Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 507/2020

Αριθμός  507/2020

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Σπυριδούλα Μακρή, Πρόεδρο Εφετών, Χρυσούλα Πλατιά, Εφέτη και Γεωργία Λάμπρου, Εφέτη-Εισηγήτρια,  και από τη Γραμματέα Τ.Λ..

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η υπό κρίση από 23-05-2019 (γεν. αριθμ.καταθ……/2019) έφεση των ηττηθέντων εναγόντων κατά της υπ΄.αριθμ. 485/2019 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε κατ΄αντιμωλίαν των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία, ασκήθηκε νομότυπα  και εμπρόθεσμα (άρθρα 495 παρ.1και 2, 500,511,513 παρ.1 περ.β΄εδ.α΄, 516 παρ.1,517εδ.α , 518 παρ.2 και 520 παρ.1 του ΚΠολΔ). Επομένως, η έφεση πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή (άρθρο 532 του ΚΠολΔ) και να εξετασθεί περαιτέρω το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της κατά την ίδια ως άνω διαδικασία ( άρθρ.524, 533 παρ.1 ΚΠολΔ).

Με την από 19-07-2010 (αριθμ.καταθ…../2010) αγωγή τους οι αρχικοί ενάγοντες, ………. ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά στρεφόμενοι κατά των : ………….. και ήδη εφεσίβλητων, εξέθεσαν τα ακόλουθα: Ότι τυγχάνουν συγκύριοι κατά ποσοστό 12,5 % έκαστος εξ αυτών, των αναλυτικώς περιγραφόμενων σ΄αυτήν (αγωγή) δέκα (10) ακινήτων με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας, νεμόμενοι αυτά ως μοναδικοί εξ αδιαθέτου κληρονόμοι του πατέρα τους, ……………, αδιαλείπτως από τις 09-11-2006, όταν απεβίωσε ο τελευταίος χωρίς να αφήσει διαθήκη. Ότι στον ως άνω δικαιοπάροχό τους τα επίδικα ακίνητα είχαν περιέλθει σε ποσοστό 50% από κληρονομιά της μητέρας του ………., η οποία απεβίωσε στις 09-10-1967, χωρίς να αφήσει διαθήκη, καταλίποντας μοναδικό εξ αδιαθέτου κληρονόμο τον υιό της και πατέρα τους ………, ο οποίος απέκτησε κατά ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου τα εν λόγω ακίνητα με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας ασκώντας επ αυτών, μέχρι και το χρόνο του θανάτου του στις 09-11-2006, όλες τις προσιδιάζουσες στη φύση τους διακατοχικές πράξεις νομής. Ότι στην απώτερη δικαιοπάροχό τους ………. τα επίδικα ακίνητα είχαν περιέλθει κατά το προαναφερόμενο ποσοστό από εξ αδιαθέτου κληρονομική διαδοχή του αποβιώσαντος το έτος 1897 πατρός της ………… και έκτοτε και μέχρι το χρόνο του θανάτου της ασκούσε επ΄αυτών τις αναλυτικά αναφερόμενες σ΄αυτήν (αγωγή) πράξεις νομής. Ότι δυνάμει των υπ΄αριθμ……../ 25-2-2001, ……/25-2-2001 και …./25-02-2001 συμβολαίων δωρεάς της Συμβ/φου Κυθήρων …………., ο δεύτερος εναγόμενος προέβη σε δωρεά εν ζωή προς τον πρώτο εναγόμενο των αναλυτικά περιγραφόμενων στην αγωγή εννέα (9) ακινήτων, δηλώνοντας ψευδώς ότι τα επίδικα ακίνητα περιήλθαν σ΄αυτόν το έτος 1970 από άτυπη δωρεά από το θείο του ………… και ότι έκτοτε τα νεμόταν και τα κατείχε με καλή πίστη και διάνοια κυρίου για τριάντα (30) τουλάχιστον έτη. Ότι ο πρώτος εναγόμενος γνώριζε το ψευδές της ανωτέρω δήλωσης και ότι μ΄αυτόν τον τρόπο αμφότεροι διέπραξαν το αδίκημα της απάτης κατ΄εξακολούθηση, δεδομένου ότι παραπλάνησαν την ανωτέρω συμβολαιογράφο πείθοντάς την να συντάξει τα ως άνω συμβόλαια με τα οποία επέρχεται περιουσιακή βλάβη στα κληρονομικά τους δικαιώματα. Ότι δυνάμει του υπ΄αριθμ……../14-01-1992 συμβολαίου πώλησης αστικού ακινήτου του Συμβ/φου – Ειρηνοδίκη Κυθήρων, ………, ο ………….. του Ευαγγέλου, θείος των διαδίκων και μη διάδικος στην παρούσα δίκη, πώλησε στον πρώτο εναγόμενο – ανηψιό του το δέκατο ακίνητο, ήτοι την πατρική οικία μετά του οικοπέδου. Ότι κατά τη σύνταξη του εν λόγω συμβολαίου ο πρώτος εναγόμενος – αγοραστής εκπροσωπήθηκε από τον μη διάδικο – ……….., υιό της πρώτης ενάγουσας, ο οποίος εξαπατήθηκε από τον αγοραστή ως προς το αληθές περιεχόμενο του συμβολαίου και συνέπραξε στη σύνταξή του. Οτι αυτοί (ενάγοντες) έλαβαν γνώση των προαναφερόμενων μεταβιβάσεων, το πρώτον, το Σεπτέμβριο του έτους 2009. Ότι ο πρώτος εναγόμενος, ήδη από το έτος 2002 τοποθετεί επι των αγροτικών ακινήτων επιγραφές με την ένδειξη «…. …», αμφισβητώντας με τον τρόπο αυτό την συγκυριότητά τους σε αυτά. Οτι στη συνέχεια ο πρώτος εναγόμενος έχει καταλάβει και το άλλο, ήτοι το οικόπεδο μετά της οικογένειάς του κάθε φορά που επισκέπτεται το νησί των Κυθήρων, έχοντας αποκλείσει την είσοδο των εναγόντων σε αυτό. Με βάση το ιστορικό αυτό και κατόπιν παραδεκτού περιορισμού του αγωγικού αιτήματος με τις νομοτύπως κατατεθείσες στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο προτάσεις τους (άρθρ.223,295,296 ΚΠολΔ) ζήτησαν: α) να αναγνωριστούν ότι είναι συγκύριοι σε ποσοστό 12,5 % έκαστος εξ αυτών των αναλυτικώς ως ανωτέρω περιγραφόμενων ακινήτων, με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας, β) να υποχρεωθεί ο πρώτος εναγόμενος να αποδώσει σε καθένα απ΄αυτούς, ποσοστό 12,5% επί του περιγραφόμενου ως άνω αστικού ακινήτου, γ) να αναγνωριστεί η ακυρότητα των υπ΄αριθμ……/ 25-02-2001, …../ 25-02-2001 και …../ 25-02-2001 συμβολαίων δωρεάς εν ζωή της Συμβ/φου Κυθήρων ……….., ως προϊόντων του αδικήματος της απάτης κατ΄εξακολούθηση, δ) να αναγνωριστεί η ακυρότητα του υπ΄αριθμ………./ 14-01-1992 συμβολαίου πώλησης αστικού ακινήτου του Ειρηνοδίκη Κυθήρων, …………, ως προϊόντος του εγκλήματος της απάτης, ε) να αναγνωριστεί ότι οι εναγόμενοι οφείλουν να καταβάλουν σε έκαστο εκ των εναγόντων το ποσό των είκοσι πέντε χιλιάδων (25.000,00) ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση για την προκληθείσα ηθική βλάβη λόγω των διαπραχθεισών απατών, στ) να αναγνωριστεί ότι ο πρώτος εναγόμενος οφείλει να καταβάλει σε έκαστο των εναγόντων, ως αποζημίωση χρήσης για την αποκλειστική χρήση του επίδικου ακινήτου, για το χρονικό διάστημα από 25-07-2005 έως και 25-07-2010,το συνολικό ποσό των 4.875 ευρώ (ήτοι 81,25 ευρώ Χ 60 μήνες) με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση, να κηρυχθεί η εκδοθησομένη απόφαση προσωρινά εκτελεστή και να καταδικασθούν οι εναγόμενοι στην εν γένει δικαστική τους δαπάνη.

Επί της αγωγής αυτής (μετά το θάνατο του τρίτου ενάγοντα τη δίκη συνέχισαν οι υπόλοιποι ως εξ αδιαθέτου κληρονόμοι του) εκδόθηκε από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο η εκκαλούμενη απόφαση με την οποία, αφού απορρίφθηκαν ως μη νόμιμα τα αιτήματα περί ακύρωσης των υπ΄αριθμ…………./25-02-2001 συμβολαίων δωρεάς καθώς και του υπ΄αριθμ………../14-01-1992 συμβολαίου πώλησης και το αγωγικό παρεπόμενο αίτημα για κήρυξη της απόφασης προσωρινά εκτελεστής ως προς τα αναγνωριστικά αιτήματα της αγωγής, κατόπιν απορρίφθηκε η αγωγή ως ουσιαστικά αβάσιμη ως προς όλες τις σωρευόμενες σ΄αυτήν βάσεις της και επιβλήθηκαν σε βάρος των εναγόντων τα δικαστικά έξοδα των εναγομένων, τα οποία ορίστηκαν στο ποσό των έξι χιλιάδων τριακοσίων είκοσι (6.320,00) ευρώ.

Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται ήδη οι εκκαλούντες – ενάγοντες, με την υπό κρίση έφεσή τους, για τους λόγους που αναφέρονται σ` αυτήν, οι οποίοι ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και σε κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητούν να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση, και  να γίνει δεκτή η αγωγή τους.

Κατά την έννοια των διατάξεων των άρθρων 629,630,631,638 και 667 του Ιονίου Αστικού Κώδικα κατά τα ενδιαφέροντα εν προκειμένω μέρη τους, ενόψει του χρόνου του θανάτου του προπάππου των διαδίκων, ……….. (1897) όπως θα αναφερθεί κατωτέρω, προκύπτουν τα ακόλουθα: Υπό την ισχύ του Ιονίου Αστικού Κώδικα, κληρονόμοι του αποβιούντος χωρίς διαθήκη ήταν κατ’ αρχάς μεν τα άρρενα τέκνα του ή οι από αυτά (εξ αρρενογονίας) κατιόντες και μάλιστα κατ’ ισομοιρία και κατά κεφαλές όταν ήταν όλοι πρώτου βαθμού, στη συνέχεια δε και εάν ο αποβιώσας δεν κατέλειπε υιούς, θυγατέρες, ούτε κατιόντες αυτών, ούτε και ανιόντες, ως κληρονόμοι του εκαλούντο οι αμφιθαλείς ή ομαίμονες αδελφοί του και οι άρρενες, από αρρενογονία, κατιόντες των προαποβιωσάντων αμφιθαλών ή ομαιμόνων αδελφών του. Η σχετική αποδοχή κληρονομιάς μπορούσε να ήταν ρητή ή σιωπηλή. Ρητή εθεωρείτο η αποδοχή όταν κάποιος λάμβανε το όνομα του κληρονόμου σε δημόσιο ή ιδιωτικό έγγραφο και σιωπηλή όταν ο κληρονόμος ενεργούσε κάποια πράξη, από την οποία να προέκυπτε αναγκαίως η θέληση του προς αποδοχή της κληρονομιάς και την οποία (πράξη) είχε δικαίωμα να κάνει μόνο ως κληρονόμος. Για τη σιωπηλή, δηλαδή, αποδοχή ήταν απαραίτητο να προβούν οι κληρονόμοι σε εμφανείς υλικές πράξεις, οι οποίες να μαρτυρούν σαφώς τη θέληση τους να εξουσιάζουν τα κληρονομιαία ως κληρονόμοι του αποβιώσαντος (ΑΠ. 857/2007,Εφ Πατρ. 81/ 2018  ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).