ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αριθμός: 541/2020
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
(ΝΑΥΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ)
Αποτελούμενο από τον Δικαστή Νικόλαο Κουτρούμπα, Εφέτη, ο οποίος ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Ε.Τ..
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η από 1.8.2019 (κατατεθείσα στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …../2019 και Ε.Α.Κ……./2019 και για προσδιορισμό δικασίμου στης γραμματεία του Εφετείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …./2019 και Ε.Α.Κ. …./2019) έφεση του …………. κατά της ανώνυμης ναυτιλιακής εταιρίας με την επωνυμία “……… . .» και η αντίθετη από 26.11.2019 (κατατεθείσα στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …./2019 και Ε.Α.Κ. …../2019 και για προσδιορισμό στη γραμματεία του Εφετείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …../2019 και Ε.Α.Κ. …../2019) έφεση της παραπάνω εφεσίβλητης κατά του παραπάνω εκκαλούντος, στρεφόμενες αμφότερες κατά της εκδοθείσας αντιμωλία των διαδίκων 3720/2018 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (Τακτική Διαδικασία- Τμήμα Ναυτικών Διαφορών) πρέπει να συνεκδικασθούν κατ’ άρθρο 246 ΚΠολΔ εφαρμοζόμενο και στην κατ’ έφεση δίκη κατ’ άρθρο 524 παρ.1 του ίδιου Κώδικα, καθώς αφορούν στην ίδια υπόθεση, εκκρεμούν ενώπιον του ίδιου Δικαστηρίου και με τη συνεκδίκασή τους επέρχεται επιτάχυνση της διαδικασίας και μείωση των δικαστικών εξόδων. Η εκκαλούμενη απόφαση δημοσιεύθηκε στις 3.8.2018, οι δε υπό κρίση εφέσεις ασκήθηκαν η μεν πρώτη στις 9.8.2019, η δε δεύτερη στις 26.11.2019, νόμιμα με κατάθεση των δικογράφων τους στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου κατ’ άρθρο 495 παρ.1 του ΚΠολΔ κι εμπρόθεσμα κατ’ άρθρο 518 παρ.2 του ίδιου Κώδικα, ήτοι πριν την παρέλευση διετίας από τη δημοσίευση της προσβαλλόμενης απόφασης, καθώς δεν αποδεικνύεται από κάποιο έγγραφο προηγούμενη επίδοση αυτής από τον ένα διάδικο στον άλλο. Πρέπει, επομένως, αυτές, οι οποίες αρμοδίως εισάγονται κατ’ άρθρο 19 ΚΠολΔ σε συνδυασμό με το άρθρο 51 παρ.6 του ν. 2172/1993 λόγω της ναυτικής φύσης της διαφοράςενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου στο Ναυτικό Τμήμα του, για να δικασθούν με την τακτική διαδικασία, να γίνουν τυπικά δεκτές και να εξετασθούν ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων τους, δεδομένου ότι για το παραδεκτό των ενδίκων μέσων έχουν κατατεθεί κατ’ άρθρο 495 παρ. 3 στοιχ. Α. β ΚΠολΔ για τη μεν από 1.8.2019 έφεση το με κωδικό ………….. e- παράβολο του Υπουργείου Οικονομικών ποσού 100 ευρώ εξοφλημένο (βλ. το συνημμένο στην έφεση αντίγραφο του εν λόγω παραβόλου και την από 5.8.2019 απόδειξη πληρωμής e- παράβολου της Eurobank), για τη δε από 26.11.2019 έφεση το με κωδικό ………… e- παράβολο του Υπουργείου Οικονομικών ποσού 100 ευρώ εξοφλημένο (βλ. το συνημμένο στην έφεση αντίγραφο του εν λόγω παραβόλου και την από 25.11.2019 βεβαίωση πληρωμής της ALPHABANK, myAlphaWeb).
Με την από 6.12.2017 (με Γ.Α.Κ. …………./2017 και Ε.Α.Κ. ………../2017) αγωγή του ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, ο ενάγων και ήδη εκκαλών-εφεσίβλητος, Ιταλός υπήκοος ιστορούσε ότι την 1.8.2011 υπό τις περιγραφόμενες στο αγωγικό δικόγραφο συνθήκες, όντας επιβάτης του υπό ελληνική σημαία Ε/Γ-Ο/Γ πλοίου «ΜΣΠ», κατά την κατάβασή του από σκάλα του πλοίου για την αποβίβασή του στο λιμάνι της Νάξου, έπεσε από αυτή εξαιτίας της συνώθησής του από το πλήθος των συνεπιβάτων του και λόγω μη λήψης μέτρων εποπτείας από τον πλοίαρχο και τον ύπαρχο του πλοίου, προστηθέντων της πλοιοκτήτριας εναγόμενης εταιρίας και ότι ένεκα του εν λόγω ατυχήματος υπέστη σοβαρό τραυματισμό. Ότι κατά της πλοιοκτήτριας και των παραπάνω προστηθέντων της άσκησε την από 14.12.2012 και με αριθμό κατάθεσης …………/2012 αγωγή του ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά και ότι σε δεύτερο βαθμό εκδόθηκε η 316/2017 τελεσίδικη απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πειραιά που δέχθηκε εν μέρει την παραπάνω αγωγή και έκρινε αποκλειστικά υπαίτιους του τραυματισμού του τους παραπάνω προστηθέντες της πλοιοκτήτριας εταιρίας, πλοίαρχο και ύπαρχο, συνευθυνόμενης εις ολόκληρον της πλοιοκτήτριας λόγω πρόστησης και μεταξύ άλλων δέχθηκε ότι λόγω μερικής αναπηρίας ο ενάγων δικαιούται να λάβει αποζημίωση και υποχρέωσε τους εναγόμενους εις ολόκληρον να του καταβάλουν για παροχή υπηρεσιών οικιακής βοηθού που καθ’ υποκατάσταση αυτής του παρείχαν οι οικείοι του, λόγω αδυναμίας αυτοεξυπηρέτησής του,το συνολικό ποσό των 52.120 ευρώ για το διάστημα από 23.8.2011 έως 31.1.2017, ενώ το ίδιο αίτημα για πλασματική αμοιβή υποκατάστατης δύναμης για το μεταγενέστερο χρονικό διάστημα από 31.1.2017 έως 31.1.2026 απορρίφθηκε ως προώρως ασκηθέν, χωρίς όμως να δημιουργείται σε βάρος του ενάγοντος δυσμενές δεδικασμένο που να τον εμποδίζει να επανέλθει μελλοντικά και να επιδιώξει δικαστικά την ίδια απαίτηση. Ζητούσε, λοιπόν, αυτός με την ένδικη νεότερη αγωγή του, κατόπιν περιορισμού του κύριου αιτήματος της αγωγής αυτής από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό, να αναγνωρισθεί η υποχρέωση της εναγόμενης να του καταβάλει ως πλασματική αμοιβή υποκατάστατης δύναμης για το χρονικό διάστημα από την 1.2.2017 έως την 31.1.2026, το συνολικό ποσό των 162.000 ευρώ, εφάπαξ μεν ως προς το ληξιπρόθεσμο κατά την ημερομηνία της δημοσίευσης της απόφασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου ποσό και σε μηνιαίες δόσεις, ποσού 1.500 ευρώ η καθεμία, για το μετέπειτα και μέχρι την 31.1.2016 χρονικό διάστημα, με το νόμιμο τόκο επιδικίας, άλλως υπερημερίας, με τις ακόλουθες διακρίσεις: α) από την επίδοση της αγωγής, ως προς το απαιτητό κατά τον χρόνο άσκησης της αγωγής ποσό και β) από την επομένη ημέρα που κάθε επιμέρους παροχή κατέστη απαιτητή, κατά το μη ληξιπρόθεσμο ποσό κατά την παραπάνω ημερομηνία και μέχρι την 31.1.2026, με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από τότε που κάθε μηνιαία δόση θα καθίσταται απαιτητή, ήτοι από την πέμπτη ημέρα κάθε μήνα και μέχρι την εξόφληση. