ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Περίληψη
Αντίθετες αγωγές για λύση γάμου – διατροφή συζύγου έως την αμετάκλητη λύση γάμου, αντίθετες εφέσεις, απορρίπτει έφεση ως προς λύση γάμου, δεκτή εν μέρει ως προς διατροφή συζύγου.
Αριθμός απόφασης :
483/2020
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Συγκροτήθηκε από το Δικαστή Δημήτριο Καβαλλάρη, Εφέτη, που ορίστηκε από τον προϊστάμενο του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Εφετείου Πειραιώς και τη Γραμματέα Τ.Λ..
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Οι κρινόμενες α) από 28-7-2018 και αρ. καταθ. ………./2018 και από β) 30.7.2018 και αρ. καταθ. ………./2018 αντίθετες εφέσεις των διαδίκων, κατά της 2281/2018 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των γαμικών διαφορών, ασκήθηκαν νομότυπα στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου (άρθρα 495 επ., 511, 516 ΚΠολΔ) και εμπρόθεσμα, καθώς δεν προκύπτει επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης (άρθρα 495 παρ. 1, 2, 496, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ. 1, 517, 518 παρ. 1, 520 παρ. 1 και 591 παρ.1 του ΚΠολΔ). Είναι συνεπώς παραδεκτές και πρέπει (λόγω της πρόδηλης συνάφειάς τους) να διαταχθεί η συνεκδίκασή τους και να ακολουθήσει η ουσιαστική έρευνα των λόγων τους κατά την ίδια διαδικασία (άρθρο 533 παρ.1 ΚΠολΔ). Σημειωτέον ότι, για το παραδεκτό των εφέσεων στις διαφορές των άρθρων 592 παρ. 3 ΚΠολΔ, όπως η προκειμένη, δεν υφίσταται υποχρέωση καταβολής παραβόλου, όπως ρητά ορίζει η διάταξη του άρθρου 495 § .3Γ εδ. τελ. ΚΠολΔ.
Η ενάγουσα εναγόμενη και ήδη εκκαλούσα – εφεσίβλητη ……….. στην από 13-11-2014 (αρ. καταθ. ………./2014) αγωγή της [α αγωγή] ζητούσε α) να λυθεί ο γάμος της με τον εναγόμενο ……………., λόγω ισχυρού κλονισμού από λόγους που αφορούν στο πρόσωπο του, β) να υποχρεωθεί ο τελευταίος να της καταβάλει το ποσό των 15.000,00 €, ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που της προκάλεσε η παράνομη συμπεριφορά του, που είχε ως συνέπεια την προσβολή της προσωπικότητας της, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην αγωγή, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής γ) να υποχρεωθεί να της καταβάλει ως μηνιαία διατροφή το ποσό των 1.140 €, για χρονικό διάστημα 5 ετών από την επίδοση της αγωγής έως την αμετάκλητη λύση του γάμου, προσαυξανόμενο κατά 5 % για κάθε έτος, με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση κάθε δόσης, δ) να υποχρεωθεί να της καταβάλει το ποσό των 1.300 € ως μηνιαία διατροφή της για το διάστημα μετά την αμετάκλητη λύση του γάμου, με 5 % προσαύξηση ανά έτος. Ο ενάγων εναγόμενος και ήδη εκκαλών – εφεσίβλητος ……… με από 7-1-2015 (αρ. καταθ. …………../2015) αντίθετη αγωγή του [β αγωγή] ζήτησε να λυθεί ο γάμος του με τη ………….., από λόγους που αφορούν το πρόσωπο αυτής. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλούμενη απόφασή του, αφού συνεκδίκασε αντιμωλία των διαδίκων τις παραπάνω αγωγές και απέρριψε ως προώρως ασκηθέν το αίτημα της [α] αγωγής καταβολής διατροφής για το διάστημα μετά την αμετάκλητη λύση του γάμου των διαδίκων, Ι) έκανε δεκτές τις αντίθετες αγωγές ως ουσιαστικά βάσιμες ως προς το αίτημά τους για λύση του γάμου και απήγγειλε τη λύση του γάμου των διαδίκων ΙΙ) κατά τα λοιπά έκανε εν μέρει δεκτή την [α] αγωγή και υποχρέωσε τον εναγόμενο να προκαταβάλει στην ενάγουσα το πρώτο πενθήμερο κάθε μήνα, το χρηματικό ποσό των 300 €, με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση πληρωμής κάθε δόσης για χρονικό διάστημα 5 ετών από την επίδοση της αγωγής. Το Δικαστήριο με την ίδια απόφασή του απέρριψε το αίτημα καταβολής χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης ως ουσιαστικά αβάσιμο κατόπιν της ένστασης παραγραφής που προέβαλε ο εναγόμενος. Κατά της απόφασης αυτής βάλλουν με τις αντίθετες εφέσεις τους οι εκκαλούντες παραπονούμενοι για εσφαλμένη ερμηνεία κι εφαρμογή του νόμου κι εκτίμηση των αποδείξεων.