Τα άρρενα δε τέκνα ή οι εκ τούτων κατιόντες εξ αρρενογονίας άρρενες κληρονομούσαν τον πατέρα, τον προς πατρός πάππο και κάθε άλλο πατρικό ανιόντα, κατ΄ισομοιρία μεν και κατά κεφαλές, όταν ήσαν όλοι του πρώτου βαθμού ή καλούντο «ιδίω δικαιώματι», κατά ρίζας δε, όταν ήρχοντο δι’ αντιπροσωπεύσεως. Εάν κάποιο από τα άρρενα τέκνα ή απογόνους του αποθανόντος προαπεβίωνε μη καταλιπόν άρρενα τέκνα αλλά θήλεα, η κληρονομική μερίδα αυτού ανήκε «δικαιώματι αντιπροσωπεύσεως» στις θυγατέρες του, κατ’ ισομοιρία και κατά κεφαλές. Εκτός από την ανωτέρω περίπτωση, οι θυγατέρες δεν κληρονομούσαν τον πατέρα όταν υπήρχαν άρρενα τέκνα, αλλά αυτές έπρεπε να λάβουν απ΄αυτά προίκα ανάλογη με την κατάστασή τους και την περιουσία του αποθανόντος εάν αυτός ώφειλε κατά νόμο να συστήσει, το δικαίωμα δε αυτό των θυγατέρων προς προίκιση δεν εξομοιώνετο με κληρονομική μερίδα αυτών, ούτε με εμπράγματο δικαίωμα επί της κληρονομίας. Από το συνδυασμό επίσης των διατάξεων των άρθρων 598,606,667.673 και 678 του ίδιου ως άνω Κώδικα, προκύπτει ότι ο κληρονόμος θεωρείτο μεν κατά πλάσμα του δικαίου νομέας των κληρονομιαίων ακινήτων και χωρίς να αποκτήσει τη φυσική εξουσία αυτών, εάν όμως αυτός δεν είχε επιληφθεί πράγματι της νομής των κληρονομιαίων ή δεν ανεμίχθη ρητά ή σιωπηρά, στην κληρονομία, θεωρείτο, μετά παρέλευση τριάντα ετών από το θάνατο του κληρονομουμένου, ότι παραιτήθηκε από την κληρονομία και, συνεπώς, δεν εγίνετο κύριος με μόνη την πλασματική νομή. Επίσης από τις διατάξεις των άρθρων 593, 2053, 2063 και 2092 του Ιόνιου Αστικού Κώδικα, ο οποίος διατηρήθηκε σε ισχύ και μετά την ενσωμάτωση των Ιόνιων Νήσων στην Ελλάδα μέχρι την εισαγωγή του ΑΚ (άρθρο 2 ν. ΡΝ71866) προκύπτει ότι για τη κτήση κυριότητας ακινήτου στα Ιόνια Νησιά με τριακονταετή παραγραφή απαιτείται τριαντακονταετής διακατοχή του ακινήτου, η οποία είναι α) συνεχής και αδιάκοπη, β) ειρηνική, δηλαδή ήσυχη και απαλλαγμένη βίας, γ) δημόσια, δηλαδή ασκούμενη φανερά έναντι εκείνων που έχουν συμφέρον να γνωρίζουν την ενέργεια των πράξεων διακατοχής, δ) αναμφίβολη, δηλαδή ασκούμενη όχι με πράξεις που επιδέχονται διπλή ερμηνεία ως προς το χαρακτήρα τους και ε) “επί τω λόγω κυριότητας”, δηλαδή ασκούμενη με διάνοια κυρίου. Αντίθετα, στην περίπτωση αυτή η καλή ή κακή πίστη εκείνου που διακατέχει είναι αδιάφορη (ΑΠ 390/ 2012 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Ωστόσο, με το άρθρ. 13 εδ. α’ ν. 2310/1920 (ΦΕΚ Α’ 148/03-07-1920), καταργήθηκαν όλες οι διατάξεις που ήταν αντίθετες στο νόμο αυτό και, ιδίως, τα άρθρα 615-662 του Ιονίου Πολιτικού (Αστικού) Κώδικα, κατά δε τις διατάξεις των άρθρων 1813, 1814 και 1820 του ΑΚ, που ισχύει από 23-02-1946, και οποίες επαναλαμβάνουν τη διατύπωση των άρθρων 1, 2 και 7 του ν. 2310/1920, αντιστοίχως (βλ. Απ. Γεωργιάδη, Κληρονομικό Δίκαιο, 2010, σελ. 449), ως κληρονόμοι του αποβιούντος, χωρίς διαθήκη, καλούνται κατά σειρά οι κατιόντες, όπως αναφέρονται στο άρθρ. 1813 ΑΚ, εκ των οποίων τα τέκνα κατ’ ισομοιρία και στη συνέχεια οι γονείς και αδελφοί του κληρονομουμένου και τα τέκνα και οι εγγονοί προαποβιωσάντων αδελφών του, κατά τα οριζόμενα στο άρθρ. 1814 ΑΚ, και τέλος ο επιζών σύζυγος, ο οποίος, όταν μεν συντρέχει με τους συγγενείς της πρώτης τάξεως, λαμβάνει το ένα τέταρτο της κληρονομιάς, ενώ όταν συντρέχει με συγγενείς των άλλων τάξεων καλείται στο μισό της κληρονομιάς (πλέον του “εξαίρετου”).Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρ. 1846 ΑΚ, ο κληρονόμος αποκτά αυτοδικαίως την κληρονομιά μόλις γίνει η επαγωγή, με την επιφύλαξη της διατάξεως του άρθρ. 1198 ΑΚ, δηλαδή, προκειμένου περί ακινήτου, με την προϋπόθεση της αποδοχής της κληρονομιάς και την μεταγραφή της σχετικής δηλώσεως, με τη σημείωση εδώ ότι είναι δυνατόν να γίνει αποδοχή περισσοτέρων κληρονομιών με μία συμβολαιογραφική πράξη ή και αποδοχή, για λογαριασμό αποβιώσαντος κληρονόμου, από τον κληρονόμο του τελευταίου (Α.Π. 857/2007 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) ΝΟΜΟΣ). Κατά το άρθρο 983 ΑΚ η νομή μεταβιβάζεται στους κληρονόμους του νομέως, κατά δε το άρθρ. 1051 ΑΚ εκείνος που απέκτησε τη νομή του πράγματος με καθολική ή ειδική διαδοχή μπορεί να συνυπολογίσει το δικό του χρόνο χρησικτησίας στο χρόνο του δικαιοπαρόχου του. Από τις εν λόγω διατάξεις προκύπτει, ότι με το θάνατο του κληρονομουμένου η νομή ακινήτου που είχε αυτός, μεταβιβάζεται στον κληρονόμο και χωρίς την αποδοχή της κληρονομιάς και μεταγραφή της σχετικής δηλώσεως ή του κληρονομητηρίου. Ο καθολικός και ο ειδικός διάδοχος δικαιούται να συνυπολογίσει και το χρόνο νομής του προκτήτορά του στο δικό του χρόνο νομής, εφόσον τόσο αυτός όσο και οι διάδοχοι έχουν νομή χρησικτησίας και δεν χώρησε διακοπή στη διαδοχή της νομής ανάμεσα τους. Στην έκτακτη χρησικτησία για το συνυπολογισμό της νομής των προκτητόρων αρκεί ειδική διαδοχή στη νομή, η οποία επέρχεται ακόμη και αν πρόκειται για μεταβίβαση του ακινήτου με άτυπη και αφηρημένη ή αναιτιώδη σύμβαση. Στην τακτική χρησικτησία χωρεί συνυπολογισμός χρόνου του δικαιοπαρόχου στη νομή του διαδόχου τόσο στην καθολική, όσο και στην ειδική διαδοχή, μόνο αν έχει και ο διάδοχος τα ίδια προσόντα της τακτικής χρησικτησίας, διότι ο νόμος καθιερώνει και εδώ διαδοχή στη νομή και όχι στη χρησικτησία (Α.