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, αφού έκρινε εαυτόν καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμόδιο (άρθρα 7, 8, 12 παρ.1, 13, 14 παρ.2, 25 παρ.2 ΚΠολΔ σε συνδυασμό με το άρθρο 51 παρ.1 περ.α’, 2, 3Α και 3Β περ. ιζ’ του ν. 2172/1993) και άρα έχον και τη διεθνή δικαιοδοσία να δικάσει την υπόθεση σύμφωνα με τα άρθρα 1 παρ.1, 4 παρ.1, 62 παρ.1, 63 παρ.1α’, 80, 81 του Κανονισμού [ΕΕ] αριθ. 1215/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου «για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις»λόγω της καταστατικής έδρας της εναγόμενης, έκρινε ως προς την κύρια αδικοπρακτική βάση της αγωγής εφαρμοστέο δίκαιο το ελληνικό ουσιαστικό δίκαιο κατά τις διατάξεις των άρθρων 1 παρ.1, 2 και 4 παρ.1 του Κανονισμού [ΕΚ] 864/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 11ης Ιουλίου 2007 «για το εφαρμοστέο δίκαιο στις εξωσυμβατικές ενοχές» [Ρώμη ΙΙ], ως το δίκαιο της χώρας στην οποία επήλθε η ζημία και δέχθηκε εν μέρει στην ουσία της την αγωγή. Αναγνώρισε δε ότι η εναγόμενη οφείλει να καταβάλει στον ενάγοντα, για την προαναφερόμενη αιτία, το συνολικό ποσό των 21.600 ευρώ, με τις ακόλουθες διακρίσεις: α) το επιμέρους ποσό των 3.600 ευρώ, για το χρονικό διάστημα από 1.2.2018 έως 31.7.2018, το οποίο είχε καταστεί ληξιπρόθεσμο κατά την ημερομηνία δημοσίευσης της απόφασης, με το νόμιμο τόκο επιδικίας από την επομένη της επίδοσης της αγωγής μέχρι την εξόφληση και β) το επιμέρους ποσό των 18.000 ευρώ, που αφορά στο χρονικό διάστημα από την 1.8.2018 μέχρι την 31.1.2021, σε τριάντα μηνιαίες δόσεις, ποσού 600 ευρώ η καθεμία, καταβλητέες την πέμπτη ημέρα κάθε ημερολογιακού μήνα, με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από τότε που κάθε μηνιαία περιοδική παροχή καθίσταται απαιτητή και μέχρι την εξόφληση. Με τις υπό κρίση εφέσεις οι εκκαλούντες παραπονούνται για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και για κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητούν την εξαφάνιση της εκκαλούμενης απόφασης, ο μεν εκκαλών-ενάγων προκειμένου να γίνει δεκτή στο σύνολό της η από 6.12.2017 αγωγή του, η δε εκκαλούσα-εναγόμενη, προκειμένου να απορριφθεί η σε βάρος της αγωγή.
Περαιτέρω, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 321, 322, 324, 325, 331 ΚΠολΔ και 914, 929 ΑΚ συνάγεται ότι σε περίπτωση αγωγής αποζημίωσης που θεμελιώνεται σε αδικοπραξία από την οποία έχει προκληθεί βλάβη του σώματος ή της υγείας προσώπου, η τελεσίδικη απόφαση που έχει εκδοθεί επί προγενέστερης αγωγής του παθόντος, αποτελεί δεδικασμένο στη νέα δίκη, κατά την οποία, με βάση την αδικοπραξία που κρίθηκε, επιδιώκεται η περαιτέρω ανόρθωση της συνεχιζόμενης ζημίας, εφόσον δεν επήλθε μεταβολή του νομικού καθεστώτος που διέπει το δικαίωμα και των πραγματικών περιστατικών που το γέννησαν, ως προς τις συνθήκες, υπό τις οποίες συνέβη η αδικοπραξία, ως προς την υπαιτιότητα του εναγόμενου ή των προστηθέντων τους και ως προς τη ζημία που υπέστη ο ενάγων κατά το χρονικό διάστημα που περιλαμβάνεται στην πρώτη αγωγή, όχι όμως και για το μεταγενέστερο χρόνο, κατά τον οποίο η αδικοπραξία είναι δυνατόν να εξακολουθήσει να έχει επιζήμιες συνέπειες, που δεν προβλέφθηκαν ή δεν κατέστησαν αντικείμενο έρευνας με την πρώτη αγωγή (βλ. ΑΠ 1012/2004, ΜονΕφΛαρ 428/2019, ΕφΑθ 138/2010, ΕφΑθ 4480/2007, ΕφΑθ 3276/2002 στην ΤΝΠ Νόμος). Ακόμη σύμφωνα με το άρθρο 929 ΑΚ, επί αδικοπραξίας, σε περίπτωση βλάβης του σώματος ή της υγείας προσώπου, η αποζημίωση περιλαμβάνει εκτός από τα νοσήλια και τη ζημία που έχει ήδη επέλθει, οτιδήποτε ο παθών θα στερείται στο μέλλον ή θα ξοδεύει επιπλέον εξαιτίας της αύξησης των δαπανών του. Αποκαθίσταται και μελλοντική δαπάνη χρήσης υπηρεσιών οικιακής βοηθού για τον καταστάντα εξαιτίας της σε βάρος του αδικοπραξίας μερικά ή ολικά ανάπηρο και μη δυνάμενο να αυτοεξυπηρετηθεί ή ακόμη και η αντίστοιχη πλασματική δαπάνη, σε περίπτωση που αυτός καθ’ υποκατάσταση της οικιακής βοηθού χρησιμοποιεί για τις ίδιες υπηρεσίες, συγγενικά του πρόσωπα. Για τη ζημία που θα επέλθει στο μέλλον δεν απαιτείται βεβαιότητα, αλλά πιθανότητα κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων. Πρέπει να προκύπτουν συγκεκριμένα περιστατικά που να πιθανολογούν τη μελλοντική ζημία του και θα καταστήσουν δυνατή στο δικαστή της ουσίας την εκτίμηση της πιθανότητας επέλευσης της ζημίας (ΑΠ 1263/2013, ΤΝΠ ΔΣΑ). Όταν όμως αυτή δεν είναι απλώς μέλλουσα, αλλά η πραγμάτωσή της εξαρτάται και από άλλους αστάθμητους παράγοντες, οι οποίοι είναι ενδεχόμενο να επέλθουν στο μέλλον και των οποίων η τυχόν μέλλουσα πραγματοποίηση είναι αδύνατο να προβλεφθεί κατά τους κανόνες της κοινής πείρας, τότε δεν επιδικάζεται, ως πρόωρη, και επιδικάζεται μόνο όταν γεννηθούν όλοι οι όροι της αποζημίωσης για τη μέλλουσα αυτή ζημία (ΑΠ 994/2011, ΤΝΠ ΔΣΑ). Αν από την έκθεση των πραγματικών περιστατικών της ιστορικής βάσης της αγωγής, η μελλοντική ζημία παρίσταται ως ενδεχόμενη απλά, τότε η αγωγή απορρίπτεται ως μη νόμιμη και δεν θεμελιώνει αξίωση αποζημίωσης (βλ. για τα ανωτέρω Μιχαήλ και Άντα Μαργαρίτη, Επίτομη Ερμηνεία ΑΚ και ΕισΝΑΚ, έκδοση 2016, άρθρο 929, σελ. 847, παρ.8). Είναι διαφορετική, βέβαια, η περίπτωση αν στην αγωγή η ζημία του ενάγοντος εμφανίζεται ως πιθανή κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, πλην όμως από τις αποδείξεις προκύπτει ότι αυτή είναι απλά ενδεχόμενη. Τότε η αγωγή απορρίπτεται ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη. Πάντως, για να επιδικασθεί αποζημίωση για τη μελλοντική ζημία θα πρέπει να είναι δυνατός ο προσδιορισμός αυτής κατά το χρόνο της απόφασης, είτε εφάπαξ, είτε κατά χρονικές περιόδους. Τέλος, επισημαίνεται ότι η τελεσίδικη απόφαση με την οποία απορρίπτεται η αγωγή ως προώρως ασκηθείσα, δεν δημιουργεί ως προς τούτο δεδικασμένο, γιατί δεν πρόκειται για τομή της διαφοράς (βλ. ΑΠ 869/2013, 377/2009, 2076/2006 στην ΤΝΠ Νόμος).
