Αριθμός 529 /2020
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Σοφία Καλούδη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Ε.Τ..
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου εκκρεμούν οι :α) με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………./2019 και β) ………./2019 αντίθετες εφέσεις κατά της με αριθμό 50/2019 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε αντιμολία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία του άρθρου 614 παρ.6 ΚΠολΔ, οι οποίες πρέπει να συνεκδικαστούν για λόγους πρόδηλης μεταξύ τους συνάφειας (άρθρα 31, 246 ΚΠολΔ). Οι ως άνω εφέσεις έχουν ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα με την κατάθεση του δικογράφου τους στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 10-5-2019 και 10-6-2019 αντίστοιχα (άρθρα 518 παρ. 1 και 2 του ΚΠολΔ), και συγκεκριμένα η πρώτη εξ αυτών προ επιδόσεως της εκκαλουμένης αποφάσεως και η δεύτερη εντός της νόμιμης προθεσμίας από την επίδοση αυτής στις 14-5-2019 (βλ. την σχετική επισημείωση της δικαστικής επιμελήτριας στο Εφετείο Αθηνών, ……… επι του επιδοθέντος στην εναγομένη αντιγράφου, που προσκομίζεται νόμιμα). Επιπλέον, για εκάστη εξ αυτών έχουν καταβληθεί τα νόμιμα παράβολα, συνολικού ποσού 100 ευρώ, κατ΄άρθρο 495 παρ. 4 του ΚΠολΔ, και συγκεκριμένα για τη με αριθμό έκθεσης ……/2019 έφεση το υπ’αριθμ. ………../2019 ηλεκτρονικό παράβολο, και για την με αριθμό έκθεσης ……../2019 έφεση το υπ’αριθμ. ………/2019 ηλεκτρονικό παράβολο. Πρέπει, επομένως, να γίνουν τυπικά δεκτές και να ερευνηθούν περαιτέρω, κατά την ίδια διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων τους (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ.ΙΙ. Α) Ο ενάγων στην από 13-6-2014 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………./2014 αγωγή ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών εξέθετε, ότι στον τόπο, το χρόνο και υπό τις ειδικότερα περιγραφόμενες συνθήκες, ο πρώτος εναγόμενος οδηγώντας το με αριθμό κυκλοφορίας ………. ΙΧΕ αυτοκίνητο, ιδιοκτησίας του, το οποίο ήταν ασφαλισμένο για την έναντι τρίτων αστική ευθύνη στη δεύτερη εναγομένη, ασφαλιστική εταιρία, από αμέλεια του κατά την οδήγηση, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα, προκάλεσε σε αυτόν σοβαρές σωματικές βλάβες και στη μοτοσικλέτα του υλικές ζημίες, και ζητούσε, μετά από παραδεκτό περιορισμό του αγωγικού αιτήματος, από καταψηφιστικό σε έντοκο αναγνωριστικό, με προφορική δήλωση του πληρεξούσιου δικηγόρου του στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, που καταχωρήθηκε στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του, αλλά και με τις νομοτύπως κατατεθείσες προτάσεις του, να αναγνωριστεί, ότι οι εναγόμενοι υποχρεούνται να του καταβάλουν, εις ολόκληρο έκαστος και με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής μέχρι την εξόφληση το συνολικό ποσό των 801.925,75 ευρώ για αποζημίωση και χρηματική ικανοποίηση, λόγω ηθικής βλάβης, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα επιμέρους κονδύλια, ενώ περαιτέρω κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στη δικάσιμο στις 7-11-2014 αυτός παραιτήθηκε νομότυπα από την αγωγή ως προς τον πρώτο εναγόμενο, οδηγό του ζημιογόνου οχήματος. Επί της ως άνω αγωγής εκδόθηκε αρχικά η με αριθμό 2669/2015 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, με την οποία αυτή παραπέμφθηκε λόγω καθ’ ύλην αναρμοδιότητας στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς, το οποίο εν συνεχεία με τη με αριθμό 1351/2016 απόφαση του διέταξε επανάληψη της συζήτησης της υπόθεσης προκειμένου να διενεργηθεί ιατρική πραγματογνωμοσύνη. Μετά την διενέργεια της τελευταίας η υπόθεση εισήχθη εκ νέου προς συζήτηση ενώπιον του ως άνω Δικαστηρίου, που εξέδωσε την εκκαλουμένη απόφαση, με την οποία η αγωγή έγινε μερικώς δεκτή ως ουσιαστική βάσιμη και αναγνωρίστηκε, ότι η δεύτερη εναγομένη οφείλει να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των 232.050 ευρώ για αποζημίωση και χρηματική ικανοποίηση, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής. Κατά της απόφασης αυτής, μετά της οποίας θεωρείται ότι συνεκκαλείται και η προαναφερθείσα μη οριστική απόφαση, κατά το μέρος, που δεν ανακλήθηκε (έστω και αν η έφεση δεν απευθύνεται κατ’ αυτής (άρθρο 513 § 2 ΚΠολΔ) (ΕφΠειρ 197/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), παραπονούνται με τις υπό κρίση αντίθετες εφέσεις τους αμφότεροι οι διάδικοι (ενάγων και δεύτερη εναγόμενη), οι οποίοι ζητούν ,για τους λόγους που εκθέτουν σ` αυτές και αφορούν στην εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, και την πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων, την εξαφάνιση της, ώστε κατά μεν το αιτητικό της με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………../2019 έφεσης του ενάγοντος να γίνει η αγωγή του καθ’ολοκληρία δεκτή και κατά το αιτητικό της με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …………/2019 έφεσης της δεύτερης εναγόμενης να απορριφθεί η σε βάρος της αγωγή.
ΙΙΙ. Από την επανεκτίμηση της κατάθεσης του μάρτυρα απόδειξης, που εξετάστηκε ενόρκως ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, η οποία περιέχεται στα ταυτάριθμα με την με αριθμό 2669/2015 απόφαση του, τις με αριθμούς ……/18-11-2019 και ……./19-11-2019 και ……./20-11-2019 ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον της συμβολαιογράφου Πατρών, ………., που ο εκκαλών-ενάγων προσκομίζει παραδεκτά το πρώτον ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 529 παρ.1 ΚΠολΔ), για τις οποίες η αντίδικος κλητεύθηκε νόμιμα σε συγκεκριμένες ημέρες και ώρες (βλ. υπ’αρίθμ. ……../ 13-11-2019 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Εφετείο Αθηνών, ………..), ώστε να δύναται ευχερώς να παρασταθεί κατά την λήψη τους, ενώ τα όσα περί του αντιθέτου αυτή διατείνεται τυγχάνουν απορριπτέα ως αβάσιμα, τις με αριθμούς ……./2018 και ……../2018 εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης των διορισθέντων με τη με αριθμό 1351/2016 μη οριστική απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου πραγματογνωμόνων, …………, χειρούργου ορθοπεδικού ιατρού, και ……….., πλαστικού χειρούργου ιατρού, -οι οποίες, σε αντίθεση με όσα αβασίμως υποστηρίζει η εναγόμενη με τον πρώτο λόγο της έφεσης της, δεν πάσχουν ακυρότητας, επειδή ο ενάγων δεν δέχθηκε να εξετασθεί από το νομίμως διορισθέντα τεχνικό της σύμβουλο, ………., ούτε κάλεσε τον τελευταίο να παρασταθεί κατά την εξέταση του από τους πραγματογνώμονες ιατρούς, δεδομένου ότι η αφορώσα στην διενέργεια πραγματογνωμοσύνης ιατρική εξέταση δεν είναι διαδικαστική πράξη κατά την έννοια των άρθρων 382 § 1 και 392 παρ. 2 Κ.Πολ.Δικ. και γι`αυτό δεν υφίσταται παραβίαση των επικαλουμένων διατάξεων των άρθρων 391 και 392 του ΚΠολΔ από την μη κλήτευση για παράσταση σ`αυτήν της εναγομένης και του τεχνικού της συμβούλου (ΑΠ 1024/2014 715/2006, ΕφΛαρ 160/2007 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ)- τα έγγραφα, που νομίμως προσκομίζονται με επίκληση από τους διαδίκους, μεταξύ των οποίων και αυτά της ποινικής δικογραφίας και οι φωτογραφίες, των οποίων η γνησιότητα δεν αμφισβητήθηκε, καθώς και από την δικαστική ομολογία της εναγόμενης σχετικά με την αποκλειστική υπαιτιότητα του ασφαλισμένου της, υπαίτιου οδηγού, για το ένδικο ατύχημα, και τα διδάγματα της κοινής πείρας αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά. Στις 6 Μαΐου 2012, ημέρα Κυριακή και περί ώρα 18:10, υπό συνθήκες φωτισμού ημέρας, ο ενάγων οδηγούσε τη με αριθμό κυκλοφορίας ………. δίκυκλη μοτοσικλέτα, ιδιοκτησίας του, και κινούταν επί της οδού Κρήνης στην Πάτρα Αχαΐας με κατεύθυνση προς Κεφαλόβρυσο. Η οδός Κρήνης είναι ασφαλτοστρωμένη, διπλής κατεύθυνσης, με ένα ρεύμα κυκλοφορίας ανά κατεύθυνση και συνολικό πλάτος οδοστρώματος 6,70 μέτρα, εμφανίζουσα καμπύλη με ανωφέρεια. Στο ρεύμα πορείας προς Κεφαλόβρυσο, η οδός Κρήνης διασταυρώνεται στα δεξιά με την οδό Αγίας Παρασκευής. Κατά τον χρόνο εκείνο η κυκλοφορία των οχημάτων και πεζών ήταν αραιή ενώ η ορατότητα δεν περιοριζόταν και επικρατούσε καλοκαιρία. Κατά τον ίδιο ως άνω χρόνο, ο ………. (υπαίτιος οδηγός και ασφαλισμένος στην εναγομένη), οδηγώντας το με αριθμό κυκλοφορίας ………. ΙΧΕ αυτοκίνητο, ιδιοκτησίας της (μη διαδίκου) ………., που ήταν ασφαλισμένο, ως συνομολογείται, για την έναντι τρίτων αστική ευθύνη στην εναγομένη, κινούταν επί της ίδιας ως άνω οδού, στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας, με κατεύθυνση προς Κρήνη, με πρόθεση να εκτελέσει αλλαγή κατεύθυνσης προς τα αριστερά, διασχίζοντας το αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας της οδού Κρήνης, για να εισέλθει εν