Π. 165/2004 ΝΟΝΟΣ, Α.Π. 1415/2003 ΝΟΜΟΣ, Β. Βαθρακοκοίλης, ΕρΝομΑΚ, άρθ. 1051, παρ. 10Β).Εξάλλου, από τις διατάξεις των άρθρων 974 και 1045 ΑΚ προκύπτει, ότι για τη κτήση κυριότητας σε ακίνητο με έκτακτη χρησικτησία απαιτείται άσκηση στο ακίνητο διακατοχικών πράξεων με διάνοια κυρίου για μια πλήρη εικοσαετία. Από τις ίδιες διατάξεις σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 976, 981 και 983 ΑΚ συνάγεται περαιτέρω, ότι η κτήση και η διατήρηση της νομής μπορεί να γίνει με οποιαδήποτε εμφανή στους τρίτους υλική ενέργεια, η οποία προσιδιάζει στη φύση και τον προορισμό του ακινήτου και κατά τις αντιλήψεις που κρατούν στις συναλλαγές φανερώνει φυσική πάνω σ` αυτό εξουσίαση με τη βούληση ιδιοποίησης του. Τέτοιες ενέργειες, οι οποίες ποικίλουν ανάλογα με τον προορισμό του ακινήτου, είναι μεταξύ των άλλων η οριοθέτηση, η περίφραξη, η καλλιέργεια, ακόμη δε και η απλή επίσκεψη, επίβλεψη ή επισκόπηση του ακινήτου, που γίνονται αυτοπροσώπως ή με αντιπρόσωπο. Για να κριθεί δε αν στη συγκεκριμένη περίπτωση χώρησε εξουσίαση του ακινήτου, λαμβάνονται υπόψη διάφοροι όροι, όπως η τοποθεσία του, αν τούτο προσδιορίζεται με ορισμένα όρια κλπ. Η στιγμιαία όμως εξουσίαση του ακινήτου, που εμφανίζεται μεν εξωτερικά ως εξουσίαση, αλλά δεν φέρει τους όρους σταθερότητας και διατήρησής της, δεν αρκεί προς κτήση της νομής (βλ. σχετ. Μπαλή Εμπρ.Δ. § 3 σελ. 12). Αφότου πάντως η νομή αποκτηθεί, διατηρείται χωρίς να είναι ανάγκη να διατελεί ο νομέας συνεχώς σε σωματική επαφή με το πράγμα ή να είναι σε συνεχή εγρήγορση και να έχει διαρκώς στραμμένη τη διάνοια κυρίου προς αυτό, αλλά αρκεί να έχει την εποπτεία του και τη δυνατότητα άσκησης της φυσικής εξουσίας πάνω σ` αυτό κάθε στιγμή. Για τη διαπίστωση δε της συνδρομής ή μη των παραπάνω στοιχείων (φυσικής εξουσίασης – διάνοιας κυρίου) το δικαστήριο κρίνει κατά την κοινή αντίληψη βάσει των συγκεκριμένων περιστατικών, τα οποία επικαλούνται οι διάδικοι και προκύπτουν από τις αποδείξεις που προσκομίζονται (ΑΠ 390/ 2012 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων των διαδίκων, οι οποίοι εξετάστηκαν ενώπιον του ακροατηρίου του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, που περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης εκείνου του Δικαστηρίου, από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, που οι διάδικοι επικαλούνται και νόμιμα προσκομίζουν, τα οποία λαμβάνονται υπόψη είτε προς άμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, ορισμένα εκ των οποίων αναφέρονται ειδικότερα κατωτέρω, χωρίς όμως να παραλείπεται κανένα για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς, από τις φωτογραφίες που επικαλούνται και προσκομίζουν οι εναγόμενοι η γνησιότητα των οποίων δεν αμφισβητήθηκε από τους ενάγοντες (άρθρ.457 παρ 4 ΚΠολΔ),  από τις ομολογίες των διαδίκων που συνάγονται από τα δικόγραφά τους (άρθρα 261, 352 του ΚΠολΔ), καθώς και από τα διδάγματα της κοινής πείρας που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (άρθρ.336 παρ.4 ΚΠολΔ  βλ. ΑΠ 48/2009 ΤΝΠ  ΝΟΜΟΣ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα : Το έτος 1897 απεβίωσε χωρίς να αφήσει διαθήκη στα ……….. Κυθήρων, ο ………… ο οποίος κατέλειπε πλησιέστερους συγγενείς του τα τέκνα του, ………, γιαγιά των εναγόντων και τον ……….., προπάππο των εναγομένων. Ο  ανωτέρω αποβιώσας, πριν το θάνατό του νεμόταν και κατείχε μεταξύ άλλων ακινήτων (τα οποία θα αναφερθούν κατωτέρω),ένα οικόπεδο συνολικού εμβαδού 1.545,40 τ.