Αριθμός 514 /2020
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Αικατερίνη Κοκόλη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Τ.Λ.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τη διάταξη του άρθρου 520 παρ. 1 του ΚΠολΔ «Το έγγραφο της έφεσης πρέπει να περιέχει τα στοιχεία που απαιτούνται κατά τα άρθρα 118 έως 120 και τους λόγους της έφεσης». Από τη διάταξη αυτή σε συνδυασμό με αυτή του άρθρου 495 παρ. 1 του ΚΠολΔ συνάγεται ότι οι λόγοι της έφεσης αποτελούν παράπονα κατά της εκκαλουμένης αποφάσεως, που αναφέρονται είτε σε παραδρομές του εκκαλούντος, είτε σε νομικά ή πραγματικά σφάλματα του Δικαστή, και πρέπει να είναι σαφείς και ορισμένοι, να καθορίζονται, δηλαδή, σ΄ αυτούς με πληρότητα οι αιτιάσεις που αποδίδονται στην εκκαλούμενη απόφαση, ώστε να μπορεί ο Δικαστής να κρίνει για το νόμιμο και το βάσιμό τους. Η αοριστία του δικογράφου της έφεσης (εφετηρίου) δεν μπορεί να συμπληρωθεί με τις προτάσεις, ούτε να αναπληρωθεί με την παραπομπή σε άλλα δικόγραφα και της αυτής ακόμη δίκης, οι δε αόριστοι λόγοι εξομοιώνονται με ανύπαρκτους και απορρίπτονται ως απαράδεκτοι και κατ΄ αυτεπάγγελτη έρευνα του Δικαστηρίου. Περαιτέρω, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 528 του ΚΠολΔ, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 44 παρ. 2 του Ν. 3994/2011, και εφαρμόζεται στην προκειμένη περίπτωση, «Αν ασκηθεί έφεση από τον διάδικο που δικάσθηκε ερήμην, η εκκαλούμενη απόφαση εξαφανίζεται μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους πρόσθετους λόγους, ανεξάρτητα από τη διαδικασία που τηρήθηκε. Ο εκκαλών δικαιούται να προβάλει όλους τους ισχυρισμούς που μπορούσε να προτείνει πρωτοδίκως.». Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι αν ασκηθεί έφεση κατά ερήμην του εκκαλούντος αποφάσεως, η οποία λειτουργεί ως υποκατάστατο αναιτιολόγητης ανακοπής ερημοδικίας, εξαφανίζεται η εκκαλούμενη απόφαση μέσα στα όρια του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της έφεσης, χωρίς έρευνα των λόγων της (πρβλ. ΑΠ 1906/2008, ΕφΛαμ 94/2011) και ο εκκαλών δικαιούται να προβάλει (με το δικόγραφο αυτής και τις προτάσεις του) όλους τους ισχυρισμούς, που μπορούσε να προβάλει πρωτοδίκως. Του παρέχεται, δηλαδή, η δυνατότητα, δεδομένου ότι δεν εμφανίστηκε στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, όπως, εντός των ορίων του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της έφεσης, ακουστεί και προβάλλει στο Εφετείο όσους ισχυρισμούς μπορούσε να προτείνει πρωτοδίκως επανορθώνοντας, με την έφεση, τις συνέπειες που η απουσία του, ενδεχομένως, επέφερε. Επομένως, για την εξαφάνιση της πρωτόδικης αποφάσεως δεν απαιτείται να ευδοκιμήσει προηγουμένως κάποιος λόγος της έφεσης, με την οποία, όμως, πρέπει να προβάλλονται λόγοι νόμιμοι, ορισμένοι και λυσιτελείς (ΕφΑθ 4634/2009 ΕλλΔνη 2010.1052),αλλά αρκεί η τυπική παραδοχή της, καθόσον αυτή, όπως προαναφέρθηκε, λειτουργεί ως υποκατάστατο αναιτιολόγητης ανακοπής ερημοδικίας (πρβλ. ΑΠ 476/2017, ΑΠ 2150/2014, ΑΠ 1858/2014, ΑΠ 1546/2013, ΑΠ 280/2012, ΑΠ 866/2008, ΑΠ 829/2008, ΑΠ 884/2007, ΑΠ 1015/2005, ΕφΑθ 33/2018, ΕφΠειρ 619/2017, ΕφΠειρ 95/2017, ΕφΠειρ 92/2013, ΕφΑθ 2142/2011). Στην προκειμένη περίπτωση η κρινόμενη από 16-11-2018 (αρ. καταθ. …………/2018) έφεση του ηττηθέντος εναγομένου κατά της υπ΄ αρ. 4103/2018 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία, ερήμην αυτού (εναγομένου), επί της από 6-12-2017 (αρ. καταθ. …../2017) αγωγής της ενάγουσας, ήδη εφεσίβλητης, και την αποδοχή αυτής (αγωγής), λόγω της ερημοδικίας του (εναγομένου), αρμοδίως και παραδεκτώς φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού (άρθρο 19 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 4 παρ. 2 του Ν. 3994/25-7-2011), και έχει ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως (άρθρα 495 παρ. 1, 496 παρ. 1, 498 παρ. 1, 499, 511, 513 παρ. 1 στ. β΄, 516 παρ. 1, 517 εδ. α΄, 518 και 520 παρ. 1 του ΚΠολΔ). Επομένως, και εφόσον για το παραδεκτό αυτής (έφεσης) κατατέθηκε, κατ΄ άρθρο 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ, από τον εκκαλούντα παράβολο, ποσού εκατόν (100) ευρώ (βλ. το υπ΄ αρ. παραβόλου: …………/2018, ποσού 100 ευρώ, και είδους παραβόλου: e-ΠΑΡΑΒΟΛΟ), πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή.