συνεχεία στην οδό Αγίας Παρασκευής. Καθ’ ο χρόνο ο ενάγων πλησίαζε με τη δίκυκλη μοτοσικλέτα του στη διασταύρωση των οδών Κρήνης και Αγίας Παρασκευής, ο οδηγός του αυτοκινήτου, δίχως να κινηθεί προοδευτικά προς τον άξονα της οδού για να αλλάξει κατεύθυνση προς τα αριστερά και μη έχοντας προηγουμένως βεβαιωθεί ότι δεν θα προκαλέσει κίνδυνο των λοιπών χρηστών της οδού, εισήλθε στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας, με αποτέλεσμα να προσκρούσει με το εμπρόσθιο αριστερό τμήμα του οχήματος του στο αριστερό μέρος της κινούμενης σύννομα και οδηγούμενης από τον ενάγοντα δίκυκλης μοτοσικλέτας. Με βάση τα ανωτέρω ομολογημένα πραγματικά περιστατικά, αποκλειστικά υπαίτιος του ένδικου ατυχήματος είναι ο οδηγός του ασφαλισμένου στην εναγομένη αυτοκινήτου (…………), ο οποίος από έλλειψη της προσοχής, την οποία όφειλε να καταβάλει ως μέσος συνετός οδηγός, κατά τους κανόνες του κώδικα οδικής κυκλοφορίας, δεν πλησίασε, ως έδει, προοδευτικά στον άξονα της οδού Κρήνης, ενόψει της υφιστάμενης κάθετης διασταύρωσης με την οδό Αγ. Παρασκευής και της πρόθεσης του να επιχειρήσει αλλαγή κατεύθυνσης προς τα αριστερά και δεν παραχώρησε προτεραιότητα στο κινούμενο στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας όχημα του ενάγοντα. Αντιθέτως επιχείρησε να διασχίσει κάθετα το αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας, διενεργώντας ελιγμό προς τα αριστερά, δίχως προηγουμένως να βεβαιωθεί ότι μπορούσε να πράξει τούτο χωρίς κίνδυνο ή παρακώλυση των λοιπών χρηστών της οδού, λαμβάνοντας υπόψη τη θέση, την κατεύθυνση και την ταχύτητα τους, κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 330 εδ.β ΑΚ, 12 παρ. 1, 16 παρ. 4, 21 παρ. 1, 23 παρ 2 του Ν. 2696/1999 (ΚΟΚ). Τα ανωτέρω έγιναν δεκτά πρωτοδίκως και η εκκαλουμένη απόφαση δεν προσβάλλεται με λόγο έφεσης κατά το μέρος αυτό. Λόγω της σύγκρουσης, η μοτοσικλέτα, ιδιοκτησίας του ενάγοντα, μάρκας HONDA RD-11, 647 cc, έτους πρώτης κυκλοφορίας 8-3-2005, υπέστη ζημίες, για την αποκατάσταση των οποίων απαιτείται το ποσό των 240 ευρώ για δύο καλάμια εμπρός, για ένα τιμόνι το ποσό των 75 ευρώ, για ένα τσαφ τιμονιού το ποσό των 268 ευρώ, για δύο καθρέπτες το ποσό των 48 ευρώ, για δύο χούφτες τιμονιού το ποσό των 56 ευρώ, για ένα φέριγκ δεξιό το ποσό των 268 ευρώ, για μία ζελατίνα το ποσό των 140 ευρώ, για δύο κάγκελα μοτέρ το ποσό των 120 ευρώ, για ένα καπάκι αριστερό πίσω το ποσό των 140 ευρω, για μία κλειδαριά καπακιού αρ. πίσω το ποσό των 37 ευρώ, για ένα οπίσθιο φλας το ποσό των 56 ευρώ, για μία βαλίτσα 42 λίτρα, το ποσό των 140 ευρώ, για ένα μασπιέ συνοδηγού το ποσό των 34 ευρώ, για μία βάση μασπιέ συνοδηγού το ποσό των 98 ευρώ, για ένα δισκόφρενο δεξιό το ποσό των 120 ευρώ, για μία κεντρική μάσκα εμπρός το ποσό των 147 ευρώ, για ένα κριπ τιμονιού το ποσό των 18 ευρώ, για πεντάλ φρένου το ποσό των 42 ευρώ, για μία μανέτα δεξιά το ποσό των 27 ευρώ, για δύο φυσούνες τιμονιού το ποσό των 42 ευρώ, ήτοι συνολικά για την αποκατάσταση της (από τεχνική άποψη) επισκευάσιμης ζημίας, θα απαιτηθεί το ποσό των 2.401 ευρώ μετά ΦΠΑ (βλ. την από 27-5-2014 προσφορά της αντιπροσώπου επισκευών μοτοσυκλετών ΗΟΝDA, ………..). Περαιτέρω, η ως άνω μοτοσικλέτα του ενάγοντος, η αξία της οποίας κατά τον χρόνο του ατυχήματος ανερχόταν στο ποσό των 3.000 ευρώ (βλ. προσκομιζόμενη σχετική αγγελία πώλησης), υπέστη και μείωση της αγοραστικής της αξίας, που ομοίως συνιστά αποκαταστατέα ζημία (διότι μεγάλη μερίδα του κοινού αποφεύγει την αγορά επισκευασμένων μετά από ατύχημα οχημάτων, έχοντας την υποψία ότι μπορεί να κρύβουν ελαττώματα), η οποία εκτιμάται ότι ανέρχεται σε ποσοστό 15% της αξίας της (3.000 χ 15%), δηλαδή σε 450 ευρώ, ενόψει του είδους αλλά και της εκτάσεως των ζημιών της. Κατά συνέπεια, η συνολική αποζημίωση, που δικαιούται ο ενάγων για τον λόγο αυτό, ανέρχεται στο ποσό των 2.851 ευρώ (2401 ευρώ+ 450 ευρώ), συμπεριλαμβανομένου και του Φ.Π.Α, παρά τα όσα περί του αντιθέτου υποστηρίζει η εναγομένη, καθόσον η θετική ζημία του εν προκειμένω συνίσταται στο ποσό της δαπάνης, που απαιτείται για την αποκατάσταση των ζημιών του οχήματος του και την επαναφορά αυτού στην πριν από το ατύχημα κατάσταση, η οποία γεννάται αμέσως μετά την προσβολή, καίτοι δεν αγοράστηκαν τα ανταλλακτικά και δεν έλαβαν χώρα οι εργασίες επισκευής (βλ. και ΕφΑθ 4580/2006, ΕφΑθ 5897/2005 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Το ως άνω ποσό, εξάλλου, δεν υπερβαίνει την προαναφερόμενη αξία της μοτοσικλέτας και ως εκ τούτου δεν κρίνεται ασύμφορη η επισκευή της, λόγω ολοσχερούς καταστροφής με την οικονομική έννοια του όρου, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται η εναγόμενη, η οποία αν και προσδιορίζει την αξία αυτής στο ποσό των 1.000 ευρώ, ουδέν στοιχείο προσκομίζει σχετικά. Επομένως, και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που έκρινε το ίδιο και αναγνώρισε τον ενάγοντα δικαιούχο της ανωτέρω αποζημίωσης δεν έσφαλε και ο σχετικός όγδοος λόγος της έφεσης της εναγόμενης, με τον οποίο υποστηρίζει τα αντίθετα, πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος.
IV. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι λόγω της ένδικης σύγκρουσης και της συνακόλουθης πτώσης του ενάγοντα στο οδόστρωμα, καταστράφηκε ο ρουχισμός του και δη το παντελόνι και το σακάκι του, η αξία των οποίων ανέρχεται στο ποσό των 90 ευρώ και 110 ευρώ αντίστοιχα, και συνολικά 200 ευρώ, όση και η αξία μέσης ποιότητας αντίστοιχου ρουχισμού, δεδομένου ότι δεν αποδείχθηκε κάτι διαφορετικό, ενώ ομοίως δεν αποδείχθηκε ότι καταστράφηκε το ρολόι, το υποκάμισο και τα υποδήματα του, όπως αβασίμως αυτός υποστηρίζει με την αγωγή του αλλά και τον πέμπτο λόγο της έφεσης του. Επομένως και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που δέχθηκε τα ίδια και αναγνώρισε τον ενάγοντα δικαιούχο αποζημίωσης του ανωτέρω ποσού για την αιτία αυτή δεν έσφαλε, απορριπτόμενου ως αβασίμου του ως άνω λόγου της έφεσης του ενάγοντος.
V. Με τη διάταξη της παραγρ. 3 του άρθρου 930 ΑΚ, το οποίο αναφέρεται στην κατ` άρθρο 928-929 ΑΚ υποχρέωση αποζημιώσεως λόγω θανατώσεως ή βλάβης του σώματος ή της υγείας προσώπου, ορίζεται ότι η αξίωση αποζημιώσεως δεν αποκλείεται εκ του ότι κάποιος άλλος έχει την υποχρέωση να αποζημιώσει ή να διατρέφει αυτόν που αδικήθηκε. Με τη διάταξη αυτή o νομοθέτης για να αποτρέψει την ανεπιεική λύση της απαλλαγής (ολικής ή μερικής) του ζημιώσαντος εισάγει ειδικά για τις περιπτώσεις υποχρέωσης αποζημιώσεως ένεκα θανατώσεως ή βλάβης του σώματος ή της υγείας προσώπου των άρθρων 928 και 929 ΑΚ εξαίρεση από την αρχή του καταλογισμού των ωφελειών ή συνυπολογισμού ζημίας και κέρδους (Ολομ.ΑΠ 807/1973). Η ΑΚ 930 παρ. 3 αποτελεί έκφραση μιας γενικότερης αρχής ότι σε περίπτωση προσβολής της ζωής, του σώματος ή της υγείας προσώπου με αδικοπραξία ο υπεύθυνος δεν απαλλάσσεται της αστικής ευθύνης από το ότι τρίτος υποχρεούται από σύμβαση ή από το νόμο σε ορισμένη παροχή προς τον παθόντα ή τους οικείους του. Η παροχή αυτή σκοπό έχει την εξασφάλιση και ανακούφιση του ζημιωθέντος και όχι την απαλλαγή του ζημιώσαντος. Ο παραπάνω σκοπός της ΑΚ 930 παρ. 3 επιβάλλει την όσο το δυνατόν ευρεία ερμηνεία αυτής. Σύμφωνα έτσι με την παραπάνω γενική αρχή, η διάταξη του άρθρου 930 παρ. 3 ΑΚ, παρά το ότι από τη γραμματική διατύπωσή της φαίνεται να αφορά στις περιπτώσεις που κάποιος άλλος έχει υποχρέωση να αποζημιώσει ή να διατρέφει αυτόν που ζημιώθηκε, αυτή εφαρμόζεται σε κάθε παροχή τρίτου, ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου, είτε στηρίζεται σε σύμβαση, είτε στο νόμο, είτε γίνεται εκουσίως χωρίς νομική υποχρέωση και αποβλέπει στην άρση ή μείωση των συνεπειών της προσβολής κατά της ζωής, του σώματος ή της υγείας προσώπου και όχι να ωφελήσει το βλάψαντα, του οποίου αφήνεται άθικτη η υποχρέωση αποζημιώσεως. Από τα παραπάνω συνάγεται ότι “άλλος” με την έννοια της ΑΚ 930 παρ. 3 μπορεί να είναι οποιοσδήποτε τρίτος (Δημόσιο, ασφαλιστικοί οργανισμοί, ασφαλιστικές εταιρίες, ιδιώτης, συγγενείς, εργοδότης κ.