μ., το οποίο είναι άρτιο και οικοδομήσιμο που βρίσκεται στη θέση «………» της πρώην Κοινότητας Αρωνιάδικων Κυθήρων και συνορεύει : βορειοδυτικά με αγρό ιδιοκτησίας ………., βόρεια με εμβασία, νοτιοανατολικά με κοινοτική οδό προς ……., νοτιοδυτικά με ιδιοκτησία κληρονόμων ………. και δυτικά με ιδιοκτησία κληρονόμων ………., μετά της εντός αυτού οικίας του. Στην οικία αυτή διέμενε ο αποβιώσας ……….. με την οικογένειά του, ενώ πριν το θάνατό του παραχώρησε ατύπως τη νομή αυτού στον υιό του ……… Στη συνέχεια, ο τελευταίος κατείχε το εν λόγω ακίνητο με διάνοια κυρίου τουλάχιστον από το 1897 συνεχώς και αδιαλείπτως και ασκούσε σ΄αυτό όλες τις διακατοχικές πράξεις που προσιδίαζαν στη φύση και τον προορισμό του, δηλαδή διέμενε μετά της οικογενείας του, ατύπως δε, ως είθισται στην περιοχή, περί το έτος 1928 δώρισε αυτήν στον υιό του ……….., ο οποίος έκτοτε διακατείχε το άνω ακίνητο με διάνοια κυρίου συνεχώς και αδιαλείπτως και ασκούσε σ΄αυτό τις διακατοχικές πράξεις που προσιδίαζαν στη φύση και τον προορισμό του, δηλαδή διέμενε στην οικία αυτή μετά της συζύγου του και προέβαινε σε όλες τις συνήθεις πράξεις διαχείρισης και συντήρησή της, όπως πχ στην πληρωμή των λειτουργικών εξόδων της (βλ.σχετ. το υπ΄αριθμ………… από 28-04-1973  έγγραφο της ΔΕΗ – Διεύθυνση Περιφέρειας Νήσων Περιοχής Δυτικών Κυκλάδων, από το οποίο προκύπτει ότι η ηλεκτροδότηση του επίδικου ακινήτου ήταν καταχωρημένη στο όνομά του ). Ο ίδιος δε ο …………., προέβη σε επέκταση της εν λόγω οικίας κατασκευάζοντας επιπλέον χώρους, όπως ένα μεγάλο δωμάτιο ανατολικά καθώς και μία εξωτερική τουαλέτα. Στις ανωτέρω δε ενέργειες προέβαινε αυτός με σκοπό εξουσιάσεως και με διάνοια αποκλειστικού κυρίου, δεδομένου ότι δεν περιοριζόταν μόνο στην απλή διαμονή και συντήρηση της οικίας, αλλά ενεργούσε πάντα με διάνοια αποκλειστικού κυρίου αυτής. Όλα δε τα ανωτέρω προκύπτουν και από την κατάθεση του εξετασθέντος στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου μάρτυρα των εναγόντων. Κατόπιν των ανωτέρω αποδείχθηκε ότι ο ανωτέρω ………….. κατέστη κύριος του οικοπέδου μετά της οικίας αυτού, νεμόμενος τούτο με διάνοια κυρίου για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των είκοσι (20) ετών. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι στις 14-01-1992 δυνάμει του υπ΄αριθμ………/ 14-01-1992 συμβολαίου αγοραπωλησίας του Συμβολαιογραφούντα- Ειρηνοδίκη Κυθήρων, …………., που έχει μεταγραφεί νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Κυθήρων (τομ…..,αυξ.αριθμ….), ο ανωτέρω ………. πώλησε και παρέδωσε στον πρώτο εναγόμενο – ανηψιό του το παραπάνω ακίνητο. Μάλιστα, ο πρώτος εναγόμενος, ο οποίος είναι μόνιμος κάτοικος Καναδά, εκπροσωπήθηκε κατά την κατάρτιση του συμβολαίου, από τον ………….., υιό της πρώτης των εναγόντων και εξετασθέντα μάρτυρα των εναγόντων στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο. ΄Εκτοτε, ο πρώτος εναγόμενος παρέλαβε το εν λόγω ακίνητο και μάλιστα προέβη σε εκτεταμένες εργασίες στην ανωτέρω οικία, υπό τα όμματα των συγγενών του, ενώ διέμενε σ΄αυτήν για όσο χρόνο επισκέπτονταν την Ελλάδα, αφού όπως προαναφέρθηκε, ήταν μόνιμος κάτοικος Καναδά. Για όσο δε χρόνο αυτός απουσιάζει από την Ελλάδα, κανένας δεν διαμένει στην εν λόγω οικία, ούτε μάλιστα εισέρχεται σ΄αυτήν καθόσον για να εισέλθει κάποιος στην οικία αυτή πρέπει να έχει στην κατοχή του κλειδιά αφού ο μανδρότοιχος είναι ψηλός. Τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά τα κατέθεσε με σαφήνεια και κατηγορηματικό τρόπο στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, ο μάρτυρας των εναγομένων που είναι γείτονας, για την αξιοπιστία του οποίου το Δικαστήριο δεν έχει λόγους να αμφιβάλλει και τα οποία δεν αναιρούνται ουσιωδώς από τη γενικόλογη και αόριστη κατάθεση του μάρτυρα των εναγόντων. Από τα ίδια δε ως άνω αποδεικτικά στοιχεία δεν αποδείχθηκε ότι το παραπάνω ακίνητο αποτέλεσε αντικείμενο κληρονομίας του προπάππου των διαδίκων, ……………. και ότι στη συνέχεια στην κληρονομία αυτού υπεισήλθε τόσο η θυγατέρα του ….., γιαγιά των εναγόντων, όσο και ο υιός της …., καθιστάμενοι έτσι συννομείς αυτού και έκτοτε νέμονταν αυτό αρχικά η . …. και ο ……… και ακολούθως τα τέκνα τους και μετά τον θάνατο αυτών, τα τέκνα των τελευταίων, όπως ισχυρίζονται οι ενάγοντες και ότι με αυτόν τον τρόπο κατέστησαν οι αρχικώς ενάγοντες συγκύριοι του εν λόγω ακινήτου σε ποσοστό 12,5% έκαστος. Η κρίση δε αυτή του Δικαστηρίου ενισχύεται ,εκτός άλλων, και από τα εξής : α) από το γεγονός ότι τόσο καθόν χρόνο διαμένει σε αυτή ο πρώτος εναγόμενος, όσο και πριν από αυτόν ο θείος του ………., αλλά και πριν από αυτόν ο ……….., υιός του …….., τόσο η ………, αδελφή του …………, όσο και οι κατιόντες αυτής, ουδέποτε μέχρι την άσκηση της ένδικης αγωγής το έτος 2010, δεν αντέλεξαν, ούτε αντέδρασαν με κάποιο τρόπο στην αποκλειστική χρήση αυτής από τους ανωτέρω, ούτε αξίωσαν κάποιο αντάλλαγμα από την αποκλειστική χρήση αυτού του οικοπέδου από τον …………..