Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 535/2020

Αριθμός 535 /2020

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Ιωάννη Αποστολόπουλο, Προεδρεύοντα Εφέτη (κωλυομένων των υπηρετούντων Προέδρων Εφετών και των αρχαιοτέρων Εφετών),  Αικατερίνη Κοκόλη, Εφέτη και Σοφία Καλούδη, Εφέτη-Εισηγήτρια, και από τη Γραμματέα Ε.Τ.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Η υπό κρίση έφεση κατά της με αριθμό 1407/2016 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά τη τακτική διαδικασία ερήμην του καθ’ού η ανακοπή, Δήμου Σαλαμίνας, παραδεκτά φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19  του ΚΠολΔ) και έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, με την κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις  7-6-2018, δηλαδή  εντός της από το άρθρο 518 παρ. 2 του ΚΠολΔ οριζόμενης προθεσμίας από τη δημοσίευση της  εκκαλουμένης  απόφασης στις 7-6-2016, δεδομένου ότι οι διάδικοι δεν επικαλούνται, αλλά ούτε και  προέκυψε  επίδοση  αντιγράφου της. Πρέπει, επομένως, αυτή (έφεση) να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί  περαιτέρω, κατά την ίδια διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ).

ΙΙ. Με την από 30-9-2014 (αριθμ. εκθ. καταθ.  ……/2014) ανακοπή, επί της οποίας εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, το ανακόπτον, και ήδη  εκκαλούν, Ελληνικό Δημόσιο, εξέθετε, ότι σε βάρος της οφειλέτριας του, εταιρίας με την επωνυμία «………….», βεβαιώθηκαν ταμειακά ληξιπρόθεσμα χρέη, κατά την έννοια του άρθρου 5 του Κ.Ε.Δ.Ε., προερχόμενα από διάφορες αιτίες, συνολικού ποσού 303.035,76 ευρώ, για τα οποία, ακολούθως, ο Προϊστάμενος της Ε’ Δ.Ο.Υ. Πειραιά προέβη στην έκδοση του με αριθ. πρωτ. ………./10-7-2014 κατασχετηρίου εγγράφου, που επιδόθηκε νόμιμα στον καθ’ου η ανακοπή, Οργανισμό Τοπικής Αυτοδιοίκησης με την επωνυμία «Δήμος …..» στις 22-7-2014, με το οποίο κατάσχεσε στα χέρια αυτού, ως τρίτου, για λογαριασμό της προαναφερόμενης οφειλέτριάς του ανακόπτοντος, ό,τι ο καθ’ ου οφείλει ή μέλλει να οφείλει στην τελευταία μέχρι του ποσού των 303.035,76 ευρώ, και ότι για την ανωτέρω κατάσχεση  ο τελευταίος στις 30-7-2014 προέβη στη με αριθμό  75/2014 αρνητική δήλωση του προς τον Ειρηνοδίκη Σαλαμίνας.  Ζητούσε  δε, με βάση τα ανωτέρω, να ακυρωθεί η ως άνω δήλωση για τους διαλαμβανόμενους στο δικόγραφο της ανακοπής του λόγους, να αναγνωριστεί ο καθ’ού ως οφειλέτης του για το ποσό, για το οποίο επιβλήθηκε η κατάσχεση, άλλως για ό,τι αυτός οφείλει ή μέλλει να οφείλει στην οφειλέτρια του ιδίου, καθώς και να υποχρεωθεί  στην καταβολή του ποσού αυτού, με το νόμιμο τόκο από την επιβολή της κατάσχεσης, άλλως από την επίδοση της ανακοπής, να αναγνωρισθεί, ότι με την επιβολή της κατάσχεσης επήλθε αναγκαστική εκχώρηση στο ίδιο (ανακόπτον) της απαίτησης της οφειλέτριας του κατά του καθ’ού, άλλως ότι αυτός κατέστη οφειλέτης του, και άλλως να υποχρεωθεί  ο τελευταίος σε αποζημίωση. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την εκκαλούμενη οριστική απόφασή του,  απέρριψε την ανακοπή καθ’ολοκληρίαν ως μη νόμιμη. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονείται  το ανακόπτον  με την  υπό κρίση έφεση του, επικαλούμενο εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, και ζητεί την εξαφάνιση της εκκαλουμένης,  προκείμενου  η ανακοπή του να γίνει δεκτή.