λπ.). Επομένως, κατ` εφαρμογή της παραπάνω διάταξης του άρθρου 930 παρ. 3 ΑΚ, ο παθών από αδικοπραξία δικαιούται σε σωρευτική απόληψη, πέραν των παροχών τρίτου, και της οφειλομένης από τον αδικοπραγήσαντα αποζημιώσεως (ΑΠ 152/2017, ΑΠ 1488/2014, ΑΠ 384/2013, ΑΠ 1111/2012, ΑΠ 347/2009). Ειδικότερα, η υποχρέωση του τρίτου προς παροχή μπορεί να στηρίζεται και σε σχέση δημοσίου δικαίου, όπως στην περίπτωση που παρέχεται από το Δημόσιο μισθός ή σύνταξη σε πρόσωπο, που δεν μπορεί να προσφέρει εργασία λόγω ανικανότητάς του από ατύχημα. Η δυνατότητα όμως αυτή για την απόκτηση, δηλαδή, από τον παθόντα αθροιστικά της αποζημίωσης που του οφείλει αυτός που τον ζημίωσε και της παροχής του τρίτου, δεν υφίσταται, όταν ο νομοθέτης ορίζει διαφορετικά, όπως συμβαίνει κατά το άρθρο 18 του ν. 1654/1986, σύμφωνα με το οποίο η αξίωση αποζημίωσης του παθόντος μεταβιβάζεται από το νόμο στο ΙΚΑ, όταν αυτό κατέβαλε ή υποχρεούται να καταβάλει στον παθόντα κοινωνική ή ασφαλιστική παροχή προς κάλυψη της ζημίας του (ΑΠ 152/2017, ΑΠ 1361/2013, ΑΠ 598/2009, ΑΠ 116/2010), είτε κατά τη διάταξη του άρθρου 47 παρ. 6 του Ν. 3518/2006, η οποία δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ Α’ 272/21-12-2006 και έκτοτε τέθηκε σε ισχύ, σύμφωνα με την οποία η διάταξη του άρθρου 18 του Ν. 1656/1964 έχει ανάλογη εφαρμογή και στους ασφαλιστικούς οργανισμούς ελευθέρων επαγγελματιών, ανεξάρτητα απασχολούμενων, καθώς και στους ΟΓΑ. Τα ανωτέρω επίσης ισχύουν και ως προς τις δαπάνες σε χρήμα για παροχές υγείας σε είδος, τις οποίες προσφέρει ο Ε.Ο.Π.Υ.Υ. καθόσον, μετά την μεταβίβαση του κλάδου υγείας των ΙΚΑ – ΕΤΑΜ, Ο.Α.Ε.Ε., Ε.Τ.Α.Α. και του Ο.Π.Α.Δ. στον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. με το άρθρο 17 § 2 του Ν. 3.918/2011 (ΦΕΚ Α` 31/02.03.2011) ως προς τις παροχές υγείας σε είδος, με το άρθρο 29 § 2 του Ν. 4.272/2014 (ΦΕΚ Α 145/11.07.2014) προστέθηκε στο άρθρο 29 του Ν. 3.918/2011 παράγραφος 5 σύμφωνα με την οποία «Οι διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 10 του ν.δ. 4104/1960, καθώς και οι διατάξεις του β.δ. 226/23.02/21.03.1973 έχουν ανάλογη εφαρμογή και στον Ε.Ο.Π.Υ.Υ., όσον αφορά την υγειονομική περίθαλψη σε είδος, σε περίπτωση τροχαίου ατυχήματος, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ενιαίου Κανονισμού Παροχών Υγείας του Ε.Ο.Π.Υ.Υ.». Η ως άνω εκχώρηση υπέρ του Ε.Ο.Π.Υ.Υ. καταλαμβάνει μόνο τις αξιώσεις του παθόντος για ατυχήματα, τα οποία λαμβάνουν χώρα μετά τη θέση σε ισχύ του νόμου αυτού στις 11.07.2014 και δεν καταλαμβάνουν γεγενημένες αξιώσεις προ του χρονικού αυτού σημείου, ως προς τις οποίες τυγχάνει εφαρμογής η διάταξη του άρθρου 930 § 3 Α.Κ. (Αθ. Κρητικός, Αποζημίωση από τροχαία αυτοκινητικά ατυχήματα Εκδ. 2014, Συμπλήρωμα στην έκδοση του έτους 2008 σελ. 131). Εν προκειμένω, όπως αποδείχθηκε, ο ενάγων αμέσως μετά το ατύχημα διακομίσθηκε στο νοσοκομείο «Άγιος Ανδρέας» στην Πάτρα, όπου διαπιστώθηκε επιπεπλεγμένο ανοιχτό κάταγμα β’ βαθμού της αριστερής κνήμης και της αριστερής περόνης, καθώς και αποσπασματικά κατάγματα του 2ου και 3ου μεταταρσίου του αριστερού άκρου ποδός. Εξ αυτών, τα μεν κατάγματα της κνήμης αντιμετωπίστηκαν χειρουργικά με την μέθοδο της εξωτερικής αλλά και της εσωτερικής οστεοσύνθεσης, ενώ τα κατάγματα του αριστερού άκρου ποδός (μεταταρσίων) συντηρητικά με ακινητοποίηση σε γύψινο νάρθηκα. Ο ενάγων παρέμεινε νοσηλευόμενος στο ως άνω νοσοκομείο μέχρι τις 14-5-2012, οπότε και εξήλθε με οδηγίες για αποφυγή φόρτισης του αριστερού σκέλους και παρακολούθηση στα εξωτερικά ιατρεία της κλινικής, ενώ έξι μήνες αργότερα αφαιρέθηκε και η εξωτερική οστεοσύνθεση. Συνολικά δε για τις ανάγκες νοσηλείας του απαιτήθηκε το ποσό των 709,90 ευρώ, το οποίο καταβλήθηκε από τον ασφαλιστικό του φορέα (ΕΟΠΥΥ). Η εναγόμενη με τον δεύτερο λόγο της έφεσης της παραπονείται για εσφαλμένη κρίση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, με την οποία αναγνωρίστηκε ο ενάγων δικαιούχος ισόποσης αποζημίωσης για την ανωτέρω αιτία, ισχυριζόμενη, ότι λόγω της καταβολής του ποσού των 709,90 ευρώ από τον ΕΟΠΥΥ, ο ενάγων δεν νομιμοποιείται ενεργητικά στην έγερση της σχετικής αξίωσης. Ο λόγος αυτός είναι αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί, καθόσον οι ένδικες αξιώσεις του αρχικώς ασφαλισμένου στον ΟΠΑΔ ενάγοντος αστυνομικού δεν καταλαμβάνονται, σύμφωνα με τα ανωτέρω, από τη διάταξη του άρθρου 29 παρ.5 του ν. 3.918/2011, διότι γεννήθηκαν πριν τις 11.07.2014, με συνέπεια ως προς αυτές να τυγχάνει εφαρμογής η διάταξη του άρθρου 930 § 3 Α.Κ. Επιπλέον, αποδείχθηκε ότι ο ενάγων, για το χρονικό διάστημα από την έξοδο του από το νοσοκομείο στις 14-5-2012 μέχρι και το μήνα Απρίλιο έτους 2013, δηλαδή για ένα περίπου έτος, χρειάστηκε τη συνδρομή τρίτου προσώπου, λόγω της αδυναμίας αυτοεξυπηρέτησης του ως προς την κάλυψη των βασικών-στοιχειωδών του αναγκών, δοθέντος ότι αρχικά ήταν σε πλήρη ακινησία και εν συνεχεία περπατούσε με τη χρήση πατερίτσας, και δη για το πρώτο εξάμηνο σε 24ωρη βάση, δηλαδή έως την αφαίρεση της εξωτερικής οστεοσύνθεσης), ενώ για τους υπόλοιπους έξι μήνες σε 12ωρη βάση. Το ως άνω γεγονός, δηλαδή η αδυναμία του ενάγοντος για αυτοεξυπηρέτηση, που διήρκησε μέχρι και τον Απρίλιο του έτους 2013, και όχι το Σεπτέμβριο του έτους 2013, όπως αβασίμως υποστηρίζεται με την αγωγή, προκύπτει σαφώς και από το περιεχόμενο του υπ’ αριθμ. ………/9-5-2013 πιστοποιητικού νοσηλείας των εξωτερικών ιατρείων του Ορθοπεδικού τμήματος του Νοσοκομείου «Άγιος Ανδρέας», που του χορηγήθηκε αυθημερόν μετά από εξέταση του, σύμφωνα με το οποίο συνίσταται σε αυτόν εργασία γραφείου για τρεις μήνες, ενώ και στην από 21-5-2013 (με αριθμό πρωτοκόλλου ……./2013) γνωμάτευση της Ανώτατης Υγειονομικής Επιτροπής Αθηνών, αναφέρεται ότι μετά από αυτοπρόσωπη εξέταση του ασθενούς-ενάγοντος, αυτός παρουσίαζε κάταγμα αριστερής κνήμης πωρωθέν με αναφερόμενα ήπια λειτουργικά ενοχλήματα, σε αντίθεση με την προηγούμενη από 19-3-2013 γνωμάτευση της ίδιας επιτροπής (αριθμό πρωτοκόλλου ……./2013), όπου γίνεται λόγος για λειτουργικά ενοχλήματα (μυϊκή αδυναμία –δυσκαμψία). Αντιθέτως, τα όσα υποστηρίζει ο ενάγων περί ανάγκης υποκατάστατης βοήθειας για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα ουδόλως αποδείχθηκαν, καθόσον τα εκ μέρους του προσκομιζόμενα έγγραφα-ιατρικές γνωματεύσεις, έχουν εκδοθεί πολύ μεταγενέστερα και δεν βασίζονται σε εξέταση του κατά το ως άνω κρίσιμο χρονικό διάστημα από τους γνωματεύοντες ιατρούς, αλλά στηρίζονται σε δικές του αναφορές, ενώ τέλος, σε ό,τι αφορά τη χορήγηση σε αυτόν αναρρωτικών αδειών μέχρι τον Σεπτέμβριο του έτους 2013, η ανικανότητα του για εργασία ως μάχιμος αστυνομικός με δικαίωμα να φέρει όπλο δεν συνεπάγεται δίχως άλλο και την ανικανότητα του να αυτοεξυπηρετείται εντός της οικίας του. Ομοίως, εξάλλου, απορριπτέος ως αναπόδεικτος τυγχάνει και ο αρνητικός ισχυρισμός της εναγομένης, ότι ο ενάγων ουδέποτε έχρηζε βοήθειας επι 24ωρου βάσεως από τρίτο πρόσωπο ούτε αδυνατούσε να αυτοεξυπηρετηθεί για 12 μήνες, ενώ η προσκομιζόμενη σχετικά από 3-11-2014 γνωμάτευση του ιατρού ιατροδικαστή ……, είναι πολύ μεταγενέστερη του κρίσιμου χρόνου και έγινε μετά από εκτίμηση του ιατρικού του φακέλου και όχι κατ’ιδίαν εξέταση του ενάγοντος. Περαιτέρω, αποδείχθηκε, ότι ο ενάγων προς κάλυψη των ως άνω αυξημένων αναγκών του δεν προσέλαβε υποκατάστατη δύναμη, αλλά δέχθηκε τις χωρίς αντάλλαγμα υπηρεσίες, που του παρείχαν συγγενικά του πρόσωπα και συγκεκριμένα η θεία του, …………., η πεθερά του, ………… και η πρώτη εξαδέρφη του, …………, οι οποίες αποτιμώνται κατά τα ειωθότα και διδάγματα της κοινής πείρας, στο εύλογο ποσό των 000 ευρώ το μήνα (για ημερήσια απασχόληση όλο το 24ωρο), και 1500 ευρώ το μήνα (για απασχόληση επι 12 ώρες ημερησίως) δοθέντος ότι δεν αντιστοιχούσαν στις υπηρεσίες αποκλειστικής, ή ακόμη και πρακτικής νοσοκόμας με ειδικές γνώσεις και εμπειρία, τις οποίες εξ άλλου δεν είχαν τα πρόσωπα αυτά. Ήτοι, συνολικά για όλο το κρίσιμο χρονικό διάστημα οι παρασχεθείσες σε αυτόν υπηρεσίες των ανωτέρω προσώπων αποτιμώνται στο ποσό των 25.500 ευρώ [και πλέον συγκεκριμένα: για το διάστημα των 15 ημερών για το μήνα Μάιο έτους 2012, σε 1.500 ευρώ, για το μήνα από Ιούνιο έως και Οκτώβριο (απασχόληση επι 24ωρου βάσεως) στο ποσό των 3.000 ευρώ χ 5 = 15.000 ευρώ και για τους μήνες από Νοέμβριο έτους 2012 έως και Απρίλιο έτους 2013 (απασχόληση επι 12ώρου βάσεως 1.500 ευρώ Χ 6 μήνες) στο ποσό των 9.000 ευρώ)]. Το ως άνω ποσό, που ο ενάγων θα ήταν υποχρεωμένος να καταβάλει σε τρίτο, τον οποίο θα προσλάμβανε για το σκοπό αυτό, υπό τις ίδιες συνθήκες, δικαιούται να αξιώσει από την εναγομένη με βάση τις διατάξεις των άρθρων 929 και 930 παρ. 3 του ΑΚ, έστω και αν στην συγκεκριμένη περίπτωση ουδέν ποσό κατέβαλε στα προαναφερόμενα συγγενικά του πρόσωπα (ΕφΑθ 513/2018, ΕφΑθ745/2018 ΤΝΠ). Συνακόλουθα, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε διαφορετικά και αναγνώρισε τον ενάγοντα δικαιούχο μικρότερης αποζημίωσης για την αιτία αυτή, ποσού 21.000 ευρώ έσφαλε κατά την εκτίμηση των αποδείξεων, δεκτού γενομένου ως ουσιαστικά βάσιμου του τρίτου λόγου της έφεσης του ενάγοντος, και απορριπτόμενου αντιστοίχως ως αβάσιμου του τρίτου λόγου της έφεσης της εναγομένης.
