Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 537/2020

 

Αριθμός    537/2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Αικατερίνη Κοκόλη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  Ε.Τ..

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 528 του ΚΠολΔ, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 44 παρ. 2 του Ν. 3994/2011, και εφαρμόζεται στην προκειμένη περίπτωση, «Αν ασκηθεί έφεση από τον διάδικο που δικάσθηκε ερήμην, η εκκαλούμενη απόφαση εξαφανίζεται μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους πρόσθετους λόγους, ανεξάρτητα από τη διαδικασία που τηρήθηκε. Ο εκκαλών δικαιούται να προβάλει όλους τους ισχυρισμούς που μπορούσε να προτείνει πρωτοδίκως.». Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι αν ασκηθεί έφεση κατά ερήμην του εκκαλούντος αποφάσεως, η οποία λειτουργεί ως υποκατάστατο αναιτιολόγητης ανακοπής ερημοδικίας, εξαφανίζεται η εκκαλούμενη απόφαση μέσα στα όρια του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της εφέσεως, χωρίς έρευνα των λόγων της (πρβλ. ΑΠ 1906/2008, ΕφΛαμ 94/2011) και ο εκκαλών δικαιούται να προβάλει (με το δικόγραφο αυτής και τις προτάσεις του) όλους τους ισχυρισμούς, που μπορούσε να προβάλει πρωτοδίκως. Του παρέχεται, δηλαδή, η δυνατότητα, δεδομένου ότι δεν εμφανίστηκε στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, όπως, εντός των ορίων του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της εφέσεως, ακουστεί και προβάλλει στο Εφετείο όσους ισχυρισμούς μπορούσε να προτείνει πρωτοδίκως επανορθώνοντας, με την έφεση, τις συνέπειες που η απουσία του, ενδεχομένως, επέφερε. Επομένως, για την εξαφάνιση της πρωτόδικης αποφάσεως δεν απαιτείται να ευδοκιμήσει προηγουμένως κάποιος λόγος της εφέσεως, με την οποία, όμως, πρέπει να προβάλλονται λόγοι νόμιμοι, ορισμένοι και λυσιτε­λείς (ΕφΑθ 4634/2009 ΕλλΔνη 2010.1052),αλλά αρκεί η τυπική παραδοχή της, καθόσον αυτή, όπως προαναφέρθηκε, λειτουργεί ως υποκατάστατο αναιτιολόγητης ανακοπής ερημοδικίας (πρβλ. ΑΠ 476/2017, ΑΠ 2150/2014, ΑΠ 1858/2014, ΑΠ 1546/2013, ΑΠ 280/2012, ΑΠ 866/2008, ΑΠ 829/2008, ΑΠ 884/2007, ΑΠ 1015/2005, ΕφΑθ 33/2018, ΕφΠειρ 619/2017, ΕφΠειρ 95/2017, ΕφΠειρ 92/2013, ΕφΑθ 2142/2011). Η ρύθμιση αυτή, με την ως άνω διάταξη, όπως τροποποιήθηκε, ισχύει και για τις ερήμην αποφάσεις που εκδόθηκαν κατά τις ειδικές διαδικασίες. Περαιτέρω από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 63, 64, 67 και 118  περ.  4 του ΚΠολΔ συνάγεται ότι στο δικόγραφο πρέπει να καθίσταται εφικτός ο προσδιορισμός του προσώπου που είναι διάδικος, χωρίς να απαιτείται πανηγυρική γι΄ αυτό διατύπωση, εφόσον από το όλο περιεχόμενο και αιτητικό του δικογράφου προκύπτουν τα στοιχεία ταυτότητας του διαδίκου και η ιδιότητά του (πρβλ. ΕφΑθ 11687/1995 ΕλλΔνη 37.1116, ΕφΑθ 1527/1992 ΕλλΔνη 35.435, ΕφΑθ 11675/1986 ΕλλΔνη 28.1336, Β. Βαθρακοκοίλη: Ερμηνευτική – Νομολογιακή Ανάλυση ΚΠολΔ, στο άρθρο 118, σελ. 736 παρ. 21). Στην προκειμένη περίπτωση, από το όλο περιεχόμενο της ένδικης από 11-6-2018 (αρ. καταθ. …………./2018) εφέσεως κατά της υπ΄ αρ. 119/2018 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε, ερήμην του εναγομένου, κατά την ειδική διαδικασία των διατάξεων των άρθρων 666 παρ. 1, 667, 670, 671 παρ. 1 έως 3,672 έως 676 του ΚΠολΔ (άρθρο 681Β΄ παρ. 1 περ. α΄, β΄, 681 Γ΄ του ΚΠολΔ), όπως ίσχυαν πριν την κατάργησή τους µε το άρθρο 1 άρθρο 4 του Ν. 4335/2015 (ΦΕΚ Α΄ 87/23-7-2015), (πρβλ. ΑΠ 419/1987 ΝοΒ 1988.911, ΕφΑθ 7036/1989 ΑρχΝ 1991.111), προκύπτει σαφώς ότι η έφεση έχει ασκηθεί από τον εναγόμενο κατά της εφεσίβλητης – ενάγουσας μόνο ως ασκούσας την επιμέλεια των ανήλικων τέκνων τους (διαδίκων), … και …………, και όχι και ατομικά κατ΄ αυτής, αφού στις δίκες περί επιδικάσεως διατροφής υπέρ ανηλίκων [όπως εν προκειμένω (αφού μόνο κατ΄ αυτό το κεφάλαιο μεταβιβάζεται, με την ένδικη έφεση, η υπόθεση)], αιτούντες είναι οι ανήλικοι (οι οποίοι είναι υποκείμενα του επίδικου δικαιώματος). Επομένως, η έφεση παραδεκτώς