Εν προκειμένω, με τον τρίτο λόγο της από 26.11.2019 εφέσεώς της η εκκαλούσα-εναγόμενη ισχυρίζεται ότι η ένδικη αγωγή έπρεπε να απορριφθεί ως απαράδεκτη, κατά το μέρος που αφορά τις αξιώσεις που αναφέρονται στον μετά τη συζήτησή της ενώπιον του πρωτοδικείου χρόνο, δηλαδή μετά τις 22.5.2018, γιατί οι εν λόγω αξιώσεις δεν είναι γεννημένες και απαιτητές, ώστε να είναι δικαστικά επιδιώξιμες. Ο λόγος αυτός έφεσης τυγχάνει απορριπτέος ως μη νόμιμος. Κατά τη διάταξη του άρθρου 929 εδ. α’ ΑΚ «Σε περίπτωση βλάβης του σώματος ή της υγείας προσώπου, η αποζημίωση περιλαμβάνει, εκτός από τα νοσήλια και τη ζημία που έχει ήδη επέλθει, οτιδήποτε ο παθών θα στερείται στο μέλλον, ή θα ξοδεύει επιπλέον, εξαιτίας της αυξήσεως των δαπανών του». Επιπλέον, κατ’ άρθρο 930 παρ.1 ΑΚ «Η αποζημίωση των δύο προηγούμενων άρθρων που αναφέρεται στο μέλλον καταβάλλεται σε χρηματικές δόσεις κατά μήνα. Όταν υπάρχει σπουδαίος λόγος, η αποζημίωση μπορεί να επιδικαστεί σε κεφάλαιο εφάπαξ». Επομένως, ο ίδιος ο αστικός νομοθέτης επιτρέπει την άσκηση της αγωγής από τον παθόντα προς αποκατάσταση μελλοντικής ζημίας από τη σε βάρος του αδικοπραξία, χωρίς να θέτει χρονικό όριο διεκδίκησης μόνο των αξιώσεων εκείνων, που θα έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες κατά το χρόνο συζήτησης της σχετικής αγωγής (πρβλ. και ΕφΘεσσαλ 1290/1980, Αρμ 1981, σελ. 23, Νικόλαο Τριάντο, Αστικός Κώδικας, Ερμηνεία κατ’ άρθρο, έκδοση 2010, σελ. 1211, παρ.7).
Επίσης, με τον πρώτο λόγο έφεσής της η εκκαλούσα-εναγόμενη αμφισβητεί το αποδεικτικό πόρισμα της εκκαλούμενης απόφασης, ιδίως λόγωέλλειψης αποδεικτικής αξίας της προσκομισθείσας από τον ενάγοντα από 16.3.2018 ιατρικής βεβαίωσης του χειρουργού ιατρού …………., καθώς το πρόβλημα υγείας του ενάγοντος, όπως παρουσιάζεται στην αγωγή χρήζει εξέτασης από ιατρό άλλης ειδικότητας και δη από νευρολόγο και μάλιστα κατόπιν εξετάσεώς του σε κρατικό νοσοκομείο της Ιταλίας, ώστε να μη συνταχθεί βεβαίωση ιδιώτη ιατρού με βάση τις υποκειμενικές αιτιάσεις του ίδιου του ενάγοντος, επιπλέον δε υποστηρίζει ότι η εν λόγω ιατρική βεβαίωση κατ’ εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του άρθρου 339 ΚΠολΔ ελήφθη υπόψη από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, καθώς αποτελεί ανώμοτη μαρτυρία που δόθηκε μετά τη συζήτηση της πρώτης αγωγής του ενάγοντος, προκειμένου να χρησιμοποιηθεί ως αποδεικτικό μέσο στην προκείμενη δίκη (επικαλείται δε τις ΟλΑΠ 8/1987, Δίκη 1987, σελ. 530, ΝοΒ 1988, σελ. 75, ΑΠ 1405/2014, ΑΠ 1092/2013, ΧρΙδΔ 2014, σελ. 37, ΑΠ 624/2013, ΑΠ 394/2012, άπασες δημοσιευθείσες στην ΤΝΠ Νόμος). Σχετικά με την τελευταία αυτή αιτίαση επισημαίνονται τα εξής: Τα από τους ιατρούς εκδιδόμενα πιστοποιητικά ή γνωμοδοτήσεις περί της καταστάσεως υγείας ορισμένου προσώπου, ανεξαρτήτως του τρόπου με τον οποίο εκείνοι μόρφωσαν την περί τούτου κρίση τους, δεν αποτελούν ανώμοτες μαρτυρίες, οι οποίες, εφόσον έγιναν για να χρησιμοποιηθούν σε ορισμένη δίκη, δεν έχουν καμία αποδεικτική ισχύ, αλλά ως εκδιδόμενα από ιατρούς εντός του κύκλου της αρμοδιότητάς τους (βλ. άρθρο 221 ΠΚ) έγγραφα έχουν αποδεικτική ισχύ δικαστικών τεκμηρίων, τα οποία κατά τους ορισμούς των άρθρων 336 παρ.3, 339 και 395 ΚΠολΔ λαμβάνονται υπόψη προς σχηματισμό δικανικής πεποίθησης, όταν επί του αποδεικτέου θέματος επιτρέπεται η δια μαρτύρων απόδειξη, κι αν ακόμη αυτά εκδόθηκαν για να χρησιμοποιηθούν στη συγκεκριμένη δίκη. Μάλιστα δεν επιδρά επί της αποδεικτικής τους ισχύος ως δικαστικών τεκμηρίων το εάν τα σχετικά πιστοποιητικά ή οι γνωμοδοτήσεις δεν εκδόθηκαν κατά την εξέταση του προσώπου, στου οποίου την κατάσταση υγείας αφορούν, αλλά εκδόθηκαν σε μεταγενέστερο χρόνο (έτσι η ΑΠ 983/1981, ΝοΒ 1982, σελ. 643, Τέντες σε Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα, Ερμηνεία ΚΠολΔ, τόμος Ι, άρθρο 339, αριθ. περ.11, σελ. 690). Επομένως, εν προκειμένω, κατ’ ορθή ερμηνεία κι εφαρμογή του άρθρου 339 ΚΠολΔ, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο συνεκτίμησε μαζί με τις υπόλοιπες αποδείξεις, για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων την από 16.3.2018 ιατρική βεβαίωση του χειρουργού …………., που προσκόμισε ο ενάγων σε νόμιμη μετάφραση από την ιταλική γλώσσα στην ελληνική, παρόλο που έκρινε ότι αυτή εκδόθηκε για να χρησιμοποιηθεί στην παρούσα δίκη, απορρίπτοντας ορθά τον αντίθετο ισχυρισμό της εναγόμενης, τα όσα δε ως άνω υποστηρίζει η εκκαλούσα, με τον πρώτο λόγο έφεσής της, κρίνονται νόμω αβάσιμα.