VI. Περαιτέρω, ουδόλως αποδείχθηκε, ότι ο ενάγων είχε ανάγκη λήψης βελτιωμένης διατροφής, για την οποία να υποβλήθηκε σε αυξημένες δαπάνες κατά τρόπο που να επηρεάζεται ο οικογενειακός του προϋπολογισμός, καθόσον δεν προσκομίζεται κάποιο έγγραφο των θεραπόντων ιατρών του, με το οποίο να προτείνεται η λήψη συγκεκριμένων ειδών διατροφής πέραν των συνήθων, που περιλαμβάνονται στο διαιτολόγιο του σύγχρονου ανθρώπου, που πλέον εμπεριέχει τα απαραίτητα για τη σωματική υγεία και ευεξία διατροφικά είδη, όπως γαλακτοκομικά, κρέας, ψάρι και φρούτα. (ΑΠ 782/2017, Τ.Ν.Π. Νόμος, ΕφΠατρ 50/2020, ΕφΔωδ 199/2019, ΕφΛαμ 19/2017, ΕφΠειρ 240/2016, ΕφΠατρ 76/2016, Τ.Ν.Π. Νόμος). Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, ορθώς απέρριψε ως αβάσιμο, το σχετικό αγωγικό αίτημα περί αποζημίωσης για την δαπάνη λήψης βελτιωμένης διατροφής, και ο σχετικός τέταρτος λόγος της έφεσης του ενάγοντος, με τον οποίο υποστηρίζει τα αντίθετα πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.
VII. Αποδείχθηκε ακόμη ότι ο ενάγων, που κατά το χρόνο του ατυχήματος, υπηρετούσε ως αστυνομικός με το βαθμό του Αρχιφύλακα στο τμήμα της Τροχαίας Πατρών, παρέμεινε εκτός εργασίας από 6-5-2012 έως 10-9-2013, τεθείς σε υποχρεωτική αναρρωτική άδεια (βλ. σχετικές αποφάσεις της Ανώτατης Υγειονομικής Επιτροπής της Ελληνικής Αστυνομίας, που προσκομίζονται από τον ενάγοντα-εκκαλούντα). Κατά το εν λόγω χρονικό διάστημα και συγκεκριμένα για το διάστημα των μηνών Μαΐου έως και Δεκεμβρίου του έτους 2012, οι δικαιούμενες ακαθάριστες αποδοχές του, συμπεριλαμβανομένου και του δώρου Χριστουγέννων, ανέρχονται στο ποσό των 16.761,01 ευρώ, ενώ για τους μήνες Ιανουάριο έως και Σεπτέμβριο του έτους 2013 στο ποσό των 16.007,84 ευρώ, και συνολικά για όλο το προαναφερόμενο χρονικό διάστημα στο ποσό των 32.768,85 ευρώ. Κατά συνέπεια, ο ενάγων δικαιούται να απαιτήσει από την υπόχρεο σε αποζημίωση εναγομένη, τα προαναφερθέντα ποσά των αποδοχών του, ασχέτως αν τα εισέπραξε ή έστω δικαιούται να τα εισπράξει από τον οικείο φορέα του, Ελληνικό Δημόσιο (κανόνας της σωρευτικής απόληψης των παροχών, κατ’ άρθρο 930 παρ. 3 ΑΚ). Επιπλέον, ο ενάγων κατά το διάστημα που απασχολείτο πραγματικά στην υπηρεσία του παρείχε τακτικά την εργασία του και πέραν του πενθημέρου (ήτοι κατά την ημέρα του Σαββάτου ή της Κυριακής), δικαιούμενος εκ του λόγου αυτού την καλούμενη «αποζημίωση πενθημέρου». Ειδικότερα, όπως προκύπτει από την με ημερομηνία 4 Νοεμβρίου 2014 βεβαίωση της Διεύθυνσης Αστυνομίας Αχαΐας, για τους μήνες Φεβρουάριο, Μάρτιο και Απρίλιο του έτους 2012, αυτός εργάστηκε πέραν του πενθημέρου λαμβάνοντας σχετική αποζημίωση, ποσού 46 ευρώ για εκάστη ημέρα επιπλέον εργασίας, ως ακολούθως: 4 ημέρες το μήνα Φεβρουάριο: (ημερομηνίες 4, 12, 18, 25), 5 ημέρες το μήνα Μάρτιο (ημερομηνίες 4 , 10, 17, 25, 31) και 4 ημέρες το μήνα Απρίλιο (ημερομηνίες 7, 15, 21, 29). Τις υπηρεσίες του δε αυτός θα συνέχιζε να παρέχει κατά μια επιπλέον ημέρα εβδομαδιαίως αν δεν μεσολαβούσε το επίδικο συμβάν, εξαιτίας του οποίου έλαβε αναρρωτική άδεια, κατά τα προαναφερόμενα. Για τον λόγο αυτό ο ενάγων απώλεσε σχετικά εισοδήματα, συνολικού ποσού 3.128 ευρώ (46 ευρώ χ 68 εβδομάδες). Ακόμη, αυτός για το ίδιο χρονικό διάστημα (από 6-5-2012 έως 10-9-2013) ως υπηρετών σε μάχιμη θέση θα απασχολούταν 64 ώρες μηνιαίως σε νυκτερινή υπηρεσία (σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην ως άνω βεβαίωση) αποκερδαίνοντας για το λόγο αυτό το συνολικό ποσό των 3.187,84 ευρώ (64 χ 2,93 ευρώ ωριαίως χ 17 μήνες), κατά τα οριζόμενα και στο ΠΔ 28/1986 (ΦΕΚ Α-11), περί χορήγησης επιδόματος αυξημένης επιχειρησιακής ετοιμότητας, το ύψος του οποίου καθορίζεται από 1/2003 σε 2,93 ευρώ ανά ώρα νυχτερινής απασχόλησης. Συνεπώς αυτός, δικαιούται αποζημίωσης για διαφυγόντα εισοδήματα, συνολικού ποσού 6.315,84 ευρώ. Επομένως, και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που έκρινε το ίδιο και αναγνώρισε τον ενάγοντα δικαιούχο ισόποσης αποζημίωσης για τις ανωτέρω αιτίες (τακτικές αποδοχές και διαφυγόντα εισοδήματα) δεν έσφαλε και ο πέμπτος λόγος της έφεσης της εναγομένης, με τον οποίο αυτή υποστηρίζει τα αντίθετα, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Αντιθέτως, δεν προέκυψε ότι ο ενάγων εργαζόταν και εκτός έδρας, καθόσον δεν προσκόμισε κάποια σχετική βεβαίωση από την υπηρεσία του, αντίστοιχη με αυτή που του χορηγήθηκε για την πέραν του πενθημέρου απασχόληση και την πραγματοποίηση νυκτερινής εργασίας, από την οποία να προκύπτει η παροχή σε τακτική βάση τέτοιας εργασίας. Κατά συνέπεια το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ορθώς απέρριψε το σχετικό αγωγικό κονδύλιο, και ο ενδέκατος λόγος της έφεσης του ενάγοντος κατά το σχετικό σκέλος του, με τον οποίο υποστηρίζει τα αντίθετα πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.
VIII. Στις 10-9-2013 ο ενάγων παραιτήθηκε από την Υπηρεσία του και συνταξιοδοτήθηκε (βλ. την υπ’αρίθμ. ……./2013 πράξη συνταξιοδότησης). Η παραίτηση του οφείλεται κατά κύριο λόγο σε προσωπική του επιλογή, δεδομένου ότι δεν θα μπορούσε πλέον να εκτελεί την εργασία, που εκτελούσε μέχρι τότε ως μάχιμος αστυνομικός με χρήση όπλου και μέλος της ομάδας ΔΙΑΣ, παρα μόνον να απασχολείται σε δουλειά γραφείου (βλ. το με αριθμό πρωτ. ………/9-5-2013 πιστοποιητικό νοσηλείας των εξωτερικών ιατρείων του Ορθοπεδικού Τμήματος του Γ. Νοσοκομείου Πατρών), την οποία, όμως, ουδόλως επιθυμούσε. Μάλιστα, στην ένδικη έφεση του (σελ. 71) αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι, εάν με απόφαση της Ανώτατης Υγειονομικής Υπηρεσίας της ΕΛΑΣ τοποθετούταν σε υπηρεσία γραφείου θα ασκούσε προσφυγή κατά αυτής επικαλούμενος ορθοπεδικά και ψυχιατρικά προβλήματα. Περαιτέρω, από την υπ’ αριθμ. πρωτ. ……../2013 συνταξιοδοτική πράξη προκύπτει, ότι αυτός έλαβε πλήρη σύνταξη, ποσού 1.344,35 ευρώ, στην οποία συνυπολογίστηκαν όλα τα από το νόμο σχετικώς προβλεπόμενα επιδόματα. Σύμφωνα με τα ανωτέρω, λόγω της ως άνω παραίτησης του ενάγοντος δεν υφίσταται αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ του ένδικου τραυματισμού του και της επικαλούμενης ζημίας του από απώλεια των μισθών του κατά το χρονικό διάστημα που επακολούθησε αυτής (από 10-9-2013) έως την κανονική συνταξιοδότηση του στις 7-4-2021, συνολικού ποσού 49.680 ευρώ. Επομένως, το πρωτόδικο Δικαστήριο ορθώς απέρριψε το σχετικό υπό στοιχ. Ια,β,γ αγωγικό αίτημα ως ουσιαστικά αβάσιμο, και ο ενδέκατος λόγος της έφεσης του ενάγοντος κατ το σχετικό σκέλος του, με τον οποίο υποστηρίζει τα αντίθετα, πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος.