Η έφεση κατά το μέρος που ο εκκαλών παραπονείται ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο πλημμελώς εκτίμησε το αποδεικτικό υλικό, είναι απορριπτέα, διότι στηρίζεται σε εσφαλμένη προϋπόθεση, εφόσον, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δεν εκτίμησε τα αποδεικτικά μέσα που προσκόμισε η ενάγουσα, αλλά δέχθηκε την ένδικη αγωγή, ως κατ΄ ουσίαν βάσιμη, δεχόμενο ότι κατά της ένδικης αγωγής δεν υπάρχει ένσταση που να εξετάζεται αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο και για τα γεγονότα που αναφέρονται στο δικόγραφο αυτής επιτρέπεται ομολογία και συνεπώς ότι εφόσον οι πραγματικοί ισχυρισμοί που περιέχονται στην αγωγή, αποδεικνύονται πλήρως από τη σιωπηρή ομολογία του εναγομένου, η οποία τεκμαίρεται από την ερημοδικία του, πρέπει να γίνει δεκτή η αγωγή ως κατ΄ ουσίαν βάσιμη. Ακολούθως, ενόψει του ότι οι περιεχόμενοι στην ένδικη από 16-11-2018 (αρ. καταθ. ………./2018) έφεση λόγοι είναι σαφώς και πλήρως ορισμένοι, απορριπτομένου του σχετικού περί του αντιθέτου ισχυρισμού που προβάλλει η εφεσίβλητη και του ότι ο ανωτέρω εναγόμενος με την ένδικη έφεσή του προβάλλει αιτιάσεις και επί της ουσίας της αγωγής, αρνητικές της βασιμότητάς της, ζητώντας (κυρίως) να απορριφθεί η από 6-12-2017 (αρ. καταθ. ………../2017) αγωγή της εφεσίβλητης και να διαταχθεί η απόδοση του παραβόλου, που κατέθεσε για την άσκηση της εφέσεως, πρέπει, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, να γίνει δεκτή και στην ουσία και να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση μέσα στα όρια του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της έφεσης, αναγκαίως δε και κατά τη διάταξη περί δικαστικών εξόδων που θα καθορισθεί εξ αρχής[ενώ μετά ταύτα ο λόγος της εφέσεως, που βάλλει κατά της διάταξης της προσβαλλόμενης αποφάσεως περί των δικαστικών εξόδων, καθίσταται πλέον αλυσιτελής και πρέπει να απορριφθεί]. Στη συνέχεια πρέπει να κρατηθεί και δικαστεί η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο και να ερευνηθεί, κατά την τακτική διαδικασία, η ένδικη αγωγή ως προς τη νομική και ουσιαστική της βασιμότητα. Τέλος, λόγω του ότι η από 16-11-2018 (αρ. καταθ. ………/2018) έφεση γίνεται δεκτή, πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή του προαναφερόμενου παραβόλου, που κατατέθηκε, για το παραδεκτό αυτής [έφεσης,(βλ. το υπ΄ αρ. παραβόλου: …………./2018, ποσού 100 ευρώ, και είδους παραβόλου: e-παράβολο)], στον εκκαλούντα.
Με την από 6-12-2017 (αρ. καταθ. ………./2017) αγωγή, που συζητήθηκε ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου κατά τη δικάσιμο της 10-5-2018, η ενάγουσα, ήδη εφεσίβλητη, κατ΄ εκτίμηση του δικογράφου αυτής, ιστορούσε ότι είναι κυρία της αναλυτικά περιγραφόμενης σ΄ αυτήν (αγωγή) οριζόντιας ιδιοκτησίας που βρίσκεται στον Ποταμό Αντικυθήρων. Ότι κατέστη κυρία αυτής με παράγωγο τρόπο (με αποδοχή κληρονομίας που μεταγράφηκε νόμιμα), κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα σ΄ αυτήν (αγωγή). Περαιτέρω, ιστορούσε ότι την 25-3-2013 διακόπηκε η έγγαμη συμβίωσής της με τον εναγόμενο και ότι κατά την ανωτέρω ημεροχρονολογία διάσπασης της έγγαμης συμβίωσής τους, δυνάμει άτυπης (προφορικής) σύμβασης χρησιδανείου, που συνήφθη μεταξύ τους, αυτή (ενάγουσα) παραχώρησε στον εναγόμενο τη χρήση του προαναφερόμενου ακινήτου, προκειμένου ο τελευταίος να διαμείνει στο εν λόγω ακίνητο εντελώς προσωρινά, μέχρι την εύρεση άλλης οικίας, χωρίς την καταβολή ανταλλάγματος, με μόνη την υποχρέωσή του στην καταβολή των συνηθισμένων για τη συντήρηση της οικίας δαπανών. Ότι ο εναγόμενος, παρά την από μέρους του δέσμευση να αποχωρήσει μετά από εύλογο χρονικό διάστημα από το ένδικο ακίνητο, συνέχισε να διαμένει σ΄ αυτό, γι΄ αυτό του απέστειλε (η ενάγουσα) την από 20-6-2017 εξώδικη δήλωση, πρόσκληση και διαμαρτυρία, που του επιδόθηκε την 10-7-2017, με την οποία διαμαρτυρήθηκε για τη μη απόδοση του ακινήτου και κατήγγειλε