ΙΙΙ. Σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ. 2 του ν.δ/τος 31/1968 “Περί προστασίας της περιουσίας των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως”, το οποίο ορίζει, ότι “κατάσχεσις εις χείρας των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως ως τρίτων δύναται να επιβληθεί μόνον κατόπιν αδείας του κατά τόπον αρμοδίου Μονομελούς Πρωτοδικείου και υπό τας λοιπάς ισχύουσας εκάστοτε δια το Δημόσιον προϋποθέσεις”, ενώ κατά τα οριζόμενα στη διάταξη του άρθρου 95 του ν. 2362/1995  «Κατάσχεση εις χείρας του Δημοσίου και εκχώρηση».  “1. Η κατάσχεση χρηματικής απαιτήσεως εις χείρας του Δημοσίου, ως τρίτου, γίνεται, τηρουμένων και των λοιπών όρων και προϋποθέσεων, οι οποίες προβλέπονται από την κείμενη νομοθεσία, με κοινοποίηση του κατασχετηρίου σωρευτικώς: α) στην αρμόδια για την πληρωμή της συγκεκριμένης οφειλής του Δημοσίου υπηρεσία ή στην οικεία χρηματική διαχείριση, β) στις αρμόδιες για τη φορολογία τόσο του καθ` ου η κατάσχεση, όσο και του κατασχόντος, Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες. 2. Στο κατασχετήριο εις χείρας του Δημοσίου, πρέπει αναγκαίως να αναφέρεται σαφώς η ακριβής αιτία της οφειλής του Δημοσίου, το πρόσωπο του δικαιούχου της σχετικής απαιτήσεως με την ακριβή διεύθυνση του και το ποσό αυτής, καθώς και ο αριθμός φορολογικού μητρώου τόσο του κατασχόντος, όσο και του καθ` ου η κατάσχεση.  3.α. Η κατάσχεση εις χείρας του Δημοσίου ολοκληρώνεται μόνο από της ημερομηνίας κοινοποιήσεως του κατασχετηρίου στην, κατά την παράγραφο 1 του παρόντος, αρμόδια για την πληρωμή της συγκεκριμένης οφειλής του Δημοσίου Υπηρεσία, η οποία όμως, για να είναι έγκυρη, πρέπει αναγκαίως, αφενός μεν να γίνει χρονικά τελευταία από τις αναφερόμενες στην ίδια παράγραφο λοιπές κοινοποιήσεις και αφετέρου να συνοδεύεται από νόμιμα υπό αρμοδίου δικαστικού επιμελητή επικυρωμένα αντίγραφα των επιδοτηρίων όλων των κατά τις διατάξεις του παρόντος άρθρου αναγκαίων προηγουμένων εγκύρων επιδόσεων του κατασχετηρίου αυτού στις ανωτέρω Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες, χωρίς να απαιτείται πρόσθετη κοινοποίηση του κατασχετηρίου στον Υπουργό Οικονομικών (άρθρο 5 του διατάγματος της 26.6/10.7.1944 «περί δικών του Δημοσίου»)….  5. Η μη τήρηση των διατάξεων του παρόντος άρθρου επάγεται την ακυρότητα της εις χείρας του Δημοσίου κατασχέσεως ή της προς αυτό αναγγελίας εκχωρήσεως απαιτήσεως, λαμβανομένων υπόψη υπό των δικαστηρίων και αυτεπάγγελτα. Επί άκυρης εις χείρας του κατάσχεσης, το Δημόσιο δεν υποχρεούται σε καμία δήλωση”. Κατά τα προαναφερόμενα για το κύρος της κατάσχεσης στα χέρια οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης ως τρίτου, απαιτείται αφενός μεν συνδρομή των προϋποθέσεων, που απαιτούνται κάθε φορά για την κατάσχεση στα χέρια του Δημοσίου ως τρίτου, δηλαδή των προϋποθέσεων, που αναφέρονται στο άρθρο 97 του ν.