ΙΧ. Περαιτέρω, αναφορικά με τις ασκούμενες αξιώσεις του ενάγοντος για επιδίκαση των αναγκαίων εξόδων για την πραγματοποίηση των χειρουργικών επεμβάσεων προς αποκατάσταση της λειτουργικότητας του αριστερού κάτω άκρου του και εξάλειψης των ουλών του από το ένδικο ατύχημα αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: Ο διορισθείς ιατρός πραγματογνώμονας, ………., που εξέτασε τον παθόντα στις 18-7-2018, αναφέρει τα εξής: «κατά τη σημερινή κλινική εξέταση ο ενάγων βαδίζει με χωλότητα από το αριστερό κάτω άκρο. Επισκοπικά εμφαίνονται: α) ο βαθμός ατροφίας του αριστερού τετρακέφαλου μυός και περισσότερο της αριστερής γαστροκνημικής σε σχέση με το υγιές (ΔΕ) κάτω άκρο, β) ραιβότητα-έξω γωνίωση της αριστερής κνήμης, γ) έξω στροφή του αριστερού άκρου ποδός κατά τη στήριξη, δ) οίδημα της αριστερής ποδοκνημικής άρθρωσης ε) βαθμός ατροφίας των μυών του αριστερού άκρου ποδός με ραχιαία προσβολή-γωνίωση των μεταταρσίων οστών, στο ύφος των καταγμάτων, στ) πρόσθια γωνίωση της περιοχής του κατάγματος της αριστερής κνήμης, ζ) μετεγχειριτική ουλή της πρόσθιας επιφάνειας της αριστερής κνήμης, μήκους 10 εκ. η) πολλαπλές ουλές διαστάσεως περίπου 1 εκ. εκάστη, από την τοποθέτηση της εξωτερικής οστεοσύνθεσης. Η λειτουργικότητα: α) του αριστερού γόνατος είναι περιορισμένη στην κάμψη κατά 15 μοίρες και στην έκταση κατά 5 μοίρες σε σχέση με το υγιές (ΔΕ) γόνατο, ενώ παράγεται κρηγμός κατά την παθητική κίνηση, ως ένδειξη αρχομένης μετατραυματικής αρθρίτιδος και ο ασθενής εμφανίζει άλγος στις τελικές θέσεις β) της αριστερής ποδοκνημικής αρθρώσεως είναι διαταραγμένη με ραχιαία υπολειπόμενη έκταση 10 μοιρών και πελματιαία υπολειπόμενη κάμψη 15 μοίρες σε σχέση με την υγιή (ΔΕ) ενώ είναι περιορισμένη η έσω στροφή (ραιβότητα) στο ήμισυ του φυσιολογικού. Παράγεται έντονος κρηγμός κατά την παθητική κίνηση της αρθρώσεως και ο ενάγων εμφανίζει έντονο άλγος στις τελικές θέσεις, γ) του άκρου ποδός και των μεταταρσιοφαλαγγικών αρθρώσεων με μικρό βαθμό περιορισμού της κάμψης και της έκτασης. Κατά την ψηλάφηση της περιοχής του κατάγματος αντίστοιχα στο ύψος της γωνιώσεως, η κίνηση του άκρου ποδός σε κάμψη και έκταση προκαλεί και άλγος στην ολίσθηση του προσθίου κνημιαίου μυός. Ο πρόσφατος ακτινολογικός έλεγχος της 3ης Ιουλίου 2018 δεικνύει τα ακόλουθα: α) πορωθέν κάταγμα της αριστερής κνήμης με προσθία παρεκτόπιση σε γωνίωση 10 μοίρες και με παρεκτόπιση σε ραιβότητα 15 μοίρες, με σχετικά ογκώδη οστικό πόρο και διοστική βίδα (μεταλλικό υλικό) να μην έχει αφαιρεθεί, β) στοιχεία αρχόμενης μετατραυματικής αρθρίτιδος της επιγονατιδομηριαίας αρθρώσεως αλλά και της άνω αρθρικής επιφανείας της αριστερής κνήμης, γ) έντονα στοιχεία μετατραυματικής αρθρίτιδος της αριστερής ποδοκνημικής άρθρωσης, δ) τα πορωθέντα κατάγματα των 2ου και 3ου μεταταρσίων οστών του αριστερού άκρου ποδός, σε παρεκτόπιση με ραχιαία γωνίωση και ραιβότητα». Περαιτέρω, ο ίδιος πραγματογνώμονας, αποφαίνεται αναφορικά με το τεθέν σε αυτόν από το Δικαστήριο ερώτημα, σχετικά με το εάν ο ενάγων υπέστη αναπηρία από το ένδικο ατύχημα, ως εξής : 1) Ο ενάγων, συνεπεία του τραυματισμού του κατά το επίδικο ατύχημα της 6ης Μαΐου 2012 κατά το οποίο υπέστη ανοικτό -επιπεπλεγμένο β’ βαθμού κάταγμα της αριστερής κνήμης και περόνης ως και κατάγματα των 2ου και 3ου μεταταρσίων του αριστερού άκρου ποδός, εμφανίζει σήμερα ατροφία του αριστερού κάτω άκρου, της αριστερής κνήμης και του αριστερού άκρου ποδός, προσθία γωνίωση και ραιβότητα της αριστερής κνήμης στο ύψος του κατάγματος από πλημμελή θέση πορώσεως, αρχόμενη μετατραυματική οστεοαρθρίτιδα του αριστερού γόνατος, λόγω διαταραχής των αξόνων λειτουργίας, μετατραυματική οστεοαρθρίτιδα της αριστερής ποδοκνημικής αρθρώσεως, λόγω της διαταραχής της στήριξης της κνήμης επί του άκρου ποδός, επώδυνη στήριξη λόγω των καταγμάτων των μεταταρσίων καθώς και διοστική βίδα υπάρχουσα μέχρι σήμερα στην περιοχή του κατάγματος της αριστερή κνήμης, υπόλειμμα της εσωτερικής οστεοσύνθεσης. Η ατροφία του αριστερού κάτω άκρου και κυρίως η απόκλιση-γωνίωση του κατάγματος καθώς και το άλγος της μετατραυματικής αρθρίτιδος, έχουν ως συνέπεια την έντονη χωλότητα (Αρ). 2) Η ανωτέρω υπολειμματική μετατραυματική βλάβη – δυσλειτουργία είναι μόνιμη και προβλέπεται στο μέλλον η ταχεία επιδείνωση της μετατραυματικής αρθρίτιδος, κυρίως της αριστερής ποδοκνημικής αρθρώσεως με συνέπεια την λίαν επώδυνη στήριξη και την εντονότατη χωλότητα. Ο ενάγων θα πρέπει το ταχύτερο να υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση αφαιρέσεως του υλικού της οστεοσύνθεσης, οστεοτομία και ανάταξη του κατάγματος της κνήμης με τοποθέτηση ενδομυελικού ήλου και χρήση οστικών μοσχευμάτων. Εφόσον η επέμβαση είναι επιτυχής θα καθυστερήσει η επιδείνωση της μετατραυματικής αρθρίτιδας της αριστερής ποδοκνημικής αρθρώσεως, χωρίς όμως να βελτιωθούν σημαντικά τα σημερινά λειτουργικά προβλήματα της ποδοκνημικής και του αριστερού γόνατος, τα οποία θα συνεχίσουν επιδεινούμενα με βραδύτερο ρυθμό. Η εν λόγω επέμβαση διενεργείται και στη χώρα μας, όμως υπάρχουν και εξειδικευμένα κέντρα στην αλλοδαπή με μεγαλύτερη εμπειρία στην αντιμετώπιση ανάλογων επιπλοκών και με εμφάνιση στατιστικών με υψηλότερα ποσοστά επιτυχίας. Το κόστος της επέμβασης, αν διενεργηθεί αυτή, σε ιδιωτικό θεραπευτήριο στη χώρα μας ανέρχεται σε 10.300 ευρώ και συγκεκριμένα: προεγχειρητικός έλεγχος 800 ευρώ, νοσηλεία τεσσάρων ημερών με αγωγή 1.000 ευρώ, έξοδα ναρκώσεως και χειρουργείου με υλικά 2.500 ευρώ, αμοιβή αναισθησιολόγου 600 ευρώ, αμοιβή χειρουργικής ομάδας 4.500 ευρώ. Θα απαιτηθεί σχήμα μετεγχειρητικά φυσικοθεραπείας με τουλάχιστον 30 συνεδρίες και κόστος 50 ευρώ εκάστη ως και μετεγχειρητική παρακολούθηση επί τετράμηνο τουλάχιστον με συνεχείς ακτινολογικούς ελέγχους και κόστος 1.500 ευρώ περίπου. Το κόστος της επέμβασης στην αλλοδαπή εξαρτάται από τα θεραπευτήριο και το επίπεδο νοσηλείας». Περαιτέρω, ο ίδιος πραγματογνώμονας αναφερόμενος στην αναγκαιότητα χειρουργικής επέμβασης στην περιοχή των μεταταρσίων (ενν. του αριστερού ποδός) αποφαίνεται ότι: «στην ιατρική γνωμάτευση του Ορθοπεδικού Χειρουργού κ. ………… της 15/12/2016 αναφέρεται η ανάγκη διορθωτικής οστεοτομίας των σε σχετική παρεκτόπιση πορωθέντων καταγμάτων των μεταταρσίων. Κατά την κρίση μου η εν λόγω επέμβαση σε μικρό βαθμό θα βελτιώσει τα επώδυνα ενοχλήματα του πέλματος. Το κόστος της επέμβασης σε ιδιωτικό θεραπευτήριο, αν διενεργηθεί στην Ελλάδα, ανέρχεται σε 6.900 ευρώ και συγκεκριμένα: προεγχειρητικός έλεγχος 500 ευρώ, νοσηλεία 3 ημερών 700 ευρώ, έξοδα ναρκώσεως και χειρουργείου με υλικά 1.200 ευρώ, αμοιβή αναισθησιολόγου 500 ευρώ, αμοιβή χειρουργικής ομάδας 3.500 ευρώ. Θα ακολουθήσει πρόγραμμα φυσικοθεραπείας με τουλάχιστον 20 συνεδρίες καθώς και μετεγχειρητική παρακολούθηση επί τρίμηνο και κόστος 1.000 ευρώ περίπου. Το κόστος της επέμβασης στο ………… αναγράφεται στην ίδια επιστολή της 29/10/2014. 3) Ο ένδικος τραυματισμός επέφερε στον ενάγοντα μόνιμη μετατραυματική αναπηρία σε ποσοστό 25% (ΦΕΚ 4591/27-12-2017, σελ. 61452 εδάφιο 2.3.-20 και σελ. 61451 εδάφιο 2.3-9). Συνεπεία του τραυματισμού του εμφανίζει επώδυνη στήριξη (αρ) και χωλότητα, αδυναμία στην παρατεταμένη ορθοστασία και συμμετοχή των κάτω άκρων, βαθμό δυσχέρειας στην οδήγηση οχήματος λόγω της επώδυνης δυσκαμψίας της αριστερής ποδοκνημικής αρθρώσεως αλλά και ολιγότερο του άλγους (αρ) πέλματος. Ο ενάγων αδυνατεί να αναλάβει οποιαδήποτε εργασία που απαιτεί ορθοστασία, βάδιση, μεταφορά βαρών, ανεβοκατέβασμα σκάλας και γενικά καταπόνηση των κάτω άκρων. Ο ενάγων αδυνατούσε και θα αδυνατεί δια βίου να αναλάβει τα καθήκοντα της εργασίας που μετήρχετο πριν τον τραυματισμό του. Η χωλότητα και η δυσμορφία της κνήμης λόγω της γωνιώσεως και της ατροφίας, έχει σαν συνέπεια την μετατραυματική ψυχική διαταραχή, ένεκα της οποίας ευρίσκεται υπό φαρμακευτική αγωγή και ιατρική παρακολούθηση. Ο ενάγων με τις ανωτέρω υπολειμματικές βλάβες είναι πρακτικά αδύνατον να τύχει πρόσληψης σε εργασία κοινωνικά και οικονομικά ισοδύναμης με αυτήν που μετήρχετο πριν τον τραυματισμό του, καθώς σε ανάλογη εργασία απαιτείται αρτιμέλεια και πλήρης λειτουργικότητα. Η χωλότητα και η δυσμορφία της αριστερής κνήμης έχουν επηρεάσει αρνητικά την κοινωνική του ζωή. Η συμμετοχή του σε αθλήματα με ορθοστασία και καταπόνηση των κάτω άκρων είναι αδύνατη». Από τις προαναφερθείσες διαπιστώσεις, οι οποίες δεν αντικρούονται βασίμως από κάποιο άλλο αποδεικτικό μέσο συνάγονται τα εξής: Ότι ο ενάγων εμφανίζει επώδυνη στήριξη και χωλότητα, αδυναμία στην παρατεταμένη ορθοστασία και την σχετική βάδιση, αδυναμία να αθληθεί σε πρόγραμμα με ορθοστασία και συμμετοχή των κάτω άκρων, βαθμό δυσχέρειας στην οδήγηση οχήματος λόγω της επώδυνης δυσκαμψίας της αριστερής ποδοκνημικής άρθρωσης. Ότι εφεξής θα δυσχεραίνεται στο να αναλάβει οποιαδήποτε εργασία που απαιτεί ορθοστασία και εν γένει σωματική καταπόνηση. Ότι εφεξής θα δυσχεραίνονται καθημερινές δραστηριότητες, όπως (ενδεικτικά) μεταφορά βαρών, ανεβοκατέβασμα σκάλας και γενικά καταπόνηση των κάτω άκρων. Ότι θα αδυνατεί δια βίου να τύχει πρόσληψης σε εργασία κοινωνικά και οικονομικά ισοδύναμης με αυτή που μετερχόταν προ του συμβάντος. Ότι παρατηρείται χωλότητα και δυσμορφία της αριστερής κνήμης. Ότι πέραν της μονιμότητας της προπεριγραφείσας μετατραυματικής βλάβης-δυσλειτουργίας, προβλέπεται στο μέλλον ταχεία επιδείνωση της μετατραυματικής αρθρίτιδας, με συνέπεια τη λίαν επώδυνη στήριξη και την εντονότατη χωλότητα. Ότι ο ενάγων επιβάλλεται το συντομότερον να υποβληθεί σε επέμβαση αφαίρεσης του υλικού οστεοσύνθεσης, οστεοτομία και ανάταξη του κατάγματος της κνήμης με τοποθέτηση ενδομυελικού ήλου και χρήση οστικών μοσχευμάτων, προκειμένου να καθυστερήσει (όχι, όμως, και να αποφευχθεί εντελώς) η περαιτέρω επιδείνωση της μετατραυματικής αρθρίτιδας. Ότι ακόμη και αν η επέμβαση είναι επιτυχής και καθυστερήσει (εν είδει ανάσχεσης) η επιδείνωση της μετατραυματικής αρθρίτιδας, τα σημερινά λειτουργικά προβλήματα της ποδοκνημικής και του αριστερού γόνατος, δεν θα βελτιωθούν σημαντικά αλλά θα συνεχίσουν επιδεινούμενα αν και με βραδύτερο ρυθμό. Ότι η διενέργεια χειρουργικής επέμβασης στην περιοχή των μεταταρσίων (αν και δεν αντενδείκνυται ως