την ανωτέρω σύμβαση χρησιδανείου, καλώντας τον να αποχωρήσει από το ως άνω ακίνητο και να της παραδώσει τα κλειδιά εντός δεκαπέντε (15) ημερολογιακών ημερών από την επίδοση της ανωτέρω εξώδικης δηλώσεως. Ακολούθως, ισχυρίσθηκε ότι ο εναγόμενος, εξακολουθεί να χρησιμοποιεί την επίδικη οριζόντια ιδιοκτησία, ως κατοικία του, κατακρατώντας αυτήν παράνομα και χωρίς κανένα δικαίωμα από την παρέλευση άπρακτης της ανωτέρω προθεσμίας που η τελευταία του είχε θέσει με την ως άνω εξώδικη δήλωση, ήτοι από την 26-7-2017, αρνούμενος να της την παραδώσει και ότι από τότε (26-7-2017) δεν μπορούσε να εκμεταλλευτεί με οποιονδήποτε τρόπο αυτό (ακίνητο). Ότι, ειδικότερα, αποτέλεσμα αυτών ήταν να υποστεί αυτή (ενάγουσα) οικονομική ζημία, η οποία συνίσταται στην απώλεια μισθωμάτων που με βάσιμη πιθανότητα και κατά τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων θα εισέπραττε από την εκμίσθωση της ως άνω οριζόντιας ιδιοκτησίας από την 26-7-2017 έως την κατάθεση της αγωγής (7-12-2017). Ότι ενόψει του ότι η επίδικη οριζόντια ιδιοκτησία βρίσκεται στα Αντικύθηρα, όπου υπάρχει μεγάλο τουριστικό, αλλά και επιστημονικό ενδιαφέρον, λόγω του σημαντικού αρχαιολογικού πλούτου της περιοχής, η μισθωτική αξία αυτής, ανέρχεται στο ποσό των 300 ευρώ μηνιαίως, μίσθωμα που για τις αναφερόμενες περιστάσεις, κατά τους αγωγικούς ισχυρισμούς, κρίνεται εύλογο. Ότι, συνεπώς, η ζημία της, διαφυγόντα κέρδη, για το ως άνω χρονικό διάστημα των πέντε (5) μηνών, ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 1.500 ευρώ. Με βάση το ανωτέρω ιστορικό, η ενάγουσα ζήτησε: α) να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να της αποδώσει το επίδικο ακίνητο, αξίας, κατά το χρόνο κατάθεσης της αγωγής, 28.224 ευρώ, β),όπως παραδεκτά περιορίστηκε πρωτοδίκως με τις νομίμως κατατεθείσες, ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, έγγραφες προτάσεις της (ενάγουσας) το σχετικό αίτημα, να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να της καταβάλει, για την προαναφερόμενη αιτία ως διαφυγόν κέρδος, το συνολικό ποσό των 1.200 (= 300 ευρώ Χ 4 τουλάχιστον μήνες) ευρώ, νομιμοτόκως από την 26-7-2017, άλλως από την επίδοση της αγωγής, γ) να κηρυχθεί η απόφαση που θα εκδοθεί προσωρινά εκτελεστή και δ) να καταδικαστεί ο εναγόμενος στην πληρωμή των δικαστικών της εξόδων. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με την εκκαλουμένη απόφασή του, που εκδόθηκε την 4-9-2018, δέχθηκε ότι η ένδικη αγωγή παραδεκτά εισήχθη για να συζητηθεί ενώπιον αυτού (πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου), κατά την τακτική διαδικασία, καθώς επίσης ότι είναι νόμιμη και ερεύνησε αυτήν περαιτέρω κατ΄ ουσίαν. Ακολούθως, δε, αφού έκρινε ότι η ενάγουσα κατέβαλε το απαιτούμενο τέλος δικαστικού ενσήμου με τις νόμιμες υπέρ τρίτων προσαυξήσεις [με το υπ΄ αρ. ……………… ηλεκτρονικό e- Παράβολο της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων και τη με αριθμό συναλλαγής ………… πληρωμή αυτού στην Τράπεζα Πειραιώς (Winbank)], έκρινε, όπως προαναφέρθηκε, ότι κατά της ένδικης αγωγής δεν υπάρχει ένσταση που να εξετάζεται αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο και για τα γεγονότα που αναφέρονται στο δικόγραφο αυτής επιτρέπεται ομολογία και συνεπώς ότι οι πραγματικοί ισχυρισμοί που περιέχονται στην αγωγή, αποδεικνύονται πλήρως από τη σιωπηρή ομολογία του εναγομένου, η οποία τεκμαίρεται από την ερημοδικία του. Κατόπιν τούτων δέχθηκε την ένδικη αγωγή ως βάσιμη και κατ΄ ουσίαν και υποχρέωσε τον εναγόμενο να αποδώσει στην ενάγουσα την επίδικη οριζόντια ιδιοκτησία, καθώς επίσης υποχρέωσε τον εναγόμενο να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ, νομιμοτόκως από την 26-7-2017, κήρυξε την απόφαση προσωρινά εκτελεστή και καταδίκασε τον εναγόμενο στα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας, το ύψος των οποίων όρισε στο ποσό των χιλίων τριακοσίων (1.300) ευρώ.