δ/τος 321/1969 και ήδη στο άρθρο 95 του νόμου 2362/1995 “Περί δημοσίου λογιστικού κτλ”, με την κατάλληλη προσαρμογή τους στη φύση και τις ιδιαιτερότητες των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, και αφετέρου προηγούμενη άδεια του Μονομελούς Πρωτοδικείου, στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται ο οργανισμός τοπικής αυτοδιοίκησης, η οποία παρέχεται με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, μετά από αίτηση εκείνου που επιθυμεί να προβεί στην κατάσχεση και κλήτευση του καθ` ου η αίτηση οργανισμού, όπως και του καθ` ου η εκτέλεση και αφού, εκτός των άλλων, πιθανολογηθεί η ύπαρξη της οφειλής του οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης, η οποία αποτελεί το αντικείμενο της κατάσχεσης, όπως και η βασιμότητα της ουσιαστικής αξίωσης, για την ικανοποίηση της οποίας επιβάλλεται η κατάσχεση, καθόσον πρόκειται για διατάξεις, οι οποίες αποσκοπούν στην προστασία της περιουσίας των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, με την αποφυγή της εμπλοκής τους σε ελαττωματικές εκτελεστικές διαδικασίες. Η παραπάνω προϋπόθεση της προηγούμενης άδειας του Μονομελούς Πρωτοδικείου, η ρύθμιση της οποίας, ως μεταγενέστερη, κατισχύει της αντίθετης ρύθμισης του άρθρου 51 αριθμός 4 ΕισΝΚΠολΔ, απαιτείται και όταν η κατάσχεση στα χέρια του οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης ως τρίτου πρόκειται να επιβληθεί από το Ελληνικό Δημόσιο για την ικανοποίηση απαίτησής του, αφενός μεν ενόψει του ανωτέρω σκοπού, τον οποίο η προϋπόθεση αυτή εξυπηρετεί και ο οποίος, ενόψει της παραπάνω φύσης του, συντρέχει και όταν φορέας της αξίωσης, για την ικανοποίηση της οποίας επιβάλλεται η κατάσχεση, είναι το Δημόσιο και αφετέρου, διότι η προϋπόθεση αυτή, στην περίπτωση της κατάσχεσης από μέρους του Δημοσίου, δεν έχει καταργηθεί ρητά ή σιωπηρά από κάποια διάταξη, ούτε από εκείνες του νόμου 2362/1995, με το άρθρο 95 παρ.1 του οποίου ρυθμίζεται η διαδικασία κατάσχεσης στα χέρια του Δημοσίου ως τρίτου, στα προνόμια του οποίου, που προβλέπονται από το άρθρο αυτό, παραπέμπει το άρθρο 4 παρ.2 του νδ 31/1968, αλλά ούτε και από το ν.δ/μα 356/1974 “Περί Κώδικος Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων”, ενώ, παράλληλα, με το άρθρο 30 του τελευταίου αυτού ν.δ/τος ρυθμίζεται η διαδικασία κατάσχεσης από μέρους του Δημοσίου στα χέρια τρίτου και όχι η διαδικασία και οι προϋποθέσεις, που πρέπει να συντρέχουν στο πρόσωπο του τρίτου, για το κύρος της κατάσχεσης, που επιβάλλεται στα χέρια του, θέματα τα οποία ρυθμίζονται για μεν το Δημόσιο από το άρθρο 95 του νόμου 2362/1995, για δε τους ΟΤΑ από το ως άνω άρθρο καθώς και από το άρθρο 4 παρ. 2 του νδ 31/1968. Κατόπιν τούτου, το θέμα, που ρυθμίζει το άρθρο 30 του ν.δ/τος 356/1974 είναι διάφορο του θέματος, που ρυθμίζει το ν.δ/μα 31/1968 με το άρθρο 4 παρ. 2 και ο νόμος 2362/1995 με το άρθρο 95, γι` αυτό και οι διατάξεις του άρθρου 4 παρ. 2 του νδ. 31/1968 δεν έχουν καταργηθεί σιωπηρά με το άρθρο 95 παρ. 2 του νδ. 356/1974, με το οποίο καταργήθηκε τόσο το π.δ/μα της 24/27-8-1931 “περί κώδικος του νόμου περί εισπράξεως των δημοσίων εσόδων”, όσο και κάθε διάταξη, η οποία ρυθμίζει θέματα, που διέπονται από το εν λόγω νομοθετικό διάταγμα ή είναι αντίθετη στις διατάξεις του, χωρίς να υπολογίζεται, ότι στην περίπτωση αυτή με το ν.δ/μα 356/1974 θα είχε καταργηθεί και το ν.