επικίνδυνη, όπως υποστηρίζει στην από 24-9-2018 έκθεση του ο τεχνικός σύμβουλος της εναγομένης ), πάντως θα έχει μικρά ποσοστά επιτυχίας, και τέλος, ότι οι σχετικές επεμβάσεις μπορούν να γίνουν κατ’επιλογή του ενάγοντος είτε στην ημεδαπή σε δημόσιο ή ιδιωτικό νοσοκομείο, είτε στη αλλοδαπή, όπου κατά τον πραγματογνώμονα υπάρχουν εξειδικευμένα κέντρα με μεγαλύτερη εμπειρία και υψηλότερα ποσοστά επιτυχίας. Ήδη δε, ο τελευταίος με την αγωγή του επιλέγει την αποκαταστατική θεραπεία του σε νοσηλευτικό ίδρυμα στην Μ. Βρετανία και συγκεκριμένα στο «………..», που είναι κλινική ορθοπεδικής χειρουργικής, πλήρως εξοπλισμένη με εξειδίκευση σε επεμβάσεις τέτοιου είδους. Το κόστος της πρώτης επέμβασης για την αφαίρεση των υλικών εσωτερικής οστεοσύνθεσης της αριστερής κνήμης και την τοποθέτηση ενδομυελικού ήλου, για την οποία απαιτείται νοσηλεία τουλάχιστον επτά ημερών (προεγχειρητικός έλεγχος, επέμβαση και μετεγχειρητική νοσηλεία) ανέρχεται στις 34.865 λίρες Αγγλίας ή 39.149,82 ευρώ (βλ. σχετική επιστολή του ως άνω νοσοκομείου) και σε αυτό θα πρέπει επιπλέον να προστεθούν και οι δαπάνες μετάβασης από την Ελλάδα στην Αγγλία με επιστροφή του ενάγοντα και ενός συνοδού του (η παρουσία του οποίου επιβάλλεται από την κατάσταση της υγείας του ενάγοντος), ποσού 1.000 ευρώ (κατά τα αιτούμενα στην αγωγή), της διαμονής του τελευταίου σε ξενοδοχείο, ομοίως κατά τα αιτούμενα στην αγωγή, για το εύλογο συνολικό χρονικό διάστημα των 10 ημερών, ποσού 150 ευρώ = 1.500 ευρώ (έξοδα διαμονής σε ξενοδοχείο) καθώς επίσης και οι δαπάνες φυσικοθεραπείας, συνολικού ποσού 1.500 ευρώ και μετεγχειρητικού ελέγχου, ποσού 1500 ευρώ (βλ. την ως άνω πραγματογνωμοσύνη), ήτοι συνολικά θα απαιτηθεί το ποσό των 44.649,82 ευρώ. Περαιτέρω, το κόστος της επέμβασης διορθωτικής οστεοστομίας των ενδοαρθρικών μεταταρσίων και της μετατραυματικής γωνίωσης και ραιβότητας, για την οποία απαιτείται νοσηλεία τουλάχιστον έξι ημερών (προεγχειρητικός έλεγχος, επέμβαση και μετεγχειρητική νοσηλεία) ανέρχεται στις 27.030 λίρες Αγγλίας, ή 30.351,92 ευρώ) (βλ. σχετική επιστολή του ως άνω νοσοκομείου). (Ενώ δεν επιδικάζονται σχετικές δαπάνες για μετάβαση, διαμονή, φυσικοθεραπείες και μετεγχειρητικού ελέγχου στον ενάγοντα, όπως και πρωτοδίκως, καθόσον ο ενάγων δεν παραπονείται με σχετικό λόγο έφεσης). Οι ως άνω δαπάνες σημειώνεται, ότι ορισμένως αναφέρονται στην αγωγή, παρά τα όσα περί του αντιθέτου αβασίμως διατείνεται με τον τέταρτο λόγο της έφεσης της η εναγομένη. Συνεπώς, ο ενάγων δικαιούται αποζημίωση για την ανωτέρω αιτία, συνολικού ποσού 75.001,74 ευρώ, την οποία νομίμως αξιώνει εν προκειμένω και πριν την πραγματοποίηση των εν λόγω δαπανών, καθόσον η ζημία του έχει ήδη επέλθει με τον τραυματισμό του (βλ. και Αθ. Κρητικό Αποζημίωση από τροχαία Αυτοκινητικά Ατυχήματα, Γ’ Έκδοση, 1998, παρ. 233, σελ. 94), (ενώ δεν επιδικάζονται αντίστοιχες δαπάνες μετάβασης, διαμονής φυσικοθεραπείας και μετεγχειρητικό έλεγχο για την δεύτερη επέμβαση, όπως και πρωτοδίκως, καθόσον ο ενάγων δεν παραπονείται με σχετικό λόγο έφεσης). Εξάλλου, η εκ μέρους του ενάγοντος επιλογή του συγκεκριμένου νοσηλευτικού ιδρύματος στην αλλοδαπή για τη διενέργεια των ανωτέρω επεμβάσεων, εκ των οποίων, η μεν πρώτη χαρακτηρίζεται απολύτως αναγκαία και κατεπείγουσα, για τους προαναφερόμενους λόγους (επιβράδυνση της περαιτέρω επιδείνωσης της μετατραυματικής αρθρίτιδας), η δε δεύτερη θα συμβάλλει, αν και σε μικρότερο βαθμό, στην απάμβλυνση των επώδυνων ενοχλημάτων του πέλματος του, δεν κρίνεται υπερβολική ή καταχρηστική, διότι το τελευταίο φέρεται να πληροί τις προϋποθέσεις για αποτελεσματικότερη θεραπεία του, ενώ δεν διαφοροποιείται από την επιλογή του μέσου συνετού ασθενή, κάτω από τις ίδιες συνθήκες, αν δεν υπήρχε υπόχρεος σε αποζημίωση. Για τον λόγο αυτό οι προβληθείσες πρωτοδίκως εκ μέρους της εναγομένης ενστάσεις περί καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος (άρθρο 281 ΑΚ) και συντρέχοντος πταίσματος (300 ΑΚ) ως προς την έκταση της ζημίας του ενάγοντος, με την εκ μέρους του επιλογή πραγματοποίησης των ως άνω επεμβάσεων σε ένα δαπανηρότερο νοσοκομείο στο εξωτερικό με αμφίβολα, όπως διατείνεται, αποτελέσματα, θα πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμες κατ’ ουσίαν, το δε πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που έκρινε το ίδιο και τις απέρριψε ως τέτοιες (έστω και σιωπηρά την ένσταση περί καταχρηστικής άσκησης) δεν έσφαλε και ο τέταρτος λόγος της έφεσης της εναγόμενης, κατά το σκέλος του, με το οποίο αυτές επαναφέρονται προς κρίση, πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος. Ωστόσο, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων αναγνωρίζοντας τον ενάγοντα δικαιούχο αποζημίωσης για την ανωτέρω αιτία, ποσού, 82.501,74 ευρώ, αντί 75.001,74 ευρώ, προσδιορίζοντας εσφαλμένως το κόστος μετάβασης, διαμονής και παραμονής του ενάγοντος στο εξωτερικό για τις ανάγκες της νοσηλείας του για τη πρώτη επέμβαση καθώς και των δαπανών για την αναγκαία φυσικοθεραπεία του, αναφορικά με τη πρώτη επέμβαση, στο συνολικό ποσό των 13.000 ευρώ αντί του ποσού των 6.500 ευρώ. Κατά συνέπεια, ο ως άνω λόγος της έφεσης της εναγομένης πρέπει γίνει δεκτός, κατά το αντίστοιχο σκέλος του, ως ουσία βάσιμος.
Χ. Επιπλέον ο έτερος διορισθείς από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο πραγματογνώμων, ……, πλαστικός χειρούργος, ο οποίος εξέτασε τον ενάγοντα στις 25-7-2018, αναφέρει στην κατατεθείσα νομίμως έκθεση πραγματογνωμοσύνης του ότι διαπίστωσε τα ακόλουθα: 1) Δύσμορφη μετεγχειρητική ουλή πρόσθιας επιφάνειας αριστερής κνήμης διαστάσεων 10,5 Χ ένα εκατοστό, που έγινε για την χειρουργική αποκατάσταση υποκειμένου ανοιχτού κατάγματος, το οποίο συνέβη κατά το ατύχημα. 2) Τέσσερις μικρές δύσμορφες ουλές κατά την έσω επιφάνεια του κάτω τριτημορίου της αριστερής κνήμης, που έγιναν στα πλαίσια εξωτερικής οστεοσύνθεσης για την αποκατάσταση του ίδιου κατάγματος οι οποίες είναι κνησμώδεις και νυγμώδεις. 3) Μετεγχειρητική δύσμορφη ουλή διαστάσεων 7X1 εκατοστό κατά τη ραχιαία επιφάνεια του αριστερού άκρου ποδός, που έγινε για αποκατάσταση καταγμάτων των υποκειμένων δεύτερου και τρίτου μεταταρσιου οστού του ποδός. 4) Μετατραυματική ουλή διαστάσεων 2X2 εκατοστών κατά την αριστερή κνήμη που προκλήθηκε από το ατύχημα, καθότι το κάταγμα της κνήμης ήταν ανοιχτό. 5) Δύσμορφη γωνίωση της αριστερής κνήμης λόγω του προηγηθέντος κατάγματος. 6) Υπαισθησία και υπολειμματικό οίδημα κατά την ορθοστασία και διαταραχές αγγειοκινητικές της αριστερής κνήμης. Αυτές οι βλάβες προκαλούν δυσμορφία αλλά και προβλήματα στην καθημερινότητα του ασθενούς αυτού σε συνδυασμό με την ηλικία του, το επάγγελμα του και τις καθημερινές του δραστηριότητες πρέπει να χειρουργηθεί και να γίνει πλαστική αποκατάσταση, η οποία θα βελτιώσει σε σημαντικό βαθμό όλες αυτές τις βλάβες. Οι ουλές αυτές είναι σαφώς αντιληπτές από τρίτους και φυσικά μπορούν να αποκατασταθούν και πρέπει, με τη διενέργεια πλαστικής χειρουργικής επέμβασης, ενώ 100% βελτίωση αποκλείεται να υπάρχει. Μιλάμε πάντα για ποσοστά βελτίωσης αρκετά σημαντικά περίπου 70%. Αισθητική επέμβαση γενικώς δεν προβλέπεται να τελείται σε δημόσιο νοσοκομείο παρά μόνο σε ειδικές εξαιρέσεις. Σαφώς η επέμβαση μπορεί να γίνει σε ιδιωτικό νοσοκομείο είτε στην Ελλάδα είτε στο εξωτερικό. Ο χρόνος αποθεραπείας θα είναι ενάμιση με δύο μήνες περίπου. Όσον αφορά το ύψος της δαπάνης της επέμβασης και αποκατάστασης, αυτό προσδιορίζεται ως εξής: κατά την χειρουργική επέμβαση πρέπει να εκταμούν οι ουλές και να συρραφούν με χρήση υποδόριων κρημνών. Αυτό απαιτεί νοσηλεία τουλάχιστον δύο ημερών, σε ιδιωτικό θεραπευτήριο, η δαπάνη του οποίου μπορεί να φθάσει τις 3.500 ευρώ για το θεραπευτήριο, συν την αμοιβή του χειρουργού 3.000 ευρώ συν την αμοιβή αναισθησιολόγου 700 ευρώ συν αμοιβή βοηθού 300 ευρώ. Στη συνέχεια θα χρειαστεί ιατροφαρμακευτική περίθαλψη 200 ευρώ φυσικοθεραπεία, 10 συνεδρίες Χ100 ευρώ = 1000 ευρώ και στη συνέχεια θα χρειασθούν 20 συνεδρίες laser Χ100 ευρώ, ήτοι 2.000 ευρώ. Συνολικά η δαπάνη θα φθάσει τις 10.700 ευρώ. Στη Μεγάλη Βρετανία το κόστος είναι τριπλάσιο λόγω των πολύ υψηλότερων ιατρικών αμοιβών (νοσοκομείων και ιατρών). Να σημειωθεί ότι η πλαστική χειρουργική επέμβαση αποσκοπεί στην βελτίωση της κατάστασης του ασθενούς, ενώ η αποκατάσταση σε ποσοστό 100% είναι αδύνατη». Επομένως, κατά τις διαπιστώσεις του ως άνω πραγματογνώμονα, απαιτείται, προκειμένου να αποκατασταθούν οι ουλές των τραυμάτων του παθόντα, να πραγματοποιηθεί σε νοσοκομείο (ιδιωτικό πάντως) αισθητική επέμβαση, με ποσοστό βελτίωσης 70%. Τα ανωτέρω, εξάλλου, δεν αναιρούνται από τα λοιπά προσκομιζόμενα νομίμως ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου αποδεικτικά στοιχεία, καθόσον και στην από 21-12-2015 επιστολή του Dr. ……….. για λογαριασμό του ευρισκόμενου στο Λονδίνο νοσηλευτικού ιδρύματος «………….”, που προσκομίζει και επικαλείται ο ενάγων-εκκαλών δεν αναφέρεται υψηλότερο ποσοστό επιτυχίας για την εν λόγω επέμβαση σε περίπτωση που αυτή πραγματοποιηθεί εκεί. Κατά συνέπεια, δεκτής γενομένης ως ουσιαστικά βάσιμης της προβληθείσας πρωτοδίκως από την εναγόμενη ένστασης περί οικείου πταίσματος του ενάγοντος ως προς την έκταση των ζημιών του (άρθρο 300 ΑΚ), αναφορικά με την επιλογή νοσηλευτικού ιδρύματος στο εξωτερικό για την πραγματοποίηση της ως άνω επέμβασης, την οποία, εξάλλου, αυτή ορισμένα και παραδεκτά προέβαλε ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, (βλ. τα υπ’αριθμ. 2669/2014 πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών καθώς και τα υπ’αριθμ. 1351/2016 πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς) και ανέπτυξε με τις προτάσεις της, απορριπτομένων των όσων περί του αντιθέτου υποστηρίζει ο ενάγων με τους πρώτο και δεύτερο λόγο της έφεσης του, θα πρέπει να αναγνωρισθεί ο ενάγων ως δικαιούχος αποζημίωσης για την ως άνω αιτία, ποσού 10.700 ευρώ, που αντιστοιχεί στην ισόποση δαπάνη για την πραγματοποίηση της επέμβασης σε ιδιωτικό νοσοκομείο στην ημεδαπή, όπως ορθώς έκρινε και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, ο δε έκτος λόγος της έφεσης του ενάγοντος, με τον οποία αυτός υποστηρίζει τα αντίθετα, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.