Κατά το άρθρο 1439 παρ. 1 ΑΚ, καθένας από τους συζύγους μπορεί να ζητήσει διαζύγιο, όταν οι μεταξύ τους σχέσεις έχουν κλονισθεί τόσο ισχυρά από λόγο που αφορά στο πρόσωπο του εναγομένου ή και των δύο συζύγων, ώστε βάσιμα η εξακολούθηση της έγγαμης σχέσης να είναι αφόρητη για τον ενάγοντα. Με τη διάταξη αυτή καθιερώνεται ως λόγος διαζυγίου ο αντικειμενικός κλονισμός της έγγαμης σχέσης, χωρίς να απαιτείται το στοιχείο της υπαιτιότητας για να δύναται να ζητηθεί το διαζύγιο. Έτσι ο ενάγων για τη θεμελίωση και παραδοχή της αγωγής του θα πρέπει να επικαλεσθεί και αποδείξει ότι ο γάμος έχει κλονισθεί από ορισμένα γεγονότα που αναφέρονται στο πρόσωπο του εναγομένου ή και των δύο συζύγων με την έννοια της υπάρξεως αιτιώδους συνδέσμου ανάμεσα στα αντικειμενικώς πρόσφορα κλονιστικά της έγγαμης σχέσεως γεγονότα και στο πρόσωπο του εναγομένου συζύγου του ή και των δύο και ότι ο κλονισμός είναι τόσο ισχυρός, ώστε βασίμως η εξακολούθηση της συμβιώσεως έχει καταστεί γι’ αυτόν αφόρητη. Αν το κλονιστικό γεγονός αφορά και τους δύο συζύγους, το προς διάζευξη δικαίωμα γεννάται, ανεξαρτήτως από τον ποιον από τους δύο βαρύνει περισσότερο η ύπαρξή του και από το αν υπάρχει υπαιτιότητα στο πρόσωπο του ενός μόνο. Αν όμως το κλονιστικό γεγονός συνδέεται αποκλειστικώς με το πρόσωπο του ενάγοντος δεν γεννάται υπέρ αυτού δικαίωμα διαζεύξεως με βάση την πιο πάνω διάταξη του άρθρου 1439 παρ. 1 AK. Το ότι για τη λύση του γάμου είναι πλέον αδιάφορο αν ο κλονισμός οφείλεται σε υπαίτιο ή ανυπαίτιο κλονιστικό γεγονός σημαίνει ότι στη δίκη του διαζυγίου δεν δικαιολογείται σε καμιά πλευρά έννομο συμφέρον για την έρευνα της υπαιτιότητας, το δε δεδικασμένο της διαπλαστικής απόφασης του διαζυγίου δεν εκτείνεται σε ζητήματα υπαιτιότητας σε καμιά περίπτωση, ούτε και στη δίκη διατροφής μετά το διαζύγιο, όπως προβλέπει το άρθρο 1442 ΑΚ, ενόψει της διατάξεως του άρθρου 1444 παρ. 1 ΑΚ. Αντικείμενο δε της δίκης διαζυγίου είναι όχι η δικαστική διάγνωση του λόγου διαζυγίου που δικαιολογεί την απαγγελία του διαζυγίου, αλλά το διαπλαστικό αποτέλεσμα της λύσης του γάμου. Κατ’ ακολουθίαν τούτων, αν ασκηθούν δύο αντίθετες αγωγές διαζυγίου, για ισχυρό κλονισμό από λόγο που αφορά στο πρόσωπο του άλλου και το δικαστήριο της ουσίας δέχθηκε και τις δύο, τότε, ενόψει του, αντικειμένου της δίκης περί διαζυγίου και του δεδικασμένου που παράγεται από την απόφαση αυτή, καθένας από τους συζύγους θεωρείται ότι νίκησε, διότι με την παραδοχή και των δυο αγωγών επήλθε η έννομη συνέπεια που αμφότεροι οι διάδικοι επιδίωκαν με το αίτημα των αγωγών τους. Το γεγονός ότι η απόφαση περιέχει δυσμενείς για τον καθένα αιτιολογίες, δεν ασκεί καμιά δυσμενή επιρροή στις έννομες σχέσεις του, αφού από τις αιτιολογίες αυτές, που δεν έχουν προσόντα διατακτικού, δεν ιδρύεται δεδικασμένο για ζητήματα υπαιτιότητας, το οποίο μπορεί να χρησιμεύσει, κατά τα προεκτεθέντα, σε άλλη δίκη. Συνεπώς, κανένας από τους διαδίκους συζύγους δεν έχει στην περίπτωση αυτή έννομο συμφέρον να ασκήσει το ένδικο μέσο της έφεσης κατά της απόφασης του δικαστηρίου της ουσίας. (ΑΠ 660/2016 ΝοΒ 2017.653, ΑΠ 1570/2014). Περαιτέρω με το άρθρ. 16 του ν. 1329/1983 καταργήθηκε, μεταξύ άλλων, και η διάταξη του άρθρ. 1453 ΑΚ, που όριζε ότι εάν το γεγονός, που αποτέλεσε το λόγο του διαζυγίου, συντελέστηκε υπό περιστάσεις τέτοιες που επήλθε βαριά προσβολή στο πρόσωπο του αναίτιου συζύγου, μπορεί το δικαστήριο