Περαιτέρω, από την εκτίμηση όλων των εγγράφων που προσκομίζουν με επίκληση οι διάδικοι, μεταξύ των οποίων: α) η από 20-6-2012 ιατρική γνωμάτευση του Δρ. …………., την οποία προσάγει με επίκληση ο εκκαλών-ενάγων σε νόμιμη μετάφραση από την ιταλική γλώσσα στην ελληνική και εκτιμάται ελεύθερα κατά το άρθρο 390 ΚΠολΔ (βλ. ΟλΑΠ 8/2005, ΑΠ 858/2011 στην ΤΝΠ Νόμος) και β) η από 16.3.2018 ιατρική βεβαίωση του χειρουργού …………., την οποία προσάγει με επίκληση ο εκκαλών-ενάγων σε νόμιμη μετάφραση από την ιταλική γλώσσα στην ελληνική, η οποία, κατά τα ανωτέρω, λαμβάνεται υπόψη για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, καίτοι κρίνεται ότι αυτή εκδόθηκε για να χρησιμοποιηθεί στην παρούσα δίκη, δεδομένου ότι συνιστά ιατρική βεβαίωση-πιστοποιητικό, παρά τα περί ανυπόστατου αποδεικτικού μέσου προβαλλόμενα από την εκκαλούσα-εναγόμενη, καθώς και από την υπ’ αριθ. ……/27-6-2014 έκθεση πραγματογνωμοσύνης του νευροχειρουργού …………, ο οποίος διορίσθηκε με την 698/2014 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (τακτική διαδικασία- τμήμα ναυτικών διαφορών) σε προηγούμενη δίκη για το ίδιο συμβάν κι εκτιμάται ως δικαστικό τεκμήριο, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Την 1.8.2011 και περί ώρα 17:30, ο ενάγων επιβιβάσθηκε στο λιμάνι του Πειραιά, στο με ελληνική σημαία Ε/Γ-Ο/Γ πλοίο “BSP”, νηολογίου Πειραιά με αριθμό …………, πλοιοκτησίας της εναγόμενης, προκειμένου να μεταβεί στη νήσο Νάξο. Περί ώρα 23:30 της ίδιας μέρας, το πλοίο κατέπλευσε στο λιμάνι της Νάξου. Κατά τη διάρκεια της αποβίβασης, οι επιβάτες που ήθελαν να αποβιβαστούν, άρχισαν να κατευθύνονται προς τις κλίμακες καθόδου μαζικά και βεβιασμένα, χωρίς καθοδήγηση από το προστηθέν από την πλοιοκτήτρια πλήρωμα και δη αφενός από τον πλοίαρχο, που ήταν υπεύθυνος για την εν γένει ασφάλεια των επιβατών και συνεπώς τόσο για την παροχή των αναγκαίων οδηγιών και εντολών προς το σκοπό της ασφαλούς αποβιβάσεώς τους, όσο και για την εποπτεία τηρήσεως αυτών (εντολών και οδηγιών), αφετέρου από τον ύπαρχο του πλοίου, που ήταν υπεύθυνος για τη λήψη όλων των απαιτούμενων μέτρων για την ασφαλή αποβίβαση των επιβατών από το πλοίο και την τοποθέτηση μελών του πληρώματος σε σημεία κατάλληλα, ώστε να καθοδηγούν και να βοηθούν τους επιβάτες κατά την αποβίβαση, με συνέπεια να δημιουργηθεί μεγάλος συνωστισμός στις κλίμακες καθόδου. Κατά τη διάρκεια της αποβίβασης του ενάγοντος από το πλοίο κι ενώ αυτός, κρατώντας στα χέρια τις αποσκευές του, βρισκόταν στο μέσο της πρυμναίας δεξιάς σκάλας καθόδου, που οδηγούσε από το κατάστρωμα (deck) 5 προς την έξοδο του πλοίου, παρασύρθηκε από το συνωθούμενο πλήθος των επιβατών, μερικοί από τους οποίους επιχειρούσαν να τον προσπεράσουν είτε από αριστερά είτε από δεξιά του και ταυτόχρονα, αισθάνθηκε ένα δυνατό σπρώξιμο από πίσω, οφειλόμενο στον έντονο συνωστισμό που επικρατούσε, με αποτέλεσμα να χάσει την ισορροπία του και να πέσει ανάσκελα στα σκαλοπάτια, με τα πόδια προς την έξοδο, εξαιτίας δε της πτώσης αυτής, τραυματίσθηκε σοβαρά στο κεφάλι, όπως αναλυτικότερα θα εκτεθεί παρακάτω. Ο ενάγων μεταφέρθηκε στο Κέντρο Υγείας Νάξου, όπου κατόπιν διασωλήνωσης και σταθεροποίησής του, τα ξημερώματα της 2.8.2011, διακομίσθηκε διασωληνωμένος στην Αθήνα, στη Νευροχειρουργική Κλινική του Γ.Ν.Α. «Ο Ευαγγελισμός». Εκεί διαπιστώθηκε ότι αυτός έφερε κρανιοεγκεφαλική κάκωση, ευμεγέθη αιμορραγική θλάση δεξιά μετωπιαία, υπόπυκνες αλλοιώσεις- οίδημα πέριξ των αιμορραγικών στοιχείων, υπόπυκνη εικόνα υγρώματος αριστερά μετωποβρεγματικά, μικρή υπόπυκνη αλλοίωση αριστερά κροταφοϊνιακά, ρωγμώδες κάταγμα πρόσθιας άνω επιφάνειας θωρακικού σπονδύλου (Θ 10) με ήπια σφηνοειδή παραμόρφωση και πνευμονική θλάση κάτω λοβού δεξιού πνεύμονος. Νοσηλεύθηκε στο παραπάνω νοσοκομείο από την 2.8.2011 έως την 22.8.2011 και μετά την έξοδό του διακομίσθηκε στην Ιταλία. Έτσι, εξαιτίας της κατά τα ανωτέρω πτώσεως του, ο ενάγων υπέστη κρανιοεγκεφαλική κάκωση (μέτρια ως βαριά CGS 7/15), με συνέπεια πολλαπλές εγκεφαλικές θλάσεις, με κυριότερη ευμεγέθη αιμορραγική θλάση δεξιά μετωπιαία και συνοδό κάταγμα Θ 10, καθώς και θλάση κάτω λοβού δεξιού πνεύμονος, οι βλάβες δε αυτές τον έχουν καταστήσει ανάπηρο, ενώ το αποτέλεσμα αυτό θεωρείται μόνιμο και μη αναστρέψιμο. Ειδικότερα, όπως προκύπτει από την από 27-6-2014 έκθεση ιατρικής πραγματογνωμοσύνης του νευροχειρουργού …………., που διορίσθηκε με την υπ’ αριθ. 698/2014 μη οριστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (τακτική διαδικασία- τμήμα ναυτικών διαφορών) και συντάχθηκε στα πλαίσια της προηγούμενης για το ίδιο συμβάν πολιτικής δίκης, οπότε λαμβάνεται υπόψη ως δικαστικό τεκμήριο (ΑΠ 653/1999, ΕλλΔνη 2000, σελ. 359), ο ενάγων περπατά με τη βοήθεια βακτηρίας, διότι παρουσιάζει αστάθεια βάδισης, η οποία οφείλεται σε μετατραυματική λαβυρινθίτιδα και συνοδεύεται με ζάλη, δυσκολία στη βάδιση και αβεβαιότητα. Επίσης, παρουσιάζει δυσκολίες στη μνήμη και προβλήματα επικοινωνίας στο λόγο, ανοσμία και αγευσία, καθόσον αναγνωρίζει μόνο την αίσθηση του γλυκού και πικρού, μετωπιαίο σύνδρομο, ήτοι αλλαγή συμπεριφοράς, επιθετικότητα με εναλλαγές απάθειας κι αντικοινωνικότητας, ενώ υποφέρει και από άλγος στην πλάτη (στο ύψος της θωρακικής μοίρας, οφειλόμενο στο ρωγμώδες κάταγμα πρόσθιας άνω επιφάνειας που υπέστη στο 10ο θωρακικό σπόνδυλο), καθώς και επεισόδια κεφαλαλγίας, που επιδεινώνονται