ΧΙ. Σύμφωνα με το άρθρο 932 ΑΚ, “Σε περίπτωση αδικοπραξίας, ανεξάρτητα από την αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία, το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη, κατά την κρίση του, χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Αυτό ισχύει ιδίως για εκείνον που έπαθε προσβολή της υγείας, της τιμής ή της αγνείας του ή στερήθηκε την ελευθερία του. Σε περίπτωση θανάτωσης προσώπου η χρηματική ικανοποίηση μπορεί να επιδικαστεί στην οικογένεια του θύματος λόγω ψυχικής οδύνης”. Κατά την έννοια του άρθρου αυτού, το δικαστήριο της ουσίας, αφού δεχθεί ότι συνεπεία αδικοπραξίας προκλήθηκε σε κάποιο πρόσωπο ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη, καθορίζει στη συνέχεια το ύψος της οφειλόμενης γι` αυτήν χρηματικής ικανοποίησης, με βάση τους κανόνες της κοινής πείρας και της λογικής, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη, ως κριτήρια, το είδος της προσβολής, την έκταση της βλάβης, τις συνθήκες τέλεσης της αδικοπραξίας, τη βαρύτητα του πταίσματος του υπόχρεου, το τυχόν συντρέχον πταίσμα του δικαιούχου και την οικονομική και κοινωνική κατάσταση των διαδίκων μερών, πλην της περιουσιακής κατάστασης της εναγόμενης ασφαλιστικής εταιρείας, της οποίας η ευθύνη είναι εγγυητική (ΑΠ 838/2017, ΑΠ 405/2015), χωρίς να απαιτείται η ειδικότερη αιτιολόγηση καθενός στοιχείου (ΑΠ 838/2017, ΑΠ 1361/2013). Ο προσδιορισμός του ποσού της εύλογης χρηματικής ικανοποίησης αφέθηκε στην ελεύθερη εκτίμηση του δικαστηρίου, η σχετική κρίση του οποίου δεν υπόκειται, κατ` αρχήν, σε αναιρετικό έλεγχο, αφού σχηματίζεται από την εκτίμηση των πραγματικών γεγονότων (άρθρο 561 § 1 ΚΠολΔ), χωρίς υπαγωγή του πορίσματος σε νομική έννοια, ώστε να μπορεί να κριθεί εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου, είτε ευθέως, είτε εκ πλαγίου, για έλλειψη νόμιμης βάσης. Επιβάλλεται, όμως, σε κάθε περίπτωση, να τηρείται, κατά τον καθορισμό του ποσού που επιδικάζεται, η αρχή της αναλογικότητας, ως γενική νομική αρχή και μάλιστα αυξημένης τυπικής ισχύος, υπό την έννοια ότι η σχετική κρίση του δικαστηρίου δεν πρέπει να υπερβαίνει τα ακραία όρια της διακριτικής του ευχέρειας, πράγμα που, αν συμβαίνει, ελέγχεται ως παραβίαση της πιο πάνω γενικής νομικής αρχής, ήτοι ως πλημμέλειες του άρθρου 559 αριθμ. 1 και 19 ΚΠολΔ (ΟλομΑΠ 10/2017, 9/2015). Και τούτο, διότι μία απόφαση, με την οποία επιδικάζεται ένα ευτελές ή υπέρμετρα μεγάλο ποσό, ως δήθεν εύλογο, κατά την ελεύθερη κρίση του δικαστηρίου, προς αποκατάσταση της ηθικής βλάβης ή της ψυχικής οδύνης, ευτελίζει, στην πρώτη περίπτωση (όσον αφορά τον δικαιούχο – παθόντα), το σεβασμό της αξίας του ανθρώπου και στη δεύτερη (όσον αφορά τον υπόχρεο), το δικαίωμα της περιουσίας του, αφού το δικαστήριο, επεμβαίνοντας στη διαφορά μεταξύ ιδιωτών, πρέπει να τηρεί μια δίκαιη ισορροπία ανάμεσα στα αντιτιθέμενα συμφέροντα, με παράλληλη προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων (ΑΠ 747/2017). Εξάλλου, κατά το άρθρο 931 ΑΚ, η αναπηρία ή η παραμόρφωση που προξενήθηκε στον παθόντα λαμβάνεται ιδιαίτερα υπόψη κατά την επιδίκαση της αποζημίωσης, αν επιδρά στο μέλλον του. Από τη διάταξη αυτή συνάγεται ότι επιδικάζεται σε εκείνον που έχει υποστεί την αναπηρία ή την παραμόρφωση ένα εύλογο χρηματικό ποσό χωρίς σύνδεση με περιουσιακή ζημία, το ύψος του οποίου καθορίζεται με βάση ορισμένους προσδιοριστικούς παράγοντες, δηλαδή το είδος και τις συνέπειες της αναπηρίας ή της παραμόρφωσης, την ηλικία, το φύλο και τις κλίσεις του παθόντος, καθώς και με τη συνεκτίμηση του ποσοστού συνυπαιτιότητας του τελευταίου στην πρόκληση της αναπηρίας ή της παραμόρφωσης, όπως συμβαίνει και στην περίπτωση της κατά τη διάταξη του άρθρου 932 ΑΚ αξίωσης για επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης (ΑΠ 213/2017, ΑΠ 405/2015, ΑΠ 150/2015). Και στην περίπτωση αυτή επιβάλλεται να τηρείται, κατά τον καθορισμό του ποσού που επιδικάζεται, η αρχή της αναλογικότητας, η παραβίαση της οποίας ελέγχεται, όπως και στο άρθρο 932 ΑΚ, ως πλημμέλεια του άρθρου 559 αριθμ. 1 και 19 ΚΠολΔ. Τέλος, κρίσιμος χρόνος για τον υπολογισμό των εύλογων αυτών χρηματικών ποσών είναι ο χρόνος της συζήτησης της υπόθεσης ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, οπότε και λαμβάνεται υπόψη η τότε κατάσταση της υγείας του παθόντος (ΑΠ 142/2019, 989/2018, ΑΠ 213/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Εν προκειμένω, αποδείχθηκε ότι ο ενάγων από το επίδικο ατύχημα υπέστη ηθική βλάβη, για την αποκατάσταση της οποίας δικαιούται χρηματικής ικανοποίησης, η οποία, λαμβανομένων υπόψη των συνθηκών, κάτω από τις οποίες αυτό έλαβε χώρα, της αποκλειστικής υπαιτιότητας του οδηγού του ασφαλισμένου στην εναγομένη ζημιογόνου οχήματος, την έκταση και βαρύτητα των σωματικών βλαβών του, της ανάγκης νοσηλείας του και της εν γένει σωματικής και ψυχικής ταλαιπωρίας, που υπέστη συνεπεία αυτών, σε συνδυασμό και με την ηλικία του (46 ετών κατά το χρόνο του ατυχήματος), όπως τα στοιχεία αυτά μνημονεύονται ανωτέρω, καθώς και της κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης του (συνταξιούχος αστυνομικός) χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η οικονομική κατάσταση της εναγομένης, η ευθύνη της οποίας είναι εγγυητική ανέρχεται, το ποσό των 35.000 ευρώ, το οποίο κρίνεται εύλογο. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε ότι το εν λόγω εύλογο ποσό χρηματικής ικανοποίησης ανέρχεται σε 45.000 ευρώ, έσφαλε ως προς την εκτίμηση και αξιολόγηση των κατά νόμο στοιχείων για τον προσδιορισμό του ύψους της εύλογης χρηματικής ικανοποίησης, και κατά συνέπεια ο έβδομος λόγος της έφεσης της εναγόμενης πρέπει να γίνει δεκτός ως ουσιαστικά βάσιμος, ενώ αντιθέτως ο έβδομος λόγος της έφεσης του ενάγοντος, με τον οποίο αυτός παραπονείται για τη μερική απόρριψη του αιτήματος του πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Επιπλέον, ο ενάγων έχει υποστεί μόνιμη αναπηρία στο αριστερό κάτω άκρο (ΦΕΚΒ 4591/27-12-2017 σελ. 61452 2.3.-20 και 61451 2.3-9), κατά τα αναφερόμενα και στην ως άνω έκθεση πραγματογνωμοσύνης του ιατρού ………….. (που κατά τα οριζόμενα στην ως άνω ΥΑ προσδιορίζεται σε ποσοστό 30% για αγκύλωση γόνατος και 5% για δυσκαμψία –αρθρίτιδα ποδοκνημικής), συνολικού ποσοστού 35% και όχι 25% , όπως αναφέρεται στην ίδια έκθεση, καθώς και διαταραχή μετατραυματικού στρές, που σύμφωνα με την από 14-11-2019 ιατρική γνωμάτευση του ……….., επιμελητή ιατρού στη 6η Υγ/κη Περιφέρεια ΠΕΔΥ) είναι μόνιμη και απότοκος αποκλειστικά του τροχαίου ατυχήματος, εμπίπτει δε στο ΦΕΚΒ 1506/12 (παρ.5 σελ.99) (και ήδη 4591/27-12-2017 σελ. 11.5 VI), όπου ορίζεται κατώτερο ποσοστό αναπηρίας για το λόγο αυτό 25%, εκ των οποίων επηρεάζεται σαφώς η κοινωνική ζωή του σε όλες τις εκφάνσεις της, αλλά και το οικονομικό του μέλλον, κατά τα προαναφερθέντα. Ως εκ τούτου πρέπει να επιδικαστεί σε αυτόν και αυτοτελής αποζημίωση, το εύλογο χρηματικό ποσό της οποίας, επιδικαζόμενο κατ’ άρθρο 931 ΑΚ, προσδιορίζεται από το Δικαστήριο, σύμφωνα και με τις προαναφερόμενες αιτιολογίες (πέραν της χρηματικής ικανοποίησης που δικαιούται για την αποκατάσταση της ηθικής του βλάβης), στο ποσό των 40.000 ευρώ. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που έκρινε ότι το εν λόγω εύλογο ποσό χρηματικής ικανοποίησης ανέρχεται σε 30.000 ευρώ, έσφαλε ως προς την εκτίμηση και αξιολόγηση των κατά νόμο στοιχείων για τον προσδιορισμό του ύψους της εύλογης χρηματικής ικανοποίησης, και κατά συνέπεια ο όγδοος και ένατος και δέκατος λόγος της έφεσης του ενάγοντος, με τους οποίους παραπονείται για τον εσφαλμένο προσδιορισμό της αναπηρίας του και τη μερική απόρριψη του αιτήματος του να γίνει αντιστοίχως δεκτός ως βάσιμος ενώ ο έκτος λόγος της έφεσης της εναγομένης να απορριφθεί ως αβάσιμος.