ασκείται έστω και εάν στο εισαγωγικό μέρος του δικογράφου φέρεται ότι ασκείται κατά της εφεσίβλητης και ατομικά. Κατά τα λοιπά η ένδικη έφεση αρμοδίως και παραδεκτώς φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού (άρθρο 19 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 4 παρ. 2 του Ν. 3994/25-7-2011), και έχει ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως (άρθρα 495 παρ. 1, 496 παρ. 1, 498 παρ. 1, 499, 511, 513 παρ. 1 στ. β΄, 516 παρ. 1, 517 εδ. α΄, 518 παρ. 1 και 520 παρ. 1 του ΚΠολΔ), έχουν δε καταβληθεί και τα προκαταβλητέα έξοδα, ποσού 300 ευρώ, όπως προκύπτει από την από 20-2-2020 απόδειξη. Επομένως, είναι παραδεκτή και πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και, στη συνέχεια, εφόσον ο εναγόμενος παραπονείται για πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων, επιδιώκοντας την εξαφάνιση της εκκαλουμένης μόνο ως προς το κεφάλαιο που αφορά τη διατροφή των ως άνω ανήλικων τέκνων του, πρέπει να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση, μέσα στα όρια, που καθορίζονται από την έφεση, ήτοι στο σύνολό της μόνο ως προς το ως άνω εκκληθέν κεφάλαιο που αφορά τη διατροφή των ανήλικων τέκνων των διαδίκων, … και … – ……, αναγκαίως δε και κατά τη διάταξή της περί δικαστικών εξόδων που θα καθορισθεί εξ αρχής, δικαιουμένου του εκκαλούντος να προβάλει όλους τους ισχυρισμούς, τους οποίους μπορούσε να προτείνει πρωτοδίκως. Ακολούθως δε, πρέπει να κρατηθεί η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς τη νομική και ουσιαστική βασιμότητά της, ως προς το ως άνω εκκληθέν κεφάλαιο, κατά την ως άνω διαδικασία, κατά την οποία εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση (άρθρο 535 παρ. 1 του ΚΠολΔ). Σημειώνεται ότι ο εναγόμενος κατέθεσε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού (επί της έδρας) τις από 20-2-2020 προτάσεις που τις τιτλοφορεί «ΕΦΕΣΗ» και ότι για το παραδεκτό της ένδικης εφέσεως δεν απαιτείται η κατάθεση παράβολου εφέσεως, λόγω της φύσεως της προκειμένης διαφοράς [αφορά διατροφή ανήλικων τέκνων (άρθρο 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ)].

Με την από 28-9-2015 (αρ. καταθ. ……/2015) αγωγή της, που επιδόθηκε στον εναγόμενο την 29-9-2015 (βλ. την υπ΄ αρ. ……/29-9-2015 έκθεση επιδόσεως της Δικαστικής Επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Πειραιώς ………….) και που συζητήθηκε στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο την 24-5-2017, η ενάγουσα, ατομικά και ως ασκούσα προσωρινά την επιμέλεια των ανήλικων τέκνων της, …… και …………, που έχει αποκτήσει από τον νόμιμο γάμο της με τον εναγόμενο, ήδη εν διαστάσει σύζυγό της, [όπως παραδεκτά, με τις νομίμως κατατεθείσες στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έγγραφες προτάσεις της, περιόρισε το αίτημα αυτής (αγωγής) από καταψηφιστικό σε εν μέρει αναγνωριστικό και ζήτησε να κηρυχθεί η απόφαση προσωρινά εκτελεστή] ζήτησε, για τους λόγους που αναφέρονται σ΄ αυτή (αγωγή): 1)  να ανατεθεί σ΄ αυτήν οριστικά η επιμέλεια των ανήλικων τέκνων τους, … και . ……….., 2) από το συνολικό ποσό των 280 ευρώ, που κατά την άποψή της (ενάγουσας) βαρύνει τον εναγόμενο ως συνεισφορά του στη μηνιαία διατροφή καθενός από τα ως άνω τέκνα τους, τα οποία δεν διαθέτουν εισοδήματα και αδυνατούν να διαθρέψουν τον εαυτό τους, όπως ειδικότερα αναλύονται οι ανάγκες τους σ΄ αυτήν (αγωγή), ήτοι από το συνολικό ποσό των 560 ευρώ, α) να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να προκαταβάλλει σ΄ αυτήν, για λογαριασμό των ως άνω τέκνων τους, το πρώτο πενθήμερο κάθε μήνα, το ποσό των 200 ευρώ μηνιαίως, για κάθε ανήλικο τέκνο, ήτοι συνολικά το ποσό των 400 ευρώ, και β) να αναγνωρισθεί η υποχρέωση του εναγομένου να προκαταβάλλει σ΄ αυτήν, για λογαριασμό των ως άνω τέκνων τους, το πρώτο πενθήμερο κάθε μήνα, το ποσό των 80 ευρώ, ήτοι συνολικά το ποσό των 160 ευρώ, όλα δε τα παραπάνω ποσά για χρονικό διάστημα τριών ετών από την επομένη της επίδοσης της αγωγής, με τον νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση κάθε δόσης και μέχρι την εξόφληση, και 3) να καταδικαστεί ο εναγόμενος στην καταβολή των δικαστικών της εξόδων. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με την εκκαλουμένη απόφασή του, που εκδόθηκε την 9-1-2018, όπως προαναφέρθηκε, ερήμην του εναγομένου, μεταξύ άλλων, δέχθηκε ότι η ένδικη αγωγή παραδεκτά εισήχθη για να συζητηθεί ενώπιον αυτού (πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου), κατά την ειδική διαδικασία των διατάξεων των άρθρων 666 παρ. 1, 667, 670, 671 παρ. 1 έως 3,672 έως 676 του ΚΠολΔ (άρθρο 681Β΄ παρ. 1 περ. α΄, β΄, 681 Γ΄του ΚΠολΔ), όπωςίσχυαν πριν την κατάργησή τους µε το άρθρο 1 άρθρο 4 του Ν. 4335/2015 (ΦΕΚ Α΄ 87/23-7-2015), καθώς επίσης ότι είναι πλήρως ορισμένη και νόμιμη. Ακολούθως, δε, αφού έκρινε ότι για το καταψηφιστικό µέρος της αγωγής έχει καταβληθεί το ανάλογο τέλος δικαστικού ενσήµου µε τις νόµιµες προσαυξήσεις (με το υπ΄ αρ. ………… ηλεκτρονικό παράβολο της ΓΓΠΣ και τη σχετική απόδειξη εξόφλησής του της Τράπεζας Πειραιώς), καθώς επίσης ότι για το αναγνωριστικό µέρος αυτής (αγωγής) δεν απαιτείται η καταβολή τέλους δικαστικού ενσήµου, ερεύνησε αυτήν (αγωγή) περαιτέρω κατ΄ ουσίαν, δέχθηκε εν μέρει αυτήν (αγωγή), ανέθεσε αποκλειστικά στην ενάγουσα την οριστική άσκηση της επιμέλειας του προσώπου των ανήλικων τέκνων των διαδίκων …… και ……………., υποχρέωσε τον εναγόμενο να προκαταβάλλει στην ενάγουσα, ως ασκούσα την επιμέλεια των ανωτέρω ανήλικων τέκνων, εντός των πέντε (5) πρώτων ημερών εκάστου μηνός, το ποσό των εκατόν ογδόντα (180) ευρώ κατά μήνα ως διατροφή σε χρήμα για έκαστο των εν λόγω ανηλίκων και συνολικά το ποσό των τριακοσίων εξήντα (360) ευρώ, με τον νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση κάθε παροχής μέχρι την εξόφληση και για χρονικό διάστημα τριών ετών από την επόμενη ημέρα της επίδοσης της αγωγής, κήρυξε την απόφαση ως προς την προηγούμενη καταψηφιστική της διάταξη προσωρινά εκτελεστή και επέβαλε σε βάρος του εναγομένου μέρος των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας, το οποίο όρισε στο ποσό των 700 ευρώ.

Από τις διατάξεις των άρθρων 1485, 1486, 1489, 1493 του ΑΚ, προκύπτει ότι οι γονείς, είτε υπάρχει μεταξύ τους γάμος και συμβιώνουν, είτε έχει διακοπεί η συμβίωση, είτε έχει εκδοθεί διαζύγιο, έχουν κοινή και ανάλογη με τις δυνάμεις τους υποχρέωση να διατρέφουν το ανήλικο τέκνο τους, ακόμη και εάν αυτό έχει περιουσία, της οποίας, όμως, τα εισοδήματα ή το προϊόν της εργασίας του ή άλλα τυχόν εισοδήματά του δεν αρκούν για τη διατροφή του. Το μέτρο της διατροφής από το νόμο μεταξύ των ανιόντων και κατιόντων, προσδιορίζεται με βάση τις ανάγκες του δικαιούχου, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες ζωής του και περιλαμβάνει τα αναγκαία για τη συντήρηση και εν γένει εκπαίδευσή του έξοδα. Ως συνθήκες ζωής νοούνται οι συγκεκριμένοι όροι διαβιώσεως, που ποικίλουν ανάλογα με την ηλικία, τον τόπο κατοικίας, την ανάγκη επιτηρήσεως και εκπαιδεύσεως και την κατάσταση της υγείας του δικαιούχου, σε συνδυασμό με την περιουσιακή κατάσταση του υπόχρεου (ΑΠ 1384/2008, ΑΠ 823/2003). Για να καθοριστεί το ποσό της δικαιούμενης διατροφής αξιολογούνται κατ΄ αρχήν τα εισοδήματα των γονέων από οποιαδήποτε πηγή και στη συνέχεια προσδιορίζονται οι ανάγκες του τέκνου, καθοριστικό δε στοιχείο είναι οι συνθήκες της ζωής του, δηλαδή οι όροι διαβιώσεώς του, χωρίς όμως να ικανοποιούνται οι παράλογες αξιώσεις (ΑΠ 120/2013, ΑΠ 837/2009, ΑΠ 471/2005). Η δαπάνη για την εξυπηρέτηση στεγαστικών ή καταναλωτικών δανείων δεν προαφαιρείται από τα εισοδήματα του υπόχρεου, αλλά λαμβάνεται υπόψη ως επιπλέον βιοτική ανάγκη του (ΑΠ 120/2013, ΑΠ 680/2010,ΑΠ 204/2010, ΑΠ 837/2009, ΑΠ 471/2005, ΕφΑθ 493/2018, ΕφΔωδ 195/2013). Περαιτέρω από τις διατάξεις των άρθρων 1389, 1390 και 1489 παρ. 2 του ΑΚ προκύπτει ότι ο γονέας, που ενάγεται ως υπόχρεος χρηματικής διατροφής τέκνου, έχει τη δυνατότητα, μεταξύ άλλων, να προβάλει αμυνόμενος, για τη μερική κατάλυση της