από την μετατραυματική ζάλη (λαβυρινθίτιδα), για την οποία λαμβάνει φαρμακευτική αγωγή, όλα δε τα ανωτέρω συμπτώματα είναι απότοκα του ένδικου τραυματισμού του. Ακόμη, σύμφωνα με την ίδια έκθεση πραγματογνωμοσύνης, επί τετράμηνο από την ημέρα του ατυχήματος, ο ενάγων παρουσίαζε μερική αναπηρία σε ποσοστό 70% και μετά το διάστημα αποθεραπείας του και κατά την εξέτασή του στις 11-6-2014, από τον ως άνω πραγματογνώμονα, παρουσίαζε μερική μόνιμη αναπηρία της τάξεως του 42%, προσδιοριζόμενη με γνώμονα τον Κανονισμό Προσδιορισμού Αναπηρίας (ΦΕΚ 819 της 7-10-1993) αναλυτικά σε ποσοστό 20% για το μετωπιαίο σύνδρομο, σε ποσοστό 20% για τη μετατραυματική λαβυρινθίτιδα, σε ποσοστό 10% για την ανοσμία, σε ποσοστό 7% για την αγευσία και σε ποσοστό 5% για τα υποκείμενα ενοχλήματα, κατά συγχώνευση δε των παραπάνω ποσοστών η αναπηρία του ανέρχεται στο πιο πάνω αναφερθέν ποσοστό του 42%. Τα παραπάνω ευρήματα ενισχύονται από την από 20.6.2012 ιατρική γνωμάτευση του Δρ…………, την οποία προσκόμισε με επίκληση ο εκκαλών-ενάγων σε νόμιμη μετάφραση από την ιταλική γλώσσα στην ελληνική και στην οποία μεταξύ άλλων αναφέρεται για τον τελευταίο ότι «Μετά το εξιτήριο, άρχισε να υποφέρει από το σύνδρομο ιλίγγων κυρίως στις ορθοστατικές αλλαγές με αίσθηση αστάθειας και απώλειας που καθιστά πιο δύσκολη την αποθεραπεία. Δυσκολίες συγκέντρωσης με απώλεια προσοχής, νυχτερινή υπερυπνία, με τάση στην υπνηλία, πολυάριθμα νυχτερινά ξυπνήματα, αγευσία (αναγνώριση του γλυκού και του πικρού), ανοσμία, αίσθηση «κλεισμένων αυτιών» με υποακουσία. Αναφέρει (και επιβεβαιώνουν ξεχωριστά οι συγγενείς), αλλαγές του χαρακτήρα με μεγαλύτερη ευεξαπτότητα και ευκολία θυμού με επιθετικότητα, εναλλαγές του θυμικού με τάσεις κοινωνικής απομόνωσης». Εξάλλου, με αφορμή το εν λόγω συμβάν, ο ενάγων άσκησε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (τακτική διαδικασία-τμήμα ναυτικών διαφορών) την από 14-12-2012 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………../2012 αγωγή του, στρεφόμενη- μεταξύ άλλων- και κατά της εναγόμενης και νυν εκκαλούσας-εφεσίβλητης στην παρούσα δίκη και με την οποία ζητούσε να του επιδικασθεί λόγω της σε βάρος του αδικοπραξίας χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, καθώς και αποζημίωση λόγω πλασματικής αμοιβής οικιακής βοηθού μέχρι την 31.1.2026. Επί της αγωγής αυτής, κατόπιν έκδοσης αρχικά της 698/2014 μη οριστικής απόφασης του παραπάνω Δικαστηρίου, με την οποία διατάχθηκε η επανάληψη της συζήτησης για να διενεργηθεί ιατρική πραγματογνωμοσύνη και ακολούθως της 2933/2015 οριστικής απόφασης του ίδιου Δικαστηρίου, που δέχθηκε εν μέρει την αγωγή, εκδόθηκε η 316/2017 απόφαση του Εφετείου Πειραιώς (τμήμα ναυτικών διαφορών), με την οποία κρίθηκε με ισχύ δεδικασμένου, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 321, 322, 324, 325 περ.1, 331 ΚΠολΔ: α) ότι οι συνθήκες επέλευσης του ένδικου ατυχήματος ήταν οι παραπάνω αναφερόμενες, β) ότι το ένδικο συμβάν, εξαιτίας του οποίου προκλήθηκε ο τραυματισμός του ενάγοντος, οφείλεται σε αποκλειστική υπαιτιότητα των προστηθέντων της εναγόμενης και νυν εκκαλούσας-εφεσίβλητης, πλοιάρχου και ύπαρχου του πλοίου “BSP”, πλοιοκτησίας της και γ) ότι εξαιτίας της μόνιμης αναπηρίας του και της κατάστασης της υγείας του, ο ενάγων περιήλθε σε αδυναμία να αυτοεξυπηρετείται και είχε ανάγκη παροχής πρόσθετων υπηρεσιών και φροντίδων από άλλο πρόσωπο για τις καθημερινές του ανάγκες. Στα πλαίσια της παραπάνω δίκης, κρίθηκε ότι για τις πρόσθετες υπηρεσίες και φροντίδες που παρασχέθηκαν στον ενάγοντα από τη σύζυγο και τα τέκνα τους, με εντατικοποίηση των προσπαθειών τους, για το διάστημα που εκείνος παρουσίαζε μεγαλύτερο ποσοστό αναπηρίας 70%, ήτοι για το διάστημα των 120 ημερών από τις 23.8.2011, που εξήλθε από το Γ.Ν.Α. «Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ» και επέστρεψε στην οικία του στην Ιταλία, δικαιούτο την καταβολή ποσού ίσου με αυτό που θα κατέβαλε, αν προσλάμβανε τρίτο πρόσωπο ως οικιακή βοηθό ή νοσοκόμα, υπολογιζόμενο στο ποσό των 15.360 ευρώ (=8 ευρώ την ώρα x 16 ώρες ημερησίως x 120 ημέρες). Περαιτέρω, κρίθηκε ότι κατά το μεταγενέστερο χρονικό διάστημα και μέχρι τουλάχιστον την ημερομηνία συζήτησης της ως άνω αρχικής αγωγής του ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, ο ενάγων χρειάστηκε τη βοήθεια τρίτου προσώπου για την ατομική του φροντίδα, η οποία παρασχέθηκε από τη σύζυγό του και τα τέκνα τους, επί πέντε ώρες ημερησίως, χωρίς την πρόσληψη υποκατάστατης δύναμης. Επίσης, με βάση την ηλικία του ενάγοντος και τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής κρίθηκε ότι αυτός θα είχε τις ίδιες ανάγκες για παροχή βοήθειας από τρίτα πρόσωπα και κατά το επόμενο διάστημα, ήτοι για πέντε έτη μετά την 1.2.2012 και μέχρι την 31.1.2017. Για το διάστημα αυτό έγινε δεκτό ότιο ενάγων δικαιούτο την καταβολή ποσού ίσου με αυτό που θα κατέβαλε ως αποδοχές, εάν προσλάμβανε για την περιποίησή του οικιακή βοηθό ή θεραπαινίδα, υπολογιζόμενου του ποσού αυτού σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας, στο ποσό των 4 ευρώ ανά ώρα x5 ώρες ημερησίως, ήτοι στο ποσό των 20 ευρώ ημερησίως και για πέντε έτη στο συνολικό ποσό των 36.760 ευρώ. Ωστόσο, το αίτημα του ενάγοντος για καταβολή αποζημίωσης για μέλλουσα ζημία για το μετέπειτα χρονικό διάστημα ήτοι από 1.2.2017 μέχρι 31.1.2026 απορρίφθηκε ως προώρως