με την απόφασή του για το διαζύγιο να υποχρεώσει τον μόνον υπαίτιο του διαζυγίου σύζυγο να καταβάλει στον αναίτιο χρηματικό ποσό λόγω ηθικής βλάβης. Ωστόσο η κατάργηση της ως άνω διάταξης και η έλλειψη έκτοτε όμοιας διάταξης δεν αποκλείει την επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης για συζυγικά παραπτώματα, εφόσον συντρέχει κατά το άρθρ. 299 ΑΚ νόμιμη περίπτωση κατά τις διατάξεις των άρθρ. 57, 59 και 932 του ίδιου Κώδικα, που συμβαίνει όταν τα παραπτώματα αυτά, οφειλόμενα σε υπαιτιότητα του ενός των συζύγων και αυτοτελώς κρινόμενα, δηλαδή ανεξάρτητα από τη συζυγική σχέση, είναι πρόσφορα και ικανά να προκαλέσουν προσβολή της προσωπικότητας του άλλου συζύγου ή γενικότερα συνιστούν σε βάρος του αδικοπραξία (ΑΠ 686/2004, ΑΠ 1444/2008, ΑΠ 566/2003,). Έτσι δεν αρκεί για την επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης η οποιαδήποτε κλονιστική του γάμου αντισυζυγική συμπεριφορά και η ψυχική δοκιμασία που αναπόφευκτα αυτή προκαλεί, εφόσον κατά τα λοιπά δεν συνιστά και αυτοτελώς προσβολή της προσωπικότητας του άλλου συζύγου. Με την έννοια συνεπώς αυτή δεν επιφέρουν προσβολή της προσωπικότητας οι παραβάσεις των υποχρεώσεων συνοίκησης, συμπαράστασης και επίδειξης του επιβαλλόμενου ενδιαφέροντος από τον ένα σύζυγο για τον άλλο ή ακόμα και η παράβαση της υποχρέωσης συζυγικής πίστης (ΑΠ 558/2006), αφού πρόκειται για υποχρεώσεις σύμφυτες με την έγγαμη σχέση, για την παράβαση των οποίων ο νόμος αντιλαμβάνεται ως επαρκή προστασία την παροχή στο θιγόμενο σύζυγο δικαιώματος διάζευξης (AΠ 1233/2014 ΕλΔνη 2015.723). Περαιτέρω από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1389, 1390, 1391 και 1493 του ΑΚ, (το οποίο εφαρμόζεται αναλόγως), προκύπτει, ότι οι σύζυγοι έχουν αμοιβαία υποχρέωση για διατροφή τους, ο καθένας ανάλογα με τις δυνάμεις του, το μέτρο δε της διατροφής καθενός από αυτούς προσδιορίζεται με βάση τις ανάγκες του, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες της οικογενειακής ζωής και η εκπλήρωσή του γίνεται με την προσωπική εργασία, τα εισοδήματα και την περιουσία και την απρόσοδη ακόμη (ΟλΑΠ 9/1991) των συζύγων. Σε περίπτωση διακοπής της έγγαμης συμβίωσης, η υποχρέωση διατροφής, που υποκαθιστά στην περίπτωση αυτή την υποχρέωση συνεισφοράς, διέπεται από τους ίδιους, όπως και η τελευταία, κανόνες των παραπάνω άρθρων προσαρμοζόμενη στις ανάγκες πλέον της χωριστής διαβίωσης. Όμως, για τη θεμελίωση αυτής της αξίωσης (διατροφής) απαιτείται είτε ο δικαιούχος της διατροφής σύζυγος να διέκοψε ο ίδιος την έγγαμη συμβίωση για εύλογη αιτία, όπως ρητά ορίζεται στη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 1391 του ΑΚ, είτε, κατ` επέκταση, η διακοπή να προήλθε από την πλευρά του υποχρέου για διατροφή συζύγου. Εύλογη αιτία για τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης είναι οποιοδήποτε γεγονός οφειλόμενο σε υπαιτιότητα του ενός από τους συζύγους (υποχρέου) ή και σε κοινή υπαιτιότητα, που μπορεί να δικαιολογήσει τη διάσπαση της συμβίωσης, χωρίς να ενδιαφέρει ο τρόπος με τον με τον οποίο επέρχεται η διάσπαση (εγκατάλειψη ή αποπομπή) αυτή. Το παραπάνω δικαίωμα υφίσταται και όταν η διακοπή προήλθε από την πλευρά του υπόχρεου για διατροφή συζύγου, ακόμη και αν ο υπόχρεος αναγκάστηκε στη διακοπή της συμβίωσης από παράπτωμα του δικαιούχου. Στην περίπτωση όμως, αυτή, αν το παράπτωμα του δικαιούχου της διατροφής συνιστά λόγο