αγωγής, ότι υπάρχει και άλλος γονέας, ο οποίος έχει οικονομικές δυνάμεις με τις οποίες, σε αναλογία προς τις δυνάμεις του εναγομένου, αν η έγγαμη συμβίωση εξακολουθούσε, θα υπείχε και εκείνος υποχρέωση συνεισφοράς στη διατροφή του κοινού τέκνου, με συνέπεια τον αντίστοιχο περιορισμό της υποχρέωσης του εναγομένου. Η προβολή του ισχυρισμού αυτού λειτουργεί ως ένσταση. Ωστόσο, όμως, στην περίπτωση που με την αγωγή δεν ζητείται το σύνολο του ποσού, στο οποίο αποτιμώνται οι διατροφικές ανάγκες του δικαιούχου, αλλά μόνο το μέρος το οποίο κατά την άποψη του ενάγοντος πρέπει να βαρύνει τον εναγόμενο γονέα, σε αναλογία προς τις οικονομικές δυνάμεις αυτού και του άλλου γονέως (του εναγομένου), ο αμυντικός ισχυρισμός ότι η αναλογία αυτή είναι διαφορετική από εκείνη που αναφέρεται στην αγωγή, λειτουργεί ως άρνηση. Τότε, ο συσχετισμός των οικονομικών δυνάμεων των δύο γονέων πρέπει να γίνει από το Δικαστήριο αυτεπαγγέλτως, σύμφωνα προς τα εκατέρωθεν αποδεικνυόμενα πραγματικά περιστατικά και ανεξάρτητα από την πληρότητα της σχετικής καταχώρισης του ισχυρισμού στα πρακτικά ή τις προτάσεις του εναγομένου (ΕφΘεσσαλ 1101/2002). Με αυτό το ιστορικό και αιτήματα η ένδικη αγωγή αρμοδίως και παραδεκτώς εισήχθη ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, το οποίο ήταν καθ΄ ύλην και κατά τόπον αρμόδιο, κατά την ειδική διαδικασία των διατάξεων των άρθρων 666 παρ. 1, 667, 670, 671 παρ. 1 έως 3,672 έως 676 ΚΠολΔ (άρθρο 681Β παρ. 1 περ. α΄, β΄, 681 Γ του ΚΠολΔ), όπως ίσχυαν πριν την κατάργησή τους µε το άρθρο τέταρτο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015 (ΦΕΚ Α΄ 87/23-7-2015), και είναι επαρκώς ορισμένη και νόμιμη, στηριζομένη στις διατάξεις των άρθρων 1485, 1486, 1489, 1493, 1496, 1498, 1516 παρ. 2, 340, 341, 345  του ΑΚ, 70, 907, 908 παρ. 1 εδ. β΄, 910 αρ. 4  και 176 του ΚΠολΔ, όσον αφορά το κεφάλαιο που μεταβιβάζεται με την ένδικη έφεση, ήτοι αυτό περί επιδίκασης διατροφής για τα ανήλικα τέκνα των διαδίκων. Ως προς δε το αίτημα περί κηρύξεως της παρούσας προσωρινά εκτελεστής είναι νόμιμο μόνο ως προς το καταψηφιστικό αίτημα, καθόσον προσωρινά εκτελεστές επιτρέπεται να κηρυχθούν μόνον οι αποφάσεις εκείνες, οι οποίες μετά την τελεσιδικία τους θα μπορούσαν να αποτελέσουν τίτλους εκτελεστούς και τέτοιο (εκτελεστό τίτλο) αποτελούν μόνο οι καταψηφιστικές αποφάσεις κατ΄ άρθρο 904 του ΚΠολΔ και όχι οι αναγνωριστικές, που η ενέργειά τους εξαντλείται στο δεδικασμένο που παράγουν αυτές. Καταβλήθηκε δε, για το καταψηφιστικό αίτημα της αγωγής το ανάλογο τέλος δικαστικού ενσήµου µε τις νόµιµες προσαυξήσεις (με το υπ΄ αρ. …….. ηλεκτρονικό παράβολο της ΓΓΠΣ και τη σχετική απόδειξη εξόφλησής του της Τράπεζας Πειραιώς), ενώ για το αναγνωριστικό αίτημα αυτής (αγωγής) δεν απαιτείται η καταβολή τέλους δικαστικού ενσήµου. Συνεπώς, πρέπει η αγωγή να ερευνηθεί περαιτέρω κατ΄ ουσίαν.

Κατά τη διάταξη του άρθρου 240 του ΚΠολΔ, για την επαναφορά ισχυρισμών που υποβλήθηκαν σε προηγούμενη συζήτηση στο ίδιο ή ανώτερο Δικαστήριο, αρκεί η επανυποβολή τους με σύντομη περίληψη και αναφορά στις σελίδες των προτάσεων της προηγούμενης συζήτησης που τους περιέχουν και που προσκομίζονται απαραιτήτως σε επικυρωμένο αντίγραφο. Κατά την έννοια της τελευταίας αυτής διατάξεως, η επίκληση με τις προτάσεις που υποβάλλονται στο δευτεροβάθμιο Δικαστήριο κατά τη συζήτηση, μετά την οποία εκδίδεται η προσβαλλόμενη απόφαση, ισχυρισμών με γενική αναφορά στις πρωτόδικες προτάσεις, το κείμενο των οποίων ενσωματώνεται στις προτάσεις ενώπιον του Εφετείου, δεν αρκεί, ούτε είναι νόμιμη. Δεν πρόκειται, όμως, για ενσωμάτωση, όταν στο κείμενο των προτάσεων της δευτεροβάθμιας δίκης περιέχονται, έστω και αυτούσιες, οι προτάσεις προηγούμενης συζητήσεως, καλυπτόμενες από την υπογραφή του πληρεξουσίου Δικηγόρου στις προτάσεις της δευτεροβάθμιας δίκης, διότι με τον τρόπο αυτό οι προηγούμενες προτάσεις και οι τελευταίες (ενώπιον δηλαδή του Εφετείου) κατέστησαν ενιαίες (ΑΠ 1106/2018, ΑΠ 224/2016, ΑΠ 1420/2015).

Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης της μάρτυρα της ενάγουσας, …………, που εξετάστηκε στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, και περιέχεται (η κατάθεση) στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδριάσεως του ίδιου (πρωτοβάθμιου) Δικαστηρίου, (ο εκκαλών που παραστάθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού δεν ζήτησε την εξέταση μάρτυρά του), καθώς και από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα τα οποία νομίμως προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, και τα οποία (έγγραφα) λαμβάνονται υπόψη είτε για άμεση απόδειξη, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, χωρίς όμως η ρητή αναφορά ορισμένων εκ των ανωτέρω εγγράφων να προσδίδει σε αυτά αυξημένη αποδεικτική δύναμη σε σχέση με τα λοιπά επικαλούμενα και προσκομιζόμενα από τους διαδίκους έγγραφα, για τα οποία δεν γίνεται ειδική για το καθένα μνεία, που είναι όμως ισοδύναμα, και όπως προεκτέθηκε, όλα ανεξαιρέτως συνεκτιμώνται προς σχηματισμό της δικανικής κρίσεως σχετικά με τους πραγματικούς ισχυρισμούς των διαδίκων που ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης (ΑΠ 1628/2003 ΕλλΔνη 2004.723), [σημειώνοντας ότι η εφεσίβλητη στις προτάσεις του παρόντος βαθμού, περιλαμβάνει, αυτούσιες, τις προτάσεις της πρωτοβάθμιας συζητήσεως, καλυπτόμενες από την υπογραφή του πληρεξούσιου Δικηγόρου της (εφεσίβλητης), και κατά τον τρόπο αυτό έχουν καταστεί ενιαίες προτάσεις], αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Οι διάδικοι τέλεσαν μεταξύ τους νόμιμο γάμο την 25-7-2009 στο …… Αιτωλοακαρνανίας. Από το γάμο τους αυτό απέκτησαν δύο τέκνα, τον …., που γεννήθηκε την 4-12-2010 και τον …………, που γεννήθηκε την 28-8-2012, ήτοι είναι ακόμα ανήλικα. Η έγγαμη συμβίωση των διαδίκων δεν εξελίχθηκε ομαλά και διασπάσθηκε οριστικά την 20-1-2014, οπότε ο εναγόμενος αποχώρησε οριστικά από τη συζυγική οικία στον Πειραιά και εγκαταστάθηκε αρχικά σε μισθωμένη οικία στην Καλλιθέα Αττικής και κατόπιν στον Κορυδαλλό Αττικής. Έκτοτε οι διάδικοι διαβιούν σε χωριστές οικίες και ευρίσκονται σε διάσταση, ενώ τα ανήλικα τέκνα διαμένουν με την ενάγουσα – μητέρα τους. Περαιτέρω, με την υπ΄ αρ. 1373/2015 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, μεταξύ άλλων, ανατέθηκε προσωρινά η άσκηση της επιμέλειας του προσώπου των ανήλικων τέκνων των διαδίκων στην ήδη ενάγουσα- μητέρα τους. Εξάλλου με την εκκαλουμένη απόφαση, η οποία όπως προεκτέθηκε, δεν προσβάλλεται κατά το σχετικό κεφάλαιο με λόγο της ένδικης εφέσεως, ανατέθηκε οριστικά πλέον η άσκηση της επιμέλειας του προσώπου των ως άνω ανήλικων τέκνων στην ενάγουσα. Με την υπ΄ αρ. 2664/2018, δε, απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών από την οικογένεια, το γάμο και την ελεύθερη συμβίωση (άρθρα 592 παρ. 1, 593-602, 603-605 του ΚΠολΔ), η οποία, όμως, δεν προκύπτει ότι είναι αμετάκλητη, απαγγέλθηκε η λύση του μεταξύ των διαδίκων τελεσθέντος γάμου. Ακολούθως, αποδείχθηκε ότι τα προαναφερόμενα ανήλικα τέκνα των διαδίκων δεν μπορούν να εξασφαλίσουν μόνα τους τη διατροφή τους διότι στερούνται εισοδημάτων, περιουσίας και πόρων και δεν είναι δυνατόν, λόγω της ανηλικότητάς τους, να εργαστούν. Συνεπώς, αυτά έχουν καταρχήν δικαίωμα διατροφής έναντι των γονέων τους, ανάλογα με τις οικονομικές δυνάμεις του καθενός για το επίδικο χρονικό διάστημα. Ο εναγόμενος, ο οποίος στο παρελθόν εργαζόταν ως χειριστής εκσκαπτικών μηχανημάτων, υπήρξε άνεργος κατά χρονικά διαστήματα, όπως και κατά χρονικά διαστήματα εντός του επίδικου χρονικού διαστήματος και συγκεκριμένα ήταν άνεργος ήδη από την αρχή αυτού(επίδικου χρονικού διαστήματος) έως την 8-10-2015 και από την 18-10-2016 έως την 17-7-2017, ήδη,δε, εργάζεται στην εταιρεία περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «…………» και το διακριτικό τίτλο «……………». Από την εργασία του αυτή λαμβάνει μηνιαίες αποδοχές ποσού περίπου 1.000 ευρώ. Με βάση την σχετική του εργασιακή εμπειρία, την ηλικία του (43 περίπου ετών), κατά τον κρίσιμο χρόνο άσκησης της αγωγής, και την καλή κατάσταση της υγείας