ασκηθέν, διότι δεν είχε επέλθει ακόμη η ζημία αυτή, με αποτέλεσμα να μη θεμελιώνεται μέχρι τότε δικαίωμα αποζημιώσεως του ενάγοντος, η δε επέλευση της ζημίας εξαρτάτο και από άλλους αστάθμητους παράγοντες, οι οποίοι ήταν ενδεχόμενο να προκύψουν στο μέλλον και των οποίων η τυχόν μέλλουσα πραγματοποίηση ήταν αδύνατο να προβλεφθεί κατά τους κανόνες της κοινής πείρας και λογικής. Ήδη με την ένδικη και δεύτερη στη σειρά αγωγή του ο ενάγων ζήτησε ως αποζημίωση την επιδίκαση σε αυτόν και σε βάρος της εναγόμενης πλασματικής αμοιβής υποκατάστατης δύναμης για το χρονικό διάστημα από 1.2.2017 και μέχρι την 31.1.2026. Σύμφωνα με τα προαναφερθέντα στη μείζονα σκέψη, το γεγονός ότι το ίδιο αίτημα συμπεριλήφθηκε και στην πρώτη αγωγή του ενάγοντος και απορρίφθηκε με την 316/2017 απόφαση του Εφετείου Πειραιώς ως προώρως ασκηθέν δεν δημιουργεί δεδικασμένο και παραδεκτά εισάγεται προς κρίση με τη νεότερη, δεύτερη κατά σειρά αγωγή του ενάγοντος. Ο τελευταίος προσκόμισε πρωτοδίκως και νόμιμα μετ’ επικλήσεως προσκομίζει και ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου στην ιταλική και σε ακριβή μετάφραση στην ελληνική γλώσσα, πιο πρόσφατη ιατρική γνωμάτευση και συγκεκριμένα την από 16/03/2018 ιατρική γνωμάτευση του ιατρού χειρουργού ……………. Σε αυτή βεβαιώνεται σχετικά με την κατάσταση της υγείας του ενάγοντος ότι «Εξ αιτίας του ατυχήματος που υπέστη στην Ελλάδα την 01.08.2011, παρουσιάζει σύνδρομο ζάλης με αίσθημα αστάθειας, κινητικό έλλειμμα στο βάδισμα και για το λόγο αυτό πρέπει να συνοδεύεται από ένα άλλο πρόσωπο και να χρησιμοποιεί στήριγμα (μπαστούνι). Υπερευαισθησία κατά τη διάρκεια της ημέρας και συχνή υπνηλία, με πολυάριθμες νυκτερινές αφυπνίσεις, καταβολή και αίσθηση φραγμένων αυτιών. Ο ασθενής δεν μπορεί να οδηγήσει». Εξ όλων των προσκομιζόμενων αποδεικτικών μέσων, σε συνδυασμόμε το απορρέον από την 316/2017 απόφαση του Εφετείου Πειραιώς δεδικασμένο ως προς τα θέματα και την έκταση που αναφέρεται πιο πάνω στην παρούσα, λαμβανομένης υπόψη και της ηλικίας του ενάγοντος που γεννήθηκε την 20.12.1940 και τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, κρίνεται ότι αυτός από την 1.2.2017 και μέχρι τον χρόνο συζήτησης της αγωγής του ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου παρουσίαζε αναπηρία που ανερχόταν σε ποσοστό 42% κι εξαιτίας της χρειαζόταν τη βοήθεια τρίτου προσώπου για την ατομική του φροντίδα, η οποία του παρασχέθηκε από τη σύζυγό του και τον υιό του, επί πέντε ώρες ημερησίως, χωρίς την πρόσληψη υποκατάστατης δύναμης (θεραπαινίδας ή οικιακής βοηθού), επιπλέον δε αυτός θα έχει τις ίδιες ανάγκες για παροχή βοήθειας και το επόμενο χρονικό διάστημα τουλάχιστον μέχρι την 31.1.2021. Στην κρίση του αυτή το Δικαστήριο δεν οδηγείται μόνο με βάση την από 16.3.2018 ιατρική βεβαίωση του ιατρού χειρουργού …………… που κατά τις αιτιάσεις του πρώτου λόγου έφεσης της εκκαλούσας-εναγόμενης δεν έχει την ειδικότητα του νευρολόγου, όπως θα έπρεπε, για να κριθεί αξιόπιστη η διάγνωση του είδους των προβλημάτων υγείας που φέρεται να παρουσιάζει ο ενάγων, γεγονός όμως που δεν αναιρεί την ιδιότητα του ανωτέρω ως ιατρού και την ικανότητά του να εξάγει συμπεράσματα και από την κλινική εικόνα του ενάγοντος, αλλά και από τα ιατρικά έγγραφα και την πραγματογνωμοσύνη, εκτιμώμενη ήδη ως δικαστικό τεκμήριο, που χρησιμοποιήθηκαν κατά την εκδίκαση της πρώτης αγωγής του ενάγοντος κατά της εναγόμενης και επαναπροσκομίζονται στην παρούσα δίκη. Συγκεκριμένα ο διορισθείς πραγματογνώμονας στην προηγούμενη δίκη νευροχειρουργός ……………., κατόπιν εξέτασης του ενάγοντος και μελέτης των ιατρικών εγγράφων της τότε δικογραφίας οδηγήθηκε στο συμπέρασμα στην από 27.6.2014 έκθεση ιατρικής πραγματογνωμοσύνης ότι «οι εν λόγω βλάβες έχουν καταστήσει τον ασθενή ανάπηρο εφόρου ζωής. Έχουν παρέλθει τρία σχεδόν χρόνια του ατυχήματος και το θεραπευτικό αποτέλεσμα θεωρείται μόνιμο και μη αναστρέψιμο». Επιπλέον, ο μάρτυρας απόδειξης στην πρώτη δίκη, προσωπικός φίλος του ενάγοντος, ……., στην ένορκη κατάθεσή του στο ακροατήριο του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, στις 22.10.2013, όπως η κατάθεση αυτή περιέχεται στα υπ’ αριθ. 698/2014, 10092/2012 πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του παραπάνω Δικαστηρίου ανέφερε για την κατάσταση του ενάγοντος κατά τον παραπάνω χρόνο και αφού είχε ήδη παρέλθει ικανός χρόνος (πάνω από δύο χρόνια) μετά το ατύχημα, ότι αυτός εμφάνιζε έλλειψη ισορροπίας, αδυναμία σταθερού βαδίσματος και δη ότι όταν σηκωνόταν από μία καρέκλα, κινδύνευε να χάσει την ισορροπία του. Ότι δεν μπορούσε πλέον να ακολουθήσει την παρέα του σε εξόδους και ότι χρειαζόταν τη συνοδεία της γυναίκας του. Η παραπάνω εικόνα συνάδει με το είδος των τραυμάτων που έφερε ο ενάγων μετά το ατύχημα κατά τη νοσηλεία του στο Γ.N.A. «Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ». Από κανένα στοιχείο δεν προέκυψε ότι στο ενδιάμεσο χρονικό διάστημα μέχρι τη συζήτηση της ένδικης δεύτερης κατά σειρά αγωγής στον πρώτο βαθμό βελτιώθηκε η κατάσταση της υγείας του ενάγοντος και η ικανότητά του να αυτοεξυπηρετείται, ούτε ότι δεν λαμβάνει πλέον τις φροντίδες της συζύγου και του υιού του, καθ’ υποκατάσταση των υπηρεσιών που θα του προσέφερε μια οικιακή βοηθός ή μια θεραπαινίδα. Ομοίως κρίνασα η εκκαλούμενη απόφαση ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις. Τα όσα