Από τις διατάξεις των άρθρων 810, 816 και 817 του ΑΚ προκύπτει ότι η σύμβαση χρησιδανείου, που φέρει ενοχικό χαρακτήρα και μπορεί να καταρτιστεί ατύπως, έστω και αν αφορά ακίνητο, έχει ως περιεχόμενο την εκ μέρους του χρήστη παραχώρηση της χρήσης του κινητού ή ακινήτου πράγματος χωρίς αντάλλαγμα στον χρησάμενο, ο οποίος υποχρεούται να αποδώσει το πράγμα στον χρήστη μετά τη λήξη της σύμβασης, που μπορεί να συναφθεί είτε για αόριστο είτε για ορισμένο χρόνο (ΑΠ 1913/2008, ΕφΠειρ 506/2012). Περαιτέρω εάν το χρησιδάνειο ορίστηκε για αόριστο χρόνο η σύμβαση λύεται με καταγγελία από τον χρήστη, αρκεί να μην ασκείται το δικαίωμα καταγγελίας άκαιρα και επιζήμια για τον χρησάμενο (άρθρα 200, 288 του ΑΚ), ενόψει της ιδιάζουσας φύσης του χρησιδανείου ως σύμβασης φιλαλληλίας, αγαθοσύνης και κοινωνικής ευπρέπειας, γεγονός πάντως, που αποτελεί περιεχόμενο σχετικής ένστασης του εναγομένου χρησαμένου (ΑΠ 1133/2018, ΑΠ 449/2014, ΑΠ 1913/2008, ΑΠ 1779/1995). Μετά τη λήξη ή λύση της σύμβασης χρησιδανείου, εάν ο χρήστης είναι κύριος του πράγματος που χρησιδανείσθηκε, μπορεί να αναζητήσει αυτό, είτε με την αγωγή από το χρησιδάνειο, είτε με διεκδικητική, που βασίζεται στο δικαίωμα κυριότητας (ΑΠ 1231/2017, ΑΠ 407/2009 ΕλλΔνη 50.1424, ΑΠ 757/2008 ΕλλΔνη 51.781, ΑΠ 463/2004 ΕλλΔνη 45.1689, ΑΠ 170/2003 ΕλλΔνη 44.1371, ΕφΠειρ 506/2012, ΕφΛαρ 175/2012, ΕφΑθ 2653/2009 ΕλλΔνη 52.277). Σε περίπτωση δε επιλογής άσκησης της αγωγής από τη σύμβαση χρησιδανείου, στο δικόγραφο αυτής πρέπει να αναφέρεται η σύμβαση χρησιδανείου και η λήξη αυτής κατά νόμιμο τρόπο (ΑΠ 757/2008, ΑΠ 958/2004). Επίσης, σε περίπτωση μη επιστροφής του χρησιδανεισθέντος πράγματος κατά την ορισθείσα ημέρα λήξης του χρησιδανείου ή επιστροφής αυτού καθυστερημένα, ο χρησάμενος καθίσταται υπερήμερος και ο χρήστης δικαιούται να ζητήσει εκτός από την παροχή, δηλαδή, την επιστροφή του πράγματος, και αποζημίωση για τη ζημία που υπέστη από την καθυστέρηση κατά τα άρθρα 341 παρ. 1 και 343 παρ. 1 του ΑΚ. Η αποζημίωση δε αυτή είναι δυνατό να συνίσταται σε αποκατάσταση τόσο της θετικής ζημίας, όσο και του διαφυγόντος κέρδους του χρήστη. Όπως, δε, προκύπτει από τη διάταξη του άρθρου 298εδ. α΄ του ΑΚ, η αποζημίωση που οφείλεται, είτε από αδικοπραξία είτε από τη σύμβαση, περιλαμβάνει τη μείωση της υπάρχουσας περιουσίας του δικαιούχου (θετική ζημία) καθώς και το διαφυγόν κέρδος (αποθετική ζημία) (ΑΠ 449/2014). Επιπροσθέτως, για την ύπαρξη διαφυγόντος κέρδους αρκεί, κατ΄ άρθρο 298 εδ. β΄ του ΑΚ, η προσδοκία του με πιθανότητα (χωρίς δηλαδή να είναι αναγκαία πλήρης απόδειξη), κατά τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων ή τις ειδικές περιστάσεις και ιδίως τα προπαρασκευαστικά μέτρα που έχουν ληφθεί, η ύπαρξη, δηλαδή, πρόσφορης αιτιώδους συνάφειας, μεταξύ υπαίτιας ζημιογόνου συμπεριφοράς και διαφυγόντος κέρδους. Το διαφυγόν κέρδος αποτελεί ζημία, η οποία θα επέλθει στο μέλλον και κατ΄ ανάγκη συνδέεται με την υποθετική εξέλιξη των πραγμάτων. Δεν εμφανίζει την βεβαιότητα της θετικής ζημίας. Για την απόδειξή της, που είναι δύσκολη για τον ζημιωθέντα συγκριτικά με τη θετική ζημία, ο νόμος αρκείται σε απλή πιθανολόγηση. Έτσι η ανωτέρω διάταξη του άρθρου 298 εδ. β΄ του ΑΚ έχει ουσιαστικό μεν χαρακτήρα, εφόσον καθορίζει τα στοιχεία της αξιώσεως αποζημιώσεως, και παράλληλα δικονομικό χαρακτήρα, εφόσον επιτρέπει στον Δικαστή την απλή πιθανολόγηση (ΑΠ 1410/2018). Περαιτέρω, εάν το χρησιδάνειο αφορά ακίνητο και ο χρησάμενος δεν απέδωσε αυτό κατά τη λήξη του, ο χρήστης δικαιούται να ζητήσει ως αποζημίωση το διαφυγόν κέρδος, ήτοι εκείνο που με πιθανότητα κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων προσδοκούσε να λάβει από την εκμετάλλευση του ακινήτου του από την ημέρα που έπρεπε να του επιστραφεί (άρθρο 298 του ΑΚ), όπως είναι τα μισθώματα που θα ελάμβανε από την εκμίσθωσή του (ΕφΛαρ 337/2015, ΕφΠειρ 129/2006, ΕφΠειρ 113/1994). Στην προκειμένη περίπτωση με αυτό το ιστορικό και αιτήματα η ένδικη αγωγή αρμοδίως και παραδεκτώς εισήχθη ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, το οποίο ήταν καθ΄ ύλην και κατά τόπον αρμόδιο και είναι νόμιμη, στηριζομένη στις διατάξεις των άρθρων 297, 298, 340, 810, 816, 298, 341 παρ. 2 και 343 παρ. 1 του ΑΚ, 907, 908 παρ. 1 και 176 του ΚΠολΔ, καταβλήθηκε δε, το απαιτούμενο τέλος δικαστικού ενσήμου με τις νόμιμες υπέρ τρίτων προσαυξήσεις (με υπ΄ αρ. ………….. ηλεκτρονικό e- Παράβολο της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων και τηνυπ΄ αρ. συναλλαγής ………. πληρωμή αυτού στην Τράπεζα Πειραιώς (Winbank)]. Συνεπώς, πρέπει η αγωγή να ερευνηθεί περαιτέρω κατ΄ ουσίαν.