η και τους κατιόντες του κατά τα ανωτέρω. Αντίδραση δε, που σύμφωνα με τους κανόνες της κοινής λογικής θα ήταν αναμενόμενη τουλάχιστον όταν ο πρώτος εναγόμενος, κατά το έτος 2000 άρχισε να προβαίνει σε εργασίες τέτοιας έκτασης επί της επίδικης οικίας, που έστω και εάν μέχρι τότε δεν είχαν αντιληφθεί οι ενάγοντες ότι το ακίνητο αυτό το ενέμετο ο ………… αποκλειστικά για τον εαυτό του, ο πρώτος εναγόμενος προφανώς θεωρούσε ως δικό του το ακίνητο αυτό εφόσον προέβαινε σε επισκευές και επεκτάσεις της οικίας, αλλά και σε περίφραξη του οικοπέδου, που τους απέκλειε κάθε δυνατότητα πρόσβασης και διέμενε αποκλειστικά αυτός σ΄αυτήν και β) κατά την κατάρτιση του παραπάνω συμβολαίου αγοραπωλησίας, δυνάμει του οποίου ο πρώτος εναγόμενος απέκτησε το εν λόγω ακίνητο από το δικαιοπάροχο αυτού και θείο του ………….., ο πρώτος των εναγομένων όπως αναφέρθηκε, εκπροσωπήθηκε σε αυτό από τον υιό της πρώτης ενάγουσας και εξετασθέντα ενώπιον του ακροατηρίου του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου μάρτυρα των εναγόντων . . ……, ο οποίος τότε διήγε το 22ο έτος της ηλικίας του και ναι μεν αυτός ορκίστηκε διαβεβαιώνοντας στην ιερωσύνη του, ως κληρικός, ότι δεν αντιλήφθηκε ότι το ανωτέρω συμβόλαιο αφορούσε όλο το προαναφερόμενο ακίνητο διότι, όπως ισχυρίστηκε, δεν αναγνώσθηκε το σχετικό συμβόλαιο, πλην όμως η κατάθεσή του αυτή δεν κρίνεται πειστική καθόσον όπως αναφέρεται στο τέλος του συμβολαίου (και το οποίο δεν προσβλήθηκε ως πλαστό) αυτό αναγνώσθηκε από τον συντάξαντα τούτο, Συμβολαιογραφούντα- Ειρηνοδίκη, …………. Ως εκ τούτου, όσον αφορά στο υπο στοιχ.10 ακίνητο, η σωρευόμενη διεκδικητική αγωγή κυριότητας πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη και κατ΄ακολουθίαν, εφόσον δεν υφίσταται σχέση κοινωνίας μεταξύ των διαδίκων ως προς το επίδικο ως άνω ακίνητο, απορριπτέο ως αβάσιμο τυγχάνει και το αγωγικό αίτημα για καταβολή αποζημίωσης για το χρονικό διάστημα από 25-07-2005 μέχρι και 25-07-2010,συνεπεία του επικαλούμενου αποκλεισμού τους από τη χρήση του επικοίνου ακινήτου. Περαιτέρω, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά στοιχεία αποδείχθηκε ότι ο αποβιώσας κατά το έτος 1897 . ……, εκτός από το παραπάνω ακίνητο, πριν το θάνατό του, στη νήσο των Κυθήρων ενέμετο εννέα (9) ακόμη αγροτικά ακίνητα και δη: 1) ένα οικόπεδο με πηγάδι και ελαιόδεντρα, που είναι άρτιο και οικοδομήσιμο και βρίσκεται στην κτηματική περιφέρεια του Δημοτικού Διαμερίσματος Αρωνιαδίκων του Δήμου Κυθήρων, εντός της ζώνης 800,00 μέτρων από το κέντρο του οικισμού … στη θέση «……», που έχει εμβαδό 686,20 τ.μ. και συνορεύει βόρεια και βορειοδυτικά με ιδιοκτησία κληρονόμων … και ………., βορειοανατολικά με την ίδια ιδιοκτησία, ανατολικά με ιδιοκτησία αγνώστου, νότια με ιδιοκτησία κληρονόμων ……… και δυτικά με την ανωτέρω ιδιοκτησία κληρονόμων …………, με αγροτικό δρόμο και με ιδιοκτησία κληρονόμων . ………..  2) ένα οικόπεδο με παλαιό ισόγειο κτίσμα αποθήκης, που είναι άρτιο και οικοδομήσιμο κατά πρέκκλιση, το οποίο βρίσκεται εντός της κτηματικής περιφέρειας της τέως Κοινότητας και σήμερα Δημοτικού Διαμερίσματος Αρωνιαδίκων, εντός του οικισμού … και στη θέση «…..», το δε οικόπεδο έχει έκταση 68,47 τ.μ., η δε ισόγεια αποθήκη έχει επιφάνεια 28,92 τ.μ., το οποίο συνορεύει βορειοανατολικά με ιδιοκτησία κληρονόμων ………, βορειοδυτικά με την ίδια ιδιοκτησία κληρονόμων ……….. και επίσης με ιδιοκτησία κληρονόμων . …., νοτιοανατολικά με κοινόχρηστο χώρο και περαν αυτού με δημοτικό δρόμο καθώς επίσης και με ιδιοκτησία κληρονόμων .. …, 3) ένα αγροτεμάχιο περιτοιχισμένο με πέτρινο τοίχωμα που βρίσκεται στην κτηματική περιφέρεια της τέως Κοινότητας και νυν Δημοτικού Διαμερίσματος Αρωνιαδίκων του Δήμου Κυθήρων εντός του οικισμού ……. και ειδικότερα στη θέση «…» και στη διασταύρωση αγροτικών δρόμων, το οποίο έχει εμβαδό 589,00 τ.μ., και συνορεύει βόρεια με ιδιοκτησία αγνώστου και με ιδιοκτησία κληρονόμων …., ανατολικά με αγροτικό δρόμο και δυτικά με ιδιοκτησία κληρονόμων ……….., 4) ένα οικόπεδο διαμορφωμένο σε επίπεδο με υψομετρική διαφορά, περιφραγμένο μόνο στην ανατολική πλευρά του, άρτιο και οικοδομήσιμο, το οποίο βρίσκεται στην κτηματική περιφέρεια της τέως Κοινότητας και νυν Δημοτικού Διαμερίσματος Ποταμού του Δήμου Κυθήρων, εντός του οικισμού … στη θέση «….», το οποίο έχει εμβαδό 1.160,20 τ.