υποστηρίζει, λοιπόν, η εκκαλούσα με τον πρώτο λόγο έφεσης ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο μόρφωσε την κρίση του με βάση την από 16.3.2018 ιατρική βεβαίωση του χειρουργού …………., ενώ έπρεπε να στηριχθεί σε ιατρικό πιστοποιητικό ενός κρατικού νοσοκομείου της Ιταλίας κρίνονται ουσιαστικά αβάσιμα, καθώς το παραπάνω Δικαστήριο έλαβε υπόψη του όλα τα ιατρικά έγγραφα που νόμιμα προσκομίσθηκαν και δεν περιορίσθηκε στην ως άνω 16.3.2018 ιατρική βεβαίωση, την οποία ορθά συνεκτίμησε ως δικαστικό τεκμήριο, ενώ δεν χρειαζόταν να ζητήσει περαιτέρω ιατρικά έγγραφα για να μορφώσει την κρίση του και μάλιστα ιατρική γνωμάτευση από κρατικό νοσοκομείο της Ιταλίας. Περαιτέρω, ουσία αβάσιμος τυγχάνει και ο δεύτερος λόγος έφεσης με τον οποίο η εκκαλούσα-εναγόμενη ισχυρίζεται ότι ο εφεσίβλητος-ενάγων δεν ανταπεξήλθε στο βάρος απόδειξης ως προς το ότι και μετά την 31.1.2017, η σύζυγος και ο υιός του συνέχισαν να τον φροντίζουν καθημερινά επί πεντάωρο, όπως και στο παρελθόν και ότι προς απόδειξη του ισχυρισμού αυτού δεν αρκούσε η προσκομιδή της από 16.2.2018 βεβαίωσης του ιατρού χειρουργού …………, που στηρίχθηκε στις υποκειμενικές αιτιάσεις του ενάγοντος για την κατάσταση της υγείας του. Τούτο, καθώς το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, όπως και το παρόν έλαβε υπόψη του και τα υπόλοιπα προσαχθέντα αποδεικτικά μέσα, μεταξύ των οποίων και την κατάθεση του παραπάνω φίλου του ενάγοντος …………., ο οποίος κατέθεσε ότι τον ενάγοντα μετά το ατύχημα εξυπηρετεί η οικογένειά του (βλ. σελίδα 5 των υπ’ αριθμ. 698/2014 πρακτικών «…Ενώ πριν οδηγούσε και ως εκ τούτου όλη η οργάνωση της οικογένειας έχει γίνει γύρω απ’ αυτόν»), χωρίς να προκύπτει ότι ο ενάγων έκτοτε έχει ανακτήσει την ικανότητα να αυτοεξυπηρετείται. Επομένως, ο ενάγων δικαιούται ν’ αξιώσει την καταβολή από την εναγόμενη ποσού ίσου με αυτό που θα κατέβαλε ως αποδοχές, εάν προσλάμβανε για τη φροντίδα του τρίτο πρόσωπο, ως υποκατάστατη δύναμη, υπολογιζόμενου του ποσού αυτού με βάση τα διδάγματα της κοινής πείρας, καθώς οι διάδικοι δεν προσκομίζουν συγκριτικά στοιχεία, στο ποσό των 20 ευρώ ημερησίως (=4 ευρώ ανά ώραx 5 ώρες την ημέρα) και για 4 έτη στο συνολικό ποσό των 28.800 ευρώ (=20 ευρώ x 30 ημέρες x12 μήνες x 4έτη).Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που επιδίκασε τη σχετική αποζημίωση από την 1.2.2018 και όχι από την 1.2.2017, προφανώς το έπραξε εκ παραδρομής κι έτσι έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων γιατί δεν αποδείχθηκε ότι στο διάστημα από 1.2.2017 έως 31.1.2018 είχε βελτιωθεί η κατάσταση της υγείας του ενάγοντος, ώστε να μη χρειάζεται τη βοήθεια τρίτου προσώπου για την ατομική του φροντίδα γενομένου δεκτού στο σημείο αυτό ως βάσιμου κατ’ ουσίαν του πρώτου και του δεύτερου λόγου έφεσης του εκκαλούντος-ενάγοντος. Περαιτέρω, όμως, δεν έσφαλε στην κρίση του το ίδιο Δικαστήριο ότι το αίτημα για αναγνώριση της υποχρέωσης της εναγόμενης για την καταβολή αποζημίωσης για την ίδια ως άνω αιτία για μέλλουσα ζημία του ενάγοντος για το μετέπειτα χρονικό διάστημα και δη από την 1.2.2021 μέχρι την 31.1.2026, τυγχάνει απορριπτέο, ως προώρως ασκηθέν, διότι δεν θεμελιώνεται επί του παρόντος, δικαίωμα αποζημίωσης του ενάγοντος, καθώς η επέλευση της ζημίας του εξαρτάται και από άλλους αστάθμητους παράγοντες και των οποίων η τυχόν μέλλουσα πραγματοποίηση είναι αδύνατο να προβλεφθεί με βάση τους κανόνες της κοινής πείρας και λογικής. Ειδικότερα, δεν είναι δυνατό να προβλεφθεί από τώρα η εξέλιξη της υγείας του ενάγοντος σε χρονικό διάστημα πέραν της 31ης-1-2021, λαμβανομένης υπόψη και της ηλικίας του, ούτε να προβλεφθεί μελλοντικά η ανάγκη του ή μη προς πρόσληψη θεραπαινίδας ή οικιακής βοηθού,για την περίπτωση δε που ο ενάγων θα εξακολουθεί να χρειάζεται θεραπαινίδα ή οικιακή βοηθό, δεν είναι δυνατό να προβλεφθεί από τώρα ούτε πόσες ώρες ημερησίως ή για πόσες ημέρες και ώρες θα τη χρειάζεται, ούτε βέβαια είναι εφικτό να προσδιορισθεί το ύψος των ημερομισθίων ή των μισθών των θεραπαινίδων ή οικιακών βοηθών, ανάλογα με τις ώρες απασχόλησής τους, γιατί πρόκειται για στοιχεία εξαρτώμενα από μελλοντικούς οικονομικούς παράγοντες (βλ. ΑΠ 1163/2017, 325/2016, 869/2013 δημοσιευμένες στην ΤΝΠ Νόμος). Ομοίως ορθά το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο υπολόγισε το ωρομίσθιο, το οποίο θα κατέβαλε ο ενάγων σε οικιακή βοηθό ή νοσοκόμα προς 4 ευρώ την ώρα, ήτοι 20 ευρώ την ημέρα για πεντάωρη εργασία, λαμβανομένης υπόψη της φύσεως των πρόσθετων βοηθητικών υπηρεσιών που προσφέρονται στον ενάγοντα, καθώς και το ότι δεν αποδείχθηκε και σε σχέση με το προγενέστερο χρονικό διάστημα, για το οποίο του έχει επιδικασθεί με την προαναφερόμενη απόφαση αυτού του Δικαστηρίου αποζημίωση για την ίδια αιτία, ότι έχουν αυξηθεί οι σχετικές αμοιβές των οικιακών βοηθών ή νοσοκόμων που προσφέρουν παρόμοιες υπηρεσίες σε ασθενείς, στο Μιλάνο της Ιταλίας. Επομένως, απορριπτέος τυγχάνει ο τρίτος λόγος έφεσης του εκκαλούντος-ενάγοντος, με τον οποίο αυτός υποστηρίζει ότι έπρεπε να του επιδικασθεί αποζημίωση για πλασματική αμοιβή οικιακής βοηθού το ποσό των 50 ευρώ την ημέρα και μάλιστα για εννέα συνολικά έτη και μέχρι την 31.1.2026, όπως ζητούσε με την αγωγή του. Συνεπώς, μη απομένοντος προς εξέταση άλλου λόγου έφεσης, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, πρέπει να απορριφθεί η έφεση της