δ/μα 321/1969, που ίσχυε τότε (βλ. ΑΠ 783/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 226/2012 ΠειρΝομ 2012 341). IV. Στην προκείμενη περίπτωση, κατά τα εκτιθέμενα στην ως άνω ανακοπή του ήδη εκκαλούντος, Ελληνικού Δημοσίου, αυτό επέβαλε κατάσχεση στα χέρια του  Δήμου …, ως τρίτου, για την ικανοποίηση απαίτησής του κατά της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «……………», δυνάμει του  με αριθμό ……../10-7-2014  κατασχετηρίου, χωρίς ωστόσο να τηρήσει την απαιτούμενη προδικασία και συγκεκριμένα δίχως να λάβει προηγούμενως άδεια του αρμόδιου Μονομελούς Πρωτοδικείου, και  χωρίς να έχει  προβεί  στις επιδόσεις, που επιβάλλονται  με ποινή ακυρότητας της κατάσχεσης  από τη διάταξη του άρθρου 95 παρ.1 ν. 2362/1995 (απόλυτη ακυρότητα πρβλ. ΑΠ 197/2005 ΕλλΔνη 2006 478, βλ. Ι. Χαμηλοθώρη – Χ. Κλουκίνα – Θ. Κλουκίνα «ΔΙΚΑΙΟ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ» εκδ. 2007 τ. 3ος σελ. 99 και 101 και Βαθρακοκοίλη, ΚΠολΔ  ερμηνευτική-νομολογιακή ανάλυση, τ.  ΣΤ, άρθρο 982, παρ. 36, σελ. 44) που εφαρμόζεται εν προκειμένω ενόψει του χρόνου συντέλεσης της κατάσχεσης (δεδομένου ότι  το άρθρο 177  του ν. 4270/2014, με το οποίο  καταργήθηκε το ως άνω άρθρο 95 του ν. 2362/1995, ισχύει από 1-1-2015 , βλ. άρθρο 183 ν. 4270/2014),  και δη στην επίδοση του κατασχετηρίου εγγράφου στην αρμόδια Διεύθυνση Οικονομικών  Υπηρεσιών του Δήμου Σαλαμίνας,  όπως εξάλλου, και το ίδιο (ανακόπτον) συνομολογεί. Η μη τήρηση δε των ανωτέρω διαδικαστικών προϋποθέσεων συνεπάγεται ως αναγκαίο επακόλουθο την ακυρότητα της επιβληθείσας κατάσχεσης, η οποία είναι απόλυτη, δυνάμενη να ληφθεί  υπόψιν και αυτεπαγγέλτως, όπως προκύπτει  σαφώς και από τη διατύπωση του άρθρου 4 παρ. 2 του ν.δ/τος 31/1968 “Περί προστασίας της περιουσίας των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως”, σύμφωνα με το οποίο “κατάσχεσις εις χείρας των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως ως τρίτων δύναται να επιβληθεί μόνον κατόπιν αδείας του κατά τόπον αρμοδίου Μονομελούς Πρωτοδικείου και υπό τας λοιπάς ισχύουσας εκάστοτε δια το Δημόσιον προϋποθέσεις”, όπου δηλαδή αντί του όρου «ποινή ακυρότητας»  χρησιμοποιείται  η νομικώς ταυτόσημη προς τον όρο αυτό έκφραση,  «δύναται …μόνον» (βλ. και Βαθρακοκοίλη, ό.π ανωτ.  τ. Α, άρθρο 159 , σελ. 941), και το οποίο εφαρμόζεται, κατά τα προαναφερόμενα,  και στη περίπτωση που τη κατάσχεση επιβάλλει  το Ελληνικό Δημόσιο για την ικανοποίηση απαίτησής του. Επομένως, και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που έκρινε το ίδιο και απέρριψε την ανακοπή ως μη νόμιμη  σωστά ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο και ο μοναδικός λόγος της έφεσης του εκκαλούντος, με τον οποίο  παραπονείται για εσφαλμένη απόρριψη της ανακοπής του,  τυγχάνει αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας πρέπει να συμψηφιστούν μεταξύ τους λόγω του δυσερμήνευτου χαρακτήρα των διατάξεων, που εφαρμόστηκαν  (άρθρο 179 εδ. β ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

– ΔΙΚΑΖΕΙ με την παρουσία των διαδίκων.

-ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικώς και απορρίπτει  κατ’ ουσίαν την έφεση κατά της με αριθμό   1407/2016  απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

– ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ  μεταξύ των διαδίκων τα δικαστικά έξοδα  του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά την 15η Ιουλίου 2020  και δημοσιεύθηκε στις 14 Αυγούστου 2020 σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού με απόντες τους διαδίκους, τη Δικαστική Πληρεξουσία ΝΣΚ του εκκαλούντος και  τον πληρεξούσιο Δικηγόρο του εφεσιβλήτου.

   Ο   ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ ΕΦΕΤΗΣ                             Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