του, μπορούσε και είχε υποχρέωση να εξεύρει εργασία, ανάλογη των εν γένει ικανοτήτων του, για όλο το επίδικο χρονικό διάστημα, και να αποκομίζει, κατ΄ αυτό (επίδικο χρονικό διάστημα), ενόψει και του ότι η ενάγουσα δεν άσκησε έφεση ή αντέφεση κατά της διάταξης της υπ΄ αρ. 119/2018 αποφάσεως που αφορά τα εισοδήματα του εναγομένου, το ποσό των 800 ευρώ κατά μέσο όρο μηνιαίως, το οποίο και θα υπολογιστεί στις οικονομικές δυνάμεις του, για τον προσδιορισμό της συμμετοχής του στην ανάλογη διατροφή των ως άνω τέκνων του. Για τα φορολογικά έτη, εκτός άλλων, 2015, 2016, 2017 και 2018 (επίδικος χρόνος από 30-9-2015 έως 29-9-2018)  ο εναγόμενος δήλωσε στην αρμόδια ΔΟΥ συνολικό εισόδημα ανερχόμενο στο ποσό των 3.046,97 ευρώ,  9.883,24 ευρώ, 2.793,06 ευρώ και 11.038,68 ευρώ αντίστοιχα. Οι σχετικές αυτές φορολογικές του δηλώσεις, όπως και οι λοιπές προσκομιζόμενες, δεν προκύπτει ότι έχουν ελεγχθεί και συνεπώς δεν δεσμεύουν το Δικαστήριο (πρβλ. ΑΠ 1156/2017, ΕφΘεσσαλ 740/2009, ΕφΑθ 1009/1991ΑρχΝ 1992.481). Άλλα εισοδήµατα από οποιαδήποτε άλλη πηγή ή προσοδοφόρο περιουσία δεν αποδείχθηκε ότι έχει ο εναγόµενος. Περαιτέρω, ο εναγόµενος διέµενε µε τους γονείς του σε µισθωµένη οικία και συνεπώς επιβαρυνόταν µε την ανάλογη συµµετοχή του στο µηνιαίο µίσθωµα το ακριβές ύψος του οποίου δεν προσδιορίστηκε, όπως επίσης και µε τις δαπάνες λειτουργίας της οικίας αυτής, ήτοι µε τις δαπάνες ηλεκτρικού ρεύµατος, τηλεφώνου, ύδατος και πετρελαίου θέρµανσης, όπως ήδη έχει δεχθεί το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με διάταξη της υπ΄ αρ. 119/2018 αποφάσεώς του και δεν έχει ασκηθεί κατ΄ αυτής της διατάξεως έφεση ή αντέφεση από την ενάγουσα. Ο εναγόμενος ήδη, μετά το επίδικο χρονικό διάστημα, διαμένει με τη σύντροφό του και με το κοινό ανήλικο τέκνο τους, υιό τους, που γεννήθηκε την 8-1-2015, σε μισθωμένη οικία, καταβάλλοντας ως μηνιαίο μίσθωμα το ποσό των 100 ευρώ. Επίσης, ο εναγόμενος επιβαρύνεται με την αναλογία συμμετοχής του στα λειτουργικά έξοδα της ανωτέρω οικίας, καθώς επίσης επιβαρύνεται, κατά την αναλογία του ως πατέρας, με τη διατροφή του ως άνω ανήλικου τέκνου του, υιού του, γεννηθέντα την 8-1-2015. Επιπροσθέτως, αποδείχθηκε ότι ο εναγόμενος επιβαρυνόταν έως την 7-10-2017 και με τη διατροφή του τέκνου του …….., που γεννήθηκε την 7-10-1999 και συνεπώς ενηλικιώθηκε την 7-10-2017. Ο ισχυρισμός που προβάλλει (ο εναγόμενος) ότι εξακολουθεί να έχει υποχρέωση διατροφής έναντι του προαναφερόμενου τέκνου του, ………., ήτοι και μετά την ενηλικίωση αυτού, πρέπει να απορριφθεί ως κατ΄ ουσίαν αβάσιμος, δεδομένου ότι για το χρονικό διάστημα μετά την ενηλικίωση του ως άνω τέκνου, δεν αποδεικνύεται ότι αυτό δεν μπορεί να διατρέφει τον εαυτό του από εργασία κατάλληλη για την ηλικία του και την κατάσταση της υγείας του, ενόψει και των τυχόν αναγκών της εκπαίδευσής του ή από δική του περιουσία (πρβλ. ΕφΑθ 2239/1998 ΕλλΔνη 40.379), ώστε να καθίστανται υπόχρεοι διατροφής του οι γονείς του, ήτοι και ο εναγόμενος. Επιπλέον, αποδείχθηκε ότι ο εναγομένος καταβάλλει για την αποπληρωμή καταναλωτικού δανείου που έλαβε από την ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ» το ποσό των 335ευρώ μηνιαίως Το ποσό αυτό δεν προαφαιρείται από το εισόδημά του, αλλά απλώς συνεκτιμάται ως βιοτική του ανάγκη και ως στοιχείο προσδιοριστικό των συνθηκών διαβίωσής του. Από την άλλη πλευρά, η ενάγουσα εργάζεται, ως ηλεκτροδηγός συρμών, στην εταιρεία με την επωνυμία «………….» με μηνιαίο εισόδημα που ανέρχεται στο ποσό των 1.242 περίπου ευρώ. Διαμένει με τα ανήλικα τέκνα της στην πρώην συζυγική οικία, η οποία δεν αποδείχθηκε ότι ανήκει σ΄ αυτήν, όπως επίσης, δεν αποδείχθηκε ότι για τη χρήση της ανωτέρω οικίας καταβάλλει μίσθωμα. Ως εκ τούτου, δεν επιβαρύνεται (η ενάγουσα) με την καταβολή μισθώματος, επιβαρύνεται, όμως, με την αναλογία συμμετοχής της στα λειτουργικά έξοδα της ανωτέρω οικίας, ήτοι με την αναλογία της στις δαπάνες ηλεκτρικού ρεύματος, τηλεφώνου, ύδατος και πετρελαίου θέρμανσης. Επίσης, επιβαρύνεται με την καταβολή δόσης, ποσού 250 ευρώ, μηνιαίως προς απόσβεση του