Κατά τη διάταξη του άρθρου 240 του ΚΠολΔ, για την επαναφορά ισχυρισμών που υποβλήθηκαν σε προηγούμενη συζήτηση στο ίδιο ή ανώτερο Δικαστήριο, αρκεί η επανυποβολή τους με σύντομη περίληψη και αναφορά στις σελίδες των προτάσεων της προηγούμενης συζήτησης που τους περιέχουν και που προσκομίζονται απαραιτήτως σε επικυρωμένο αντίγραφο. Κατά την έννοια της τελευταίας αυτής διατάξεως, η επίκληση με τις προτάσεις που υποβάλλονται στο δευτεροβάθμιο Δικαστήριο κατά τη συζήτηση, μετά την οποία εκδίδεται η προσβαλλόμενη απόφαση, ισχυρισμών με γενική αναφορά στις πρωτόδικες προτάσεις, το κείμενο των οποίων ενσωματώνεται στις προτάσεις ενώπιον του Εφετείου, δεν αρκεί, ούτε είναι νόμιμη. Δεν πρόκειται όμως για ενσωμάτωση, όταν στο κείμενο των προτάσεων της δευτεροβάθμιας δίκης περιέχονται, έστω και αυτούσιες, οι προτάσεις προηγούμενης συζητήσεως, καλυπτόμενες από την υπογραφή του πληρεξουσίου Δικηγόρου στις προτάσεις της δευτεροβάθμιας δίκης, διότι με τον τρόπο αυτό οι προηγούμενες προτάσεις και οι τελευταίες (ενώπιον δηλαδή του Εφετείου) κατέστησαν ενιαίες (ΑΠ 1106/2018, ΑΠ 224/2016, ΑΠ 1420/2015).
Από την εκτίμηση όλων των εγγράφων που νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι[ανάμεσα στα οποία και αυτά που για πρώτη φορά στον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας προσκομίζονται με επίκληση όχι από πρόθεση στρεψοδικίας ή βαριά αμέλεια (άρθρο 529 του ΚΠολΔ)], και τα οποία (έγγραφα) λαμβάνονται υπόψη είτε για άμεση απόδειξη, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων,(ΑΠ 1088/2019, ΑΠ 394/2012), μεταξύ των οποίων οι επικαλούμενες και προσκομιζόμενες μη αμφισβητούμενης γνησιότητας φωτογραφίες (άρθρα 444, 448 και 457 του ΚΠολΔ, πρβλ. ΑΠ 1707/2009, ΑΠ 230/2008, ΑΠ 239/2004) και οι επικαλούμενες και προσκομιζόμενες από την ενάγουσα – εφεσίβλητη υπ΄ αρ. …./9-3-2018 και …………/9-3-2018 ένορκες βεβαιώσεις των ………. και ………., …….., αντίστοιχα, που, με επιμέλεια αυτής (ενάγουσας, ήδη εφεσίβλητης), λήφθηκαν, και οι δύο για την ως άνω υπόθεση, ενώπιον της Συμβολαιογράφου Κυθήρων . . την 9-3-2018, μετά από νομότυπη και εμπρόθεσμη κλήτευση του εναγομένου, ήδη εκκαλούντος (βλ. το από 30-12-2017 αποδεικτικό επίδοσης του Αστυφύλακα ……….. του Α.Σ. Αντικυθήρων),χωρίς όμως η ρητή αναφορά ορισμένων εκ των ανωτέρω εγγράφων να προσδίδει σε αυτά αυξημένη αποδεικτική δύναμη σε σχέση με τα λοιπά επικαλούμενα και προσκομιζόμενα από τους διαδίκους έγγραφα, για τα οποία δεν γίνεται ειδική για το καθένα μνεία, που είναι όμως ισοδύναμα, και όπως προεκτέθηκε, όλα ανεξαιρέτως συνεκτιμώνται προς σχηματισμό της δικανικής κρίσεως σχετικά με τους πραγματικούς ισχυρισμούς των διαδίκων που ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης (ΑΠ 1628/2003 ΕλλΔνη 2004.723), [σημειώνοντας ότι η εφεσίβλητη στις προτάσεις του παρόντος βαθμού, περιλαμβάνει, αυτούσιες, τις προτάσεις της πρωτοβάθμιας συζητήσεως, καλυπτόμενες από την υπογραφή του πληρεξούσιου Δικηγόρου της (εφεσίβλητης), και κατά τον τρόπο αυτό έχουν καταστεί ενιαίες προτάσεις], αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Οι διάδικοι τέλεσαν μεταξύ τους νόμιμο γάμο την 15 Αυγούστου 1990. Από το γάμο τους αυτό απέκτησαν τέσσερα, ήδη ενήλικα, τέκνα. Την 25-3-2013 διασπάστηκε οριστικά η έγγαμη συμβίωσή τους, με την αποχώρηση του εναγομένου από την κοινή οικογενειακή οικία. Ακολούθως, την 5-3-2018 εκδόθηκε η υπ΄ αρ. 1167/2018 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, με την οποία απαγγέλθηκε η λύση του ως άνω μεταξύ των διαδίκων τελεσθέντος γάμου. Η απόφαση αυτή επιδόθηκε, με επιμέλεια της ήδη ενάγουσας προς τον ήδη εναγόμενο, την 6-5-2019, δεν προκύπτει, όμως, ότι έχει καταστεί αμετάκλητη. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι η ενάγουσα απέκτησε την πλήρη κυριότητα του κατωτέρω περιγραφόμενου ακινήτου, με παράγωγο τρόπο και ειδικότερα εκ κληρονομίας του αποβιώσαντος την 31-8-2003 πατέρα της, ………….., ο οποίος είχε καταστεί κύριος αυτού, και κατέλιπε σ΄ αυτήν (ενάγουσα), μεταξύ άλλων και, τούτο (ακίνητο) με την από 10-10-2000 ιδιόγραφη διαθήκη του που δημοσιεύτηκε νόμιμα από το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς. Την ως άνω επαχθείσα σ΄ αυτήν κληρονομία, στην οποία, όπως προαναφέρθηκε, περιλαμβάνεται και το επίδικο ακίνητο, αποδέχθηκε η ενάγουσα με την υπ΄ αρ. ……./10-2-2005 δήλωση αποδοχής κληρονομίας της Συμβολαιογράφου Καστελλίου Κισάμου …….., …., που μεταγράφηκε νόμιμα, στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Κυθήρων. Έτσι η ενάγουσα κατέστη αποκλειστική κυρία της οριζόντιας ιδιοκτησίας του πρώτου (Α΄) υπέρ το ισόγειο ορόφου, με εξωτερική κλίμακα ανόδου σ΄ αυτήν, εμβαδού 120 τ.μ., η οποία αποτελείται από τέσσερα (4) υπνοδωμάτια, ενιαίο χώρο (κουζίνα – τραπεζαρία – καθιστικό) και λουτρό, επί διώροφης οικοδομής, που είναι κτισμένη σε οικόπεδο που βρίσκεται στην περιοχή Ποταμός Αντικυθήρων, με ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του οικοπέδου 500/1000 εξ αδιαιρέτου. Η ως άνω οριζόντια ιδιοκτησία συνορεύει βόρεια με ακάλυπτο χώρο του οικοπέδου και πέραν αυτού με κοινοτικό δρόμο, δυτικά με ακάλυπτο χώρο του οικοπέδου και πέραν αυτού με ιδιοκτησία αδελφών …., νότια με ιδιοκτησία . …. και ανατολικά με ακάλυπτο χώρο του οικοπέδου και πέραν αυτού με κοινοτικό δρόμο, ενώ το οικόπεδο που είναι κτισμένη η οικοδομή έχει έκταση 200 τ.μ. και εμφαίνεται στο από Σεπτεμβρίου 1987 τοπογραφικό διάγραμμα του Τοπογράφου Μηχανικού ………., το οποίο επισυνάπτεται στο υπ΄ αρ. ……./29-3-1990 συμβόλαιο της Συμβολαιογράφου Κυθήρων ……….., και περικλείεται με τα κεφαλαία γράμματα Α-Β-Γ-Δ-Α, συνορεύει δε βόρεια με πλευρά Γ-Δ, μήκους 20 μέτρων με κοινοτικό δρόμο, δυτικά με πλευρά Α-Δ μήκους 10 μέτρων με ιδιοκτησία αδελφών …., νότια με πλευρά Α-Β μήκους 20 μέτρων με ιδιοκτησία ……….. και ανατολικά με πλευρά Β-Γ μήκους 10 μέτρων με κοινοτικό δρόμο. Η αξία του ακινήτου αυτού, κατά τον επίδικο χρόνο, ανερχόταν στο ποσό των 28.224 ευρώ. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι μετά τη διάσπαση της έγγαμης συμβίωσής τους και την αποχώρηση του εναγομένου από την οικογενειακή οικία, η ενάγουσα, δυνάμει άτυπης (προφορικής) σύμβασης χρησιδανείου, που συνήφθη μεταξύ τους (διαδίκων) αυθημερόν (25-3-2013), παραχώρησε στον εναγόμενο τη χρήση του προαναφερόμενου ακινήτου, που βρίσκεται στην περιοχή Ποταμός Αντικυθήρων, προκειμένου ο τελευταίος να διαμείνει στο εν λόγω ακίνητο εντελώς προσωρινά, (μέχρι την, εντός εύλογου χρόνου, εκ μέρους του εύρεση άλλης οικίας), χωρίς την καταβολή οποιουδήποτε ανταλλάγματος, με μόνη την υποχρέωσή του στην καταβολή των συνηθισμένων για τη συντήρηση της οικίας δαπανών. Επομένως, μεταξύ των διαδίκων, συνήφθη εγκύρως σύμβαση χρησιδανείου, με αντικείμενο το παραπάνω ακίνητο (επίδικο) και δεν παραχωρήθηκε με τη συμφωνία αυτή στον εναγόμενο, όπως αβασίμως ισχυρίζεται ο τελευταίος (εναγόμενος), το εμπράγματο δικαίωμα ισόβιας οίκησης ή συνοίκησης (με δικαίωμα να παραμένουν μαζί του στην οικία, κατά τη διάρκεια των θερινών διακοπών τους και τα τέσσερα ως άνω, ήδη ενήλικα, τέκνα τους), που προϋπέθετε την κατάρτιση συμβολαιογραφικού εγγράφου και την μεταγραφή του (άρθρα 369, 1143, 1183, 1187, 1192, 1198 του ΑΚ). Ούτε, βεβαίως, αποδείχθηκε ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις κτήσης εκ μέρους του εναγομένου δικαιώματος ισόβιας οίκησης ή συνοίκησης με έκτακτη χρησικτησία, την οποία (έκτακτη χρησικτησία), σε κάθε περίπτωση, δεν επικαλείται ο εναγόμενος. Έκτοτε ο τελευταίος (εναγόμενος) χρησιμοποιεί το παραπάνω ακίνητο, πάντοτε με βάση την ως άνω σύμβαση χρησιδανείου, ως κύρια κατοικία αυτού. Εξάλλου, δεν αποδείχθηκε ότι ο εναγόμενος εξέφρασε έναντι της ενάγουσας οιαδήποτε βούληση να νέμεται το επίδικο ακίνητο ως δικαιούχος οίκησης ή συνοίκησης, αρκούμενος σε απλή χρήση αυτού χωρίς αντάλλαγμα