εκκαλούσας-εναγόμενης και να γίνει εν μέρει δεκτή η έφεση του εκκαλούντος-ενάγοντος, ακολούθως δε να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση, να κρατηθεί και να δικασθεί από το παρόν Δικαστήριο η από 6.12.2017 αγωγή και να γίνει εν μέρει δεκτή στην ουσία της και δη για το διάστημα από 1.2.2017 μέχρι την 31.1.2021. Ακολούθως, πρέπει να αναγνωρισθεί ότι η εναγόμενη οφείλει να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των 28.800 ευρώ, με τις ακόλουθες διακρίσεις: α) το επιμέρους ποσό των 10.800 ευρώ, το οποίο έχει καταστεί ληξιπρόθεσμο κατά την ημερομηνία δημοσίευσης της πρωτόδικης απόφασης, με το νόμιμο τόκο επιδικίας από την επομένη της επίδοσης της αγωγής, δηλαδή από την 13.12.2017 μέχρι την εξόφληση, β) το επιμέρους ποσό των (28.800 – 10.800=) 18.000 ευρώ, που αφορά στο χρονικό διάστημα από την 1.8.2018 μέχρι την 31.1.2021 και δεν έχει καταστεί ληξιπρόθεσμο κατά την ημερομηνία δημοσίευσης της πρωτόδικης απόφασης, σε τριάντα μηνιαίες δόσεις, ποσού 600 ευρώ η καθεμία, καταβλητέες την πέμπτη ημέρα κάθε ημερολογιακού μήνα, με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από τότε που κάθε μηνιαία περιοδική παροχή καθίσταται απαιτητή και μέχρι την εξόφληση. Μέρος των δικαστικών εξόδων του εκκαλούντος- ενάγοντος για τον πρώτο βαθμό δικαιοδοσίας και ως προς την έφεσή του για τον δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθεί σε βάρος της εναγόμενης-εφεσίβλητης, ανάλογα με την έκταση της νίκης του πρώτου έναντι της δεύτερης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 183, 178 παρ.1 και 191 παρ.2 ΚΠολΔ, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό. Επίσης, το σύνολο των δικαστικών εξόδων του εφεσίβλητου από την από 26.11.2019 έφεση πρέπει να επιβληθούν σε βάρος της εκκαλούσας, λόγω της ήττας της, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 183, 176 και 191 παρ.2 ΚΠολΔ, ομοίως κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό. Τέλος, πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή στον εκκαλούντα-ενάγοντα του με κωδικό …………. e- παράβολου του Υπουργείου Οικονομικών ποσού 100 ευρώ που κατέθεσε για το παραδεκτό της εφέσεώς του, δεδομένου ότι αυτή έγινε εν μέρει δεκτή, σύμφωνα με το άρθρο 495 παρ.4 ΚΠολΔ. Αντίθετα, με βάση την ίδια διάταξη, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή του με κωδικό ……………… e- παράβολου του Υπουργείου Οικονομικών ποσού 100 ευρώ που κατέθεσε η εκκαλούσα-εναγόμενη στο δημόσιο ταμείο, λόγω απόρριψης της έφεσής της, σύμφωνα, ομοίως, με το διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Συνεκδικάζει την από 1.8.2019 (κατατεθείσα στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. ………/2019 και Ε.Α.Κ………./2019 και για προσδιορισμό δικασίμου στη γραμματεία του Εφετείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. ………/2019 και Ε.Α.Κ. ………/2019) έφεση και την από 26.11.2019 (κατατεθείσα στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …………/2019 και Ε.Α.Κ. …………/2019 και για προσδιορισμό στη γραμματεία του Εφετείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. ………../2019 και Ε.Α.Κ. …………/2019) έφεση αντιμωλία των διαδίκων.
Δέχεται τυπικά τις παραπάνω εφέσεις.
Απορρίπτει κατ’ ουσίαν την από 26.11.2019 έφεση.
Επιβάλλει τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου σε βάρος της εκκαλούσας και ορίζει αυτά στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ.
Διατάσσει την εισαγωγή του με κωδικό ………….. e- παράβολου του Υπουργείου Οικονομικών ποσού εκατό (100) ευρώ που κατέθεσε η εκκαλούσα-εναγόμενη για την άσκηση της έφεσής της, στο δημόσιο ταμείο.
Δέχεται εν μέρει την από 1.8.2019 έφεση.
Εξαφανίζει την 3720/2018 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (τακτική διαδικασία-τμήμα ναυτικών διαφορών).
Κρατεί και δικάζει την από 6.12.2017 αγωγή.
Δέχεται εν μέρει αυτή.
Αναγνωρίζει ότι η εναγόμενη οφείλει να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των είκοσι οκτώ χιλιάδων οκτακοσίων (28.800) ευρώ, με τις ακόλουθες διακρίσεις: α) το επιμέρους ποσό των δέκα χιλιάδων οκτακοσίων (10.800) ευρώ, το οποίο έχει καταστεί ληξιπρόθεσμο κατά την ημερομηνία δημοσίευσης της πρωτόδικης απόφασης, με το νόμιμο τόκο επιδικίας από την επομένη της επίδοσης της αγωγής, δηλαδή από την 13.12.2017 μέχρι την εξόφληση, β) το επιμέρους ποσό των δεκαοκτώ χιλιάδων (18.000) ευρώ, που αφορά στο χρονικό διάστημα από την 1.8.2018 μέχρι την 31.1.2021 και δεν είχε καταστεί ληξιπρόθεσμο κατά την ημερομηνία δημοσίευσης της πρωτόδικης απόφασης, σε τριάντα μηνιαίες δόσεις, ποσού εξακοσίων (600) ευρώ η καθεμία, καταβλητέες την πέμπτη ημέρα κάθε αντίστοιχου ημερολογιακού μήνα, με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από τότε που κάθε μηνιαία περιοδική παροχή καθίσταται απαιτητή και μέχρι την εξόφληση.
Επιβάλλει μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος απότον πρώτο βαθμό δικαιοδοσίας και ως προς τον δεύτερο βαθμό αναφορικά με την από 1.8.2019 έφεσή του, σε βάρος της εναγόμενης-εφεσίβλητης και ορίζει αυτά στο ποσό των χιλίων διακοσίων (1.200) ευρώ.
Διατάσσει την επιστροφή του με κωδικό …………. e- παράβολου του Υπουργείου Οικονομικών ποσού εκατό (100) ευρώ που κατέθεσε ο εκκαλών-ενάγωνγια την έφεσή του, στον ίδιο.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, στις 20.8.2020.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