στεγαστικού δανείου, που έλαβε από το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, πλην όμως, η δαπάνη αυτή δεν προαφαιρείται από τα εισοδήματά της, αλλά λαμβάνεται υπόψη ως επιπλέον βιοτική της ανάγκη και ως στοιχείο προσδιοριστικό των συνθηκών διαβίωσής της. Άλλα εισοδήματα από οποιαδήποτε άλλη πηγή ή προσοδοφόρο περιουσία δεν αποδείχθηκε ότι έχει η ενάγουσα, ούτε επίσης ότι η ίδια επιβαρύνεται, κατά νόμο, με την υποχρέωση διατροφής τρίτων προσώπων, πλην των ανωτέρω ανήλικων τέκνων της. Συνεισφέρει, δε, στις ανάγκες διατροφής των ως άνω ανήλικων τέκνων της με τα εισοδήματά της και με την προσωπική της εργασία για τη φροντίδα και την ανατροφή τους. Πράγματι η ενάγουσα επιμελείται αυτοπροσώπως για την ανατροφή των παραπάνω τέκνων της. Οι προσωπικές αυτές υπηρεσίες της για τη φροντίδα και ανατροφή των τέκνων της, που κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας συνδέονται με τη συνοίκηση, αποτιμώνται σε χρήμα. Τα ως άνω ανήλικα τέκνα των διαδίκων, όπως προαναφέρθηκε, διαμένουν με την ενάγουσα – μητέρα τους. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι στις δαπάνες διαβίωσής τους συμπεριλαμβάνονται, κατά την αναλογία συμμετοχής τους, και τα λειτουργικά έξοδα της οικίας τους. Το ανήλικο τέκνο των διαδίκων, ………., ηλικίας, κατά τον χρόνο συζήτησης της αγωγής στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, 6,5 περίπου ετών, ήταν μαθητής της Α΄ τάξης του Δημοτικού Σχολείου και φοιτούσε σε Δημόσιο Σχολείο. Το ανήλικο τέκνο των διαδίκων, …………., ηλικίας, επίσης, κατά τον χρόνο συζήτησης της αγωγής στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, 4,5 περίπου ετών, φοιτούσε σε νηπιαγωγείο ως προνήπιο, σε ιδιωτικό εκπαιδευτήριο, πλην όμως τα αντίστοιχα έξοδα για τη φοίτηση αυτή καλύπτονται από τον εργοδότρια της ενάγουσας. Οι λοιπές δαπάνες διαβίωσης των ανήλικων τέκνων των διαδίκων για σίτιση, ένδυση, εκπαίδευση, ψυχαγωγία, παραθερισμό και ιατροφαρμακευτική περίθαλψη κλπ είναι οι συνήθεις δαπάνες των ανήλικων τέκνων της ηλικίας τους, της αυτής οικονομικής και κοινωνικής καταστάσεως των γονέων τους. Με βάση λοιπόν τις προαναφερόμενες οικονομικές δυνατότητες των διαδίκων γονέων τους και τις εν γένει περιστάσεις, η κατά το επίδικο χρονικό διάστημα ανάλογη διατροφή, η οποία προσδιορίζεται από τις ανάγκες των παραπάνω ανηλίκων, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής τους και περιλαμβάνει όλα τα απαραίτητα για τη σίτιση, ένδυση, εκπαίδευση, ψυχαγωγία, παραθερισμό και ιατροφαρμακευτική περίθαλψή τους, ανέρχεται στο ποσό των 330ευρώ μηνιαίως για κάθε τέκνο. Στα ποσά αυτά συνυπολογίζεται και η παροχή της προσωπικής εργασίας και της φροντίδας της ενάγουσας για την ανατροφή των ανήλικων τέκνων, οι οποίες, όπως προαναφέρθηκε, είναι αποτιμητές σε χρήμα. Στην αντιμετώπιση των αναγκών αυτών οφείλουν να συμβάλουν και οι δύο γονείς τους ανάλογα με τις δυνάμεις του ο καθένας. Ενόψει τούτων η συμβολή του εναγομένου στη διατροφή των ανήλικων τέκνων του (δοθέντος ότι με την ένδικη αγωγή διώκεται μόνο η επιδίκαση του ποσού, που κατά τους αγωγικούς ισχυρισμούς, αντιστοιχεί στην προς συνεισφορά υποχρέωση του εναγομένου στην ανάλογη διατροφή των τέκνων τους και όχι το προσδιοριζόμενο από τις ανάγκες αυτών συνολικό ποσό της διατροφής τους), πρέπει να καθοριστεί στο ποσό των 150 ευρώ μηνιαίως για κάθε ανήλικο τέκνο, για το επίδικο χρονικό διάστημα. Τα ποσά αυτά, που αντιστοιχούν στην προς συνεισφορά υποχρέωση του εναγομένου, πρέπει να καταβάλλει ο τελευταίος, ως ανάλογη διατροφή των ανήλικων τέκνων του κατά το επίδικο χρονικό διάστημα, ενώ κατά το υπόλοιπο ποσό συμμετέχει η ενάγουσα – μητέρα τους με την αναλογία του προσωπικού εισοδήματός της και με την παροχή των προσωπικών της φροντίδων προς αυτά, που είναι, όπως προαναφέρθηκε, αποτιμητές σε χρήμα. Μετά τον, κατά τα ανωτέρω, υπολογισμό του ποσοστού συμμετοχής καθενός των διαδίκων γονέων στη διατροφή των ανήλικων τέκνων τους, προκύπτει ότι ο εναγόμενος μπορεί να καταβάλλει τα πιο πάνω ποσά συμμετοχής του, χωρίς να διακινδυνεύει η δική του διατροφή, απορριπτομένης