ΧΙΙ. Το άρθρο 346 του ΑΚ, που όριζε ότι “ο οφειλέτης χρηματικής οφειλής, και αν δεν είναι υπερήμερος, οφείλει νόμιμους τόκους αφότου επιδόθηκε η αγωγή για το ληξιπρόθεσμο χρέος”, αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 του ν. 4055/2012, που ισχύει, κατά το άρθρο 113 του νόμου αυτού, από 2-4-2012, κατά το οποίο: “Ο οφειλέτης χρηματικής οφειλής, και αν δεν είναι υπερήμερος, οφείλει νόμιμους τόκους αφότου επιδόθηκε η αγωγή ή η διαταγή πληρωμής για το ληξιπρόθεσμο χρέος (τόκος επιδικίας). Το ποσοστό του τόκου επιδικίας είναι δύο (2) εκατοστιαίες μονάδες ανώτερο του τόκου υπερημερίας, όπως ο τελευταίος ορίζεται εκάστοτε από το νόμο ή με δικαιοπραξία. Η προσαύξηση αυτή δεν ισχύει, εάν πριν από τη συζήτηση της αγωγής ο οφειλέτης αναγνωρίσει εγγράφως την οφειλή ή συμβιβασθεί εξωδίκως, ή εάν δεν ασκήσει ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής αντιστοίχως. Με αίτημα του εναγομένου το δικαστήριο δύναται κατ`εξαίρεση, εκτιμώντας τις περιστάσεις, να επιδικάσει την απαίτηση με το νόμιμο ή συμβατικό τόκο υπερημερίας. Η εξαίρεση ισχύει ιδίως για τις κατ` εύλογη κρίση του δικαστηρίου επιδικαζόμενες απαιτήσεις. Από τη δημοσίευση της οριστικής απόφασης που επιδικάζει εντόκως χρηματική οφειλή ή απορρίπτει ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής το ποσοστό του τόκου επιδικίας είναι τρεις (3) εκατοστιαίες μονάδες ανώτερο του τόκου υπερημερίας. Η προσαύξηση αυτή δεν ισχύει εάν δεν ασκηθεί ένδικο μέσο”. Σύμφωνα με τη νέα αυτή ρύθμιση αυξάνεται το ποσοστό των τόκων επιδικίας, προκειμένου να περιοριστούν η φιλοδικία και η άσκοπη απασχόληση των δικαστηρίων από δικαστικούς αγώνες που δεν έχουν ουσία, ενώ ενθαρρύνεται και επιβραβεύεται άμεσα ο οφειλέτης που, μεταξύ των άλλων, πριν από τη συζήτηση της αγωγής, αναγνωρίσει εγγράφως την οφειλή ή συμβιβασθεί εξωδίκως. Αν μάλιστα εμμένει να αντιδικεί, μολονότι ηττήθηκε πρωτοδίκως διακινδυνεύει περαιτέρω αύξηση του επιτοκίου επιδικίας, γι` αυτό και εδώ ενθαρρύνεται και επιβραβεύεται άμεσα ο διάδικος που ηττήθηκε, αν αποδεχθεί την οριστική απόφαση και τερματίσει την αντιδικία. Η εξαίρεση που προβλέπεται επιτρέπει στο δικαστή να σταθμίσει εκείνες τις περιπτώσεις που ο εναγόμενος ευλόγως αντιδικεί, επειδή πρόκειται για απαίτηση εύλογης χρηματικής ικανοποίησης (π.χ. ηθική βλάβη) ή επειδή προβάλλει ένσταση συμψηφισμού (βλ. αιτιολογική έκθεση ν. 4055/2012). Έτσι, ο νόμιμος τόκος, μετά την επίδοση της αγωγής είναι πλέον ο (αυξημένος) τόκος επιδικίας. Σημειώνεται ότι δεν απαιτείται ρητή μνεία γι` αυτό στη δικαστική απόφαση, ενώ, αντίθετα, απαιτείται ρητή αναφορά σ` αυτήν, όταν το δικαστήριο κατ`εξαίρεση επιδικάζει την απαίτηση με το νόμιμο ή το συμβατικό επιτόκιο υπερημερίας. Με βάση αυτά, ο περιορισμός του καταψηφιστικού αιτήματος της αγωγής σε αναγνωριστικό δεν συνιστά, σύμφωνα με τη νέα ρύθμιση, λόγο για την κατ`εξαίρεση επιδίκαση του τόκου υπερημερίας, ο οποίος κατά τη σαφή πρόθεση του νομοθέτη, πρέπει να επιδικάζεται μόνο στις περιπτώσεις κατά τις οποίες ο οφειλέτης χρηματικής απαίτησης ευλόγως αντιδικεί, δεδομένου ότι μοναδικό κριτήριο για την εξαίρεση από την επιδίκαση τόκου επιδικίας είναι το εύλογο ή όχι της αντιδικίας (ΑΠ 553/2019, ΑΠ 1207/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
ΧΙΙI. Εν προκειμένω, η εναγόμενη υπέβαλε πρωτοδίκως αίτημα επιδίκασης των αγωγικών απαιτήσεων κατ’εξαίρεση με το τόκο υπερημερίας, κατ’άρθρο 346 εδ. δ’ ΑΚ, το οποίο και έγινε δεκτό από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο. Δεδομένου δε, ότι τα ποσά της χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης (άρθρο 932 ΑΚ) και της εύλογης αποζημίωσης κατ’άρθρο 931 ΑΚ, που ,κατά τα ανωτέρω, κρίθηκε ότι οφείλονται στον ενάγοντα, καθορίστηκαν κατ’ εύλογη κρίση του Δικαστηρίου, συντρέχει νόμιμος λόγος να γίνει δεκτό το σχετικό αίτημα της εναγόμενης, όπως ορθώς έκρινε και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, απορριπτόμενου του δεκάτου τετάρτου λόγου της έφεσης του ενάγοντος, κατά το αντίστοιχο σκέλος του. Αντιθέτως, τέτοια περίπτωση δεν συντρέχει για την ένδικη αξίωση για καταβολή αποζημίωσης για την περιουσιακή ζημία που αυτός υπέστη και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ορθώς απέρριψε το αίτημα ως προς αυτή, γενομένου αντιστοίχως δεκτού ως βασίμου του ως άνω λόγου έφεσης. (ΕφΔωδ, 9/2019 , ΜΕφΑθ 3/2017, ΜονΕφΑθ, 524/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Μετά την παραδοχή των ως ανω λόγων των εφέσεων που οδηγούν σε εξαφάνιση της εκκαλουμένης και νέο υπολογισμό των δικαστικών εξόδων, παρέλκει η έρευνα των σχετικών λόγων έφεσης του ενάγοντος που αναφέρονται στη δικαστική δαπάνη.
ΧΙV. Κατόπιν τούτου, αμφότερες οι συνεκδικαζόμενες εφέσεις πρέπει να γίνουν δεκτές ως κατ’ουσίαν βάσιμες, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση, στο σύνολό της και κατά το μη θιγέν μέρος αυτής, χάριν της ενότητας της εκτέλεσης εν ευρεία έννοια, ώστε να εκδοθεί ενιαία απόφαση, στην οποία να περιλαμβάνονται όσα κεφάλαια της προσβαλλομένης απόφασης παρέμειναν αλώβητα και όσα έχουν μεταρρυθμισθεί στην προκειμένη κατ’ έφεση δίκη (Σ. Σαμουήλ, Η έφεση, έκδοση 2003, σελ. 430 επ., ΑΠ 1279/2004 ΕλλΔνη 2005.141, ΕφΠειρ 50/2016, 602/2011, ΕφΛαμ 18 και 15/2011 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ), και ακολούθως, αφού διακρατηθεί η υπόθεση από το Δικαστήριο τούτο (άρθρο 535 παρ. 1 ΚΠολΔ) η αγωγή να γίνει μερικώς δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη και να αναγνωρισθεί, ότι η εναγόμενη οφείλει να καταβάλει στον ενάγοντα, αποζημίωση λόγω της περιουσιακής ζημίας του το ποσό των 154.047,33 ευρώ, με το τόκο επιδικίας από την επίδοση της αγωγής καθώς και χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, ποσού 35.000 ευρώ και εύλογη αποζημίωση κατ’ άρθρο 931 ΑΚ, ποσού 40.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από την επίδοση της αγωγής. Επίσης, πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή στους εκκαλούντες του παραβόλου, που κατέθεσαν κατά την άσκηση των εφέσεων τους, ενώ τέλος, τα δικαστικά έξοδα του ενάγοντος και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, στα οποία περιλαμβάνονται και οι αμοιβές των πραγματογνωμόνων, ………….., ποσού 400 ευρώ και ……….., ποσού 200 ευρώ, που αυτός κατέβαλε, πρέπει να επιβληθούν, κατά ένα μέρος τους, σε βάρος της εναγομένης λόγω της μερικής ήττας της και ανάλογα με την έκταση αυτής (άρθρα 178 παρ. 1, 183 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ τις :α) με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………/2019 και β) …………/2019 αντίθετες εφέσεις κατά της με αριθμό 50/2019 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την παρουσία των διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και κατ’ουσίαν τις εφέσεις.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επιστροφή του υπ’αριθμ. ………/2019 ηλεκτρονικού παραβόλου, που κατατέθηκε για τη με αριθμό έκθεσης ……./2019 έφεση και του υπ’αριθμ. ………./2019 ηλεκτρονικού παραβόλου που κατατέθηκε για την με αριθμό έκθεσης ………/2019 έφεση στους καταθέσαντες αυτά εκκαλούντες. ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την με αριθμό 50/2019 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς .
ΚΡΑΤΕΙ την υπόθεση και ΔΙΚΑΖΕΙ τη με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……… /2017 αγωγή μεταξύ του ενάγοντος και της δεύτερης εναγομένης.
ΔΕΧΕΤΑΙ μερικώς την αγωγή.
ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ότι η εναγόμενη οφείλει να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των εκατό πενήντα τεσσάρων χιλιάδων σαράντα επτά ευρώ και τριάντα τριών λεπτών (154.047,33 ευρώ), με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από την επίδοση της αγωγής, και επιπλέον το ποσό των εβδομήντα πέντε χιλιάδων (75.000) ευρώ, με το τόκο επιδικίας από την επίδοση της αγωγής.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της εναγομένης μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, το οποίο προσδιορίζει στο ποσό των δώδεκα χιλιάδων (12.000) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 7 Αυγούστου 2020, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