Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 482/2020

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

 Περίληψη

Σε περίπτωση ερημοδικίας του εκκαλούντος το δικαστήριο οφείλει να ερευνήσει αν επισπεύδει τη συζήτηση ο εκκαλών ή ο εφεσίβλητος και εφόσον την επισπεύδει ο τελευταίος, αν ο εκκαλών κλήθηκε νομίμως και εμπροθέσμως να παραστεί κατά τη δικάσιμο κατά την οποία συζητήθηκε η έφεσή του, και όταν δεν έχει συμβεί αυτό κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση. Κατά τη διάταξη του άρθρου 226 παρ. 4 του ΚΠολΔ, η αναβολή και η αναγραφή της υποθέσεως στο πινάκιο προς συζήτηση, κατά τη νέα δικάσιμο, δεν ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων, αλλά μόνον εκείνων που ήταν παρόντες ή δεν εμφανίσθηκαν καθόλου, κατά την αρχική ή την μεταγενέστερη μετ’ αναβολή δικάσιμο, κατά την οποία αναβλήθηκε εκ νέου η υπόθεση, εφόσον οι τελευταίοι είχαν κλητευθεί κατά την αρχική δικάσιμο, οι διάδικοι όμως που κατά την αρχική ή την μεταγενέστερη μετ’ αναβολή δικάσιμο, κατά την οποία δόθηκε νέα αναβολή, δεν ήταν παρόντες, αλλά είχαν καταθέσει δήλωση ότι δεν θα παραστούν κατά την εκφώνηση της υποθέσεως, σύμφωνα με το άρθρο 242 παρ. 2 του ΚΠολΔ, πρέπει, να καλούνται στις οριζόμενες σχετικά προθεσμίες, δια της επιδόσεως σ’ αυτούς πρακτικού της αναβολής ή πιστοποιητικού του αρμόδιου γραμματέα περί της νέας αυτής αναβολής.

 

