημείωση στην εμπρόσθια σελίδα του πρώτου φύλλου των προσκομιζομένων απ’αυτήν αντιγράφων των δικογράφων της έφεσης και της κλήσης της Δικαστικής Επιμελήτριας ………….., στην οποία δόθηκε η εντολή της επίδοσης, εγγγραφείσα κάτωθεν του αντιγράφου του δικογράφου της έφεσης από το αυτό ως άνω Δικηγόρο . ….. αντίστοιχα. Επομένως, η καλούσα – εκκαλούσα είχε λάβει γνώση της δικασίμου της 19ης.3.2020,  κατά την οποία η συζήτηση ματαιώθηκε κατά τα προεκτεθέντα, εφόσον ο προσδιορισμός της δικασίμου αυτής προς συζήτηση της ανωτέρω κλήσης της, με την οποία επανέφερε την υπόθεση επί της έφεσής της προς εκδίκαση, κατόπιν της ματαίωσης της συζήτησής της, επισπεύθηκε από την ίδια. Επιπροσθέτως, σύμφωνα με όσα προεκτέθηκαν στη μείζονα σκέψη της παρούσας απόφασης, σε περίπτωση που η συζήτηση υπόθεσης οποιουδήποτε βαθμού δικαιοδοσίας και με οποιαδήποτε διαδικασία ματαιώθηκε διαρκούσης της αναστολής της λειτουργίας των δικαστηρίων λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού COVID-19, δηλαδή μέχρι και τις 31.5.2020, ορίζεται αυτεπαγγέλτως, με πράξη του προέδρου του τμήματος ή του δικαστή, ημέρα και ώρα συζήτησης στο ακροατήριο σε σύντομη κατά το δυνατόν δικάσιμο και κατά προτεραιότητα εντός του χρονικού διαστήματος από 1.7.2020 έως 15.7.2020 ή από 1.9.2020 έως 15.9.2020, όπως συνέβη και εν προκειμένω και προσδιορίσθηκε δικάσιμος για τη συζήτηση της από 5.9.2019 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. …………./27.9.2019) κλήσης, της οποίας η συζήτηση ματαιώθηκε για τον ανωτέρω λόγο κατά τη δικάσιμο της 19ης.3.2020, η αναγραφόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης, και η εγγραφή της υπόθεσης στο οικείο πινάκιο, που έγινε με πρωτοβουλία του αρμόδιου γραμματέα του Εφετείου Πειραιώς, ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων. Επομένως, η καλούσα – εκκαλούσα – εναγόμενη, η οποία κατά την ανωτέρω αυτεπαγγέλτως προσδιορισθείσα δικάσιμο ήταν απούσα και δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο,  θεωρείται ότι έχει κλητευθεί νομότυπα για να παραστεί κατά τη συζήτηση της υπόθεσης και έχει λάβει γνώση της δικασίμου αυτής. Πρέπει, συνεπώς, η ανωτέρω έφεσή της ν’απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη, κατά τα προεκτεθέντα στη μείζονα σκέψη της παρούσας απόφασης.Τα κατά τον παρόντα δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας δικαστικά έξοδα των εφεσιβλήτων, που νίκησαν, κατόπιν της υποβολής σχετικού αιτήματός τους, με τις εμπροθέσμως και νομοτύπως κατατεθείσες προτάσεις τους, πρέπει να επιβληθούν σε βάρος της εκκαλούσας, εφόσον απορρίφθηκε το ένδικο μέσο που άσκησε (άρθρα 176, 183 και 191 παρ.2 του ΚΠολΔ). Τέλος, πρέπει να ορισθεί το παράβολο ερημοδικίας, το οποίο οφείλει να προκαταβάλει η εκκαλούσα στην περίπτωση που ασκήσει ανακοπή ερημοδικίας κατά της παρούσας απόφασης (άρθρα 501, 502 § 1 και 505 § 2 του ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην της καλούσας – εκκαλούσας.

ΟΡΙΖΕΙ το νόμιμο παράβολο για την περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας από την εκκαλούσα κατά της παρούσας απόφασης στο ποσό των διακοσίων πενήντα (250) ευρώ.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 28.3.2020 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ………../29.3.2018 και …………../30.3.2018) έφεση κατά της υπ’αριθμ. 2495/2017 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της εκκαλούσας τη δικαστική δαπάνη των εφεσιβλήτων του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, το ύψος της οποίας ορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς να παρίστανται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους, στις3-8-2020

 Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                            Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