μ., και συνορεύει βόρεια- βορειοδυτικά με αγροτικό δρόμο, δυτικά επίσης με αγροτικό δρόμο, νότια με ιδιοκτησία … . και ανατολικά με ιδιοκτησία κληρονόμων …………, 5) ένα αγροτεμάχιο  μερικώς περιτοιχισμένο με πέτρινο τοίχωμα, μη άρτιο και οικοδομήσιμο, το οποίο βρίσκεται στην κτηματική περιφέρεια της τέως Κοινότητας νυν Δημοτικού Διαμερίσματος Αρωνιαδίκων του Δήμου Κυθήρων στη θέση «……….», το οποίο έχει εμβαδό 1.080,85 τ.μ., και συνορεύει βόρεια- βορειοδυτικά με ιδιοκτησία κληρονόμων …….., νότια- νοτιοανατολικά με ιδιοκτησία κληρονόμων ……….., ανατολικά με ιδιοκτησία Ιεράς Μονής ……… και κοινόχρηστη οδό που οδηγεί στην επαρχιακή οδό ……….. και δυτικά με ιδιοκτησία ………….., 6) ένα αγροτεμάχιο με δύο πηγάδια περιτοιχισμένο με πέτρινο τοίχωμα, μη άρτιο και οικοδομήσιμο, που βρίσκεται στην κτηματική περιφέρεια της τέως Κοινότητας και νυν Δημοτικού Διαμερίσματος Αρωνιάδικων του Δήμου Κυθήρων, εκτός οικισμού στη θέση «……..», το οποίο έχει εμβαδό 413,30 τ.μ., και συνορεύει βόρεια με ιδιοκτησία αγνώστου, βορειοανατολικά με κοινόχρηστη δίοδο (εμβασία) και μετά από αυτή με ιδιοκτησία κληρονόμων ………, νότια- νοτιοανατολικά με ιδιοκτησία κληρονόμων …………., νοτιοδυτικά με την ίδια ως ανω ιδιοκτησία κληρονόμων ……….. και δυτικά με ιδιοκτησία αγνώστου και κοινόχρηστη δίοδο (εμβασία), 7)  ένα αγροτεμάχιο κατά ένα μέρος του περιφραγμένο με συρματόπλεγμα, μη άρτιο και μη οικοδομήσιμο που βρίσκεται στην κτηματική περιφέρεια της τέως Κοινότητας και σήμερα Δημοτικού Διαμερίσματος ……….. του Δήμου Κυθήρων, εκτός οικισμού, στη θέση «… .» ή «…», το οποίο έχει εμβαδό 1.688,25 τ.μ., και συνορεύει βόρεια με ιδιοκτησία …………, ανατολικά με αγροτική οδό που οδηγεί σε επαρχιακή οδό και δυτικά με ιδιοκτησία κληρονόμων …………, 8) ένα οικόπεδο που βρίσκεται στην κτηματική περιφέρεια της τέως Κοινότητας και σήμερα Δημοτικού Διαμερίσματος Αρωνιαδίκων του Δήμου Κυθήρων, εντός της ζώνης των 800,00 μέτρων από το κέντρο του οικισμού .. στη θέση «…», το οποίο έχει εμβαδό 1.896,12 τ.μ. και συνορεύει βορειοανατολικά κατά ένα μέρος με αγροτικό δρόμο και κατά άλλο μικρό μέρος με ιδιοκτησία κληρονόμων ………., νοτιοδυτικά με ιδιοκτησία κληρονόμων ……………, νοτιοανατολικά με ιδιοκτησία κληρονόμων ………… και βορειοδυτικά με τον ως ανω δρόμο και 9) ένα οικόπεδο άρτιο και οικοδομήσιμο που βρίσκεται στην κτηματική περιφέρεια της τέως Κοινότητας και σήμερα Δημοτικού Διαμερίσματος Αρωνιάδικων του Δήμου Κυθήρων εντός της ζώνης των 800,00 μέτρων από το κέντρο του οικισμού …… στη θέση «………..», το οποίο έχει έκταση 628,70 τ.μ., και συνορεύει βόρεια με αγροτικό δρόμο που οδηγεί σε επαρχιακή οδό και πέραν αυτού με ιδιοκτησία κληρονόμων ………., νότια από όπου υπάρχει πέτρινος διαχωριστικός τοίχος με ιδιοκτησία κληρονόμων ………. και ………., ανατολικά με ιδιοκτησία κληρονόμων ………….. και δυτικά με βράχια και ιδιοκτησία αγνώστου. Οι ενάγοντες με την υπό κρίση αγωγή τους ισχυρίζονται ότι μετά τον θάνατο του προπάππου τους ………., ο οποίος, ως προαναφέρθηκε, απεβίωσε χωρίς να αφήσει διαθήκη, αυτός κληρονομήθηκε από τα τέκνα του …. και …, ότι έκτοτε ενέμοντο τα επίδικα ακίνητα αμφότερα τα αδέλφια σε ποσοστό 50% έκαστος, και δη ότι η ανωτέρω …, θυγατέρα ………., γιαγιά τους (των εναγόντων)  ενέμετο τα ως άνω 9 αγροτικά ακίνητα καλλιεργώντας μέχρι τον θάνατό της κατά το έτος 1967, ότι στη συνέχεια ενέμετο αυτά με διάνοια συγκυρίου ο πατέρας τους …., μοναδικό τέκνο της ….. και μετά το θάνατο αυτού το έτος 2006,οι ίδιοι (ενάγοντες) συνέχισαν να τα νέμονται διανοία κυρίου και ότι έτσι μ΄αυτόν τον τρόπο κατέστησαν συγκύριοι αυτών μετά των κληρονόμων του ……….. , αδελφού της γιαγιάς τους, κατά ποσοστό 12,5 % έκαστος εξ αυτών, προσμετρώντας στο χρόνο νομής τους και τον χρόνο νομής του δικαιοπαρόχου τους. Από όλη  όμως την αποδεικτική διαδικασία δεν αποδείχθηκε ότι οι ενάγοντες κατέστησαν συγκύριοι των προαναφερομένων εννέα αγροτικών ακινήτων με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας, ότι δηλαδή νέμονταν τα ανωτέρα ακίνητα τόσο οι ίδιοι όσο και οι δικαιοπάροχοί τους με διάνοια κυρίου και τούτο διότι οι ενάγοντες ουδέποτε άσκησαν κάποια εμφανή πράξη νομής στα επίδικα ακίνητα μετά τον θάνατο του πατέρα τους κατά το έτος 2006, όπως με σαφήνεια κατέθεσε στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο και ο μάρτυράς τους, Ιερέας …………. ότι αυτοί (ενάγοντες) δεν καλλιεργούσαν τα επίδικα τουλάχιστον από το έτος 2002,δηλαδή πριν το θάνατο του πατέρα τους. Η κατάθεση δε του ίδιου ως άνω μάρτυρα ότι πριν το έτος 1999 και σε άλλο σημείο της κατάθεσής του πριν το έτος 