Αριθμός   482/2020

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Ιωάννη Αποστολόπουλο, Προεδρεύοντα Εφέτη (κωλυομένων των Προέδρων Εφετών και της αρχαιότερης Εφέτη) – Εισηγητή, Αικατερίνη Κοκόλη Εφέτη, Εμμανουηλία – Αλεξάνδρα Κεχαγιά, Εφέτη και από τη Γραμματέα Τ.Λ.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Στο άρθρο 524 παρ. 3 του ΚΠολΔ (όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του ν. 4335/2015) ορίζεται ότι «Σε περίπτωση ερημοδικίας του εκκαλούντος η έφεση απορρίπτεται …». Επομένως, στην περίπτωση της ερημοδικίας του εκκαλούντος, το δικαστήριο οφείλει να ερευνήσει αν επισπεύδει τη συζήτηση ο εκκαλών ή ο εφεσίβλητος και εφόσον την επισπεύδει ο τελευταίος, αν ο εκκαλών κλήθηκε νομίμως και εμπροθέσμως να παραστεί κατά τη δικάσιμο κατά την οποία συζητήθηκε η έφεσή του, σε περίπτωση δε που αυτά βεβαιωθούν, οφείλει να απορρίψει την ασκηθείσα έφεση, χωρίς άλλη έρευνα, κατ’ εφαρμογήν των προαναφερθεισών διατάξεων (βλ. ΑΠ 651/2012 ΝοΒ 2012 2393, ΑΠ 280/2012 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 361/2011 ΝοΒ 2011 1572, Κ. Παναγόπουλο εις «Η ΕΦΕΣΗ» επιμ. Κ. Οικονόμου σελ. 228 – 230 αρ. 29 – 31). Σε περίπτωση, όμως, που ο εκκαλών δεν κλητεύθηκε νομίμως και εμπροθέσμως για να παραστεί κατά τη δικάσιμο κατά την οποία συζητήθηκε η έφεσή του, το δικαστήριο κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση και η υπόθεση επαναφέρεται για συζήτηση με νέα κλήτευση (βλ. ΑΠ 111/2013 ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, στο άρθρο 226 παρ. 4 εδ. γ’ και δ’ του ΚΠολΔ, που εφαρμόζεται και στην κατ’ έφεση δίκη, ορίζεται ότι «… Αν η συζήτηση αναβληθεί ο γραμματέας οφείλει αμέσως μετά το τέλος της συνεδρίασης να μεταφέρει την υπόθεση στη σειρά των υποθέσεων που πρέπει να συζητηθούν κατά τη δικάσιμο που ορίσθηκε. Κλήση του διαδίκου για εμφάνιση στη δικάσιμο αυτή δεν χρειάζεται και η αναγραφή της υπόθεσης στο πινάκιο ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων …». Κατά την έννοια της ανωτέρω διατάξεως η αναβολή της συζήτησης της υπόθεσης και η εγγραφή αυτής στο πινάκιο του δικαστηρίου για τη μετ’ αναβολή δικάσιμο, ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων για τη δικάσιμο αυτή και, επομένως, δεν χρειάζεται νέα κλήση του διαδίκου, όταν ο απολειπόμενος κατά τη μετ’ αναβολή δικάσιμο διάδικος είχε νομίμως κλητευθεί να παραστεί κατά τη δικάσιμο κατά την οποία αναβλήθηκε η συζήτηση. Εξάλλου, στο άρθρο 242 παρ. 2 του ΚΠολΔ, το οποίο εφαρμόζεται και στη διαδικασία της δίκης για την έφεση, ορίζεται ότι «Στις περιπτώσεις που η προφορική συζήτηση δεν είναι υποχρεωτική, οι διάδικοι μπορούν να συμφωνήσουν με κοινή δήλωση, που υπογράφεται από τους πληρεξουσίους δικηγόρους ότι δεν θα παραστούν κατά την εκφώνηση. Τέτοια δήλωση μπορεί να γίνει και από έναν ή ορισμένους μόνον πληρεξουσίους. Η δήλωση αυτή παραδίνεται στην περίπτωση κοινής δήλωσης από έναν τουλάχιστον πληρεξούσιο δικηγόρο και σε περίπτωση μονομερούς δήλωσης από τον πληρεξούσιο δικηγόρο στον αρμόδιο γραμματέα το αργότερο την παραμονή της δικασίμου και σημειώνεται αμέσως στο πινάκιο. Στις παραπάνω περιπτώσεις, η συζήτηση περατώνεται με μόνη την εκφώνηση της υπόθεσης. Μόνο δήλωση βίαιης διακοπής της δίκης είναι παραδεκτή. Μπορεί όμως το δικαστήριο, αν προβάλλονται άλλοι διαδικαστικοί ισχυρισμοί, να αναβάλει την υπόθεση σε σύντομη δικάσιμο με πρακτικό στο οποίο καταχωρίζονται και οι ισχυρισμοί αυτοί. Στη δικάσιμο αυτή καλούνται όσοι διάδικοι δεν ήταν παρόντες κατά την αναβολή, ενώ οι παρόντες οφείλουν να εμφανισθούν χωρίς κλήτευση και αν δεν παραστούν κατά τη νέα δικάσιμο δικάζονται εξαρχής ερήμην». Από τις διατάξεις αυτές, σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 110 παρ. 2, 226 παρ. 4, 498 και 524 του ΚΠολΔ, προκύπτει ότι αν κατά την προσδιοριζόμενη για τη συζήτηση της έφεσης δικάσιμο, αρχική ή μεταγενέστερη, αναβληθεί αυτή για νέα μεταγενέστερη δικάσιμο, η αναγραφή της υποθέσεως στο πινάκιο προς συζήτηση, κατά τη νέα αυτή δικάσιμο, δεν ισχύει, κατ’ εξαίρεση των όσων αναφέρονται στη διάταξη του άρθρου 226 παρ. 4 του ΚΠολΔ, ως κλήτευση όλων των διαδίκων, αλλά μόνον εκείνων που ήταν παρόντες ή δεν εμφανίσθηκαν καθόλου, κατά την αρχική ή την μεταγενέστερη μετ’ αναβολή δικάσιμο, κατά την οποία αναβλήθηκε εκ νέου η υπόθεση, εφόσον οι τελευταίοι είχαν κλητευθεί κατά την αρχική δικάσιμο, οι διάδικοι όμως που κατά την αρχική ή την μεταγενέστερη μετ’ αναβολή δικάσιμο, κατά την οποία δόθηκε νέα αναβολή, δεν ήταν παρόντες, αλλά είχαν καταθέσει δήλωση ότι δεν θα παραστούν κατά την εκφώνηση της υποθέσεως, σύμφωνα με το άρθρο 242 παρ. 2 του ΚΠολΔ, πρέπει, αντιθέτως, να καλούνται στις οριζόμενες σχετικά προθεσμίες, δια της επιδόσεως σ’ αυτούς πρακτικού της αναβολής ή πιστοποιητικού του αρμόδιου γραμματέα περί της νέας αυτής αναβολής (βλ. ΑΠ 202/2011 ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, ΑΠ 213/2010 ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 6455/2004 ΕλλΔνη 2005 597, Μ. Μαργαρίτη – Α. Μαργαρίτη «ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΠολΔ» εκδ. 2η Τ.  Ι αρθρ. 226 αρ. 13 σελ. 407, Α. – Ο. Μήτσου εις «ΕΝΔΙΚΑ ΜΕΣΑ ΚΑΙ ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΗ» επιμ. Ν. Λεοντή εκδ. 2018 σελ. 169 αρ. 387).