διαζυγίου, περιορίζεται η έκταση της οφειλόμενης σε αυτόν από τον άλλον διατροφής στα απολύτως αναγκαία για τη συντήρησή του (ελαττωμένη διατροφή), μετά από ένσταση του εναγομένου με αντίστοιχο προς τούτο αίτημα. (ΑΠ 528/2018, ΑΠ 1210/2018, ΑΠ 1552/2013, ΑΠ 1967/2014, ΑΠ 551/2011, ΑΠ 1207/2008, ΑΠ 1217/2007 ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 47/2019). Στην προκείμενη περίπτωση η εκκαλούσα …………… παραπονείται με τον πρώτο λόγο της έφεσής της για το ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έκρινε ο γάμος της με τον ………….. κλονίστηκε από γεγονότα που αφορούν το πρόσωπο και των δύο διαδίκων (δηλαδή και της ιδίας), όμως, η έννομη συνέπεια που ζητά με το πρώτο αίτημα της αγωγής της, δηλαδή η λύση του γάμου, έχει ήδη επέλθει, και το αίτημα δικαστικής διαπλάσεως έχει ικανοποιηθεί, ώστε ο σχετικός λόγος της έφεσης πρέπει να απορριφθεί ως αλυσιτελής και απαράδεκτος. Η υπαιτιότητα όμως, με την έννοια της εύλογης αιτίας σε βάρος του εναγόμενου …………. για τη λύση του γάμου των διαδίκων, έχει αξία και θα κριθεί στα πλαίσια της σωρευόμενης στο δικόγραφο [α αγωγής] αξίωσης διατροφής της ιδίας σε βάρος του τελευταίου, η οποία επαναφέρεται με τους λοιπούς λόγους της έφεσής της (έως την αμετάκλητη λύση του γάμου, καθώς δεν παραπονείται για την απόρριψη της αξίωσής της για το διάστημα μετά τη λύση του γάμου που δεν έχει επέλθει ακόμα, που στηρίζεται σε διαφορετική ιστορική βάση).
Από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων των διαδίκων, που εξετάσθηκαν νόμιμα στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, οι οποίες περιέχονται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης αυτού, καθώς και από όλα τα έγγραφα, τα οποία οι διάδικοι νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται, μεταξύ των οποίων οι προσκομιζόμενες από τους διαδίκους αποφάσεις και καταθέσεις μαρτύρων στα πλαίσια διεξαγωγής άλλων αστικών και ποινικών δικών μεταξύ τους (διαδίκων), που λαμβάνονται υπόψη ως δικαστικά τεκμήρια, από τις υπ’ αριθ. … και …/9-2-2015 ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων του ενάγοντος – εναγόμενου, ………. και …………., που ελήφθησαν με την επιμέλεια του ενάγοντος – εναγόμενου …………… ενώπιον του Ειρηνοδίκη Αθηνών μετά από προηγούμενη νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση της ενάγουσας – εναγόμενης (βλ. την υπ’ αριθ. …../3-2-2015 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Πειραιώς, ……………..), των φωτογραφιών των οποίων η γνησιότητα δεν αμφισβητήθηκε, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Οι διάδικοι τέλεσαν νόμιμο πολιτικό γάμο στο Δημαρχείο Νίκαιας στις 20-5-2004, ο οποίος ιερολογήθηκε στον Ιερό Ναό ………., στις 18-6-2005, από τον οποίο δεν απέκτησαν τέκνα. Η έγγαμη συμβίωση τους, σε συνέχεια πολυετούς προγενέστερης κοινής συμβίωσης, δεν ήταν ομαλή, καθώς υπήρχαν μεταξύ τους εντάσεις και διαπληκτισμοί, που έφθαναν ορισμένες φορές σε σημείο εκατέρωθεν εξυβρίσεων, χειροδικιών, βιαιοπραγιών και ρίψεως αντικειμένων. Η οικονομική κατάσταση των διαδίκων επίσης δεν ήταν καλή, λόγω ανάληψης από τον …………. υψηλών δανειακών υποχρεώσεων (στεγαστικού δανείου), ενώ από το τέλος του 2006 η ………… σταμάτησε να εργάζεται και αρνείτο να βρεί νέα εργασία στις σχετικές προτροπές της συζύγου της, ώστε να καλύπτει τις ατομικές της δαπάνες, αλλά και να συνεισφέρει στις οικογενειακές ανάγκες. Η ίδια άρχισε να αντιμετωπίζει