2000 καλλιεργούσε ο ίδιος καθώς και οι γονείς του τα επίδικα ακίνητα, δεν κρίνεται πειστική, δεδομένου ότι ο μάρτυρας των εναγομένων …………, κάτοικος της περιοχής και χωρίς να έχει ο ίδιος συγγενική σχέση με τους διαδίκους, ούτε κάποιο άλλο έννομο συμφέρον από την έκβαση της δίκης αυτής, κατέθεσε ενόρκως στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου με σαφήνεια και κατηγορηματικό τρόπο ότι, πέραν του ότι κατά τη γνώμη του τα επίδικα λόγω του εδάφους είναι πολύ δύσκολο να καλλιεργηθούν, αυτά δεν καλλιεργήθηκαν ποτέ τουλάχιστον εδώ και τριάντα χρόνια, ο ίδιος μάλιστα, όπως κατέθεσε, γνώριζε τους γονείς του μάρτυρα των εναγόντων δηλαδή την πρώτη ενάγουσα ….., το γένος …..  και τον σύζυγό της …………. και όπως χαρακτηριστικά ανέφερε, οι τελευταίοι ουδέποτε καλλιέργησαν τα εν λόγω ακίνητα, αλλά αυτός που ενδιαφερόταν και τα περιέφρασσε ήταν ο πρώτος των εναγομένων …………., με τον οποίο ο μάρτυρας των εναγόντων είχε και άλλες δικαστικές διαμάχες και για άλλα ακίνητα στα Κύθηρα. Η κατάθεση δε αυτή του μάρτυρα των εναγομένων ενισχύεται και από το γεγονός ότι όταν ο πρώτος εναγόμενος ήδη από το έτος 2002 τοποθετούσε ταμπέλες με το όνομά του στα εν λόγω αγροτικά ακίνητα, οι ενάγοντες αν και το γνώριζαν, αφαιρούσαν μεν τις ταμπέλες αλλά δεν προσέφυγαν στα Δικαστήρια, παρά μόλις το έτος 2010 με την άσκηση της ένδικης αγωγής την οποία μάλιστα επτά (7) χρόνια μετά, με την από 19-6-2017 (αριθμ.καταθ…../…../2017) κλήση τους οι εναγόμενοι (και όχι οι ενάγοντες) επανέφεραν προς συζήτηση ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου.

Κατόπιν όλων των ως άνω αποδειχθέντων, η γιαγιά των εναγόντων ………. δεν υπήρξε εξ αδιαθέτου συγκληρονόμος του πατέρα της ………. που απεβίωσε το έτος 1897 και ως εκ τούτου δεν απέκτησε μαζί με τον αδελφό της …………., λόγω κληρονομικής διαδοχής τη συννομή των επίδικων ακινήτων, όπως ισχυρίζονται με την αγωγή τους οι ενάγοντες, δεδομένου ότι εκ του λόγου αυτού επικαλούνται οι ενάγοντες ότι απέκτησε τη νομή επί των εν λόγω ακινήτων η ανωτέρω απώτερη δικαιοπάροχός τους. Κατόπιν αυτών, η σωρευόμενη αναγνωριστική αγωγή κυριότητας που αφορά τα εννέα αγροτικά ακίνητα πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη. Επίσης, αφού δεν αποδείχθηκε ότι οι ενάγοντες είναι συγκύριοι των επίδικων ακινήτων απορριπτέα ως κατ΄ουσίαν αβάσιμη τυγχάνει και η αγωγική αξίωση των εναγόντων για επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης υπέρ αυτών, συνεπεία της ηθικής βλάβης που, όπως ισχυρίζονται, υπέστησαν από την κατάρτιση των προαναφερομένων συμβολαίων καθόσον δεν αποδείχθηκε ότι έχουν δικαιώματα κυριότητας επί των ακινήτων, τα οποία αφορούν τα ανωτέρω συμβόλαια. Επομένως η ένδικη αγωγή πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της ως ουσιαστικά αβάσιμη.

Κατά συνέπεια, η εκκαλουμένη, η οποία ως προς την αγωγή δέχθηκε τα ίδια ως ανωτέρω, δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση των αποδείξεων και οι περί του αντιθέτου ισχυρισμοί των εναγόντων που αποτελούν σχετικούς λόγους έφεσης πρέπει ν΄απορριφθούν ως αβάσιμοι. Κατ΄ακολουθίαν των ανωτέρω η κρινόμενη έφεση πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη κατ΄ουσίαν και να επιβληθούν σε βάρος των εκκαλούντων τα δικαστικά έξοδα των εφεσίβλητων για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας  (άρθρα 176, 183 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό. Τέλος, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου άσκησης έφεσης, που οι εκκαλούντες κατέθεσαν κατ΄άρθρο 495 παρ.3 του ΚΠολΔ.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει κατ΄αντιμωλίαν των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ΄ουσίαν την έφεση κατά της υπ αριθμ. 485/2019 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (τακτική διαδικασία).

Επιβάλλει σε βάρος των εκκαλούντων τα δικαστικά έξοδα των εφεσίβλητων του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των πεντακοσίων (500,00) ευρώ. ΚΑΙ

Διατάσσει την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του e – παραβόλου με κωδικό …………../2019  άσκησης έφεσης που κατέθεσαν οι εκκαλούντες, ποσού εκατόν πενήντα (150,00) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά την 18η Ιουνίου 2020  και δημοσιεύθηκε στις 24 Ιουλίου 2020 σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξούσιους αυτών δικηγόρους.

    Η   ΠΡΟΕΔΡΟΣ                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