της σχετικής ενστάσεως που προβάλλει ως κατ΄ουσίαν αβάσιμης, καθόσον δεν προέκυψαν τα θεμελιωτικά αυτής γεγονότα και συγκεκριμένα ότι με την παροχή της οφειλομένης στα τέκνα ως άνω διατροφής θα τεθεί σε κίνδυνο η δική του διατροφή, ενώ σε κάθε περίπτωση δεν προτείνεται ορισμένα από αυτόν και είναι απορριπτέα η ένσταση διακινδύνευσης της διατροφής του, αφού ο εναγόμενος παραλείπει να επικαλεσθεί ότι τα ως άνω τέκνα μπορούν να εξασφαλίσουν τη διατροφή τους από άλλο υπόχρεο ή από την περιουσία τους (άρθρο 1487 παρ. 2 του ΑΚ). Κατ΄ ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει η ένδικη αγωγή να γίνει εν μέρει δεκτή ως και κατ΄ ουσίαν βάσιμη (ως προς το αίτημα διατροφής των ανήλικων τέκνων των διαδίκων),να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να προκαταβάλλει στην ενάγουσα, ως ασκούσα την επιμέλεια των ανήλικων τέκνων τους, ………. και ……… και για λογαριασμό αυτών, εντός του πρώτου πενθήμερου κάθε μήνα, ως μηνιαία σε χρήμα διατροφή, το ποσό των εκατόν πενήντα (150) ευρώ για καθένα από αυτά και συνολικά το ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ, για χρονικό διάστημα τριών ετών από την επομένη της επίδοσης της αγωγής, με τον νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση κάθε μηνιαίας δόσης μέχρι την εξόφληση, ενώ το αίτημα περί κηρύξεως της παρούσας προσωρινά εκτελεστής στον παρόντα βαθμό καθίσταται αλυσιτελές, αφού η παρούσα απόφαση ως τελεσίδικη αποτελεί εκτελεστό τίτλο (άρθρο 904 παρ. 2 εδ. α΄ του ΚΠολΔ). Τέλος, τα δικαστικά έξοδα και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας πρέπει να κατανεμηθούν μεταξύ των διαδίκων,  ανάλογα με την έκταση της νίκης και της ήττας καθενός από αυτούς και να καταδικασθεί ο εναγόμενος στην πληρωμή μέρους των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας, κατά μερική παραδοχή του οικείου αιτήματος της τελευταίας (άρθρα 106, 176, 178, 183 και 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό της παρούσας. Στα μειωμένα αυτά έξοδα περιλαμβάνεται και το ποσό των 300 ευρώ που ο εναγόμενος, όπως προαναφέρθηκε, έχει ήδη προκαταβάλει.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει κατ΄ αντιμωλίαν των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και κατ΄ ουσίαν την από 11-6-2018 (αρ. καταθ. ………../2018) έφεση.

Εξαφανίζει την υπ΄ αρ. 119/2018 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των διατάξεων των άρθρων 666 παρ. 1, 667, 670, 671 παρ. 1 έως 3,672 έως 676 τουΚΠολΔ (άρθρο 681Β παρ. 1 περ. α΄, β΄, 681 Γ΄ του ΚΠολΔ), όπως ίσχυαν πριν την κατάργησή τους µε το άρθρο 1 άρθρο 4 του Ν. 4335/2015 (ΦΕΚ Α΄ 87/23-7-2015), κατά το κεφάλαιο που αφορά τη διατροφή των ανήλικων τέκνων των διαδίκων, …….. και . …….., και κατά τη διάταξη περί δικαστικών εξόδων.

Κρατεί και δικάζει την από 28-9-2015 (αρ. καταθ. ……./2015) αγωγή ως προς τοεξαφανισθέν κεφάλαιο που αφορά τη διατροφή των ανήλικων τέκνων των διαδίκων, …….. και ……….., και την εξαφανισθείσα διάταξη περί δικαστικών εξόδων.

Δέχεται εν μέρει την αγωγή.

Υποχρεώνει τον εναγόμενο να προκαταβάλλει στην ενάγουσα, ως ασκούσα την επιμέλεια των ανήλικων τέκνων τους, …….. και …….. και για λογαριασμό αυτών, εντός του πρώτου πενθήμερου κάθε μήνα, ως μηνιαία σε χρήμα διατροφή, το ποσό των εκατόν πενήντα (150) ευρώ, για καθένα από αυτά (ανήλικα τέκνα) και συνολικά το ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ, για χρονικό διάστημα τριών ετών από την επομένη της επίδοσης της αγωγής, με τον νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση κάθε μηνιαίας δόσης μέχρι την εξόφληση.

Καταδικάζει τον εναγόμενο στην πληρωμή μέρους των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας, το οποίο ορίζει στο ποσό των επτακοσίων (700) ευρώ, στο οποίο περιλαμβάνεται και το ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ που ο εναγόμενος έχει ήδη προκαταβάλει.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, την 18η Αυγούστου  2020, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων Δικηγόρων τους.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