ψυχιατρικά προβλήματα, καθώς εμφάνισε αγχωτικές διαταραχές, για τα οποία λάμβανε φαρμακευτική αγωγή, χωρίς όμως να παραλείπει τη λήψη αλκοόλ. Οι διάδικοι άρχισαν βαθμιαία να απομακρύνονται ψυχικά και σωματικά, και να δημιουργούν εξωσυζυγικές σχέσεις, ο ………… με την ………., η δε ………… με τον ………., (βλ. την με αρ. …./2015 ένορκη βεβαίωση). Στις 20-6-2009 έλαβε χώρα έντονος διαπληκτισμός μεταξύ τους, κατά τη διάρκεια του οποίου ο …… προκάλεσε απλή σωματική βλάβη στη ………, η οποία υπέστη κάκωση κεφαλής, εκδορές και μώλωπες (ΔΕ) υπερκλείδιου χώρου (βλ. τα από 20-6-2009 ιατρικά σημειώματα του Νοσοκομείου ΜΕΤΡΟΠΟΛΙΤΑΝ). Για το λόγο αυτό, την άλλη ημέρα το πρωί, αυτή αποχώρησε από τη συζυγική οικία στην οδό ……… …, στον Πειραιά, και μετοίκησε στο διαμέρισμα που μισθώνει η μητέρα της στον Άγιο Ιωάννη Ρέντη Αττικής, επί της. ………. ¨Εκτοτε η ………. δεν επέστρεψε στην συζυγική οικία, ο δε . ….. δεν της επέτρεπε να επιστρέψει, ούτε για να πάρει τα προσωπικά της αντικείμενα έχοντας αντικαταστήσει τις κλειδαριές του διαμερίσματος. Οι διάδικοι δεν επανασυνδέθηκαν και συνεχίσθηκαν τα επεισόδια μεταξύ τους. Με τα δεδομένα αυτά η έγγαμη συμβίωση διακόπηκε από εύλογη αιτία, όσον αφορά την ενάγουσα ………,, η οποία δικαιούται κατ’ αρχάς αυτή να ζητήσει διατροφή από τον εναγόμενο σύζυγο της. Η διατροφή όμως αυτή θα είναι ελαττωμένη, δηλαδή εκείνη που απαιτείται για την αντιμετώπιση των απολύτως αναγκαίων δαπανών για τη συντήρηση ενός προσώπου της ηλικίας και του περιβάλλοντος της και όχι για την απόλαυση όλων εκείνων που θα είχε υπό καθεστώς έγγαμης συμβίωσης και σύμφωνα με το οικογενειακό εισόδημα του εναγόμενου και αυτής, δεδομένου ότι η προπεριγραφόμενη συμπεριφορά της συνιστά βάσιμο και υπαίτιο υπέρ του εναγόμενου, λόγο διαζυγίου. Σημειώνεται ότι ο σχετικός ισχυρισμός που είχε προταθεί στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο παραδεκτά από τον εναγόμενο (κατ’ άρθρ. 591 § 1 στοιχ. γ’ ΚΠολΔ αναφέροντας τα περιστατικά και το ποσό της διατροφής, κατά άρθρο 1392,1495 ΑΚ) επαναφέρεται με την έφεσή του, με την οποία παραπονείται για το ύψος της επιδικασθείσας διατροφής από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, αλλά και με την έφεση της εκκαλούσας ………….., αφού είχε γίνει εν μέρει δεκτός από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο (ΑΠ 747/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου η συμπεριφορά του …………… (οι προαναφερόμενες σωματικές κακώσεις σε βάρος της συζύγου του) αυτοτελώς κρινόμενη συνιστά αδικοπραξία, η οποία παρέχει το δικαίωμα στην ενάγουσα αξίωσης χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης. Όμως το ζημιογόνο περιστατικό έλαβε χώρα στις 20.6.2009, η δε κρινόμενη αγωγή επιδόθηκε στον εναγόμενο στις 1.12.2014 (βλ. επισημείωση του δικ. επιμελητή στο Πρωτοδικείο Πειραιώς . …..), ώστε είχε συμπληρωθεί ο χρόνος της πενταετούς παραγραφής της διάταξης του άρθρου 937 ΑΚ, με βάση τη σχετική ένσταση που είχε παραδεκτά προτείνει ο εναγόμενος με το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, η οποία επαναφέρεται τόσο με τις προτάσεις του ιδίου στο παρόν Δικαστήριο, όσο και αδιαίρετα με την έφεση της εκκαλούσας – ενάγουσας (αφού είχε απορριφθεί η σχετική αξίωση λόγω αυτής). Η ενάγουσα δεν πρότεινε στο πρωτοβάθμιο ή το παρόν δευτεροβάθμιο Δικαστήριο με την έφεση της, αντένσταση διακοπής ή αναστολής της παραγραφής, που δεν λαμβάνεται υπόψη