και έχοντας την υποχρέωση να της το αποδώσει κατά τα ως άνω. Λίγους μήνες αργότερα, από την ως άνω συμφωνία τους, ο εναγόμενος αντιμετώπισε πρόβλημα υγείας (καρδιολογικό). Η ενάγουσα, λόγω της έκτακτης κατάστασης της υγείας του, δεν κατήγγειλε τη σύμβαση χρησιδανείου, προκειμένου να παρέλθει η κρίσιμη περίοδος της ανάρρωσης αυτού. Από το τέλος περίπου του έτους 2015 η ενάγουσα μετακόμισε, από την Κρήτη, στα Αντικύθηρα, διαμένοντας στην οικία της μητέρας της. Ακολούθως, επειδή ο εναγόμενος, παρά την από μέρους του δέσμευση, με την ως άνω σύμβαση χρησιδανείου, να αποχωρήσει μετά από εύλογο χρονικό διάστημα από το ένδικο ακίνητο, συνέχισε να διαμένει σ΄ αυτό, αρνούμενος να αποδώσει αυτό στην ενάγουσα, καίτοι του το ζητούσε προφορικά, η τελευταία (ενάγουσα) του απέστειλε την από 20-6-2017 εξώδικη δήλωση, πρόσκληση και διαμαρτυρία, η οποία του επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα την 10-7-2017. Με αυτή η ενάγουσα διαμαρτυρόταν στον εναγόμενο για τη μη απόδοση του ακινήτου, καταγγέλλοντας την ανωτέρω σύμβαση χρησιδανείου, (όπως την καταγγέλλει και με την ένδικη αγωγή), και καλώντας τον εναγόμενο να αποχωρήσει από το ως άνω ακίνητο και να της παραδώσει τα κλειδιά εντός προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερολογιακών ημερών από την επίδοση της ως άνω εξώδικης δηλώσεως. Με την ως άνω έγγραφη καταγγελία επήλθε λύση της σύμβασης χρησιδανείου και ως εκ τούτου γεννήθηκε υποχρέωση του εναγομένου να αποδώσει το ως άνω ακίνητο (οριζόντια ιδιοκτησία) στην ενάγουσα. Ο εναγόμενος, όμως, αρνούμενος (αδικαιολόγητα) να της αποδώσει το επίδικο (οριζόντια ιδιοκτησία), συνέχισε να χρησιμοποιεί αυτό, ως κατοικία του, κατακρατώντας αυτό παράνομα και χωρίς κανένα δικαίωμα από την παρέλευση άπρακτης της ανωτέρω προθεσμίας που η ενάγουσα του είχε θέσει με την ως άνω εξώδικη δήλωση. Είναι δε, διάφορο το ζήτημα εάν, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του, διατηρεί σε βάρος της ενάγουσας αξίωση από τα αποκτήματα, την ικανοποίηση της οποίας (επικαλούμενης αξίωσης) δύναται να επιδιώξει εξωδίκως ή δικαστικώς. Κατόπιν τούτων, η ενάγουσα στερήθηκε τη χρήση του ως άνω ακινήτου από την 26-7-2017 (επομένη της παρέλευσης άπρακτης της ταχθείσας προθεσμίας προς απόδοση της χρήσης του ακινήτου) μέχρι την άσκηση της ένδικης αγωγής (7-12-2017), ήτοι για χρονικό διάστημα τεσσάρων (4) τουλάχιστον μηνών, κατά το οποίο κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, θα το εκμίσθωνε (προκειμένου να της αποφέρει εισόδημα και να καλύψει δαπάνες διαβίωσής της)με συνέπεια να απωλέσει (η ενάγουσα) τα μισθώματα, τα οποία με βάσιμη πιθανότητα και κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων θα εισέπραττε από την εκμίσθωσή του. Περαιτέρω, ενόψει της θέσης του ως άνω ακινήτου, της επιφάνειάς του, των λοιπών χαρακτηριστικών του, όπως τα στοιχεία αυτά εκτέθηκαν ειδικότερα παραπάνω, και δεδομένου ότι αυτό βρίσκεται στα Αντικύθηρα, νησί εκτάσεως (20 τ.χλμ.), με 22 περίπου μόνιμους κατοίκους, οι επισκέπτες του οποίου το θέρος με την τουριστική κίνηση αυξάνονται σημαντικά, υπάρχουν δε αρκετά δωμάτια προς μίσθωση, καθώς επίσης υπάρχει γι΄ αυτά (Αντικύθηρα) επιστημονικό ενδιαφέρον λόγω του σημαντικού αρχαιολογικού πλούτου της περιοχής και των ανασκαφών που πραγματοποιούνται, συνδέονται δε ακτοπλοϊκώς και με την Κρήτη, ανεξαρτήτως του ότι κατά τη διάρκεια του έτους μπορεί να παρουσιαστούν προβλήματα στην ακτοπλοϊκή σύνδεσή τους, κυρίως λόγω δυσμενών καιρικών συνθηκών, το μηνιαίο μίσθωμα που θα μπορούσε να αποκομίσει η ενάγουσα κατά το ως άνω χρονικό διάστημα [από 26-7-2017 και για τέσσερις (4) μήνες], ανέρχεται στο ποσό των 200 ευρώ. Συνεπώς, το διαφυγόν κέρδος της ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 800 (= 200 ευρώ Χ 4 μήνες) ευρώ. Επομένως, ο εναγόμενος οφείλει να καταβάλει στην ενάγουσα το ως άνω ποσό των 800 