Στην προκείμενη περίπτωση, κατά τη συζήτηση της κρινόμενης εφέσεως, η οποία στρέφεται κατά της υπ’ αριθ. 4951/2017 οριστικής αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία, αντιμωλία των διαδίκων, επί της από 16-12-2015 (υπ’ αριθ. εκθ. καταθ. …………./2015) αγωγής των εναγόντων και ήδη εφεσίβλητων κατά της εναγομένης και ήδη εκκαλούσας, η τελευταία δεν εκπροσωπήθηκε κατά την αναφερθείσα στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, κατά την οποίαν η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου. Επίσης, από την υπ’ αριθ. ………/16-7-2018 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιώς, με έδρα στο Πρωτοδικείο Πειραιώς, …………….., που προσκομίζουν οι εφεσίβλητοι, προκύπτει ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της κρινόμενης εφέσεως, με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για τη δικάσιμο της 7ης  Μαρτίου 2019, κατά την οποία η συζήτησή της αναβλήθηκε για την αναφερθείσα στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, επιδόθηκε νομοτύπως και εμπροθέσμως στην εκκαλούσα, με επιμέλεια των εφεσίβλητων. Έτσι, συνάγεται ότι τη συζήτηση της κρινόμενης εφέσεως επισπεύδουν οι εφεσίβλητοι. Ωστόσο, όπως προκύπτει από το απόσπασμα του «ΠΙΝΑΚΙΟΥ ΕΓΓΡΑΦΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ» της αρχικής δικασίμου της …….. (αρ. πιν. …….) του Δικαστηρίου τούτου, κατά τη δικάσιμο αυτή, η εκκαλούσα είχε εκπροσωπηθεί με δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου της, σύμφωνα με τα άρθρα 524 παρ. 1 και 242 παρ. 2 του ΚΠολΔ, ενώ οι εφεσίβλητοι είχαν εκπροσωπηθεί από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους, ο οποίος είχε παρασταθεί στο ακροατήριο του Δικαστηρίου. Εξάλλου, οι εφεσίβλητοι δεν επικαλούνται, ούτε προκύπτει από κάποιο στοιχείο ότι η εκκαλούσα, η οποία κατά την ως άνω αρχική δικάσιμο (7-3-2019) είχε εκπροσωπηθεί  με δήλωση του πληρεξούσιου δικηγόρου της, κλήθηκε για να παραστεί κατά τη νέα, μετ’ αναβολή, δικάσιμο (6-2-2020), κατά την οποία, όπως προαναφέρθηκε, δεν παραστάθηκε. Σημειωτέον ότι στο φάκελο της σχετικής δικογραφίας περιλαμβάνονται οι προτάσεις και τα συναφή έγγραφα που είχαν προκατατεθεί από την εκκαλούσα για τη δικάσιμο της 7ης  Μαρτίου 2019, όμως, αυτό δεν ασκεί κάποια έννομη επιρροή, καθόσον στην αναφερθείσα στην αρχή της παρούσας δικάσιμο (6-2-2020) ήταν δικονομικώς απούσα. Επομένως, ενόψει, της ως άνω μη κλητεύσεως της εκκαλούσας, σύμφωνα με τις προεκτεθείσες σκέψεις, πρέπει η συζήτηση της ένδικης εφέσεως να κηρυχθεί απαράδεκτη.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση της εφέσεως.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά στις 4-6-2020 και δημοσιεύθηκε στις 9-7-2020 σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού, με απόντες τους διαδίκους και τον πληρεξούσιο δικηγόρο των εφεσίβλητων.

Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ ΕΦΕΤΗΣ                                Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