αυτεπαγγέλτως, αλλά κατόπιν πρότασης από τον δικαιούχο (κατά τις διατάξεις των άρθρων 256 ΑΚ και 257 ΑΚ, βλ. ΑΠ 1909/2009) και συνεπώς η αξίωσή της είχε υποκύψει στην πενταετή παραγραφή, οπότε ο σχετικός λόγος της έφεσής της πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Αποδείχθηκε περαιτέρω ότι ο εναγόμενος …………. το διάστημα από 26-8-2002 έως 7-10-2011, εργάστηκε ως ασφαλιστικός διοικητικός υπάλληλος στην ασφαλιστική εταιρεία ING, λαμβάνοντας μηνιαίως ποσό περί τα 1.000 ευρώ. Μετά την απόλυσή του από την άνω εταιρία εργάστηκε σε διάφορες εργασίες και το επίδικο χρονικό διάστημα (από 1.12.2014) λειτουργούσε με τη σύντροφο του, …………., συνεργείο καθαρισμού κτιρίων, όπως εν μέρει παραδέχθηκε και η ίδια εξεταζόμενη ως μάρτυρας στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, η οποία ανέφερε ότι τον απασχολούσε η ίδια. Οι φορολογικές του δηλώσεις των ετών 2014, 2015 και 2015 είναι μηδενικές, χωρίς όμως να είναι δεσμευτικές για το Δικαστήριο, αφού αυτές υποβλήθηκαν ηλεκτρονικώς, χωρίς να προηγηθεί έλεγχος από τη φορολογική αρχή. (πρβλ. ΑΠ 1156/2017, ΕφΘεσ 740/2009, ΕφΑθ 1009/1991 ΑρχΝ 1992.481). Διαμένει, όπως αναφέρει σε παραχωρηθείσα από τη μητέρα του κατοικία στη Νίκαια Αττικής, επί της οδού ……….., οπότε δεν βαρύνεται με δαπάνες στέγασης, παρά μόνο με τα λειτουργικά έξοδα (Δ.Ε.Η, ΕΥΔΑΠ κλπ.) της εν λόγω κατοικίας, που είναι τα συνηθισμένα. Είναι κύριος ενός διαμερίσματος Α’ ορόφου, εμβαδού 70,95 τ.μ., με ημιυπαίθριο χώρο 14,13 τ.μ., κατασκευής 2002, επί πολυώροφης οικοδομής ανεγερθείσας επί οικοπέδου κειμένου στην οδό ………… στον Πειραιά, καθώς και της υπάρχουσας στην ίδια οικοδομή υπό στοιχεία ΑΠ3 αποθήκης του υπογείου, εμβαδού 12,57 τ.μ., και έχει την αποκλειστική χρήση της Σ1 ανοιχτής θέσης στάθμευσης ισογείου, εμβαδού 10,13 τ.μ., για την αγορά του οποίου (διαμερίσματος) είχε λάβει στεγαστικό δάνειο από την τράπεζα «ΑLΡΗΑ ΒΑΝΚ», ύψους 140.000 €, στο οποίο έχει συμβληθεί ως εγγυήτρια η ενάγουσα, οι τοκοχρεωλυτικές δόσεις του οποίου (δανείου), που δεν προαφαιρούνται από τα εισοδήματα των διαδίκων, αλλά λαμβάνονται υπόψη ως στοιχείο προσδιοριστικό των συνθηκών διαβίωσής του (ΑΠ 120/2013, ΑΠ 837/2009, Α.Π. 471/2005, ΜονΕφΠειρ 127/2014 σε ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»), δεν εξυπηρετούνται ήδη από το τέλος του έτους 2005 και για το λόγο αυτό έχει καταθέσει στο Ειρηνοδικείο Πειραιώς την υπ’ αριθ. ………./2013 αίτηση υπαγωγής στο ν. 3869/2010, που προσδιορίστηκε να συζητηθεί την 1-10-2019. Το ακίνητο αυτό εκμισθώνει (βλ. και το από 1-1-2010 ιδιωτικό συμφωνητικό μίσθωσης, με μίσθωμα για το έτος 2010 ύψους 500 ευρώ) και λαμβάνει το επίδικο χρονικό διάστημα, το ποσό των 300 € μηνιαίως, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, ανεξαρτήτως του ότι το δηλωμένο μίσθωμα ηλεκτρονικώς στη ΔΟΥ (και στις φορολογικές δηλώσεις) είναι 150 €, όπως και στις προσκομιζόμενες χειρόγραφες αποδείξεις μισθωμάτων, που όμως έχουν εκδοθεί από τον ίδιο (άρθ. 447 ΚΠολΔ), καθώς για διαμέρισμα 70,95 τμ. δεν δικαιολογείται, με βάση την μισθωτική του αξία, μίσθωμα κάτω των 300 €. Τέλος, στον εναγόμενο ανήκει η κυριότητα του υπ’ αριθ. κυκλοφορίας ………….. ΙΧΕ αυτοκινήτου, εργοστασίου κατασκευής «HYUNDAI», τύπου COUPE, 1.600 κ.