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής, και όχι από την 26-7-2017, [ήτοι από την επομένη της παρέλευσης άπρακτης της ταχθείσας, κατά τα ως άνω με την από 20-6-2017 εξώδικη δήλωση, πρόσκληση και διαμαρτυρία, προθεσμίας, όπως κυρίως ζήτησε η ενάγουσα], καθόσον στην από 20-6-2017 εξώδικη δήλωση, πρόσκληση και διαμαρτυρία, δεν αναφέρεται ορισμένη και σαφής απαίτηση της ενάγουσας για την πληρωμή των συγκεκριμένων διαφυγόντων κερδών, ήτοι ακριβώς το ποσό των διαφυγόντων κερδών, (ούτε, σε κάθε περίπτωση, οποιοδήποτε άλλο ποσό), ώστε να θεμελιώνεται όχληση κατ΄ άρθρο 340 του ΑΚ. Κατόπιν τούτων, η από 6-12-2017 (αρ. καταθ. ……./2017) ένδικη αγωγή πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή ως και κατ΄ ουσίαν βάσιμη, α) να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να αποδώσει στην ενάγουσα το επίδικο ακίνητο και β) να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να καταβάλει στην ενάγουσα το συνολικό ποσό των 800 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο διατακτικό της παρούσας, ενώ το αίτημα περί κηρύξεως της παρούσας προσωρινά εκτελεστής στον παρόντα βαθμό καθίσταται αλυσιτελές, αφού η παρούσα απόφαση ως τελεσίδικη αποτελεί εκτελεστό τίτλο (άρθρο 904 παρ. 2 εδ. α΄ του ΚΠολΔ).Τέλος, πρέπει να συμψηφισθούν εν μέρει, μεταξύ των διαδίκων, τα δικαστικά έξοδα, λόγω του ότι οι διάδικοι είναι σύζυγοι, αφού δεν προκύπτει ότι ο μεταξύ τους γάμος έχει λυθεί με αμετάκλητη δικαστική απόφαση, αλλά και λόγω της εν μέρει νίκης και ήττας κάθε πλευράς και ανάλογα με την έκταση αυτής, καταδικαζομένου του εν μέρει ηττηθέντος εναγομένου, στην πληρωμή μέρους των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας και των δυο βαθμών δικαιοδοσίας, κατά μερική παραδοχή του οικείου αιτήματος της τελευταίας (άρθρα 106, 176, 178, 179, 183 και 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα αναφέρεται στο διατακτικό της παρούσας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει κατ΄ αντιμωλία των διαδίκων την από 16-11-2018 (αρ. καταθ. ……/2018) έφεση κατά της υπ΄ αρ. 4103/2018 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (τακτική διαδικασία). Δέχεται τυπικά και κατ΄ ουσίαν την από 16-11-2018 (αρ. καταθ. …./2018) έφεση.
Διατάσσει την επιστροφή του παραβόλου, ποσού εκατόν (100) ευρώ, [που κατατέθηκε με το υπ΄ αρ. παραβόλου: ……./2018, ποσού 100 ευρώ, και είδους παραβόλου: e-ΠΑΡΑΒΟΛΟ], στον εκκαλούντα.
Εξαφανίζει την εκκαλουμένη υπ΄ αρ. 4103/2018 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (τακτική διαδικασία).
Κρατεί και δικάζει την από 6-12-2017 (αρ. καταθ. ……../2017) αγωγή.
Δέχεται εν μέρει την αγωγή.
Υποχρεώνει τον εναγόμενο να αποδώσει στην ενάγουσα την οριζόντια ιδιοκτησία, επί διώροφης οικοδομής, που είναι κτισμένη σε οικόπεδο, το οποίο βρίσκεται στην περιοχή Ποταμός Αντικυθήρων και συγκεκριμένα την οριζόντια ιδιοκτησία του πρώτου (Α΄) υπέρ το ισόγειο ορόφου, με την εξωτερική κλίμακα ανόδου σ΄ αυτήν, εμβαδού 120 τ.μ., με ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του οικοπέδου 500/1000 εξ αδιαιρέτου, η οποία αποτελείται από τέσσερα (4) υπνοδωμάτια, ενιαίο χώρο (κουζίνα – τραπεζαρία – καθιστικό) και λουτρό και συνορεύει βόρεια με ακάλυπτο χώρο του οικοπέδου και πέραν αυτού με κοινοτικό δρόμο, δυτικά με ακάλυπτο χώρο του οικοπέδου και πέραν αυτού με ιδιοκτησία αδελφών ………, νότια με ιδιοκτησία ……… και ανατολικά με ακάλυπτο χώρο του οικοπέδου και πέραν αυτού με κοινοτικό δρόμο.
Υποχρεώνει τον εναγόμενο να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των οκτακοσίων (800) ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής.
Καταδικάζει τον εναγόμενο στην πληρωμή μέρους των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των 1.300 ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 27 Ιουλίου 2020, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων Δικηγόρων τους.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