ε., με έτος πρώτης κυκλοφορίας 2003, και συνεπώς ο ίδιος (εναγόμενος) επιβαρύνεται με τα συνήθη έξοδα συντήρησης και λειτουργίας αυτού. Με αυτά τα δεδομένα το σύνολο των μηνιαίων εισοδημάτων του εναγόμενου εκτιμάται σε 1.100 – 1.200 €, πέραν των οποίων δεν προέκυψε ότι έχει άλλη περιουσία ή εισοδήματα από οποιαδήποτε άλλη πηγή, ούτε διατροφικές υποχρεώσεις προς τρίτα πρόσωπα, εκτός από την ενάγουσα σύζυγό του, ενώ οι δαπάνες για τη διατροφή και τη συντήρηση του είναι οι συνήθεις των ανδρών της ηλικίας του. Από την άλλη πλευρά, η ενάγουσα …….., γεννημένη στις 22-10-1975, είναι απόφοιτη Λυκείου και εργάστηκε από την 1-5-2001 έως τις 31-12-2006 σε επιχείρηση εμπορίας υποδημάτων, δερμάτινων και ειδών ταξιδιού, ενώ μετέπειτα δεν εργαζόταν ούτε εργάζεται σήμερα. Πάσχει από αγχώδη διαταραχή με κρίσεις πανικού, για τα οποία λαμβάνει φαρμακευτική αγωγή, πάθηση όμως που δεν την καθιστά ανίκανη προς εργασία, το οποίο δεν προκύπτει από ιατρικό πιστοποιητικό, καθώς σε διαφορετική περίπτωση, θα πιστοποιείτο το ποσοστό της ανικανότητας και ενδεχομένως θα δικαιούτο σχετικού επιδόματος. Σε κάθε περίπτωση όμως, η ενάγουσα, η οποία είναι ακόμα σχετικά νέα (ηλικίας 39 ετών κατά το χρόνο άσκησης της αγωγής) είναι σε θέση, παρά την έλλειψη εξειδικευμένων γνώσεων, να αποκομίσει συμπληρωματικό έστω εισόδημα μερικής απασχόλησης από εργασία ανάλογη με τις δυνατότητες της, την οποία, κατά τις αρχές της καλής πίστης και λαμβανομένων υπόψη και των συνθηκών που επικρατούν στην αγορά εργασίας, οφείλει να αναζητήσει λαμβάνοντας ως μηνιαίο μισθό τουλάχιστον το ποσό των 400 €. Αυτό είναι επιβεβλημένο, προκειμένου να ικανοποιήσει τις διατροφικές ανάγκες της, καθώς ως δυνάμεις, με την έννοια των άρθρων 1389 και 1391 ΑΚ, νοούνται όχι μόνο εκείνες που πηγάζουν από την υπάρχουσα περιουσία – εισοδήματα κάθε συζύγου, αλλά και την ικανότητα του για τη δημιουργία πόρων με ανάλογη προς τις δυνάμεις και τις ικανότητες του εργασία (βλ. και ΑΠ 1507/2001 ΝοΒ 2002. 1658, ΕφΠειρ 432/2016 σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Η ίδια εξάλλου, φιλοξενείται στη μίσθια οικία της μητέρας της, μαζί με την αδερφή της, χωρίς να καταβάλλει ενοίκιο και, επομένως, δεν επιβαρύνεται με τη σχετική δαπάνη, παρά μόνο με την αναλογία της στα λειτουργικά έξοδα και στις δαπάνες για τους λογαριασμούς κοινής ωφέλειας της οικίας αυτής (Δ.Ε.Η, ΕΥΔΑΠ κ.λπ.). Άλλη περιουσία ή εισοδήματα από οποιαδήποτε άλλη πηγή δεν αποδείχθηκε ότι έχει η ενάγουσα, ενώ αυτή δεν βαρύνεται με άλλες ιδιαίτερες δαπάνες, πλην των συνήθων για τη διατροφή και τη συντήρηση της ίδιας. Είναι εγγυήτρια στην προαναφερθείσα σύμβαση στεγαστικού δανείου, και κατέθεσε στις 18-06-2014, ενώπιον του Ειρηνοδικείου Νίκαιας, την υπ’ αριθ. ……/2014 αίτηση υπαγωγής της στο ν. 3869/2010, που προσδιορίστηκε να συζητηθεί στις 26-2-2025. Με βάση, επομένως, τις προαναφερόμενες οικονομικές δυνάμεις των διαδίκων συζύγων, όπως αυτές καθορίζονται από τα εισοδήματα του εναγόμενου ………….. και τη δυνατότητα ανεύρεσης εργασίας της ενάγουσας και τις ανάγκες αυτής, όπως, διαμορφώθηκαν μετά τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης κρίνεται ότι η μηνιαία στοιχειώδης ελαττωμένη διατροφή, την οποία δικαιούται η εφεσίβλητη από τον εκκαλούντα – σύζυγό της ανέρχεται στο ποσό των 200 €. Το ποσό αυτό ενόψει των εισοδημάτων των δύο συζύγων, της περιουσίας τους και των βιοτικών τους αναγκών δεν υπερβαίνει κατά την κοινή πείρα την αναλογία κατά την οποία ο εναγόμενος οφείλει να συνεισφέρει για τη διατροφή της συζύγου του, την οποία και έχει τη δυνατότητα να καταβάλει, σ΄αυτήν. Το ποσό αυτό οφείλει ο εναγόμενος επί μία πενταετία από την άσκηση της αγωγής, σε κάθε περίπτωση όμως, έως την αμετάκλητη λύση του γάμου των διαδίκων. Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που έκρινε ότι ο εναγόμενος – εκκαλών, της (β) έφεσης …………… όφειλε να καταβάλει στην ενάγουσα ως διατροφή το ποσό των 300 €, έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων και πρέπει να γίνουν δεκτοί ως και κατ’ ουσία βάσιμοι, οι σχετικοί λόγοι της έφεσης. Αντίθετα, πρέπει να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμοι οι αντίστοιχοι λόγοι της έφεσης της ενάγουσας …………….. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει να απορριφθεί, ως ουσιαστικά αβάσιμη, η από 28-7-2018 και αρ. καταθ. ………/2018 έφεση της εκκαλούσας – ενάγουσας ……….. και να γίνει δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη η από 30.7.2018 και αρ. καταθ. ………/2018 έφεση του εκκαλούντος – εναγόμενου ……………, να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη με αρ. 2281/2018 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά ως προς τη διάταξή της περί διατροφής. Ακολούθως, πρέπει να κρατηθεί η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο (άρθρο 535 §1 του Κ.Πολ.Δ.) και αφού ερευνηθεί η από 13-11-2014 (αρ. καταθ …………../2014) αγωγή, να γίνει εν μέρει δεκτή, ως και ως ουσιαστικά βάσιμη και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να καταβάλει, ως τακτική μηνιαία διατροφή στην ενάγουσα το ποσό των 200 €, προκαταβολικά το πρώτο τριήμερο κάθε μήνα, για χρονικό διάστημα πέντε ετών από την επίδοση της αγωγής, με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση κάθε μηνιαίας παροχής και σε κάθε περίπτωση έως το χρόνο της αμετάκλητης λύσης του γάμου των διαδίκων, αν αυτή επέλθει νωρίτερα. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα, εκτός των προκαταβλητέων, κατ’ άρθρο 173 §4 του Κ.Πολ.Δ., πρέπει να συμψηφιστούν και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, επειδή πρόκειται για διαφορά μεταξύ συζύγων (άρθρα 179 και 183 εδ. β´ του Κ.Πολ.Δ), κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων τις εφέσεις α) από 28-7-2018 και αρ. καταθ. ………../2018 και από β) 30.7.2018 και αρ. καταθ. ……………/2018.
ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά αυτές.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ κατ’ ουσίαν την από 28-7-2018 και αρ. καταθ. ………/2018 έφεσης της ενάγουσας ………..
Δέχεται κατ’ ουσίαν την από 30.7.2018 και αρ. καταθ. ……../2018 έφεση του εναγόμενου ……………….
ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την εκκαλούμενη απόφαση, ως προς τη διάταξή της περί καταβολής διατροφής.
ΚΡΑΤΕΙ την υπόθεση και δικάζει επί της 13-11-2014 (αρ. καταθ ………………/2014) αγωγή της.
ΔΕΧΕΤΑΙ αυτήν εν μέρει.
Υποχρεώνει τον εναγόμενο, …………….. να καταβάλει στην ενάγουσα, ………….., το ποσό των διακοσίων (200) €, προκαταβολικά το πρώτο πενθήμερο κάθε μήνα, για χρονικό διάστημα πέντε ετών από την επίδοση της αγωγής, με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση κάθε μηνιαίας παροχής και σε κάθε περίπτωση έως την αμετάκλητη λύση του γάμου των διαδίκων.
ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ τα δικαστικά έξοδα, πέραν των προκαταβληθέντων, μεταξύ των διαδίκων και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους, στις 9-7-2020
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